Κωνσταντίνος Μήτσου

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Κωνσταντίνος Μήτσου ή Μήτσος [1], Έλληνας εθνικιστής, ανώτατος αξιωματικός της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής με το βαθμό του Αντιστρατήγου ε.α., που διατέλεσε επικεφαλής της προσωπικής ασφαλείας του τότε διαδόχου και μετέπειτα Βασιλέως Παύλου της Ελλάδος, που κατηγορήθηκε άδικα και παραπέμφθηκε σε δίκη στην οποία αθωώθηκε για την υπόθεση του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη, ένα από τα σημαντικότερα στελέχη της οργανώσεως «Ελληνική Αμνηστία» που αγωνίστηκε για την αποφυλάκιση του Γεωργίου Παπαδόπουλου και των συγκρατουμένων του αξιωματικών-πρωταγωνιστών της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου, γεννήθηκε το 1909 στο χωριό Χαλκιόπουλο της επαρχίας Βάλτου στο νομό Αιτωλοακαρνανίας και σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα, στις 27 Ιουνίου 1985, στο 26ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου Χαλκιδικής. Η κηδεία και η ταφή του έγιναν στη Θεσσαλονίκη.

Κωνσταντίνος Βασ. Μήτσου (Στρατηγός)
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 1909
Τόπος: Χαλκιόπουλο Βάλτου
Αιτωλοακαρνανία (Ελλάδα)
Σύζυγος: Έγγαμος
Τέκνα: Βασίλειος Μήτσου
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Αντιστράτηγος (ε.α.) Χωροφυλακής
Θάνατος: 27 Ιουνίου 1985
Τόπος: 26οκμ E.O. Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου
Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη (Ελλάδα)

Ήταν παντρεμένος και από το γάμο του απέκτησε ένα γιο, το Βασίλη Μήτσου, αξιωματικό της Χωροφυλακής που απομακρύνθηκε από το Σώμα το καλοκαίρι του 1974, καθώς και δύο εγγόνια.

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο Βασίλειος Νικολ. Μήτσου και μητέρα του η Βασιλική Μήτσου, το γένος Γρηγορίου που κατάγονταν από το χωριό Τρίκλινο της επαρχίας Βάλτου, ενώ είχε μία αδελφή, την Ειρήνη και έναν αδελφό το Γεώργιο. Εξάδελφός του ήταν ο Άγγελος Τσάκαλος, εθνικιστής κατώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής και αγωνιστής της Εθνικής Αντιστάσεως, ενώ συγγενής του ήταν ο Δημήτριος Μήτσου, πατέρας του Αθανασίου Μήτσου, Υποστρατήγου ε.α. της Ελληνικής Αστυνομίας. Ο Κωνσταντίνος Μήτσου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στη γενέτειρα του και παρακολούθησε τα μαθήματα του Σχολαρχείου στην Αμφιλοχία και του Γυμνασίου στην Άρτα. Το 1930 κατατάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό και ως το 1931, υπηρέτησε τη θητεία του ως Λοχίας στο Πεζικό.

Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή

Στις 31 Οκτωβρίου 1932 εισήχθη μετά από εξετάσεις στη Σχολή Υπαξιωματικών της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής με αριθμό κατατάξεως 2322, ενώ σύμφωνα με το αρχείο της υπηρεσίας τον Ιούνιο του 1933 προβιβάστηκε στο βαθμό του Υπενωμοτάρχη και στην 1η Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου στο βαθμό του Ενωμοτάρχη, καθώς αποφοίτησε από τη Σχολή Ενωμοταρχών. Τα έτη 1933 έως το 1936 υπηρέτησε στο Τμήμα Σοφάδων Καρδίτσης και στα Γρεβενά ως Αποσπασματάρχης και στις 5 Δεκεμβρίου 1936 παρασημοφορήθηκε για την καταπολέμηση ληστών στο Πολυνέρι του νομού Γρεβενών.

Καταδίωξη Καρατζοβάλη

Στις 15 Οκτωβρίου 1936, με διαταγή της Ανώτατης Διοικήσεως Χωροφυλακής Μακεδονίας αποσπάστηκε στη Χαλκιδική με σκοπό την καταδίωξη, σύλληψη ή εξόντωση του ληστάρχου Ιωάννη Σ. Καρατζοβάλη. Μαζί του αποσπάστηκαν έντεκα άνδρες της Χωροφυλακής με καταγωγή από τη Ρούμελη, με επικεφαλής τον Ενωμοτάρχη Απόστολο Τσούνη, από τη Χόχλια Ευρυτανίας και τον Γεώργιο Κολώνια, από την Αβώρανη Αιτωλοακαρνανίας και στις 18 Οκτωβρίου 1936 ο Μήτσου έφτασε στα Βραστά Χαλκιδικής. Στις 5 Δεκεμβρίου 1936, ο Μήτσου, [Καπετάν Μήτσιος ή Κώτσια Μήτσιος, όπως τον αποκαλούσαν στη Χαλκιδική], με τη βοήθεια του κτηνοτρόφου Γεωργίου Παραδεισά, ο οποίος προμήθευε στον ληστή καπνό, τρόφιμα και τον πληροφορούσε για τις κινήσεις των αποσπασμάτων, έστησε ενέδρα στον Καρατζοβάλη, ο οποίος μόλις αντιλήφθηκε κινήσεις στην περιοχή, ξεκίνησε να πυροβολεί αδιακρίτως πλην όμως αναποτελεσματικά με την αραβίδα του.

Το απόσπασμα ανταπέδωσε τα πυρά και ο Καρατζοβάλης τράπηκε σε φυγή, τραυματισμένος από δύο σφαίρες του Μήτσου, αφήνοντας στον τόπο της συμπλοκής το όπλο του, το τσαρούχι του, τα κιάλια του και ένα δάκτυλο του. Κατάφερε να φτάσει στην σπηλιά του, υπάρχει ως σήμερα η ονομασία σπηλιά του Καρατζοβάλη, όπου απεβίωσε από αιμορραγία, ενώ τα αποσπάσματα τον αναζητούσαν επί οκτώ ημέρες. Το πτώμα του βρέθηκε στις 12 Δεκεμβρίου από βοσκό της περιοχής και η σορός του Καρατζοβάλη κηδεύτηκε με δαπάνη του Μήτσου στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής [2]. Το 1937 ο Μήτσου προήχθη στο βαθμό του Ανθυπασπιστή, ενώ στις 26 Μαΐου 1939 παρασημοφορήθηκε ακόμα μια φορά και παράλληλα προβιβάστηκε στο βαθμό του Ανθυπομοιράρχου.

Δεκαετία 1950

Ο Μήτσου συμμετείχε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41 και πολέμησε ως επικεφαλής στρατονομικού αποσπάσματος της XVI Μεραρχίας. Στην περίοδο της Κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, υπηρέτησε στη Μακεδονία και αργότερα συμμετείχε στην οργάνωση «Υ.Β.Ε.» «Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος», μετέπειτα «Π.Α.Ο». [«Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωσις»], η οποία δέχτηκε επιθέσεις από τον «Ε.Λ.Α.Σ.» Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός»], του στρατιωτικού βραχίονα του «Κ.Κ.Ε.» [«Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος»].

Στις αρχές του 1942 συγκροτήθηκαν δύο μεταβατικά αποσπάσματα της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, το ένα υπό τον τότε Υπομοίραρχο Μήτσου και το άλλο με επικεφαλής τον Υπαξιωματικό Σαριδάκη, τα οποία με το πρόσχημα της επιβολής της τάξεως αντιμετώπισαν με επιτυχία τις επιθέσεις Βουλγάρων πρακτόρων και κομιτατζήδων στην περιοχή . Ταυτόχρονα τα τμήματα δέχονταν επιθέσεις από ομάδες κομμουνιστών ανταρτών και στις μάχες μαζί τους έχασαν τη ζωή τους τρείς χωροφύλακες. Την περίοδο αυτή ο Μήτσου συνέλαβε τον κομιτατζή Καλογιάνωφ, ο οποίος στη διάρκεια της επιχειρήσεως για τη σύλληψη του, τραυμάτισε τον Μήτσου με μαχαίρι στο στήθος [3].

Στις 31 Οκτωβρίου 1942, ο Μήτσου προήχθη στο βαθμό του Υπομοιράρχου και το Μάρτιο του 1943 συνελήφθη με την κατηγορία της οπλοκατοχής από τους Γερμανούς, στο Πολύκαστρο του νομού Κιλκίς, όπου επιχειρούσε τον προσεταιρισμό οπαδών και την εξεύρεση όπλων, όμως αθωώθηκε και αφέθηκε ελεύθερος μετά από δωροδοκία προς τις αρχές κατοχής, εκδοχή την οποία υιοθετεί και το επίσημο λεύκωμα της οργανώσεως. Ο Μήτσου έδρασε στην περιοχή της Υποδιοικήσεως Χωροφυλακής Στρυμονικού. Δυτικά του ποταμού Στρυμώνα, ήταν η επικράτεια της Γερμανοκρατούμενης Μακεδονίας και ανατολικά ήταν η κατεχόμενη από τους Βούλγαρους περιοχή της Μακεδονίας και σε κάθε γέφυρα, όπως και στο φράγμα της λίμνης Κερκίνη, είχαν εγκατασταθεί φυλάκια της Χωροφυλακής [4].

Τον Μάιο του 1943 δύναμη υπό τον Μήτσου πήρε μέρος στη μάχη του Ε.Δ.Ε.Σ. κατά των Γερμανικών στρατευμάτων κατοχής, στο Στενό Κρανιάς [5], ενώ τον Ιούνιο του 1943 ο Μήτσου ως διοικητής του Τμήματος Χωροφυλακής Δοϊράνης, σχημάτισε τις πρώτες εθνικές ανταρτικές ομάδες. Σ’ αυτές εκτός από πολίτες της περιοχής, προσχώρησαν και οι δυνάμεις της Υποδιοικήσεως Χωροφυλακής Δοϊράνης, αλλά και αξιωματικοί και οπλίτες των γύρω από τη Δοϊράνη σταθμών της Χωροφυλακής. Με τον τρόπο αυτό ο Μήτσου συγκρότησε ανταρτική δύναμη 250 ανδρών με τους οποίους αντιμετώπισε τις Βουλγαρικές συμμορίες της περιοχής αλλά και τις επιθέσεις των κομμουνιστών ανταρτών στις ορεινές περιοχές Μπέλλες-Κρουσίων. Στις μάχες αυτές έχασαν τη ζωή τους 35 και τραυματίστηκαν 70 κομμουνιστές αντάρτες, ενώ η ομάδα του Μήτσου μέτρησε πέντε νεκρούς οπλίτες της [6].

Ο Μήτσου διατέλεσε αρχηγός ανταρτικού σώματος στο 13ο Σύνταγμα της «Π.Α.Ο.» στην περιοχή Μπέλλες-Κρουσίων και ο κομμουνιστής Κωνσταντάρας [μετέπειτα επιτελάρχης της 6ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ] του έπλεξε το εγκώμιο και ομολόγησε ότι ακόμα και μεγαλύτερα τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ. δεν μπόρεσαν να διαλύσουν το τμήμα του Μήτσου, στο οποίο παρέμεινε επικεφαλής μέχρι τον Ιανουάριο του 1944, οπότε η ομάδα ανταρτών του αυτοδιαλύθηκε λόγω ελλείψεως πυρομαχικών. Στη συνέχεια ο Μήτσου διέφυγε προς τη Νότια Ελλάδα, όπου εντάχθηκε στις ομάδες του Ε.Δ.Ε.Σ. του στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα. Το Σεπτέμβριο του 1946 προήχθη στο βαθμό του Μοιράρχου και τοποθετήθηκε επικεφαλής 5 διμοιριών της Χωροφυλακής οι οποίες έδρασαν εναντίον των κομμουνιστών ανταρτών στην περιοχή του Ολύμπου [7]. Μετά το Νοέμβριο του 1946 και ως τον Οκτώβριο του 1949 υπηρέτησε στη Διεύθυνση Ασφαλείας Υψηλών Προσώπων, ως επικεφαλής της ασφάλειας του διαδόχου και στη συνέχεια Βασιλέα Παύλου. Το Μάρτιο του 1949 προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχη.

Υπόθεση βουλευτή Παπαδόπουλου

Ο Μήτσου στις 3 Μαρτίου 1949, μοίραρχος τότε, έστειλε στον ταξίαρχο Αργυρόπουλο, αρχηγό της οργανώσεως «Π.Α.Ο.» [«Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωσις»], επιστολή σχετική με το πρόσωπο του Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου, τότε βουλευτή του κόμματος «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις» [«Ε.Ρ.Ε.»]. Στην επιστολή του ανέφερε:
«Αθήναι τη 3η Μαρτίου 1949
Κε Ταξίαρχε,
Αυτήν την στιγμήν πληροφορούμαι ότι εις την Κεντρικήν και Δυτικήν Μακεδονίαν χαρακτηρίζεται ως γενικός αρχηγός εθνικής αντιστάσεως ο βουλευτής Κοζάνης Κων. Παπαδόπουλος.
Ο Κων. Παπαδόπουλος είχεν ουχί αντάρτας, αλλά ένα ή δύο τάγματα ασφαλείας. Το στρατηγείον του είχεν εις Θεσσαλονίκην, Τσιμισκή 72, εις τα γραφεία της Γκεστάπο. Οι άνδρες του εφωδιάζοντο από τους Γερμανούς με σύνδεσμον τον Αθαν. Καπνόπουλον. Ο Ν.844 δεν εγένετο δια τα τάγματα ασφαλείας, αλλά δια τους στραφέντας κατά των κατακτητών, αμέσως ή εμμέσως.
Η επιτροπή έχει το δικαίωμα να εξακριβώση το ποιόν ενός εκάστου εξ ημών και να μη στηριχθή εις μυθιστορηματικάς εκθέσεις.
Όλοι οι κατά την κατοχήν διαμένοντες εις Θεσσαλονίκην ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί, όλαι αι αστυνομικαί υπηρεσίαι, έμποροι, βιομήχανοι, όλος ο κόσμος γνωρίζει ότι ο Παπαδόπουλος επροστατεύετο από τους Γερμανούς. Εις τον ανακριτήν δοσιλόγων Θεσσαλονίκης εκκρεμούν εις βάρος του βαρύταται κατηγορίαι δια συνεργασίαν με τον εχθρόν, κατόπιν μηνύσεων υποβληθεισών ουχί υπό κομμουνιστών, αλλά υπό εθνικοφρόνων.
Εις το Κέντρον Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης υπάρχουν φωτογραφίαι του με τους Γερμανούς, ληφθείσαι την εποχήν κατά την οποίαν ισχυρίζεται ότι ήτο αρχηγός αντιστάσεως.
Επληροφορήθην ότι ο ταξίαρχος κ. Κατσιμήτρος υπεστήριξεν ότι ο Παπαδόπουλος επολέμησε τους κατακτητάς, κατά τον πληφοριοδότην μου μάλιστα είπεν εις το Συμβούλιον ότι έχει ιδίαν αντίληψιν περί τούτου. 100% ο κ. ταξίαρχος έπεσε θύμα ψευδολογιών.
Ας κληθή ο Παπαδόπουλος να παρουσιάση έναν οπαδόν του, ουχί νεκρόν, ουχί τραυματίαν, έστω ξυλοδαρμένον από τους Γερμανοβουλγάρους. Εθνικόφρονας πολίτας εξώντωσε με τους Γερμανούς μαζί. Κατά των κατακτητών όχι μόνον ντουφεκιά δεν έριξε, αλλ’ ούτε και διενοήθη ποτέ να ρίξη.
Αρχηγοί εθνικής αντιστάσεως ήτο δυνατόν να έχουσιν εις την διάθεσίν των και κούρσαν ακόμη εντός της Θεσσαλονίκης, τότε που εις τους Έλληνας οι Γερμανοβούλγαροι δεν είχον αφήσει ούτε γαϊδαρο; Προς θεού κ. Ταξίαρχε, κάμετε ό,τι είναι δυνατόν ώστε να μη γελοιοποιηθή η αντίστασις προς όφελος του ΕΛΑΣ. Οι αγωνισταί της εθνικής αντιστάσεως επολέμησαν ως στρατιώται, και ως τιοιούτοι έχουσι την απαίτησιν από τους ηγήτοράς των να μείνωσιν άσπιλοι , μακράν των πολιτικών επεμβάσεων και επιδιώξεων.
Με σεβασμόν
Κ. ΜΗΤΣΟΣ
Μοίραρχος
Υ.Γ. Την παρούσαν υποβάλλω προς υμάς ως ηγετικόν στέλεχος της ΠΑΟ με την επιθυμίαν όπως ποιήσετε χρήσιν ταύτης και ενώπιον της Επιτροπής Κρίσεως».

Λίγα χρόνια αργότερα ο Ταγματάρχης Μήτσου, κατέθεσε φωτογραφία στην οποία εικονίζονται οι συναρχηγοί του Παπαδοπούλου Κισά Μπατζάκ και Μιχάλ Αγάς, οι Δαδούλης και Καπνόπουλος σε γεύμα ευωχίας με Γερμανούς αξιωματικούς στη Γερμανία το 1944, η οποία αποτέλεσε μοναδικό στοιχείο αποδείξεως της συνεργασίας του Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου με τις γερμανικές αρχές κατοχής.

Μετά τον πόλεμο

Προήχθη στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη το Μάιο του 1950, βαθμό με τον οποίο διατέλεσε διοικητής Χωροφυλακής στο νομό Μαγνησίας την περίοδο από το 1950 έως το 1953, και διοικητής Χωροφυλακής στο νομό Σερρών από το 1953 έως το 1955, όπου γνωρίστηκε με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Με απόρρητη προσωπική επιστολή [8] προς το Υπουργείο Εσωτερικών και την Γενική Διεύθυνση της Βασιλικής Χωροφυλακής με αφορμή τις φήμες για την επικείμενη μετάθεση του τότε Νομάρχη Αθανασίου Μιχ. Μανουσόπουλου ανέφερε γι’ αυτόν: «…ενέπνευσεν ιδιαιτέραν εμπιστοσύνην εις τους πολίτας και εθεμελίωσεν εν αυτοίς την πεποίθησιν, ότι τους αναμένουσι καλύτεραι ημέραι…» και εμμέσως ζητούσε την παραμονή του στο νομό Σερρών διότι «…θα απέβαινεν άκρως επωφελής εις την γενικωτέραν κρατικήν ασφάλειαν». Το 1955, ο Μήτσου προήχθη στο βαθμό του Συνταγματάρχη και ως το 1958 διατέλεσε διοικητής της Ανωτέρας Διοικήσεως Χωροφυλακής Κρήτης και στη συνέχεια έως το 1961 υπηρέτησε ως διευθυντής της Διευθύνσεως Αστυνομίας Θεσσαλονίκης, η οποία, παρά το όνομα «Αστυνομία», υπαγόταν στη Χωροφυλακή.

Την εποχή που υπηρέτησε ως Διευθυντής της Διευθύνσεως Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης φρόντισε να συγκεντρώσει και να διαφυλάξει τα στοιχεία για τη δράση των ανδρών του Σώματος από την απελευθέρωση της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, τον Οκτώβριο 1944 έως το τέλος του 1945. Στην έκθεση του [9] περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο έδρασαν οι κομμουνιστές αντάρτες, τις δολοφονίες ανδρών του Σώματος, τις ομηρίες και τους βασανισμούς που υπέστησαν μέχρι την ανασύσταση της Διευθύνσεως της Χωροφυλακής στη Μακεδονία. Στις 23 Ιουλίου 1961, ο Μήτσου προήχθη στο βαθμό του Υποστράτηγου και ως το 1963 διετέλεσε Γενικός Επιθεωρητής Βορείου Ελλάδος, ή, όπως λεγόταν επίσημα, Γενικός Επιθεωρητής της Β' Επιθεωρήσεως Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής. Σε άλλη πολυσέλιδη έκθεση του ο Μήτσου περιγράφει τη δράση του και τη δράση αξιωματικών και ανδρών της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, τόσο εναντίον των δυνάμεων του Άξονα που κατείχαν την Ελλάδα, όσο και την αντίσταση που πρόβαλαν μέσα από τις Εθνικές αντιστασιακές οργανώσεις εναντίον των κομμουνιστών ανταρτών την περίοδο από το 1941 μέχρι το 1944 [10].

Υπόθεση Λαμπράκη

Το όνομα του ενεπλάκη στην υπόθεση του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη, όταν υπηρετούσε ως Γενικός Επιθεωρητής της Β' Επιθεωρήσεως Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής. Στις 20:20 το βράδυ της 22ας Μαΐου 1963,, ο Λαμπράκης ξεκίνησε από το ξενοδοχείο «Κοσμοπολίτ» της Θεσσαλονίκης, για να πάει σε συγκέντρωση, στην οποία ήταν κεντρικός ομιλητής. Στον τόπο της συγκεντρώσεως βρίσκονταν 180 χωροφύλακες και ο Μήτσου, τότε υποστράτηγος-επιθεωρητής Χωροφυλακής Βόρειας Ελλάδας και ο Ευθύμιος Καμουτσής, συνταγματάρχης-διευθυντής των αστυνομικών δυνάμεων της πόλεως. Ο Λαμπράκης εκφώνησε το λόγο του και ολοκληρώνοντας την ομιλία του φέρεται να είπε από το μικρόφωνο, «....καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιο δολοφονίας μου και καλώ τον υπουργό Βορείου Ελλάδος, τον νομάρχη, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή της Αστυνομίας και τον διοικητή Ασφαλείας να προστατέψουν τη συγκέντρωση και τη ζωή μου». Στις 22:15 ο Λαμπράκης βαδίζοντας προς το ξενοδοχείο και διασχίζοντας το δρόμο δέχθηκε επίθεση από άτομα που επέβαιναν σε τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, την οποία οδηγούσε ο Σπυρίδων Γκοτζαμάνης, ενώ κάποιος που επέβαινε στο πίσω μέρος του οχήματος χτύπησε το βουλευτή στο κεφάλι.

Δικαστικές διώξεις

Ο Μήτσου κλήθηκε από τον ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη, ως ύποπτος για τη διοργάνωση «αντισυγκεντρώσεων» και ως προστάτης παρακρατικών οργανώσεων. Απολογήθηκε στις 4, 5 και 6 Σεπτεμβρίου 1963 ενώπιον του ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη, ο οποίος έκρινε ότι έπρεπε να περατωθούν οι απολογίες όλων των αξιωματικών της Χωροφυλακής πριν αποφασίσει επί της προφυλακίσεως του Στρατηγού, αναβάλλοντας την ανακοίνωση της αποφάσεως του, ενώ εξετάστηκε και το ενδεχόμενο της κατ' αντιπαράσταση εξετάσεως τους. Τις ημέρες εκείνες δημοσιεύθηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα «Αυγή», επιστολή του κομμουνιστή Νικόλαου Διαμάντη, που γεννήθηκε στο χωριό Βούστρι της επαρχίας Βάλτου και κατοικούσε στην Αμφιλοχία, όπου διατηρούσε κατάστημα ειδών παντοπωλείου. Στην επιστολή του ο Διαμάντης κατονομάζει ως ηθικό αυτουργό για την επίθεση στο Λαμπράκη τον στρατηγό Μήτσου με τον οποίο ήταν συγγενείς και υπήρξαν φίλοι από παιδιά.

Προφυλάκιση

Κωνσταντίνος Βασ. Μήτσου (Στρατηγός)

Ο Μήτσου με δήλωση του προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, γνωστοποίησε στις Ανακριτικές αρχές «....ότι εφ’ όσον η αστυνομία τελεί υπό κατηγορίαν απέχει πάσης ενεργείας προς υποβοήθησιν της Δικαιοσύνης εις την διαλεύκανσιν του εγκλήματος». Στις 14 Σεπτεμβρίου 1963, ο ανακριτής Σαρτζετάκης με τη σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα Στυλιανού Μπούτη, διέταξε την προφυλάκιση του Μήτσου [11] «....επί 1) συνεργεία εις την εκ προθέσεως ανθρωποκτονίαν του Γρηγόρη Λαμπράκη και 2) καταχρήσει εξουσίας εις βαθμόν κακουργήματος....», γεγονός που προκάλεσε αίσθηση στην ελληνική κοινή γνώμη, καθώς η πράξη στόχευε τον πρωθυπουργό Καραμανλή και το Βασιλιά Παύλο. Το ένταλμα για την προφυλάκιση του Μήτσου επιδόθηκε για την εκτέλεση στον αρχηγό της Χωροφυλακής στρατηγό Βαρδουλάκη και στις 17 Σεπτεμβρίου ο Μήτσου κλήθηκε και προσήλθε στο κτίριο της Γενικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης όπου ετέθη υπό κράτηση και φυλακίστηκε σε χώρο του τελευταίου ορόφου του κτιρίου. Την ίδια ημέρα προφυλακίστηκαν οι συνταγματάρχες Ευθύμιος Καμουτσής, διευθυντής αστυνομίας, και Μιχαήλ Διαμαντόπουλος -για συνέργεια στη δολοφονία- και ο μοίραρχος Τρύφωνας Παπατριανταφύλλου, για κατάχρηση εξουσίας.

Μετά τη γνωστοποίηση της αποφάσεως για την προφυλάκιση του Στρατηγού Μήτσου, η οργάνωση «Εθνικόφρονες Φοιτηταί» τύπωσε και διένειμε στην πόλη της Θεσσαλονίκης προκήρυξη η οποία ανέφερε «Εις το πλευρό σου κατά τάς τραγικάς αυτάς στιγμάς πού αντιμετωπίζεις μέ τή γνωστή σου ακατάβλητον ηρεμίαν, συμπαρίστανται όλοι οι Έλληνες τής Μακεδονίας καί οί νέοι ολοκλήρου τού έθνους. Οι αγώνες σου υπήρξαν αγώνες τής φυλής μας, υπήρξαν αγώνες διά τήν επιβίωσιν τού ελληνικού έθνους. Σέ χαιρετούν παλαιοί πολεμισταί σου τής εθνικής αντιστάσεως εναντίον τών Γερμανών, τών Βουλγάρων καί τών πουλημένων σλαβοκινήτων κομμουνιστοσυμμοριτών και ορκίζονται νά χύσουν καί τό υπόλοιπον αίμα των εάν χρειασθή νά πολεμήσουν πάλι υπέρ τής Ελλάδος καί κατά τής κατάρας πού λέγεται κομμουνισμός». Την Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου συγκροτήθηκε διαδήλωση φίλων και υποστηρικτών του Στρατηγού, η οποία έφτασε ως το κτίριο της Γενικής Ασφάλειας όπου εκρατείτο και εκδήλωσε τη συμπαράσταση της στον προφυλακισμένο αξιωματικό και τους συγκρατουμένους συναδέλφους του, ενώ επέδωσαν και υπόμνημα-ψήφισμα στον Υπουργό Βορείου Ελλάδος. Την ίδια ημέρα ο Νικόλαος Φαρμάκης, βουλευτής του νομού Αιτωλοακαρνανίας, κατέθεσε επερώτηση προς τον Υπουργό της Δικαιοσύνης, η οποία αφορούσε τον πολιτικό βίο του ανακριτή Σαρτζετάκη και των εισαγγελέων Μπούτη, Παπαντωνίου και Αθανασόπουλου, που διεξήγαγαν την ανάκριση, τους οποίους κατηγορούσε για κομμουνιστική δράση.

Αποφυλάκιση

Ο Στρατηγός Μήτσου στις 25 Σεπτεμβρίου κατέθεσε αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως με την οποία ζητούσε την ακύρωση του εντάλματος για την προφυλάκιση του και στις 3 Οκτωβρίου ο εισαγγελέας εισηγήθηκε την απόρριψη της, ενώ ορίστηκε εισηγητής για την εισαγωγή της ενώπιον του Συμβουλίου των Πλημμελειοδικών. Η απόφαση του Συμβουλίου με την οποία έγινε δεκτή [12] η αίτηση ακυρώσεως του εντάλματος για την προφυλάκιση του Μήτσου ελήφθη στις 9 και δημοσιεύθηκε στις 13 Οκτωβρίου, ενώ δημοσιοποιήθηκε την επομένη 14 Οκτωβρίου και μ' αυτή διατάχθηκε η αποφυλάκιση του καθώς και των υπολοίπων αξιωματικών. Αμέσως μετά την αποφυλάκιση του ο Στρατηγός αναχώρησε για την πόλη του Βόλου και στη συνέχεια για την Αθήνα, απ' όπου φέρεται να επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη στο τέλος του Οκτωβρίου, τις παραμονές της διεξαγωγής των εκλογών. Η δημοσίευση της σχετικής ειδήσεως στις εφημερίδες της Θεσσαλονίκης προκάλεσε την παρέμβαση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Στυλιανού Μαυρομιχάλη, ο οποίος διέταξε τη διεξαγωγή ανακρίσεως, καθώς ο Μήτσου είχε τεθεί στη διάθεση του Υπουργείου των Εσωτερικών και δεν ήταν δυνατή η απομάκρυνση του από την Αθήνα δίχως τη χορήγηση ειδικής άδειας.

Αποστρατεία

Στις 13 Δεκεμβρίου 1963, ο εισαγγελέας Μπούτης υπέβαλε πρόταση στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης ζητώντας να συλληφθούν και να προφυλακιστούν εκ νέου, ο Μήτσου καθώς και οι Καμουτσής, Διαμαντόπουλος και άλλοι αξιωματικοί και πολίτες. Στις 22 Νοεμβρίου 1963 και αφού είχε επέλθει αλλαγή κυβερνήσεως μετά την εκλογική επικράτηση του κόμματος «Ένωσις Κέντρου» υπό την ηγεσία του Γεωργίου Παπανδρέου, το ανακριτικό συμβούλιο επέβαλε την ποινή της προσκαίρου εξαμήνου παύσεως στον Μήτσου, καθώς και στους αξιωματικούς της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, Ευθύμιο Καμουτσή, Κωνσταντίνο Δόλκα, Διαμαντόπουλο, Δημήτριο Σέττα και Τρύφωνα Παπατριανταφύλλου. Στις 28 Μαρτίου 1964, ο Χρήστος Σαρτζετάκης έστειλε στον υπουργό Δικαιοσύνης Πολυχρόνη Πολυχρονίδη εμπιστευτική και απολύτως προσωπική αναφορά, σχετική με την υπόθεση Λαμπράκη. [13]. Ο Μήτσου αποστρατεύθηκε στις 6 Ιουλίου 1964, από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ στις 22 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου ο εισαγγελέας εισηγήθηκε την εκ νέου σύλληψη και προφυλάκιση του.

Παραπεμπτικό βούλευμα

Το Δεκέμβριο του 1964 εκδόθηκε το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, με το οποίο ο Μήτσου παραπέμφθηκε σε δίκη για παράβαση καθήκοντος [14]. Παραπέμφθηκαν ακόμη ως φυσικοί αυτουργοί σε «ανθρωποκτονία εκ προθέσεως» οι Σπύρος Γκοτζαμάνης και Μανώλης Εμμανουηλίδης, ως ηθικοί αυτουργοί ο υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης και ο Ξενοφών Γιοσμάς, για επικίνδυνες σωματικές βλάβες σε βάρος του Γιώργου Τσαρουχά οι Αντώναρος Πιτσάκος και Χρήστος Φωκάς, για παράβαση καθήκοντος οι αξιωματικοί της Χωροφυλακής, Ευθύμιος Καμουτσής συνταγματάρχης, Μιχαήλ Διαμαντόπουλος αντισυνταγματάρχης, Κωνσταντίνος Δόλκας και Δημήτριος Σέττας ταγματάρχες και Τρύφων Παπατριανταφύλλου μοίραρχος, ενώ για διατάραξη κοινής ειρήνης παραπέμφθηκαν 23 άτομα [15]. Με την ίδια απόφαση το Συμβούλιο Εφετών, αποφάνθηκε ταυτόσημα με το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών [16], και συντάχθηκε με τις προτάσεις του ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη και του εισαγγελέα Στυλιανού Μπούτη, απορρίπτοντας τις κατηγορίες που είχαν διατυπωθεί από την πολιτική αγωγή εναντίον πολιτικών προσώπων, όπως των Κωνσταντίνου Καραμανλή, Κωνσταντίνου Τσάτσου, Δημήτρη Μακρή, Τρύφωνος Τριανταφυλλάκου και άλλων.

