Τζακ Λόντον

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Τζακ Λόντον [Jack London], ψευδώνυμο του Τζων Γκρίφιθ Τσέηνυ [John Griffith Chaney] Αμερικανός σοσιαλιστής εθνοκοινωνιστής και φυλετιστής συγγραφέας μυθιστορημάτων και διηγημάτων, ποιητής, ερασιτέχνης φωτογράφος, δημοσιογράφος και δοκιμιογράφος, πρωτοπόρος της εμπορικής μυθιστοριογραφίας σε λαϊκά περιοδικά κι ένας από τους πρώτους συγγραφείς που συσσώρευσε τεράστια χρηματική περιουσία έχοντας ως αποκλειστική του δραστηριότητα τη συγγραφή βιβλίων, γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1876 κοντά στην Third and Brannan Streets στο νότιο Σαν Φρανσίσκο και πέθανε στις 22 Νοεμβρίου 1916 από ουραιμία, σύμφωνα με την ιατρική γνωμάτευση της εποχής, ή από υπερβολική δόση ναρκωτικών, σύμφωνα με μεταγενέστερη θεωρία, στη βίλα που υπάρχει στο αγρόκτημα του στο Γκλεν Έλλεν της Καλιφόρνια, όπου βρίσκεται και η τελευταία του κατοικία.

Στις 7 Απριλίου 1900 παντρεύτηκε με την Μπες Μάντερν, που τη γνώριζε επί σειρά ετών καθώς ήταν στο φιλικό του περιβάλλον και στην οποία είχε πει ότι δεν την αγαπούσε αλλά την συμπαθούσε τόσο ώστε του ήταν αρκετό για να την παντρευτεί. Από το γάμο τους απέκτησαν δύο κόρες, τη Τζόαν, που γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1901 και τη Μπέσυ ή Μπέκυ, που γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1902. Στις 24 Ιουλίου 1903, ο Τζακ εγκατέλειψε τη συζυγική εστία και σε όλη τη διάρκεια του 1904 διαπραγματεύονταν τους όρους του διαζυγίου, το οποίο υπέγραψαν στις 11 Νοεμβρίου 1904, όταν και χώρισαν επίσημα. Το 1905 ο Τζακ παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο με την Τσάρμιαν Κίτρετζ την οποία αποκαλούσε «γυναίκα-σύντροφο», που η θεία και θετή μητέρα της, η Βικτώρια Γούντχολ, την είχε αναθρέψει χωρίς σεμνοτυφία. Η Τσερμιάν «...κομψή και ευπρεπής κυρία ήταν, στις ιδιωτικές τους στιγμές, τολμηρή, δραστήρια, γεμάτη πάθος και σεξουαλικότητα...». Παρά τις προσπάθειες τους δεν κατάφεραν να αποκτήσουν παιδιά, καθώς ένα πέθανε στη διάρκεια του τοκετού και μία άλλη εγκυμοσύνη της διακόπηκε με αποβολή της Τσερμιάν, όμως έζησαν μαζί ως το τέλος της ζωής του Λόντον.

Τζακ Λόντον

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο περιπλανώμενος δικηγόρος, δημοσιογράφος και αστρολόγος Γουίλιαμ Χένρυ Τσέηνυ, [William Chaney], Ιρλανδικής καταγωγής, και η Αμερικανίδα απόγονος δούλων, μουσικός και πνευματίστρια Φλώρα Γουέλμαν, [Flora Wellman], των οποίων ήταν εξώγαμο παιδί, καθώς ο Τσέηνυ αρνήθηκε να παντρευτεί τη μητέρα του και να αναγνωρίσει ή να αναλάβει τις ευθύνες της διατροφής του ίδιου, παρά την αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας που επιχείρησε η μητέρα του. Ως μωρό δόθηκε σε μια παραμάνα, τη Daphna Virginia [«Τζένη»] Prentiss, όμως όταν στις 7 Σεπτεμβρίου 1876 η μητέρα του παντρεύτηκε τον Τζων Λόντον, βετεράνο του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, μερικώς ανάπηρο και χήρο με δύο κόρες, ο οποίος τον υιοθέτησε, του έδωσε το επώνυμό του και το όνομα Τζων Γκρίφιθ, το οποίο άλλαξε σε Τζακ Λόντον όταν μεγάλωσε.

Ο Τζακ έζησε για τρία χρόνια σε ένα άθλιο ράντζο στην Alameda και ολοκλήρωσε τα μαθήματα του Δημοτικού Σχολείου στο Όκλαντ της Καλιφόρνια, όπου είχε μετακομίσει εν τω μεταξύ η οικογένεια του πατριού του. Στα έξι του χρόνια, διάβαζε άνετα και στα επτά του άρχισε να τον κατακλύζει το πάθος της μελέτης. Για να επιβιώσει εργάστηκε ως εφημεριδοπώλης, εργάτης κονσερβοποιίας, περιστασιακός εργάτης σε εργοστάσια, κυνηγός γατών για το δέρμα τους, παράνομος αλιέας στρειδιών με το ιδιόκτητο ιστιοφόρο «Razzle Dazzle», τα οποία έκλεβε από τις οστρακοκαλλιέργειες της περιοχής και τα πουλούσε στη μαύρη αγορά, ώσπου το σκάφος του υπέστη σοβαρές βλάβες, καθαριστής σκαφών στον Ναυτικό όμιλο στο Σαν Φραντζίσκο, λαθρέμπορος και ναύτης, ενώ από το Φθινόπωρο του 1897, παρακολούθησε μαθήματα στο Cole Grammar School, στην περιοχή του Δυτικού Όκλαντ.

Νεανικά χρόνια

Το 1891 εγκατέλειψε το σχολείο και εργάστηκε σε εργοστάσιο, το 1892 υπηρέτησε ως λιμενικός στην ακτοφυλακή του Σαν Φρανσίσκο, και το 1893, έπειτα από έξι μήνες ταξίδι ως κυνηγός φώκιας στον Ειρηνικό Ωκεανό με τη σκούνα «Σόφι Σάδερλαντ», του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο μιας τοπικής εφημερίδας με θέμα «... το καλύτερο περιγραφικό άρθρο» το οποίο αναφέρεται σ' έναν τυφώνα με τίτλο «Τυφώνας στις ακτές της Ιαπωνίας». Το 1895 επέστρεψε στις σχολικές αίθουσες στο σχολείο, και το 1896 εντάχθηκε στο Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Αμερικής. Τον ίδιο χρόνο έμαθε για τον βιολογικό του πατέρα και απευθύνθηκε στον Τσάνεϋ χωρίς όμως καμία ανταπόκριση, καθώς του αρνήθηκε τα πάντα γύρω από τον ίδιο και τη μητέρα του. Το καλοκαίρι του 1896 μελέτησε για τρεις μήνες και μετά από εξετάσεις εισήχθη στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνια, όμως το εγκατέλειψε ύστερα από τους πρώτους έξι μήνες του πανεπιστημιακού έτους, λόγω οικονομικών δυσκολιών, καθώς εργάζονταν την ημέρα σε ένα πλυντήριο, τη νύχτα έγραφε και δεν έβρισκε καιρό να παρακολουθεί τα μαθήματα. Το 1897 αναγκάστηκε να αφήσει το Πανεπιστήμιο χωρίς να κατορθώσει ποτέ να αποφοιτήσει.

Ενήλικη ζωή

Στις 25 Ιουλίου του 1897, ο Λόντον και ο μετέπειτα κουνιάδος του ο Τζέιµς Σέπαρτ, σάλπαραν για το Κλόνταϊκ της Αλάσκα, όπου έγινε χρυσοθήρας, όμως ασθένησε από σκορβούτο. Πέρασαν το χειμώνα κοντά στο Dawson City, όμως λόγω του υποσιτισμού και της ελλείψεως φρέσκων τροφών, τα μπροστινά του δόντια έπεσαν, το πρόσωπο του είχε πληγές, οι πόνοι στην κοιλιά δεν σταματούσαν, κινδύνεψε να πεθάνει μα τελικά ανάρρωσε στο καταφύγιο του Ουΐλλιαµ Τζατζ [William Judge], ενός Ιησουΐτη [1] ιερωμένου τον οποίο φώναζαν Άγιο Ντόσον επειδή παρείχε τροφή και ιατρική φροντίδα σε εκείνη την απομακρυσμένη περιοχή του κόσμου, ενώ κινδύνεψε να πεθάνει από απανωτά βαριά κρυολογήματα. Μόλις στάθηκε στα πόδια του εγκατέλειψε το Κλοντάικ, χωρίς να έχει βρει χρυσό, γύρισε στο Όκλαντ αποφασισμένος να πετύχει στην συγγραφή και να αρχίσει την επαγγελματική του ενασχόληση με το γράψιμο. Εκεί γνωρίστηκε με την Anna Strunsky, που έγινε δια βίου φίλη και σύμβουλος του.

