Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά, Ελληνίδα εθνικίστρια, μαχητική πολέμια του κομμουνισμού, εθνική αγωνίστρια, γνωστή την περίοδο του συμμοριτοπολέμου ως «Μάνα του Στρατιώτη», εκπαιδευτικός και λογοτέχνης, γεννήθηκε το 1897 στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς και πέθανε τον Αύγουστο του 1975 στην Αθήνα. Η νεκρώσιμη ακολουθία της τελέστηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου άγημα από στρατιώτες συνόδευε την νεκρώσιμη πομπή και της αποδόθηκαν τιμές Στρατηγού εν ενεργεία.

Το 1930 παντρεύτηκε με τον Εισαγγελέα και λογοτέχνη Θεόδωρο Θεοδωρόπουλο, ο οποίος πέθανε το 1953 τη χρονιά που η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου έγραψε και δημοσίευσε την βιογραφία του. Από το γάμο τους έγιναν γονείς μιας κόρης.

Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά

Βιογραφία

Η Βαρβάρα Λιβαδά κατάγονταν από ιστορική οικογένεια από το χωριό Αγκώνας της Κεφαλλονιάς κι ήταν εγγονή του Κεφαλλονίτη πατριώτη και Ριζοσπάστη Γεράσιμου Λιβαδά. Πατέρας της ήταν ο Σπυρίδων Λιβαδάς διακεκριµένος συγγραφέας και παιδαγωγός της εποχής, γιος του Γεράσιμου, ενώ μητέρα της ήταν η ποιήτρια και ιστορικός Ιωάννα Λιβαδά, των οποίων ήταν το όγδοο παιδί.

Σπουδές

Η Βαρβάρα μόλις τελείωσε το Δηµοτικό Σχολείο ήρθε στην Αθήνα και φοίτησε στην Αρσάκειο Παιδαγωγική Ακαδημία από την οποία αποφοίτησε σε ηλικία 16 ετών με δίπλωµα δασκάλας. Στη συνέχεια σπούδασε ιχνογραφία και καλλιγραφία στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου είχε καθηγητές της τους Θωμόπουλο και τον Λύτρα, ενώ φοίτησε στη Δραματική Σχολή με καθηγήτρια την κορυφαία Ελληνίδα βασιλόφρονα ηθοποιό Μαρίκα Κοτοπούλη. Μετά την αποφοίτηση της από την Σχολή Καλών Τεχνών, σε ηλικία 19 ετών, διορίστηκε καθηγήτρια στο Α' Γυµνάσιο θηλέων των Αθηνών. Επιθυµία της όμως, ήταν να σπουδάσει ζωγραφική, λόγος για τον οποίο ταξίδεψε στη Λειψία της Γερμανίας, όπου αρίστευσε στις εισαγωγικές εξετάσεις, μεταξύ 67 υποψηφίων από διάφορες χώρες, κερδίζοντας µια υποτροφία. Παράλληλα πραγματοποίησε σπουδές κλασσικής φιλολογίας και της Ιστορίας της Τέχνης στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου στη Γερμανία και των Παρισίων στη Γαλλία, όπου γνωρίστηκε κι έγινε στενή φίλη με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη. Στη Λειψία έδωσε διαλέξεις για τους Επτανήσιους ποιητές στον Σύλλογο Ελλήνων Φοιτητών Λειψίας και φρόντισε για την ενίσχυση και το ξαναζωντάνεμα του Σχολείου Ελληνοπαίδων Λειψίας. Αριστεύοντας στις διπλωµατικές της εξετάσεις κρίθηκε άξια να γίνει βοηθός του καθηγητού της Ιστορίας της Τέχνης Μπουέ.

Το 1927 η Βαρβάρα επέστρεψε στην Ελλάδα, προσλήφθηκε εκ νέου στο Α' Γυμνάσιο Θηλέων, όπου είχε πρωτοδιοριστεί, και σταδιοδρόμησε ως εκπαιδευτικός σε σχολεία της Μέσης εκπαιδεύσεως, ενώ συνέχισε τις µουσικές σπουδές της, στην τάξη του Λαµπρινού του Ωδείου Αθηνών. Τον ίδιο χρόνο γνωρίστηκε µε τον ανώτερο δικαστικό και ποιητή Θεόδωρο Θεοδωρόπουλο τον οποίο παντρεύτηκε, λίγους µήνες µετά τη γνωριµία της µαζί του. Ακολούθησε τον Εισαγγελέα σύζυγο της στην μετάθεση του στην Κοζάνη. Στην Χαλκίδα, όπου μετατέθηκε στη συνέχεια ο Εισαγγελέας θεοδωρόπουλος, η Βαρβάρα εργάστηκε για να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής των φυλακισμένων, ίδρυσε την Νυχτερινή Σχολή Εργαζόμενου Κοριτσιού, βοήθησε στην ίδρυση της Πανευβοϊκής Ενώσεως Γραμμάτων και Τεχνών. Κοινωνικό έργο της Βερβάρας Λιβαδά υπήρξε η ίδρυση επαρχιακών βιβλιοθηκών, η δημιουργία νυχτερινών σχολών για αγόρια και κορίτσια, πολλά από τα οποία απεκατέστησε η ίδια. Οργάνωσε προσκοπικές ομάδες και λαϊκά εκπαιδευτήρια για εργάτες, τα οποία πλαισίωσε με φιλαρμονικές και χορωδίες, έργο που απέσπασε τα εγκωμιαστικά γράμματα και συγχαρητήρια του τότε Υπουργού Παιδείας Γεωργακόπουλου.

Παγκόσμιος πόλεμος

Ανάλογη ήταν η δράση της και στην Κόρινθο, όπου υπηρετούσε ο σύζυγος της τον Οκτώβριο του 1940, με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, η Βαρβάρα συνάντησε τον αρχίατρο Τραυλό, που πήγαινε στην Πάτρα, για να δει τι θα έκανε για την οργάνωση στρατιωτικών νοσοκοµείων γιατί από την επόµενη µέρα θα άρχιζε η µεταφορά τραυµατιών. Επιστρέφοντας στο σπίτι της είπε στον άντρα της ότι συνάντησε τον αρχίατρο Τραυλό ο οποίος της είπε να του διαβιβάσει τη διαταγή του Ιωάννη Μεταξά να επιτάξει όλα τα ξενοδοχεία του Λουτρακίου και την Ιερατική Σχολή Κορίνθου για να γίνουν στρατιωτικά νοσοκοµεία που θα λειτουργούσαν µε τη δική της επίβλεψη. Ο εισαγγελέας Θεοδωρόπουλος, που είχε απόλυτη εµπιστοσύνη στη γυναίκα του, έσπευσε και µε τη συνοδεία του ∆ιοικητή της Αστυνοµίας επίταξε όλα τα ξενοδοχεία του Λουτρακίου αφήνοντας τα να κινούνται µεν ελεύθερα σε όλους τους τοµείς εκτός από τη διάθεση κρεβατιών. Αμέσως μετά η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου ζήτησε να παρουσιαστεί στον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά που τη δέχτηκε και λόγω της καταγωγής της από την Κεφαλλονιά. Όταν ο Μεταξάς τι ρώτησε τι θέλει η Βαρβάρα του απάντησε: «Ηρθα να σας προσφέρω, κύριε πρόεδρε, 5.000 κρεβάτια και 60 αδελφές εκπαιδευµένες, έτοιµες να υποδεχθούν τους τραυµατίες σε κοντινό λιµάνι». «Μήπως πρέπει να κόψετε τα δύο µηδενικά από τον αριθµό σας, κυρία Λιβαδά; Πού τα είχατε κρυµµένα τόσα κρεβάτια;» της απάντησε ο Μεταξάς. Η Βαρβάρα του είπε ότι ήταν ήδη επιταγµένα όλα τα ξενοδοχεία του Λουτρακίου και τον παρακάλεσε να της δώσει και την επίσηµη επίταξη να τη δώσει στον άντρα της. Ο Μεταξάς ενθουσιάστηκε και της ανακοίνωσε ότι από εκείνη τη στιγμή τη διόριζε έφορο των Στρατιωτικών Νοσοκοµείων Πελοποννήσου, ενώ παράλληλα διέταξε την επίταξη όλων των ξενοδοχείων. Από την ώρα εκείνη η Βαρβάρα Λιβαδά έθεσε τον εαυτό της στη διάθεση του Ελληνικού Στρατού και δημιούργησε το Σπίτι του Στρατιώτη στην Κόρινθο ενώ πραγματοποιούσε συνεχείς επισκέψεις στα Νοσοκομεία της πόλεως αλλά και του Λουτρακίου, όπου νοσηλεύονταν Έλληνες τραυματίες του μετώπου.

