Ρατσισμός

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο ρατσισμός ή φυλετισμός, [ουσιαστικό, ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ: ρατσισμός<ιταλική razzismo, <razz(ismo) -ισμός], είναι η αντίληψη που υποστηρίζει την ανωτερότητα μιας φυλής, η άποψη ότι κάποια άλλη ομάδα ανθρώπων ως κατώτερη ή ακόμη και άξια περιφρονήσεως, λόγω της φυλετικής ή εθνικής της καταγωγής και αποβλέπει στη διατήρηση της «καθαρότητάς» της καθώς και στην επιβολή της κυριαρχίας της. O επίσημος ορισμός της λέξεως δόθηκε το 1933 από τον Magnus Hirschfeld, Γερμανό, Εβραϊκής καταγωγής, φιλόσοφο, ενώ το 1966 η Γενική Συνέλευση των Οργανισμού Ηνωµένων Εθνών καθιέρωσε την 21 Μαρτίου ως παγκόσµια ηµέρα κατά του Ρατσισµού.

Γενικά-Μορφές

Συγγραφείς και κοινωνιολόγοι σε παλαιότερες εποχές χρησιμοποιούσαν, ιδιαίτερα στις αγγλόφωνες χώρες, τον όρο ρασιαλισμός, [racialism], που όμως πρόκειται για όρο που προσδιορίζει κυρίως, δόγμα φυλετικής υπεροχής. Ο όρος ρατσισμός, που θεωρείται κάτι περισσότερο από τη φυλετική προκατάληψη, [race prejudice], επικράτησε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο περισσότερο για λόγους προπαγάνδας και η R. Benedict τον ορίζει ως, «...το δόγμα όπου μία εθνική ομάδα, [ethnic group], έχει καταδικαστεί από τη Φύση σε κληρονομική κατωτερότητα, [hereditary interiority], ενώ μια άλλη σε κληρονομική ανωτερότητα, [hereditary superiority]».

Ο ρατσισμός μπορεί να εκδηλωθεί απροκάλυπτα ή συγκαλυμμένα,

  • Μεμονωμένα ή προσωπικά, με τη μορφή ατομικών στάσεων, πεποιθήσεων, συμπεριφορών και αξιών όπως,
  • αγώνα με βάση τις διακρίσεις ή την επιφύλαξη,
  • ύβρεις, ειρωνείες, και εξοστρακισμό,
  • επιθετικά ανέκδοτα, μηνύματα ή γκράφιτι,
  • στοχευμένη βία και εγκλήματα μίσους.

Μπορεί όμως να εκδηλωθεί και

  • Θεσμικά ή συστηματικά όπως με
  • άρνηση για πρόσληψη ή προώθηση ατόμων λόγω της φυλής, του χρώματος ή της εθνικότητας,
  • αξιολόγηση των υποψηφίων με τη χρήση τυποποιημένων δοκιμίων, ώστε να αποδεικνύεται ότι

είναι οι πολιτισμικά υποδεέστεροι,

  • παροχή περιορισμένων πόρων, υπηρεσιών και υποστηρίξεως για τα μέλη των ομάδων που μειονεκτούν.

Διακρίνεται κυρίως σε

  • Φυλετικό ρατσισμό,

που είναι διακρίσεις βασισμένες στη διαφορετικότητα του χρώματος ή εναντίον συγκεκριμένων φυλών,

  • Εθνικό ρατσισμό,

που είναι η αίσθηση της υπεροχής ενός έθνους έναντι των άλλων και είναι γνωστός ως σωβινισμός,

  • κοινωνικό ρατσισμό,

που είναι διακρίσεις βασισμένες σε πολιτικές, ιδεολογικές, πνευματικές, οικονομικές, πολιτιστικές διαφορές καθώς και διακρίσεις σε βάρος γυναικών, μειονοτήτων ή ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Ιστορική διαδρομή

Οι αρχαίοι Έλληνες, έχοντας συνείδηση της πολιτιστικής τους ανωτερότητας, διατύπωσαν την φράση «Πας μή Έλλην βάρβαρος», για να επιβεβαιώσουν τη συνείδηση αυτής της ανωτερότητας και να ενισχύσουν τη θέση τους απέναντι στους άλλους λαούς. Στις σύγχρονες κοινωνίες, ρατσισμός ονομάζεται ακόμη, η διάκριση σε βάρος ατόμων, κοινωνικών ομάδων ή κατηγοριών ατόμων, που προσδιορίζονται με βάση τα φυλετικά ή και πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά, με συνέπεια την ανάπτυξη αισθήματος υπεροχής και ανωτερότητας προς αυτούς, ενώ ρατσιστικά χαρακτηρίζονται τα κινήματα εκείνα, που με βίαια μέσα προσπαθούν να εφαρμόσουν στην πράξη τις θεωρίες αυτές. Ανάλογες θεωρίες διατύπωσαν ήδη από το 19ο αιώνα ο Γάλλος συγγραφέας Arthur Gobineau, [«Essai sur l' inégalité des races humaines», «Δοκίμιο επί της ανισότητας των ανθρωπίνων φυλών», που δημοσιεύτηκε το 1853], και ο Άγγλος δημοσιολόγος Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν, [Houston Stewart Chamberlain], που πολιτογραφήθηκε Γερμανός το 1916, οι οποίοι υποστήριξαν την υπεροχή της άριας φυλής απέναντι στις άλλες φυλές.

Οι θεωρίες τους έγιναν πραγματικό κίνημα, κυρίως στη ναζιστική Γερμανία, όπου εξελίχτηκε κυρίως σε αντισημιτισμό. Η γερμανική νομοθεσία στην περίοδο του ναζισμού, αρνήθηκε στους μη Αρίους να καταλαμβάνουν δημόσια αξιώματα, να παντρεύονται με Γερμανούς και το σπουδαιότερο να έχουν πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Στη Γερμανία η θεωρία εφαρμόστηκε με απάνθρωπη σκληρότητα και οδήγησε στη μαζική εξολόθρευση των Εβραίων στα στρατόπεδα εξοντώσεως, ενώ ίδια μέτρα πάρθηκαν και στην Ιταλία το 1938, όπως εκτόπιση των Εβραίων, δίωξη από δημόσιες θέσεις και από την εκπαίδευση), αλλά ήταν ηπιότερος από το ναζιστικό. Και σήμερα ακόμα παρουσιάζονται μορφές ρατσισμού εναντίον των Νέγρων, κυρίως στη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία και στη Ζιμπάμπουε.

Αίτια

Βασικά αίτια της εμφανίσεως του φαινομένου είναι

  • η έλλειψη ανθρωπιστικής παιδείας και η μη γνώση της αξίας της ισότητας, της δικαιοσύνης, της ειρήνης και του σεβασμού,
  • το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο,
  • η κρίση αξιών και η επικράτηση άλλων, όπως η ανηθικότητα, ο ανταγωνισμός και η γενικότερη αμφισβήτηση των ανθρωπιστικών ιδανικών,
  • τα συμπλέγματα ανωτερότητας ή κατωτερότητας ατόμων ή λαών,
  • τα οικονομικά συμφέροντα και η εκμετάλλευση λαών,
  • οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι επεκτατικές βλέψεις κρατών,
  • ο θρησκευτικός ή ο εθνικός φανατισμός.

Εσωτερική αρθρογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι