Θρασύβουλος Ζαΐμης
Ο Θρασύβουλος Ζαΐμης, Έλληνας πολιτικός που διατέλεσε βουλευτής, υπουργός, πρόεδρος της Βουλής και πρωθυπουργός, γεννήθηκε το 1825 στην Κερπινή της τότε επαρχίας Καλαβρύτων στο νομό Αχαΐας και πέθανε [1] στις 27 Οκτωβρίου 1880 στη Αθήνα από ανακοπή καρδιάς και τάφηκε στην γενέτειρά του.
Παντρεύτηκε με την Ελένη Μουρούζη, με καταγωγή από το Φανάρι της Κωνσταντινούπολης, κόρη του Αλέξανδρου Μουρούζη και απέκτησαν πέντε παιδιά, τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, μετέπειτα πρόεδρο της Βουλής, πρωθυπουργό και πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Παναγιώτη, στρατιωτικό και βουλευτή, σύζυγο της Μαρίας Εμπειρίκου, την Ελένη μετέπειτα σύζυγο Γεωργίου Μπενιζέλου, τον Ανδρέα και τον Ασημάκη, σύζυγο της Λουκίας Νέγρη.
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος |
---|
Έναρξη Θητείας : |
Λήξη θητείας : |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
|
Βιογραφία
Ήταν γιος του Ανδρέα Ζαΐμη, πολιτικού που είχε διατελέσει πρωθυπουργός και κατάγονταν από τη σημαντική οικογένεια των Ζαΐμηδων, που τα μέλη της ήταν κοτζαμπάσηδες και αγωνιστές της Ελληνικής εθνεγερσίας και της Ελένης Δεληγιάννη, κόρης του προεστού των Λαγκαδίων, Ιωάννη Δεληγιάννη. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία και επιστρέφοντας στην Ελλάδα υπηρέτησε στο Δημόσιο, ως στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών. Μετείχε, μαζί με τον Κωνσταντίνο Κανάρη και τον Δημήτριο Γρίβα, στην επιτροπή που ταξίδεψε στη Δανία και πρόσφερε το Στέμμα της Ελλάδας στο Γεώργιο Α΄, ενώ το Μάιο του 1864, ως απεσταλμένος, παρέλαβε τη διοίκηση των Επτανήσων από τον Άγγλο Αρμοστή Χένρυ Στορκς και υπέγραψε πρωτόκολο [2], σύμφωνα με το οποίο στις 21 Μαΐου/2 Ιουνίου στις 12:00 το μεσημέρι, σε όλα τα νησιά ταυτόχρονα θα υψώνονταν η ελληνική σημαία.
Πολιτική δράση
Εκλέχθηκε Βουλευτής
- Καλαβρύτων το 1850 και έκτοτε επανεκλέγονταν συνεχώς έως το 1880 σε δώδεκα διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις.
Εκλέχθηκε Πρόεδρος της Βουλής
- στις 2 Φεβρουαρίου έως τις 25 Οκτωβρίου 1955-55, με 68 ψήφους από τους 70 που ψήφισαν, ενώ βρέθηκαν και δύο λευκά ψηφοδέλτια,
- στις 30 Οκτωβρίου 1860, με 62 ψήφους, αν και ανήκε στις τάξεις της αντιπολίτευσης, επιβλήθηκε του κυβερνητικού υποψηφίου Δημήτριο Καλλιφρονά, έως τις 16 Νοεμβρίου 1860, όταν διαλύθηκε η Βουλή με βασιλικό διάταγμα,
- στις 4 Φεβρουαρίου 1874, με 87 ψήφους έναντι των 72 που συγκέντρωσε ο Ιωάννης Δεληγιάννης, και παρέμεινε έως τις 25 Απριλίου του ίδιοι χρόνου,
- στις 4/17 Οκτωβρίου 1875, [με 131 ψήφους από τους 132 που ψήφισαν και παρέμεινε στο αξίωμα έως τις 18 Μαρτίου 1877].
Υπουργός
Διατέλεσε υπουργός
- Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως το 1859,
- Δημοσίας Εκπαιδεύσεως & Εξωτερικών το 1860, στην κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αθανάσιο Μιαούλη, και παραιτήθηκε όταν διαφώνησε με το βασιλιά Όθωνα, για το βαυαρικό δάνειο και την καθυστέρηση της ψήφισης Οργανισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών,
- Εσωτερικών το 1862, στην κυβέρνηση των Δημήτριου Βούλγαρη, Κωνσταντίνου Κανάρη και Μπενιζέλου Ρούφου, μετά την έξωση του Όθωνα,
- Εξωτερικών το 1864 στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Κανάρη,
- Εξωτερικών το 1865, στην κυβέρνηση του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη,
- Δικαιοσύνης το 1877 στην «οικουμενική» κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Κανάρη, καθώς και στην επόμενη κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 1878, με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο,
Την εποχή της συμμετοχής του στην κυβέρνηση Κουμουνδούρου, την Ελληνική πρωτεύουσα συντάραξαν τα γεγονότα που έγιναν γνωστά ως «Πετσωματικά» [3] και στη διάρκεια τους οι διαδηλωτές λιθοβόλησαν το σπίτι του Ζαΐμη.
- Εσωτερικών και Δικαιοσύνης από τις 21 Οκτωβρίου έως τις 26 Οκτωβρίου 1878, στην πρώτη κοινοβουλευτική κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη.
Πρωθυπουργός
Ανέλαβε πρωθυπουργός
- στις 25 Ιανουαρίου 1869 με την παραίτηση της κυβερνήσεως Δημητρίου Βούλγαρη, μετά την καταστολή της Κρητικής επαναστάσεως του 1866, έως τις 9 Ιουλίου 1870, όταν παρέδωσε στον Επαμεινώνδα Δεληγεώργη, με αφορμή τη σφαγή στο Δήλεσι [4] [5].
Επικράτησε στις εκλογές τον Μάΐο του 1869 και διατήρησε την πρωθυπουργία έως τον Ιούλιο του επόμενου έτους, όταν ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ τον ανάγκασε σε παραίτηση καθώς στη διάρκεια των διακοπών της Βουλής, και λίγο μετά την απαγωγή Άγγλων περιηγητών από τα αδέλφια Αρβανιτάκη και τη συμμορία τους, έγινε γνωστό ότι χρησιμοποιούσαν ως καταφύγιο τα κτήματα του τότε υπουργού Στρατιωτικών Σκαρλάτου Σούτσου στο Τατόι. Ο Σούτσος υπέβαλλε την παραίτηση του και αργότερα τον ίδιο δρόμο ακολούθησε ολόκληρη η κυβέρνηση Ζαΐμη, υπό την πίεση εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων. Στη διάρκεια της θητείας του, ασχολήθηκε με την ανάπτυξη της χώρας, με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, κατασκευάστηκε η σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών-Πειραιώς και πραγματοποιήθηκε η αγορά του πολεμικού πλοίου «Βασίλισσα Όλγα».
- στις 28 Οκτωβρίου 1871, διαδέχθηκε τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, έως τις 25 Δεκεμβρίου 1871 και παρέδωσε στον Δημήτριο Βούλγαρη, καθώς απέτυχε να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Έλαβε βασιλική εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως το 1873 και την κατέθεσε λόγω αδυναμίας, όταν ο Ανδρέας Συγγρός, εκτίναξε τεχνητά την τιμή των μετοχών των Μεταλλείων Λαυρίου και κατέστρεψε οικονομικά χιλιάδες μικροεπενδυτές, οδηγώντας σε παραίτηση την κυβέρνηση Δεληγεώργη.
Παραπομπές
- ↑ Αγγελία θανάτου Θρασύβουλου Ζαΐμη Δελτίον της Εστίας, αριθμός 201, 2 Νοεμβρίου 1880
- ↑ Η ιστορία της Επτανήσου Ευάγγελος Μπατιστάτος, Πανεπιστήμιο Πειραιώς
- ↑ Τα «Πετσωματικά» του 1878 και ο λιθοβολισμός της Κυβέρνησης
- ↑ Σφαγή του Δήλεσι:Οι λησταί στα πρόθυρα των Αθηνών
- ↑ Η σφαγή στο Δήλεσι «Εκπομπές που αγάπησα», Φρέντυ Γερμανός, Ταινιοθήκη τηλεόρασης, Αρχείο ΕΡΤ