Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, δημοσιογράφος, συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας και διδακτικών βιβλίων, νομάρχης βενιζελικών κυβερνήσεων, ένας από τους σημαντικούς εκπροσώπους των νεοελληνικών γραμμάτων, με πλούσιο και ευρύ έργο που τον χαρακτήρισαν «πρίγκιπα του νεοελληνικού λόγου», αισθητικός της τέχνης και ακαδημαϊκός [1], φανατικός υποστηρικτής του Ελευθερίου Βενιζέλου και υποστηρικτής της δημοτικής γλώσσας που υπηρέτησε ως διευθυντής της Εθνική πινακοθήκης, γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1887 στο Καρπενήσι [2], του νομού Ευρυτανίας και πέθανε την 1η Φεβρουαρίου 1940 στην Αθήνα, από ανακοπή καρδιάς. Κηδεύτηκε, δημοσία δαπάνη, στις 10:30' το πρωί του Σαββάτου 3 Φεβρουαρίου από τον ναό του Αγίου Γεωργίου Καρύτση και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Παπαντωνίου ήταν άγαμος και δεν απέκτησε απογόνους.

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Βιογραφία

Παππούς του Ζαχαρία ήταν ο Χαρίλαος Παπαντωνίου. Γονείς του ήταν ο δημοδιδάσκαλος Λάμπρος Παπαντωνίου με καταγωγή από το χωριό Γρανίτσα, που τότε ανήκε στο δήμο Απεραντίων του νομού Ευρυτανίας και η Ελένη Ηλιόκαυτου, κόρη του συμβολαιογράφου Καρπενησίου, Ζαχαρία Ηλιόκαυτου. Το 1872 ο πατέρας του Ζαχαρία επέστρεψε στην Ελλάδα από τη νότια Ρωσία όπου υπηρετούσε ως δάσκαλος, προκειμένου ν' αποφύγει μια μεγάλη επιδημία, που είχε ξεσπάσει στην περιοχή και εγκαταστάθηκε στο Καρπενήσι, όπου διέμεναν οι γονείς της συζύγου του. Καθώς δεν υπήρχε κενή θέση δασκάλου στο Καρπενήσι, τοποθετήθηκε στη Γρανίτσα, όπου πήγε με τη σύζυγο του και τον πρωτότοκο γιο τους, Χαρίλαο. Το 1881 όταν ο Λάμπρος Παπαντωνίου υπηρετούσε στη Γρανίτσα ανακηρύχθηκε «Άγιος ο Νεομάρτυς Μιχαήλ ο εκ Γρανίτσης» για τον οποίο έγραψε το γνωστό απολυτίκιο του Αγίου «Των Αγράφων τον γόνον και Ελλάδος αγλάισμα....», καθώς και το δοξαστικό των Αίνων τα οποία περιλαμβάνονται στην ακολουθία του Αγίου.

Όταν η Ελένη Ηλιόκαυτου έμεινε έγκυος και λίγο καιρό πριν γεννήσει επέστρεψε στο Καρπενήσι στην οικογένεια της αλλά και για να βρίσκεται κοντά σε γιατρούς. Ο Ζαχαρίας γεννήθηκε στο σπίτι των Γιώργου και Βασίλη Φαρμακίδη ή στο σπίτι του Βα­σί­λη Μπλα­τσή, κατά τον Μιχάλη Σταφυλά [3]. Μετά τον τοκετό η μητέρα με το νεογέννητο Ζαχαρίας επέστρεψαν στη Γρανίτσα όπου στο εκεί μητρώο αρρένων είναι εγγεγραμμένος με αύξοντα αριθμό 1.460. Ο Ζαχαρίας είχε τρία αδέλφια [4], του Χαρίλαο μετέπειτα απόφοιτο της Φιλοσοφικής που ήταν δέκα έτη μεγαλύτερος από τον Ζαχαρία, τον Αθανάσιο δύο έτη μικρότερο από τον Ζαχαρία, και την Σοφία, μετέπειτα απόφοιτη του Αρσακείου που ήταν έξι έτη μικρότερη από τον Αθανάσιο.

