Κωνσταντίνος Καλλάρης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Κωνσταντίνος Καλλάρης Έλληνας εθνικιστής, ανώτατος αξιωματικός του Μηχανικού, με το βαθμό του αντιστρατήγου, και πολιτικός που διατέλεσε Υπουργός των Στρατιωτικών, αριστίνδην Γερουσιαστής και υποδείχθηκε υποψήφιος Πρόεδρος της Ελληνική Δημοκρατίας, γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1858 στην Αθήνα όπου και πέθανε στις 4 Μαΐου 1940.

Το 1885 παντρεύτηκε με την Νικολίνα Τόμπρου, με την οποία γνωρίστηκαν στην Κέρκυρα όπου είχε γεννηθεί κι ήταν απόγονος πολιτικής και οικογένειας ευγενών των Επτανήσων [1] και πέθανε το 1935 στην Αθήνα. Από το γάμο τους γεννήθηκαν επτά παιδιά, μεταξύ τους η Μαρία, ένα κορίτσι που πέθανε το 1900 από τύφο, ο Σπύρος, ο Άγγελος, η Αγγελική και η Χρυσηίδα, καθηγήτρια Μουσικής με Γαλλική παιδεία.

Κωνσταντίνος Καλλάρης

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογένειας του ήταν από το νησί Ψαρά. Πατέρας του ήταν ο Φρούραρχος Αθηνών Γεώργιος Καλλάρης και μητέρα του η Πηνελόπη Χατζηχρήστου. Οι γονείς του γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν το 1857, όταν ο πατέρας του υπηρετούσε στη Λαμία και από το γάμο τους γεννήθηκαν τέσσερα παιδιά, όμως επέζησαν τα δύο. Ο Κωνσταντίνος, που είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Περικλή Καλλάρη, εισήχθη το 1873, αποφοίτησε το 1880 από τη Σχολή Ευελπίδων και στις 28 Ιουλίου κατατάχθηκε στον Ελληνικό στρατό ως Ανθυπολοχαγός του Μηχανικού και μετατέθηκε σε Στρατιωτική μονάδα. Το 1885, λόγω των οργανωτικών ικανοτήτων του τοποθετήθηκε Καθηγητής της Προπαρασκευαστικής Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών στην Κέρκυρα.

Συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και επιστρέφοντας τοποθετήθηκε Καθηγητής της Σχολής Ευελπίδων σε μαθήματα Οχυρωματικής και Μηχανικού, ενώ παράλληλα εκπόνησε σχέδια για δημόσια έργα και αναβαθμίσεις των ήδη απαρχαιωμένων υποδομών σε όλο το κράτος. Το 1905, με το βαθμό του Ταγματάρχη, τοποθετήθηκε στο Σώμα των Γενικών Επιτελών, το οποίο είχε ιδρυθεί τότε, μέχρι το 1909. με το βαθμό του Συνταγματάρχη, τον Ιούλιο του 1911 και ως την 1η Σεπτεμβρίου του 1912, διορίσθηκε διοικητής των Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων και της Σχολής Υπαξιωματικών [2]. Ο Καλλάρης πρότεινε τη λειτουργία ενιαίας στρατιωτικής σχολής, μέσω συγχωνεύσεως των σχολών Ευελπίδων και Υπαξιωματικών, με αύξηση των σπουδαστών σε 240, ενώ στο σχέδιο του προβλεπόταν η δυνατότητα στους υπαξιωματικούς να εισαχθούν στη Σχολή Ευελπίδων. Η διάρκεια σπουδών πρότεινε να είναι τέσσερα έτη, από τα οποία τα δύο πρώτα θα αφορούσαν την θεωρητική εκπαίδευση και τα δύο τελευταία την στρατιωτική, ζητούσε την αύξηση των αρμοδιοτήτων του διοικητή της Σχολής και την υπαγωγή του Σχολείου στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου των Στρατιωτικών [3]. Οι απόψεις του συνέπιπταν με αυτές των αξιωματικών της Γαλλικής αποστολής, και αποφασίστηκε η εκπαίδευση των Ευελπίδων να γίνει συντομότερη, λιγότερο θεωρητική και περισσότερο πρακτική. Ο Καλλάρης ήταν ο τελευταίος διοικητής της Σχολής πριν διακοπεί η λειτουργία της, λόγω του Α' Βαλκανικού Πολέμου.

Απελευθέρωση Θεσσαλονίκης

Ο Καλλάρης μετά από πρόταση της Γαλλικής στρατιωτικής αποστολής διορίσθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1912, διοικητής της 2ης Μεραρχίας και προήχθη σε υποστράτηγο. Μετείχε στις μάχες στο μέτωπο της Μακεδονίας στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού Πολέμου, στις μάχες της Ελασσόνας, στις 6 Οκτωβρίου 1912, του Σαρανταπόρου, στις 9 Οκτωβρίου, του Τριποτάμου, στις 15 Οκτωβρίου, των Γιαννιτσών στις 20 Οκτωβρίου, την απελευθέρωση και εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης. Η 2η Μεραρχία με τον στρατηγό Καλλάρη κατευθύνθηκε από το Βατιλύκ, τη σημερινή κωμόπολη Βαθύλακκος, του Δήμου Χαλκηδόνος στο νομό Θεσσαλονίκης, προς Ντεμίργκλαβα και Μπάλτζα, το σημερινό Μελισσοχώρι Θεσσαλονίκης. Μετά από πληροφορία του γιατρού Φίλιππου Νίκογλου, ο Ελληνικός στρατός άλλαξε τα αρχικά σχέδια του, πραγματοποίησε κυκλωτική κίνηση στην πόλη αποτρέποντας κάθε δυνατότητα να βρει διέξοδο προς βορρά και βορειοανατολικά ο Τουρκικός στρατός και αναγκάζοντας τον Τούρκο αρχιστράτηγο να αποδεχθεί την πλήρη παράδοση της.

Όταν ο Τούρκος στρατηγός εξέφρασε το φόβο μήπως η 2η Ελληνική Μεραρχία κατά την πορεία της ερχόταν σε επαφή με κάποιο τμήμα του Τουρκικού στρατού, ο Συνταγματάρχης Βίκτωρας Δούσμανης έστειλε αμέσως αξιωματικό με έγγραφο σημείωμα προς τον Στρατηγό Καλλάρη, με το οποίο του ανακοίνωσε το γεγονός της παραδόσεως. Ο Καλλάρης εισήλθε στη Θεσσαλονίκη με τον Ελληνικό στρατό, ενώ στη συνέχεια ορίστηκε πρώτος Στρατιωτικός Διοικητής των ελληνικών στρατευμάτων της ελεύθερης Θεσσαλονίκης μέχρι να αναχωρήσει με τη Μεραρχία του για την Ήπειρο με στόχο την κατάληψη των Ιωαννίνων. Τον αντικατέστησε ο Πολιτικός Διοικητής της Θεσσαλονίκης και των –ονομαζόμενων –«Νέων Χωρών» ο εκ Βεροίας καταγόμενος Κωνσταντίνος Ρακτιβάν ενώ για λόγους σκοπιμότητας και προσωρινώς διατηρήθηκε στη θέση του ο Τούρκος δήμαρχος της πόλης Οσμάν Σαϊτ Ιμπέλ Χακή μπέης .

Απελευθέρωση Ιωαννίνων

Η ΙΙα Μεραρχία υπό τον Καλλάρη συμμετείχε στη Μάχη των Πεστών, στις 29 και 30 Οκτωβρίου 1912 και στις επιχειρήσεις του Μπιζανίου στην Ήπειρο, περιοχή στην οποία σκοτώθηκε [4] πολεμώντας στη μάχη της 7ης Δεκεμβρίου 1912 στην περιοχή της Μανωλιάσας, ο Σπυρίδωνας, ο μεγαλύτερος γιος του, που υπηρετούσε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός [5]. Ο Καλλάρης, όπως έγραψαν οι πολεμικοί ανταποκριτές, «πολέμησε όλη μέρα σαν Στρατηγός και το βράδυ, θρήνησε σαν πατέρας». Στο Β' Βαλκανικό Πόλεμο, στη μάχη της Κρέσνας, έπεσε από το άλογό του και τραυματίσθηκε, ενώ στη συνέχεια η Μεραρχία του με την λήξη του Α' Βαλκανικού Πολέμου μετέβη και εγκαταστάθηκε εντός της Θεσσαλονίκης.

Με την έκρηξη του Β' Βαλκανικού Πολέμου, αφού ζήτησε από το Βούλγαρο στρατηγό Χεσάψιεφ να εγκαταλείψει [6] τη Θεσσαλονίκη. Στις 4.40 μετά το μεσημέρι έγινε δυνατή η επίδοση του εγγράφου του Καλλάρη προς την διοίκηση του βουλγαρικού στρατού κι αυτή η καθυστέρηση έγινε διότι ο Χεσάψιεφ τους εγκατέλειψε και δεν βρισκόταν ο αρμόδιος Βούλγαρος αξιωματικός, όμως οι αψιμαχίες στην πόλη άρχισαν στις 3 μετά το μεσημέρι της 17 Ιουνίου 1913 και όσους Βούλγαρους έπιαναν, τους αφόπλιζαν και τους φυλάκιζαν. Αλλά η πραγματική μάχη άρχισε κοντά στο βουλγαρικό ταχυδρομείο, όταν πυροβολήθηκαν οι οδηγοί δύο ελληνικών στρατιωτικών αυτοκινήτων. Ο Καλλάρης ανέλαβε την εκκαθάριση της πόλεως από τα βουλγαρικά τμήματα που καταυλίζονταν εκεί και την ίδια μέρα αιχμαλώτισε τα δύο Βουλγαρικά τάγματα που φιλοξενούνταν στη Θεσσαλονίκη. Η 2η Μεραρχία συμμετείχε στο Β' Βαλκανικό πόλεμο και πολέμησε στις μάχες εναντίον του Βουλγαρικού στρατού, στις Μάνδρες, στις 19 Ιουνίου 1913, του Κιλκίς [7], στις 20/21 Ιουνίου, στην κατάληψη των διαβάσεων στο όρος Κερκίνη, στις 25 Ιουνίου, στα Υψώματα Ροσσελίν, στις 7 Ιουλίου, στο Ύψωμα Βίντρεν, στις 13 Ιουλίου, στο Ύψωμα Χασάν Πασά, στις 15 Ιουλίου και στο Ύψωμα Λέσκο, στις 17 Ιουλίου 1913.

Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους

Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους παρέμεινε επί ένα έτος διοικητής της 2ης Μεραρχίας, και στις 5 Ιανουαρίου 1914, όταν συστάθηκαν τα Σώματα Στρατού ανέλαβε, ως αντιστράτηγος, διοικητής του Α' Σώματος, όμως έως τον Ιούλιο του 1914 που ανέλαβε τη διοίκηση του Σώματος, χρημάτισε Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. O Καλλάρης ανέλαβε τη Διοίκηση του Α' Σώματος Στρατού μετά την αποχώρηση της Γαλλικής αποστολής από την Ελλάδα και διατήρησε σαν Επιτελάρχη το παλιό του γνώριμο από τη 2η Μεραρχία Αντιστράτηγο Ιπποκράτη Παπαβασιλείου. Όταν εκδηλώθηκε το κίνημα της Θεσσαλονίκης, στις 17 Αυγούστου 1916, απέφυγε να αναμιχθεί στις διαμάχες, θα συμμετείχε αν ήταν μόνο στρατιωτικό κι όχι πολιτικό κίνημα, αν και υποστήριζε τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο υπέρ της Αντάντ, όμως είχε την πεποίθηση ότι σε περιόδους κρίσεως, η χώρα έπρεπε να μείνει ενωμένη.

Υπό τη διοίκηση του το Σώμα βίωσε τις συνέπειες της δημιουργίας του Κράτους της Θεσσαλονίκης, ενώ οι μονάδες του υπερασπίστηκαν τη νομιμότητα της Κυβερνήσεως των Αθηνών στη διάρκεια των Νοεμβριανών. Μετά την επιβολή της κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης αντικαταστάθηκε από τον Αντιστράτηγο Γεννάδη και οι περισσότερες μονάδες του Σώματος μεταστάθμευσαν στην Πελοπόννησο, ενώ μετά την απομάκρυνση του Βασιλιά και τη κάθοδο της Κυβερνήσεως στην Αθήνα, επιχειρήθηκε η αναδιοργάνωση του. Ο Καλλάρης στις 9 Ιουνίου και έως τις 3 Σεπτεμβρίου 1916, ανέλαβε καθήκοντα Υπουργού Στρατιωτικών και προσωρινώς Ναυτικών στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη [8].

Στις 12 Οκτωβρίου 1916 επανήλθε στην διοίκηση του Α' Σώματος Στρατού, όμως στις 9 Ιανουαρίου 1917 απαλλάχθηκε από τα στρατιωτικά του καθήκοντα, καθώς η απομάκρυνση του ήταν ένας από τους όρους των συμμάχων και τον Ιούλιο του 1917 τέθηκε σε αυτεπάγγελτη διαθεσιμότητα. Με δύο επιστολές προς την υπηρεσία του ζήτησε να συμμετάσχει στις επιχειρήσεις στην πρώτη γραμμή του μετώπου, στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και στις 29 Ιουνίου 1918 παραιτήθηκε κατόπιν αιτήσεώς του, όταν απορρίφθηκε το αίτημα του. Στις 20 Αυγούστου 1922, στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, σκοτώθηκε στο Ουσάκ ο Άγγελος [9], ο δευτερότοκος γιος του, ο οποίος ήταν Λοχαγός του Πυροβολικού.

Μετά την Μικρασιατική καταστροφή

Ο Στρατηγός Καλλάρης συμφώνησε και συμμετείχε στη Στρατιωτική Επιτροπή διερευνήσεως των αιτιών της ήττας στη Μικρά Ασία, όπως του είχε προτείνει ο τότε Υπουργός Στρατιωτικών Α. Χαραλαμπάκης. Τελικά αποσύρθηκε από τη διαδικασία καθώς δεν του δόθηκε η εξάμηνη προθεσμία την οποία είχε ζητήσει για τη διεξαγωγή της ανακρίσεως [10]
, ενώ και το κλίμα της εποχής αλλά και οι πιέσεις της Επαναστατικής Επιτροπής δε διασφάλιζαν ανεπηρέαστη προανακριτική διαδικασία. Το 1925 αρνήθηκε να αποδεχθεί το διορισμό του στην Ανακριτική Επιτροπή για την έρευνα της ευθύνης των διοικητικών μονάδων κατά την υποχώρηση στο μέτωπο της Μικράς Ασίας. Το 1926 και μετά την πτώση της δικτατορίας του Θεόδωρου Πάγκαλου αποδέχθηκε τη θέση του Προέδρου στο Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο. Την περίοδο αυτή έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» [11].

Στις 16 Δεκεμβρίου 1929 εκλέχθηκε αριστίνδην Γερουσιαστής έως τις 18 Αυγούστου 1932, όταν έληξε η βουλευτική περίοδος [12]. Πραγματοποίησε δεκάδες παρεμβάσεις και ζήτησε προστατευτικά μέτρα υπέρ των εργατών και των τεχνιτών που απασχολούσαν σε διάφορα έργα οι στρατιωτικές υπηρεσίες, χωρίς να αναλαμβάνουν ευθύνες σε περιπτώσεις ατυχημάτων. Έκανε προτάσεις για την εκπαίδευση των παιδιών και την ανάγκη βασικού ελέγχου της ύλης σε ξένες σχολές και κολέγια, στα οποία φοιτούσαν Ελληνόπαιδες. Στις 12 Οκτωβρίου 1934, στην ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Ελληνική Δημοκρατίας, 18 βουλευτές που είχαν εκλεγεί με το κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ψήφισαν [13] το στρατηγό Καλλάρη για τη θέση του Προέδρου, όμως τελικά εκλέχθηκε ο Αλέξανδρος Ζαΐμης με 197 ψήφους επί συνόλου 368 βουλευτών και γερουσιαστών, ενώ 112 ψηφοδέλτια βρέθηκαν λευκά.

Ο Καλλάτης μετά το θάνατο της συζύγου του αφοσιώθηκε στις μελέτες Δημοσίων έργων. Ως μηχανικός σχεδίασε και κατασκεύασε κτίρια που κοσμούν την Αθήνα, την Κέρκυρα και άλλες Ελληνικές πόλεις, στη Θεσσαλία, τα Μεσόγεια και την Πελοπόννησο, μεταξύ τους το θέατρο της Κέρκυρας και ο Ιερός Ναός του Αγίου Ιωάννη στο Μαρκόπουλο Αττικής. Με την έκρηξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η κυβέρνηση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά διέταξε γενική απογραφή των υποδομών του Ελληνικού κράτους και ανέθεσε στον Καλλάρη, παρά την επισφαλή του υγεία και το προχωρημένο της ηλικίας του, την απογραφή του Ελληνικού σιδηροδρόμου. Εκπόνησε, συνέταξε και παρέδωσε, λίγες μέρες πριν ξεψυχήσει, μια μελέτη, τεράστια σε περιεχόμενο και ο Υπουργός Πρωτευούσης Κωνσταντίνος Κοτζιάς απέστειλε ευχαριστήρια επιστολή στις κόρες του, Αγγελική και Χρυσηίδα.

Μνήμη Καλλάρη

Για το έργο του στη Σχολή και στα δημόσια έργα στην Κέρκυρα ήταν ένας από τους πρώτους τριάντα Έλληνες που τιμήθηκε με τον

  • Σταυρό των Ταξιαρχών του Βασιλικού Τάγματος των Σωτήρων, το 1895.

Οι πόλεις των Ιωαννίνων, της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών και άλλες Ελληνικές πόλεις, τον τίμησε δίνοντας το όνομα του σε οδούς τους.

Αρχείο Καλλάρη

Το αρχείο αποτελείται από φωτογραφίες, χειρόγραφες επιστολές, καρτ ποστάλ, επιστολικά δελτάρια, ηχογραφημένες μαρτυρίες και ντοκουμέντα που καλύπτουν την περίοδο από το 1812 μέχρι και το 1974. Τα μέλη της οικογένειας έδρασαν από την Εθνεγερσία του 1821, την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, τους Βαλκανικούς πολέμους, τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, την Μικρασιατική Εκστρατεία, το Β' Παγκόσμιο πόλεμο και στη διάρκεια της ενόπλου ανταρσίας των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Οι κόρες του Αγγελική και Χρυσηίδα κατέγραψαν και δώρισαν κειμήλια της οικογένειας σε μουσεία και φορείς, όπως στο Πολεμικό Μουσείο των Αθηνών, στο Μουσείο Μπενάκη, στο Κέντρο Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης, όπου εκτίθενται όπλα, χάρτες, έπιπλα αλλά και πίνακες της Θάλειας Φλωρά-Καραβία και του Γεωργίου Ροϊλού, μετάλλια, διακρίσεις, βιβλία και προσωπικά αντικείμενα του Στρατηγού Καλλάρη.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Η Νικολίνα ήταν εγγονή του πολιτικού και διανοούμενου Πέτρου Βραΐλα Αρμένη, ενώ ο Κωνσταντίνος Τόμπρος, πατέρας της Νικολίνας Τόμπρου υπήρξε γερουσιαστής της Ιονικής Βουλής που υπέγραψε το 1864 την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα.]
  2. [Η Σχολή Υπαξιωματικών ήταν σχολή παραγωγής αξιωματικών του πεζικού, ιππικού και επιμελητείας. Ονομάσθηκε Σχολή Υπαξιωματικών επειδή φοιτούσαν αποκλειστικά υπαξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού]
  3. [Διονύσης Μοσχόπουλος, «Ο στρατηγός Κωνσταντίνος Καλλάρης και η εποχή του (1858-1940)»]
  4. Σπύρος Καλλάρης πολέμησε και έπεσε στην μάχη της 7ης Δεκεμβρίου του 1912. Το βράδυ, αφού μάζεψαν τους νεκρούς και τους τραυματίες απ’ το πεδίο μάχης, ένας στρατιώτης πλησίασε τον γιατρό και του ψιθύρισε ότι ο Ανθυπολοχαγός Καλλάρης ήταν νεκρός. Το άψυχο σώμα του μεταφέρθηκε δίπλα απ’ την σκηνή του πατέρα του, αλλά ο γιατρός δίσταζε να μεταφέρει τα τραγικά νέα. Συζήτησε με τους Αξιωματικούς, οι οποίοι τον συμβούλευσαν να μην το αποκαλύψει. Η μάχη της επόμενης μέρας θα ήταν δύσκολη και ο Στρατηγός έπρεπε να παραμείνει συγκεντρωμένος. Ο νεκρός όμως έπρεπε να ταφεί και ο γιατρός δεν μπορούσε να καθυστερήσει άλλο. Το επόμενο πρωί, ενημέρωσε τον Στρατηγό για τον θάνατο του γιου του. Ο Καλλάρης μπήκε στην σκηνή και στάθηκε αλύγιστος μπροστά στην σορό του γιου του. Δημοσίευμα της εποχής, περιέγραψε την σκηνή: «Έμεινεν όρθιος έως ένα τέταρτον, πότε χαιδεύων τα μαλλιά του παιδιού και άλλοτε τα χείλη. Μια στιγμή θωπεύων τα παγωμένα χέρια του είπε: «παιδί μου, πώς επάγωσαν τα χεράκια του». Και έπειτα: «Εύγε Πίπη μου, έκαμες το καθήκον σου». Όταν βγήκε από την σκηνή, το πρόσωπό του ήταν χλωμό, αλλά ανέκφραστο. Στράφηκε προς τους Αξιωματικούς και είπε: «Κύριοι, επί των ίππων!».]
  5. [Ο υπουργός των Στρατιωτικών Νικόλαος Στράτος μόλις πληροφορήθηκε το δραματικό αυτό γεγονός, έστειλε στον στρατηγό Καλλάρη το ακόλουθο τηλεγράφημα, «Προς τον ανδρείον στρατιώτην, όστις ως αρχαίος Σπαρτιάτης αναγγέλει τον θάνατον του πεφιλημένου υιού του, ολόκληρος στρέφεται η συμπάθειά μου. Μετά συγκινήσεως συμμερίζομαι την λύπην του πατρός και την υπερηφάνειαν του στρατιώτου προσενεγκόντος προς την πατρίδα ό,τι πολυτιμώτερον διέθετε». Ο διπλωμάτης και πολιτικός Αντώνιος Ζυγομαλάς έστειλε αμέσως στο διοικητή της ΙΙ Μεραρχίας συλλυπητήριο τηλεγράφημα, υπογραμμίζοντας, «Μετά της συζύγου μου εγκαρδίως συλλυπούμαι τιμητικώτατον θάνατον ανδρείου υιού σας. Το πικρώτερον φύλλον δάφνης προσετέθη εις τον αρμόζοντα στέφανον δόξης τω αξίω και ανδρείω Στρατηγώ της ενδόξου σιδηράς Μεραρχίας.». Τις επόμενες ημέρες και καθώς οι υμνητικές αναφορές στις εφημερίδες συνεχίζονταν, ο στρατηγός Καλλάρης απέστειλε την ακόλουθη ανακοίνωση, η οποία δημοσιεύθηκε στον τύπο της εποχής. «Αισθάνομαι την υποχρέωση να εκφράσω προς Υμάς και δι’ υμών προς ολόκληρον τον Αθηναϊκόν Τύπον την ευγνωμοσύνην μου δι’ όσα καλά και συμπαθητικά εγράφησαν περί του εν Ηπείρω πεσόντος υιού μου και κατ’ επέκτασιν περί εμού. Συγχρόνως όμως Σας παρακαλώ θερμώς να μεριμνήσητε όπως παύση πλέον η αναγραφή διαφόρων λεπτομερειών, κατά το μάλλον ή ήττον ακριβών, περί του επεισοδίου τούτου του πολέμου.Πάμπολλοι νέοι έπεσαν και πολλοί πατέρες υπέμειναν στωικώς τα πλήγματα της μοίρας και του πολέμου. Το εν Ηπείρω χυθέν αίμα αυτών συνανεμίγη εις ποταμόν κοινόν, όπως κοινή είνε η δόξα των. Κοινόν ίσως και το Ηρώον, δι’ ού θα απαθανατισθή η καρτερία και η αυταπάρνησις των απελευθερωτών της Ηπείρου.
    Μετ/ ευγνωμοσύνης και μεγίστης υπολήψεως.
    Υμέτερος
    Υποστράτηγος ΚΑΛΛΑΡΗΣ».
  6. [«Εν Θεσσαλονίκη τη 17η Ιουνίου 1913
    Προς τον Διοικητήν των Βουλγαρικών Στρατευμάτων
    Ενταύθα
    Κύριε Διοικητά,
    Επειδή τα Βουλγαρικά στρατεύματα ήρχισαν τας εχθροπραξίας κατά των ιδικών μας, λαμβάνω την τιμήν να σας παρακαλέσω όπως εγκαταλείψητε την πόλιν της Θεσσαλονίκης εις διάστημα μίας ώρας αφ’ ης στιγμής λάβητε την παρούσαν. Τα όπλα του στρατού σας θα παραδοθώσιν εις αξιωματικούς επί τούτω ορισθησομένους. Οι αξιωματικοί δύνανται να φέρωσι τα ξίφη των. Ιδιαιτέρα αμαξοστοιχία θα μεταφέρη τον στρατόν μέχρι των προφυλακών μας και μέτρα θα ληφθώσι δια την ασφάλειάν των. Ληξάσης της προθεσμίας ταύτης, θέλω αναγκασθή μετά μεγάλης μου λύπης να δώσω διαταγάς όπως τα στρατεύματά σας θεωρηθώσιν ως εχθρικά.
    Στρατηγός Καλλάρης».]
  7. [Τηλεγράφημα του Στρατηγού Καλλάρη για την κατάληψη της πόλεως του Κιλκίς. «Αγγέλλω νίκην Κιλκίς. Εχθρός υποχωρεί εγκαταλείψας οχυρωμένας θέσεις του. Ηδη εγκαταλείπει και πόλιν. Πλευρική ραγδαία επίθεσις Μεραρχίας μου εδικαίωσε προσδοκίας σας επενεγκούσα αποφασιστικήν έκβασιν αγώνος. Κ. Καλλάρης».]
  8. Κυβέρνησις ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΖΑΪΜΗ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
  9. [Ο λοχαγός Άγγελος Καλλάρης συμμετείχε στην Μικρασιατική εκστρατεία του 1922. Από το μέτωπο έγραψε μία τρυφερή αφιέρωση σε καρτ-ποστάλ που έστειλε στην μικρότερη αδελφή του, τη Χρυσηίδα. «Μπεμπεκάκι τι γίνεσαι; Μόλις έλαβα γράμμα της μαμάς από 23 τρέχοντος. Μεγάλη ταχύτης εις το ταχυδρομείο. Είμαι καλά και ελπίζω και εσείς το ίδιο. Κάθομαι έξω από την σκηνή μου στην σκιά και γράφω, ακούω το κελάηδισμα μιας μικρής καρδερίνας που έπιασα προχθές και την έχω σε ένα πρόχειρο κλουβί. Να μπορούσες να την είχες εκεί, φαντάζομαι πόσο θα σου άρεσε. Αλλά που να έλθει από τα βάθη της Ανατολής στην Ευρώπη που ζείτε εσείς. Φιλιά σε όλους, Άγγελος.» Ο Άγγελος σκοτώθηκε στις 20 Αυγούστου του 1922, στην μάχη της Ουσάκ, καθώς κάλυπτε μόνος του την οπισθοχώρηση των Ελληνικών στρατευμάτων με πυροβόλα. Τα ίχνη του χάθηκαν και για πολλές μέρες πίστευαν ότι είχε αιχμαλωτιστεί. Η οικογένεια περίμενε νέα του για μέρες, χωρίς να ξέρει αν ζούσε ή αν πέθανε. Τελικά βρέθηκε το πτώμα του και ενημερώθηκε η οικογένειά του στην Αθήνα.]
  10. [Την αρχική συμμετοχή του Καλλάρη αλλά και την τελική άρνηση του επιβεβαίωσε σε Επιστολή-απάντηση των όσων έγραψε ο νομικός κ. Αντώνης Βγόντζας στην Κυριακάτικη Αθηναϊκή εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» στις 22 Νοεμβρίου 2009 για τη «δίκη των έξι», ο νομικός συµπαραστάτης του κ. Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκη, κ. Νίκο Βασιλάτο, στην οποία αναφέρει: «Για τα ιστορικά θέματα ο καθένας έχει το δικαίωμα να σχηματίζει τη δική του προσωπική γνώμη σύμφωνα µε όσα έχει ακούσει και µε όσα έχει διαβάσει. Ο νομικός όμως ο οποίος εκφράζεται δηµόσια πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός». Ο κ. Βασιλάτος επισημαίνει ότι «στη δίκη των έξι κάθε έννοια δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραμερίστηκε από την πρώτη στιγμή». Συγκεκριµένα, «το ανακριτικό έργο στην υπόθεση αυτή το είχε αναλάβει αρχικά ο στρατηγός Καλλάρης, ο οποίος ζήτησε εξάμηνη προθεσμία και επειδή δεν του δόθηκε παραιτήθηκε. Τον διαδέχτηκε στο ανακριτικό έργο ο στρατηγός Ζυμβρακάκης, ο οποίος επίσης παραιτήθηκε, διότι δεχόταν πιέσεις ως προς την ανάκριση και τους φερόμενους ως υπευθύνους. Τον πίεζαν ακόµη να τελειώσει τις ανακρίσεις εντός δέκα ημερών!». Επίσης, ο επιστολογράφος τονίζει: «Το ότι χάθηκε ο φάκελος της δικογραφίας δεν αποτελεί επιχείρημα εναντίον του αιτήματος του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκη να αποκατασταθεί η μνήμη του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη και τούτο, πρώτον, διότι ο νόμος δεν εξαρτά το αίτημα από την ύπαρξη ή µη του φακέλου και, δεύτερον, διότι δεν είναι δυνατόν να πληρώνει ο πολίτης την αδυναμία της διοίκησης να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της, µεταξύ των οποίων είναι και η διατήρηση των δικαστικών φακέλων».
    ΝΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΑΤΟΣ
    Νομικός συµπαραστάτης του Μ. Πρωτοπαπαδάκη
  11. [«Το χρονικόν του Παρνασσού (1865-1950)», σελίδα 354, Κωνσταντίνος Βοβολίνης.]
  12. [σ.σ. Η εκλογή του στρατηγού Καλλάρη ως αριστίνδην Γερουσιαστού αναφέρεται στο βιογραφικό του που υπάρχει στο σύνδεσμο Αρχείο Καλλάρη, όμως δεν επιβεβαιώνεται στο σύνδεσμο Μητρώο Βουλευτών, σελίδες 94/159 κ.ε. που περιλαμβάνει τα στοιχεία των εκλεγμένων Βουλευτών και Γερουσιαστών της περιόδου από το 1910 έως το 1935.]
  13. Αλέξανδρος Παπαναστασίου, σελίδα 59/290.