Κατοχή / Συμμοριτοπόλεμος

Β. Λιβαδά-Π. Σκαλούμπακας ] [1].

Μετά την κατάληψη της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα και της Κατοχής που ακολούθησε η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου ανέπτυξε έντονη κοινωνική και αντιστασιακή δραστηριότητα. Το Πάσχα του 1941, με δική της παρέμβαση στον Γερμανό στρατιωτικό διοικητή αποτράπηκε η απομάκρυνση των Ελλήνων τραυματιών από το Νοσοκομείο του Λουτρακίου. Στη διάρκεια της κατοχής ίδρυσε την οργάνωση «Θεία Σωτηρία» μέσω της οποίας εξασφάλισε τη φυγάδευση Ελλήνων και συμμάχων στρατιωτικών στην Μέση Ανατολή. Αν ακι οι στρατιωτικές Γερμανικές αρχές δεν κατάφεραν να τεκμηριώσουν την παράνομη δράση της, εν τούτοις την συνέλαβαν και την βασάνισαν με τρόπο που ήταν ορατός στο πρόσωπο της τα χρόνια που ακολούθησαν. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονος και στον συμμοριτοπόλεμο που ακολούθησε η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά με τον τιμητικό τίτλο «Μάνα του Στρατιώτη» που της αποδόθηκε για την σημαντική της συμβολή στον αγώνα του Ελληνικού Έθνους και αδιαφορώντας για την κλονισμένη κατάσταση της υγείας της ντύθηκε στο χακί κι έτρεχε παντού, όπου την έστελνε το Γενικό Επιτελείο Στρατού, ενθαρρύνοντας, εμψυχώνοντας και μεταφέροντας τον φλογερό πατριωτισμό της στους στρατευμένους, από τα Βόρεια σύνορα της Ελλάδος ως τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους.

Στο πλαίσιο της δράσεως της η Βαρβάρα επισκέφθηκε το Γ' Ε.Τ.Ο. στη Μακρόνησο, στις 12 Μαΐου 1948, όπου συναντήθηκε με Σκαπανείς τους οποίους επισκέφθηκε στις σκηνές τους, γύρισε όλα τα σημεία του Τάγματος, ενώ πήγε στο αναρρωτήριο και στάθηκε αρκετή ώρα κοντά στους ασθενείς. Την δεύτερη μέρα της παραμονής της στη Μακρόνησο, στις 13 Μαϊου, η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά μίλησε στους Σκαπανείς, παρουσία του Διοικητή του Τάγματος, Λοχαγού Παναγιώτη Σκαλούμπακα. Τελειώνοντας την ομιλία της στους Σκαπανείς και λίγο πριν αναχωρήσει για την Αθήνα τους είπε: «Σε λίγο καιρό παιδιά μου θα 'ρθω να σας βρω στα σύνορα.» Η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά συνοψίζοντας τις εντυπώσεις της από την επίσκεψη της στο Γ' Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου γράφει: «Όσοι θέλουν να πεισθούν για την γελοιοποίηση του κομμουνισμού στην Πατρίδα μας ας επισκεφθούν την Μακρόνησο, που δεν είναι ο τόπος της μόνοσης και του πόνου, αλλά της χαράς και του Εθνικού Μεγαλείου. Το κάθε φανταράκι της Μακρονήσου -ένας Εθνικός βράχος. Μα του Τρίτου Τάγματος ένας Φωτεινός Φάρος» [2].

Μόλις επέστρεψε στην Αθήνα η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά απέστειλε επιστολή στον Λοχαγό Παναγιώτη Σκαλούμπακα, Διοικητή του Γ' Ε.Τ.Ο. στην οποία ανέφερε: «Αγαπητό μου παιδί, Στ' αυτιά μου ακόμη βοούν οι ελληνικές φωνές και υποσχέσεις των αγαπημένων μου παιδιών, που ελπίζω να γίνουν πραγματικότητα. ...Στην βεβαιότητα αυτή δακρύζω και θεωρώ τον εαυτό μου πολύ ευτυχισμένο που κατόρθωσα και έμεινα έστω και για λίγο και έδιωξα το βραχνά που μέδερνε, πως, μήπως ο εθνικός ζωντανός μας πλούτος χαθή... Είμαι πολύ χαρούμενη που γνώρισα το έργο σας και πιο περήφανη για τη στέψη του. Μπράβο σε Σας Μπράβο στους λαμπρούς συνεργάτες σας. Και το μεγαλύτερο Μπράβο κρατώ για τ' αληθινά Ελληνόπουλα που κλείνη το 3ον Τάγμα για τη δύναμη της απολύτρωσης τους. Χίλια ευχαριστώ για τη στοργή Σας, για τη στοργή των παιδιών μου. Σαν επιστρέψω θα σας ξαναέλθω με κάποιο δώρο για το Τάγμα σας. Φιλώ όλους σας με λατρεία, η Μάνα σας, Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά» [3].

Προσφορά στην Κεφαλλονιά

Η Θεοδωροπούλου χρηματοδότησε την ανέγερση του Ιερού Ναού της Αγίας Βαρβάρας στον Αγκώνα, το χωριό καταγωγής της οικογένειας της, ενώ τα προσωπικά της αντικείμενα και το αρχείο της τοποθετήθηκαν σε κτίριο παρακείμενο του Ναού, με σκοπό αυτό να λειτουργήσει ως Μουσείο. Το βιβλίο που έγραψε για τον προπάππο της, τον Γεράσιμο Λιβαδά, πραγματοποίησε δύο εκδόσεις -το 1966 και το 1967- και οι εισπράξεις από τις πωλήσεις του διατέθηκαν να ανεγερθούν στην Κεφαλλονιά οι προτομές των Ριζοσπαστών που είχαν καταγωγή από το νησί. Με πρωτοβουλία της θεοδωροπούλου ανεγέρθηκε στην πλατεία του τόπου της καταγωγής της και η Κοινοτική Βιβλιοθήκη «Ο Σπυρίδων Ζησίμου Λιβαδάς», στην οποία μεταφέρθηκε και το κοινοτικό γραφείο, και αργότερα και το αγροτικό ιατρείο Αγκώνα. Η Θεοδωροπούλου ήταν ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Κεφαλλονιτών «Η Κεφαλλονιτοπούλα», τον όμιλο στον οποίο αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της, και το 1970 επί προεδρίας της και με φροντίδα της αναγέρθηκε η προτομή του Ανδρέα Καρούσου-Σαντριβίλη, η οποία βρίσκεται δίπλα στα σκαλιά του Δικαστικού Μεγάρου στο Αργοστόλι.

Διακρίσεις-Βραβεύσεις

Η Ελληνική Πολιτεία σε αναγνώριση της πολυποίκιλης εθνικής και κοινωνικής δράσεως της Βαρβάρας Θεοδωροπούλου-Λιβαδα, την τίµησε µε σωρεία στρατιωτικών παρασήµων, ενώ της απονεμήθηκαν διπλώµατα και διακρίσεις Σωµατείων και Οργανισµών. Ειδικότερα, τιμήθηκε με:

  • Ανώτατο Ταξιάρχη Ευποιίας, από το Γενικό Επιτελείο Στρατού,
  • τρία χρυσά Αριστεία Ανδρείας, η µόνη Ελληνίδα που το κατέκτησε τρεις φορές στο πεδίο της µάχης,
  • αριστείο Αρετής και Εθνικής Αυτοθυσίας της Ακαδημίας Αθηνών, το οποίο της απονεμήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1947 σε πανηγυρική συνεδρίαση του Σώματος της Ακαδημίας Αθηνών.

Στο Αργοστόλι υπάρχει η προτομή της σε κεντρικό σηµείο της πόλεως.

Το τέλος της

Στεφάνια με τα Ελληνικά εθνικά χρώματα συνόδευσαν την Μάνα του Στρατιώτη στην εκφορά της, ενώ επικήδειο λόγο εκφώνησε ο τότε Μητροπολίτης Κορινθίας, ο οποίος το 1940-41 ως πρωτοσύγγελος της Μητροπόλεως Κορινθίας είχε γνωρίσει από κοντά την Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά.

Μνήμη Βαρβάρας Θεοδωροπούλου

Στο βιβλίο του «Σκλαβωµένοι Νικητές» ο Αχιλλέας Κύρου γράφει: «Το έργο της Βαρβάρας θεοδωροπούλου-Λιβαδά θα αποµείνει υπόδειγµα της γενιάς της για την κατοπινή Ελληνίδα. Εµεγαλούργησε µε την τόλµη της η Βαρβάρα όταν µετά την είσοδο των Γερµανών στο Λουτράκι, που κυριολεκτικά πέταξαν τους τραυµατίες στο δρόµο από τα Ξενοδοχεία-Νοσοκοµεία, για να τα χρησιµοποιήσουν αυτοί. Με θάρρος και τούτη τη φορά χωρίς να λογαριάσει κανέναν και τίποτα κατάφερε να µεταφέρουν οι ίδιοι οι Γερµανοί µε δικά τους αυτοκίνητα τους τραυµατίες στην Αθήνα. Στον Γερµανό ∆ιοικητή του Λουτρακίου τέτοια εντύπωση έκανε το ύφος της, τα λόγια της -µιλούσε τέλεια γερµανικά- και η προσωπικότητα της που αφού της έδωσε ό,τι του ζήτησε της είπε: «Κυρία µου, οι Ελληνίδες δεν είναι γυναίκες, είναι εκείνες που γέννησαν τους θεούς της Ελλάδας, είναι οι λέαινες, που θηλάζουν τους ασύγκριτους ήρωες».

Σε µια έκθεση του γιατρού Χρήστου Παπανικολάου που είχε υποβάλει στις 25 Απριλίου του 1941 στο Γενικό Επιτελείο Στρατού και στην Ακαδηµία Αθηνών, αναφέρεται: «Η σκέψις µου δεν αποχωρίζεται την µορφήν της. Είµαι και εγώ ένα από τα θύµατα της δολοφόνου επιδροµής των στούκας και ό,τι σας γράφω είναι εξ ιδίας αντιλήψεως: Εις τον απερίγραπτον καταιγισµόν της σατανικής λαίλαπας κατά την οποίαν πάντες, ως και αυτοί αι Αρχαί ακόµη, είχον γίνει άφαντοι, µία µορφή µόνο αψηφούσε βόµβες και ιπτάµενους σατανάδες: της Βαρβάρας Λιβαδά. Ετρεχεν από τη µια άκρη στην άλλη της αµαξοστοιχίας που είχε βοµβαρδιστεί, γεµάτη θάρρος και περισυνέλεγε νεκρούς και ζωντανούς, ενώ οι βόµβες εξακολουθούσαν να πέφτουν τριγύρω της. Η ψυχική της δύναµη ήτο κάτι το απερίγραπτο. Τίποτα δεν την φόβιζε. Είχε µεθύσει εις την ιδέαν της σωτηρίας των συνανθρώπων της. Κατά το µεσονύκτιον τα θύµατα ότινα περισυνέλεγε τα περισσότερα κάτωθι των κατεστραµµένων και καιοµένων βαγονιών εις τα νοσοκοµεία της πόλεως, ήτο πρωτοφανής. Επειτα από πολλές ώρες και αφού ετακτοποίησε κατά το πλείστον όλους, εδέχθη να της επιδέσουν τα τραύµατα της τα οποία δύο δεν ήσαν διόλου επιπόλαια ως ήθελε η ιδία να παρουσίαση».

Εργογραφία

Η Βαρβάρα ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία από νεαρή ηλικία και δημοσίευσε ποιήματα από κοριτσάκι στο περιοδικό «Διάπλασις των Παίδων», με το ψευδώνυμο «Ανεμώνα», το οποίο διατήρησε ως λογοτεχνικό ψευδώνυμο και το υπόλοιπο της ζωής της. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά τις σπουδές της στη Γερμανία και τη Γαλλία ξεκίνησε να δημοσιεύει τεχνοκριτικές και φιλολογικά άρθρα σε Αθηναϊκές εφημερίδες. Ήταν μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών, που το 1962 εόρτασε τα 40 χρόνια της λογοτεχνικής ζωής της. Ως μέλος της Μεσογειακής Ακαδημίας προχώρησε σε ανακοινώσεις για την Νεοελληνική ποίηση, τους Πυθαγόρειους, τον Ελληνικό Τύπο και τον Ελληνικό τουρισμό, σε συνέδρια που διοργανώθηκαν στην Νάπολι και στο Παλέρμο της Ιταλίας.

Σημαντικό είναι το συγγραφικό της έργο, που περιλαμβάνει κι έναν τόμο με διηγήματα, ο οποίος δημοσιεύθηκε το 1937. Η Θεοδωροπούλου έγραψε και δημοσίευσε ποιητικές συλλογές ενώ εκτός από τη βιογραφία του προπάππου της Γεράσιμου Λιβαδά έγραψε κι αυτές της Αρσινόης Παπαδοπούλου, της Αγγελικής Παναγιωτάτου, αλλά και του συζύγου της, του Εισαγγελέως Θεόδωρου Θεοδωρόπουλου.

Ποιητικές συλλογές

Έγραψε τις ποιητικές συλλογές:

  • «Μαδημένα τριαντάφυλλα-Κρυφές χαρές» το 1936,
  • «Σαν παραμύθι» το 1936,
  • «Ανέμη του χρόνου» το 1962.

Η ειλικρίνεια αναγνωρίζεται ως ένα από τα αξιομνημόνευτα προσόντα της ποιήσεως της Θεοδωροπούλου.

Διηγήματα

  • «Σαρκωμένες αλήθειες» το 1937.

Βιογραφικές μελέτες

Έγραψε τις βιογραφικές μελέτες:

  • «Αγγελική Πάλλη-Βαρθολομαίη. Η ζωή και το έργο της», Angelica Palli Bartolommei], [4] το 1939, Τυπογραφεία «Τάσσου Βακαλοπούλου», βιογραφία σημαντικής ποιήτριας της Ελληνικής διασποράς στην Ιταλία, με εθνικοαπελευθερωτική δράση. Το έργο τιμήθηκε με τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών.

Το 1937 στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» δημοσιεύεται ότι: «Μεταξύ των ομιλιών της αρχομένης χειμερινής αθηναϊκής περιόδου, αγγέλλεται και μία με θέμα την Αγγελικήν Πάλλη. Πρόκειται, έστω και κάπως αργά, να τύχη της δεούσης προσοχής από μέρους των ομοεθνών της φυσιογνωμία από τας σημαντικωτέρας μέσα εις την ελληνικήν γυναικείαν διανόησιν και σπουδαιοτάτη εις την πνευματικήν Ευρώπην του παρελθόντος αιώνος. Η ομιλία θα δοθή εις τον «Παρνασσόν» υπό της λογίας κ. Βαρβάρας Θεοδωροπούλου-Λιβαδά. Η Αγγελική Πάλλη είχε γνωρίσει τον Φόσκολο και τον Κάλβο και είχε μεταφράσει Σολωμό. Η ομιλία της Θεοδωροπούλου δημοσιεύθηκε στο περιοδικό προπαγάνδας-γέφυρας του ιταλικού καθεστώτος «Επιθεώρησις Ελληνο-ιταλικής Πνευματικής Επικοινωνίας» [5].

  • «Ο εθνικός ευεργέτης Κωνσταντίνος Σισμάνογλου» το 1946, Τυπογραφεία «Τάσσου Βακαλοπούλου»
  • «Φλωρεντία Φουντουκλή» το 1949,
  • «Ο Άνθρωπος, ο Δικαστής, ο Ποιητής Θεόδωρος Θεοδωρόπουλος», σελίδες 112, Αθήνα, το 1953.
  • «Ο εγκαινιστής και πρώτος σπορεύς του Ριζοσπαστισμού Γεράσιμος Λιβαδάς», σελίδες 95, τον Ιανουάριο του 1966, αναλυτική βιογραφία, με λογοτεχνίζον ύφος.

Λαογραφία

  • «Ιστορικά τινά τραγούδια Μακεδονικά μετά σημειώσεων» το 1936.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

Πηγές

  • Μηνιαίο περιοδικό «Ιστορία Εικονογραφηµένη»

Παραπομπές

  1. [Φωτογραφία από την επίσκεψη της Βαρβάρας Θεοδωροπούλου-Λιβαδά, της «Μάνας του Στρατιώτη», στην Μακρόνησο, όπου μίλησε στους Σκαπανείς του Γ' Ε.Τ.Ο. παρουσία του Λοχαγού Παναγιώτη Σκαλούμπακα. Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, τεύχος 6ο, 1η Ιουνίου 1948.]
  2. [Πηγή: Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, τεύχος 6ο, 1η Ιουνίου 1948, σελίδα 13η.]
  3. [Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, τεύχος 6ο, 1η Ιουνίου 1948, σελίδες 12η, 13η & 24η.]
  4. Αγγελική Πάλλη-Βαρθολομαίη. Η ζωή και το έργο της Ολόκληρο το έργο σε ψηφιακή μορφή (pdf).
  5. 80 χρoνια πριν... 3-XI-1937 Εφημερίδα «Η Καθημερινή», Μιχάλης Κατσίγερας.