Σπουδές

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου τελείωσε τις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου στο Καρπενήσι, συνέχισε στην Άμφισσα και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς το 1890, λόγω των μεταθέσεων του πατέρα του. Γράφηκε, όμως παρακολούθησε ελάχιστα μαθήματα στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την οποία εγκατέλειψε όταν λιποθύμησε στο πρώτο μάθημα της ανατομίας. Το 1904 υπήρξε ένα από τα πρώτα μέλη της εταιρείας «Η Εθνική Γλώσσα» (μαζί με τους Μιλτιάδη Μαλακάση, Λάμπρο Πορφύρα, Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, Ανδρέα Καρκαβίτσα, Ιωάννη Κονδυλάκη), η οποία είχε ως στόχο την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας και ήταν ο συντάκτης του μανιφέστου της με τίτλο «Προς το ελληνικό Έθνος». Σπούδασε, επίσης, ζωγραφική και άφησε πρόχειρα σκίτσα, μερικές προσωπογραφίες σχεδιασμένες με το μολύβι και γελοιογραφίες, ενώ το 1911 έλαβε μέρος σε έκθεση στο Ζάππειο με γελοιογραφίες και άλλα σχέδια.

Δημοσιογραφία

Η πρώτη εμφάνιση του Παπαντωνίου στα γράμματα έγινε με σατιρικούς στίχους τους οποίους είχε γράψει όταν ήταν ακόμη μαθητής και είχαν δημοσιευτεί στο βραχύβιο σατιρικό περιοδικό «Αί Μηχανορραφίαι» με τον Νικόλαο Κουντουριώτη και Ιωάννη Δεληκατερίνη. Ως δημοσιογράφος δημοσίευσε με τα λογοτεχνικά ψευδώνυμα «Αβδηρίτης», «Χάρης Ημερινός», «Ο Άλλος» και «Ο Φωνογράφος». Κατά καιρούς συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη, την ίδια εποχή έπαιξε ως ερασιτέχνης ηθοποιός στο θέατρο «Αθήναιον», «Εφημερίδα των Συζητήσεων», το «Σκριπ», στο οποίο εργάστηκε και ως αρχισυντάκτης γράφοντας πολιτικά άρθρα και χρονογραφήματα, «Το Άστυ», ενώ στο «Ελεύθερο Βήμα» δημοσίευσε κριτικές εικαστικών τεχνών. Την 6η Απριλίου του 1897, η «Πρωία» και το «Σκριπ» είχαν την είδηση της ημέρας. Η πρώτη λόγω των σχέσεων της με τον τότε πρωθυπουργό Θεόδωρο Δηλιγιάννη είχε ειδήσεις από «πρώτο χέρι» και ήταν η εφημερίδα που θα δημοσίευε σε αποκλειστικότητα τη διακοπή των σχέσεων Ελλάδας–Τουρκίας και την κήρυξη του πολέμου. Το «Σκριπτ» τυπώνονταν στο ίδιο τυπογραφείο και νυχτερινός συντάκτης εκείνο το βράδυ ήταν ο Παπαντωνίου, ο οποίος μαζί με τον αρχιεργάτη της «έκλεψαν» την είδηση με τον τρόπο που περιέγραψε ο Παπαντωνίου:

«...Εκεί εις το βάθος, εις δεκαπέντε βημάτων απόστασιν, ενώ ο αρχιεργάτης της Πρωίας, εστοιχειοθέτει μετά φόβου Θεού το πολύτιμον χειρόγραφον, ο αρχιεργάτης του Σκριπτ παρηκολούθει από μακράν τας κινήσεις των χεριών του και από τα κινήσεις αυτάς ...κατόρθωσε ...να «διαβάσει» την είδησιν, που είχε ως εξής: «Αργά, καθ’ ην στιγμήν τίθεται το φύλλον υπό το πιεστήριον, ήλθεν η είδησις ότι η Πύλη, έδωκεν τα σχετικά διαβατήρια εις τον εν Κωνσταντινουπόλει πρεσβευτήν μας κ. Μαυροκορδάτον και τω εκοινοποίησεν την διακοπήν των σχέσεων"». 

Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά «Παναθήναια», «Νουμάς», «Ηγησώ», «Καλλιτέχνης» και «Νέα Ζωή». Στη διάρκεια των ετών 1908 έως 1911 ήταν ανταποκριτής στο Παρίσι της εφημερίδας «Ταχυδρόμος» του Αριστείδη Κυριακού, η οποία διέκοψε την έκδοσή της και στερήθηκε τη μισθοδοσία του, ενώ εγκλωβίστηκε στη Γαλλική πρωτεύουσα αναζητώντας την επόμενη επαγγελματική του στέγη. Με τη βοήθεια του Σωτήρη Σκίπη, προσλήφθηκε στην εφημερίδα «Εμπρός» του Δη­μη­τρίου Οικονόμου Κα­λα­πο­θά­κη, ως τακτικός χρονογράφος και δη­μο­σίευ­σε τα πε­ρί­φη­μα «Πα­ρι­σι­νά γράμ­μα­τα». Σε άρθρο του στις 4 Ιουνίου 1917, παρουσίαζε [5] ως καθήκον κάθε γνήσιου Έλληνα πατριώτη τη «...συστηματικήν αγρίαν και αποτελεσματικήν καταδίωξίν» του ρεμπέτικου τραγουδιού, για τη μετάδοση του οποίου θεωρούσε υπεύθυνα «τα λαϊκά θεατρίδια-μεταξύ των οποίων ο φρικαλέος Καραγκιόζης, ο έρως των Ελλήνων», ενώ πρότεινε απαγόρευση κάθε εισαγωγής ήχου από τη Σμύρνη, και χαρακτήριζε το ζήτημα «δημοσίας ασφάλειας».

Δημόσια Διοίκηση

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, εγκατέλειψε τη δημοσιογραφία και ασχολήθηκε με τη Δημόσια Διοίκηση, όταν μέσω του Στέφανου Γρανίτσα βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας, μέρος της οποίας αποτελούσε και η Ευρυτανία, γνωρίστηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Έκτοτε και μέχρι το 1917 διορίστηκε Νομάρχης Ζακύνθου, αργότερα Κυκλάδων στη Σύρα, όπου οργάνωσε εργατικό σωματείο, Καλαμάτας και Λακωνίας. Ως νομάρχης Λακωνίας διώχθηκε ποινικά για παράβαση καθήκοντος, διότι αρνήθηκε να υπογράψει τον αφορισμό του Βενιζέλου από τους ιερωμένους και τέθηκε εκτός υπηρεσίας, συμβάν για το οποίο έγραψε «Ετιμήθηκα με τον Αργυρούν Σταυρόν Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος και με την καταδίωξη του Εφετείου Ναυπλίου».

Το 1918 διορίστηκε Διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, και αργότερα πρόεδρος του μόνιμου πενταμελούς καλλιτεχνικού συμβουλίου της, θέση που διατήρησε μέχρι τον θάνατό του. Ταξινόμησε και εμπλούτισε τις συλλογές της με έργα των Κωνσταντίνου Μα­λέα, Κωνσταντίνου Παρ­θέ­νη, Δημητρίου Γα­λά­νη και του πρώ­του της διευ­θυ­ντή, του ζω­γρά­φου Γιώρ­γου Ια­κω­βί­δη. Αγόρασε το μοναδικό ιδιόχειρο έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου «Η Συναυλία των Αγγέλων» το 1931, με το ποσό των 5.000.000 δραχμών που απέσπασε από τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Ως Διευθυντής της Πινακοθήκης, είπε «...πώς είναι δυνατόν να ανακηρύξω επίσημα και με την υπογραφή μου όλους τους ζωγράφους και οπαδούς των εικαστικών τεχνών, μεγάλους άνδρες και δημιουργούς. Προτιμώ, οπωσδήποτε, να τους έχω εχθρούς μου». Το 1922 διορίστηκε καθηγητής της Αισθητικής και Ιστορίας της Τέχνης στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου, θέση την οποία διατήρησε έως το 1938, που εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Πρότεινε τη σύσταση «Συμβουλίου Δημόσιας Καλαισθησίας» και αγω­νί­στη­κε ως σχο­λιο­γρά­φος αλ­λά στη συνέχεια και ως Ακα­δη­μαϊκός, να δια­σώ­σει τις συ­νοι­κίες από την τσιμεντοποίηση και τα βουνά της Αττικής από τη λα­τό­μη­ση. Οραματίστηκε τον ε­νιαίο αρ­χαιο­λο­γι­κό χώ­ρο της Ακρό­πο­λεως και πρότεινε να υπάρχει ό­ριο στο ύ­ψος των κατασκευών, κα­τάρ­γη­ση της με­σο­τοι­χίας και ύ­παρ­ξη αυ­λής.

