Κωνσταντίνος Κρυστάλλης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Κωνσταντίνος Κρυστάλλης, Έλληνας ποιητής, διηγηματογράφος και ιστορικός συγγραφέας, γεννήθηκε το 1868 στο χωριό Συρράκο, βλαχοχώρι στην Πίνδο σε υψόμετρο 1800 μέτρων, στην Ήπειρο και πέθανε το πρωί της 22ας Απριλίου 1894 στην Άρτα.

Κων/νος Κρυστάλλης

Βιογραφία

Η οικογένεια Κρουστάλλη, πήρε το επίθετό της από τον προπάππο του ποιητή, που φορούσε πάντα κάτασπρη φουστανέλα. Ανήκε σε οικογένεια Εθνικών αγωνιστών και ο Δημήτρης Κρουστάλλης, ο πατέρας του, ήταν μεγαλέμπορος στα Ιωάννινα, ο οποίος συντηρούσε με δικά του έξοδα επαναστατικό απόσπασμα και αγωνίστηκε μέχρι την τελευταία στιγμή να περιλάβει το 1881, το Συρράκο στην καινούργια οροθετική γραμμή, όμως δεν τα κατάφερε. Το σπίτι της οικογένειας Κρουστάλλη ήταν ανοιχτό για όλους και αρκετές φορές συγκεντρώνονταν καπεταναίοι και συζητούσαν για πατριωτικές απόπειρες.

Σπουδές

Ο Κρουστάλλης ήταν ο καλύτερος μαθητής στο μικτό δημοτικό σχολείο της πατρίδας του και το 1880 αποφοίτησε, όμως τον ίδιο χρόνο πέθανε από φυματίωση η μητέρα του Ιωάννα Ψαλλίδα την οποία υπεραγαπούσε, όπως φαίνεται από τα ποιήματά του. Ο ποιητής είχε άλλα τέσσερα αδέλφια, ενώ ο ίδιος ήταν πρωτότοκος. Το σπίτι ερήμωσε, γιατί ο πατέρας του έπρεπε να μείνει στις δουλειές του, στα Ιωάννινα, και αυτός με τα τέσσερα αδέρφια του στο χωριό, σε χέρια συγγενών. Τελικά ο πατέρας του τον πήρε μαζί του στα Ιωάννινα, για να συνεχίσει τις σπουδές του στη Ζωσιμαία Σχολή. Εκεί έμαθε να διαβάζει Καρασούτσα και Καντακουζηνό. Συγχρόνως όμως διάβαζε και ότι άλλο συναντούσε. Δανειζόταν βιβλία από την πλούσια βιβλιοθήκη της Ζωσιμαίας και μελετούσε κυρίως ποίηση και ιστορία.

Το 1882 ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε, αλλά φαίνεται η μητριά του δεν του φερόταν καλά, γεγονός που καταγράφηκε σε δύο ποιήματά του

  • «Αι οδύναι μου» και
  • «Τ` ορφανό» το 1888.

Το 1883 τελείωσε τις σπουδές του στη Ζωσιμαία και το φθινόπωρο γράφτηκε στην πρώτη γυμνασίου. Το γυμνάσιο το τελείωσε με πολλές ταλαιπωρίες, γιατί οι δουλειές του πατέρα του πήγαιναν πολύ άσχημα, όμως διέκοψε τις σπουδές του επειδή αρρώστησε και ο πατέρας του τον έστειλε στο χωριό όπου το κλίμα ήταν κατάλληλο για την αντιμετώπιση της αρρώστιας. Το 1888 ήταν μαθητής ακόμη, όταν η μακεδονορουμανική προπαγάνδα τον συκοφάντησε ως επικίνδυνο εχθρό της Τουρκικής Αυτοκρατορίας στον Χιβζή πασά, με αποτέλεσμα να δραπετεύσει από τα Ιωάννινα.

Εγκατάσταση στην Αθήνα

Τον Ιανουάριο του 1889, πήγε στην ελεύθερη Αθήνα, όπου άλλαξε το επίθετό του σε Κρυστάλλης κι έζησε δύσκολα, χωρίς ρούχα και χρήματα, ενώ οι Τούρκοι τον καταδίκασαν ερήμην, 25 χρόνια εξορία στη Βαγδάτη. Μοναδικός προστάτης του ήταν ο Σπυρίδων Λάμπρος, με τη βοήθεια του οποίου κατόρθωσε τον Μάρτιο του 1889, να τον προσλάβουν στο τυπογραφείο των εκδόσεων «Φέξης», όπου εργάστηκε για δύο χρόνια, με ημερομίσθιο μια δραχμή. Το 1891 τον προσέλαβαν ως γραμματέα στο περιοδικό «Εβδομάς» του Ιωάνννη Δαμβέργη, όμως η συνεργασία τους έληξε τον ίδιο χρόνο εξαιτίας των διαφωνιών του με τη διεύθυνση. Τον Αύγουστο του 1891 διορίστηκε ως υπάλληλος των εκδοτηρίων στους Σ.Π.Α.Π. [Σιδηροδρόμους Πελοποννήσου], όπου οι συνθήκες ήταν καλύτερες, όμως εξακολουθούσε να τον βασανίζει η εγκατάλειψη των σπουδών του και κατέβαλλε έντονες προσπάθειες να εξασφαλίσει κάποια υποτροφία, για να τελειώσει την τελευταία τάξη του Γυμνασίου, δίχως όμως αποτέλεσμα.

Την ίδια εποχή δημιούργησε ερωτική σχέση με την κόρη της της σπιτονοικοκυράς του, όμως είχε την ατυχία σε διάστημα τεσσάρων μηνών να χάσει τους δύο καλύτερους φίλους του. Τον Ιανουάριο του 1892 άρχισε η συνεργασία του στο Λεξικό Μπεκ και Μπαρτ. Τον Οκτώβριο του 1893 τον απέλυσαν απ` τους Σ.Π.Α.Π. και οι μοναδικοί πόροι του ήταν τα λίγα χρήματα που έπαιρνε απ` το Λεξικό, ενώ παράλληλα υπέφερε από φυματίωση. Η έλλειψη καλής διατροφής και υγιεινών συνθηκών διαβίωσης κλόνισε σοβαρά την υγεία του. Την ίδια εποχή κέρδισε τον πρώτο λαχνό στο λαχείο αρχαιοτήτων, που του απέφερε 2.500 δραχμές, ποσό σημαντικό, όταν στο τυπογραφείο είχε ημερομίσθιο μία δραχμή. Υπέφερε από συνεχείς αιμοπτύσεις, όμως σπαταλούσε τη ζωή του, ξενυχτώντας, παίζοντας πρέφα και γράφοντας άρθρα για το λεξικό.

Σημαντική είναι η μαρτυρία του για τα «Κρυφά Σχολειά» του Συρράκου και των Καλαρρυτών, όπως την κατέγραψε στο περιοδικό «Εβδομάς» [1], το 1891, «...Εν Συρράκω και Καλαρρύταις εδιδάσκετο η Ελληνική Παιδεία υπό Ιερέων ως εις πλείστα μέρη της Ελλάδος κατά τους ανωμάλους εκείνους καιρούς –είτε εν ναοίς είτε εν ιδιωτικοίς οίκοις- πολύ προ του ισαποστόλου Αγίου Κοσμά....». Σύμφωνα με όσα έλεγε ο ίδιος, «...Κάθε άνθρωπος γεννήθηκε σ’ αυτή την ζωή με κάποιο προορισμό. Εγώ γεννήθηκα δι αυτόν τον προορισμόν... Με αυτό το τάλαντο. Με την ποίηση και την φιλολογία…».

Το τέλος του

Το Φεβρουάριο του 1894 μετά από την επιμονή των φίλων του, πήγε στην Πάτρα και στη συνέχεια αναχώρησε για την Κέρκυρα με την ελπίδα να βελτιωθεί η υγεία του, όμως η κατάσταση επιδεινώθηκε και με προτροπή της αδελφής του που έμενε στην Άρτα πήγε εκεί όπου και πέθανε το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης, 22 Απριλίου 1894, σε ηλικία 26 χρονών. To Υπουργείο Παιδείας κήρυξε το 1994 ως «Έτος Κώστα Κρυστάλλη». Προτομές του έχουν στηθεί στην Αγία Τριάδα Πεντέλης [2], έργο του γλύπτη Γιώργου Ματαράγκα, στην Άρτα, στο Άλσος των ποιητών στα Ιωάννινα και στη Λάρισα.

Σύμφωνα με το Γρηγόριο Ξενόπουλο, «....ήτο γνήσιος καλλιτέχνης. Δεν έγραψε μίαν σελίδα, μίαν γραμμήν χωρίς την σφραγίδα της ιδιοφυούς ψυχής του. Και τα πεζά του και τα έμμετρα, και αυτά ακόμη τα εις απλήν και ανεπιτήδευτον καθαρεύουσαν γραμμένα – διότι απ’ αρχής ο ποιητής δεν είχε κατανοήσει ότι αι λαϊκαί του εμπνεύσεις παντού και πάντοτε, μόνον δια της λαϊκής γλώσσης, ήτο δυνατόν ν’ αποδοθούν και εταλαντεύετο ζητών τον αληθή δρόμον, όπως ο αεροπόρος πριν αναλάβει την προς τα ύψη πορείαν- όλα μαρτυρούν ότι ο Κρυστάλης έβλεπε και ησθάνετο βαθέως, ειληκρινώς, ανθρωπίνως, άνευ της μεσολαβήσεως ξένων αναγνωσμάτων, απηλλαγμένος πάσης μιμήσεως, παντός ψιττακισμού...».

Εργογραφία

Τα σταθερά μοτίβα του είναι το χωριό του, το βουνό, οι λαγκαδιές και ορισμένα από τα έργα του κάηκαν από τη σπιτονοικοκυρά του, όταν έμαθε, ότι ο Κρυστάλλης ήταν φυματικός. Οι πρώτες ποιητικές συλλογές του εντάσσονται στο ρομαντισμό της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής κι είναι γραμμένες στην καθαρεύουσα, επηρεασμένες από το πνεύμα του Αθηναϊκού ρομαντισμού. Το 1891 με τα «Αγροτικά» πέρασε στον κύκλο της Νέας Αθηναϊκής Σχολής, και στράφηκε προς τη δημοτική γλώσσα, και το δημοτικό τραγούδι. Στην πεζογραφία του είναι επηρεασμένος από την λαϊκή παράδοση και ανήκει στους πρωτοπόρους της δημοτικής γλώσσας.

Έργα του:

Ποιήματα

  • «Αι σκιαί του Άδου» το 1886, εργασία με έντονο το εθνικό απελευθερωτικό πνεύμα και αναφορές στις συνθήκες της υπόδουλης ζωής στους Τούρκους,
  • «Το επύλλιον»,
  • «Χελιδόνες» το 1889,
  • «Ο καλόγερος της Κλεισούρας του Μεσολογγίου» το 1889,
  • «Αγροτικά» το 1891, που τιμήθηκαν με έπαινο στον Α´ Φιλαδέλφειο Διαγωνισμὸ,
  • «Ο τραγουδιστής του χωριού και της στάνης» το 1883, με πρώτο και θερμό έπαινο στον Β´ Φιλαδέλφειο Διαγωνισμό.

Το βραβείο του διαγωνισμού δόθηκε στο Γιώργο Στρατήγη, έπειτα από την εισήγηση του Άγγελου Βλάχου ο οποίος δεν δέχονταν την δημοτική γλώσσα του Κρυστάλλη, απόφαση την οποία καταδίκασαν οι πνευματικοί άνθρωποι της εποχής, ενώ ο Βλάσσης Γαβριηλίδης δημοσίευσε άρθρο που καταλάμβανε ολόκληρη την πρώτη σελίδα στην εφημερίδα «Ακρόπολις».

  • «Γκόλφω», 11 πρωτόλεια και άλλα ποιήματα.

Ιστορικά έργα

  • «Οι Βλάχοι της Πίνδου» το 1891, που αποτελείται από 4 μέρη:
«Οι καραγκούνοι»,
«Σαμαρίνα»,
«Ζαγόρι» και
«Μαλακάσι».

Πεζογραφήματα

Εκδόθηκαν κατά συλλογές:

  • «Πεζογραφήματα» το 1894,
  • «Παλιά μου χρόνια»,
  • «Ηπειρωτικές αναμνήσεις» και
  • «Διάφορα».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βιβλιογραφία

  • «Ο Τσέλιγκας», μυθιστορηματική βιογραφία του Κρυστάλλη, από το λογοτέχνη Μιχάλη Περάνθη.
  • [«Κρυστάλλης: Η τελετή των αποκαλυπτηρίων της προτομής του», εκδόσεις «Εταιρία Ηπειρωτικών Μελετών», Ιωάννινα, 1960] Πληροφορίες για το χρονικό γύρω από την προτομή

Παραπομπές

  1. [«Άπαντα Κωνσταντίνου Κρυστάλλη», εκδόσεις Μιχαήλ Περάνθη και Γεωργίου Βαλέτα.]
  2. «Κων/νος Κρυστάλης» Γλυπτό του Γιώργου Ματαράγκα στην Αγία Τριάδα Πεντέλης