Ναπολέων Λαπαθιώτης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Ναπολέοντας Λαπαθιώτης, Έλληνας παρακμιακός -ομοφυλόφιλος, εξαρτημένος από ναρκωτικές ουσίες και κυρίως από την ηρωίνη- λυρικός ποιητής που συζητιέται περισσότερο για την προσωπική του ζωή και λιγότερο για το λογοτεχνικό έργο τυ, γεννήθηκε τη νύχτα προς τα ξημερώματα της 31ης Οκτωβρίου 1888 σ' ένα γωνιακό σπίτι της οδού Ευριπίδου 7, στην περιοχή Αγίων Θεοδώρων κοντά στην πλατεία Κλαυθμώνος στην Αθήνα και αυτοκτόνησε με βολή στην καρδιά του, τη νύχτα της 7ης προς 8η Ιανουαρίου 1944 με πυροβόλο όπλο, στο πατρικό του σπίτι στην οδό Κουντουριώτου 23 & Οικονόμου πίσω από το Αρχαιολογικό Μουσείο [1], και κάτω από το λόφο του Στρέφη, στην Αθηναϊκή συνοικία των Εξαρχείων. Η κηδεία του έγινε στο Μητροπολιτικό ναό Αθηνών και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο [2] στις 11 Ιανουαρίου, ύστερα από παραμονή τριών ημερών στο νεκροτομείο.

Ναπολέων Λαπαθιώτης
Ναπολέων Λαπαθιώτης1.jpg
Γέννηση: 31 Οκτωβρίου 1888
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)
Σύζυγος: Άγαμος
Τέκνα: Άτεκνος
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Λογοτέχνης, Λυρικός ποιητής
Θάνατος: 8 Ιανουαρίου 1944
Τόπος: Εξάρχεια, Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)

Ήταν άγαμος και δεν απέκτησε απογόνους.

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογένειας Λαπαθιώτη είναι από το χωριό Λάπηθος στο νησί της Κύπρου. Οι σχετικές μαρτυρίες αναφέρονται στον γενάρχη της οικογένειας, τον κτηματία Χατζηηλίας, με μεγάλη περιουσία τόσο στο χωριό του όσο και στις γειτονικές περιοχές και ιδιοκτήτη μύλου, προπάππο του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη, θύμα των σφαγών της 9ης Ιουλίου 1821, και στην επίσκεψη του Λεωνίδα Λαπαθιώτη, κατά το 1895-1896, στον τόπο καταγωγής του. Στη Λάπηθο ο «μύλος του Χατζηηλία», στην ενορία Αγίας Παρασκευής, στις «Πάνω ενορίες», λειτουργούσε μέχρι το 1968, λίγα χρόνια πριν από την τουρκική εισβολή και την προσφυγιά. Ο Χατζηηλίας παντρεύτηκε την κόρη του προύχοντα της Λαπήθου Χατζηκωνσταντή Εγγλέζου και ήταν σύγαμπρος του Χατζηπαρασκευά, γενάρχη της οικογένειας Παρασκευαΐδη. Συνελήφθη από τους Τούρκους και οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στη Λευκωσία, όπου καρατομήθηκε, μαζί με τους υπόλοιπους προκρίτους από τη Λάπηθο, τον Καραβά και την Κυθρέα, στην πλατεία Σεραγίου, στις 13 Ιουλίου 1821.

Πρόγοινοι

Γιος του Χατζηηλία ήταν ο Θεοχάρης Λαπαθιώτης, γεννήθηκε το 1807, ο οποίος μαζί με τη μητέρα και τις αδελφές του κατέφυγαν στο γαλλικό Προξενείο στη Λάρνακα, από όπου κατάφεραν να διαφύγουν στην Ελλάδα. Συμμετείχε στην Ελληνική εθνεγερσία του 1821 και μετά την απελευθέρωση τοποθετήθηκε στη Χωροφυλακή, ενώ σύμφωνα με ορισμένες πηγές, διετέλεσε υπασπιστής του βασιλιά Όθωνα. Ο Θεοχάρης αρχικά υιοθέτησε το επίθετο Λαπιθιώτης το οποίο αργότερα μετάλλαξε σε Λαπαθιώτης. Το 1878 αποστρατεύτηκε με το βαθμό του ταγματάρχη. Ένας από τους γιους του Θεοχάρη, ο οποίος απεβίωσε τον Μάιο του 1886, ήταν ο Λεωνίδας Λαπαθιώτης.

Οικογένεια Λαπαθιώτη

Πατέρας του Ναπολέοντα ήταν Λεωνίδας Λαπαθιώτης, Αντιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού, φασιστικών αντιλήψεων, αντικομμουνιστής και στρατοκράτης [3] ο οποίος τον Δεκέμβριο του 1911 υπήρξε ο βασικός υποκινητής κινήματος που πατάχθηκε λίγες ώρες πριν το ξεδίπλωμά του [4], με συμμετοχή στο κίνημα στου Γουδή, ο οποίος διατέλεσε βουλευτής την περίοδο 1903 έως το 1905 και υπουργός Στρατιωτικών το 1909, στην κυβέρνηση του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Ο πατέρας Λαπαθιώτης ως μαθηματικός δίδαξε στο Πολυτεχνείο, στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και διατέλεσε προσωπάρχης του Υπουργείου Στρατιωτικών και Υπουργός των Στρατιωτικών του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Το 1911 ο Λεωνίδας τέθηκε σε παρατεταμένη διαθεσιμότητα, με το βαθμό του Συνταγματάρχη και φυλακίστηκε δύο φορές από την κυβέρνηση Βενιζέλου. Το 1916 ο Λεωνίδας συμμετείχε στο Κίνημα της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη. Η μητέρα του Ναπολέοντα, στην οποία ο ποιητής είχε ιδιαίτερη αδυναμία [5], ήταν η αστικής καταγωγής και όμορφη Βασιλική Παπαδοπούλου από Υδραίους γονείς που γεννήθηκε στο Μεσολόγγι, εγγονή του ναύαρχου Γιάννη Ραζηκότσικα ο οποίος είχε παντρευτεί την αδελφή του Σπυρίδωνος Τρικούπη και ως εκ τούτου ήταν δευτερανιψιά του Χαρίλαου Τρικούπη, στο σπίτι του οποίου έζησε από μικρή.

Πρώτα χρόνια

Το 1895 η οικογένεια Λαπαθιώτη εγκαταστάθηκε σε σπίτι κοντά στο κέντρο της Αθήνας, όπου ο Ναπολέων διδάχθηκε από την ελληνοϊταλίδα Χοϊδά, τα μαθήματα της Α' τάξεως του Δημοτικού καθώς και γαλλικά. Το 1896 με την οικογένειά του, μετακόμισε στο Ναύπλιο για χρονικό διάστημα έξι μηνών, όμως το 1897 με την κήρυξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου όταν ο πατέρας του έφυγε στο μέτωπο στην Ήπειρο, εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στο νέο τους σπίτι στην οδό Ζωοδόχου Πηγής 55, στην Αθήνα. Τον ίδιο χρόνο, μαζί με τη μητέρα του ταξίδεψε και όλο το καλοκαίρι καθώς και μέρος του Φθινοπώρου, έμειναν στο Αγρίνιο, όπου βρίσκονταν ο πατέρας του, επειδή «....εκεί είχαν συγκε­ντρωθεί τα στρατεύματα μας κατεβαίνοντας από την Ήπειρο». Αγαπητό πρόσωπο του Ναπολέοντα υπήρξε ο νουνός του, ο ναύαρχος Γιάννης Ραζηκότσικας, στον οποίο οφείλει και την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία από τα παιδικά του χρόνια καθώς με τις δύο μηχανές Κόντακ, μια μικρή και μια με φυσαρμόνικα, που του έφερε δώρο από την Αγγλία, και δάσκαλο έναν οικογενειακό φίλο, εξελίχτηκε σε παθιασμένο ερασιτέχνη φωτογράφο.

Σπουδές

Συνέχισε να παρακολουθεί τα μαθήματα του Δημοτικού κατ' οίκον, έμαθε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, ενώ παρακολούθησε μαθήματα πιάνου και ζωγραφικής. Ως μαθητής έγραφε και κυκλοφορούσε πολυγραφημένες εφημερίδες, όπως το «Ωχρόν Λυκόφως», τη «Μελέτη» και το «Πάρθιον Βέλος», με ένα κύριο άρθρο και αρκετά αινίγματα. Το 1899 γράφτηκε στο «Εθνικό Λύκειο», όπου γνωρίστηκε με το Σπύρο Τρικούπη και συνδέθηκαν με φιλική σχέση, ενώ το 1901 άλλαξε σχολείο και γράφηκε στο Λύκειο Δελλίου, όμως παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα πιάνου με την Αθηνά Σερεμέτη. Γνωρίστηκε από τη νεαρή του ηλικία με ανθρώπους των Γραμμάτων, Αριστομένη Προβελέγγιο, τον Φώτο Πολίτη, τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, τον Κωστή Παλαμά και τον Κώστα Βάρναλη. Το 1903, εξαιτίας της υποψηφιότητας και εκλο­γής του πατέρα του ως βουλευτή, συμμετείχε στην περιοδεία της οικογένειας του στον Τύρναβο. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1905, και παρ' ότι τo 1909 ολοκλήρωσε τις σπουδές του, δεν άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα.

Ενήλικη ζωή

Το 1907 ο Λαπαθιώτης υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ποιητικού περιοδικού «Ηγησώ», στα δέκα συνολικά τεύχη του οποίου δημοσίευσε δεκαέξι ποιήματα ως το 1908, οπότε το περιοδικό έκλεισε και άρχισε τη λογοτεχνική και δημοσιογραφική συνεργασία του με την εφημερίδα «Εσπερινή» και το περιοδικό «Ελλάς» του Σ. Ποταμιάνου. Τον ίδιο χρόνο γνωρίστηκε με τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο και τον Άγγελο Σικελιανό. Το 1909 κατατάχθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Εκείνη την εποχή διατηρούσε ερωτική σχέση με τον Εμμανουήλ Κορτέση, έναν νεαρό από την Ίο, σχέση που δαιάρκεσε περίπου ως το 1910, δηλαδή όταν ήταν σε ηλικία 18-22 χρονών. Ο Λαπαθιώτης αφιέρωσε στον Κορτέση ένα ποίημα με διπλή, πλεχτή ακροστιχίδα, στην οποία οι μονοί στίχοι σχηματίζουν το όνομα ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ και οι ζυγοί το επώνυμο ΚΟΡΤΕΣΗΣ.

Το 1914 στρατεύεται στον 8ο λόχο του 1ου Πεζικού Συντάγματος Αθηνών. Το 1921 έχει πια ενταχθεί στις τάξεις των κομμουνιστών. Εκείνο το έτος δημοσιεύεται επιστολή του σε κομμουνιστική εφημερίδα [6] στην οποία γράφει μεταξύ άλλων:

«...Κάθε μέρα όμως που περνά βλέπω πως τα πράγματα βαδίζουν ραγδαιότερα και πλέον επιτακτικά. Εκείνο που προχθές ήταν μια ευγενική διάθεσις και χθες μια ωραία προσπάθεια σήμερα πλέον αποβαίνει μια ανάγκη σιδηρά· όπως κι αν κάμωμε, προς οποιοδήποτε δρόμο και αν στραφούμε, το ίδιο πρόβλημα προβάλλει απ’ όλες τις μεριές και μας ζητεί μίαν λύσιν. Οποθενδήποτε και αν ορμώμεθα –οι μεν από την φυσικήν πνευματικήν ευγένειάν τους, οι δε από την άμεσον ανάγκην της λυτρώσεως– σήμερα συναντώμεθα όλοι επί ταυτόν· ο Σκοπός επείγει. Μ’ αυτό το γράμμα θέλω να σου διαπιστώσω, ότι ανήκω ολόψυχα στας τάξεις των θερμών στρατιωτών σου, πρώτη φορά γυμνά χωρίς προσχήματα σ’ εκείνους που παλαίουν για τον σκοπόν. Με την ελπίδα πως θα ‘ρθεί μια μέρα καθώς όλοι να χρησιμοποιηθώ επίσης στον Αγώνα. Σε χαιρετώ με το μέτωπο ψηλά. 
ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ».

Το μεγάλο ερωτικό πάθος του Λαπαθιώτη υπήρξε ο Κώστας Γκίκας, από το Μενίδι, με τον οποίο διατηρούσε σεξουαλικές σχέσεις ίσως από το 1925 και έως τουλάχιστον το 1937 κι είναι ξεκαθαρισμένο ότι συζούσαν στο ισόγειο του σπιτιού του στα Εξάρχεια. Το 1928 ο ποιητής έγραψε ποίημα που η ακροστιχίδα του σχηματίζει το ονοματεπώνυμο του εραστή του.

Κοινωνική δραστηριότητα

Ο Ναπολέων ακολούθησε τον πατέρα του στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας, υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο [7], που ξέσπασε στις 17 Αυγούστου 1916 στη Θεσσαλονίκη και στις 20 Αυγούστου 1916, δημοσίευσε στο περιοδικό «Νουμάς» το ποίημα «Κραυγή», ένα απροκάλυπτα γαλλόφιλο σονέτο. Την Άνοιξη του 1914 δημοσίευσε το «Μανιφέστο», με το οποίο επιτέθηκε στους παλιότερους καλλιτέχνες και συγγραφείς, ζητώντας από νεότερους να συνεργαστούν στο «...γκρέμνισμα των Ψεύτικων Ειδώλων που κυριαρχούν». Σε δημοσίευμα της η εφημερίδα «Νέα Ελλάς», στις 30 Μαΐου 1914, κάνει αναφορά σε σχέση του ποιητή με τη χρήση χασίς, τρία χρόνια πριν το ταξίδι του στην Αίγυπτο, όπου όπως γράφει επισκέφθηκε «....ένα αυθεντικό αράπικο χασισοποτείο, εξαιρετικού ενδιαφέροντος», καθώς το χασίς ήδη από το 1880 ήταν γνωστό στην Ελλάδα.

Υπηρέτησε στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, ενώ τα Χριστούγεννα του 1916, ως μεταφραστής και ιδιαίτερος γραμματέας του πατέρα του ταξίδεψε και έζησε στην Αίγυπτο, με στόχο να αντλήσουν οικονομική ενίσχυση και να στρατολογήσουν εθελοντές από τις ελληνικές παροικίες. Στην Αλεξάνδρεια γνωρίστηκε με τον Κωνσταντίνο Καβάφη και σύμφωνα με μαρτυρία του [8] επισκέφθηκε για πρώτη φορά χασισοποτείο. Στις 10 / 23 Ιουνίου 1917 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη μαζί με τον πατέρα του, μετά από παραμονή περίπου πέντε μηνών, στην Αίγυπτο και τα επόμενα τρία χρόνια υπηρέτησε στην επιτελική υπηρεσία του Στρατού. Στη δεκαετία της δεκαετίας του 1920, λίγα χρόνια μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων, εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα και ασπάστηκε τον μαρξισμό [9].

Η γνωριμία του με τον Καβάφη αποτέλεσε την αρχή μιας μακρόχρονης αλληλογραφίας και φιλίας μεταξύ τους. Τα χρόνια που ακολούθησαν στήριξε τον Αλεξανδρινό ποιητή στη φιλολογική του διαμάχη με τον Κωστή Παλαμά, πήρε μέρος το 1924, στην ομάδα των «Φίλων του Καβάφη», προσυπέγραψε διαμαρτυρία διανοουμένων υπέρ του, και τον υποστήριξε με άρθρα του στις εφημερίδες και τα περιοδικά, ενώ πρωτοστάτησε στην έκδοση του αφιερώματος για τον τον Καβάφη, από το περιοδικό «Νέα Τέχνη». Γνωστή επίσης είναι και η διαμάχη του με τον Μίτια Καραγάτση, ο οποίος εξηγώντας γιατί επέλεξε να γράφει με με ψευδώνυμο και όχι με το οικογενειακό του όνομα, είπε ότι αναγκάστηκε να αλλάξει επώνυμο επειδή ο πατέρας του φοβόταν ότι, εάν το παιδί του γινόταν συγγραφέας, κινδύνευε να γίνει όπως ο γιος ενός φίλου του, στρατηγού, που ήταν «αιρετικός σε άλλες κοινωνικές του εκδηλώσεις». Το σχόλιο αυτό ενόχλησε τον Λαπαθιώτη που κατηγόρησε τον Kαραγάτση για παραποίηση των γεγονότων με σκοπό την αυτοπροβολή. Ακόμη βιαιότερη ήταν η αντιπαράθεσή του με τον κριτικό Σπύρο Μελά, καθώς με τον χρονογράφο Γιώργο Τσοκόπουλο, με αφορμή το ποιητικό του έργο «Κι έπινα μέσ’ από τα χείλια σου..» [10].

Επαγγελματικές συνεργασίες

Αφοσιώθηκε από νωρίς στη μουσική, στη ζωγραφική και τελικά στην ποίηση, έγραψε τους πρώτους του στίχους σε ηλικία 12 ετών. Το 1897 πρωτοεμφανίστηκε στο περιοδικό «Διάπλαση των παίδων» με το ψευδώνυμο «Αιθήρ», ενώ αργότερα χρησιμοποίησε στο ίδιο περιοδικό και το «Όψιμος Κρίνος». Στις 22 Φεβρουαρίου 1905 εμφανίστηκε επίσημα και δημοσίευσε το ποίημα «Έκσταση», ενώ στις 3 Απριλίου 1905 «Το παράπονο του τραγουδιστή» στο περιοδικό «Νουμάς» και στις 30 Νοεμβρίου δημοσίευσε στο περιοδικό «Παναθήναια», το ποίημα «Αγάπης πόθοι», όμως παράλληλα δημοσίευσε ποιήματα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά καθώς και σε εφημερίδες. Το 1907 υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ποιητικού περιοδικού «Ηγησώ», στα δέκα συνολικά τεύχη του οποίου από το Μάιο του 1907 έως το Φεβρουάριο του 1908 που έκλεισε, δημοσίευσε δεκαέξι ποιήματα.

Τον ίδιο χρόνο άρχισε τη λογοτεχνική και δημοσιογραφική συνεργασία του με την εφημερίδα «Εσπερινή» και το περιοδικό «Ελλάς» του Σ.Ποταμιάνου, ενώ γνωρίστηκε με το Κωνσταντίνο Χρηστομάνο και τον Άγγελο Σικελιανό. Από το 1909 έως το 1910 συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Δάφνη», «Ανεμώνη» και «Ποιητική έκδοση», το 1924 με την εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα», το 1925 με το περιοδικό «Η Διάπλασις των παίδων», το 1931 με το περιοδικό «Μπουκέτο», στο οποίο δημοσίευσε [11] 61 ποιήματα, 52 διηγήματα και 18 πεζοτράγουδα, το 1933 με τη «Νέα Εστία», όπου δημοσίευσε μεγάλο μέρος του λογοτεχνικού του έργου και το 1939 και 1940 κράτησε την στήλη της κριτικής του βιβλίου, το 1938 την «Πνευματική Ζωή» και το 1940 με τα «Νεοελληνικά γράμματα». Υπάρχουν επίσης καταγραμμένες δύο συνεντεύξεις του, η πρώτη στον Κωστή Μπαστιά, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εβδομάς» στις 4 Απριλίου 1931, και η δεύτερη στον επιστήθιο φίλο του Γιώργο Περαστικό, στις 9 Απριλίου 1938, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα», και περιλαμβάνεται σε αυτόγραφο το ποίημα «Επεισόδιο», το οποίο ενόχλησε τη λογοκρισία του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, που διεύθυνε ο φίλος του Τάκης Μπαρλάς, στον οποίο στις 27 Απριλίου 1938, απέστειλε επανορθωτική επιστολή [12].

Στη διάρκεια ποιητικής του διαδρομής απασχόλησε με συχνά σκάνδαλα τους λογοτεχνικούς και κοινωνικούς κύκλους, όπως το 1910 με το περιοδικό «Ανεμώνη», που δημοσιεύτηκε το ποίημα «Κι έπινα μες από τα χείλη σου», το 1912 με τη δημοσίευση του ποιήματος «Stabat mater dolorosa» στο περιοδικό «Νουμάς» και το 1938 με τη δημοσίευση του ποιήματος «Επεισόδιο» στα «Νεοελληνικά Γράμματα». Σύμφωνα με το μελετητή και εκδότη του έργου του Άρη Δικταίο, «…Ο Λαπαθιώτης, ο λεπταίσθητος ποιητής, μετατρέπεται σε άνθρωπο της λαχαναγοράς, σε πίθηκο των καταγωγίων, σε υμνητή λουλάδων και ντεκέδων, σε εφιαλτικό πλάσμα ζωολογικού κήπου…».

Λογοτεχνικό έργο

Ο Λαπαθιώτης διάβαζε Ουώλτερ Χορέισο Πέιτερ, έναν από τους θεωρητικούς και εκφραστές του δόγματος «Η Τέχνη για την Τέχνη», δόγμα θεμέλιο του κινήματος του Αισθητισμού καθώς και Όσκαρ Ουάιλντ. Πίστευε ότι η τέχνη δεν έχει ηθικούς ή ωφελιμιστικούς λόγους υπάρξεως, σε αντίθεση με τις επικρατούσες απόψεις της εποχής του, οι οποίες ερμήνευαν το έργο τέχνης βάσει ηθικών και παιδευτικών αξιών. Πέρα από ποιήματα, ο Λαπαθιώτης έγραψε επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται διασκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες.

Διάφορα

Έγραψε τα έργα:

  • «Οι Περιπέτειες του Κονστάν Λαβρέτ» ημιτελές πρωτόλειο μυθιστόρημα,
  • «Μανιφέστο» [13], άρθρο στο περιοδικό «Νουμάς» στις 19 Απριλίου 1914,
  • «Ο Δημοφών κι ο θάνατος» [14], από το: «Οι νέοι διηγηματογράφοι», Επιμέλεια: Α. Δ. Παπαδήμα, Εκδοτικός οίκος «Αθηνά» Αρ. Ι. Ράλλη, Ευριπίδου 6, Αθήναι 1923,
  • «Το Τάμα της Ανθούλας», νουβέλα του 1932,
  • «Η Ζωή μου», ημιτελής αυτοβιογραφία [15] που καλύπτει τα χρόνια έως το 1917 και δημοσιεύτηκε σε συνέχειες, από τις 28 Απριλίου μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 1940, στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Μπουκέτο».

Έχουν εντοπισθεί διάσπαρτα [16], σχεδόν 100 διηγήματα, που γράφηκαν από το 1908 έως το 1923 και δημοσιεύθηκαν στα «Παναθήναια» του Κίμωνα Μιχαηλίδη, στο περιοδικό «Ελλάς», στη «Διάπλασι των παίδων», αλλά και σε περιοδικά του Μεσοπολέμου με ιδεολογικό προσανατολισμό, όπως οι αριστεροί «Νέοι Βωμοί».

Μεταφράσεις

Από το μεταφραστικό έργο του Λαπαθιώτη τα έργα:

  • «Η Μηχανή που τρέχει μέσα στο χρόνο», μυθιστόρημα του Χ. Γ. Γουέλς, είχε εκδοθεί το 1921 (εκδότης Βασιλείου),
  • «Όσκαρ Γουάιλντ», βιβλίο του Αντρέ Ζιντ, εκδόθηκε το 1944, (εκδότης: Φλόγα), λίγο καιρό μετά την αυτοκτονία του.

Θεατρικά έργα

Έγραψε τα θεατρικά:

  • «Νέρων ο Τύραννος», το 1901 θεατρικό παιδικό έργο, που τυπώθηκε με έξοδα του πατέρα του,
  • «Η τιμή της συζύγου»,
  • «Τα μεσάνυχτα ως το γλυκοχάραμα».

Ποιήματα

Το μοναδικό συγκροτημένο σε τόμο ποιητικό έργο του είναι τα:

  • «Ποιήματα» το 1939, εκδόσεις «Πυρσός», μια περιορισμένη επιλογή ποιημάτων του, ενώ πολλές μελέτες και ποιήματα πρωτότυπα και μεταφρασμένα παρέμειναν σκόρπια σε περιοδικά και εφημερίδες.

Τα περισσότερα έμμετρα ποιήματα του έχουν γραφεί σαν τραγούδια και συνοδεύονταν από τη μουσική τους, όμως οι παρτιτούρες του χάθηκαν. Η μουσικολόγος Σοφία Σπανούδη που μελέτησε το υλικό το 1945, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι άφησε 154 συνθέσεις, 30 ελεγείες, 17 επικήδεια μαρς, 10 ντε προφούντις, 7 τριλογίες, 3 συμφωνικές μικρές σουίτες, 1 πένθιμο εμβατήριο στον θάνατο μικρού πουλιού, 3 πένθιμα μυκηναϊκά εμβατήρια, καθώς και μερικά θούρια-της δημοκρατίας, του εργάτη, της κόκκινης παντιέρας, αντιπολεμικό- ταγκό, βαλς, βαρκαρόλες, σερενάτες και άλλα [17].

Πολλά από τα ποιητικά του έργα μελοποιήθηκαν και τραγουδήθηκαν [18] [19] από γνωστούς Έλληνες συνθέτες και καλλιτέχνες, όπως οι Γιώργος Ζαμπέτας, Σταύρος Κουγιουμτζής, Γιάννης Σπανός, Νίκος Ζιώγαλας, Νίκος Ξυδάκης, Νότης Μαυρουδής, Κώστας Λειβαδάς, Τάκης Μπίνης, Ζακ Ιακωβίδης και Μανώλης Πάππος.

Μεταθανατίως εκδόθηκε το βιβλίο:

  • «Τα ευρισκόμενα Ν. Λαπαθιώτη», το 1964.

Αναφορές στο Λαπαθιώτη

Έμμεσα αναφέρεται στο Λαπαθιώτη, η μικρού μήκους ταινία του 1981,

  • «Στην αναπαυτική μεριά»,

Η ζωή του αποτέλεσε πηγή εμπνεύσεως για τον σκηνοθέτη και συγγραφέα Τάκη Σπετσιώτη [20], ο οποίος το 1982, του αφιέρωσε ένα επεισόδιο στη σειρά της κρατικής τηλεόρασης «Οι ποιητές μας» [21]. Ο ίδιος το 1984 κινηματογράφησε τη μήκους ταινία «Μετέωρο και σκιά» [22], για τη ζωή και το έργο του ποιητή, που το 1985, βραβεύτηκε με 4 κρατικά βραβεία.

Το τέλος του

Ναπολέων Λαπαθιώτης

Ο Λαπαθιώτης φαίνεται ότι προετοίμαζε για χρόνια την αυτοκτονία του και το μόνο που απόμενε ήταν να προσδιορίσει ο ίδιος τη στιγμή που αυτή επρόκειτο να συμβεί. Την περίοδο της Κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονος και ζώντας υπό φρικτές συνθήκες στερήσεων και γενική εξαθλίωση η ιδέα του θεληματικού θανάτου έγινε εμμονή όπως φαίνεται και στην ποίησή του εκείνης της εποχής. Λίγο καιρό πριν το τέλος, ο Λαπαθιώτης χάρισε τα όπλα του πατέρα του στις κομμουνισυμμορίες του ΕΛΑΣ Εξαρχείων και κράτησε ένα στρατιωτικό περίστροφο. Με χιλιάδες προβλήματα και φοβίες, κατέληξε σκιά του εαυτού του πριν αυτοπυροβοληθεί στην καρδιά, στον πρώτο όροφο του σπιτιού του ένα αρχοντικό νεοκλασσικό στη συμβολή των οδών Κουντουριώτου 23 και Οικονόμου, κάτω από το λόφο του Στρέφη στη συνοικία των Εξαρχείων. Αυτοκτόνησε [23] καθώς οι εξαρτήσεις του τον ανάγκασαν να εκποιήσει το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων, και σχεδόν το σύνολο των βιβλίων της πλούσιας βιβλιοθήκης του χρησιμοποιώντας γι' αυτό το σκοπό τον φίλο του Μήτσο Παπανικολάου, ο οποίος έχοντας κι εκείνος τα ίδια πάθη κι εξαρτήσεις υπεξαιρούσε, συχνά, τα χρήματα από τις εκποιήσεις των βιβλίων.

Πριν αλλά και μετά τον θάνατο της μητέρας του ο πατέρας του, που υπήρξε το διαχρονικό στήριγμα του, του συγχωρούσε τα πάντα ακόμα και την αδιάκοπη παρουσία των εφήμερων εραστών του που μπαινόβγαιναν σπίτι τους. Ο θάνατος του πατέρα του και ζώντας ολομόναχος με μόνη συντροφιά τις άπειρες γάτες του αλλά και ψυχικά συντετριμμένος από το γεγονός ότι δεν κατάφερε να εκδώσει μια δεύτερη ποιητική συλλογή γέμισε η ψυχή του με απελπισία. Ο Λαπαθιώτης αυτοπυροβολήθηκε με το στρατιωτικό περίστροφο του πατέρα του δίχως να αφήσει την παραμικρή εξήγηση για την πράξη του αυτή. Οι γείτονες δίστασαν πολύ πριν σπάσουν την πόρτα και μπουν στο μεγάλο, σχεδόν άδειο, κρύο και θλιβερό νεοκλασικό. Τη σορό του Λαπαθιώτη βρήκε την επόμενη ημέρα το πρωί ο φίλος του Κώστας Χριστοδούλου, ο οποίος τον αντίκρυσε πεσμένο στο πάτωμα μέσα σε μια λίμνη αίματος. Προκειμένου να εξοικονομηθούν τα χρήματα της κηδείας του έγινε έρανος μεταξύ των φίλων του μετά από σχετική πρωτοβουλία του περιοδικού «Νέα Εστία». Ο Μίτια Καραγάτσης, ο Κώστας Ουράνης, ο Στράτης Μυριβήλης ήταν ανάμεσα στα πρόσωπα που συνεισέφεραν. Περίπου 4.835.000 πληθωριστικά εκατομμύρια δραχμές μαζεύτηκαν [24], εκ των οποίων ένα μέρος μοιράστηκε στα άπορα μέλη δύο λογοτεχνικών συλλόγων. Σύμφωνα με δική του επιθυμία, ο ποιητής έμεινε άταφος επί τρεις ημέρες, για το φόβο της νεκροφάνειας, η οποία -σε νεαρή ηλικία- είχε συμβεί στη μητέρα του.

Μνήμη Ναπολέοντος Λαπαθιώτη

Ο Λαπαθιώτης που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της νεοσυμβολιστικής και νεορομαντικής σχολής, υπήρξε ένας από τους «καταραμένους» και «ιδανικούς αυτόχειρες» της Ελληνικής λογοτεχνίας. Στα τελευταία του έργα κυριαρχεί το αίσθημα απελπισίας και η βαθιά μελαγχολία. Απασχόλησε έντονα την κοινωνία της εποχής του κυρίως με τις πολιτικές του απόψεις, καθώς ήταν φανατικός στρατευμένος κομμουνιστής. Δημοσίευσε στο περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», στις 3 Φεβρουαρίου 1938, το ποίημα «Τραγούδι για το ξύπνημα του προλετάριου». Τον Αύγουστο του 1927 δημοσιοποίησε τις αντιλήψεις του περί της Θρησκείας όταν δημοσίευσε στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» επιστολή που έστειλε στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Α' (ο Παπαδόπουλος) στην οποία του ζητούσε να τον διαγράψει από το ποίμνιο της Εκκλησίας. Αντικείμενο συνεχών αναφορών εκείνης της εποχής ήταν η ιδιαιτερότητα του σεξουαλικού του προσανατολισμού και η εξάρτηση από τις ναρκωτικές ουσίες. Παράλληλα φρόντιζε να μιμείται τον Όσκαρ Ουάιλντ στο ντύσιμο, στο χτένισμα, στην κίνηση και στην προκλητικότητα. Ντυνόταν εξεζητημένα, προκαλούσε με τις εμφανίσεις του, με τις πράξεις του και τα γραπτά του, ενώ σύχναζε στα στέκια του υποκόσμου αναζητώντας ναρκωτικά και εφήμερους εραστές.

Την επομένη του θανάτου του, ο Παύλος Παλαιολόγος έγραψε [25] στα «Αθηναϊκά Νέα»:

«Ο θάνατος του ποιητού Ναπολέοντα Λαπαθιώτη είναι ένα κτύπημα που δέχεται η ελληνική κοινωνία. Δεν μπορεί να υπερηφανευθή ένας τόπος όπου τα καλλιεργημένα του πνεύματα φθάνουν στον θάνατο από ένδειαν, ενώ τα κατακάθια του τα ύποπτα και γλοιώδη υποκείμενα ανεβαίνουν στην επιφάνεια και χαίρονται τα αγαθά της ζωής. Τη στιγμή που οι «μαύροι» σχηματίζουν τα δισεκατομμύρια τους, ο Λαπαθιώτης για να ζήση πουλούσε το σπίτι του, πουλούσε το κτήμα του στην Πάτρα. Και τελευταία προσφορά στο βωμό της ανάγκης, παρέδωσε στην αγορά το πολυτιμότερο για έναν πνευματικό άνθρωπο αγαθό: Την βιβλιοθήκη του»! 

Δύο μέρες μετά την αυτοκτονία του Λαπαθιώτη, ο Αντώνης Σαμαράκης γράφει και αφιερώνει στον ποιητή, στις 10 Ιανουαρίου του 1944, ένα «Ελεγείο». Έπειτα η Θεώνη Δρακοπούλου (Μυρτιώτισσα) γράφει ποίημα με τίτλο το ονοματεπώνυμό του, πιθανότατα τις ημέρες του τραγικού συμβάντος ενώ δώδεκα χρόνια μετά, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο Άδωνις Φατούρος γράφει και του αφιερώνει τα σονέτα, Στον Λαπαθιώτη στις 3 Φεβρουαρίου του 1956, και Αυτοβιογραφία τον Φεβρουάριο του 1957.

Σε μια εκτενή νεκρολογία του Τεύκρου Ανθία, του Μαρτίου του 1944, για τον Λαπαθιώτη, διαβάζουμε ότι πρόκειται για έναν «αληθινό ποιητή», με τον οποίο ο Ανθίας συναντιόντουσαν συχνά στα δύσβατα περιθωριακά μονοπάτια της μαγικής «αλήτικης ζωής». Γράφει [26]:

«Τον Ναπολέοντα τον βλέπανε μονάχα τα μεσάνυχτα και οι ίσκιοι. Σπάνια, πολύ σπάνια να τον δει το δειλινό και το ηλιοβασίλεμα. (…) Άσημοι «νέοι» εμείς. Γνωστός αυτός, με θέση αξιοζήλευτη στα νεοελληνικά γράμματα. Και συνοδεύαμε τ’ ασκητικά του βήματα - ω! πόσο μόνος έμενε και πάλι, μ’ όλο που ήτανε στο μέσο μας - στους δρόμους, τα δρομάκια του ερημικού πάρκου, στις μακρινές συνοικίες, στα φτωχικά και τα παράμερα καφενεδάκια, στο Κολωνάκι πιο συχνά, όπου κατά τις έξι το πρωί εσφράγιζε  τη λογοτεχνική μας πανδαισία το τελευταίο ρωμέικο καφεδάκι.»

