Στράτης Μυριβήλης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Στράτης Μυριβήλης, Έλληνας εθνικιστής λογοτέχνης της γενιάς του '30, ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες, αντιμιλιταριστής πατριώτης και λυρικός πεζογράφος, μαχητικός πολέμιος του κομμουνισμού, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Ευστράτιος Σταματόπουλος, γεννήθηκε στις 30 Ιουνίου 1892 στη Συκαμνιά της νήσου Λέσβος που τότε ήταν υπό Τουρκική κατοχή και πέθανε στις 19 Ιουλίου 1969 από βρογχοπνευμονία στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» στην Αθήνα ενώ, από το 1962 ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι από καρκίνο που τον οδήγησε σε βιολογικό μαρασμό.

Στράτης Μυριβήλης

Παντρεύτηκε το 1920 την Ελένη Δημητρίου, πρόσφυγα από το ∆ικελί της Μικράς Ασίας με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά, τη Ρίτα, την Δροσούλα [1] σύζυγο Άγγελου Αγγελόπουλου και τον Χαράλαμπο.

Βιογραφία

Ήταν ο πρωτότοκος γιος και το μεγαλύτερο από τα πέντε -ο Στράτης, ο Κίμωνας, η Μαρία, η Ουρανία και η Ελένη- παιδιά του εμπόρου και δημογέροντα Χαράλαμπου Σταματόπουλου, [πρώην Σταμάτογλου], και της Ασπασίας το γένος Γεωργιάδη, η οποία προερχόταν από οικογένεια ανθρώπων του πνεύματος και τα αδέρφια της ήταν απόφοιτοι ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων. Ο Στράτης φοίτησε και ήταν μέτριος μαθητής, στην Αστική Σχολή Συκαμιάς που τότε ήταν υπό τουρκική κατοχή, με σχολάρχη το Σπύρο Αναγνώστου και αποφοίτησε το 1903 και στη συνέχεια από τον Σεπτέμβριο του 1903 έως το 1909 φοίτησε στα Γυμνάσια Μυτιλήνης και Κυδωνιών.

Δημοσίευσε λυρικά πεζά και αφηγηματικά κείμενα στο περιοδικό «Νεότης» της Σμύρνης με το ψευδώνυμο «Φοίβος» και βραβεύτηκε σε διαγωνισμό διηγήματος για το έργο του «Το άσπρο στεφάνι». Στη συνέχεια το 1912, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου φοίτησε στη Νομική και για ένα χρόνο στη Φιλοσοφική Σχολή του πανεπιστημίου της Αθήνας, ενώ παράλληλα εργάζονταν ως συντάκτης στην εφημερίδα «Πατρίς». Υπήρξε εκδότης του περιοδικού «Σκριπ», έκδοση για την οποία διέκοψε τη διδασκαλική θέση που είχε αναλάβει στο χωριό Μανταμάδος. Διέκοψε τις σπουδές του στην Αθήνα, αρχικά για λόγους βιοποριστικούς, λίγο αργότερα όμως κατατάχθηκε εθελοντικά στο Στρατό, κατόπιν διαβήματος στον Ελευθέριο Βενιζέλο, και πολέμησε:

  • στους Βαλκανικούς πολέμους, στη διάρκειά τους τραυματίστηκε [2] στο πόδι στις 20 Ιουνίου 1913, σε μάχη στο Κιλκίς, τον μετέφεραν στο νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια αποστρατεύτηκε,
  • στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, όταν το 1917 κατατάχθηκε ως Λοχίας, στο 4ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους και συμμετέχει στην προκάλυψη του Μοναστηρίου μαζί με τον αδελφό του, Κίμωνα. Εκεί αρχίζει να γράφει το «Η Ζωή εν Τάφω».
  • στη Μικρασιατική εκστρατεία, ως ανθυπολοχαγός. Τα χρόνια εκείνα γράφει επιθεωρήσεις που παίχτηκαν από ερασιτεχνικούς στρατιωτικούς θιάσους. Μετά την εκκένωση του Εσκί-Σεχίρ κατέφυγε στη Θράκη και το 1922 επέστρεψε στη Λέσβο.

Ήταν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του «Εθνικού Συνδέσμου Ελλήνων Επιστράτων Αιγαίου» και υποστήριξε το κίνημα της «Εθνικής Άμυνας», ενώ μετά τη Μικρασιατική καταστροφή πήρε θέση υπέρ της Στρατιωτικής Επαναστάσεως. Κατά τη διάρκεια της κομμουνιστικής ανταρσίας την περίοδο 1944-49 εκδήλωσε την ξεκάθαρη αντίθεσή του προς τον κομμουνισμό. Εργάστηκε στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, με εβδομαδιαίες εκπομπές, όπως «Το χρονικόν της εβδομάδος», «Μιλάμε για την Τέχνη», «Το Λογοτεχνικό Τέταρτο» και ήταν διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Το 1938 διορίστηκε στη Βιβλιοθήκη της Βουλής ως Τμηματάρχης Β' Τάξεως, από όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1955 με το βαθμό του Διευθυντή Α' έχοντας συμπληρώσει το όριο ηλικίας.

Υπέγραψε τη διαμαρτυρία η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς» της 10ης Νοεμβρίου 1940 [3], την οποία προσυπέγραψαν πολλοί Έλληνες διανοούμενοι και άνθρωποι των γραμμάτων, εναντίον της Ιταλικής επιθέσεως σε βάρος της Ελλάδος. Μεταξύ των ονομάτων που υπέγραψαν περιλαμβάνονταν επίσης οι Άριστος Καμπάνης, Σπύρος Μελάς, Άγγελος Σικελιανός, Σωτήρης Σκίπης, Δημήτριος Μητρόπουλος, Κ. Δημητριάδης, Νικόλαος Βέης, Κ. Παρθένης, Ιωάννης Γρυπάρης, Γιάννης Βλαχογιάννης, Κωστής Παλαμάς, Κώστας Ουράνης, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Γρηγόριος Ξενόπουλος και Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς.

Δημοσιογραφική δράση

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή ο Μυριβήλης επέστρεψε στη Μυτιλήνη όπου εξέδωσε την εφημερίδα «Καμπάνα», στην οποία δημοσίευσε σε επιφυλλίδες το έργο του «Η Ζωή εν τάφω», και συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Σάλπιγξ», «Ελεύθερος Λόγος», «Ταχυδρόμος», δημοσιεύοντας πεζογραφήματα, ποιήματα, άρθρα και χρονογραφήματα. Στη γενέτειρά του έζησε ως το τέλος του 1932, οπότε εγκαταστάθηκε οριστικά με την οικογένειά του στην Αθήνα και εξέδωσε την εφημερίδα «Δημοκρατία», πολιτικό εκφραστικό μέσο του «Εργατικού Κόμματος» του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, τον οποίο υποστήριξε από το 1925 ως το 1933, και στη Λέσβο. Η αργοπορημένη εγκατάσταση του στην πρωτεύουσα οφειλόταν στο αίσθημα εχθρότητας προς την πόλη κληρονομημένο από τον Δημήτριο Βερναρδάκη, τον «ερημίτη της Μυτιλήνης» όπως τον αποκαλούσαν, που εκθείαζε, με έδρα τη Λέσβο, τη ζωτικότητα του παροικιακού ελληνισμού και αποδοκίμαζε τη στειρότητα της ελληνικής πρωτεύουσας καθώς και οι δύσκολες ημέρες που είχε ζήσει σ' αυτήν ως φοιτητής, με τη φτώχεια και την πείνα, ώσπου να τον σώσει η εθελοντική στράτευσή του. Στην Αθήνα συνεργάστηκε ως χρονογράφος και λογοτεχνικός συνεργάτης, με τις εφημερίδες «Καθημερινή», «Εθνική», «Ακρόπολις», «Πρωία», «Απογευματινή», «Ελευθερία» και τα περιοδικά «Θεατής», «Νέα Εστία», «Ελληνική δημιουργία», «Ακρίτας» και «Στρατιωτικά Νέα». Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη και διατέλεσε πρόεδρος της «Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών», η οποία το 1969, λίγο πριν από τον θάνατό του, τον ανακήρυξε επίτιμο πρόεδρο της.

Πολιτικές απόψεις

Ο Μυριβήλης, αρχικά, ήταν υπέρμαχος του Ελευθέριου Βενιζέλου, ενώ στη συνέχεια απέκτησε στενή σχέση με τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπαναστασίου και το 1920, συνδέθηκε με το σοσιαλιστικό κίνημα. Τα επόμενα χρόνια πραγματοποίησε στροφή προς τη συντηρητική παράταξη και μεταβλήθηκε σε υποστηρικτή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου του Ιωάννη Μεταξά, αν και τα έργα του «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» και «Η Ζωή εν Τάφω» ήταν απαγορευμένα, την ίδια περίοδο.