Η δίκη

Η δίκη των κατηγορουμένων άρχισε τη Δευτέρα 3 Οκτωβρίου του 1966, στο Μικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης [17]. Ο βουλευτής της Ε.Δ.Α. Γιώργος Τσαρουχάς, που ήταν παρών στη συγκέντρωση, κατέθεσε ότι «...αν ήθελε ο Μήτσου, θα σταματούσαν όλα αμέσως», ενώ ο μάρτυρας δικηγόρος Κότζας κατέθεσε ότι ο αντισυνταγματάρχης της χωροφυλακής Σκορδίλης, του εμπιστεύθηκε ότι ο Καμουτσής ήθελε να διαλύσει την αντισυγκέντρωση των «αντιφρονούντων» αλλά δεν τον άφησε ο στρατηγός Μήτσου. Ο συνταγματάρχης Καμουτσής είπε ότι έδωσε εντολή να διαλυθεί η αντισυγκέντρωση, λίγο πριν τραυματιστεί ο Λαμπράκης, όμως ισχυρίστηκε ότι ο υπασπιστής του Μήτσου, ο Πολύχρονος του είπε, «Όχι, είναι εντολή του στρατηγού. Αφήστε τους να δείρουν».

Στην απολογία του αργά το βράδυ της Τρίτης 13 Δεκεμβρίου 1966, ο Μήτσου ισχυρίστηκε ότι βρέθηκε στον τόπο των επεισοδίων που οδήγησαν στη δολοφονία του Λαμπράκη «εντελώς τυχαία», παραδέχθηκε ότι υπήρξε αβλεψία της αστυνομίας και επανέλαβε αυτό που είχε γράψει σε αναφορά που είχε αποστείλει προς τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ότι οι αστυνομικές αρχές της Θεσσαλονίκης δεν γνώριζαν ότι θα υπήρχε αντισυγκέντρωση. Περατώνοντας την απολογία του είπε ότι «....οι αριστεροί δε με συγχώρησαν ποτέ, καθώς απ' όπου πέρασαν τα δικά μου χέρια οι σπόροι του κομμουνισμού σάπισαν..». Την Τρίτη 27 Δεκεμβρίου αγόρευσε ο δικηγόρος Θεσσαλονίκης Αθανάσιος Διαλυνάς, συνήγορος υπερασπίσεως του Στρατηγού Μήτσου, που ζήτησε την αθώωση του πελάτου του, καθώς ακόμη και η κομμουνιστική εφημερίδα «Αυγή» έγραφε την 23η Μαΐου ότι «Τρίκυκλον επέπεσεν επί του Λαμπράκη και τον παρέσυρεν».

Η απόφαση

Παρά τον κατηγορηματικό και προσβλητικό τόνο της αγορεύσεως του εισαγγελέα Παύλου Δελλαπόρτα [18], που ζήτησε την καταδίκη του συνόλου των κατηγορουμένων, οι δέκα ένορκοι έκριναν ότι «Εξ αμελείας προήλθε ο θάνατός του» Λαμπράκη, και το δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν προέκυψαν στοιχεία ενοχής για 22 από τους κατηγορουμένους. Παράλληλα αθώωσε και τους έξι κατηγορούμενους αξιωματικούς της Χωροφυλακής, που είχαν καθίσει στο εδώλιο ως κατηγορούμενοι. H απόφαση του δικαστηρίου εκδόθηκε στις 28 Δεκεμβρίου, μετά από ακροαματική διαδικασίαν 66 ημερών κι έπειτα από 12ωρη σύσκεψη των δέκα ενόρκων [19], η οποία διήρκεσε από τις 10:45 το πρωί ως τις 10:45 τη νύχτα. Ο Μήτσου όπως και οι υπόλοιποι αξιωματικοί της Χωροφυλακής κηρύχθηκαν παμψηφεί αθώοι. Ο προϊστάμενος των ενόρκων Δ. Τούσας διάβασε την απόφασή τους που αποφαίνονταν ότι, «...Όχι. Δεν είναι ένοχοι οι Σπ. Γκοτζαμάνης και Εμμ. Εμμανουηλίδης ότι την 22αν Μαΐου 1963 εκ προθέσεως απέκτειναν τον βουλευτήν Γρ. Λαμπράκην, επιβαίνοντες τρικύκλου, με οδηγόν τον πρώτον, το οποίον επέπεσε κατ' αυτού και ότι δι' αμβλέος οργάνου έπληξαν τούτον εις την κεφαλήν. Δια παμψηφίας οι ένορκοι απεφάνθησαν ότι: Όχι. Δεν είναι ένοχοι οι Εμμ. Καπελώνης και Ξεν. Γιοσμάς δι' ηθικήν αυτουργίαν εις την προαναφερθείσαν πράξιν. Δια της νομίμου πλειοψηφίας εγένετο δεκτόν ότι: Ναι. Είναι ένοχος ο Σπ. Γκοτζαμάνης διότι εκ προθέσεως επροξένησε σωματικήν κάκωσιν δια τρικύκλου που ωδήγει ο ίδιος και επέπεσε κατά του Λαμπράκη και του επροξένησε τραύμα -ουχί δι' αμβλέος οργάνου, αλλά δια του τρικύκλου- εις την κεφαλήν, εκδοράς εις τους πόδας και εκχυμώσεις εις τους οφθαλμούς, τον περιήγαγεν εις πλήρη αφασίαν και του προεκάλεσε σωματικήν βλάβην, η οποία επέφερε τον θάνατον. Ναι. Εσκόπει ο Γκοτζαμάνης να προκαλέση βαρείαν σωματικήν βλάβην εις τον Λαμπράκην... Όχι. Οι αξιωματικοί Κ. Μήτσου, αντιστράτηγος ε.α., Ευθ. Καμουτσής, συνταγματάρχης ε.α., Μ. Διαμαντόπουλος, αντισυνταγματάρχης ε.α., Κ. Δόλκας, αντισυνταγματάρχης ε.α., Δ. Σέττας, ταγματάρχης και Τρ. Παπατριανταφύλλου, μοίραρχος, δεν είναι ένοχοι δια παράβασιν καθήκοντος...».

