Μάριος Βάρβογλης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Μάριος Βάρβογλης, Έλληνας μουσουργός, μουσικοκριτικός και καθηγητής μουσικής, που αποκλήθηκε ο «παππούς της ελληνικής μουσικής», γεννήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1885 στις Βρυξέλλες στο Βέλγιο και πέθανε στις 30 Ιουλίου 1967 στην Αθήνα από συγκοπή καρδιάς.

Ήταν παντρεμένος με την Γαλλίδα Εντίτ, το γένος Congner, απόφοιτο της Σχολής Διακοσμητικών Τεχνών του Παρισιού, και είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, την Ελισσάβετ μετέπειτα Ασημακοπούλου, και το Φίλιππο, αρχιτέκτονα που σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα στο Παρίσι στις 28 Ιουλίου 1967 και ενταφιάστηκε την ίδια μέρα με τον πατέρα του.

Μάριος Βάρβογλης

Βιογραφία

Ο Βάρβογλης κατάγονταν από σημαντική οικογένεια των Σερρών στη Μακεδονία, της οποίας το επίθετο ήταν Μπάρμπογλους και είχε εγκατασταθεί στην Πελοπόννησο. Ο παππούς του Παναγιώτης σπούδασε νομική, ιατρική και μαθηματικά στην Πίζα και με το ψευδώνυμο «Μάριος» δημοσίευε κείμενα στο περιοδικό «Λόγιος Ερμής». Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, ενώ μετά το 1847 πολιτεύτηκε και έγινε υπουργός παιδείας, πρόεδρος της Βουλής, υπουργός οικονομικών και δύο φορές δικαιοσύνης. Ο θείος του Φίλιππος, ο αδελφός του πατέρα του, ήταν δικηγόρος και διατέλεσε από το 1895 έως το 1897, υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση του Θόδωρου Δηλιγιάννη.

Πατέρας του ήταν ο Νικόλαος Βάρβογλης, αξιωματικός του Πυροβολικού, διευθυντής του Ελληνικού πυριτιδοποιείου και καθηγητής στη σχολή Ευελπίδων, ο οποίος γεννήθηκε στην Τρίπολη Αρκαδίας και μητέρα του η Μαρία Φραντζίδου από τη Σύρο. Ήταν μοναχοπαίδι και γεννήθηκε σε ένα από τα πολύ συχνά ταξίδια της οικογένειας του και επέστρεψε στην Αθήνα σε ηλικία λίγων μηνών. Περάτωσε τα μαθήματα του Γυμνασίου στην Αθήνα και σε ηλικία δεκαεπτά χρόνων ήταν πρωταθλητής του στίβου [1] στο δρόμο ταχύτητας των 100 μέτρων, αγώνισμα στο οποίο κατέρριψε το ρεκόρ που κατείχε Αμερικανός αθλητής. Παρακολούθησε μαθήματα μουσικής και παράλληλα φοιτούσε στη Σχολή Καλών Τεχνών, με καθηγητή το Νικηφόρο Λύτρα και μεταξύ των συμμαθητών του το Γεώργιο Ροϊλό.

Ζωή & Σπουδές στο Παρίσι

Το 1902 πήγε στο Παρίσι, όπου σπούδασε πολιτικές επιστήμες και παράλληλα μουσική στο «Conservatoire» με δασκάλους τον Ξαβιέ Λερού στην αρμονία και τον Κοσάντ στην αντίστιξη και φούγκα, καθώς και στη «Schola Cantorum». Ο Σωτήρης Σκίπης τον συνάντησε το 1908 το Παρίσι, και του αφιέρωσε ένα άρθρο στο περιοδικό «Νουμάς» [2] [3], στη σειρά «Καλλιτεχνικές Βίζιτες», με αναφορές στη δημιουργική του πορεία. Στο Παρίσι γνωρίστηκε με τον Ζαν Μωρεάς, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου, τον Αιμίλιο Ριάδη, τους συνθέτες Βενσάν ντ` Ιντί, που ήταν δάσκαλός του, τους Μανσέ, Μορίς Ραβέλ, Εντουάρ Βαρέζ και άλλες προσωπικότητες της εποχής του. Γνωρίστηκε και έγινε φίλος με το ζωγράφο Αμεντέο Μοντιλιάνι, [Amedeo Modigliani], γνωστό ως ο «καταραμένος ζωγράφος», με τον οποίο ήταν συνομήλικοι, όμως μοιράζονταν παράλληλα και κοινές καλλιτεχνικές ανησυχίες, καθώς ο Μοντιλιάνι αγαπούσε τη μουσική και τραγουδούσε, ενώ ο Βάρβογλης ζωγράφισε διαρκώς. Ο Μοντιλιάνι, σύμφωνα με επιστολή που απέστειλε ο Βάρβογλης το Δεκέμβριο του 1958 στον Franco Russoli διευθυντή της Pinacoteca di Breta του Μιλάνου, φιλοτέχνησε το πορτραίτο του, γνωστό ως «Le beau Marius». Πορτραίτα του φιλοτέχνησαν επίσης, ο Σπύρος Ξένος και δύο σκίτσα του ο Achille Ouvré, ένα από τα οποία είναι στην παρτιτούρα του έργου «Αγία Βαρβάρα» που εξέδωσε το 1948 ο Οκτάβιος Μερλιέ.

Επιστροφή στην Ελλάδα

Ο Βάρβογλης επέστρεψε στην Αθήνα το 1920 ύστερα από πρόσκληση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ωδείου Αθηνών και διορίστηκε καθηγητής μουσικής στο Ωδείο της Αθήνας, όπου δίδαξε ανώτερα θεωρητικά και ιστορία της μουσικής, όμως το 1923 υπέβαλλε παραίτηση, όταν διαφώνησε με απόφαση του Ωδείου να δοθεί υποτροφία στην οικονομικά ευκατάστατη δεσποινίδα Ασκητοπούλου, αντί του νεαρού και πτωχού βιολιστή, Σκατζουράκη. Προσλήφθηκε στο Ελληνικό Ωδείο, όπου ήταν συνδιευθυντής από το 1923 έως το 1925, από κοινού με τους Μανώλη Καλομοίρη και Διονύση Λαυράγκα, στην Ορχήστρα του Ελληνικού Ωδείου, που είχε μαέστρο το Δημήτρη Μητρόπουλο. Το 1924 διορίστηκε καθηγητής στη «Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία» και στη συνέχεια μετατέθηκε στο 7ο Γυμνάσιο Αρρένων στο Παγκράτι, όπου δίδαξε για πολλά χρόνια, ενώ από το 1927 έως το 1930 συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ελληνικά Γράμματα».

Ήταν ιδρυτικό μέλος της Ενώσεως Ελλήνων Μουσουργών, ανήκε στην στην 5μελή Επιτροπή ιδρύσεως το 1931 και από το 1936 ως το 1957 που παραιτήθηκε, ήταν αντιπρόεδρος της, ενώ το 1957 διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Συνθετών. Ανέλαβε, επίσης, την καλλιτεχνική διεύθυνση μουσικών ιδρυμάτων και εργάστηκε ως μουσικοκριτικός του περιοδικού «Νουμάς» από τον Δεκέμβριο του 1909 [4], και των εφημερίδων «Ελεύθερος Λόγος» και από το 1955 στην εφημερίδα «Τα Νέα». Στη διάρκεια της τριπλής κατοχής που ακολούθησε την κατάληψη της Ελλάδος μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η οικογένεια του επέζησε χάρις στα τρόφιμα που έπαιρνε η κόρη του Ελισάβετ, που εργάζονταν στον Ελβετικό Ερυθρό Σταυρό. Συνελήφθη ως φιλοαριστερός στις 4 Ιανουαρίου 1945 και κλείστηκε σε αγγλικό στρατόπεδο στην περιοχή του Ελληνικού, όπου τον ανακάλυψαν οι οικείοι του στις 22 Ιανουαρίου 1945, ύστερα από ειδοποίηση που είχαν από το γιατρό Βεζύρογλου, υπεύθυνο για την υγεία των κρατουμένων, ενώ στις 29 Οκτωβρίου 1945 το Υπουργείο Παιδείας, προχώρησε στην απόλυσή του από το 7ο Γυμνάσιο Αρρένων.

Το 1937 αναδείχθηκε καλλιτεχνικός συνδιευθυντής του Ελληνικού Ωδείου [5], από κοινού με τον Αντίοχο Ευαγγελάτο και τον Κωνσταντίνο Σφακιανάκη, θέση που διατήρησε μέχρι το θάνατό του. Στις 30 Νοεμβρίου 1949 ζήτησε τη βοήθεια του Ακαδημαϊκού Μανώλη Καλομοίρη, ο οποίος προσπάθησε δίχως αποτέλεσμα, για την είσοδο του Βάρβογλη στην Ακαδημία. Το 1962, ενώ είχε ήδη πεθάνει ο Μανώλης Καλομοίρης, υπέβαλλε υποψηφιότητα για μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, με συνυποψήφιους τον Αντίοχο Ευαγγελάτο και το Γεώργιο Σκλάβο. Η ψηφοφορία διεξήχθη στις 3 Μαρτίου 1966, και δεν εκλέχθηκε καθώς δεν εξασφάλισε για μία ψήφο, την απόλυτη πλειοψηφία.

Διακρίσεις

Τιμήθηκε με

  • Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών στις 15 Νοεμβρίου 1923, μαζί με τους Γεώργιο Λαμπελέτ και Αιμίλιο Ριάδη,
  • βραβείο «Τάκης Κανδηλώρος» της Ακαδημίας Αθηνών το 1937,
  • Βασιλικό διάταγμα που εκδόθηκε το 1951, όταν το υπουργείο Παιδείας του εξέφρασε τη Βασιλική ευαρέσκεια «…δια την μακρά και ευδόκιμο υπηρεσίαν..»,
  • το Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικος το 1957.

Εργογραφία

Σώζονται διάφορα ζωγραφικά έργα του Βάρβογλη, όπως σκίτσα του ζωγράφου και χαράκτη Δημήτρη Γαλάνη, μια γελοιογραφία του συνθέτη Μανώλη Καλομοίρη, και ελαιογραφίες, όπως ένα τοπίο από το Παρίσι και ένα τοπίο στην περιοχή της Καισαριανής. Συνέθεσε μουσικά έργα πριν ολοκληρώσει τις μουσικές του σπουδές και ορισμένα από αυτά τα διεύθυνε ο ίδιος σε αίθουσες στο Παρίσι. Οι συνθέσεις του είναι επηρεασμένες από το Σεζάρ Φρανκ και το γαλλικό εμπρεσιονισμό, χωρίς όμως να χάνουν το ελληνικό χρώμα. Αν και συνέβαλε στη δημιουργία Εθνικής Μουσικής Σχολής, εντούτοις έχουν εκδοθεί ελάχιστες συνθέσεις του, οι οποίες, όμως, αποδεικνύουν ότι μπορεί να συγκριθεί με πολλούς συνθέτες της Δύσεως. Μαθητές του ήταν μεταξύ άλλων οι μετέπειτα μεγάλοι συνθέτες Μίκης Θεοδωράκης, Μάνος Χατζηδάκις και Ιωάννης Ξενάκης.

Οι κυριότερες συνθέσεις του

  • «Αγία Βαρβάρα» το 1912, συμφωνικό πρελούντιο,
  • «Πανηγύρι» το 1909, συμφωνικό ποίημα,
  • «Ποιμενική σουίτα» το 1912,
  • «Ελληνικό καπρίτσιο για βιολοντσέλο και ορχήστρα» το 1914,
  • «Το πρελούντιο» το 1930, χορικό και φούγκα,
  • «Το απόγευμα της αγάπης» το 1935,
  • «Στοχασμός» το 1936, μουσικό δράμα,
  • «Απόγευμα αγάπης» το 1944, μελόδραμα,
  • «Δάφνες και κυπαρίσσια» το 1950, συμφωνικές αντιθέσεις.
  • «Πρελούντιο και φούγκα πάνω σε βυζαντινό θέμα για εκκλησιαστικό όργανο» το 1953.

Δημιούργησε θεατρικές υποκρούσεις για τα έργα

  • «Ο όρκος του πεθαμένου» το 1929, δράμα του Ζαχαρία Παπαντωνίου, που παρουσιάστηκε από το θίασο της «Ελευθέρας Σκηνής», περιλαμβάνει μουσική υπόκρουση για κουαρτέττο εγχόρδων υπό τον τίτλο «Στοχασμός της Αρετής» [6],
  • «Να ζη το Μεσολόγγι» το 1933 [7],
  • «Αγαμέμνων» και «Πέρσες», τραγωδίες του Αισχύλου το 1932 και το 1934,
  • «Μήδεια» του Ευριπίδη το 1942,
  • «Όρνιθες», κωμωδία του Αριστοφάνη το 1942.

Μεγάλο μέρος του έργου του είναι ανέκδοτο και τα χειρόγραφα από τις παρτιτούρες βρίσκονται στο αρχείο του, που ανήκει στην κόρη του Ελισάβετ Ασημακοπούλου.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. Μάριος Βάρβογλης 80 χρόνια από τη γέννηση του
  2. Περιοδικό «Νουμάς», τόμος 7, τεύχος 351, σελ. 5-6
  3. Το έργο του Σωτήρη Σκίπη Περιοδικό «Νουμάς», τόμος 8, τεύχος 413, σελίδα 232
  4. Μουσικές κουβέντες Περιοδικό «Νουμάς», τόμος 7, τεύχος 372, 27 Δεκεμβρίου 1909
  5. Διευθυντές Σπουδών του Ελληνικού Ωδείου
  6. Στοχασμός, για ορχήστρα εγχόρδων Μάριος Βάρβογλης
  7. Η θυσία του Αβραάμ-Να ζη το Μεσολόγγι (1933) Ψηφιοποιημένο αρχείο Εθνικού Θεάτρου