Στους καταρράκτες του Νιαγάρα συνελήφθη για αλητεία και παρέμεινε για τριάντα ημέρες στη φυλακή, όπου βίωσε την Κρατική καταστολή. Το 1902 ταξίδεψε στο Λονδίνο, όμως το 1904 βρέθηκε ως πολεμικός ανταποκριτής στη διάρκεια του πολέμου των Μπόερς στη Νότια Αφρική και στις θάλασσες της Κορέας και της Ιαπωνίας στη Ρωσο-Ιαπωνική σύγκρουση και το 1906 περιέγραψε το σεισμό που ισοπέδωσε το Σαν Φρανσίσκο. Τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε στη Χαβάη, στην αποικία των λεπρών του Μολοκάι, στην Ταϊτή, στα νησιά Φίτζι, αλλά και στη Βόρειο Καλιφόρνια, πάνω σε άμαξα με τέσσερα άλογα. Το 1906-1907, κατασκεύασε το ιστιοφόρο Snark, με σκοπό να πραγματοποιήσει μαζί με τη δεύτερη γυναίκα του το διάπλου του κόσμου. Τελικά κατάφερε να φτάσει ως την Αυστραλία, σε ένα ταξίδι που θα διάρκεσε συνολικά 27 μήνες και αποτελεί μια ανεξάντλητη δεξαμενή εμπειριών για τα ταξιδιωτικά άρθρα και τα λογοτεχνικά του έργα. Το 1913 ανακηρύχθηκε ως ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας του Κόσμου, ενώ από το 1914 και την κήρυξη ως το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου στήριξε μαχητικά τους Δυτικούς κατά των Γερμανών και εργάστηκε ως Πολεμικός ανταποκριτής με τους αντάρτες του Πάντσο Βίλλα στο Μεξικό, καθώς και κοντά στους αντάρτες του Αιμιλιάνο Ζαπάτα. Τάχθηκε υπέρ των εθνικιστών και υποστήριξε ότι οι Η.Π.Α. έπρεπε να συμμετάσχουν στον πόλεμο εναντίον των Κεντρικών Δυνάμεων και στο πλευρό της Αντάντ, υποστηρίζοντας την Αμερικανική συμμετοχή στον Πόλεμο.

Του άρεσε το φυσικό περιβάλλον, ο αθλητισμός και λάτρευε την πυγμαχία, τη ξιφασκία, την κολύμβηση, την ιππασία, γενικά τη θάλασσα και ειδικά τη ναυσιπλοΐα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από δυσεντερία, ουραιμία, και αλκοολισμό, πονούσε και έπαιρνε μορφίνη κι είναι πιθανό να πέθανε, ακούσια ή εκούσια, από υπερβολική δόση μορφίνης. Το 1938 ο συγγραφέας Ίρβινγκ Στόουν, ανέφερε ως αιτία του θανάτου του ενδεχόμενη αυτοκτονία με χρήση μορφίνης, καθώς για αρκετά χρόνια πριν το θάνατο του έκανε διαρκή, συστηματική και υπερβολική χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών. Το σπίτι στο οποίο ζούσε η μητέρα του με τον Τσάνεϋ κάηκε στον σεισμό του 1906, ενώ το 1953 στήθηκε εκεί αναμνηστική πλακέτα από την «California Historical Society».

«National Historic Landmark» [2]

Το 1905 ο Τζακ Λόντον αγόρασε ένα αγρόκτημα 1.000 στρεμμάτων στο Γκλεν Έλεν [Glen Ellen], στην κομητεία Sonoma Valley της Καλιφόρνια, αντί 26.000 δολαρίων, στο οποίο όρισε επιστάτη την αδελφή του Eliza. Το κτήμα σήμερα είναι γνωστό ως «National Historic Landmark», και γι' αυτό έλεγε ότι «..μετά τη σύζυγό μου, το αγρόκτημα είναι για μένα το πιο αγαπημένο πράγμα στον κόσμο» και επιδίωξε να το καταστήσει πετυχημένη οικονομικά επιχείρηση. Έκτοτε η συγγραφή έγινε αυτοσκοπός για τον Λόντον που έγραψε, «...Δεν γράφω για κανέναν άλλο λόγο πέρα από το να προσθέσω περισσότερη ομορφιά σ' αυτό. Τώρα πια γράφω ένα βιβλίο με μοναδικό σκοπό να προσθέσω τρία ή τετρακόσια στρέμματα στο θαυμάσιο κτήμα μου.» Τα λογοτεχνικά έργα του έγιναν εμπορικά, ώστε να του αποφέρουν έσοδα για την συντήρηση του αγροκτήματος και μετά το 1910 «...λίγοι κριτικοί ασχολήθηκαν για να ασκήσουν κριτική πάνω στο έργο του Λόντον, γιατί πλέον ήταν ολοφάνερο ότι ο Τζακ δεν προσπαθούσε πια να γράψει καλά.»

Είχε βαθιά μέσα του το αγροτικό όραμα και το εξέφρασε στα λεγόμενα «αγροτικά» μυθιστορήματα του, και σε μια νεότερη έκδοση του «Μάρτιν Ήντεν». Υπήρξε αυτοδίδακτος αγρότης και έμαθε τους τρόπους καλλιέργειας της γης, μελετώντας επιστημονικά εγχειρίδια και γεωργικά βιβλία. Κατασκεύασε το πρώτο σιλό, μια αποθήκη σιτηρών, στην Καλιφόρνια, το οποίο σχεδίασε, μετατρέποντας σε αποθήκη, ένα κυκλικό χοιροστάσιο, όμως η προσπάθεια του με το αγρόκτημα κατέληξε σε αποτυχία καθώς χρησιμοποιούσε ξεπερασμένα μέσα και ήταν κακός διαχειριστής εξαιτίας και του αλκοολισμού του. Μεταξύ του 1910 και 1916, έλειπε από το αγρόκτημα 6 μήνες τον χρόνο εξαιτίας διαφόρων δραστηριοτήτων και ήταν ανεπαρκής, ενώ όσοι εργάζονταν στην επιχείρηση του θεωρούσαν ότι το αγρόκτημα στην ουσία ήταν το χόμπι ενός πλούσιου.

Πολιτικές ιδέες

Χαρακτηρίστηκε ως αρχέτυπος σκίνχεντ, που συνδύαζε Νίτσε, Μαρξ και Δαρβίνο με μπόλικο φυλετισμό [3]. Εντρύφησε στους Χέγκελ, Σπένσερ και Χάξλεϋ, ενώ στα έργα του συνδύασε το βιταλισμό του Φρειδερίκου Νίτσε και την άποψη περί κυριαρχίας του Δαρβίνου, τον ευγονισμό, την ανωτερότητα των Λευκών, μια ελαφρά κρυμμένη αποστροφή για την Γυναίκα και τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Ήταν στρατευμένος και συνεπής φυλετιστής, πίστευε στην γονιδιακή και πολιτιστική ανωτερότητα των Λευκών, θεωρούσε τους Αφροαμερικάνους κατάρα για την Αμερική και μισούσε απύθμενα τους «Κίτρινους» μια κατηγορία που περιλάμβανε συλλήβδην Κινέζους, Ιάπωνες και Κορεάτες. Όπως είχε δηλώσει σε μια συνέντευξη του, «Πρώτα είμαι ένας περήφανος Λευκός Αμερικάνος και μετά οτιδήποτε άλλο». Στάθηκε άτυχος και πέθανε εξαιρετικά νωρίς, δίχως να προλάβει για να δει τις ιδεολογικές του απόψεις να υλοποιούνται από τα εθνοκοινωνικά καθεστώτα του Μεσοπολέμου.

Αρχικά διάβασε έργα με μαρξιστικό περιεχόμενο και ήρθε σε επαφή με το Εργατικό και Σοσιαλιστικό Κίνημα, εντάχθηκε σ' αυτό τον Απρίλιο του 1896, κι έγινε βασικός ομιλητής και διανοούμενος του Σοσιαλιστικού Κινήματος. Το 1896, στο έργο του τα «Χρονικά του Σαν Φρανσίσκο», περιγράφει ότι όταν ήταν 20 ετών μιλούσε μπροστά σε κόσμο για τον Σοσιαλισμό, τις νύχτες στο πάρκο του Όκλαντ και ότι το 1897, συνελήφθη γι' αυτές τις δραστηριότητες. Το 1901 έθεσε υποψηφιότητα ως υποψήφιος δήμαρχος των Σοσιαλιστών στις εκλογές του 1901 στο Όκλαντ, λαμβάνοντας μόνο 245 ψήφους, και το 1905, σε επόμενη υποψηφιότητα, έλαβε 981 ψήφους. Το 1901 αποχώρησε από το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα και προσχώρησε στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Έκανε περιοδείες σε ολόκληρη την χώρα μιλώντας για τον σοσιαλισμό και δημοσίευσε αυτές τις ομιλίες σε μια συλλογή δοκιμίων με τίτλο

  • «Ο Πόλεμος των Τάξεων» το 1905 και
  • «Επανάσταση και άλλα δοκίμια» το 1910, ενώ συχνά υπέγραφε τις επιστολές του με το «Ημέτερος για την Επανάσταση».

Το 1916 και λίγο καιρό πριν το θάνατο του παραιτήθηκε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα Αμερικής, για το οποίο ανέφερε ότι «....έχει πια χάσει την αγωνιστική του φλόγα και δεν ασχολείται διόλου με την πάλη των τάξεων...».

Εργογραφία

Ακολούθησε τα λογοτεχνικά ρεύματα του Ρεαλισμού και του Νατουραλισμού κι είναι ένας από τους περισσότερο μεταφρασμένους Αμερικανούς συγγραφείς. Έγραψε πολιτικά δοκίμια, περί τα πενήντα βιβλία σε δεκαεπτά χρόνια, δεκάδες μυθιστορήματα, εκατοντάδες διηγήματα και αφηγήματα, θεατρικά έργα και αμέτρητα άρθρα πάνω σε διάφορα θέματα. Έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος συγγραφέας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και μέσα σε 10 χρόνια, μεταξύ 1903 και 1913, έβγαλε από τη συγγραφική του παραγωγή περισσότερα από ένα εκατομμύριο δολάρια, καθώς μόνο στην Αγγλία έχουν πουληθεί περισσότερα από επτά εκατομμύρια αντίτυπα του έργου του «Σιδερένια Φτέρνα».

Στα έργα του χρησιμοποιεί κοφτή, ζωντανή λογοτεχνική γλώσσα, οι εικόνες του διαθέτουν δύναμη και πλοκή, ενώ εντυπωσιάζει το εύρος των θεμάτων του που αγγίζει ζητήματα που καλύπτουν από την παιδική εργασία, την αποικιοκρατία και τον αγώνα της εργατικής τάξης, την επανάσταση, ως την πάλη του ανθρώπου με τα στοιχεία της φύσεως και τις εντυπώσεις από τα ταξίδια του στον κόσμο. Η συλλογή των χειρογράφων του, που ψηφιοποιήθηκε στο πλαίσιο του πρότζεκτ Reveal, [Read and View English & American Literature], και διατίθεται για ανάγνωση στο διαδίκτυο, περιλαμβάνει επιστολές του προς τους Edward Martin Moore, H. Ray Peck και Vincent Starrett, άρθρα του δημοσιευμένα σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά και αλλού.

Συγγραφικό έργο

Έγραψε μεταξύ άλλων τα έργα,

  • «Οι Άνθρωποι της Αβύσσου», μια απίστευτη και μοναδική σκιαγράφηση των συνθηκών ζωής της Εργατικής τάξεως στο Λονδίνο,
  • «Το Κάλεσμα της άγριας Φύσης», στο οποίο παραθέτει τα βιώματα του από τη φτώχεια και την ταλαιπωρία, των πρώτων χρόνων της ζωής του, που τον οδήγησαν να βλέπει με μοναδική διορατικότητα τη ζωή και τον κόσμο των άγριων ζώων,
  • «Μάρτιν Ήντεν», το 1909, η ιστορία ενός εργάτη που προσπαθεί να μορφωθεί κάτω από αντίξοες συνθήκες.

Πρόκειται πιθανότατα για αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα αν και ο ίδιος αρνήθηκε να ταυτιστεί με τον πρωταγωνιστή του βιβλίου, σύμφωνα με τους αναλυτές του, πρόκειται για την ιστορία του εμπλουτισμένη με μια μεγάλη δόση φαντασίας, όμως ο συνδυασμός αυτοβιογραφίας και μυθιστορήματος δεν δυσκολεύει να αναγνωρίσουν στοιχεία της προσωπικότητας και της πορείας του Λόντον στον πρωταγωνιστή του βιβλίου του.

  • «Ο Θαλασσόλυκος», το 1903, μια δραματική δημιουργία, μελέτη πάνω στον ατομικισμό και στην συνδρομή του στην αυτοκαταστροφή του ανθρώπου, το οποίο ενέπνευσε την πρώτη ταινία μεγάλου μήκους που παρήχθη στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
  • «Πάνω στα ίχνη του ανθρώπου»,
  • «Μια Οδύσσεια στο Βορρά»,
  • «Ο Γιος του Λύκου», δημοσιεύθηκε στις 7 Απριλίου 1900, την ημέρα του πρώτου του γάμου.
  • «Ο Θεός των Πατέρων του»,
  • «Η Κόρη του Χιονιού»,
  • «Τα Παιδιά του Δάσους»,
  • «Ο Ασπροδόντης» [4],
  • «Σοφία Σάντερλαντ»,
  • «Η Πίστη των ανθρώπων»,
  • «Το παιχνίδι»,
  • «Ιστορίες της Ιχθυοπεριπόλου»,
  • «Κρουαζιέρα με το Σναρκ», στο οποίο καταγράφει τις εμπειρίες του από τα ταξίδια του στις Νότιες θάλασσες,
  • «Πόλεμος των Τάξεων»,
  • «Η Καταφρόνηση της γυναίκας» (Θεατρικό),
  • «Πριν από τον Αδάμ»,
  • «Λευκό κυνόδοντο»,
  • «Ο Φεγγαροπρόσωπος»,
  • «Η Αγάπη της ζωής και άλλα διηγήματα»,
  • «Ο Δρόμος»,
  • «Η Σιδερένια Φτέρνα» ή «Σιδερένιο Τακούνι» [«Iron Heel»], το 1906 και κυκλοφόρησε το 1907.

Η υπόθεση του έργου αποτέλεσε τη βάση για ένα κινηματογραφική σενάριο που έγραψε ο Ανατόλι Λουνατσάρσκι, κομισάριος της Παιδείας και της Κουλτούρας στα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η οποία θεωρείται από τις πρώτες ταινίες επιστημονικής φαντασίας του σοβιετικού κινηματογράφου. «Η Σιδερένια Φτέρνα» περιγράφει με ακρίβεια τη σοσιαλιστική επανάσταση που ξέσπασε ένα χρόνο μετά το θάνατο του όχι στην Αμερική όπως ονειρευόταν αλλά στη Ρωσία.

  • «Κλοπή» (Θεατρικό),
  • «Το Φλογερό φως της μέρας»,
  • «Ο Γιος του Ήλιου και άλλα διηγήματα»,
  • «Η Επανάσταση και άλλα δοκίμια»,
  • «Σμοκ Μπέλλοου»,
  • «Αβυσσαλέο τέρας»,
  • «Τζων Μπάρλευκορν»
  • «Η Κοιλάδα του Φεγγαριού»,
  • «Η Δύναμη του Δυνατού»,
  • «Το περιπλανούμενο αστέρι»,
  • «Φυτευτής βαλανιδιών» (Θεατρικό).

Το 1917 κυκλοφόρησε το τελευταίο του έργο

  • «Ο Τζέρρυ από τα Νησιά», ενώ το 1918 τα
  • «Άπαντα» του, δημοσιεύθηκαν στα ρώσικα µε πρόλογο του Βλαδίμηρου Ι. Λένιν, και το 1924 ξεκίνησε η Γερμανική έκδοση των «Απάντων», σε 31 τόμους.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Οι Ιησουίτες είναι θρησκευτική καθολική αδελφότητα, που συγκροτήθηκε τον 16ο αιώνα στα πλαίσια της Αντιμεταρρυθμίσεως, με σκοπό να καταπολεμηθεί ο Προτεσταντισμός.]
  2. Jack London National Historic Park
  3. Εθνικιστική λογοτεχνία: Από τον Όμηρο στον Μισίμα Γιώργος Πισσαλίδης, «Ελληνικές Γραμμές», 16 Δεκεμβρίου 2012
  4. «Ο Ασπροδόντης» Ολόκληρο το έργο