Ο Λαπαθιώτης ήταν δεδηλωμένος ομοφυλόφιλος [27] [28], ζητούσε την αποκαθήλωση του λογοτεχνικού κατεστημένου της εποχής του και δεν δίστασε να αποκαλέσει τον Οδυσσέα Ελύτη «θρασύ αριβίστα». Είχε προηγηθεί άρθρο [29] του Ελύτη όταν στη δεκαετία του 1930 πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα ο Υπερρεαλισμός με τον Εμπειρίκο και άρχισαν οι αμφισβητήσεις και οι προσπάθειες να καταπνιγεί αυτό το ποιητικό κίνημα. Τότε ο Λαπαθιώτης βαθιά προσβεβλημένος από το άρθρο του Ελύτη έγραψε και υπέγραψε επιστολή την οποία απέστειλε στον Ελύτη όπου γράφει μεταξύ άλλων:

«Ήταν χαρά μου πάντα και τιμή μου να θεωρούμαι, φίλε Κύριε, ημιμαθής ή χωρίς ανατροφή, απ’ τους ανόητους, απ’ τους ηλίθιους, κι από τους θρασείς αρριβίστες.» [30].

Από μια περίοδο της ζωής του κι έπειτα ο Λαπαθιώτης ζούσε μόνο τη νύχτα, σε βαθμό που να τον αποκαλούν «νυχτερίδα». Είχε χαρακτήρα συναισθηματικό και απόκοσμο, και πρότυπό του ήταν ο Όσκαρ Ουάιλντ, τον οποίο προσπαθούσε να μιμηθεί και στην ποίηση και στη ζωή. Θεωρούσε την ομοφυλοφιλία ως μια φυσιολογική, αν όχι ανώτερη, πιο εξελιγμένη μορφή σεξουαλικότητας και φιλοξενούσε στο σπίτι του, εν εν γνώσει των γονέων του, νεαρούς άντρες του υποκόσμου. Στις προσωπικές του σημειώσεις γράφει:

«...Αν ποτέ μου δοθεί η ευκαιρία να γράψω την αυτοβιογραφία μου, εκείνο που πρέπει να τονίσω, πρώτο-πρώτο, είναι το εξής: ότι ποτέ, σε καμία στιγμή της ζωής μου, δεν θεώρησα ελάττωμα την υλικήν αποστροφή μου στη γυναίκα, και την έλξη μου από το ίδιο μου το φύλο. Αλλ' απεναντίας, αυτή την ιδιότητά μου, τη θεώρησα πάντα όχι σαν αδυναμία, αλλά σαν μια ωραία και καινούργια δύναμη, μια προηγμένη και ανώτερη τάση, για την οποία ήμουν πάντα περήφανος! Κ΄ άλλοι ας νομίζουν ό,τι θέλουν!»

Κατά τον Άρη Δικταίο, «...αυτό που κυρίως στάθηκε σαν ο μέγιστος συντελεστής της καταστροφής του ήταν τ' ότι δεν τον απασχολούσαν οι βιοτικές μέριμνες. Ελεύθερος να ζήσει τη ζωή του όπως ήθελε, άρχισε να κυκλοφορεί μόνο τη νύχτα, εγκαταλειπόμενος με ηδονή στις οποιεσδήποτε, φανερές ή μύχιες τάσεις του, χωρίς την παραμικρή αυτοπειθαρχία». Ως άνθρωπος δεν κατάφερε ποτέ να ανεξαρτητοποιηθεί από τους γονείς του και δεν υπήρξε ποτέ οικονομικά και ουσιαστικά ανεξάρτητος. Η μητέρα του πέθανε το 1937 και η ψυχική του διάθεση επιδεινώθηκε με το θάνατο του πατέρα του, τον Ιανουάριο του 1942, την περίοδο της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο εθισμός και η εξάρτησή του από τα ναρκωτικά [31], όπως και οι φίλοι του, ο ποιητής Μήτσος Παπανικολάου και ο Γιώργος Περαστικός ή Μυλωνογιάννης, και οι ψυχοσωματικές ανωμαλίες τον οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή. Το αρχοντικό νεοκλασσικό της οικογένειας Λαπαθιώτη, που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Κουντουριώτου και Οικονόμου κάτω από τον Λόφο του Στρέφη στα Εξάρχεια όπου ο ποιητής έδωσε τέλος στη ζωή του, έχει κηρυχθεί διατηρητέο ιστορικό και αρχιτεκτονικό μνημείο.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βιβλιογραφία

  • [«Ναπολέων Λαπαθιώτης: Συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του» το 1985, εκδόσεις «Πρόσπερος», Τάσος Κόρφης.]
  • [«Ναπολέων Λαπαθιώτης: Ο λογοτέχνης με το πικρό χαμόγελο» το 1986, εκδόσεις «Φιλιππότη», στο βιβλίο «Αυτοί οι ωραίοι τρελοί», μυθιστορηματική βιογραφία του Γιάννη Καιροφύλλα.]
  • [«Τα μαραμένα μάτια και άλλες ιστορίες» το 2011 εκδόσεις «Ερατώ», περιλαμβάνει τριάντα από τα διάσπαρτα διηγήματά του.]

Παραπομπές

  1. [Ιδιώτες αποκαθιστούν την οικία Λαπαθιώτη Εφημερίδα «Η Καθημερινή», 27 Μαρτίου 2007]
  2. [Ο θάνατος, η κηδεία του ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη]
  3. [«Τραλαρά και τραλαρό», Οι αδικοπραγίες των ερευνητών προς τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη Σαμσών Ρακάς -6 Ιανουαρίου 2018]
  4. [Περιοδικό «Μπουκέτο», τεύχος 562ο, 6 Δεκεμβρίου 1934.]
  5. [«....Με το θάνατο της μάνας του έλειψε ο φύλακας άγγελος του ποιητή, η προστασία, η κατανόηση κι η στοργή. Ο Λαπαθιώτης δεν είχε βγει ποτέ στη βιοπάλη, γι’ αυτό δεν είχε ανεξαρτητοποιηθεί από τους γονείς του και ιδιαίτερα από τη μάνα του, που ήταν το στήριγμά του από κάθε άποψη. Χάνοντάς την αισθάνθηκε να φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια του (...)». (Γ. Αράγης, 2006, «Η μεταβατική περίοδος της Ελλαδικής ποίησης. Η σταδιακή της εξέλιξη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους έως το 1930», Αθήνα: «Σοκόλης», σελίδες: 320η-326η.)]
  6. [Επιστολή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, εφημερίδα «Ριζοσπάστης», φύλλο 13ης Ιουνίου 1921.]
  7. [Ναπολέων Λαπαθιώτης: Ένας ακραιφνής και αθυρόστομος φιλοβενιζελικός! haniotika-nea.gr]
  8. [«...{..}… Σ’ αυτές μου τις νυχτερινές περιπλανήσεις, τις ανερμάτιστες, γνώρισα και συνδέθηκα και με μερικούς ιθαγενείς: με τον Χουσεΐν, ένα Σουδανό, που ήταν ακόλουθος κάποιου Εγγλέζου αξιωματικού, και που φορούσε κι ο ίδιος μια στολή χακί, με φέσι, με τον Μοχάμεντ και τον μικρότερο αδελφό του Άλη και μ’ άλλους. ..{...}... τα δυο αδέλφια, μ’ οδήγησαν μια νύχτα με τ’ αμάξι έξω από την πόλη, σ’ ένα αυθεντικό αράπικο χασισοποτείο, εξαιρετικού ενδιαφέροντος, όπου και παρακολούθησα, απάνω στα ντιβάνια, το κλασικό κάπνισμα του απαγορευμένου “παυσώδυνου”, μέσα στην υποβλητικότατη ατμόσφαιρα των “τεχνητών” γήινων “παραδείσων”. Άλλη βραδιά μ’ οδήγησαν, όχι μέσα βέβαια -γιατί αυτό ήταν απολύτως ακατόρθωτο- αλλά στα γύρω ενός θρησκευτικού “τεκέ”, απ’ όπου ανέβαιναν στη σιωπή της νύχτας μονότονες, θρηνώδεις κι ατελεύτητες οι ψαλμωδίες των οιστρηλατημένων «ντερβισάδων». ...{...}... Οι Ρωμιοί με πήγαιναν στου «Γκρόππι» και στου «Αθηναίου» και στις παριζιάνικες «revues», σε συγκεντρώσεις κοσμικές, κοσμοπολίτικες, και σ’ ανιαρότατα κι ανόητα θεάματα...»] Ναπολέων Λαπαθιώτης, «Η Ζωή μου»]
  9. [«Η κομμουνιστική κοινωνία είναι το τελευταίο ατού της ταλαιπωρημένης ανθρωπότητας» rizospastis.gr]
  10. [Κι έπινα μέσ’ από τα χείλια σου…]
  11. [Ναπολέων Λαπαθιώτης, ποητής και πεζογράφος Λουκία Στέφου]
  12. [Επιστολή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη]
  13. [Μανιφέστο]
  14. [Ναπολέων Λαπαθιώτης : Ο Δημοφών κι ο θάνατος paideiainstitute.org]
  15. [Λαπαθιώτης αυτοβιογραφούμενος enet.gr (ανακτήθηκε στις 16 Απριλίου 2023, 16:46')]
  16. [Ο νεανικός Λαπαθιώτης Εφημερίδα «Το Βήμα»]
  17. [Μεθύστε με Λαπαθιώτη Συζήτηση του Χρήστου Κανελλόπουλου και της Μαρίας Τοπάλη για λογαριασμό του poeticanet.]
  18. [Ναπολέων Λαπαθιώτης (Στιχουργός) stixoi.info]
  19. [Ναπολέων Λαπαθιώτης]
  20. [Ας μιλήσουμε για τον Λαπαθιώτη Τάκης Σπετσιώργης, rizospastis.gr]
  21. [Ναπολέων Λαπαθιώτης - 8 Ιανουαρίου 1944 «Εποχές & Συγγραφείς», ΕΡΤ]
  22. [«Μετέωρο και σκιά», «Meteor and Shadow» Τάκης Σπετσιώτης]
  23. [«Ευρέθη νεκρός ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης», Εφημερίδα «Ακρόπολις», Κυριακή 9 Ιανουαρίου 1944, σελίδα 1η.]
  24. [Περιοδικό «Νέα Εστία», τεύχος Ιανουαρίου 1944.]
  25. [Ναπολέων Λαπαθιώτης: Ο ποιητής που πέθανε απ’ την πείνα στη διάρκεια της κατοχής-Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης. Πηγή: Εφημερίδα «Real News», Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011.]
  26. [Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης και η Κύπρος papapolyviou.com]
  27. [Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1944). Αφιέρωμα]
  28. [«...Στα παιδικά μου χρόνια είχα κάποιες έντονες συμπάθειες (προς το θήλυ), αλλά στην ακαθόριστη εκείνη ηλικία, τη μεταβατική, συμβαί­νουν τέτοιες προσωρινές διαστροφές...». Ναπολέων Λαπαθιώτης, «Η Ζωή μου»]
  29. [«Οι Κίνδυνοι της Ημιμάθειας», Οδυσσέας Ελύτης, Περιοδικό «Νέα Γράμματα», από το βιβλίο του Ελύτη «Ανοιχτά Χαρτιά».]
  30. [«Οι Κίνδυνοι της Ημιμάθειας», Οδυσσέας Ελύτης, Περιοδικό «Νέα Γράμματα», από το βιβλίο του Ελύτη «Ανοιχτά Χαρτιά».]
  31. [Canavaccio, Κείμενα περί της ηδονιστικής δρόγης (ανακτήθηκε στις 15 Απριλίου 2023, 21:10')]