Ερνστ Χέκελ

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Ερνστ Χάινριχ Φίλιπ Άουγκουστ Χέκελ, [Ernst Heinrich Philipp August von Haeckel], Γερμανός γιατρός, καθηγητής της συγκριτικής ανατομίας, φυλογονιστής, βιολόγος ζωολόγος, φυσιοδίφης, φιλόσοφος, φυσικός και καλλιτέχνης, από τους προδρόμους της ιδεολογίας του Εθνικοσοσιαλισμού, γεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 1834 στο Πότσνταμ που τότε ανήκε στην Πρωσία και πέθανε στις 9 Αυγούστου 1919 στην Ιένα της Γερμανίας.

Παντρεύτηκε στις 18 Αυγούστου 1862 με την εξαδέλφη του Anna Sethe που πέθανε στις 16 Φεβρουαρίου 1864 και το 1867 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο με την Άγκνες Χάσκε, [Agnes Huschke], που πέθανε το 1915 και μαζί απέκτησαν τρία παιδιά, το 1868 το γιο τους που πέθανε σε νεαρή ηλικία, το 1871 την Ελίζαμπεθ, [ Elizabeth], και το 1873 την Έμα, [Emma].

Ερνστ Χέκελ

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο Carl Gottlob Haeckel που πέθανε το 1871, μητέρα του η Charlotte Sethe που πέθανε το 1889 και είχε έναν αδελφό τον Karl. Ο παππούς και ο πατέρας του ήταν δικηγόροι, όμως ο Ερνστ δεν θέλησε ν' ακολουθήσει καριέρα νομικού. Παρακολούθησε μαθήματα Γυμνασίου στο Καθολικό Σχολείο του Merseburg και σπούδασε στο Βίρτσμπουργκ, [Würzburg], όπου ένας από τους δασκάλους του ήταν ο συγκριτικός παθολόγος Rudolph Virchow, και συνέχισε με σπουδές στην Ιατρική και τις φυσιογραφικές επιστήμες στο Βερολίνο από το 1854 έως το 1857 με καθηγητή τον Johannes Müller, που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην τόνωση του ενδιαφέροντος του στη θαλάσσια βιολογία, καθώς και τη Βιέννη. Εξάσκησε για λίγο χρονικό διάστημα το ιατρικό επάγγελμα, ικανοποιώντας την επιθυμία του πατέρα του, όμως το ενδιαφέρον του για την Ιατρική ήταν ελάχιστο και με την προτροπή του Karl Gegenbaur σπούδασε για τρία χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Ιένα για τρία χρόνια και απέκτησε διδακτορικό στη ζωολογία. Έκτοτε ασχολήθηκε με τις φυσιογνωστικές έρευνες και μελέτες, αντικείμενο που αποτελούσε το πραγματικό του ενδιαφέρον.

Μελέτες

Με χρήματα που εξασφάλισε από τον πατέρα του το 1859 ταξίδεψε στην Ιταλία, με σκοπό να κάνει μια επιτόπια θαλάσσια μελέτη στη Νάπολη, στην ανατομία των αστεριών και των αχινών, όμως αντιμετώπισε την άρνηση των ντόπιων ψαράδων. Απογοητευμένος από την αποτυχία του, στράφηκε στην τοπιογραφία, μετά από μια τυχαία συνάντηση με τον Hermann Allermers, μαζί με τον οποίο ταξίδεψε και δούλεψε στη ζωγραφική του τοπίου, όμως με την εκ νέου μεσολάβηση του πατέρα του, ασχολήθηκε για έξι μήνες με τη συστηματική έρευνα του θαλασσίου πλαγκτόν στο Στενό της Μεσσήνης. Το 1861 εκλέχθηκε λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Jena και το 1862 επιλέχθηκε ως έκτακτος καθηγητής της συγκριτικής ανατομίας και διορίστηκε διευθυντής του Ζωολογικού Ινστιτούτου. Το 1866 επισκέφτηκε την Αγγλία και συναντήθηκε με τον Κάρολο Δαρβίνο στο Down House του Κεντ και έγινε ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της θεωρίας του. Με τον πατέρα του νόμου της εξελίξεως τον συνέδεε ακόμη, η κοινή τους αγάπη για το κυνήγι, όμως, αντίθετα απ' ότι ο Δαρβίνος, ήταν βέβαιος ότι η εξέλιξη παρήγε ζωντανούς οργανισμούς που ήταν πάντοτε μεγαλύτεροι και καλλίτεροι, ενώ παράλληλα πίστευε ότι το ανθρώπινο είδος ήταν το τελικό δημιούργημα της πορείας της εξέλιξης της έμβυας ύλης πάνω στη Γη. Ο Δαρβίνος σε επιστολή του με ημερομηνία 27 Δεκεμβρίου 1871, αναφέρεται στον Χέκελ λέγοντας, «….Θα συνεχίσω να εργάζομαι για όσο χρόνο μπορώ, αλλά όταν σταματήσω υπάρχουν τόσοι πολλοί άνδρες απόλυτα ικανοί να προσφέρουν στο έργο μας και μεταξύ τους σας κατατάσσω στην πρώτη θέση…».

Υποστήριξε τη θεωρία της ετερογονίας, κατά την οποία οι πρώτοι οργανισμοί προήλθαν από την ανόργανη ύλη, όπως και μία θεωρία σύμφωνα με την οποία η οντογένεση, δηλαδή η ανάπτυξη του εμβρύου μέχρι την ολοκλήρωση του οργανισμού, αποτελεί ανακεφαλαίωση της φυλογένεσης, της εξελικτικής δηλαδή ιστορίας του είδους. Ασχολήθηκε με τη συστηματική μελέτη των κατώτερων οργανισμών των πρωτόζωων, των σπογγοειδών και των κοιλεντερωτών. Διατύπωσε την περίφημη «Θεωρία της γαστραίας», η οποία αποτελούσε μετάβαση από τα πρωτόζωα στα μετάζωα. Το 1906 ήταν από τους ιδρυτές κι αργότερα ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος του «Γερμανικού Συνδέσμου Μονιστών», μιας οργανώσεως με περισσότερα από 6.000 μέλη, μεταξύ τους βιολόγοι, θεολόγοι, λογοτέχνες, πολιτικοί και κοινωνιολόγοι, όπως ο νομπελίστας χημικός Βίλιαμ Όστβαλντ, [William Ostwald], και ο ανθρωπολόγος Ότο Άμμον, [Otto Ammon], που δήλωνε ότι, «...ο Δαρβινισμός πρέπει να γίνει η νέα θρησκεία της Γερμανίας».

Αρθρογράφησε μεταξύ των ετών 1890 έως το 1891, σε 21 τεύχη του ελληνικού επιστημονικού περιοδικού «Προμηθεύς» που εκδίδονταν από τον Κωνσταντίνο Μητσόπουλο καθηγητή Γεωλογίας, υπό το γενικό τίτλο «Ιστορία της φυσικής δημιουργίας ή περί της θεωρίας της εξελίξεως», που προκάλεσαν τεράστιες αντιδράσεις στους θεολογικούς κύκλους. Ασχολήθηκε με τη φυλογένεση των ζώων και στο 4ο Διεθνές Συνέδριο Ζωολογίας, στο Κέιμπριτζ της Αγγλίας το 1898, ανέπτυξε τη θεωρία του για την καταγωγή του ανθρώπου, η οποία ταυτιζόταν με αυτήν του Καρόλου Δαρβίνου. Υποστήριζε ότι το είδος «Homo erectus», που ο ίδιος είχε ονομάσει «Pithecanthropus alalus», ήταν ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των πρωτόγονων ανθρώπων και των ανθρωποειδών πιθήκων. Πρώτος αυτός χρησιμοποίησε τον όρο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, όταν λίγο καιρό μετά την έκρηξη του έγραψε, «...Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία από την πορεία και το χαρακτήρα του «ευρωπαϊκού πολέμου» ότι αυτός θα γίνει ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, με την πλήρη έννοια της λέξεως..».

Διακρίσεις

Ήταν μέλος σε περισσότερες από 90 επιστημονικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης και της Αμερικανικής Φιλοσοφικής Εταιρείας το 1885, στην Ακαδημία της Ρώμης και τις βασιλικές ακαδημίες του Εδιμβούργου, της Μπολόνια και της Σουηδίας. Επιλέχθηκε ως σύμβουλος από το 1873 έως το 1876, του «Challenger Expedition», που ιδρύθηκε από το υπουργείο ναυτιλίας της Αγγλίας και ασχολήθηκε με την εξερεύνηση του θαλασσίου περιβάλλοντος. Τιμήθηκε με μετάλλια και διακρίσεις από τη «Linnean Society of London» το 1894 και το 1900 από τη «Royal Society» του Λονδίνου με το «Darwin Medal». Το όνομα του έχει δοθεί στο όρος «Χέκελ» στις Η.Π.Α. στην ανατολική Σιέρρα Νεβάδα με θέα την Λεκάνη της Εξέλιξης, καθώς και στο όρος «Χέκελ» στη Νέα Ζηλανδία, ενώ υπάρχει και ο αστεροειδής «12323 Χέκελ».

Εργογραφία

Το επιστημονικό του έργο είναι τεράστιο και το 1894 που γιόρταζε τα 60α του γενέθλια, περιλάμβανε 42 βιβλία με 13.000 σελίδες, εκτός από τις πολυάριθμες επιστημονικές δημοσιεύσεις κι ανακοινώσεις. Δημοσίευσε το τελευταίο του επιστημονικό έργο με τίτλο

  • «Kristallseelen» το 1917, πριν κλονιστεί η υγεία του.

Ανακάλυψε, περιέγραψε, έδωσε ονόματα σε χιλιάδες νέα είδη και χαρτογράφησε ένα γενεαλογικό δέντρο σχετίζοντας όλες τις μορφές ζωής, ενώ εισήγαγε πολλούς νέους όρους στη βιολογία, όπως φύλο, φυλογένεση και οικολογία.

Το 1866 δημοσίευσε το έργο του

  • «Γενική μορφολογία των οργανισμών», [«Generelle Morphologie der Organismen»], που θεωρείται κλασικό στον τομέα της δαρβινικής βιολογίας, στο οποίο χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο οικολογία.

Η λέξη αναφέρεται ως υποκατάστατο της λέξης βιολογία, και την ορίζει ως την «...επιστήμη της οικονομίας, του τρόπου ζωής, των ζωτικών εξωτερικών σχέσεων των οργανισμών...», ενώ στο δεύτερο τόμο του έργου αναφέρεται ότι, «…με τη λέξη οικολογία υπονοούμε το σύνολο της επιστήμης των σχέσεων των οργανισμών με το περιβάλλον, που περιλαμβάνει, με την ευρεία έννοια, όλες τις συνθήκες ζωής..».

Άλλα έργα του είναι:

  • «Ιστορία της δημιουργίας των όντων οργανωμένων κατά τους φυσικούς νόμους»,
  • «Η ανθρωπογένεση ή η ιστορία της ανθρώπινης εξελίξεως» το 1874.

Στα ελληνικά έχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία του.

  • «Ο Μονισμός: ομολογία πίστεως ενός φυσιοδίφου», το 1892 στη Γερμανία και το 1925 σε μετάφραση Α. Φαρμακόπουλου από τις εκδόσεις «Φέξης».

Στο βιβλίο περιλαμβάνεται ο πρώτος ορισμός του όρου οικολογία στα ελληνικά, για την οποία ο μεταφραστής αναφέρει «….υπό το όνομα ...{...}... νοεί ο Haeckel τα ποικίλα φαινόμενα τα εκ των οργανισμών προς το περιβάλλον εκπηγάζοντα και ιδία τας ως τα πολλά σκοπίμους των οργανισμών διαθέσεις, αι οποίαι ουχί εκ της δράσεως υπερφυσικών δυνάμεων αλλά εκ μηχανικών αιτιών, ήτοι εκ της προσαρμογής των οργανισμών προς τους όρους της ζωής, ερμηνεύονται….».

  • «Η καταγωγή του ανθρώπου» το 1898.

Στα έργα εκφράζει τις εξελικτικές φιλοσοφικές απόψεις του. Διακήρυσσε ότι η ύλη χωρίς το πνεύμα όπως και το πνεύμα χωρίς την ύλη είναι αδιανόητα, ενώ περίφημη είναι η φράση του, «Η οντογονία ανακεφαλαιώνει τη φυλογονία», που την ονομάζει «Θεμελιώδη βιογενετικό νόμο». Με τους αγώνες του πέτυχε να στρέψει πολλούς νέους επιστήμονες στο δαρβινισμό, βοήθησε στην ανάπτυξη της ελεύθερης σκέψης, στην επιστήμη και στην πρόοδο της πειραματικής βιολογίας. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της εξέλιξης του 19ου αιώνα.

Γκραβούρες

Άρχισε την καλλιτεχνική του πορεία σχεδιάζοντας χριστουγεννιάτικες κάρτες [1] και το έργο του

  • «Kunstformen der Nature», [«Καλλιτεχνικές μορφές της Φύσης»], ήταν αρχικά ένα άλμπουμ με γιορτινά σχέδια.

Το βιβλίο που περιλαμβάνει λιθογραφικές και αυτοτυπικές γκραβούρες, εκδόθηκε σε ομάδες των δέκα, αρχίζοντας από το 1899, ενώ το 1904 τυπώθηκε ολοκληρωμένο. Σ' αυτό παρουσιάζονται 100 γκραβούρες διάφορων οργανισμών, πολλοί απ' αυτούς περιγράφηκαν για πρώτη φορά από τον ίδιο. Στη διάρκεια του επιστημονικού του έργου παρουσίασε περισσότερες από 1.000 γκραβούρες βασισμένες στα σκίτσα και τα χρώματά του, οι καλλίτερες από τις οποίες επιλέχθηκαν και τυπώθηκαν από τον λιθογράφο Άντολφ Γκιλτς, [Adolf Giltsch]. Το έργο επανεκδόθηκε με τίτλο «Visions of Nature: The Art and Science of Ernst Haeckel», από τον Olaf Breidbach, διευθυντή του Μουσείου Χέκελ στην Jena [2].

Φιλοσοφία

Εντάσσεται στο φιλοσοφικό ρεύμα του γερμανικού φυσιοκρατικού υλισμού μαζί με τους Φογκτ, Μπύχνερ, Μόλεσχοτ και άλλους. Θεωρούσε ότι τα πάντα -ακόμη κι ο πολιτισμός- ορίζονται από βιολογικούς παράγοντες, δηλαδή από τα γονίδια, θέση που υιοθέτησε το Γερμανικό οικολογικό κίνημα «Volk». Τα κείμενα και οι διαλέξεις του για τον μονισμό, χρησιμοποιήθηκαν ως επιστημονική αιτιολόγηση από τους ιδεολογικούς υπεύθυνους του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος μετά το 1930, στη Γερμανία, οι οποίοι χρησιμοποίησαν αποσπάσματα από τα έργα του κι επιχειρήματα για το ρατσισμό και τον κοινωνικό Δαρβινισμό. Επιχείρησε να εφαρμόσει τη θεωρία της εξελίξεως στα προβλήματα της φιλοσοφίας και της θρησκείας, προβάλλοντας την ουσιώδη ενότητα του υλικού και πνευματικού κόσμου, με τη θεωρία του μονισμού, ενώ πίστευε ότι η ψυχολογία είναι κλάδος της φυσιολογίας και αρνιόταν την αθανασία της ψυχής, την ελευθερία της βουλήσεως και την ύπαρξη του Θεού.

Σύμφωνα με τη φιλοσοφία του, οι άνθρωποι είναι ανεπτυγμένα ζώα και δεν έχουν ψυχή, ενώ κάθε διεργασία της ψυχής ακολουθεί τους νόμους της επιβιώσεως του ισχυρότερου, που ισχύουν στην επιβίωση κάθε βιολογικού οργανισμού. Ο Χέκελ επηρεάστηκε από τη φιλοσοφία του Φρειδερίκου Νίτσε, που δήλωνε ότι ο Θεός είναι νεκρός και ο άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να ανασύρει από μέσα του τον υπεράνθρωπο, [Ubermensch], για να δικαιώσει την πορεία της ανθρώπινης φυλής, εννοώντας την ανθρώπινη ύπαρξη που θα απέρριπτε την «ηθική του κοπαδιού» και θα γινόταν «ένας Καίσαρας με ψυχή Χριστού».

Έγραψε τα φιλοσοφικά έργα

  • «Die Welträtsel», [«Το αίνιγμα του κόσμου»],
  • «Freie Wissenschaft und freie Lehre», [«Ελευθερία στην Επιστήμη και την Διδασκαλία»],

με τα οποία υποστήριξε τη θεωρία της εξελίξεως.

Το τέλος

Ήταν ένθερμος εθνικιστής με πίστη ότι η Γερμανία επρόκειτο να διαδραματίσει ρόλο στη διαδρομή της ιστορίας, ενώ πριν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν και ένθερμος οπαδός της γερμανικής υπεροχής. Το 1918 έγινε μέλος της «Thule Gesellschaft», που ορισμένα από τα μέλη της εντάχθηκαν αργότερα στο Γερμανικό Εργατικό κόμμα, το πρόδρομο κόμμα του Εθνικισοσιαλιστικού Κόμματος. Συνταξιοδοτήθηκε το 1909 και αποσύρθηκε από την έδρα του στο Πανεπιστήμιο της Ιένας, ενώ ένα χρόνο αργότερα το 1910, έπαψε να συμμετέχει ενεργά στη δραστηριότητα της Εκκλησίας των Ευαγγελιστών. Το 1918, και αφού είχε επέλθει ο θάνατος της δεύτερης συζύγου του, πούλησε την έπαυλη «Villa Medusa» στην Ιένα, την οικογενειακή του κατοικία, στο ίδρυμα «Carl Zeiss», που έκτοτε έχει μετατραπεί σε ιστορικό μουσείο αφιερωμένο στη θεωρία της εξελίξεως.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. A Very Haeckel Christmas
  2. Οράματα της Φύσης Εφημερίδα «Το Βήμα», 3 Ιουνίου 2007