Νικόλαος Λούβαρις

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Νικόλαος Λούβαρις Έλληνας εθνικιστής Πανεπιστημιακός καθηγητής της Θεολογίας, Ακαδημαϊκός [1], Φιλόσοφος, Παιδαγωγός, Λογοτέχνης και πολιτικός που διατέλεσε δύο φορές Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας και Υπουργός Παιδείας έως την επικράτηση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά, καθώς και στην κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1885 στην κοινότητα Αρνάδος της Τήνου και πέθανε [2] στις 9 το πρωί της Κυριακής 26 Μαρτίου 1961 από εγκεφαλική συμφόρηση στην Αθήνα. Η κηδεία του έγινε στις 4 το απόγευμα της ίδιας ημέρας από τον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο.

Ήταν παντρεμένος με την Ειρήνη Δημ. Μεσσηνέζη-Λούβαρι και από το γάμο τους απέκτησαν ένα γιο, τον Αλφρέδο.

Νικόλαος Λούβαρις

Βιογραφία

Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην κοινότητα Κτικάδος της Τήνου όπου από το 1890 έως το 1894, φοίτησε στο δημοτικό σχολείο, ενώ από το 1894 έως το 1897 φοίτησε στο Σχολαρχείο της Τήνου και στη συνέχεια από το 1897 έως το 1900, φοίτησε στο Πρότυπο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών. Σπούδασε στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή από το 1900 έως το 1903 και από το 1904 έως το 1908 στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών στην οποία ανακηρύχθηκε διδάκτορας. Εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και διορίστηκε στο Σχολαρχείο της Ανάφης ως το 1911, όταν έλαβε υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Τήνου και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας στη Γερμανία, όπου παρακολούθησε μαθήματα Ερμηνευτικής Θεολογίας της Καινής Διαθήκης, Θρησκειολογίας, Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής. Ήταν Ελευθεροτέκτονας και ανήκε στη στοά «Φίλιππος» της Θεσσαλονίκης, στην οποία μυήθηκε [3] [4].

Εκπαιδευτική δραστηριότητα

Στις 31 Ιανουαρίου 1915 επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε καθηγητής της Παιδαγωγικής στο Αρσάκειο έως το 1917 και στο Διδασκαλείο Θηλέων Κέρκυρας, ενώ ακολούθως από το 1918 έως το 1923, διετέλεσε διευθυντής στο Διδασκαλείο Αρρένων στη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη, πραγματοποίησε διαλέξεις στον «Ιερατικό Σύνδεσμο» και στον «Επιστημονικό Σύλλογο», ενώ εκλέχθηκε πρόεδρος της «Ενώσεως Λειτουργών Μέσης Παιδείας Μακεδονίας» και στα τέλη του 1919 ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού «Γρηγόριος Παλαμάς», το οποίο εκδίδονταν στην πόλη, ενώ ήταν μέλος στο σωματείο «Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης».

Το 1923, μετατέθηκε για πολιτικούς λόγους στο Γυμνάσιο Πολυγύρου, όμως υπέβαλλε την παραίτησή του και στη συνέχεια ως το 1925, προσελήφθη ως Διευθυντής του ελληνικού τμήματος της Ιταλικής Σχολής Θεσσαλονίκης. Στις 25 Οκτωβρίου 1921 αναγορεύθηκε διδάκτορας της Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή Αθηνών με θέμα «Η εις πνεύματα πίστις κατά τους περί Χριστού χρόνους», ενώ στις 14 Νοεμβρίου 1925 εκλέχθηκε ομόφωνα Τακτικός καθηγητής της «Εισαγωγής και Ερμηνείας της Καινής Διαθήκης» στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου διορίστηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1925, ενώ στις 6 Οκτωβρίου 1933 του ανατέθηκε η διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας και Θρησκευμάτων.

Το 1928, επισκέφθηκε την Τήνο για να εξερευνήσει τα σπήλαια του νησιού με επιστημονική ομάδα σπηλαιολόγων και γεωγράφων, και εξέφρασε την αποδοκιμασία του για τον ναό της Ευαγγελίστριας, που θεώρησε ότι αποτελεί «..διατάραξιν των ηρέμων ελληνικών γραμμών της λαϊκής τέχνης» και ότι είναι «κακόζηλος απομίμησις ρυθμών των μεταγενεστέρων χρόνων της Αναγεννήσεως άνευ ίχνους ελληνικής γραμμής», στον οποίον ο επισκέπτης αισθάνεται «ότι κάτι τού λείπει, ότι δεν είναι ακραιφνώς ελληνικός». Ήταν αντίθετος με την ανέγερση ενός μεγαλύτερου ναού, υποστηρίζοντας ότι ακόμα και μια πιο μεγάλη εκκλησία ποτέ δεν θα χωρούσε το πλήθος των προσκυνητών, ενώ τον υπόλοιπο χρόνο κανείς δεν θα εκκλησιαζόταν σε αυτήν «δια το αχανές», ενώ πρότεινε να διενεργηθεί πανελλήνιος διαγωνισμός και να συσταθεί επιτροπή στην οποία θα συμμετέχουν «Έλληνες καλλιτέχναι βυζαντινολόγοι» που «να διασκευάση εις ελληνικόν τον υπάρχοντα...». Το 1931 διατέλεσε διευθυντής του περιοδικού «Κοσμοθεωρία» και ήταν από τους πρωτοπόρους όσον αφορά τον περιηγητικό τουρισμό στην Τήνο και ενθάρρυνε τον Ιωάννη Τερζόπουλο να εκδώσει το 1943, την εφημερίδα «Τουριστική Τήνος».

Υπήρξε εισηγητής επιστημονικών κλάδων στη Θεολογική Σχολή, όπως Φαινομενολογίας, Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας της Θρησκείας, Ιστορίας των θρησκευμάτων και Θρησκειολογίας και με δική του εισήγηση ιδρύθηκαν στη Θεολογική, οι έδρες της Φιλοσοφίας της Θρησκείας, της Ιστορίας των Θρησκευμάτων και της Ψυχολογίας της Θρησκείας. Διατέλεσε τέσσερις φορές, τα ακαδημαϊκά έτη 1931-32, 1937-38, 1941-42 και 1952-53, κοσμήτορας [5] της Θεολογικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ από το 1933 δίδασκε Θρησκειολογία στην Πάντειο Σχολή, της οποίας είχε πρόεδρος του Διοικητικού της Συμβουλίου. Δίδαξε ακόμη στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία.

Το 1936 συναντήθηκε με τον Αδόλφος Χίτλερ, η συνάντηση τους έγινε -σύμφωνα με τον ιστορικό Δημοσθένη Κούκουνα- λίγους μήνες μετά την αφή της φλόγας των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936, «...σε μια πολιτιστική ελληνική αποστολή...{...}..., στο πλαίσιο της οποίας το Λύκειο των Ελληνίδων πήρε μέρος σε ένα φεστιβάλ εθνικών χορών στο Αμβούργο. Ο Βουλπιώτης και η Siemens είναι ένα είδος χορηγού...». Τον ίδιο χρόνο αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης και στις 31 Αυγούστου 1955 αποχώρησε από την καθηγητική έδρα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνταξιοδοτήθηκε. Το 1959 αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και στις 17 Δεκεμβρίου 1960 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών [6].

Πολιτικές θέσεις & απόψεις

Διατέλεσε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας την περίοδο από το 1926 έως το 1925 και το 1935, ενώ από τις 14 Μαρτίου έως την 4η Αυγούστου 1936 όταν παραιτήθηκε, διατέλεσε Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων στην κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά, πριν την κήρυξη του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Υπήρξε πρόεδρος της επιτροπής αναθεωρήσεως του Αναλυτικού Προγράμματος του μαθήματος των θρησκευτικών το 1933, μέλος της Εφορίας του Παιδαγωγικού Κέντρου Αθηνών το 1937, καθώς και υπουργικός επίτροπος το 1941, στο του Κολλέγιο Αθηνών. Προπολεμικά ήταν πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, καθώς και διακεκριμένο μέλος του Ελληνογερμανικού Συνδέσμου.

Καθεστώς 4ης Αυγούστου

Πίστευε ότι η αντίκρουση της κομμουνιστικής προπαγάνδας έπρεπε να γίνει με «πνευματικά όπλα» και συμμετείχε στην «Πνευματική Επιστράτευση» που κήρυξε το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και μαζί με τους Κωστή Μπαστιά, Αχιλλέας Κύρου, Νίκο Κιτσίκη, πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος επί Ελευθερίου Βενιζέλου, πρύτανη του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου επί Ιωάννη Μεταξά και μεταπολεμικά βουλευτή της ΕΔΑ, συμμετείχε στο «Ανώτατον Γνωμοδοτικόν Συμβούλιον της Πνευματικής Επιστρατεύσεως», ενώ μαζί με τους Γιώργο Σεφέρη, Λέοντα Μακκά, Παντελή Πρεβελάκη και Σοφία Γεδεών, ανήκαν στα «Μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής επί κεφαλής τομέων». Είχε γνωρίσει προσωπικά τον Αδόλφο Χίτλερ, όμως το 1940, λίγους μήνες πριν την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, είχε δώσει διάλεξη στην Θεσσαλονίκη με θέμα την συμβολή των Εβραίων στον πολιτισμό της ανθρωπότητας.

Ο Λούβαρις το Φεβρουάριο του 1938, συντάχθηκε με την άποψη του Αχιλλέα Κύρου [7] και συνυπέγραψε το αίτημα να συναφθούν επίσημες σχέσεις με το καθεστώς του Φρανθίσκο Φράνκο, αίτημα που διατυπώθηκε από τις στήλες της εφημερίδος «Εστία», της οποίας ήταν διευθυντής ο Κύρου. Το μανιφέστο υποστηρίξεως υπέγραψαν περισσότερες από εξήντα προσωπικότητες της εποχής, επιφανείς εκπρόσωποι των γραμμάτων και των επιστημών, μεταξύ τους οι Κωστής Παλαμάς, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Γεώργιος Στρέητ, Γεώργιος Βλάχος και Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς.

Το καλοκαίρι του 1940 ο Κώστας Μανιαδάκης, υπουργός Ασφαλείας του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, ανακάλυψε και εξάρθρωσε φιλογερμανική συνωμοσία και το καθεστώς προέβη σε συλλήψεις και εκτοπίσεις. Οι συνωμότες επιδίωκαν την αντικατάσταση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Αλέξανδρου Παπάγου από τον στρατηγό Κωνσταντίνο Πλατή, υφυπουργό στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Δεμερτζή. Εκτός από τον Πλατή, συνελήφθησαν ο διευθυντής του Πυροσβεστικού Σώματος Παύλος Καραπατέας, ο απόστρατος συνταγματάρχης Δημήτριος Πολύζος, υπουργός Επισιτισμού σε κατοχική κυβέρνηση, ο Αλέξανδρος Γιάνναρος, ηγέτης της Οργανώσεως Ελλήνων Εθνικιστών, ο Γεώργιος Μερκούρης, αρχηγός του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και εκτοπίστηκαν οι Σωτήριος Γκοτζαμάνης, Στέφανος Στεφανόπουλος, Θεόδωρος Τουρκοβασίλης, Πέτρος και Περικλής Ράλλης και Πέτρος Μαυρομιχάλης, ενώ απέφυγε τη σύλληψη, ο υπουργός-διοικητής Πρωτευούσης Κωνσταντίνος Κοτζιάς. Μεταξύ των διωχθέντων ήταν ο Αριστείδης Καμπάνης, ο Νικόλαος Γιοκαρίνης, μετέπειτα διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου στην Κατοχή, οι Κώστας Καιροφύλας και Φώτος Γιοφύλλης, αργότερα συνεργάτες της ελληνόγλωσσης ιταλικής προπαγανδιστικής εφημερίδας «Κουαδρίβιο» και άλλοι. Ανάλογη συνωμοτική κίνηση εκδηλώθηκε τον Απρίλιο 1941, αμέσως μετά την επίθεση της Γερμανίας κατά της Ελλάδας, στην οποία συμμετείχαν οι Νικόλαος Λούβαρις, Μιχαήλ Πάσσαρης, Περικλής Κάβδας, Γεώργιος Μερκούρης, Πέτρος Ράλλης, Νικόλαος Δαρβέρης, Κωνσταντίνος Ροδόπουλος -αδελφός του εθνικιστή λογοτέχνη Μίτια Καραγάτση και επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή, υπουργός και πρόεδρος της Βουλής- Ναπολέων Ζέρβας, ο αξιωματικός της αστυνομίας, Ιωάννης Πολυχρονόπουλος και άλλοι, οι οποίοι παρέμειναν κρατούμενοι μέχρι την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.

Κατοχική περίοδος

Ο Λούβαρις με έκθεσή του στην γερμανική διοίκηση πρότεινε τον Επίσκοπο Δαμασκηνό [Δημήτριος Παπανδρέου] για αρχιεπίσκοπο, υπόδειξη που παρά τις αρχικές τους αντιρρήσεις, αποδέχθηκαν, τελικά, οι Γερμανοί. Αν και κινήθηκε δραστήρια, αρχικά προσέκρουσε στη γερμανική πρεσβεία, οι ιθύνοντες της οποίας είχαν καταλήξει ότι η ενδεδειγμένη πολιτική στάση θα ήταν να μη θιγεί ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος και η γερμανική πρεσβεία Αθηνών είχε στείλει στο Βερολίνο σχετική έκθεσή της. Ο Λούβαρις για το λόγο αυτό επισκέφθηκε τον πρώτο σύμβουλο της Γερμανικής πρεσβείας Γκραίβενιτς και εκθείασε τον Δαμασκηνό και τα προσόντα του, ενώ ανέπτυξε το ζήτημα της αρχιεπισκοπικής εκλογής και εισηγήθηκε τι πρέπει να γίνει «για να εκλείψει η δημιουργηθείσα ανωμαλία», δηλαδή να αποκατασταθεί ο Δαμασκηνός. Αρχικά ο Γκραίβενιτς δεν πείσθηκε, προβάλλοντας την άποψη ότι για πολιτικούς λόγους η πρεσβεία είχε ήδη πάρει αρνητική θέση στην επάνοδο του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού στον επισκοπικό θρόνο, επικαλούμενος ότι δεν θα έπρεπε να δημιουργηθούν στην αρχή της Γερμανικής παρουσίας στην Ελλάδα, τέτοιου είδους ζητήματα.

Αρνήθηκε να υπουργοποιηθεί στην κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου [8], όμως ανέλαβε καθήκοντα

  • Υπουργού Θρησκευμάτων και Παιδείας στην κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, από τις 7 Απριλίου 1943 έως τις 18 Οκτωβρίου 1944, μετά από έντονη πίεση του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, και
  • αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Προνοίας στη θέση του Έκτορα Τσιρονίκου, από τις 7 έως τις 29 Απριλίου 1944.

Μετά την κατάληψη της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα συμμετείχε σε μια σειρά από εταιρίες που ίδρυσαν οι Γερμανοί. Μεταξύ τους η Ανώνυμη Εταιρεία «Βίβλος», που ιδρύθηκε με σκοπό την «...εισαγωγή ξένων βιβλίων, μουσικών έργων, έργων εικαστικής τέχνης, εποπτικών μέσων διδασκαλίας, ως και η διεξαγωγή πασών των εργασιών ομοίας ή συγγενούς φύσεως και σχετικών επιχειρήσεων...», στην οποία ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Ήταν πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου στην εταιρεία «Ελεύθερον Βήμα–Εταιρία Δημοσιογραφικών Εκδόσεων» Α.Ε., η οποία διαδέχθηκε το δημοσιογραφικό συγκρότημα Λαμπράκη με τη συμμετοχή της γερμανικής «Μούντους», η οποία κατείχε το 51% των μετοχών, ενώ το υπόλοιπο 49% των μετοχών ανήκε στους δημοσιογράφους Γεώργιο Συριώτη και Αλκιβιάδη Ζαφειρόπουλο, στελέχη του συγκροτήματος Λαμπράκη, καθώς και στον διαχειριστή του, πριν και μετά την Κατοχή, Ιορδάνη Τσαρτίλη [9].

Μεταπολεμικά

Τον Μάιο του 1944 απολύθηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και στις 31 Μαΐου 1945 το δικαστήριο δοσιλόγων ανακοίνωσε την απόφαση του με την οποία καταδικάστηκε σε πενταετή ειρκτή, δια διευκολύνσεις στον εχθρό, ποινή που συνοδεύτηκε από τις σχετικές στερήσεις. Στη δίκη δεν παρέστη ως μάρτυρας υπερασπίσεως ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός αν και τον κάλεσε ο Λούβαρις. Ο Γκύντερ Αλτενμπουργκ, επιτετραμμένος του Γ' Ράιχ στην Ελλάδα, γράφει σχετικά με την δίωξη του Λούβαρι: «...Ιδιαίτερα με ξένισε η δικαστική δίωξη που ασκήθηκε κατά του καθηγητή Λούβαρι. Αυτός μόνο μετά από προτροπή του Δαμασκηνού δέχθηκε να αναλάβει το Υπ. Πολιτισμού στην κυβέρνηση Ράλλη, χωρίς ωστόσο ο αρχιεπίσκοπος, ο οποίος στο μεταξύ είχε αναλάβει αντιβασιλέας, να πάρει το μέρος του κατά τη διάρκεια της δίκης. Αντίθετα, στην Αγγλία για παράδειγμα, η βρετανική κυβέρνηση ευχαρίστησε επίσημα, μετά τον πόλεμο, τις προσωπικότητες εκείνες, οι οποίες στην κατοχή ορισμένων νησιών της Μάγχης είχαν συνεργαστεί με τις γερμανικές αρχές κατοχής προς όφελος των συμπατριωτών τους» [10].

Ο Λούβαρις αποφυλακίστηκε στις 13 Οκτωβρίου 1949, όταν από την Ελληνική κυβέρνηση υποβλήθηκε στη Βουλή ψήφισμα που προέβλεπε την αναστολή εκτελέσεως της ποινής του [11] και το 1951 αμνηστεύτηκε. Τον Ιανουάριο του 1961 προσβλήθηκε από βρογχοπνευμονία και μέχρι το θάνατο του παρέμεινε κλινήρης.

Εργογραφία

Διετέλεσε διευθυντής των περιοδικών «Γρηγόριος Παλαμάς» από το 1918 έως το 1925 και «Αυγή» από το 1921 έως το 1923, μαζί με τον Ε. Πελεκίδη. Ήταν από το 1932, μέλος [12] του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός», καθώς και της Επιστημονικής Εταιρείας των Ελληνικών Γραμμάτων «Πάπυρος».

Έγραψε περισσότερα από τριάντα θεολογικά, φιλοσοφικά, παιδαγωγικά και λογοτεχνικά έργα, σημαντικότερα από τα οποία είναι,

  • «Εισαγωγή εις τας περί Παύλου σπουδάς», το 1919,
  • «Υπόμνημα εις την «Προς Κολοσσαείς επιστολήν», το 1920,
  • «Η εις πνεύματα πίστις κατά τους περί Χριστόν χρόνους», το 1920,
  • « Η θρησκεία του Βάγκνερ», το 1926,
  • «Νίτσε, ο προφήτης μιας νέας θρησκείας», το 1927,
  • «Ο Γκαίτε ως θρησκευτική προσωπικότης», το 1929,
  • «Μεταξύ δύο κόσμων», το 1949,
  • «Θρησκεία και Θεολογία»,
  • «Παύλος»,
  • «Το Θείον δράμα»,
  • «Ρίλκε ο αποδομητής, ο μύστης και ο επόπτης», το 1942,
  • «Εκπαίδευσις και Ανθρωπισμός»,
  • «Εισαγωγή εις τας πνευματικάς επιστήμας»,
  • «Νοσταλγικαί περιπλανήσεις»,
  • «Θρησκειολογία και Καινή Διαθήκη»,
  • «Ιστορία της Φιλοσοφίας», σε δύο τόμους [13] [14], το 1933,
  • «Άθως η πύλη του Ουρανού», το 1962,
  • «Τήνος. Η νήσος των σπηλαίων και των όφεων»,
  • «Συμπόσιον οσίων», δίτομο έργο, το 1962 και το 1964.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

4η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1936 Cover-lite.jpg

Πολιτικά πρόσωπα

Πρωθυπουργός

Υπουργοί

Υποστηρικτές (1ο)

Οργανώσεις

Κανελλόπουλος Αλέξανδρος

Πολιτικά στελέχη

Αξιωματικοί

Λογοτέχνες

Καλλιτέχνες

Υποστηρικτές (2ο)
  • Θεολόγοι
  • Πανεπιστημιακοί
  • Πολιτικοί


Βιβλιογραφία

  • «Νικόλαος Λούβαρις: Ο Φιλόσοφος, Παιδαγωγός και Θεολόγος», «Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης», επιμέλεια Θεόδωρος Ι. Δαρδαβέσης, Θεσσαλονίκη 2011, σελίδες 235.

Το βιβλίο περιλαμβάνει κείμενα των Κ. Χρήστου (Ο πνευματικός πολιτισμός του 19ου και του 20ού αιώνα κατά τον Ν. Λούβαρι, σελ. 15-26), Κ. Μποζίνη (Ο Νίκος Λούβαρις ως ιστορικός της Φιλοσοφίας, σελ. 27-46), Η. Ρεράκη (Ο Ν. Λούβαρις και η επιστήμη της παιδαγωγικής, σελ. 49-66), Α. Καραθανάση (Ο καθηγητής Νικόλαος Λούβαρις στην Θεσσαλονίκη, σελ. 67-82), Χρ. Αραμπατζή (Η παράδοση της Εκκλησίας στο έργο του Νικολάου Λούβαρι. Η ανεπίγνωτη αναβίωση της αποκλίνουσας Αντιοχειανής Χριστολογίας, σελ. 85-96), Π. Αρ. Υφαντή (Ο Νικόλαος Λούβαρις ως χριστιανός διανοούμενος, σελ. 97-126), Ι. Σκιαδαρέση (Ο Ν. Λούβαρις ως ερμηνευτής της Καινής ∆ιαθήκης, σελ. 127-140), Κ. Μπελέζου (Το ερμηνευτικό έργο του καθηγητού Νικολάου Ι. Λούβαρι, σελ. 141-144), Γ. Ρηγόπουλου (Ο Λούβαρις όπως τον έζησα, σελ. 147-158), Στ. Γ. Παπαδόπουλου (Νικόλαος Λούβαρις: Ο αληθινός δάσκαλος, σελ. 159-176), Ε. Θεοδώρου (Ο φιλοσοφικός στοχασμός του Νικολάου Λούβαρι, σελ. 177-198) και Μ. Μπέγζου (Ο Νικόλαος Λούβαρις και η Ψυχολογία της θρησκείας, σελ. 199-208).

Σύμφωνα με τον εκδότη, «...Το βιβλίο επικεντρώνεται στην προσωπικότητα του Νικολάου Λούβαρι, ο οποίος παρήγαγε πολύπλευρο επιστημονικό, εκπολιτιστικό και κοινωνικό έργο, που μπορεί να αξιολογηθεί περισσότερο ως έργο πνευματικής αφύπνισης των Ελλήνων, παρά ως έργο ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας.»

  • «Νικόλαος Ι. Λούβαρις: η προσωπικότης και το έργον αυτού», Μάρκος Σιώτης, Αθήναι, 1965.

Παραπομπές

  1. Τακτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών κατά σειρά εκλογής
  2. Απέθανε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Νικόλαος Λούβαρις Εφημερίδα «Ελευθερία», 28 Μαρτίου 1961, σελίδα 2
  3. [«Επιφανείς και Διάσημοι Έλληνες Ελευθεροτέκτονες 1800-1970», Μιχάλης Φυσεντζίδης, εκδόσεις «Βογιατζής», Αθήνα 2008)]
  4. Λούβαρις Νικόλαος Μεγάλη Στοά της Ελλάδος
  5. Διατελέσαντες Κοσμήτορες Θεολογική Σχολή-Κοσμητεία
  6. Τακτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών κατά σειρά εκλογής
  7. Σύμφωνα με τον Romero Radigales, ο Αχιλλέας Κύρου, που πίεζε τον Ιωάννη Μεταξά να διακόψει τις συναλλαγές του με τους δημοκρατικούς και να συνάψει επίσημες σχέσεις με τους Ισπανούς εθνικιστές, ήταν «ο καλύτερος δημοσιογράφος» και «ένας από τους καλύτερους συγγραφείς της Ελλάδας», ενώ, όσον αφορά τον εθνικιστικό του ζήλο, θεωρεί ότι ήταν συγκρίσιμος με τον αντίστοιχο των διανοούμενων της Action Française.
  8. [Ο Νικόλαος Λούβαρις έγραψε για την άρνηση του στο στρατηγό Τσολάκογλου, «...Την επομένην μετέβην με τον πλοίαρχον κ. Ι. Παπαδόπουλον εις τα Παλαιά Ανάκτορα και ανεκοίνωσα εις τον στρατηγόν Τσολάκογλου την απόφασίν μου, την οποίαν συνεμερίζετο και ο κ. Παπαδόπουλος. Αι ολίγαι στιγμαί που διήρκεσεν η παραμονή μου εις την αίθουσαν, όπου επρόκειτο να λάβη χώραν η ορκωμοσία, ήρκεσαν διά να διαγνώσω μίαν ακόμη φοράν τον ψύχραιμον πόνον του μετ’ ολίγον πρωθυπουργού, ο οποίος είχεν αποφασίσει να άρη τον σταυρόν του μαρτυρίου».]
  9. [Ο Νικόλαος Λούβαρις στη δίκη του τον Μάιο του 1945, ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε τη θέση του Προέδρου στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας «Ελεύθερον Βήμα–Εταιρία Δημοσιογραφικών Εκδόσεων» Α.Ε., ύστερα από πιέσεις του Δημητρίου Λαμπράκη, που ήταν προσωπικός του φίλος αλλά και δημοσιογραφικών στελεχών του συγκροτήματος. Είπε ότι ανέλαβε την προεδρία «....κατά συμφωνίαν του κ. Λαμπράκη και των συντακτών του, οι οποίοι ήλθαν εις εμέ είκοσι και πλέον φοράς και δεν ήθελαν να με αφήσουν…». Αντιπρόεδρος της εταιρείας ήταν ο γιατρός Γεώργιος Βλαβιανός, ιδρυτής της οργανώσεως ΕΣΠΟ, που έδρασε επί Κατοχής, ενώ συμμετείχαν τα στελέχη της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα Φερδινάνδος Φοράουερ και Ερβέρτος Σβαίρμπελ, οι εκπρόσωποι του συγκροτήματος Γεώργ. Α. Συριώτης, Αλκ. Π. Ζαφειρόπουλος και Ιορδάνης Ε. Τσαρτίλης, καθώς και ο μεγαλοδικηγόρος Σάββας Χ. Κέντρος.]
  10. [Χάγκεν Φλάισερ, «Στέμμα και σβάστικα», τόμος 1ος, εκδόσεις «Παπαζήση», σελίδα 31η.]
  11. Οι Τσαλδάρης και Βενιζέλος συνεφώνησαν δια την αναστολήν της ποινής των δοσιλόγων Εφημερίδα «Εμπρός», 16 Οκτωβρίου 1949, σελίδα 6
  12. Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός»
  13. «Ιστορία της Φιλοσοφίας» Ολόκληρος ο 1ος τόμος
  14. «Ιστορία της Φιλοσοφίας» Ολόκληρος ο 2ος τόμος