Εναντίον του διαβολή

Η πολιτική δράση του Μυριβήλη προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των κομμουνιστών και ο «Ριζοσπάστης», στις 13 Μαρτίου του 1936, τον αναγορεύει σε χαρακτηριστικό τύπο διανοούμενου φασίστα: «...Η πολιτική δράση του Μυριβήλη στον αγώνα των εργαζομένων τόσο μέσα στη Μυτιλήνη, την πατρίδα του, όσο κι εδώ, είναι αρκετά γνωστή. Πολέμησε τον αγώνα αυτό, στο πρόσωπο τάχα των κομμουνιστών, με τον πιο λυσσασμένο και μαγγιόρικο τρόπο. Εξ αιτίας του πολλοί πατριώτες του γνώρισαν τις φυλακές και τα ξερονήσια σαν πολιτικοί κατάδικοι και εξόριστοι. Αφού "δούλεψε" έτσι στη Μυτιλήνη ο Μυριβήλης, έπρεπε βέβαια να μεταφέρει τη δράση του και στην Αθήνα, όπου και εγκαταστάθηκε από μερικά χρόνια. Η αντικομμουνιστική του δράση δε σταμάτησε ούτε μια στιγμή. Με το πρόσχημα της "αγάπης", του "φιλειρηνισμού", της "ατομικότητος", ξεφούρνισε επανειλημμένα διάφορα διανοητικά καταντήματα, ενάντια στον κομμουνισμό, στον εργατικό αγώνα, στον κάθε λογής αντιφασιστικό αγώνα. Στα χρονογραφήματα της "Πρωΐας", στις στήλες της "Δημοκρατίας", στα διηγήματά του, χύθηκε άφθονο φαρμάκι, που τόσο δεξιότεχνα ξέρει να μανουβράρει ο Μυριβήλης. Γιατί τότε ο Μυριβήλης υπόγραψε το δημοκρατικό μανιφέστο των διανοουμένων και πήρε μέρος στην επιτροπή για το χορό των εξορίστων; Δεν είναι τάχα αυτά μια αντιφασιστική πράξη; Όχι. Ο Μυριβήλης, όπως είπαμε παραπάνω, είναι ένας βενιζελοδημοκρατικός αντιβασιλικός και σαν τέτοιος το υπόγραψε. Όπως το υπόγραψε και ο Σπύρος ο Μελάς -ο γνωστός κομμουνιστοφάγος και κολίγας του Πλαστήρα και πότε του Κονδύλη- που μ’ αυτόν ο Μυριβήλης έχει πολλά κοινά γνωρίσματα. Για τον ίδιο λόγο ο Μυριβήλης πήρε μέρος στην επιτροπή του χορού για τους εξόριστους (προχειρότητα κι αυτό). Μα δεν είναι μόνον αυτός ο λόγος. Ο Μυριβήλης θέλει να πιαστεί για καλά και να κάνει καλύτερα τη δουλειά του. Το αναγνωστικό του κοινό, τώρα ιδιαίτερα με το βασιλισμό, καταλαβαίνει πως μ’ όλα τα αντικομμουνιστικά του σαλιαρίσματα, δεν μπορεί να το βρει παρά μέσα στους αριστερούς διανοούμενους και μέσα στην αριστερή φιλελεύθερη (χωρίς εισαγωγικά) νεολαία, που είναι και η μεγάλη πλειοψηφία, αν όχι η ολότητα. Μ’ αυτό το σκοπό μπορεί να κάνει και μερικές "αβαρίες" (τι έχουμε να χάσουμε), με την ίδια ευκολία, που το κάνει και ο Φουρτούνιο-Μελάς».

Στις 19 Ιουλίου 1938, σε επιστολή του προς τον Ιωάννη Μεταξά έγραφε, «..Σας παρακαλώ θερμά να μου συχωρέσετε την τόλμη που πήρα, να σας γράψω για να ζητήσω τη βοήθειά σας σ' ένα ζήτημά μου προσωπικό...», ενώ με το ποίημα «Ο ύμνος της εργασίας» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα», το 1939, στήριξε το καθεστώς.

Συμμοριοπόλεμος

Την περίοδο 1946-49, στη διάρκεια του συμμοριοπολέμου, της ενόπλου ανταρσίας των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, τάχθηκε ολοκάθαρα εναντίον του κομμουνισμού και εξύμνησε τη δράση των Εθνικών δυνάμεων. Το 1948, στην διάλεξή του, «Ο Κομμουνισμός και το Παιδομάζωμα», αναφέρει χαρακτηριστικά, «...Εκείνο που δεν κατάλαβαν ακόμα ούτε οι Άγγλοι φίλοι μας, ούτε οι Αμερικάνοι, εκείνο που το μαθαίνουν σιγά-σιγά και απελπιστικά αργά με σπατάλη του ελληνικού άσματος, είναι τούτο: Πως ο σλαυϊκός κομμουνισμός δεν είναι μια κοινωνική θεωρία απλώς, ούτε ένα πολιτικοοικονομικό σύστημα. Είναι κάτι περισσότερο, κάτι φοβερότερο απ' αυτά. Είναι μια μέθοδος σατανική για την κατασκευή μιας νέας φυλής. [...]. [....] Δεν υπάρχουν Έλληνες κομμουνιστές. Όταν κανείς γίνει συνειδητός κομμουνιστής, παύει να είναι Έλληνας...». Ο Μυριβήλης συμμετέχει προσωπικά στην εθνική προσπάθεια για την καταστολή της κομμουνιστικής ανταρσίας και ταξίδεψε σε όλη την Ελληνική επαρχία μαζί με άλλους διανοούμενους της εποχής στα πλαίσια της εθνικής και πνευματικής εκστρατείας «δια την πάταξιν της ανταρσίας». Ενδεικτικό της στάσεως του απέναντι στον κομμουνισμό είναι το απόσπασμα από το δακτυλόγραφο έργο του «Η Παγάνα για τους λύκους»: «[...] Χιλιάδες χωριά είναι σήμερα ερειπωμένα από τους Γιενιτσάρους του Σλαβισμού, κι ενός αιώνα κόποι και μόχθοι του λαού μας, κείτονται ξεθεμελιωμένα χαλάσματα. Και πέρα από τα σύνορά μας ακούεται ο κρότος από όπλα και μηχανές πολέμου, και ως τ’ αυτιά μας φτάνει ο ήχος από τα βήματα ενός κολοσσιαίου στρατού, που κατηφορίζει από τα Βαλκάνια για να πνίξει ένα μικρό λαό γεωργών και ναυτών, που δε διεκδικεί τίποτε άλλο από τη λευτεριά του [...] Η απάντηση του Ελληνικού Γένους προς τον κολοσσιαίο Ιμπραήμ του κόκκινου Πανσλαβισμού, δόθηκε με το στόμα του Κολοκοτρώνη, και δεν πρόκειται ν’ αλλάξει ούτε ένα γιώτα από τα λόγια του [...]».

Σε άλλο σημείο ο Μυριβήλης γράφει: «...Δεν τολμά γιατί σκέφτεται ο χρυσοθήρας και προστατεύει στα κρυφά και στα φανερά τους κακούργους. Και κανείς δεν τολμά να χτυπήσει το τσεκούρι στη φωτιά, να βγη στη μέση σαν Κράτος Κυρίαρχο, να πάρει από τα χέρια των ανάξιων γονειών αυτά τα εκκολαπτόμενα επονιτάκια, που είναι χιλιάδες, πιο πολλές χιλιάδες από εκείνα που μας άρπαξε το παιδομάζωμα και να τα κλείσει σε κατασκηνώσεις πολιτισμού και εθνικής αγωγής για να τα αποξενώσει από το πνευματικό χασίς που τα ποτίζουν οι προπαγανδιστές πρωί-βράδυ. Τί είν’ αυτό που γυρεύω; Μια μεγάλη, μια πανελλήνια οργάνωση της Μακρονήσου γυρεύω, για τα δηλητηριασμένα νιάτα, σαν αυτή που αυτοσχεδίασε και τόσο άξια έφερε σε τέλος ο Στρατός μας...». Σε διάλεξη του, που εκδόθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο της Λαϊκής βιβλιοθήκης της Καλαμάτας σε μπροσούρα το Νοέμβριο του 1948 με τίτλο: «Ο Κομμουνισμός και το παιδομάζωμα» κλείνει με μια επίκληση του Μυριβήλη στο «Πνεύμα του Γράμμου». Γράφει: «...Το πνεύμα του Γράμμου σαν έλθει η ώρα θα κατεβεί στις πολιτείες, θα κατεβεί στις καρδιές μας να γίνει συνείδηση πανελλήνιου εξαγνισμού... Το πνεύμα του Γράμμου είναι η αισιοδοξία και η πίστη μου... Γι' αυτόν τον ανώνυμο φαντάρο, γι’ αυτόν τον ήρωα Χωροφύλακα, γι’ αυτόν τον φτωχό Μ.Α.Υ. πρέπει να κινηθεί, να κινείται αδιάκοπα, άγρυπνα, ακούραστα, γενναιόδωρα, η στοργή μας, η φροντίδα μας, η αγάπη μας, η έγνοια μας..».

Φυλή & Έθνος

Ο Μυριβήλης θεωρεί τους Έλληνες φυλή γεννημένη μέσα στη θάλασσα, τυραννισμένη και πληγωμένη από εκπατρισμούς. Στο έργο του η η έννοια της φυλής διαδέχεται την έννοια του Γένους, ενώ η Μεγάλη Ιδέα μετενσαρκώνεται σε αναζήτηση της ελληνικότητας. Το φυσικό περιβάλλον στον Μυριβήλη είναι γενεαλογικής τάξεως, ως αρχέγονη πηγή της υπάρξεως του ελληνισμού, ως πηγή της Ιστορίας και του Πολιτισμού. Στα 1952, σε κείμενό του για την ελληνική θάλασσα, υποστηρίζει ότι κάθε έργο τέχνης, προκειμένου να διατηρηθεί και να δικαιώσει την αξία του οφείλει να είναι εναρμονισμένο με το πνεύμα της φυλής που το δημιούργησε διαφορετικά είναι καταδικασμένο να καταστραφεί.

Διακρίσεις

Ο Μυριβήλης υπήρξε μέλος

  • της Ακαδημίας Αθηνών στην οποία εκλέχτηκε [4] το 1958 μετά από πέντε άδοξες υποψηφιότητες,
  • της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών,
  • της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών,

και τιμητικό μέλος

  • του Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών.

Λογοτεχνικό έργο

Εργογραφία

Πήρε το ψευδώνυμό του, το οποίο χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1911, από το βουνό Μιριβίλι, στην πλαγιά του οποίου βρίσκεται η γενέτειρά του και διακρίθηκε κυρίως ως πεζογράφος έργων φαντασίας. Η πρώτη εμφάνιση του στη λογοτεχνία καταγράφηκε με το έργο

  • «Κόκκινες ιστορίες», το 1915, συλλογή διηγημάτων,

και στη συνέχεια έγραψε

  • «Η ζωή εν τάφω», το 1923,
  • «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια», το 1933 και η
  • «Παναγία Γοργόνα», το 1949, που αποτελούν τρίπτυχο με εσωτερική ενότητα.
  • «Το πράσινο βιβλίο»,
  • «Το γαλάζιο βιβλίο»,
  • «Το κόκκινο βιβλίο»,
  • «Το βυσσινί βιβλίο», διηγήματα,
  • «Τα παγανά»,
  • «Ο Βασίλης Αρβανίτης», όπου μεταφέρει την εικόνα αυτών των παιδικών και μαθητικών του χρόνων, συνδυασμένη με τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Το έργο εκδόθηκε σε πρώτη μορφή το 1934, η δεύτερη μορφή του περιλαμβάνεται στο «Το γαλάζιο βιβλίο», και πήρε την οριστική του μορφή το 1943/44.
  • «Ο Παν», νουβέλες,
  • «Απ` την Ελλάδα», ταξιδιωτικό,
  • «Για την τέχνη», δοκίμια,
  • «Πτερόεντα», χρονογραφήματα,
  • «Η λάμπα του Παλαμά», αναμνήσεις,
  • «Μικρές φωτιές», ποιήματα,
  • «Το τραγούδι της γης», πεζοτράγουδο κ.ά.

Έχει γράψει συλλογές ποιημάτων, ένα παιδικό μυθιστόρημα με τίτλο «Ο Αργοναύτης και ταξιδιωτικές εντυπώσεις». Πολλά από τα έργα του μεταφράστηκαν σε αρκετές γλώσσες.