21η Απριλίου & Μεταπολίτευση

Η αποστρατεία του Μήτσου ανακλήθηκε ως παράτυπη στις 12 Νοεμβρίου 1969, από τον Παναγιώτη Τζεβελέκο, Υπουργό Δημοσίας Τάξεως της κυβερνήσεως του Γεωργίου Παπαδόπουλου και στο Μήτσου απονεμήθηκε με Βασιλικό Διάταγμα, αναδρομικά από την ημέρα της αποστρατείας του, ο βαθμός του Αντιστρατήγου. Μετά το 1974 και την αποκαλούμενη Μεταπολίτευση ο Στρατηγός Μήτσου δραστηριοποιήθηκε πολιτικά στο χώρο των συντηρητικών και εθνικιστικών φορέων, οργανώσεως και κομμάτων, ενώ διέθεσε σημαντικό μέρος των τελευταίων χρόνων της ζωής του στον αγώνα για την αποφυλάκιση του Γεωργίου Παπαδόπουλου και των συνεργατών του. Αρχικά εντάχθηκε στο κόμμα «Εθνική Παράταξις» [20] [21] και ανέλαβε την ευθύνη της λειτουργίας του κομματικού μηχανισμού στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ μαζί τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Λεωνίδα (Παρασκευόπουλο) και τον καθηγητή Ευάγγελο Σδράκα που διατέλεσε Πρύτανης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ήταν από τους πρωταγωνιστές της ιδρύσεως της οργανώσεως «Ελληνική Αμνηστία», που διοργάνωσε εκδηλώσεις και μαζικές συγκεντρώσεις με σκοπό την αποφυλάκιση των αξιωματικών που δικάστηκαν σε ποινές για την επιβολή του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, οι οποίοι παρέμεναν έγκλειστοι σε φυλακές ανά την Ελλάδα.

Το τέλος του

Ο Στρατηγός Μήτσου σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα τον Ιούνιο του 1985, στο 26ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου Χαλκιδικής, όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε συγκρούστηκε με άλλο, το οποίο σφηνώθηκε στο αυτοκίνητο του. Ο Θεόδωρος Μπαμπατσιάνης, οδηγός του άλλου αυτοκινήτου, τραυματίστηκε σοβαρά και νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Ο Μήτσου εν ζωή κατοικούσε σε διαμέρισμα επί της οδού Αγγελάκη 19, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Ο Μήτσου είναι ένα από τα βασικά πρωταγωνιστικά πρόσωπα στην βραβευμένη με Όσκαρ ταινία «Ζ» του Έλληνα σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, η οποία είναι βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού. Στην ταινία αναφέρεται απλά ως «ο Στρατηγός» και τον υποδύεται ο Γάλλος ηθοποιός Pierre Dux.

Διαβάστε τα λήμματα

21η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1967 21april1967.png

Αξιωματικοί (επαναστάτες)

21η Απριλίου 1967

25η Νοεμβρίου 1973

Αξιωματικοί

Δολοφονημένοι

Πολιτικά πρόσωπα

Πρωθυπουργοί

Υπουργοί

Υποστηρικτές

25η Νοεμβρίου 1973

Διάφορα πρόσωπα
  • Επίσκοποι
  • Μητροπολίτες
  • Θεολόγοι
  • Πανεπιστημιακοί καθηγητές


Παραπομπές

  1. [Ο Κωνσταντίνος Μήτσου στις 3 Μαρτίου 1949, υπέγραψε ως Μήτσος την επιστολή που απέστειλε στον Ταξίαρχο Αργυρόπουλο της εθνικιστικής αντιστασιακής οργανώσεως Π.Α.Ο. σχετικά με την κατοχική δράση του βουλευτή της Ε.Ρ.Ε. Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου.]
  2. [Διαφορετική εκδοχή για το τέλος του Ιωάννη Καρατζοβάλη παρουσιάζει ο Βασίλης Τζανακάρης, στο βιβλίο του «Οι λήσταρχοι. Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν», το οποίο κυκλοφόρησε το 2008 από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» και τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο εκείνης της χρονιάς.]
  3. [Απόστολου Δασκαλάκη, «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής», τόμος 1ος, σελίδα 281.]
  4. [Απόστολου Δασκαλάκη, «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής», τόμος 1ος, σελίδα 281.]
  5. [Απόστολου Δασκαλάκη, «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής», τόμος 1ος, σελίδα 288.]
  6. [Απόστολου Δασκαλάκη, «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής», τόμος 1ος, σελίδα 281 κ.ε.]
  7. [Απόστολου Δασκαλάκη, «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής», τόμος 2ος, σελίδα 972.]
  8. [Αριθμός πρωτ. 140/27/2/1954]
  9. Η επιβολή της τάξεως εις την Θεσσαλονίκην. Έκθεσις Κωνσταντίνου Μήτσου.
  10. Περί συμμετοχής ανδρών της Χωροφυλακής εις την Εθνικήν Αντίστασιν. Έκθεσις Κωνσταντίνου Μήτσου.
  11. Διετάχθη η προφυλάκισις Μήτσου Καμουτσή. Εφημερίδα «Μακεδονία», 15 Σεπτεμβρίου 1963, σελίδα 1η.
  12. Το σκεπτικόν του εκδοθέντος δικαστικού βουλεύματος Εφημερία «Μακεδονία», 15 Οκτωβρίου σελίδες 5 & 11.
  13. [«ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
    ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ Γ’ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
    ΑΡΙΘ. ΕΜΠ. ΠΡΩΤ. Ι.
    Εν Θεσσαλονίκη τη 28η Μαρτίου 1964
    ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΗ – ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ
    ΠΡΟΣ
    ΤΟΝ ΕΞΟΧΩΤΑΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ
    Κον ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΝ
    ΕΙΣ ΑΘΗΝΑΣ
    Λαμβάνω την τιμήν να αναφέρω Υμίν τα ακόλουθα:
    Δυνάμει της υπ’ αριθμ. 64/1963 παραγγελίας του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης ενηργήθη παρ’ εμού ανάκρισις επί ανθρωποκτονία εκ προθέσεως εις βάρος του βουλευτού Γρηγορίου Λαμπράκη και λοιποίς εγκλήμασι φερομένοις ως τελεσθείσι ενταύθα τη 22α Μαΐου 1963.
    Εν τω πλαισίω της διεξαχθείσης ταύτης ανακρίσεως, εκτός άλλων, κρατικά όργανα, και δη αξιωματικοί χωροφυλακής, προεφυλακίσθησαν, και συγκεκριμένως οι:
    α)Εμμανουήλ Καπελώνης, υπομοίραρχος, διοικητής του Θ’ Παραρτήματος Εθνικής Ασφαλείας Θεσσαλονίκης, επί ηθική αυτουργία εις την εκ προθέσεως ανθρωποκτονίαν του βουλευτού Γρηγορίου Λαμπράκη και την επικίνδυνον σωματικήν βλάβην του βουλευτού Γεωργίου Τσαρουχά,
    β)οι Κωνσταντίνος Μήτσου, υποστράτηγος, Επιθεωρητής Χωροφυλακής· Ευθύμιος Καμουτσής, συνταγματάρχης, Αστυνομικός Διευθυντής Θεσσαλονίκης και Μιχαήλ Διαμαντόπουλος, αντισυνταγματάρχης, υποδιευθυντής της αυτής διευθύνσεως, επί 1) συνεργεία εις την εκ προθέσεως ανθρωποκτονίαν του Γρηγόρη Λαμπράκη και 2) καταχρήσει εξουσίας εις βαθμόν κακουργήματος.
    γ)ο Τρύφων Παπατριανταφύλλου, μοίραρχος, διοικητής του Β’ Αστυνομικού Τμήματος Θεσσαλονίκης, επί καταχρήσει εξουσίας.»]
  14. Παραπέμπονται δια την δολοφονίαν Λαμπράκη Εφημερίδα «Μακεδονία», Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 1964, σελίδες 1η, 6η, 9η, 11η.]
  15. [Ως κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν 25 πολίτες και έξι αξιωματικοί της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, συνολικά 31 άτομα, οι: Βασίλειος Γαλάνης, Ξενοφών Γιοσμάς, Σπυρίδων Γκοτζαμάνης, Μιχαήλ Διαμαντόπουλος, Κωνσταντίνος Δόλκας, Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, Ιωάννης Ευθυμιάδης, Σωκράτης Ζλατάνος, Ευθύμιος Καμούτσης, Εμμανουήλ Καπελώνης, Βασίλειος Κασελάς, Παναγιώτης Κοντουλέας, Παύλος Κουλούρης, Ελευθέριος Κυνηγός, Γεώργιος Λεονάρδος, Αθανάσιος Μαδεμλής, Χρήστος Μακρίδης, Κωνσταντίνος Μάντζιος, Κωνσταντίνος Μήτσου, Πολύκαρπος Μολοδοβανίδης, Ιωάννης Ντόκας, Νικόλαος Παπαδόπουλος, Τρύφων Παπαντριανταφύλλου, Κωνσταντίνος Παραπαράς, Νικόλαος Παραπαράς, Αντώνιος Πιτσώκος, Δημήτριος Σέττας, Ιωάννης Τζιτζιλόγλου, Γεώργιος Τόγκας, Ανδρέας Τουλής, Ιωάννης Τουλής και Χρήστος Φωκάς.]
  16. [Βούλευμα υπ' αριθμόν 1126/1964 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης.]
  17. [Πρόεδρος του δικαστηρίου ορίστηκε ο Εφέτης Ιωάννης Γραφανάκης, σύνεδροι οι Εφέτες Βασίλειος Λαμπρίδης και Ερμής Χριστοφορίδης και εισαγγελέας ο αντεισαγγελέας Εφετών Παύλος Δελλαπόρτας. Ο εισαγγελέας στην αγόρευση του είπε μεταξύ άλλων ότι, «....Από τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σε αυτά θα ανατίθονταν σε ώρα κρίσης η ενίσχυση των σωμάτων ασφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση της υπεράσπισης της πατρίδας και του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού παντού και πάντοτε και δι’ όλων των μέσων κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγραφόνταν πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη. σήμερα εδώ στη δίκη ένα κράμα κλεφτών βιαστών δωσίλογων και κάθε είδους κακοποιών εμφανίζεται προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων και φύλακες ιερών και οσίων και ως κέρβερος του νόμου και της τάξης....».
  18. [Ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας ο οποίος αγόρευε για δυο ημέρες στη δίκη των κατηγορουμένων για την υπόθεση Λαμπράκη, ήταν μεταξύ των 30 απολυθέντων δικαστικών με την συντακτική πράξη του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, καθώς «.......εξέπεμπε κομμουνιστικά συνθήματα ακόμα και από της έδρας».]
  19. [Το σώμα των ενόρκων της δίκης του Γρηγόρη Λαμπράκη αποτελούσαν οι πολίτες, Βύρων Αντωνιάδης, Βιομήχανος, Θ. Αργυρίου, Καθηγητής Μαθηματικών, Μαρία Αρτακιανού, Υπάλληλος του Δήμου Θεσσαλονίκης, Ιωάννης Αστερίου, Συμβολαιογράφος, Μαρία Βαλαγεώργη, Καθηγήτρια Γυμνασίου, Αχιλλέας Γραικός, Υπάλληλος Εθνικής Τραπέζης, Αλίκη Καρύδα, Μέλος του Λυκείου Ελληνίδων, Νικόλαος Οικονόμου, Δικηγόρος Θεσσαλονίκης, Στ. Σαββίδης, Έμπορος, Δημήτριος Τούσας, Δικηγόρος Θεσσαλονίκης. Αναπληρωματικά μέλη είχαν εκλεγεί οι Ιωάννης Λιάτσης, Συμβολαιογράφος και Ε. Σέμπης, Οδοντίατρος.]
  20. Η σύγκρουση με τον στρατηγό Μήτσου για τον έλεγχο της Νεολαίας και η γνωριμία με τον Οδυσσέα Τόσκα. «Κοινός Παρονομαστής», Πολύδωρος Δάκογλου, 9 Μαρτίου 2016.
  21. Η σύγκρουση με το «σύστημα Μήτσου» και το γιουρούσι των μπράβων «Κοινός Παρονομαστής», Πολύδωρος Δάκογλου, 11 Μαρτίου 2016.