Πολύκλειτος Ρέγκος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Πολύκλειτος Ρέγκος, Έλληνας εθνικιστής, σημαντικός μοντερνιστής ζωγράφος και χαράκτης που χαρακτηρίστηκε ως ο «...γενάρχης της Μακεδονικής ζωγραφικής», αγιογράφος και καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, γεννήθηκε το 1903 στο χωριό Χαλκί της Νάξου και πέθανε στις 3 Νοεμβρίου 1984 στη Θεσσαλονίκη.

Παντρεύτηκε το 1930 κι από το γάμο του έγινε πατέρας δύο γιων, του Νικόλαου Ρέγκου και του Κωνσταντίνου Ρέγκου, μετέπειτα καθηγητή της Ναυπηγικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.

Πολύκλειτος Ρέγκος (Αυτοπροσωπογραφία)

Βιογραφία

Πατέρας του Πολύκλειτου ήταν ο Νικόλαος Ρέγκος με καταγωγή από την Τήνο, υπάλληλος των «3Τ», [Ταχυδρομείο, Τηλεγραφείο, Τηλέφωνα], στο Βόλο και μητέρα του η Ευγενεία το γένος Καντά, από τη Μύκονο, ενώ είχε κι έναν αδελφό, τον Δημοσθένη Ρέγκο [1]. Στις 21 Φεβρουαρίου 1913 ο πατέρας του μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπως είχε ζητήσει.

Το 1920 ο Πολύκλειτος εισήχθη και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα, στο εργαστήριο του Νικόλαου Λύτρα, όπου είχε δασκάλους τον Γεώργιο Ιακωβίδη, Σπυρίδωνα Βικάτο, Δ. Γερανιώτη και Γεώργιο Ροΐλο. Αποφοίτησε το 1926 και την ίδια χρονιά απέσπασε το Α' Αβερώφειο Βραβείο καθώς συμμετείχε στην «Έκθεση των τεσσάρων», από κοινού με τους Σπύρο Βασιλείου, Αντώνη Πολυκανδριώτης και Σπύρο Κόκκινο. Τον Οκτώβριο του 1926 πρωτοπήγε στο Άγιον Όρος όπου παρέμεινε μέχρι τις αρχές του 1927, μελετώντας τη βυζαντινή τέχνη και την παρθένα φύση του Άθω. Συνέχισε τις σπουδές του από το 1930 έως το 1936 στο Παρίσι στη Γαλλία, στην Academie de la Grande Chaumiere στο Λούβρο, στην Academie Colarossi και χαρακτική κυρίως ξυλογραφίας στο όρθιο ξύλο στο εργαστήριο του Δημήτρη Γαλάνη. Η καλλιτεχνική του επιμόρφωση ολοκληρώθηκε με τη μελέτη των μεγάλων ζωγράφων στα μουσεία της Γαλλίας, Αγγλίας, Ισπανίας, Ιταλίας, Αυστρίας και Αμερικής, όπου μελέτησε ιστορία της Τέχνης. Το καλοκαίρι του 1935, επισκέφθηκε την Άθυτο της Σκύρου και έργα του εμπνευσμένα από το χωριό και το νησί εξέθεσε το 1936 στο Άσυλο Τέχνης στην Αθήνα και το 1939 στο Mediterranean Palace στη Θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από τους καταλόγους αυτών των εκθέσεων.

Δίδαξε τεχνικά από το 1937 έως το 1949, στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο οποίο διορίστηκε από τον Αλέξανδρο Δελμούζο, που ήταν τότε καθηγητής Παιδαγωγικών στη Φιλοσοφική Σχολή, καθώς επίσης ελεύθερο και γραμμικό σχέδιο, από το 1949 έως το 1969, στη Γεωπονοδασολογική και τη Φυσικομαθηματική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, ενώ διατέλεσε, για σειρά ετών, διευθυντής του σχεδιαστηρίου του πανεπιστημίου. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας «Τέχνη», στην οποία εκτελούσε χρέη αντιπροέδρου από το 1951 έως το 1955. Συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά και εφημερίδες, ενώ ήταν ομιλητής σε διαλέξεις για καλλιτεχνικά ζητήματα.

Παρουσίασε έργα του στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και το Βόλο. Το 1934 εξέδωσε στο Παρίσι ένα λεύκωμα με 21 ξυλογραφίες από το Άγιον Όρος, με πρόλογο του γνωστού βυζαντινολόγου Καρόλου Ντιλ. Πήρε μέρος σε Πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις ζωγραφικής και χαρακτικής, όπως στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας το 1957, στην Α' Διεθνής Μπιενάλε Χαρακτικής στην Κρακοβία το 1966, το Ετήσιο Σαλόνι Χαρακτικής στην Αγκόνα το 1966, χρόνο απέσπασε το χρυσό μετάλλιο αλλά και το 1968. Το 1980 το έργο του παρουσιάστηκε σε αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη και το 1983 στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το τελευταίο διάστημα της ζωής του έζησε νοσηλευόμενος σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης και από το παράθυρο του ζωγράφιζε εικόνες και θέματα της Θεσσαλονίκης.

Εργογραφία

Ο Ρέγκος καλλιέργησε ένα προσωπικό ύφος, επηρεασμένο τόσο από την πρώιμη Αναγέννηση, με στοιχεία από τα διδάγματα των δασκάλων του, το έργο του Κωνσταντίνου Μαλέα και του Σπύρου Παπαλουκά, τη Βυζαντινή τέχνη αλλά και τα σύγχρονα ρεύματα. Το έργο του περιλαμβάνει εικόνες της καθημερινότητας, τοπιογραφίες, απεικόνιση νεκρής φύσεως, αλλά και έργα εμπνευσμένα από μυθολογικά, ιστορικά και θρησκευτικά θέματα. Ασχολήθηκε με διάφορα θέματα: προσωπογραφίες, τοπία, αγιογραφίες, θρησκευτικές παραστάσεις και ιδιαίτερα την απεικόνιση μοναστηριών. Από το 1925 έως και το 1930, τα έργα του έχουν ως επίκεντρο το Άγιο Όρος καθώς πραγματοποίησε αλλεπάλληλα ταξίδια στο Άγιο όρος ώστε να χαρακτηρίζεται ο κατεξοχήν ζωγράφος του Άθω. Ο Ρέγκος ακολουθεί πιστά την βυζαντινή παράδοση στις αγιογραφίες αλλά νεωτερίζει στα υπόλοιπα έργα που δεν έχουν λατρευτικό σκοπό. Σταδιακά οι διαφορετικές κατακτήσεις κάθε φορά θα τον οδηγήσουν σε ενιαίο και αναγνώσιμο ύφος, αλλά επί της ουσίας από αυτόν ξεκινά η παράδοση της Θεσσαλονίκης.

Μετά από ένα νέο ταξίδι του στο Παρίσι, την Ιταλία και την Ισπανία ο Ρέγκος ανανεώνει το ύφος και την χρωστική του κλίμακα. Η επαφή του με την τέχνη της Αμερικανικής πρωτοπορίας το 1959 και τα αλλεπάλληλα ταξίδια του στις Ηνωμένες πολιτείες Αμερικής τον οδήγησαν σε εκφράσεις ανανεωτικές. Διοργάνωσε περισσότερες από 25 ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε περίπου άλλες εκατό ομαδικές, πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις, σε ολόκληρο τον κόσμο. Ως αγιογράφος έχει φιλοτεχνήσει τοιχογραφίες και φορητές εικόνες στη Θεσσαλονίκη, στο Ναό του Αγίου Μηνά, στο παρεκκλήσι του τάφου του Αγίου Δημητρίου, στον Άγιο Στυλιανό, στον Προφήτη Ηλία του Στρατιωτικού Αεροδρομίου του Σέδες, όπου έδρευε η 113 Πτέρυγα Μάχης καθώς και στον Άγιο Δημήτριο Σιάτιστας, στον Άγιο Ελευθέριο Αλεξανδρουπόλεως, στον Ορθόδοξο Ελληνικό Ναό του Αγίου Στεφάνου στο Παρίσι και στο ναό της Αγίας Σοφίας στην Ουάσιγκτον. Ο Ρέγκος ήταν αρθρογράφος σε περιοδικά τέχνης, ραδιοφωνικός παραγωγός, αγιογράφος, εικονογράφος λογοτεχνικών περιοδικών, καθώς και μέλος διαφόρων κριτικών επιτροπών.

Στο παράρτημα του Πολεμικού Μουσείου Θεσσαλονίκης [2] εκτίθεται έργο του -ζωγραφική απεικόνιση, τεχνική βυζαντινής νωπογραφίας, της Ελληνικής ιστορίας που αποτελεί μία τετραλογία. Το πρώτο τμήμα αναπαριστά την μάχη στην Ισσό, όπου κυριαρχούν έφιπποι ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Πέρσης Δαρείος. Το δεύτερο τμήμα αφορά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως. Σε αυτό δεσπόζει η μορφή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο οποίος υπερασπίζεται τα τείχη. Το τρίτο τμήμα είναι αφιερωμένο στην έξοδο του Μεσολογγίου, όπου διακρίνονται Έλληνες και Τούρκοι πολεμιστές. Το τέταρτο και τελευταίο τμήμα αποτελεί διπλή σύνθεση και αφορά τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Η πρώτη παρουσιάζει τους Βαλκανικούς Πολέμους και την προέλαση του Ελληνικού Στρατού προς τη Θεσσαλονίκη και η δεύτερη το έπος του 1940. Τα τρία πρώτα τμήματα της τετραλογίας βρίσκονται στην αίθουσα περιοδικών εκθέσεων, ενώ το τέταρτο τμήμα στον προθάλαμο του πρώτου ορόφου.

Τιμητικές διακρίσεις

Αναγορεύτηκε

  • «Αξιωματικός της Γαλλικής Ακαδημίας» το 1952 από το υπουργείο Παιδείας της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Βραβεύτηκε με

  • Α' Βραβείο το 1959 στον Διαγωνισμό Τοιχογράφησης της Πλατυτέρας του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης,
  • Αργυρό Μετάλλιο «Arts, Sciences, Lettres», το 1964 στη Γαλλία,
  • Βραβείο και Μετάλλιο Τιμής στο Salon de l’ Art Libre , το 1965 στο Παρίσι,
  • Δίπλωμα Τιμής και Χρυσό Μετάλλιο για την Ελλάδα το 1967, στην 1η Ετήσια Ιταλική Έκθεση Γραφικών Τεχνών στην Ανκόνα της Ιταλίας,
  • Αργυρούν σταυρόν του Τάγματος του Φοίνικος «....δια την εξαίρετον συμβολήν του εις τας καλάς τέχνας και τα γράμματα» από τον Νικόλαο Γκαντώνα, Υφυπουργό-Περιφερειακό Διοικητή Κεντρικής-Δυτικής Μακεδονίας του Επαναστατικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967,
  • Μετάλλιο Vermeil της «Arts, Sciences, Lettres» το 1973, στη Γαλλία,
  • Χρυσό κλειδί της Βοστόνης, το 1974,
  • Αργυρό Μετάλλιο («Αλέξανδρος») της Θεσσαλονίκης, το 1984.

Το 1988, η κεντρική αίθουσα εκθέσεων του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης, μετονομάστηκε σε «Πολύκλειτος Ρέγκος» και το 1991, κεντρική οδός της πόλεως πήρε το όνομα του.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Ο Δημοσθένης Νικολ. Ρέγκος ήταν ηθοποιός. Το 1924 σε πολύ νεαρή ηλικία συμμετείχε στον θίασο του Θωμά Οικονόμου.]
  2. Νωπογραφία τετραλογίας της ελληνικής ιστορίας από τον Πολύκλειτο Ρέγκο