Το μυθιστόρημα των τεσσάρων

Στις 16 Φεβρουαρίου 1958 η εφημερίδα «Ακρόπολις», προανάγγειλε ότι από την Κυριακή 2 Μαρτίου 1958, θα ξεκινούσε η δημοσίευση μυθιστορήματος [5] που έγινε γνωστό ως το «Το μυθιστόρημα των 4». Καθένας από τους τέσσερις συγγραφείς θα έγραφε επί μία εβδομάδα και θα συνέχιζε ο επόμενος, χωρίς να υπάρχει προσυνεννόηση για την πλοκή του, έργο που η εφημερίδα χαρακτήριζε ως «…{…}…. πραγματική λογοτεχνική σκυταλοδρομία».

Πρώτος άρχισε με κλήρωση ο Μυριβήλης, ο οποίος μιλάει για τους προδότες: «Ναι, ανάμεσα στους Έλληνες υπήρχαν μερικοί προδότες, το ελάχιστο εκείνο βιολογικό κατακάθι της κάθε φυλής. Όλοι τους όμως ήταν υποκείμενα ιδιοτελή, που πρόδιναν την πατρίδα τους κινημένοι από υλικό συμφέρον».

Συνέχισε ο Μίτια Καραγάτσης, που γράφει ότι «Ο πόλεμος είναι ένα φριχτό γεγονός έξω από τη θέλησή μας. Και μια φορά που θα γίνει κινείται μέσα σε μια δική του νομοτέλεια, μέσα σε μια δική του λογική που είναι έξω από κάθε λογική, μέσα σε μια δική του δικαιοσύνη που είναι η άρνηση της κάθε δικαιοσύνης».

Ακολούθησε ο Άγγελος Τερζάκης που περιγράφει τις φιλόδοξες νεαρές «Ο κινηματογράφος τής είχε βάλει φωτιά στο αίμα. Εκείνη μια φορά ήταν ζωή, όπως τη βλέπεις στα κοσμικά φιλμ: δεξιώσεις, γουναρικά, διαδήματα, βίλες, καζίνα, κούρσες, κότερα...».

Στις 26 Απριλίου ολοκλήρωσε το μυθιστόρημα ο Ηλίας Βενέζης, ο οποίος αναφέρθηκε στους προλετάριους, «Η ζωή στο λιμάνι, τόσο πρωί, έπαιρνε με τούτο το πλήθος που φώναζε το σκληρό της νόημα, το πρώτο. Ο αγώνας για το ψωμί, τον άρτον τον επιούσιον, ήταν πάνω απ όλα θεότητα που επόπτευε την κίνηση των ανθρώπων».

Τιμητικές διακρίσεις

Ο Μυριβήλης τιμήθηκε με

  • το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας το 1940, για το έργο «Γαλάζιο βιβλίο» και
  • το Σταυρό του Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου Α΄ το 1959,

ενώ προτάθηκε και τρεις φορές για το Βραβείο Νόμπελ, από την «Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών».

Ύστερα χρόνια

Το 1962 ο Μυριβήλης νόσησε από καρκίνο και σταδιακά καθηλώθηκε στο κρεβάτι ως το τέλος του βίου του, γεγονός που δεν του επέτρεψε να ολοκληρώσει το τελευταίο του μυθιστόρημα «Το κτήμα με τις ροδιές».

Μνήμη Μυριβήλη

Ο Μυριβήλης παρέμεινε μέχρι το τέλος υπέρμαχος της δημοτικής, χωρίς να χαρακτηρίζεται από ασυνέπεια στις πεποιθήσεις του. Η αγάπη για τη ζωή, τον άνθρωπο και το φυσικό του περιβάλλον παρέμεινε ο συνεκτικός ιστός της σκέψεως του και ολόκληρου του έργου του. Η διάθεσή του είναι φυσιολατρική, το ύφος του σοβαρό, η γλώσσα του ωραία και αρρενωπή δημοτική, στην οποία οφείλει κυρίως την επίδραση που άσκησε στη λογοτεχνία μας, καθώς και τη θέση του μέσα σ` αυτή. Το έργο που τον επέβαλε κυρίως είναι η «Ζωή εν τάφω», καθαρά αντιπολεμικό, έργο τέχνης, από τα ελάχιστα που έχει να παρουσιάσει η λογοτεχνία μας. Υπάρχει μέσα σ` αυτό πάθος, αίσθημα, συγκίνηση, πνοή, ότι δηλαδή χαρακτηρίζει ένα γνήσιο έργο τέχνης. Ο Μυριβήλης αποδεσμεύθηκε από την απαισιόδοξη κοσμοθεωρία των συγχρόνων του και αναδείχθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους αντιμιλιταριστές συγγραφείς της Ευρώπης και πρόδρομος της γενιάς του Τριάντα, ενώ το έργο του «Η Ζωή εν Τάφω», που εγκαινίασε τη σύγχρονη ελληνική αντιπολεμική λογοτεχνία.

Τα βιβλία του Μυριβήλη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Εστία». Στο Παγκράτι, στη συμβολή των οδών Φωκιανού και Αμύντα, ο Μυριβήλης είχε αποφασίσει το 1958 τη μοναδική αγορά ακινήτου που είχε κάνει στην Αθήνα. Στη συνοικία αυτή τοποθετήθηκε η προτομή του, στη μικρή πλατεία, Ευτυχίδου και Βρυάξιδος, με ορειχάλκινη μορφή σε μαρμάρινη στήλη, που τον απεικονίζει με τοξωτά φρύδια και σγουρά μαλλιά, είναι έργο της Λουκίας Γεωργαντή.

Εξωτερικές συνδέσεις

Παραπομπές

  1. [«Έφυγε» η τελευταία εν ζωή κόρη του Μυριβήλη emprosnet.gr]
  2. Στρατής Μυριβήλης: Λoγοτέχνης, διανοούμενος και φλογερός πατριώτης
  3. [«..Είναι δύο εβδομάδες τώρα, που ένα τελεσίγραφο μοναδικό στα διπλωματικά χρονικά των Αθηνών για το περιεχόμενον, την ώρα και τον τρόπο που το παρουσίασεν η Ιταλία κάλεσε την Ελλάδα να της παραδώση τα εδάφη της, να αρνηθή την ελευθερία της και να κατασπιλώση την τιμή της. Οι Έλληνες δώσαμε στην ιταμή αυτή αξίωσι της φασιστικής βίας, την απάντησι που επέβαλαν τριών χιλιάδων ετών παραδόσεις, χαραγμένες βαθειά στην ψυχή μας, αλλά και γραμμένες στην τελευταία γωνιά της ιερής γης με το αίμα των μεγαλυτέρων ηρώων της ανθρωπίνης ιστορίας. Και αυτή τη στιγμή κοντά στο ρεύμα του Θυάμιδος και στις χιονισμένες πλαγιές της Πίνδου και των Μακεδονικών βουνών πολεμούμε, τις περισσότερες φορές με τη λόγχη, αποφασισμένοι να νικήσουμε ή να αποθάνουμε μέχρις ενός. Σ' αυτό τον άνισο σκληρότατο αλλά πεισματώδη αγώνα, που κάνει τον λυσσασμένο επιδρομέα να ξεσπάζη κατά των γυναικών, των γερόντων και των παιδιών, να καίη, να σκοτώνη, να ακρωτηριάζη, να διαμελίζη τους πληθυσμούς στις ανοχύρωτες και άμαχες πόλεις μας και στα ειρηνικά χωριά μας, έχουμε το αίσθημα ότι δεν υπερασπιζόμαστε δική μας μόνον υπόθεσι: Ότι αγωνιζόμεθα για την σωτηρία όλων εκείνων των Υψηλών αξιών που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι πρόγονοι και που σήμερα βλέπουμε να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητος και της βίας. Ακριβώς αυτό το αίσθημα εμπνέει το θάρρος σε μας τους Έλληνες διανοουμένους, τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης, ν' απευθυνθούμε στους αδελφούς μας όλου του Κόσμου για να ζητήσουμε όχι την υλική αλλά την ηθική βοήθειά τους. Ζητούμε την εισφορά των ψυχών, την επανάστασι των συνειδήσεων, το κήρυγμα, την άμεση επίδρασι, παντού όπου είναι δυνατόν, την άγρυπνη παρακολούθησι και την ενέργεια για ένα καινούργιο πνευματικό Μαραθώνα που θα απαλλάξη τα δυναστευόμενα Έθνη από τη φοβέρα της πιο μαύρης σκλαβιάς που γνώρισε ως τώρα ο κόσμος..»]
  4. Τακτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών κατά σειρά εκλογής
  5. Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων