Δημοσθένης Βουτυράς

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Δημοσθένης Βουτυράς, Έλληνας λογοτέχνης του 20ου αιώνα με ογκώδες και σημαντικό ποιοτικά έργο, «ο άνθρωπος-διήγημα», που όπως δήλωνε «...μπορούσε να τυλίξει όλη τη γη με διηγήματα..», γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου 1872 στο πλοίο με το οποίο ταξίδευαν οι γονείς του για την Κωνσταντινούπολη όπου έμειναν τρία χρόνια κι ο πατέρας του εργάστηκε ως δάσκαλος, και πέθανε στις 27 Μαρτίου 1958 στον Πειραιά, όπου και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.

Δημοσθένης Βουτυράς

Ήταν παντρεμένος από το 1903 με τη Μπετίνα Φέξη και από το γάμο τους απέκτησαν δύο κόρες, από τις οποίες η Θεώνη μετέπειτα σύζυγος Στεφανόπουλου, ήταν ζωγράφος, ενώ η Ναυσικά γνωστή αργότερα και ως Γαλανού [1] [2], παντρεμένη με τον Ανδρέα Κυριακόπουλο, Μεσολογγίτη τραπεζικό υπάλληλο, ήταν υψίφωνος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και καθηγήτρια φωνητικής.

Βιογραφία

Ο πατέρας του Νίκος Βουτυράς εργάστηκε αρχικά ως δάσκαλος, ενώ η μητέρα του Θεώνη Παπαδή ή Παπαγιάννη ήταν από το Μεσολόγγι, όπου εγκαταστάθηκαν και έζησαν από το 1876 και την επιστροφή τους από την Κωνσταντινούπολη, ώσπου ο πατέρας του διορίσθηκε συμβολαιογράφος στον Πειραιά. Στον Πειραιά τέλειωσε το Δημοτικό και ήταν τόσο άτακτος, που ο δάσκαλος αναγκαζόταν να τον δένει στο θρανίο. Όταν ξεκίνησε τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο, όμως αρρώστησε και η ασθένειά του συνοδεύτηκε από συχνές επιληπτικές κρίσεις, που τον ανάγκασαν να σταματήσει τη φοίτησή του, να γίνει αυτοδίδακτος και να στραφεί στη συγγραφική εργασία. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα μουσικής, ξιφασκίας, γράφτηκε στη Σχολή Μαχαιριάδη, σπούδασε πλοίαρχος, και καθώς ήταν καλλίφωνος σπούδασε τενόρος, όμως διέκοψε όλες τις δραστηριότητες λόγω της εκρηκτικής του ιδιοσυγκρασίας.

Ο πατέρας του άφησε το 1902 το συμβολαιογραφείο του και δημιούργησε χυτήριο στο Παλαιό Φάληρο, όμως η επιχειρηματική του χρεοκοπία τον οδήγησε στην αυτοκτονία, με επακόλουθα την απώλεια της περιουσίας τους, αλλά και τη βαθιά θλίψη και τη μελαγχολία του Δημοσθένη, που παρά την προσπάθειά του να σώσει την επιχείρηση, την οδήγησε στην ολοκληρωτική πτώχευση και τελικά το 1906 αναγκάστηκε να την πουλήσει. Ο ίδιος έγραψε ότι «...κάποιο χέρι ή κλωτσιά, τον έσπρωξε και τον έριξε στη λογοτεχνία» και για να ζήσει πουλούσε διηγήματα του σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ εργάστηκε σε σκληρές χειρωνακτικές εργασίες. Την ίδια περίοδο μετακόμισε με τη γυναίκα και τις κόρες του μετακόμισε από τον Πειραιά και εγκαταστάθηκαν στην οδό Γεωργίου Ανδρούτσου 28 στη συνοικία του Κουκακίου στην Αθήνα, ενώ σύμφωνα με άλλη πηγή εμφανίζεται ως εγγεγραμμένος [3] στα δημοτολόγια του Χαλανδρίου.

Παρ’ ότι είχε σταθερή και ξεκάθαρη ιδεολογική άποψη, παρέμεινε ανένταχτος. Στις αρχές της δεκαετίας το 1920 η εφημερίδα «Καθημερινή» του Γεωργίου Βλάχου, στην οποία δημοσίευε διηγήματα με αμοιβή 50 δραχμές το κομμάτι, του ζήτησε να διακόψουν τη συνεργασία τους [4] λόγω αντιδράσεων βασιλικών αναγνωστών. Η τοποθέτησή του του ήταν άμεση «….Από εκεί με έδιωξαν ως βενιζελικό. Και τώρα πού να πάω; Οι βενιζελικές εφημερίδες με θεωρούν σοσιαλιστή [5] . Και οι σοσιαλιστές με θεωρούν αναρχικό. Συμπαθώ τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Αλλά χωρίς αίματα…..Εγώ δεν μπαίνω σε κανένα σύστημα».

Σε συνεργασία με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ, ασχολήθηκαν με τη συγγραφή σχολικών συγγραμμάτων, όμως η προσπάθειά τους δεν είχε αίσιο τέλος, καθώς το αναγνωστικό της τρίτης δημοτικού που ολοκλήρωσαν καταργήθηκε από τη δικτατορία του Θεόδωρου Παγκάλου. Ήταν ο πρώτος εκλεγμένος πρόεδρος [6] του σωματείου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών», το οποίο ιδρύθηκε με την υπ'αριθμ. 11519/20 Φεβρουαρίου 1931 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών και λειτούργησε με γραφεία στην οδό Ευπόλιδος 15, στο Σύνταγμα. Μέρος από τις σημειώσεις που κρατούσε στο διάστημα της τριπλής κατοχής της Ελλάδος στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο, δημοσιεύτηκαν μετά την απελευθέρωση στην εφημερίδα «Αυγή». Πέρασε τα τελευταία χρόνια του, στο σπίτι του στο Κουκάκι, κατάκοιτος, φτωχός και παραγνωρισμένος από όλους.

Λογοτεχνία

Το Δεκέμβριο του 1900 δημοσίευσε άρθρο στην καθαρεύουσα στο περιοδικό «Χρονογράφος» του Πειραιά και παράλληλα τον ίδιο χρόνο πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα στο πειραιώτικο περιοδικό «Το Περιοδικόν μας» του Γεράσιμου Βώκου, με τον οποίο συνεργάστηκαν έκτοτε σε σταθερή βάση, με το αντιπολεμικό διήγημα «Ο Λεωνίδας Λαγκάς». Αρχικά αναγνωρίστηκε από τον ελληνισμό της Διασποράς, και συγκεκριμένα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ενώ στην Ελλάδα έγινε γνωστός μετά το 1920. Το έργο του κατέκρινε έντονα ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο οποίος στην αρχή είχε εκφραστεί θετικά, και ο Κώστας Παρορίτης, ο οποίος θεωρούσε ότι δεν τον διέκρινε σταθερή φιλοσοφική θεωρία.

Ονομάσθηκε «ο άνθρωπος-διήγημα» κι ο ίδιος δήλωνε ότι μπορούσε να τυλίξει όλη τη γη με διηγήματα. Την επομένη του θάνατό του, ο Κώστας Βάρναλης έγραψε γι’ αυτόν «…Βράχος ταλέντου, εργατικότητας, πίστης και ήθους. Βράχος ριζωμένος στην ελληνική ζωή. Ακατάλυτος κι ασάλευτος. Ασάλευτος και στις αγάπες και στα μίση του στα πάθη και στις αδυναμίες του. Ασάλευτος και στο κουράγιο του… Μόνο το λαό αγαπούσε. Μόνο το λαό μελετούσε. Και το λαό ζωντάνευε κι απαθανάτιζε στα έργα του».

Ο Άγγελος Τερζάκης τον περιγράφει με τα παρακάτω λόγια «Tο βαρύ κεφάλι του έγερνε μπροστά, το βλέμμα του σε κοίταζε συχνά θολό και ναρκωμένο και άλλοτε αδιόρατα περιγελαστικό. Kάτι περισσότερο: το ένα μάτι μισόκλεινε χλευαστικά, ενώ το άλλο διεστελλόταν συλλγισμένα. Tα δύο αυτά χαρακτηριστικά στοιχεία που συνεργάζονταν για να υφάνουν τις αφηγήσεις του, η δραματική θεώρηση και το σαρκαστικό χιούμορ, η φαντασία και η ειρωνεία συνυπήρχαν στη μορφή του και συνέθεταν την έκραση της στιγμής».

Θεωρείται ο θεμελιωτής της Επιστημονικής φαντασίας στην ελληνική λογοτεχνία [7] και σύμφωνα με τη Βιβλιογραφία της Ελληνικής Επιστημονικής Φαντασίας, των Νίκου Θεοδώρου και Χρήστου Λάζου, «η Ελληνική λογοτεχνία της ΕΦ ξεκινά ουσιαστικά το 1929, όταν ο Δημοσθένης Βουτυράς εξέδωσε το βιβλίο του Από τη Γη στον Άρη», στο οποίο περιγράφει την ιστορία πέντε Ελλήνων που μ' ένα αερόπλοιο έφτασαν στον πλανήτη Άρη, όπου ανακάλυψαν πολιτισμό ομιλούντων ζώων.

Διακρίσεις

Το 1940 πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο του απονεμήθηκε από το Δήμο Αθηναίων τιμητική σύνταξη, την οποία διέκοψε το 1947, λόγω της συμπάθειας του στις σοσιαλιστικές ιδέες, ενώ η Ακαδημία Αθηνών, δεν τον εξέλεξε μέλος της σε δύο συνεχείς εκλογές.

Βραβεύτηκε με

  • Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών το 1924 και
  • Αριστείο του Δήμου Πειραιά το 1932.

Εργογραφία

Ήταν από τους πρώτους λογοτέχνες των αρχών του 20ου αιώνα που έγραψε κοινωνικό διήγημα και σ’ αυτό ασχολείται με κοινωνικά θέματα, όπως η εκμετάλλευση των εργαζομένων και η απανθρωπιά ταυτόχρονα με τη δυστυχία, ενώ οι θεσμοί του κράτους, της θρησκείας, της εκπαίδευσης, της δικαιοσύνης, αποτέλεσαν αντικείμενα κριτικής. Θεωρείται συγγραφέας των αποτυχημένων, όπως χρεοκοπημένοι μικροαστοί, μικροϋπάλληλοι, άνθρωποι του λαού χτυπημένοι από τη φτώχεια και άτομα με ψυχικά τραύματα.

Είναι αυτοδίδακτος, δεν επηρεάστηκε από άλλους συγγραφείς και διακρίνεται για την προσωπική του έμπνευση. Ανανέωσε την ελληνική ηθογραφία, τη μετέφερε στην πόλη, τη γειτονιά, την ταβέρνα, στη βιοπάλη των ταπεινών ανθρώπων και το έργο του χαρακτηρίστηκε πίνακας πολύμορφος της μικροαστικής κοινωνίας της εποχής του. Έγραψε περισσότερα από 400 διηγήματα, που αργότερα αποτέλεσαν 28 συλλογές. Το γράψιμό του είναι απλό, μερικές φορές πρόχειρο, βιαστικό και μπερδεμένο λόγω των κακών στιγμών, που όμως ήταν λίγες.

Από το 1901 μέχρι το 1950, που δημοσιεύθηκε το τελευταίο του διήγημα με τίτλο «Αργό ξημέρωμα», δημοσίευσε 30 τόμους διηγημάτων με περισσότερα από 400 διηγήματα, όπως

  • «Όταν σκάνε τα λουλούδια», το 1913, δημοσιεύτηκε στα «Γράμματα της Αλεξάνδρειας», ενώ το βρΙσκουμε στην συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Τριανταδύο διηγήματα», το 1921,
  • «Παπάς ειδωλολάτρης», το 1920,
  • «Οι αλανιάρηδες», το 1921,
  • «Το γκρέμισμα των Θεών», το 1922,
  • «Ο θρήνος των βοδιών», το 1923,
  • «Αριστοκρατική γειτονιά», το 1924,
  • «Μέσα στους ανθρωποφάγους», το 1927,
  • «Στους άγνωστους θεούς», το 1927,
  • «Ύστερα από εκατομμύρια χρόνια», το 1932,
  • «Ο έρωτας στους τάφους», το 1943,

καθώς και τα μυθιστορήματα

  • «Το σπίτι των ερπετών», το 1933,
  • «Τρικυμίες», το 1945,
  • «Μακριά από τον κόσμο»,
  • «Η σιδερένια πόρτα»,
  • «Στους αγνώστους θεούς»,
  • «Μέσα στην κόλαση»,
  • «Κάλπικοι πολιτισμοί».

Ανέκδοτα έμειναν τα έργα του

  • «Το ημερολόγιο της κατοχής» και τα
  • «Περάσματα των βαρβάρων».

Το 2008 από τις Εκδόσεις «Φαρφουλάς» του ομώνυμου λοογτεχνικού περιοδικού, [εισαγωγή Βάσιας Τσοκόπουλος, ανθολόγηση Διαμαντής Καράβολας, σελ. 103], κυκλοφόρησε [8] το έργο «Δημοσθένης Βουτυράς-Τα σύμβολα στα όνειρα. Μία διάλεξη, έξι διηγήματα, τριανταεννέα όνειρα», όπου περιλαμβάνεται η διάλεξή του το 1933, σε αθηναϊκή τεκτονική στοά με την οποία δεν είχε ιδιαίτερη σχέση, με τίτλο «Τα σύμβολα στα όνειρα». Σ’ αυτήν έκανε λόγο ακόμα και για την αυτοκτονία του πατέρα του και αναφέρθηκε σε προσωπικά του όνειρα επιχειρώντας να τα κατηγοριοποιήσει.

Συνολικά με την επιμέλεια του Βάσια Τσοκόπουλου και του Διαμαντή Καράβολα, εκδότη του περιοδικού «Φαρφουλάς», έχουν εκδοθεί 5 τόμοι, υπολογίζεται ότι θα φτάσουν τους 14, από τα «Άπαντα» του, οι οποίοι περιλαμβάνουν διηγήματα και κριτικά κείμενα για το έργο του. συγγραφέα,

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. Τα μάθατε τα νέα; Εφημερίδα «Το Βήμα»
  2. Βουτυρά-Κυριακοπούλου Ναυσικά Musipedia.gr
  3. Το Χαλάνδρι στο Μεσοπόλεμο Ο Οδηγός της Ελλάδος, Νίκος Ιγγλέσης
  4. Διήμερο για το διηγηματογράφο Δημοσθένη Βουτυρά Εφημερίδα «Τα Νέα»
  5. Οι πρώτοι σοσιαλιστές συγγραφείς στην Ελλάδα Εφημερίδα «Ριζοσπάστης»
  6. Ιστορικό ίδρυσης Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών
  7. Η Επιστημονική Φαντασία στην Ελλάδα Χριστόδουλος Λιθαρής, Περιοδικό «Φανταστικά Χρονικά», τ. 1, Ιανουάριος 2003
  8. Οι δικοί μας υπόγειοι Mic.gr