Ιωάννης Ράλλης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Ιωάννης Ράλλης, Έλληνας εθνικιστής Μακεδονομάχος, απόγονος ιστορικής βυζαντινής οικογένειας, εθνικός αγωνιστής και πολιτικός, που διατέλεσε βουλευτής, υπουργός και διορισμένος κατοχικός πρωθυπουργός, γεννήθηκε το 1878 και πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1946 στο σπίτι του, σύμφωνα με αφήγηση του γιου του Γεώργιου, [1], στην Αθήνα από καρκίνο του πνεύμονος.

Ήταν παντρεμένος σε πρώτο γάμο με την Ασπασία Μαυρομιχάλη [2], κόρη του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, με την οποία απέκτησαν δύο γιους, τους Δημήτριο και Κυριακούλη Ράλλη, και σε δεύτερο γάμο με τη Ζαΐρα Θεοτόκη, η οποία σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί στις 15 Αυγούστου 1902 με τον Σίδνεϋ Μέρλιν, κόρη του Κερκυραίου πολιτικού και πρωθυπουργού της Ελλάδας Γεωργίου Θεοτόκη, αδελφή του πρωθυπουργού Ιωάννη Θεοτόκη, με την οποία απέκτησαν το Γεώργιο Ράλλη, μετέπειτα πρωθυπουργό, και τη Νίκη Ράλλη. Ο Ιωάννης Ράλλης παντρεύτηκε σε τρίτο γάμο με την Ειρήνη Λατσένκο.

Συνοπτικές πληροφορίες
Ιωάννης Ράλλης
Ιωάννης Ράλλης.jpg
Γέννηση: 1878
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)
Υπηκοότητα: Ελληνική
Σύζυγος: Ασπασία Μαυρομιχάλη (α' γάμος)
Ζαΐρα Θεοτόκη (β' γάμος)
Τέκνα: Δημήτριος, Κυριακούλης (α' γάμος)
Γεώργιος Ράλλης, Νίκη (β' γάμος).
Ασχολία: Εθνικός αγωνιστής, Βουλευτής,
Υπουργός, Πρωθυπουργός
Θάνατος: 26 Οκτωβρίου 1946
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)
Πληροφορίες αξιώματος
- Πρωθυπουργός -
Έναρξη Θητείας : 7 Απριλίου 1943
Λήξη θητείας : 12 Οκτωβρίου 1944
Προκάτοχος
Διάδοχος

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο Δημήτριος Ράλλης, νομικός και πολιτικός που διατέλεσε πέντε φορές πρωθυπουργός, με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, μητέρα του η Λουκία Μαύρου-Ράλλη και παππούς του ο επίσης νομικός και πολιτικός, Γεώργιος Α. Ράλλης, ενώ είχε αδέλφια, την Άννα Ράλλη, το Γεώργιο Ράλλη και τη Μαρίκα Ράλλη. Σπούδασε στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γερμανία και τη Γαλλία, ενώ όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Την άνοιξη του 1904, μαζί με το Δημήτριο Καλαποθάκη, το Στέφανο Δραγούμη, τον Πέτρο Σαρόγλου και τον Παύλο Μελά, δημιούργησαν το «Μακεδονικό Κομιτάτο» που απέβλεπε στη δημιουργία συνθηκών κατάλληλων για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, η οποία τότε βρίσκονταν υπό Τουρκική κατοχή.

Το 1906 εκλέχθηκε βουλευτής Μεγάρων, και έκτοτε επανεκλέγονταν έως το 1936, είτε βουλευτής Αττικής, είτε Αθηνών. Ανέλαβε υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Ναυτικών το 1920 στην κυβέρνηση του πατέρα του Δημητρίου Ράλλη. Στη συνέχεια πολιτεύθηκε με το «Λαϊκό Κόμμα» και διατέλεσε υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη, και μετά τις εκλογές του Μαρτίου 1933, το Υπουργείο Εσωτερικών και από το Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, όταν παραιτήθηκε μετά τη διαφωνία του με τον πρωθυπουργό. Στις εκλογές του 1935 μαζί με τον Ιωάννη Μεταξά και τον Γεώργιο Στράτο, τάχθηκε υπέρ της επαναφοράς της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας και απέτυχε να εκλεγεί, ενώ στις εκλογές του 1936, ήταν επικεφαλής δικής του κομματικής ομάδας, η οποία εκπροσωπήθηκε στην Βουλή με 8 βουλευτές. Το 1943 και λίγο καιρό πριν αναλάβει τελικά την πρωθυπουργία ο Ράλλης αρνήθηκε μια ανάλογη πρόταση. Βασικός λόγος ήταν το ότι δεν έγινε δεκτό το αίτημα του να δημιουργηθούν τα Τάγματα Ασφαλείας, όμως αιτία της της απορρίψεως φέρεται η αντίδραση της Ιταλικής στρατιωτικής διοίκησης.

Πρωθυπουργός

Τελικά οι γερμανικές -κυρίως- αλλά και οι Ιταλικές αρχές Κατοχής δέχτηκαν τον βασικό όρο του Ράλλη να δημιουργηθούν τα Τάγματα Ασφαλείας κι εκείνος αποδέχθηκε την δεύτερη πρόταση που του έγινε και διορίστηκε Πρωθυπουργός στις 7 Απριλίου 1943, όταν ορκίστηκε από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό και σχημάτισε κυβέρνηση διαδεχόμενος τον Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο. Ο Κομνηνός Πυρομάγλου γράφει: «Η κυβέρνησις Ι. Ράλλη σχηματίζεται, την 8ην Απριλίου 1943, με την ρητήν συγκατάθεσιν των Αρχηγών των αστικών Πολιτικών Κομμάτων και την υποστήριξιν των Αρχών Κατοχής εις την Ελλάδα, ιδιαιτέρως των Γερμανών. Ακόμη και με την σιωπηράν έγκρισιν του Βασιλέως Γεωργίου Β' και την σιωπηράν ανοχήν του Λονδίνου» [3]. Κατά τον Πυρομάγλου: «...η κυβέρνησις Ι. Ράλλη είναι, εις τας παραμονάς της απελευθερώσεως της Ελλάδος, η πρώτη «Δυτικοσυμμαχική» Κυβέρνησις εις την Ελλάδα ...{...}.... Συνεπώς, η Κυβέρνησις Ράλλη και τα Τάγματα Ασφαλείας, δεν είναι απλώς μία Κατοχική Κυβέρνησις, αλλά προ παντός, η «Τρίτη Δύναμις», η δυναμική εμφάνισις των Παλαιών Κομμάτων, η διεκδικούσα εθνική και πολιτική δύναμις την Εξουσίαν μετά την απελευθέρωσιν» [4]. Σύμφωνα με όσα γράφει ο Γκύντερ Άλτενμπουργκ, πληρεξούσιος (πρέσβης) του Γ' Ράιχ στην Ελλάδα εκείνα τα χρόνια: «....ο Ράλλης είχε δηλώσει επανειλημμένα σε μεταξύ μας συζητήσεις, ότι ανέλαβε το αξίωμα μετά από συνεννόηση με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου» [5]. Στις 5 Μαρτίου του 1943 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το εθνικό συλλαλητήριο που ματαίωσε την πολιτική επιστράτευση και στις 5 Μαΐου του ίδιου χρόνου ο Ράλλης απευθύνθηκε στους αντάρτες ζητώντας τους να παραδώσουν τα όπλα, με αντάλλαγμα την παροχή αμνηστίας.

Τάγματα Ασφαλείας

Στις 18 Ιουνίου 1943, δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο νόμος με τον οποίο ιδρύθηκαν [6] τα «Τάγματα Ασφαλείας», για την αντιμετώπιση των ενόπλων κομμουνιστικών ομάδων του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, [Ε.Α.Μ.] κι έτσι έγινε δεκτός από τις Γερμανικές και Ιταλικές αρχές σχετικός όρος του Ιωάννη Ράλλη. Αρχικά συγκροτήθηκαν δύο Ευζωνικά Τάγματα στην Αθήνα, και κατόπιν στη Θεσσαλονίκη, με επικεφαλής το στρατηγό Πλυντζανόπουλο και στελεχωμένα κατά κύριο λόγο, από παλαιοβενιζελικούς απότακτους αξιωματικούς. Τα τάγματα που κατά τη δική του εκτίμηση, αποτελούσαν σύμβολο της Ελληνικής κυριαρχίας [7] και αργότερα θα ήταν ο πυρήνας του Ελληνικού στρατού, εξοπλίστηκαν με τον οπλισμό της πρώην Χωροφυλακής. Όπως γράφει ο Σπύρος Γασπαρινάτος: «...στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 ο αντιστράτηγος Κ. Μαζαράκης διαβίβασε έγγραφο του κατοχικού πρωθυπουργού Ι. Ράλλη απευθυνόμενο “προς τον Αρχιστράτηγον Στρατιάς Μέσης Ανατολής-Προς τον Α.Ε. κ. Παπανδρέου”. Σ’ αυτό ο κατοχικός πρωθυπουργός πληροφορεί για την πρόθεση των Γερμανών ως προς τη “δυνατότητα να υπάρξη εγγύησις της τάξεως εις την πρωτεύουσαν έναντι εντίμου τοπικής συνθηκολογήσεως” (των γερμανικών δυνάμεων). Επίσης, τονίζει ότι “εν πάση περιπτώσει, θα ήτο χρήσιμον να εγνώριζον τας οδηγίας σας εν ευθέτω χρόνω, δια να συντονίσω μικράς στρατιωτικάς δυνάμεις και να συγκρατήσω επ’ ολίγας ώρας εις απόστασιν πολυπληθείς ομάδας τρομοκρατών έτοιμους να εισβάλουν εις πρωτεύουσαν, δια να καταλάβουν την εξουσίαν και να δημιουργήσουν τετελεσμένα γεγονότα” [8].

Ως προς το λόγο της δημιουργίας των Ταγμάτων Ασφαλείας ο Ράλλης υπήρξε ξεκάθαρος: «...διότι εμφανώς πλέον έβλεπον τας προθέσεις του ΕΑΜ και εθεώρουν (η Χωροφυλακή είχεν υποστεί κάπως την επίδρασιν των κομμουνιστών κατά ένα μέρος) ότι ήτο απαραίτητος ανάγκη να υπάρχουν τμήματα απολύτως εθνικιστικά δυνάμενα να αντιπαλαίσουν κατά των καταχθονίων σκοπών του κομμουνισμού και να αναλάβουν την προστασίαν του κινδυνεύοντος κοινωνικού μας καθεστώτος» [9]. Και σε άλλο σημείο: «Η αναρχία εδέσποζε της χώρας όλης, ως είπον ήδη. Αι πρόοδοι των ανατρεπτικών στοιχείων ήσαν καταφανείς. Τα θεμέλια του κοινωνικού μας καθεστώτος εσείοντο. Έπρεπε το κράτος να παρασκευασθή διά την άμυνάν του, εάν ήθελε να ζήση» [10]. Ο Κρις Γούντχαουζ, αρχηγός της συμμαχικής στρατιωτικής αποστολής στα ελληνικά βουνά μετά την αποχώρηση του Εντυ Μάγιερς, αναφέρει: «Ο Ράλλης έβλεπε τα Τάγματα Ασφαλείας ως μία γέφυρα διά το πέρασμα της Ελλάδος από της γερμανικής κατοχής εις την απελευθέρωσίν της υπό των συμμάχων, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα χάος» [11].

Σχετικά με την αναγκαιότητα της ιδρύσεως των Ταγμάτων γράφει ο Στάθης Καλύβας: «....Η εκστρατεία δολοφονίας αμάχων που διεξήγαγε το Ε.Α.Μ. το χειμώνα του 1943-'44 δεν περιορίστηκε στην Αργολίδα. Ένα παρόμοιο κύμα δολοφονιών σάρωσε ολόκληρη την Πελοπόννησο την ίδια εποχή, ενδεχομένως και ολόκληρη τη χώρα» [12], ενώ τα ίδια αναφέρει ο πεζογράφος και ακαδημαϊκός Θανάσης Βαλτινός: «Τα Τάγματα έγιναν ... ως αντίδρασις των όσων συνέβησαν. Των συλλήψεων και εκτελέσεων» [13]. Ο Ράλλης δικαιώθηκε σχετικά με την αναγκαιότητα της ιδρύσεως τους καθώς τα Τάγματα Ασφαλείας χρησιμοποιήθηκαν στα Δεκεμβριανά γεγονότα στην Αθήνα από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου και ο στρατηγός Λεωνίδας Σπαής, τότε υφυπουργός Στρατιωτικών, γράφει: «...Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας. Χρησιμοποιήσαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους και οπωσδήποτε κανένα από τα σημαίνοντα στελέχη. Τους ντύσαμε και τους εξοπλίσαμε» [14]. Παράλληλα ο στρατηγός Γρηγορόπουλος, επιτελάρχης του στρατιωτικού διοικητή Αττικής Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλου, γράφει για τα γεγονότα της ίδιας περιόδου: «Μόνον τα Τάγματα Ασφαλείας απετέλουν σοβαράν δύναμιν, ικανήν να αντιμετωπίση τα εν τη πόλει των Αθηνών-Πειραιώς υπάρχοντα και καθημερινώς ενισχυόμενα ένοπλα τμήματα ΕΑΜ, ΕΛΑΣ...» [15].

Η υπόθεση των γραμματοσήμων [16]

Στις 11 Ιανουαρίου 1944 η πόλη καθώς και το λιμάνι του Πειραιά, βομβαρδίστηκε από τους συμμάχους. Ο Ιωάννης Ράλλης σε δηλώσεις του την επόμενη μέρα στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα», στις οποίες καταδίκαζε τον βομβαρδισμό και τη δολοφονία αθώων γυναικόπαιδων και αμάχων, ανέφερε «…Δεν πρόκειται περί πολεμικής επιχειρήσεως αλλά περί τρομοκρατικής επιθέσεως εναντίον του λαού του Πειραιώς, πεσόντος θύματος της βαρβάρου αυτής ενεργείας..», χαρακτήριζε τη πράξη «έξαλλον» και κατέληγε «…Ρηγνύω κραυγήν διαμαρτυρίας ενώπιον της ανθρωπότητος διά το επιτελεσθέν πρωτάκουστον ανοσιούργημα, το οποίον δεν είναι δυνατόν ν’αφεθεί αστιγμάτιστον όταν σημάνει η ώρα της δικαιοσύνης».

Ο τότε υπουργός των οικονομικών Έκτορας Τσιρονίκος ζήτησε από τον Αγησίλαο Γέροντα, υπουργό Συγκοινωνίας Αντιναύαρχο ε.α. που είχε αναλάβει το υπουργείο στις 12 Απριλίου, στο οποίο υπαγόταν τότε η Διεύθυνση των Τ.Τ.Τ., να προβεί στην στην έκδοση γραμματοσήμων με θέμα τον βομβαρδισμό. Παράλληλα του ζητήθηκε να προβάλλει τον τρομοκρατικό χαρακτήρα του, με το επισήμασμα «Τρομοκρατικός Βομβαρδισμός Πειραιώς 11.1.1944», επισήμανση με τον οποία, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία των δύο υπουργείων, διαφωνούσε ο Γέροντας. Στις 20 Μαίου 1944 υπογράφτηκε το κανονιστικό διάταγμα «Περί επισημάνσεως γραμματοσήμων υπέρ των βομβοπλήκτων Πειραιώς», με την ένδειξη «Βομβαρδισμός Πειραιώς 11.1.1944 ΔΡ. 100.000» και τελικά στις 26 Μαΐου, η Διεύθυνση Ταχυδρομικής Εκμεταλλεύσεως της Γενικής Διεύθυνσης Τ.Τ.Τ του Υπουργείου Συγκοινωνίας εξέδωσε ανακοίνωση [17] για την ενημέρωση του φιλοτελικού κόσμου.

H σειρά κυκλοφόρησε σε 100.000 πλήρεις σειρές, από τις οποίες διατέθηκαν οι 94.546, δηλαδή 971.461 γραμματόσημα και εισπράχθηκαν 97.146.610.000 δραχμές. Δόθηκε στο κοινό στις 11 Ιουνίου στην Αθήνα και στις 13 στη Θεσσαλονίκη, ενώ η διάθεσή της από τα ταχυδρομικά γραφεία διήρκεσε μέχρι τις 30 Ιουνίου. Η έκδοση αποτέλεσε προϊόν σημαντικής κερδοσκοπίας, καθώς οι πολίτες είχαν στραφεί στην απόκτηση αγαθών πού θα διασφάλιζαν τα κεφάλαιά τους από τον εξωφρενικό πληθωρισμό και θα τους έδιναν τη δυνατότητα να κερδοσκοπήσουν.

Αποστολή Έκτορα Τσιρονίκου

Ο Ράλλης με επίσημη επιστολή του [18] στις 20 Αυγούστου 1944 [19] [20] στον Έκτορα Τσιρονίκο, τότε υπουργό Οικονομικών, του ανέθεσε να συναντηθεί στο Βελιγράδι, με τον Χέρμαν Νοϋμπάχερ, Γερμανό πολιτικό διοικητή των Βαλκανίων, με τον οποίο ο Τσιρονίκος συνδέονταν φιλικά από την προπολεμική περίοδο. Σκοπός του ήταν να προσπαθήσει ν’ αποτρέψει τις πολεμικές αναμετρήσεις μέσα στην πόλη της Αθήνας καθώς και τις ανατινάξεις έργων κοινής ωφελείας, όπως είχαν αποφασίσει οι Γερμανοί ανώτατοι στρατιωτικοί στην Ελλάδα. Ο Τσιρονίκος αποδέχθηκε την αποστολή, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της απαντητικής επιστολής του [21] [22] και στις 28 Αυγούστου 1944 συναντήθηκε με τους Σπύρο Μαρκεζίνη και Χρήστο Ζαλοκώστα, εκπρόσωπο του συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλου, ο οποίος ήταν εντεταλμένος στρατιωτικός διοικητής Αθηνών από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου και συμφώνησαν να ζητήσει από τη Γερμανική Διοίκηση,

  • Να αφαιρεθεί η δυναμίτιδα από φράγμα Μαραθώνα,
  • Να μη καταστροφή το λιμάνι του Πειραιά, το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής και το τηλεφωνικό κέντρο,
  • Να μεταβιβαστεί η διοίκηση των Γερμανικών Δυνάμεων Αθηνών από τον υποστράτηγο των S.S. Σιμάνα εις τον υποστράτηγο της Βέρμαχτ Φέλμυ, αν και σύμφωνα με τον Τσιρονίκο του ζητήθηκε να μεταφέρει [23] ότι έπρεπε «...Να ειδοποιηθούν οι Γερμανοί ότι πιθανώς από το Σαββάτο το Ε.Α.Μ. θα αρχίσει προβοκάτσιες κατά των Γερμανών με τμήματα του ντυμένα ως ευζώνους ή χωροφύλακες και τούτο δια να προκαλέσει τον αφοπλισμό των οργάνων της τάξεως...».
  • Να κηρυχθεί η πρωτεύουσα ανοχύρωτος πόλη και να εγκαταλείψουν οι Γερμανοί τα οχυρά του Λυκαβηττού,
  • Να αντικατασταθεί ο Διοικητής Ειδικής Ασφαλείας Λάμπου με τον συνταγματάρχη Ραφτοδήμο.

Στη συνέχεια ο Τσιρονίκος, αναχώρησε [24] την 1η Σεπτεμβρίου 1944 μαζί με την οικογένεια του και συναντήθηκε στο Βελιγράδι με τον Χέρμαν Νοϋμπάχερ. Στη συνέχεια συναντήθηκε με παράγοντες του Γερμανικού καθεστώτος στο Βερολίνο και πέτυχε ν’ αντικατασταθεί ο στρατηγός Σιμάνα από τον Φέλμυ. Μεταξύ 7ης και 8ης Σεπτεμβρίου δόθηκαν οι απαραίτητες οδηγίες για μη καταστροφή των Αθηνών και εκκένωση της πόλεως δίχως μάχη, ενώ αφαιρέθηκαν 80 τόνοι δυναμίτης από το Φράγμα της λίμνης του Μαραθώνα και αντικαταστάθηκε ο Λάμπου, όμως ο Τσιρονίκος δεν επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Αυστρία.

Παραίτηση Ράλλη

Ο Ράλλης διατέλεσε πρωθυπουργός έως τις 12 Οκτωβρίου του 1944 [25], όταν παραιτήθηκε και εξέδωσε διάγγελμα [26], που δημοσιεύτηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως αριθμός 242 της 12ης Οκτωβρίου 1944, το τελευταίο διάγγελμα κατοχικού πρωθυπουργού προς τον Ελληνικό λαό, στο οποίο επισήμανε «...εθεώρησα ότι είχον επιβεβλημένον καθήκον να καταλάβω την Αρχήν, μη υπαρχούσης κυβερνήσεως και συνεπώς μη υφισταμένου ουδενός δυναμένου να αγωνίζηται έναντι των αρχών κατοχής διά την μείωσιν της δυστυχίας του Ελληνικού Λαού..». Παράλληλα μέσω του αστυνομικού διευθυντή Αθηνών Άγγελου Έβερτ ειδοποίησε την τριμελή κυβερνητική επιτροπή, τους υπουργούς Φ. Μανουηλίδη, Γιάννη Ζέβγο και Θεμιστοκλή Τσάτσο, που βρισκόταν ήδη στην Αθήνα και εκπροσωπούσε την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, ότι είναι στη διάθεσή της. Την επόμενη ημέρα συνελήφθη από τον έως τότε συνεργάτη του, τον αστυνομικό διευθυντή Αθηνών Άγγελο Έβερτ και προφυλακίστηκε, έπειτα από κυβερνητική εντολή.

Δικαστήριο δοσιλόγων

Με βάση τη Συντακτική Πράξη 1/1944, «Περί επιβολής κυρώσεων κατά των συνεργασθέντων μετά του εχθρού» [27] και την τροπολογία της με τη Συντακτική Πράξη αριθμός 6 της 20ης Ιανουαρίου 1945, ο γνωστός «Νόμος περί δοσιλόγων» [28] [29], που υπογράφηκε από τον Νικόλαο Πλαστήρα και τον υπουργό Δικαιοσύνης Νικόλαο Κολυβά, η οποία αποσκοπούσε στην τιμωρία όσων συνεργάστηκαν με τις αρχές Κατοχής, παραπέμφθηκε να δικαστεί στο Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων, στο οποίο σύμφωνα με την άποψη του γιου και ενός εκ των συνηγόρων του Γεωργίου Ράλλη, «...η επιθυμία του όπως λογοδοτήση προς τον Λαόν, είτε ποινικώς διά αρμοδίου δικαστηρίου, είτε πολιτικώς ενώπιον του Εκλογικού Σώματος, δεν κατέστη δυνατόν να εκπληρωθή, της ενώπιον του δικαστηρίου δοσιλόγων διαδικασίας αποτελεσάσης παρωδίαν δίκης...».

Οι κατηγορίες που του αποδόθηκαν περιλάμβαναν τη συνθηκολόγηση με τον εχθρό, τη διευκόλυνση των αρχών κατοχής σε έργα κατά του ελληνικού λαού καθώς και της προπαγάνδας, θεωρήθηκε υπεύθυνος εκδόσεως, μαζί με τους Έκτορα Τσιρονίκο και Αγησίλαο Γέροντα, της προπαγανδιστικής σειράς του βομβαρδισμού Πειραιώς, όπως ορίζονταν στο εδάφιο Ε' του άρθρου 1 της με αρ. 6/1945 Συντακτικής Πράξης, «....Ως συνειδητόν όργανον του εχθρού προς διάδοσιν της προπαγάνδας του νοείται ο εν επιγνώσει της προσπαθείας του εχθρού, όπως δι’ ορισμένων διαδόσεων καταπείση τον λαόν περί του δήθεν ηθικού της επιθέσεώς του και επωφελούς δι’ όλα τα Ευρωπαϊκά Κράτη του διεξαγομένου παρ’ αυτού αγώνος, του ασφαλούς της τελικής νίκης του και του δήθεν αντιλαϊκού του αγώνος των συμμάχων Κρατών, διαδίδων καθ’ οιονδήποτε τρόπον τας αυτάς εξυπηρετούσας την εχθρικήν προπαγάνδαν αντιλήψεις…».

Το δικαστήριο αποτελούσαν οι Χρήστος Καλλέλης Αρεοπαγίτης ως Πρόεδρος, Αντώνιος Χαμάρτος Πρόεδρος Εφετών και οι Εφέτες Κωνσταντίνος Καυκάς, Αθανάσιος Παπαναστασίου, Παναγιώτης Πετρέας και Θεόδωρος Γιανουλόπουλος ως δικαστικά μέλη και οι Μ. Βαλλιάνος και Ευάγγελος Δανόπουλος ιατροί και Θεόδωρος Δασκαρόλης δικηγόρος, ως λαϊκά μέλη, ενώ καθήκοντα Ειδικού Επιτρόπου είχαν ανατεθεί στον Αντεισαγγελέα Εφετών Νικόλαο Παπαδάκη, συγγενή υπουργού του Ε.Α.Μ., συνεδρίασε από τις 21 Φεβρουαρίου 1945 [30]. Συνηγόρους του είχε τον γιο του και μετέπειτα πρωθυπουργό Γεώργιο Ράλλη και το Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, πατέρα του μετέπειτα υπουργού Ιωάννη Βαρβιτσιώτη.

Στη δίκη εξετάστηκαν περισσότεροι από 300 μάρτυρες υπερασπίσεως, μεταξύ τους οι Γεώργιος Παπανδρέου, Παναγιώτης Κανελλόπουλος και Κωνσταντίνος Τσάτσος, που κατέθεσαν ότι σχημάτισε κυβέρνηση δίχως δόλο, ενώ ο ίδιος στην απολογία του είπε, «..Ούτε προδόται των εθνικών ή των συμμαχικών συμφερόντων πολιτικοί ή στρατιωτικοί υπήρξαν εν Ελλάδι, ούτε Κουίσλιγκς...». Στην απολογία του ο Ράλλης είπε: «..Αλλά το κράτος, κύριοι δικασταί, δεν παύει υπάρχον και μετά την κατοχήν ...{...}... Έχον όθεν το κατά την κατοχήν υπάρχον κράτος το δικαίωμα και την υποχρέωσιν να ζη, έχει ανάγκη νόμων, διαταγμάτων, πιστώσεων, πράξεων, ενί λόγω απάντων εκείνων των μέσων, δι ων εν Κράτος δύναται να εξασφαλίσει την διαβίωσιν των αποτελούντων αυτό πολιτών, των εν αυτώ οικούντων και ζώντων» [31].

Ετυμηγορία

Με την απόφαση «..περί επιβολής κυρώσεων κατά των συνεργασθέντων μετά του εχθρού..» του Ειδικού Δικαστηρίου δοσιλόγων, που ανακοινώθηκε από τον πρόεδρο του Χρήστο Καλλέλη στις 10 το πρωί της 31ης Μαΐου, και η οποία ήταν τελεσίδικη, δηλαδή δεν υπήρχε δικαίωμα εφέσεως της ποινής ή προσβολής της σε ανώτερο δικαστήριο, κηρύχθηκε ένοχος διότι:

«...Η. Ὁ Ἰωάννης Ράλλης
ἅ) διά διαγγέλματός του πρός τόν Ἑλληνικόν λαόν δημοσιευθέντος εἰς τό ἀπό 5/5/43 φύλλον τῆς ἐφημερίδος «Καθημερινή»,
β) διά δηλώσεώς του πρός τούς δημοσιογράφους, δημοσιευθείσης εἰς τό ἀπό 12/1/44 φύλλον τῆς ἐφημερίδος «Ἐλεύθερον Βῆμα»
γ) διά τῆς ὑπογραφῆς του ἀπό 20/5/44 κανονιστικοῦ διατάγματος «περί ἐπισημάνσεως γραμματοσήμων ὑπέρ τῶν βομβοπλήκτων Πειραιῶς»...»,
«..ἐγένετο συνειδητόν ὄργανον τοῦ ἐχθροῦ πρός διάδοσιν τῆς προπαγάνδας του, ἐξαίρων τό ἔργον τοῦ κατακτητοῦ καί προκαλῶν τήν ἠττοπάθειαν παρά τῷ Ἑλληνικῶ Λαῶ καί τήν περιφρόνησιν τοῦ Ἐθνικοῦ καί συμμαχικοῦ ἀγῶνος».

Ειδικότερα -σε ότι αφορά το διάταγμα περί των γραμματοσήμων- η απόφαση ανέφερε ότι «…εδέχθη και υπέγραψεν ως Πρόεδρος Κυβερνήσεως το κατ’ απαίτησιν των Γερμανών, ως ο ίδιος εκ των κατηγορουμένων Α. Γέροντας (Υπουργός τότε Συγκοινωνίας) επ’ ακροατηρίου ωμολόγησεν, εκδοθέν από 20-5-1944 κανονιστικόν διάταγμα, όπερ διά να μη εμφανίζεται, εκ πρώτης όψεως, ότι ενέχει σκοπόν προπαγάνδας, φέρει την επιγραφήν «Περί επισημάνσεως γραμματοσήμων υπέρ των βομβοπλήκτων Πειραιώς», δια του οποίου επετράπη η επισήμανσις 1.000.000 τεμαχίων γραμματοσήμων δια της ενδείξεως «Βομβαρδισμός Πειραιώς 11-1-1944» με προφανή σκοπόν τον στιγματισμόν της υπό των Άγγλων γενομένης αεροπορικής επιδρομής κατά του Πειραιώς, ως πράξεως βαρβάρου και απανθρώπου, ως έβλεπε ταύτην ο κατηγορούμενος, αντιθέτως όμως ενώ εξετελούντο Έλληνες ομαδικώς υπό των Γερμανών και εξηφανίζοντο ολόκληροι κωμοπόλεις, ο κατηγορούμενος ούτε προσήγαγε, ούτε επεκαλέσθη έστω και μίαν τυπικήν διαμαρτυρίαν αυτού προς τους Γερμανούς, δια τας εκτελέσεις ταύτας…».

Συνολικώς του επιβλήθηκαν [32]

  • η ποινή των ισοβίων δεσμών, για την πράξη της αναλήψεως της Προεδρίας της Κυβερνήσεως και την πράξη της διευκολύνσεως του έργου της κατοχής,
  • πρόσκαιρα δεσμά είκοσι ετών, για την πράξη της προπαγάνδας -που αφορούσε την έκδοση των γραμματοσήμων,
  • καθώς και διάφορες άλλες μικρότερες ποινές που συγχωνεύτηκαν με την ποινή των ισοβίων δεσμών.

Με την ίδια απόφαση το δικαστήριο τον καταδίκασε να καταβάλλει τα τέλη και τα έξοδα της δίκης, για τα οποία κατέστησε αλληλέγγυους τους καταδικασθέντες, και του αφαίρεσε το χρόνο προφυλακίσεως από την προσμετρηθείσα ποινή. Έτσι η Ελλάδα υπήρξε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη, στην οποία το κατηγορητήριο το οποίο συντάχθηκε μετά τον πόλεμο για όσους συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις κατοχής, περιέλαβε και την κατηγορία για την έκδοση προπαγανδιστικών γραμματοσήμων υπέρ των δυνάμεων του Άξονα.

Μνήμη Ιωάννη Ράλλη

Ο Κομνηνός Πυρομάγλου ξεκαθαρίζει σε βιβλίο του [33] πως ο Ράλλης ήταν σε απόλυτη σύμπλευσή με την εκτός Ελλάδος πολιτική ηγεσία της χώρα και γράφει: «Η κυβέρνησις Ι. Ράλλη σχηματίζεται, την 8ην Απριλίου 1943, με την ρητήν συγκατάθεσιν των Αρχηγών των αστικών Πολιτικών Κομμάτων και την υποστήριξιν των Αρχών Κατοχής εις την Ελλάδα, ιδιαιτέρως των Γερμανών. Ακόμη και με την σιωπηράν έγκρισιν του Βασιλέως Γεωργίου Β'- και την σιωπηράν ανοχήν του Λονδίνου {...} η κυβέρνησις Ι. Ράλλη είναι, εις τας παραμονάς της απελευθερώσεως της Ελλάδος, η πρώτη "Δυτικοσυμμαχική" Κυβέρνησις εις την Ελλάδα {...} Συνεπώς, η Κυβέρνησις Ράλλη και τα Τάγματα Ασφαλείας δεν είναι απλώς μία Κατοχική Κυβέρνησις, αλλά, προ παντός, η "Τρίτη Δύναμις", η δυναμική εμφάνισις των Παλαιών Κομμάτων, η διεκδικούσα εθνική και πολιτική δύναμις την Εξουσίαν μετά την απελευθέρωσιν». Από την δική του πλευρά ο Γκίντερ Αλτενμπουργκ, πληρεξούσιος (πρέσβης) του Γ' Ράιχ στην Ελλάδα εκείνα τα χρόνια γράφει, για το ίδιο θέμα: «...θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι ο Ράλλης είχε δηλώσει επανειλημμένα σε μεταξύ μας συζητήσεις, ότι ανέλαβε το αξίωμα μετά από συνεννόηση με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

Παραπομπές

  1. [«Κοιτάζοντας πίσω», Γεώργιος Ράλλης]
  2. [Η Ασπασία Μαυρομιχάλη, κόρη της Λίνας και του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ακολούθησε τους Γαριβαλδινούς που είχαν αρχηγό το θείο της Αλέξανδρο Σ. Ρώμα ως εθελόντρια αδελφή νοσοκόμα του «Κυανού Σταυρού» στο χειρουργείο των Ερυθροχιτώνων και προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες στους τραυματίες της μάχης του Δρίσκου. Λέγεται ότι ο Λορέντζος Μαβίλης πριν ξεκινήσει για τη μάχη της είπε, «Αντίο Κυρά μου, και λαβωμένος στα χέρια σου!» Επίσης σε κάποια στιγμή της μάχης του Δρίσκου η Ασπασία πήρε τουφέκι από τον Αλέξιο Τάκη και πολέμησε στο πλευρό των Γαριβαλδινών. «Κατάλαβα πολλές φορές πως πέτυχα το στόχο μου», έλεγε σε προχωρημένη ηλικία, στην ανιψιά της Ρεβέκκα Στυλ. Μαυρομιχάλη, σύζυγο του Στυλιανού Μαυρομιχάλη, στο αρχοντικό της στην οδό Φιλελλήνων και Σουρή 3 στην Αθήνα. Η Ασπασία Μαυρομιχάλη–Ράλλη συνόδευσε την πριγκίπισσα Ελένη στο πρώτο ταξίδι του νοσοκομειακού τραίνου και κατέγραψε τις εμπειρίες της απ’ αυτή την αποστολή σε ένα ημερολόγιο. Το ημερολόγιο αυτό το μετέγραψε η στενή της φίλη Θεώνη Δρακοπούλου, η γνωστή «Μυρτιώτισσα», σε ένα σχολικό τετράδιο. Πολέμησε ηρωικά στη μάχη του Δρίσκου και η δράση της προκάλεσε τον θαυμασμό των συμπολεμιστών της. Κάποιος που υπογράφει ως «αυτόπτης μάρτυς» συνέταξε υπόμνημα για να περιγράψει την πολεμική της δράση. Ο ερυθροχίτων Γεώργιος Χονδρογιάννης συνέταξε ποίημα για να υμνήσει τις αρετές της και την συμμετοχή της στη μάχη. Και όταν η Φλωρά–Καραβία την συνάντησε στη Φιλιππιάδα το 1913 τη ζωγράφισε φορτωμένη με φυσίγγια και με το όπλο στο χέρι. Πληροφορίες για τη συμμετοχή της στη μάχη του Δρίσκου μας δίνουν επίσης ο Ιταλός ανταποκριτής Ο. Μπινέττι, ο Ηλίας Βενέζης και η Ρεβέκκα Μαυρομιχάλη.]
  3. [Κομνηνός Πυρομάγλου, «Δούρρειος ίππος», εκδόσεις «Δωδώνη», σελίδα 384η.]
  4. [Κομνηνός Πυρομάγλου, «Δούρρειος ίππος», εκδόσεις «Δωδώνη», σελίδα 385η.]
  5. [Χάγκεν Φλάισερ, «Στέμμα και σβάστικα», εκδόσεις «Παπαζήση», τόμος 1ος, σελίδα 31η.]
  6. [Ο ιδρυτικός νόμος για την δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας είναι ο 260/1943 «περί συγκροτήσεως τεσσάρων ευζωνικών ταγμάτων» και νομοθετήθηκε από την κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη.]
  7. [«...Κατορθώσαμεν να έχωμεν εις τη διάθεσιν της Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος, δύναμιν εγγυωμένην πλήρως την ασφάλεια και την τάξιν....{...}... Η εξουθένωσις της Ελληνικής Φυλής και ημών αυτών έσεται βέβαια αν δεν ετοιμασθώμεν και αντιδράσωμεν...», «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», Γεωργίου Ράλλη, Αθήναι 1947]
  8. [Σπύρος Γασπαρινάτος, «Η Κατοχή», εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», τόμος 1ος, σελίδα 219η.]
  9. [«Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», Αθήναι 1947, σελίδα 59η.]
  10. [. «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», Αθήναι 1947, σελίδα 42η.]
  11. [Σπύρος Γασπαρινάτος, «Η Κατοχή», εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», σελίδα 222η.]
  12. [Μαρκ Μαζάουερ: «Μετά τον πόλεμο», εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», σελίδα 166η.]
  13. [Θανάσης Βαλτινός: «Ορθοκωστά», εκδόσεις «Ωκεανίδα», σελίδα 1127η.]
  14. [Πέτρος Ρούσος: «Η μεγάλη πενταετία», τόμος 2ος, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελίδα 358η.]
  15. [Τάσος Κωστόπουλος, «Η αυτολογοκριμένη μνήμη», εκδόσεις «Φιλίστωρ», σελίδα 63η.]
  16. [Αντώνης Βιρβίλης, «Το ιστορικό της σειράς γραμματοσήμων με επισήμανση Βομβαρδισμός Πειραιώς, 11 Ιανουαρίου 1944»]
  17. [ Αρ. Πρωτ. 129338/1943 / Εν Αθήναις τη 26 Μαΐου 1944 / 1) Παρέχεται υμίν η πληροφορία ότι την 1ην Ιουνίου τίθεται εις κυκλοφορίαν αναμνηστική σειρά γραμματοσήμων του βομβαρδισμού του Πειραιώς της 11/1/1944. Τα γραμματόσημα ταύτα προέρχονται εξ επισημάνσεως κοινών γραμματοσήμων 1942 και αεροπορικών τοιούτων 1943. / 2) Το συνολικόν ποσόν επισημανθέντων ως άνω γραμματοσήμων ανέρχεται εις 1.000.000 τεμάχια (ήτοι 100.00 σειραί) ως κάτωθι: / α) Εκ των κοινών γραμματοσήμων εκδόσεως 1942 επεσημάνθησαν ανά 100.000 τεμάχια εξ εκάστης των κλάσεων δρ. 15, 25, 50, 70 και 100. / β) Εκ των αεροπορικών γραμματοσήμων εκδόσεως 1943 επεσημάνθησαν επίσης ανά 100.000 τεμάχια εξ εκάστης των κλάσεων δρ. 10,25, 50, 100 και 200. / 3) Η νέα εξ επισημάνσεως αξία εκάστης σειράς είναι 1.000.000 δρ. / 4) Η κυκλοφορία των ως άνω γραμματοσήμων καθορίζεται εικοσαήμερος (ήτοι από 1ης μέχρι 20ης Ιουνίου 1944) δύναται δε να επικολλώνται ταύτα προαιρετικώς υπό των αποστολέων επί της αλληλογραφίας. / 5) Η εξυπηρέτησις των εμπόρων, εξαγωγέων και φιλοτελιστών δια τοιούτων γραμματοσήμων καθωρίσθη ως κάτωθι: / α) Εις τους εμπόρους τους αναγνωρισθέντας ως τοιούτους μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 1943, θα χορηγούνται μέχρι 150 σειρών. / β) Εις τους εξαγωγείς τους έχοντας εξαγάγει γραμματόσημα εις το εξωτερικόν από του έτους 1936 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1943 αξίας άνω των δρ. 100.000, σειραί 150. / γ) Εις τους φιλοτελιστάς τους εγγεγραμμένους εις μίαν των Φιλοτελικών Εταιρειών μέχρι της 31/12/1943, μέχρι 10 σειρών. / δ) Εις τα επίκουρα (ανήλικα) μέλη των ιδίων ως άνω Φιλοτελικών Εταιρειών, σειρά μία. / 6) Δύνανται οι φιλοτελισταί να καταθέσωσι την πρώτην ημέραν της κυκλοφορίας επιστολάς, εφ ών έχει επικολληθεί πλην του κανονικού τέλους εκ κοινών γραμματοσήμων και μία πλήρης σειρά εκ των αναμνηστικών τούτων γραμματοσήμων. / Παρακαλούμεν όπως ευαρεστηθήτε και δώσητε ευρείαν δημοσιότητα εις την παρούσαν. / Ο Γεν Διευθυντής Φ. ΑΓΓΕΛΑΚΗΣ]
  18. [«ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ / Εν Αθήναις τη 28η Αυγούστου 1944 / Αξιότιμε κύριε Συνάδελφε, / Εν συνεχεία της από 20ής τρέχ. επιστολής μου, δι’ ης επανελάμβανον υμίν την ην και προφορικώς σας είχον εκθέσει γνώμην μου, περί ανάγκης αναχωρήσεως υμών, διά Βελιγράδιον, ίνα αυτόθι συναντηθήτε μετά του Πρεσβευτού κ. Νοϊμπάχερ προς επίλυσιν επειγούσης φύσεως οικονομικών ζητημάτων, εκκρεμούντων επί ζημία του λαού μας, έρχομαι σήμερον διά της παρούσης να επιμείνω όπως αποφασίσητε τάχιστα ν’ αναχωρήσητε. Ων, δυστυχώς, σφόδρα απησχολημένος και μη έχων ουδέ στιγμήν να διαθέσω σήμερον το απόγευμα όπως συναντηθώμεν, αναγκάζομαι να εκθέσω Υμίν εγγράφως τους λόγους οίτινες με ωθούν εις την εμμονήν μου και οίτινες είναι οι κάτωθι: δημιουργηθείσα πολεμική κατάστασις των τελευταίων ημερών νομίζω ότι δεν παρέχει το ενδόσημον να δύναταί τις να πιστεύη ότι οι εν Ελλάδι ευρισκόμενοι γερμανικοί στρατιωτικοί σχηματισμοί θα δυνηθούν ν’ αποσυρθούν εγκαίρως εκ της χώρας μας. Εάν το ενδεχόμενον τούτο ήθελε πραγματοποιηθή, θα ήτο επιβεβλημένον εν τούτοις να μη μεταβληθή η Ελλάς, και μάλιστα η πρωτεύουσα αυτής, εις θέατρον απεγνωσμένων πολεμικών επιχειρήσεων, διότι τοιούτου γεγονότος αι συνέπειαι θα είναι, ως ευκόλως πας τις κατανοεί, τρομακτικαί. / Θα επεθύμουν, λοιπόν, να δυνηθήτε να εκθέσητε ταύτα σθεναρώς εκ μέρους της Κυβερνήσεώς μας εις τον κ. Νοϊμπάχερ, ίνα ούτος πειθόμενος περί του ορθού της γνώμης μας, χρησιμοποιήση όπου δει αμέσως το κύρος του προς αποφυγήν του ολέθρου, ο οποίος θα ηπείλει την Πατρίδα μας την εις τοσαύτας μέχρι τούδε εκτεθείσαν άνευ λόγου καταστροφάς. Επί τη ευκαιρία ταύτη θα δυνηθήτε ωσαύτως να ζητήσητε παρά του κ. Νοϊμπάχερ, ίνα αξιώση να παύση η ενταύθα γερμανική αστυνομία τας αδικαιολογήτους κατά νομιμοφρόνων πολιτών διώξεις, διότι, ως άριστα γνωρίζετε, υμείς όστις πάντοτε προθύμως ενισχύσατε τας σχετικάς διαμαρτυρίας μου, εάν αι δώξεις αύται συνεχισθούν, θα καταστή αδύνατον εις την Κυβέρνησίν μας να παραμείνη εις την αρχήν, διότι θα χάση, δικαίως, παν κύρος. / Δεχθήτε, αξιότιμε συνάδελφε και φίλε, την έκφρασιν της εξαιρέτου υπολήψεως και φιλίας μου.Ι.Δ. ΡΑΛΛΗΣ / Υ.Γ.: Την στιγμήν ακριβώς, καθ’ ην είχον ετοίμην την παρούσαν διά να σας την αποστείλω, μοι ανεκοινώθη παρά του κ. Φον Γκραίβενιτς ότι, κατά περίεργον σύμπτωσιν, ο κ. Νοϊμπάχερ ετηλεφώνησεν εκ Βελιγραδίου, ότι μη δυνάμενος να έλθη ενταύθα, παρακαλεί να σας επιτραπή να μεταβήτε αμέσως αυτόθι, διά να συνεννοηθή μεθ’ υμών επί των εκκρεμούντων ζητημάτων. Ούτω καθίσταται και εκ τούτου του λόγου απαραίτητος η απόφασις της ταχίστης αναχωρήσεώς σας και ελπίζω ότι θα συντελέση η σύμπτωσις αύτη εις το να υπερνικηθή και η τελευταία σας επιφύλαξις. Ι.Δ. ΡΑΛΛΗΣ»] Το κείμενο της επιστολής Ράλλη
  19. [Εφημερίδα «Τα Νέα», 30 Μαΐου 1955]
  20. [«Χρονικό της Σκλαβιάς», Χρήστος Ζαλοκώστας, σελίδες 254η-255η, και επιστολή του Τσιρονίκου στην εφημερίδα «Τα Νέα», 20 Μαΐου 1955.]
  21. [Αγαπητέ μοι κ. Πρόεδρε, / Ταύτην την στιγμήν λαμβάνω την υπό σημερινήν ημερομηνίαν επιστολήν Σας προς το περιεχόμενον της οποίας, όπως είναι φυσικόν είμαι απολύτως σύμφωνος. / Οι ενδοιασμοί, ους διετύπωσα διά την μετάβασίν μου εις Βελιγράδιον, ωφείλοντο εις την σκέψιν μήπως η μετάβασίς μου αύτη ερμηνευθή ως φυγή και η ενδεχομένη τυχόν εκ της καταστάσεως διακοπή συγκοινωνιών, εμποδίζουσά με να επανέλθω, εκληφθή ως φόβος λογοδοσίας διά την υπό της Κυβερνήσεώς μας ασκηθείσαν πολιτικήν. Η ήδη όμως διαμορφωθείσα κατάστασις και οι σοβαρώτατοι κίνδυνοι συμπληρώσεως της καταστροφής της Πατρίδος μας, εξήλειψαν, ως επόμενον, πάντα ενδοιασμόν. / Το προς την Πατρίδα καθήκον παραμερίζει την στιγμήν ταύτην πάσαν άλλην προσωπικήν σκέψιν. Ως εκ τούτου δεν διστάζω να προσφέρω την υστάτην ταύτην υπηρεσίαν. Λυπούμαι διότι θα απουσιάσω από το πλευρόν Σας εις τόσον δυσκόλους ημέρας, είμαι όμως απολύτως πεπεισμένος ότι θα φέρετε εις ευτυχές τέρμα τα δεινά της Πατρίδος μας, δι’ ον σκοπόν θα διαθέσω και εγώ όλας μου τας δυνάμεις διά την επιτυχίαν της αποστολής μου. / Παρήγορος είναι δι’ εμέ η διαβεβαίωσις των Γερμανικών Αρχών, ότι εφ’ όσον δεν προκληθούν δι’ απερισκέπτων πράξεων των ημετέρων, δεν θα προβούν εις αφοπλισμόν των ενόπλων δυνάμεων, ας διαθέτετε διά την τήρησιν της τάξεως.Λόγω των περιστάσεων και δι’ ην περίπτωσιν δεν ηθέλομεν επανιδωθή ταχέως επιθυμώ κ. Πρόεδρε, να Σας διαβεβαιώσω ότι θα παραμείνη αλησμόνητος εις εμέ η στενή και φιλική συνεργασία μας. ως και αι τεράστιαι προσπάθειαι τας οποίας Υμείς κατεβάλατε διά ν’ ανακουφίσητε εκ των παντοίων δυσχερειών τον Ελληνικόν Λαόν κατά το άνευ προηγουμένου τραγικόν χρονικόν διάστημα της υφ’ Υμών διακυβερνήσεως της χώρας. Εάν σήμερον ο λαός δεν δύναται να κρίνη αμερολήπτως το έργον μας, είμαι βέβαιος ότι η Ιστορία θα αναγνωρίση ότι ολίγαι Κυβερνήσεις έπραξαν όσα η ιδική μας, ήτις μετά πλήρους αυταπαρνήσεως ειργάσθη διά την ανακούφισιν της δυστυχίας του λαού. Παρακαλώ, αγαπητέ μου κ. Πρόεδρε, να δεχθήτε την διαβεβαίωσιν της βαθυτάτης προς Υμάς αγάπης, φιλίας και τιμής. / ΕΚΤΩΡ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΣ»] Ολόκληρη η επιστολή Τσιρονίκου
  22. [Χρήστος Ζαλοκώστας, «Χρονικό της Σκλαβιάς», σελίδες 254η-255η, και επιστολή του Τσιρονίκου στην εφημερίδα «Τα Νέα», 20 Μαΐου 1955]
  23. [Εφημερίδα «Τα Νέα», 30 Μαΐου 1955]
  24. [Εξακολουθεί η νευρικότης καθ΄όλην την πρωτεύουσα Εφημερίδα «Ελευθερία», Σάββατον 2 Σεπτεμβρίου 1944.]
  25. [Κυβέρνησις ΙΩΑΝΝΗ ΡΑΛΛΗ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης.]
  26. [«Την 7ην Απριλίου 1943 εθεώρησα ότι είχον επιβεβλημένον καθήκον να καταλάβω την Αρχήν, μη υπαρχούσης κυβερνήσεως και συνεπώς μη υφισταμένου ουδενός δυναμένου να αγωνίζηται έναντι των αρχών κατοχής διά την μείωσιν της δυστυχίας του Ελληνικού Λαού. Απηύθυνα τότε διάγγελμα προς τον Λαόν, προς ον εξήγουν, εφ’ όσον τούτο ήτο επιτετραμμένον εκ της υπαρχούσης πραγματικής καταστάσεως, ήτοι της κατοχής της Χώρας μας υπό της Γερμανίας και Ιταλίας και ελληνικωτάτων και σπουδαιοτάτων τμημάτων της Βορείου Ελλάδος, αναποσπάστως συνδεδεμένων μετά της Ελληνικής ιστορίας και του αίματος του Ελληνικού Γένους υπό του βουλγαρικού στρατού, τους λόγους δι’ ους εθεώρησα καθήκον ιερόν έναντι της Πατρίδος να πράξω τούτο. / Υπισχνούμην συνάμα ότι η κυβέρνησίς μου θα περιέβαλε δι’ αληθούς πατρικής στοργής άπαντας τους πειθαρχούντας πολίτας εις την δυσχερεστάτην προσπάθειαν της κυβερνήσεως προς παγίωσιν της τάξεως και βελτίωσιν των βιωτικών συνθηκών των Ελλήνων, της δυστυχίας και των πόνων των οποίων είχον, ως έλεγον, σαφεστάτην επίγνωσιν. / Υπισχνούμην επί πλέον προς τους δημοσίους υπαλλήλους, ως αποτελούντας αυτήν ταύτην την κρατικήν μηχανήν και προς τους αναπήρους των πολέμων, οίτινες όντως είναι εθνικόν κόσμημα, ότι δεν θα εδίσταζον να υποβάλω το Κράτος εις πάσαν δυνατήν θυσίαν προς βελτίωσιν της θέσεως αυτών. / Τας υποσχέσεις μου αυτάς, ετήρησα απαρεγκλίτως εν τω μέτρω των δυνατοτήτων κυβερνήτου κατά το διάστημα ξενικής κατοχής, πάντως όμως όχι κυβερνήτου της κατοχής, διότι ποτέ δεν εδέχθην να συγκροτήσω κυβέρνησιν της κατοχής. / Εν τω διαγγέλματί μου εκείνω εξέφραζον την πεποίθησιν ότι η Ελληνική Φυλή, διά της διακρινούσης αυτήν συνέσεως και φιλοπατρίας ήθελεν επιτύχει μίαν ημέραν να οδηγήση εις υπήνεμον λιμένα την εθνικήν κιβωτόν. Η πρόρρησίς μου αύτη, την οποίαν πας Έλλην γνωρίζων την ένδοξον ιστορίαν μας θα ηδύνατο να κάμη ασφαλώς, εισήλθε πλέον εις την οδόν της πραγματοποιήσεως. Τα ζοφεράν νέφη της δουλείας ήρχισαν να διαλύωνται υπό του ανατέλλοντος ηλίου της ελευθερίας. / Ευτυχής διότι υπό αισίους οιωνούς λήγει η μαρτυρική αποστολή μου και με ήσυχον την συνείδησιν ότι εξετέλεσα πιστώς το καθήκον μου, επανέρχομαι εις τον ιδιωτικόν βίον, έτοιμος να λογοδοτήσω ενώπιον παντός αρμοδίου. / ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΡΑΛΛΗΣ»]
  27. [Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, Τεύχος 1ον, Αριθμός Φύλλου 12, 6 Νοεμβρίου 1944]
  28. [Παράγραφος 2 του άρθρου 9 της Συντακτική Πράξης αριθμός 6 της 20ης Ιανουαρίου 1945 και της τροποποιητικής της με αριθμό 12/1945 πού τροποποίησε, συμπλήρωσε και κωδικοποίησε ο Αναγκαστικός Νόμος 533/1945, για την επιβολή ποινών σε όσους συνεργάστηκαν με τις αρχές κατοχής, δηλαδή στους τρεις πρωθυπουργούς, τους υπουργούς και υφυπουργούς των κατοχικών κυβερνήσεων, στο σύνολο 27 άτομα.]
  29. [«...και μόνη… η ανάληψις της Κυβερνήσεως προς διευκόλυνση και υπό τις εντολές των δυνάμεων Κατοχής, αποτελεί τυπικόν αδίκημα χωρίς ουδεμία ν’ απαιτείται απόδειξις δόλου...».]
  30. [Η πρωινή συνεδρίαση του Ειδικού δικαστηρίου Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 1945.]
  31. [«Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», Αθήναι 1947, σελίδα 14η.]
  32. [Η απόφασις του δικαστηρίου δια τους Έλληνας Κουίσλιγκ Εφημερίδα «Ελευθερία», Παρασκευή 1 Ιουνίου 1945.]
  33. [Κομνηνός Πυρομάγλου, «Δούρρειος ίππος», εκδόσεις «Δωδώνη», σελίδα 385η.]


Κατάλογος Πρωθυπουργών της Ελλάδος
Μαυροκορδάτος Αλέξανδρος | Κανακάρης Αθανάσιος | Μαυρομιχάλης Πετρόμπεης | Κουντουριώτης Γεώργιος | Ζαΐμης Ανδρέας| Μαυρομιχάλης Γεώργιος | Καποδίστριας Ιωάννης | Καποδίστριας Αυγουστίνος | Κολοκοτρώνης Θεόδωρος | Τρικούπης Σπυρίδων  | Μαυροκορδάτος Αλέξανδρος | Κωλέττης Ιωάννης | Κόμης Josef Ludwig von Armansperg | Ignaz von Rundhart| Όθων της Ελλάδος| Μαυροκορδάτος Αλέξανδρος | Όθων της Ελλάδος | Μεταξάς Ανδρέας | Κανάρης Κωνσταντίνος | Μαυροκορδάτος Αλέξανδρος | Κωλέττης Ιωάννης | Τζαβέλας Κίτσος | Κουντουριώτης Γεώργιος | Κανάρης Κωνσταντίνος | Κριεζής Αντώνιος | Μαυροκορδάτος Αλέξανδρος | Βούλγαρης Δημήτριος | Μιαούλης Αθανάσιος | Κολοκοτρώνης (Γενναίος) Ιωάννης | Βούλγαρης Δημήτριος | Μωραϊτίνης Αριστείδης | Βάλβης Ζηνόβιος | Κυριακός Διομήδης | Ρούφος Μπενιζέλος | Ρούφος Μπενιζέλος | Βούλγαρης Δημήτριος | Κανάρης Κωνσταντίνος | Βάλβης Ζηνόβιος | Κανάρης Κωνσταντίνος | Κουμουνδούρος Αλέξανδρος | Δεληγεώργης Επαμεινώνδας | Ρούφος Μπενιζέλος | Βούλγαρης Δημήτριος | Ζαΐμης Θρασύβουλος | Τρικούπης Χαρίλαος  | Δηλιγιάννης Θεόδωρος  | Βάλβης Δημήτριος | Κωνσταντόπουλος Κωνσταντίνος | Σωτηρόπουλος Σωτήριος | Δηλιγιάννης Νικόλαος | Ράλλης Δημήτριος | Ζαΐμης Αλέξανδρος | Θεοτόκης Γεώργιος | Μαυρομιχάλης Κυριακούλης | Δραγούμης Στέφανος | Βενιζέλος Ελευθέριος  | Γούναρης Δημήτριος | Σκουλούδης Στέφανος | Καλογερόπουλος Νικόλαος | Λάμπρος Σπυρίδων | Νικόλαος Στράτος | Πρωτοπαπαδάκης Πέτρος | Τριανταφυλλάκος Νικόλαος | Χαραλάμπης Αναστάσιος | Κροκιδάς Σωτήριος | Γονατάς Στυλιανός | Καφαντάρης Γεώργιος | Παπαναστασίου Αλέξανδρος | Σοφούλης Θεμιστοκλής | Μιχαλακόπουλος Ανδρέας | Πάγκαλος Δ. Θεόδωρος  | Ευταξίας Αθανάσιος | Κονδύλης Γεώργιος | Τσαλδάρης Παναγιώτης | Οθωναίος Αλέξανδρος | Δεμερτζής Κωνσταντίνος | Μεταξάς Ιωάννης | Κορυζής Αλέξανδρος | Ταμπακόπουλος Άγις | Σακελλαρίου Αλέξανδρος | Βασιλεύς Γεώργιος Α' | Τσουδερός Εμμανουήλ | Τσολάκοκλου Γεώργιος | Λογοθετόπουλος Κωνσταντίνος | Ράλλης Ιωάννης  | Παπανδρέου Γεώργιος | Βούλγαρης Πέτρος | Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός | Κανελλόπουλος Παναγιώτης | Σοφούλης Θεμιστοκλής | Πουλίτσας Παναγιώτης | Τσαλδάρης Κωνσταντίνος | Τσαλδάρης Κωνσταντίνος | Μάξιμος Δημήτριος | Τσαλδάρης Κωνσταντίνος | Σοφούλης Θεμιστοκλής | Διομήδης Αλέξανδρος | Θεοτόκης Ιωάννης |  Βενιζέλος Σοφοκλής | Πλαστήρας Νικόλαος | Βενιζέλος Σοφοκλής | Πλαστήρας Νικόλαος | Κιουσόπουλος Δημήτριος | Παπάγος Αλέξανδρος  | Καραμανλής Κωνσταντίνος | Γεωργακόπουλος Κωνσταντίνος | Καραμανλής Κωνσταντίνος | Δόβας Κωνσταντίνος | Καραμανλής Κωνσταντίνος | Πιπινέλης Παναγιώτης | Μαυρομιχάλης Στυλιανός | Παπανδρέου Γεώργιος | Παρασκευόπουλος Ιωάννης | Παπανδρέου Γεώργιος | Αθανασιάδης-Νόβας Γεώργιος | Τσιριμώκος Ηλίας | Στεφανόπουλος Στέφανος | Παρασκευόπουλος Ιωάννης | Κανελλόπουλος Παναγιώτης | Κόλλιας Κωνσταντίνος | Παπαδόπουλος Γεώργιος | Μαρκεζίνης Σπυρίδων | Ανδρουτσόπουλος Αδαμάντιος | Καραμανλής Κωνσταντίνος | Ράλλης Γεώργιος | Παπανδρέου Ανδρέας  | Τζαννετάκης Τζαννής | Γρίβας Ιωάννης | Ζολώτας Ξενοφών | Μητσοτάκης Κωνσταντίνος | Παπανδρέου Ανδρέας | Σημίτης Κωνσταντίνος | Καραμανλής Αλ. Κωνσταντίνος | Παπανδρέου Α. Γεώργιος | Παπαδήμος Λουκάς | Πικραμμένος Παναγιώτης  | Σαμαράς Αντώνιος | Τσίπρας Αλέξης | Βασιλική Θάνου | Τσίπρας Αλέξης | Μητσοτάκης Κυριάκος | Σαρμάς Ιωάννης | Μητσοτάκης Κυριάκος