Χέρμαν Ρόρσαχ

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Χέρμαν Ρόρσαχ, [αγγλικά Hermann Rorschach], Ελβετός φροϋδικός ψυχίατρος και ψυχαναλυτής, ο δημιουργός του προβολικού τεστ κηλίδων μελάνης Rorschach, γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου 1884 στη Ζυρίχη και πέθανε την 1η Απριλίου 1922 στο νοσοκομείο του Χεριζάου στην Ελβετία, από περιτονίτιδα που προκλήθηκε, πιθανώς, από οξεία σκωληκοειδίτιδα.

Ήταν παντρεμένος από το 1910, με την συμφοιτήτρια του Όλγα Στεμπέλινα, [OLha Stempelin], την αρραβωνιάστηκε το 1909, από το Καζάν της Ρωσίας, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά [1], την Elizabeth, που γεννήθηκε το 1917, και τον Wadin, που γεννήθηκε το 1919.

Χέρμαν Ρόρσαχ

Βιογραφία

Κατάγονταν από ιστορική Ελβετική οικογένεια που κατοικούσε στο καντόνι Thurgau. Ο πατέρας του Ulrich Rorschach, ήταν αποτυχημένος καλλιτέχνης και ο Χέρμαν ήταν ο πρωτότοκος γιος, από τα τρία παιδιά, την Άννα και τον Παύλο που ακολούθησαν, της οικογένειας. Το 1886 η οικογένεια μετακόμισε και έτσι έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Σαφχάουζεν, [Schaffhausen], στη Βόρεια Ελβετία, όπου ο πατέρας του δίδασκε σχέδιο σ' ένα προπαρασκευαστικό σχολείο για αγόρια. Το 1897 πέθανε η μητέρα του και επτά χρόνια αργότερα ο πατέρας του, ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια. Μικρός συνήθιζε να ζωγραφίζει εικόνες με κηλίδες μελάνης και για αυτό το λόγο, τον αποκαλούσαν με το ψευδώνυμο «Kleck», που σημαίνει «κηλίδα μελάνης» στα γερμανικά.

Σπουδές

Ήταν ιδιαίτερα φιλομαθής και ολοκλήρωσε τις βασικές του σπουδές με την κορυφαία βαθμολογία σε όλα τα μαθήματα. Όταν πλησίασε ο χρόνος της αποφοιτήσεως του από το Λύκειο, δεν μπορούσε να αποφασίσει μεταξύ των σπουδών του στην τέχνη και στις επιστήμες και με επιστολή του, ζήτησε τη συμβουλή του διάσημου Γερμανού βιολόγου Ernst Haeckel και με τη δική του παρότρυνση, τελειώνοντας το λύκειο το 1904, παρακολούθησε, για ένα ακαδημαϊκό έτος, μαθήματα γεωλογίας και Βοτανικής στην Académie de Neuchâtel και στη συνέχεια μια σειρά μαθημάτων στα γαλλικά στο Université de Dijon. Το Φθινόπωρο του 1904, εισήλθε στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης.

Είχε ήδη αποφασίσει να γίνει ψυχίατρος και το ακαδημαϊκό έτος 1906/1907 σπούδασε στο Βερολίνο, ενώ το 1906, έχοντας ήδη επαφές και γνωριμίες με μέλη της Ρωσικής παροικία και σπουδάζοντας τη Ρωσική γλώσσα, ταξίδεψε για πρώτη φορά στη Ρωσία. Στη συνέχεια γράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης, ενώ συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, απ' όπου αποφοίτησε την άνοιξη του 1909 και το 1912 απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στο ίδιο πανεπιστήμιο, υποβάλλοντας διδακτορική διατριβή με τίτλο «On Reflex-Hallucinations and Kindred Manifestations», υπό την εποπτεία του καθηγητή Eugen Bleuler. Ήταν μαθητής του Ελβετού ψυχιάτρου Όιγκεν Μπλοϊλερ, όπως και ο Καρλ Γιουνγκ, [Carl Gustav Jung], από τον οποίο μυήθηκε στις θεωρίες του Ζίγκμουντ Φρόιντ, [Sigmund Freud]. Από τα φοιτητικά του χρόνια αναρωτήθηκε, πως μπορεί δύο άνθρωποι να βλέπουν εντελώς διαφορετικά πράγματα στην ίδια κηλίδα μελάνης και έκτοτε άρχισε να δείχνει δείχνει κηλίδες μελάνης σε παιδιά σχολικής ηλικίας και να αναλύει τις αντιδράσεις τους.

Επαγγελματική δραστηριότητα

Ταξίδεψε, για δεύτερη φορά, στη Ρωσία όπου έμεινε για αρκετούς μήνες, όμως στο τέλος του καλοκαιριού του 1909 επέστρεψε και εργάστηκε στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο του Münsterlingen. Στη συνέχεια εργάστηκε για λίγο διάστημα στην Ψυχιατρική Κλινική στο Münsingen, κοντά στη Βέρνη, και μαζί με τη σύζυγό του πήγε εκ νέου στη Ρωσία, όπου εργάστηκε στο άσυλο Krjukovo κοντά στη Μόσχα. Τον Ιούλιο του 1914 επέστρεψε στην Ελβετία και περιμένοντας την επιστροφή της συζύγου του που είχε τεθεί υπό κράτηση τη Ρωσία, εργάστηκε στο Πανεπιστημιακό Ψυχιατρικό Νοσοκομείο του Waldau, κοντά στη Βέρνη και ένα χρόνο αργότερα διορίστηκε αναπληρωτής διευθυντής στο περιφερειακό ψυχιατρείο του Χεριζάου, [Herisau], στην Ανατολική Ελβετία, κοντά στα σύνορα με την Αυστρία, και έστρεψε το ενδιαφέρον του στην ψυχανάλυση.

Το 1917 ασχολήθηκε με τη μελέτη της εργασίας του Ελβετού ψυχολόγου Στσίμαν Χενς, που για τα πειράματά του είχε χρησιμοποιήσει κάρτες που έφεραν κηλίδες μελάνης, που τον βοηθούσαν να μελετήσει τις φαντασιώσεις των ασθενών του και το 1918 άρχισε να πειραματίζεται με κηλίδες μελάνης. Η Ελβετική Ψυχαναλυτική Εταιρεία ιδρύθηκε το 1919 από τους Oskar Pfister, Emil και Mira Oberholzer και ο Rorschach ήταν ένα από τα οκτώ ιδρυτικά μέλη της, και τον ίδιο χρόνο εκλέχθηκε αντιπρόεδρος της, ενώ έδωσε πολλές διαλέξεις στις επιστημονικές συναντήσεις της οργανώσεως, ενώ το 1921 δημοσίευσε τα αποτελέσματα τους στο έργο του «Ψυχοδιαγνωστική», [«Psychodiagnostik»].

Τεστ Ρόρσαχ

Το τεστ που φέρει τ' όνομα του, επινοήθηκε από τον ίδιο και χρησιμοποιείται ως διαγνωστικό μέσο στην ψυχοπαθολογία. Πρόκειται για μια δοκιμασία με κηλίδες μελάνης, που χρησιμοποιείται από ψυχιάτρους για να κατανοήσουν την προσωπικότητα και τα συναισθήματα των ασθενών. Δοκιμάστηκε στην πράξη σε περισσότερους από 300 ασθενείς και 100 υγιείς ανθρώπους, στους οποίους επιδείχθηκαν 10 κάρτες, μισές έγχρωμες και οι υπόλοιπες ασπρόμαυρες, και αξιολογήθηκαν οι απαντήσεις τους. Το τεστ Ρόρσαχ, [Rorschach Inkblot Method], είναι δεύτερο σε συχνότητα χρήσεως σε περιπτώσεις δικανικής αξιολόγησης, μετά το MMPI, ενώ είναι επίσης, το δεύτερο σε συχνότητα χρήσεως από τα μέλη της Εταιρείας για την αξιολόγηση της προσωπικότητας. Χρησιμοποιείται για τη διάγνωση νοητικών διαταραχών και για τη διαφοροποίηση του ψυχωτικού και μη ψυχωτικού τρόπου σκέψεως στις περιπτώσεις που ο ασθενής αρνείται να παραδεχθεί ανοικτά ότι η σκέψη του είναι ψυχωτική.

Το σύστημα βαθμολογήσεως βελτιώθηκε μετά από τον θάνατό του από αρκετούς ψυχολόγους, ανάμεσα στους οποίους και ο Μπρούνο Κλόπφερ. Το επιστημονικό του έργο συνέβαλλε πολλαπλώς στην εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης, τόσο με το διαγνωστικό τεστ για τα άτομα που πάσχουν ή ταλαιπωρούνται από ψυχολογική αστάθεια ή διαταραχή αλλά και ως μια μέθοδος που βοηθάει στην κατανόηση της ανθρώπινης προσωπικότητας. Η χρήση του είναι ενδεικτική σχετικά με χαρακτηριστικά όπως η ευφυΐα, η συναισθηματική σταθερότητα και οι επιμέρους δεξιότητες και εκτός από τη γενική χρήση του στην ψυχιατρική και την ψυχολογία, έχει χρησιμότητα σε ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων, όπως είναι οι ειδικοί στην ανάπτυξη του παιδιού, ο στρατός, οι φυλακές και οι εργοδότες.

Το τέλος του

Εισήχθη στο νοσοκομείο την 1η Απριλίου 1922, μετά από μια εβδομάδα στη διάρκεια της οποίας είχε έντονους πόνους στην κοιλιακή χώρα. Μετά από εξετάσεις οι γιατροί διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε δυνατότητα θεραπείας με αποτέλεσμα να πεθάνει την επόμενη ημέρα από περιτονίτιδα. Σύμφωνα με την άποψη του Eugen Bleuler το τέλος του ήταν ο θάνατος «...της ελπίδας για μια ολόκληρη γενιά της ελβετικής ψυχιατρικής. Μετά το θάνατό του κέρδισε με το έργο του το διεθνή σεβασμό και το 1939 ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη, ιατρικό ινστιτούτο που έχει το όνομά του.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές