Θεόδωρος Αρεταίος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Θεόδωρος Αρεταίος, το πραγματικό του όνομα ήταν Θεόδωρος Κωνσταντινίδης, Έλληνας κορυφαίος γιατρός χειρουργός, καθηγητής της Χειρουργικής που διατέλεσε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας ιατρικών συγγραμμάτων και Εθνικός ευεργέτης, γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου 1829 στο Ναύπλιο και πέθανε στις 24 Μαρτίου 1893 στην Αθήνα. Κηδεύτηκε στις 25 Μαρτίου 1893 [1] στο Α΄νεκροταφείο στην Αθήνα, σε καθεστώς εθνικού πένθους. Στην τελετή εκφώνησε τον επικήδειο ο Σπυρίδων Μαγγίνας, καθηγητής χειρουργικής και επιτάφιους λόγους εκφώνησαν ο Κωνσταντίνος Λάμπρος και ο Τιμολέων Φιλήμων.

Ήταν παντρεμένος με την Ελένη Αρεταίου και δεν απέκτησαν κληρονόμους.

Θεόδωρος Αρεταίος

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογενείας του ήταν από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας, και ο αρχιτέκτονας πατέρας του εγκαταστάθηκε αρχικά στο Ναύπλιο, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος, όπου ο Θεόδωρος ολοκλήρωσε την εγκύκλιο εκπαίδευση και στη συνέχεια στην Αθήνα, όπου πέθανε, όταν ο Θεόδωρος ήταν σε νεαρή ηλικία, και άφησε μια ελάχιστη περιουσία. Ο Θεόδωρος έζησε τα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια στο δίπατο πατρικό του σπίτι στη συμβολή των σημερινών οδών Κολοκοτρώνη 25 & Λέκκα στο οποίο κατοικούσε ως ένοικος και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, μετά την εγκατάσταση του στην Αθήνα. Στις 28 Οκτωβρίου 1848 ο Θεόδωρος Αρεταίος γράφηκε στην Ιατρική Σχολή στην Αθήνα, δίχως να ολοκληρώσει τις σπουδές του τις οποίες συνέχισε με τη βοήθεια του Βασιλέως Όθωνα και ολοκλήρωσε το 1853 στο Βερολίνο, όπου αναγορεύτηκε διδάκτορας της Ιατρικής. Τα επόμενα τρία χρόνια εργάστηκε σε νοσοκομεία στο Βερολίνο, στη Βιέννη και στο Παρίσι και ειδικεύτηκε στη χειρουργική, ενώ το 1856 επέστρεψε στην Αθήνα. Επέλεξε για τον εαυτό του το επώνυμο «Αρεταίος», το οποίο άλλαξε με βασιλικό διάταγμα, για να τιμήσει τον ομώνυμο σπουδαίο Έλληνα γιατρό του 2ου π.Χ. αιώνα.

Η επιστροφή του συνέπεσε με την ίδρυση της Αστυκλινικής, στην οποία ανέλαβε διευθυντής ο καθηγητής Δημήτριος Ορφανίδης, που στις 7 Σεπτεμβρίου 1857, τον διόρισε προϊστάμενο του χειρουργικού τμήματος. Στις 22 Νοεμβρίου 1863 εκλέχθηκε υφηγητής της Εγχειρητικής και Επιδεσμολογίας και στις 4 Φεβρουαρίου διορίστηκε έκτακτος καθηγητής, ενώ στις 15 Οκτωβρίου 1870 εκλέχτηκε τακτικός καθηγητής χειρουργικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπέρ της εκλογής του εισηγήθηκαν θερμά στον υπουργό Παιδείας οι αρμόδιοι της εφημερίδας «Φοιτητής», που δημοσίευσαν επιστολή δέκα φοιτητών της Σχολής που ζητούσαν από τον υπουργό, εξ ονόματος όλων των συναδέλφων τους, να ανταμείψει «...τον ζήλον και την επιμέλειαν..» του Αρεταίου [2] και να τον επιλέξει στη θέση του καθηγητού της Ιατρικής Ιωάννη Ολύμπιου, που είχε πεθάνει πρόσφατα.