Λογοτεχνική δράση

Το 2001 στη διατριβή της [6] η Φωτεινή Κεραμάρη, επιχείρησε τη βι­βλιο­γρά­φιση του έρ­γου του, το οποίο βρήκε ότι αποτελείται από 3.276 λήμ­μα­τα. Κάλυψε η ερευνήτρια τις ε­φη­με­ρί­δες, στις ο­ποίες ερ­γά­στη­κε ως δη­μο­σιο­γρά­φος, α­πό 16 έως 34 ετών, επίσης ε­κεί­νες στις ο­ποίες δη­μο­σίευσε αργότερα σε σταθερή βά­ση, κα­θώς και κάποια πε­ριο­δι­κά, δίχως τα επαρχιακά έ­ντυ­πα και του Πα­ρι­σιού. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του παραμένει ανέκδοτο και διάσπαρτο.

Παρουσιάστηκε στη λογοτεχνία τα μαθητικά του χρόνια, με το σατιρικό στιχούργημα «Αι μηχανορραφίαι» και με το διήγημά του «Ο Ψωμάς» που με εισήγηση του Γρηγορίου Ξενόπουλου συμπεριλήφθηκε τον Απρίλιο 1895, στην «Εικονογραφημένη Εστία» και το τελευταίο του «Η κοπέλλα στο παράθυρο», δημοσιεύθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 1938, στο «Ελεύθερον Βήμα». Ως πεζογράφος, θεωρείται μεταξύ των αρίστων, χαρακτηριστικά του υπήρξαν η πρωτοτυπία, η σαφήνεια, η πυκνότητα και η γραφικότητα. Γλώσσα του, με μικρές εξαιρέσεις, υπήρξε η απλή αστική καθομιλουμένη με στοιχεία καθαρεύουσας, στα χρονογραφήματά του. Ως διηγηματογράφος χρησιμοποιεί τη δημοτική. Το περιεχόμενο των διηγημάτων του είναι ποικίλο, οι τύποι του παρμένοι από την αστική επαρχιακή ζωή. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα, η φυσιολατρία.

Η ποίησή του ως προς τη στιχουργία χαρακτηρίζεται από ευχέρεια, επιμέλεια και μετρική ποικιλία. Ως προς τη μορφή είναι γραφική, ως προς το περιεχόμενο απαισιόδοξη. Ως σχολικός ποιητής και συγγραφέας, είναι ενθουσιώδης οπαδός της συναισθηματικής αγωγής. Από ηθική άποψη οπαδός των ομαδικών ιδεωδών. Ενδεικτική είναι η γνώμη του Γρηγορίου Ξενοπούλου, ο οποίος το 1928, κρίνοντας το έργο του τα «Διηγήματα» έγραψε «Όλοι σχεδόν οι ήρωές του ανέρχονται εις περιωπήν συμβόλων. Τα διηγήματα αυτά έχουν χρώμα, άλλ’ έχουν και ορίζοντα, ατμόσφαιραν, βάθος, ψυχήν, πνοήν. Είναι μία τέχνη ανωτέρα».

Διηγήματα

  • «Ο Ψωμάς»,
  • «Διηγήματα», [το 1927, αφιερωμένα στον πατέρα του],
  • «Η Θυσία»,
  • «Βυζαντινός όρθρος», το 1936,
  • «Διηγήματα», [κυκλοφόρησαν σε τόμο, ο οποίος περιλαμβάνει αναδημοσίευση των τριών πρώτων του συλλογών].

Χρονογραφήματα

  • «Παρισινά Γράμματα», [το 1956, περιλαμβάνει 40 από τα χρονογραφήματα, που έστειλε από το Παρίσι],
  • «Αλήθεια είναι εκείνο που δεν πρέπει να λέγεται», [το Δεκέμβριο του 2010, , περιλαμβάνει 90 επιπλέον από τα χρονογραφήματα, που έστειλε από το Παρίσι. Κυκλοφόρησε με πρόλογο και επιμέλεια του μικρανεψιού του Νίκου Ζωρογιαννίδη.]

Ταξιδιωτικά

  • «Άγιον Όρος», [7] [το 1934, Αθήνα, Εκδόσεις «Εστία»],
  • «Όθων και η Ρωμαντική Δυναστεία Λουδοβίκος Α΄–Όθων–Λουδοβίκος Β΄», το 1934,
  • «Ταξίδια», το 1954.

Κριτική τέχνης

Ιδιαίτερα σημαντικό το κριτικό έργο του Παπαντωνίου αναφέρεται σε λογοτεχνικά θέματα, κυρίως όμως στις εικαστικές τέχνες, και υποδηλώνει τον ευσυνείδητο μελετητή των έργων που εξετάζονται, αλλά και το ήθος, με το οποίο αντιμετωπίζει τις προσωπικότητες του λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού κόσμου. Πολλά κριτικά κείμενά του –τα παλαιότερα και σε γλώσσα καθαρεύουσα– έχουν επικαιρικό χαρακτήρα, αλλά δεν λείπουν και ειδικότερες αναλύσεις έργων τέχνης. Μια επιλογή τους δημοσιεύθηκε από τον εθνικιστή καθηγητή Φαίδωνα Κ. Μπουμπουλίδη.

  • «Κριτικά», το 1957 και
  • «Σχεδιάσματα», το 1957.

Ποίηση

Ποιήματα του μελοποιήθηκαν [8] και έγιναν τραγούδια, τα οποία ερμήνευσαν σημαντικοί Έλληνες καλλιτέχνες.

  • «Πολεμικά τραγούδια», το 1898, ποιήματα εμπνευσμένα από τον άτυχο Ελληνοτουρικό πόλεμο του προηγούμενου χρόνου,
  • «Τα Χελιδόνια», [το 1920, μελοποιημένα από τον εθνικιστή συνθέτη Γεώργιο Λαμπελέτ, εκδόθηκαν ένα χρόνο μετά την αυτοκτονία του αδερφού του Θανάση στον οποίο είναι αφιερωμένα] και ο Άριστος Καμπάνης, εθνικιστής διανοούμενος, δημοσιογράφος, κριτικός και ιστορικός λογοτεχνίας, επισημαίνει ότι, «..Τα παιδικά τραγούδια του είναι από τ' αξιοσημείωτα της παιδευτικής μας λογοτεχνίας..».
  • «Πεζοί ρυθμοί», το 1922,
  • «Τα Θεία Δώρα», το 1931.

Σχολικά εγχειρίδια

Μαζί με το Γεώργιο Βιζυηνό και τον Αλέξανδρο Πάλλη πρόσφερε πάρα πολλά στη σχολική λογοτεχνία.

Έγραψε τα σχολικά βιβλία

  • «Τα ψηλά βουνά», το 1918, «αυτό το αριστουργηματάκι», όπως το χαρακτήριζε [9], στις 4 Μαρτίου 1919, ο δάσκαλος στο Κεφαλόβρυσο Τριχωνίου, Δημήτρης Λουκόπουλος, σε επιστολή του προς τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη.

Η ανάθεση από την επιτροπή σύνταξης διδακτικών βιβλίων ενός πρότυπου αναγνωστικού βιβλίου για την Γ΄ δημοτικού, τον οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου, το οποίο υπήρξε σταθμός για τους μετέπειτα σχολικούς συγγραφείς. Η πρώτη έκδοση έγινε το 1918 από το Εθνικό Τυπογραφείο, με εικονογράφηση Π. Ρούμπου. Η διδασκαλία του διακόπηκε το 1921, όμως το 1923 το επανέφερε η κυβέρνηση Βενιζέλου στη Μέση Εκπαίδευση και διδάχτηκε για έξι χρόνια, ενώ το 1934 υποβλήθηκε προς έγκριση και απορρίφθηκε. Ξαναγύρισε ως διδακτέα ύλη το 1965, όταν ήταν Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας ο Ευάγγελος Παπανούτσος, καθώς και το 1975, ως Αναγνωστικό της Γ΄ τάξης του Δημοτικού.

  • το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο», το 1919.

Η συντακτική επιτροπή του βιβλίου αποτελούνταν από το Ζαχαρία Παπαντωνίου και τους Δημοσθένη Ανδρεάδη, Αλέξανδρο Δελμούζο, Παύλο Νιρβάνα, Μανόλη Τριανταφυλλίδη και Κωνσταντίνο Μαλέα, ο οποίος έκανε την εικονογράφηση. Το 1921, η «Επιτροπεία η διορισθείσα προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχολείων», με επικεφαλής το γενικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας Σ. Σακελλαρόπουλο και τον καθηγητή Πανεπιστημίου Α. Σκιά, έκρινε ότι τα «Ψηλά βουνά» και το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο» πρέπει, «να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι ως έργα ψεύδους και κακόβουλου προθέσεως».

Ο Τριανταφυλλίδης αντέδρασε εκδίδοντας το βιβλίο «Πριν καούν», και χαρακτήρισε την έκθεση «κατώτερη κάθε κριτικής και θλιβερό μνημείο της νεοελληνικής σκέψης και επιστήμης».

  • «Νεοελληνικά αναγνώσματα», [το 1924, για την Α' Τάξη των Γυμνασίων].

Θεατρικά

  • «Ο Όρκος του Πεθαμένου», μια ελεύθερη διασκευή του δημοτικού «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού», το οποίο παρουσιάστηκε το 1929 από το θέατρο Κοτοπούλη, είναι αφιερωμένο στον αδερφό του Θανάση.

Διακρίσεις

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου τιμήθηκε:

  • Αριστείο των Γραμμάτων και Τεχνών, το 1923,
  • Έπα­θλο Βι­κέ­λα, το 1927, για τα διη­γή­μα­τά του.

Εκλέχθηκε μέλος

  • της Ακαδημίας Αθηνών το 1938, της Τά­ξης Γραμ­μά­των και Τε­χνών, στην έδρα της Λογοτεχνίας, όμως κατά της εκλογής του κατατέθηκε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η οποία δεν ευδοκίμησε. Εισαγωγικό του θέμα στην πρώτη του ακαδημαϊκή παρουσία, ήταν ο ζωγράφος «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος» και ο λόγος του αποτέλεσε ιστορικό γεγονός, διότι ήταν γραμμένος και εκφωνήθηκε στη Δημοτική γλώσσα.

Το έτος 2010 αφιερώθηκε [10] στη μνήμη του και ονομάστηκε «Έτος Ζαχαρία Παπαντωνίου», με πρωτοβουλία του συλλόγου «Πανευρυτανική Ένωση». Στα πλαίσια των εκδηλώσεων ευπρεπίστηκε ο τάφος του στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών και τοποθετήθηκε αντίγραφο της προτομή του, η οποία βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη και είναι έργο του του γλύπτη Κώστα Δημητριάδη.

Το τέλος του

Ο Παπαντωνίου εξέπνευσε λίγο μετά τις 17:00' το απόγευμα της 1ης Φεβρουαρίου 1940 μέ­σα στο τρα­μ Πατησίων-Ομονοίας [11], πη­γαί­νο­ντας σε συ­νε­δρίαση της Ακα­δη­μίας Αθη­νών «...τας συ­νε­δρίας της Ολο­με­λείας και της Τά­ξεως σπα­νιώ­τα­τα α­που­σία­ζε, προ­σήρ­χε­το δε σχε­δόν κα­τά κα­νό­να ο­λί­γον με­τά την αρ­χή της συ­νε­δρίας και ε­λάμ­βα­νε θέ­σιν εις τα πρώ­τα πλά­για κα­θί­σμα­τα...», σύμ­φω­να με τον επίσης ακαδημαϊκό Σω­κρά­τη Κου­γέα. Εκ μέρους της Ακαδημίας Αθηνών, επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Ήταν άγαμος και δίχως κληρονόμους, όπως και όλα τα αδέλφια του [12], καθώς αποδέχθηκε την αντίρρηση της μητέρας του να παντρευτεί μια κοπέλα από την Κωνσταντινούπολη. Η προ­το­μή του, κατασκευασμένη με βάση το εκμαγείο που έλαβε αμέσως μετά τον θάνατο του Παπαντωνίου ο γλύπτης Δημητριάδης, έχει στηθεί στον τόπο της καταγωγής του, το χω­ριό Γρα­νί­τσα Ευ­ρυ­τα­νίας.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βιβλιογραφία

  • [Αλήθεια είναι εκείνο που δεν πρέπει να λέγεται-90 Παρισινά Γράμματα, Ζαχαρίας Παπαντωνίου», [Επιμέλεια-Πρόλογος-Εισαγωγή Νίκος Ζωρογιαννίδης]]
  • [«Ζα­χα­ρίας Πα­πα­ντω­νίου. Τα θεία δώ­ρα των ε­μπνεύ­σεών του», [Μιχάλης Σταφυλάς, έκδοση Το­πι­κής Ένω­σης Δή­μων και Κοι­νο­τή­των Ευ­ρυ­τα­νίας]]
  • [«Ο Ζα­χα­ρίας Πα­πα­ντω­νίου ως πε­ζο­γρά­φος», [Φω­τει­νή Κε­ρα­μά­ρη, εκδόσεις «Εστίας»]]

Παραπομπές

  1. [Τακτικά μέλη (2ης Τάξης) Ακαδημίας Αθηνών Ακαδημία Αθηνών]
  2. [«Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940). Ο άνθρωπος, ο λογοτέχνης, ο δημόσιος λειτουργός. Μια διαδρομή από τα ψηλά βουνά της Ευρυτανίας στην Ακαδημία Αθηνών» Μανικάρου Μεταξούλα, δρ. Νεοελληνικής Φιλολογίας]
  3. [«Ζα­χα­ρίας Πα­πα­ντω­νίου. Τα θεία δώ­ρα των ε­μπνεύ­σεών του» έκδοση Το­πι­κής Ένω­σης Δή­μων και Κοι­νο­τή­των Ευ­ρυ­τα­νίας, Μιχάλης Σταφυλάς]
  4. [O Χαρίλαος που γεννήθηκε το 1867 και πήρε το όνομα του παππού του από την πλευρά του πατέρα του, κυκλοφορούσε με απεριποίητη εμφάνιση, σχεδόν ρακένδυτος, και πέθανε το 1932, από πνευμονία. Ο Αθανάσιος, που γεννήθηκε το 1877, αυτοκτόνησε το 1919 στα 39 του χρόνια όταν κρεμάστηκε από το ταβάνι με σεντόνι, ενώ η αδελφή του Σοφία, δύστροπη στο χαρακτήρα, που έκανε μαρτυρική τη ζωή του Ζαχαρία, γεννήθηκε το 1887 και πέθανε το 1963, λίγα χρόνια μετά το θάνατο της μητέρας τους.]
  5. [Η λογοκρισία στο ρεμπέτικο τραγούδι]
  6. [«Ο Ζα­χα­ρίας Πα­πα­ντω­νίου ως πε­ζο­γρά­φος», έκ­δο­της «Εστία»] Φω­τει­νή Κε­ρα­μά­ρη]
  7. [Η Ζωή του Μεγάλου Μοναστηριού]
  8. [Ζαχαρίας Παπαντωνίου (Στιχουργός)]
  9. [Ο Ευρυτάν Ζαχαρίας Παπαντωνίου Εφημερίδα «Το Βήμα»]
  10. [Οι Ευρυτάνες τίμησαν το Ζαχαρία Παπαντωνίου Agrafiotis.gr]
  11. [Ζαχαρίας Παπαντωνίου: Οι τελευταίες στιγμές και το αντίο του Γρηγόριου Ξενόπουλου in.gr, Γιάννης Θ. Διαμαντής, 1η Φεβρουαρίου 2021, 09:30]
  12. [Τραγική ήταν η μοίρα των μελών της οικογένειας Παπαντωνίου. Ο πατέρας του πέθανε το 1917, ο αδερφός του Χαρίλαος που γεννήθηκε το 1867, κυκλοφορούσε με απεριποίητη εμφάνιση, σχεδόν ρακένδυτος, και πέθανε το 1932, από πνευμονία. Ο Θανάσης, ο οποίος γεννήθηκε το 1877, αυτοκτόνησε το 1919 στα 39 του χρόνια, όταν κρεμάστηκε από το ταβάνι με σεντόνι, ενώ η αδελφή του Σοφία, δύστροπη στο χαρακτήρα, που του έκανε τη ζωή μαρτυρική, γεννήθηκε το 1887 πέθανε το 1963, λίγα χρόνια μετά το θάνατο της μητέρας τους.]