Χρήστος Καπράλος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Χρήστος Καπράλος, Έλληνας κορυφαίος γλύπτης, ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του είδους στη διάρκεια του 20ου αιώνα ιδίως σε ότι αφορά τον μοντερνισμό στην Ελλάδα, γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1909 στο Παναιτώλιο Αιτωλοακαρνανίας, τότε κοινότητα και σήμερα δημοτική κοινότητα του Δήμου Αγρινίου, και απεβίωσε στις 20 Ιανουαρίου 1993, στην Αθήνα. Η νεκρώσιμη ακολουθία του τελέστηκε στις 23 Ιανουαρίου 1993 στην Αίγινα.

Ήταν παντρεμένος με τη Σούλη Καπράλου και δεν απέκτησαν απογόνους.

Χρήστος Καπράλος

Βιογραφία

Ο πατέρας του, που ήταν καπνομεσίτης των αδελφών Παναγόπουλου, κατάγονταν και ζούσε στο Παναιτώλιο, ενώ η μητέρα του, η Ευγενία Παπαγεωργίου, κατάγονταν από το Αγγελόκαστρο Μεσολογγίου και ήταν η δεύτερη σύζυγος του πατέρα του. Ο πατέρας του είχε υποθηκεύσει όλη την περιουσία της οικογένειας στους Παπαφώτη και Χρυσάνθου, δύο από τους γνωστότερους τοκογλύφους του Αγρινίου, γεγονός που προκάλεσε τη χρεοκοπία του. Ο Χρήστος, που είχε δύο αδελφές κι έναν αδελφό, το Σπύρο Καπράλο, παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού στη Παναιτώλιο, ενώ δεν αποφοίτησε από το Γυμνάσιο. Με τη βοήθεια της μητέρας του ο Χρήστος παρακολούθησε μαθήματα Αγιογραφίας κοντά στον αγιογράφο Κασόλα στο Μεσολόγγι.

Σπουδές

Σύμφωνα με όσα διηγήθηκε ο γιατρός Αθανάσιος Σιαδήμας, φίλος και συμμαθητής του Καπράλου σε μια σχολική εκδρομή κοντά στο χωριό Νέα Αβώρανη ο Καπράλος ζωγράφισε με κάρβουνο «ένα τοπίο της Αβώρανης, που δείχνει μερικά σπίτια ανάμεσα στις ελιές». Ο καθηγητής της χειροτεχνίας Καρζής εντυπωσιάστηκε από το έργο του και τον συνέστησε στον Αγιογράφο Γεωργιάδη. Ο Καρζής μιλάει με ενθουσιασμό και πίστη για την αξία του. To 1928, με την οικονομική βοήθεια του τότε Δημάρχου Αγρινίου, Παναγόπουλου, και τη φροντίδα του Ιωάννη Παπαστράτου, ο Καπράλος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο Αγρινιώτης έμπορος Μαρνέζος του έδωσε ρούχα, ο Παναγόπουλος 3.000 δραχμές για τα πρώτα έξοδα της εγκαταστάσεως του στην πρωτεύουσα και ο Δήμος Αγρινίου ανέλαβε να του καταβάλει το ποσό των 700 δραχμών κάθε μήνα.

Στην Αθήνα, όπου βρέθηκε να κατοικεί στην οδό Δαφνομήλη 21 με γείτονα τον υπέργηρο Γιαννούλη Χαλεπά, ο Καπράλος σπούδασε ζωγραφική [1] με τον γλύπτη Φαληρέα και μπαίνει στο εργαστήρι του, ενώ ταυτόχρονα γράφεται στην Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου. Πολύ γρήγορα γίνεται γνωστός στο φιλότεχνο κύκλο της Αθήνας, όπου τον παρουσιάζουν με ενθουσιασμό οι φτασμένοι δάσκαλοί του Φαληρέας και Απάρτης [2] από το 1929 μέχρι το 1934 στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, με δάσκαλο τον Ουμβέρτο Αργυρό, όμως αποφοίτησε ως γλύπτης. Συνέχισε σπουδάζοντας γλυπτική στο Παρίσι, με ετήσια υποτροφία των Αγρινιωτών αδελφών Παπαστράτου, όπου έμεινε ως το 1940 σπουδάζοντας γλυπτική στις Ακαδημίες Γκράντ Σωμιέρ, [Grande Chamiere] και Κολαροσσί, [Colarossi], και εργάστηκε ως επιμελητής στο εργαστήριο του γλύπτη Μαρσέλ Ζιμόν, [Marcel Gimond].

Επιστροφή στην Ελλάδα

Επέστρεψε στην Ελλάδα και στο Παναιτώλιο το 1940 και το 1946 μετακινήθηκε στην Αθήνα και μετέπειτα στην Αίγινα όπου έστησε το 1963 το δικό του εργαστήριο. Στην έκτη ενότητα της ανάγλυφης ζωφόρου για το Μνημείο της Μάχης της Πίνδου, που δούλεψε στον γύψο από το 1940 έως το 1945, αποκλεισμένος στο χωριό του, το Παναιτώλιο Αιτωλοακαρνανίας, έδωσε την Αντίσταση, με την ολόψυχη συμμετοχή του ελληνικού λαού. Η ζωφόρος, εμβατήριο και μαζί ραψωδία της ιστορίας του νεότερου ελληνισμού, μεταφέρθηκε από τον γλύπτη σε πωρόλιθο, στην Αίγινα, τα χρόνια 1952-1956. Σήμερα το έργο βρίσκεται στο περιστύλιο του ελληνικού Κοινοβουλίου. Το 1934 με ετήσια υποτροφία των τελευταίων πήγε στο Παρίσι όπου έμεινε ως το 1940 σπουδάζοντας γλυπτική στις Ακαδημίες Γκράντ Σωμιέρ και Κολαροσσί ως επιμελητής του Μαρσέλ Ζιμόν. Το 1946 ο Καπράλος παρουσίασε την πρώτη ατομική του έκθεση στην Αθήνα, στην αίθουσα «Παρνασσός». Λίγα χρόνια αργότερα ο δήμαρχος Κώστας Κοτζιάς του δώρισε ένα οικόπεδο στην Αθήνα και εκεί δημιούργησε το δικό του εργαστήριο. Ακολούθησαν οι ατομικές εκθέσεις του στην αίθουσα «Κεντρικόν» το 1950, με κεραμικά και το 1953, στην αίθουσα της εφημερίδας «Το Βήμα» με τίτλο «Πέτρες της θάλασσας».

Τα καλοκαίρια από το 1951 ως το 1956, ο καλλιτέχνης εργαζόταν στην Αίγινα όπου μετέφερε σε πωρόλιθο ένα μέρος από τα ανάγλυφα του «Μνημείο της Μάχης της Πίνδου», ιδιοκτησίας σήμερα της Βουλής των Ελλήνων. Ο Καπράλος περιγράφει στην «Αυτοβιογραφία» του πως ξεκίνησε το έργο του: «Μια Κυριακή, κατά τις 11 το πρωί, είχε αρχίσει ο πόλεμος, οι Ιταλοί μάς είχαν ήδη επιτεθεί. Μου λέει ο αδελφός μου: «Τρέξε στη δημοσιά να δεις. Ήρθανε κάτι πρόσφυγες, Ηπειρώτες, απάνω απ' τα χωριά». Τρέχω και βλέπω αυτή τη σκηνή που έχω κάνει στη Ζωφόρο στο τμήμα «Αρχίζει ο πόλεμος». Έκανα ένα σχέδιο στο μπλοκάκι μου. Τους ταλαιπωρημένους χωρικούς, βρεγμένους, φορτωμένους με μπόγους και τα ζωάκια τους να τους ακολουθούν. Γυρίζω στην καλύβα και σ' ένα σανίδι που βρήκα πρόχειρο μεταφέρω τη σκηνή που είδα σε πηλό. Έτσι, σιγά-σιγά, άρχισα να κάνω πόλεμο μέσα στο εργαστήριό μου, πριν ακόμα με ντύσουν τσολιά, όταν πια με επιστρατεύσανε..(...). Στο πεζούλι της Αγίας Τριάδας δούλεψα από το 1952 ως το 1956 τα εφτά τμήματα που αποτελούν τη Ζωφόρο «Το Μνημείο της Μάχης της Πίνδου», που έχει συνολικό μήκος σχεδόν σαράντα μέτρα και ύψος 110 εκ., εκτός από το τελευταίο μέρος «Η Λαγέρνα» που έχει ύψος 120 εκ.(...)».

Το Μάϊο του 1964, στην γκαλερί «Ζυγός», ο Α. Τάσσος παρουσίασε μεγάλων διαστάσεων ασπρόμαυρες ξυλογραφίες του, σε πλάγιο ξύλο, με θέματα από τον Συμμοριοπόλεμο, ένα μνημόσυνο για τους χαμένους φίλους της νεότητάς του, που είχανε στηθεί στον τοίχο των εκτελεστικών αποσπασμάτων. Από τα έργα αυτά ξεχωρίζει ο «Εμφύλιος Πόλεμος», που χρονολογείται το 1961 και αποτελείται από τις ενότητες «Οι γυναίκες», «Ο νεκρός», «Οι άντρες». Χάλκινα έργα που δημιούργησε στην Αθήνα από το 1960-1993 στο προσωπικό του χυτήριο, μπορούμε να δούμε στην Αθήνα στο εργαστήριο του στην οδό Τρίπου 7 στο Κουκάκι. Στην Αίγινα όπου είχε το καλοκαιρινό του εργαστήριο λειτουργεί Μουσείο που αποτελείται από έξι εργαστήρια στα οποία εκτίθεται όλη η δουλειά του καλλιτέχνη που δημιούργησε τα καλοκαίρια από το 1963-1993.

Καλλιτεχνικό έργο

Το έργο του είναι ανθρωποκεντρικό με εμπνεύσεις και από την αρχαία ελληνική τέχνη και μυθολογία. Οι δημιουργίες του παρουσιάστηκαν σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το 1962 υπήρξε ο μόνος εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Μπιεννάλε της Βενετίας όπου παρουσίασε χάλκινα έργα του. Έργα του παρουσίασε σε πολλές ατομικές εκθέσεις: στις ΗΠΑ (Martha Jacksοn Gallery στη Νέα Υόρκη, το 1963, Park Gallery στο Ντιτρόιτ, το 1967, Αrt Mυseυm στο Σινσιννάτι, το 1967, στο Τορόντο του Καναδά, στο ΑΙbert White Galleries, το 1967 και στην Εθνική Πινακοθήκη των Αθηνών, το 1981. Συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στη Νέα Υόρκη το 1963, στη Νυρεμβέργη, με το Γιάννη Σπυρόπουλο το 1964, στο Λίντς της Αυστρίας, το 1964, στις Ιntenational του Πίττσμπουργκ στις Η.Π.Α., το 1964, της Καρράρα και της Πάντοβα στην Ιταλία το 1965, σε ομαδική στη Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α., το 1965, στις Ιnternatiοnal του Αrnheίm της Ολλανδίας, το 1966, του Πίττσμπουργκ, το 1967, του Τόκυο, το 1971, καθώς και στις Μπιεννάλε της Βενετίας, το 1972 και του Σάο Πάολο της Βραζιλίας, το 1973.

Σε δημόσιους χώρους των Αθηνών υπάρχουν η μπρούτζινη προτομή του «Καρόλου Κουν», φιλοτεχνημένη το 1987, η οποία βρίσκεται τοποθετημένη στη Στοά του Βιβλίου, Οδός Ιωάννου Πεσμαζόγλου, το έργο «Σύνθεση», με θέμα τη μορφή της Μάνας με τα δύο παιδιά της, φιλοτεχνημένο το 1989, που βρίσκεται στην Πλατεία Ραλλούς Μάνου, επί της Λεωφόρος Αμαλίας, και το άγαλμα της Μάνας που είναι τοποθετημένο στην κεντρική πλατεία της γενέτειρας του, το Παναιτώλιο Αιτωλοακαρνανίας.

Ίδρυμα Καπράλου

Το «Ίδρυμα Χρήστου και Σούλης Καπράλου» δημιουργήθηκε το 1991, δύο χρόνια πριν το θάνατο του Χρήστου Καπράλου και το 1995 άνοιξε τις πύλες του στο κοινό και λειτουργεί χάρη στην προσπάθεια του μαθητή και συνεργάτη του επί 25 χρόνια, του γλύπτη Γιάννη Κλινάκη. Το 2001 εκδόθηκε η Αυτοβιογραφία του και το 2009 κυκλοφόρησε μονογραφία για το έργο του. Η σύζυγός του Σούλη, η οποία πέθανε [3] στις 24 Μαρτίου 2012 στο Αγρίνιο, παραχώρησε το 2006, το σύνολο του έργου του στην Εθνική Πινακοθήκη μαζί με μεγάλο χρηματικό ποσό και όλη την ακίνητη περιουσία του Ιδρύματος στην Αθήνα και την Αίγινα. Οι χώροι των εργαστηρίων του στην Αίγινα είναι επισκέψιμοι, ενώ έχει προγραμματισθεί η ανέγερση «Μουσείου Καπράλου» στο νησί. Τα κινητά έργα του ξεπερνούν τα 6.000 και περίπου 500 από αυτά είναι μεγάλα γλυπτά.

Αίθουσα τέχνης

Στο Αγρίνιο από το 1996 λειτουργεί μόνιμη έκθεση γλυπτών του που στεγάζονται στην αίθουσα Τέχνης-Γλυπτοθήκη [4] «Χρήστος Καπράλος», η οποία βρίσκεται στο κτίριο της Παπαστράτειας Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Η συλλογή αποτελείται από 60 έργα μικρού και μεγάλου μεγέθους, τα οποία ο καλλιτέχνης φιλοτέχνησε στην αρχή της καριέρας του, από το 1930, έως το 1956. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα έργα «Φιγούρα» το 1951, «Μελπομένη», η αδελφή του, (1940-1945), «Kazuo Kikuchi», ο Γιαπωνέζος συμμαθητής του στο Παρίσι (1937) και «Χριστόφορος» (1940-1945).

Έγραψαν

O ακαδημαϊκός Χρήστος Χρήστου έγραψε γι' αυτόν:

«Σπουδές στη Ζωγραφική και απασχόληση με τη γλυπτική, η αφομοίωση των κατακτήσεων του παρελθόντος και η ερμηνεία του παρόντος, ρεαλιστικές προσπάθειες , συνομιλία με την πραγματικότητα, το μνημείο της μάχης της Πίνδου, πέρασμα από το ατομικό στο συλλογικό, κεραμικά και αξιοποίηση του τυχαίου, με τις πέτρες της θάλασσας, εργασίες σε μολύβι και χαλκό, μετάβαση από το τοπικό στο πανανθρώπινο, τα ανθρωπόμορφα αντικείμενα, μνημειακές μορφές που δίνουν νέες διαστάσεις σε προαιώνιους μύθους και εκφράζουν σύγχρονες ανησυχίες . Ο Καπράλος είναι μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της πλαστικής του 20ου αιώνα. Ένας από τούς γλύπτες που κατορθώνουν να δώσουν μια νέα ερμηνεία του ανθρώπου και του κόσμου. Τα χάλκινα έργα του Καπράλου μεταβάλλονται σε καθολικά σύμβολα και υποβάλλουν τις ίδιες τις δυνάμεις της ζωής, κοσμογονικές και καταστροφικές».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βιβλιογραφία

  • [«Αυτοβιογραφία 1909-1993» [5] [Συμπληρωμένη από τη Σούλη Καπράλου, Εκδόσεις «ΑΓΡΑ», 10/2001]

Παραπομπές

  1. [..{..}...«Δεν είχα τελειώσει το δημοτικό, όταν ένα γειτονόπουλό μου, ο Πάνος Τριανταφύλλου, που πήγαινε στο Δημοτικό, έφερε και κόλλησε στο εικονοστάσι έναν Αϊ-Γιώργη καμωμένο στο χαρτί με χρώματα. Αυτό ήταν η αφορμή για ν' αρχίσει το ενδιαφέρον μου για τη ζωγραφική. Ζήτησα από το γειτονόπουλο να μου φέρει χρώματα και να μου δείξει πώς τα φτιάχνει (...)». «Αυτοβιογραφία» Χρήστου Καπράλου]
  2. [...{...}...«Τώρα θα ετοιμαζόμουν για τη Σχολή Καλών Τεχνών. Στο εργαστήριο του Φαληρέα άρχισα να σχεδιάζω ό,τι έβλεπα, από το πρωί ως το βράδυ. Πότε ο Φαληρέας με βοηθούσε, πότε μου στέλνανε κάτι και απ' το χωριό. Τα ψευτοπερνούσα. Στον Φαληρέα είχα γνωρίσει επίσης το ζωγράφο Κώστα Ηλιάδη. Μια μέρα με παίρνει και με πάει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Διευθυντής ήταν ο Ιακωβίδης. Δεν είχα απολυτήριο Γυμνασίου κι έπρεπε να μου επιτρέψει ο διευθυντής για να δώσω εξετάσεις... Θα πρέπει να ήταν το 1929. (...)». «Αυτοβιογραφία» Χρήστου Καπράλου]
  3. [Έφυγε η Σούλη Καπράλου]
  4. Γλυπτοθήκη «Χρήστος Καπράλος»
  5. [«Αυτοβιογραφία» Politeianet.gr]