Ως υφηγητής της Ιατρικής αναφέρεται μεταξύ εκείνων που είχαν στενές σχέσεις με το κίνημα του 1862 και την Προσωρινή Κυβέρνηση που προέκυψε από αυτό, ενώ περιλαμβάνονταν και μεταξύ των μελών της Στρατιωτικής Φάλαγγας που συστάθηκε με τη χρηματοδότηση του Πανεπιστημίου καθώς και με εισφορές Ελλήνων ομογενών και εξοπλίστηκε με όπλα, στολές, εθνόσημα, ενώ κατασκευάστηκε και στρατώνας. Επικεφαλής των λόχων της ήταν καθηγητές του Πανεπιστημίου, ενώ το 1863 υπολοχαγοί και ανθυπολοχαγοί ήταν καθηγητές, υφηγητές αλλά και φοιτητές [3]. Το 1864, ανακοίνωσε την πρώτη επιτυχή τραχειοτομία στη νεώτερη Ελλάδα σε παιδί με υμενογόνο διφθερίτιδα. Ήταν διευθυντής της χειρουργικής κλινικής στο νοσοκομείο «Ελπίς», θέση που διατήρησε έως το θάνατό του, ενώ ήταν μέλος του Ιατροσυνεδρίου. Το ακαδημαϊκό έτος 1873-74 διατέλεσε κοσμήτορας και το έτος 1879-80 ήταν πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ για δέκα ακαδημαϊκές περιόδους, από τις οποίες οι έξι συνεχόμενες, διατέλεσε μέλος της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου και το όνομά του περιλαμβάνεται μεταξύ των αθλοθετών της Ακαδημίας Αθηνών [4]. Το πορτραίτο του είναι έργο του ζωγράφου Γιώργου Ιακωβίδη.

Εργογραφία

Ήταν μέλος πολλών Ιατρικών Εταιρειών καθώς και φιλολογικών σωματείων. Τα έτη 1860 και 1861 ήταν ο εκδότης και διευθυντής για μικρό χρονικό διάστημα, της ιατρικής εφημερίδος «Ασκληπιός», οργάνου της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών και δημοσίευσε πλήθος ιατρικών εργασιών, όπως:

  • «Έκθεσις του κατά την 9ην Φεβρουαρίου 1858 εν Κορίνθω και τοις πέριξ συμβάντος σεισμού και των συνεπειών αυτού», το 1858,
  • «Περί της ηλεκτροκαυστικής εφηρμοσμένης εις χειρουργικάς επεμβάσεις»,
  • «Η χειρουργία παρ Έλλησιν»,
  • «Ίσχαιμος αγωγή», το 1874,
  • «Ανάλεκτα χειρουργικά».

Η διαθήκη του

Η διαθήκη του

Με τη μυστική διαθήκη του που συνέταξε στις 30 Ιουνίου 1892 και δημοσιεύθηκε την 1η Απριλίου 1893, κληροδότησε την πατρική του οικία στους ανεψιούς του, τα παιδιά της αδελφής του, τον πολιτευτή και γερουσιαστή Ηλία Ζέγγελη και τον καθηγητή Πανεπιστημίου Κωνσταντίνο Ζέγγελη, απόγονοι των οποίων διατηρούν την ιδιοκτησία του ακινήτου ως σήμερα. Από κοινού με τη σύζυγό του Ελένη κληροδότησαν όλη την υπόλοιπη περιουσία περιουσία τους, δηλαδή 300.000 δραχμές σε μετρητά, άλλες ιδιόκτητες οικίες, ιατρικά εργαλεία και βιβλιοθήκες που η αξία τους υπολογίστηκε σε 844.865,80 δραχμές, στο Εθνικό Πανεπιστήμιο Αθηνών [5]. Με το κληροδότημα ιδρύθηκε χειρουργικό και γυναικολογικό νοσοκομείο στην Αθήνα, το γνωστό «Αρεταίειο Νοσοκομείο» [6], το οποίο θεμελιώθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1896 και σύμφωνα με την εφημερίδα «Εστία», που αφιέρωσε πρωτοσέλιδο άρθρο, εγκαινιάστηκε το Σάββατο 16 Αυγούστου 1898 [7], και στεγάζει στις μέρες μας, [2013], τρεις κλινικές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον εσωτερικό χώρο του νοσοκομείου υπάρχει ο ναός των Αγίων Θεοδώρων, που κτίστηκε με δωρεά του αδελφού του Γεώργιου Κωνσταντινίδη.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές