Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας - (Bundesrepublik Deutschland)- ή απλά Γερμανία, είναι κράτος στη δυτική περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης. Είναι η δεύτερη πολυπληθέστερη χώρα της Ευρώπης μετά τη Ρωσία και το πολυπληθέστερο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ) ιδρύθηκε στις 23 Μαΐου 1949 με ειδική απόφαση των Δυτικών Συμμάχων, νικητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το έμβλημα της σύγχρονης Γερμανίας

Μετά την παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας, οι Σύμμαχοι κατάργησαν de jure το γερμανικό κράτος α και διχοτόμησαν το Βερολίνο και το υπόλοιπο έδαφος της Γερμανίας σε τέσσερις ζώνες κατοχής. Οι δυτικοί τομείς, που ελέγχονταν από τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες, συγχωνεύθηκαν στις 23 Μαΐου 1949 για να σχηματίσουν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Στις 7 Οκτωβρίου 1949, η σοβιετική ζώνη κατοχής μετατράπηκε στην Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία (ΓΛΔ) (γερμανικά: Deutsche Demokratische Republik, DDR). Ήταν ανεπίσημα γνωστές ως Δυτική και Ανατολική Γερμανία. Η Ανατολική Γερμανία επέλεξε το Ανατολικό Βερολίνο ως πρωτεύουσά της, ενώ η Δυτική Γερμανία επέλεξε τη Βόννη ως προσωρινή πρωτεύουσα, για να τονίσει τη θέση της ότι η λύση των δύο κρατών ήταν προσωρινή [1].

Ο «Βασικός Νόμος» για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, που θεσπίστηκε από τους Δυτικούς Συμμάχους και συντάχθηκε από το Κοινοβουλευτικό Συμβούλιο, δεν συνιστούσε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ως νέο κράτος, αλλά ως μια νέα κρατική διοικητική μονάδα προκειμένου να δοθεί στην κρατική ζωή μια νέα τάξη για μια μεταβατική περίοδο (Προοίμιο, άρθρο 146) [2]). Εκτός από τον προσωρινό χαρακτήρα του συνιστώντος κράτους, ο οποίος αντικατοπτριζόταν ήδη στην ονομασία του προσωρινού συντάγματος ("Βασικός Νόμος"), η κατάσταση πολέμου μεταξύ του Γερμανικού Ράιχ και των Συμμάχων παρέμεινε ανέγγιχτη κατά την ίδρυση της ΟΔΓ ελλείψει συνθήκης ειρήνης.

Το 1990, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας διευρύνθηκε εδαφικά με την προσάρτηση της Ανατολικής (Κεντρικής) Γερμανίας στο πλαίσιο της εφαρμογής του «Βασικού Νόμου» για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Το καθεστώς της διευρυμένης Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας καθορίζεται στο άρθρο 133 του «Βασικού Νόμου».

Η Βόννη υπήρξε η πρώτη πρωτεύουσα της νεοσύστατης Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας - το Βερολίνο αναβαθμίστηκε σε ομοσπονδιακή πρωτεύουσα στις 29 Σεπτεμβρίου 1990. Ωστόσο το Βερολίνο εξακολουθεί να τελεί υπό ειδικό καθεστώς και δεν αποτελεί μέρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. β

Οι ζώνες κατοχής της Γερμανίας αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Το καθεστώς της Γερμανίας με βάση το συνταγματικό και το διεθνές Δίκαιο

Η βασική πηγή όλων των εξουσιών και όλων των νόμων είναι, για την περίπτωση της Γερμανίας, όχι το Σύνταγμα, αλλά ο «Βασικός ή Θεμελιώδης Νόμος», τον οποίον επέβαλλαν στους Γερμανούς οι νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Σύμφωνα με το ισχύον διεθνές δίκαιο (Σύμβαση της Χάγης για τον χερσαίο πόλεμο, άρθρο 43 [RGBl. 1910]),

«[Ο Βασικός Νόμος είναι]... νόμος κατοχής, μέσο για την εγκαθίδρυση της ειρήνης και της τάξης σε έδαφος που έχει καταληφθεί από εχθροπραξίες. Δίδεται από τη νικήτρια δύναμη ή τις νικήτριες δυνάμεις, για το προσωρινό διοικητικό όργανο [...] Προσωρινό μέτρο για τη διατήρηση της ειρήνης και της τάξης σε μια στρατιωτικά κατεχόμενη περιοχή για ορισμένο χρονικό διάστημα». 

Με βάση τον παραπάνω ορισμό η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας όχι μόνο δεν είναι κυρίαρχο, αλλά δεν είναι καν κράτος, παρά μια διοικητική μονάδα, και ως τέτοια ανακηρύχθηκε το 1949 με την έναρξη ισχύος του βασικού νόμου. Στην κεντρική του ομιλία στο Κοινοβουλευτικό Συμβούλιο στις 8 Σεπτεμβρίου 1948, ο Carlo Schmid (SPD), καθηγητής συνταγματικού και διεθνούς δικαίου, τόνισε επομένως λογικά:

Δεν χρειάζεται να φτιάξουμε το σύνταγμα της Γερμανίας ή της Δυτικής Γερμανίας, δεν χρειάζεται να ιδρύσουμε ένα κράτος. Αυτό που έχουμε να κάνουμε εδώ, να πάρουμε στα χέρια μας ορισμένες συνθήκες ....

Επιπλέον, ο ίδιος ο Bασικός Nόμος όριζε τον προσωρινό του χαρακτήρα. Για παράδειγμα, το άρθρο 146 εξακολουθεί να ορίζει:

«Ο παρών βασικός νόμος [...] παύει να ισχύει την ημέρα κατά την οποία τίθεται σε ισχύ ένα σύνταγμα που θα έχει υιοθετηθεί ελεύθερα από τον γερμανικό λαό» [3]. 

Ωστόσο, όταν το 1990 η σοβιετική διοικητική ζώνη, η οποία υπήρχε από το 1949 ως Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΓΔ), προσαρτήθηκε στην ΟΔΓ στις 3 Οκτωβρίου (ούτως ή άλλως δεν μπορούσε να γίνει λόγος για παγγερμανική επανένωση), ο «Βασικός Νόμος» ως εργαλείο των νικητριών δυνάμεων ούτε αμφισβητήθηκε ούτε αντικαταστάθηκε από ένα σύνταγμα που θα επικυρωνόταν από τον γερμανικό λαό με ελεύθερη αυτοδιάθεση σύμφωνα με το άρθρο 146 του Βασικού Νόμου. Στη λεγόμενη «Συνθήκη Δύο συν Τέσσερα», η οποία υπογράφηκε στη Μόσχα στις 12 Σεπτεμβρίου 1990 κατά τη διάρκεια της υποτιθέμενης επανένωσης και τέθηκε σε ισχύ στις 15 Μαΐου 1991, καθορίστηκε το πλαίσιο εξωτερικής πολιτικής για τη μερική ενοποίηση των τεσσάρων ζωνών κατοχής σε μια Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η οποία επιβεβαίωσε τα όρια που είχαν τεθεί από τη «Διάσκεψη του Πότσνταμ». Ρύθμιζε επίσης την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων μέχρι το 1994 (οι δυτικές συμμαχικές δυνάμεις παρέμεναν στη χώρα σε μειωμένο αριθμό) και περιόριζε τον γερμανικό στρατό (Bundeswehr) σε 370.000 άνδρες κατ' ανώτατο όριο.
Το 1990, οι αρχές του «Βασικού Νόμου» απλώς επεκτάθηκαν γεωγραφικά για να καλύψουν και την πρώην σοβιετική διοικητική περιοχή, αλλά δεν αντικαταστάθηκε από ένα Σύνταγμα που θα μπορούσε να επιστρέψει την κυριαρχία στη Γερμανία. Τον Απρίλιο του 2009, ακόμη και ο πρώην πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) Franz Müntefering ζήτησε την εισαγωγή ενός συντάγματος για ολόκληρη την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία. Ένα διάβημα που δείχνει για άλλη μια φορά ότι ο Βασικός Νόμος είναι διαφορετικός από ένα Σύνταγμα. Ο Müntefering σημείωσε: «Στην πραγματικότητα, προβλεπόταν ότι θα υπήρχε ένα από κοινού εκπονημένο σύνταγμα μετά την επανένωση, γι' αυτό και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας είχε μόνο και προσωρινά το «Βασικό Νόμο» [4].

Τον Νοέμβριο του 2011, ο τότε Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε παραδέχθηκε ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν ήταν ποτέ κυρίαρχο κράτος και, ως εκ τούτου, δεν είναι κυρίαρχο κράτος ούτε τώρα. Είπε στους συμμετέχοντες σε ένα τραπεζικό συνέδριο στη Φρανκφούρτη:

«Η έννοια της εθνικής κυριαρχίας έχει οδηγήσει την Ευρώπη σε παραλογισμό κατά τους δύο παγκόσμιους πολέμους στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα. Κι εμείς στη Γερμανία από τις 8 Μαΐου του 1945 ουδέποτε ήμασταν ανεξάρτητη χώρα. Αυτό ήταν ήδη σαφές στον Βασικό Νόμο που υπάρχει στην Εισηγητική Έκθεση του 1949» [5]

[6].

Η συνέπεια της έλλειψης κυριαρχίας του γερμανικού κράτους φαίνεται και στο νομικό του σύστημα.
Η "Πράξη αριθ. 4 του Συμβουλίου Ελέγχου", η οποία ψηφίστηκε από το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου στις 20 Οκτωβρίου 1945, απαγορεύει στα τότε δυτικογερμανικά σήμερα ομοσπονδιακά δικαστήρια να διεξάγουν έρευνες κατά μελών των νικητριών δυνάμεων, ακόμη και αν αποδεικνύεται ή πρόκειται να αποδειχθεί ότι έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Σχετική υπήρξε η νομική διάσταση της επονομαζόμενης υπόθεσης Treuenbrietzen (Δυτικό Βρανδεμβούργο). Εδώ, το 1945, μονάδες του Κόκκινου Στρατού διέπραξαν σφαγή του γερμανικού άμαχου πληθυσμού, κατά την οποία, σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου 1.000 άοπλοι Γερμανοί πολίτες, παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι, δολοφονήθηκαν με σκληρό τρόπο. Το φθινόπωρο του 2008, η Εισαγγελία του Πότσνταμ διερεύνησε για πρώτη φορά πρώην μέλη του σοβιετικού Κόκκινου Στρατού. Ωστόσο, η υπόθεση απορρίφθηκε το 2009 με την αιτιολογία ότι τα δυτικογερμανικά δικαστήρια δεν είχαν την αρμοδιότητα να δικάζουν μέλη των νικητριών δυνάμεων με αναφορά στον νόμο αριθ. 4 του Συμβουλίου Ελέγχου [7].

Επιπλέον, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν έχει ακόμη στην πλήρη κατοχή της τα δικά της εθνικά αποθέματα χρυσού, όπως συμβαίνει με όλα τα κυρίαρχα κράτη.

Η ίδρυση του κράτους

Στις 23 Μαΐου 1945, ο Πρόεδρος του Ράιχ, ο Μέγας Ναύαρχος Καρλ Ντένιτς (Karl Dönitz) και ο Καγγελάριος του Ράιχ Κόμης Γιόχαν Λούντβιχ Γκραφ Σβερίν φον Κρόζιγκ (Schwerin von Krosigk) συνελήφθησαν από τους Βρετανούς. Αυτό σήμανε το τέλος κάθε κεντρικής εξουσίας του μέχρι τότε κυρίαρχου κράτους του Γερμανικού Ράιχ και άνοιξε τον δρόμο για την εγκαθίδρυση κρατικών δομών κατοχής στο γερμανικό έδαφος, ιδίως στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Σχετικά με τη σύλληψη της κυβέρνησης Ντένιτς, ο έγκριτος Γερμανός ακαδημαϊκός Φρίντριχ Μπέρμπερ έγραψε:[8]

«(...)Η απομάκρυνση της κυβέρνησης του εχθρικού κράτους ή η εγκαθίδρυση μιας νέας κυβέρνησης για το κατεχόμενο έδαφος ( κυβέρνηση μαριονέτα) υπερβαίνει τις εξουσίες της κατοχικής δύναμης- μια τέτοια κυβέρνηση δεν πρέπει καν να θεωρείται ως de facto κυβέρνηση, αλλά μόνο ως όργανο της κατοχικής δύναμης- τα μέτρα που λαμβάνονται από μια τέτοια κυβέρνηση και υπερβαίνουν τα δικαιώματα της κατοχικής δύναμης είναι παράνομα. {...)

Η ονομασία Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αρχίζει να χρησιμοποιείται τέσσερα χρόνια πριν από την πραγματική ανακήρυξή της. Όταν οι ένοπλες δυνάμεις του Γερμανικού Ράιχ συνθηκολόγησαν με τους Δυτικούς Συμμάχους και τη Σοβιετική Ένωση στις 8/9 Μαΐου 1945, από το Γερμανικό Ράιχ με απόφαση της Διάσκεψης του Πότσνταμ αφαιρέθηκε το ανατολικό μέρος του που επιδόθηκε κυρίως στην Πολωνία, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα χωρίστηκαν σε κατοχικές ζώνες.

Στη Διακήρυξη του Βερολίνου της 5ης Ιουνίου 1945, οι νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις παραδέχτηκαν τη συνέχιση της ύπαρξης του Γερμανικού Ράιχ, αφού σύμφωνα με το άρθρο 2 της διακήρυξής τους, οι νικήτριες δυνάμεις περιόρισαν τη Γερμανία εντός των συνόρων που είχαν δημιουργηθεί ως τις 31 Δεκεμβρίου 1937. Το κατεχόμενο πλέον έδαφος χωρίστηκε σε διάφορα κατοχικά οικοδομήματα από τους νικητές του Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτά ήταν: η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, η οποία διαλύθηκε κατά τη διάρκεια της λεγόμενης επανένωσης το 1990, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Ανατολική Γερμανία, η οποία τέθηκε υπό πολωνική διοίκηση από τους κατακτητές, η Σουδητία που διοικείται από την Τσεχική Δημοκρατία, το κεντρικό τμήμα της Ανατολικής Πρωσίας που διοικείται από τη Ρωσική Ομοσπονδία, η προσαρτημένη από τη Λιθουανία καθώς και η Δημοκρατία της Αυστρίας, η οποία ήταν επίσης υπό συμμαχικό έλεγχο.

Με την προτροπή των νικητριών δυνάμεων, στις τρεις ζώνες των Δυτικών Συμμάχων συγκροτήθηκε το Κοινοβουλευτικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από επιλεγμένους εκπροσώπους της μεταπολεμικής διοίκησης, το οποίο το 1948/49 θα συνέτασσε τον «Βασικό Νόμο» για τη νεοσύστατη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σύμφωνα με τις οδηγίες και την εποπτεία των Συμμάχων. Αυτό το νέο κράτος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας θα περιελάμβανε αρχικά τις τρεις κατοχικές ζώνες των Δυτικών Συμμάχων χωρίς το Σάαρλαντγ.

Ο «Βασικός Νόμος για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας» συντάχθηκε από το «Κοινοβουλευτικό Συμβούλιο» κατ' εντολή των αμερικανικών και βρετανικών δυνάμεων κατοχής. Στην αρχή προβλεπόταν η επικύρωση από τον γερμανικό λαό, αλλά απορρίφθηκε από την πρώτη κυβέρνηση-μαριονέτα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας υπό τον καγκελάριο Κόνραντ Αντενάουερ. Ο Νόμος εγκρίθηκε από το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο (Bundestag), χωρίς δημοψήφισμα, και αφορούσε μόνο τους δυτικούς τομείς κατοχής.

Το 1955, η ΟΔΓ έλαβε επισήμως τη λεγόμενη «πλήρη κυριαρχία επί των εσωτερικών και εξωτερικών της υποθέσεων». Ωστόσο, τα δικαιώματα των κατοχικών δυνάμεων διατηρήθηκαν και καταγράφηκαν διάφορα άρθρα αυτής της συνθήκης. Η απόδοση της ψευδο-κυριαρχίας στην ΟΔΓ ήταν απαραίτητη προκειμένου να ενταχθεί σε διεθνείς οργανισμούς καθώς ένα επίσημα κατεχόμενο κράτος στερείται αυτή τη δυνατότητα.

Επανένωση της Γερμανίας δ

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 της Συνθήκης Ενοποίησης της 31ης Αυγούστου 1990 προέβλεπε ότι με την έναρξη ισχύος της προσχώρησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στις 3 Οκτωβρίου 1990, τα ομόσπονδα κρατίδια του Βρανδεμβούργου, του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, της Σαξονίας, της Σαξονίας-Άνχαλτ και της Θουριγγίας γίνονται ομόσπονδα κρατίδια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ως αποτέλεσμα, η ΛΔΓ χάθηκε ως ανεξάρτητα οργανωμένο έδαφος στο έδαφος του Ράιχ, ενώ η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία συνέχισε να υφίσταται. Εξετάζοντας το θέμα με ελαφρώς διαφορετικό τρόπο, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει και για συγχώνευση κατοχικών κατασκευών ή διοικητικών περιοχών.

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1990, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ), η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ) και οι τέσσερις νικήτριες κατοχικές δυνάμεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (ΗΠΑ, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία και Ρωσία) υπέγραψαν στη Μόσχα τη «Συνθήκη Δύο Συν Τέσσερις». Μετά την ειρηνική επανάσταση στη ΛΔΓ και την έγκριση των νικητριών δυνάμεων και των δύο γερμανικών κοινοβουλίων, η Κεντρική Γερμανία προσχώρησε στην ΟΔΓ στις 3 Οκτωβρίου 1990. Αυτή η λεγόμενη επανένωση σηματοδότησε επίσης το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις μείωσαν σημαντικά τον αριθμό των στρατευμάτων που βρίσκονταν στο έδαφος του κατοχικού οικοδομήματος που διαχειριζόταν η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Χρονολόγιο

  • 1943 - Στη «Διάσκεψη της Τεχεράνης», σχεδιάζεται ο διαμελισμός της Γερμανίας
  • 1944 - Παρουσιάζεται το Σχέδιο Μοργκεντάου για τον διαμελισμό της Γερμανίας και την «τιμωρία» των Γερμανών
  • 4 Φεβρουαρίου 1945 - Διάσκεψη της Γιάλτας. Αποφασίστηκε ότι η μεταπολεμική Γερμανία θα χωριζόταν σε τέσσερις ζώνες κατοχής.
  • 17 Ιουλίου έως 2 Αυγούστου 1945 - Διάσκεψη του Πότσνταμ. Ο Στάλιν ανακοίνωσε στους Δυτικούς Συμμάχους ότι είχε θέσει τη Σοβιετική Ζώνη Κατοχής ανατολικά των ποταμών Όντερ - Νάις (πλην της περιοχής του Καλίνινγκραντ) υπό πολωνική διοίκηση.
  • 23 Μαΐου 1949 - Δημιουργείται η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (Δυτική Γερμανία)
  • 7 Οκτωβρίου 1949 - Ιδρύεται από τους Σοβιετικούς η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ ή DDR) στην κεντρική Γερμανία.
  • 12 Νοεμβρίου 1955 - Η Δυτική Γερμανία γίνεται μέλος του ΝΑΤΟ.
  • 18 Ιανουαρίου 1956 - Συγκροτείται ο στρατός της ΛΔΓ (Volksarmee). Η χώρα προσχωρεί στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας.
  • 13 Αυγούστου 1961 - Αρχίζει η ανέγερση του τείχος του Βερολίνου.
  • 19 Μαρτίου 1970 - Οι ηγέτες της ΛΔΓ και της Δυτικής Γερμανίας συναντώνται για πρώτη φορά στο Έρφουρτ της Ανατολικής (Κεντρικής) Γερμανίας.
  • 3 Μαΐου 1971 - Ο Έριχ Χόνεκερ αντικαθιστά τον Βάλτερ Ούλμπριχτ στην ηγεσία του κόμματος της ΛΔΓ.
  • 21 Δεκεμβρίου 1972 - Υπογράφεται η «Βασική Συνθήκη» μεταξύ των δύο Γερμανιών, με την οποία το ένα κράτος αναγνωρίζει το άλλο
  • 7 Σεπτεμβρίου 1987 - Ο Έριχ Χόνεκερ επισκέπτεται τη Δυτική Γερμανία.
  • 1989 - Η νέα πολιτική του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ προκαλεί και στην ανατολική Γερμανία ένα κύμα διαδηλώσεων εναντίον της καταπιεστικής πολιτικής της κυβέρνησης
  • 10 Σεπτεμβρίου 1989 - Η Ουγγαρία ανοίγει τα σύνορά της με την Αυστρία, επιτρέποντας σε χιλιάδες Γερμανούς της ΛΔΓ να φτάσουν στη Δύση.
  • 18 Οκτωβρίου 1989 - Μετά από αναταραχές σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένων τεράστιων διαδηλώσεων στην πόλη της Λειψίας, και τη συνεχιζόμενη έξοδο, ο Χόνεκερ παραιτείται. Τον αντικαθιστά ο Έγκον Κρεντς.
  • 9 Νοεμβρίου 1989 - Το Τείχος του Βερολίνου ανοίγει μερικώς σε μερικά σημεία.
  • 18 Μαρτίου 1990 - Πρώτες ελεύθερες εκλογές στη ΛΔΓ. Οι ψηφοφόροι επιλέγουν κεντροδεξιά κυβέρνηση υπέρ της ενότητας.
  • 1 Ιουλίου 1990 - Η ΛΔΓ και η Δυτική Γερμανία συγχωνεύουν τις οικονομίες τους, με τη ΛΔΓ να υιοθετεί το γερμανικό μάρκο ως νόμισμά της.
  • 22 Ιουλίου 1990 - Το ελεύθερα εκλεγμένο Λαϊκό Επιμελητήριο της ΛΔΓ αποφασίζει να σχηματίσει τα πέντε νέα κρατίδια Μεκλεμβούργο-Δυτική Πομερανία, Βρανδεμβούργο, Σαξονία-Άνχαλτ, Θουριγγία και Σαξονία. Το Ανατολικό Βερολίνο γίνεται μέρος του κρατιδίου (Bundesland) του Βερολίνου. Με το σχηματισμό των νέων κρατιδίων, η ΛΔΓ μετατρέπεται σε ομοσπονδιακό κράτος.
  • 12 Σεπτεμβρίου 1990 - Οι σύμμαχοι του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και τα δύο γερμανικά κρατίδια υπογράφουν συνθήκη που αποκαθιστά την κυριαρχία της μελλοντικής ενωμένης Γερμανίας.
  • 23 Αυγούστου 1990 - Η Volkskammer, το Κοινοβούλιο της Ανατολικής Γερμανίας, εκδίδει ψήφισμα με το οποίο κηρύσσει την προσχώρηση (Beitritt) της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του Βασικού Νόμου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας στο έδαφος της Ανατολικής Γερμανίας, όπως επιτρέπει το άρθρο 23 του Βασικού Νόμου της Δυτικής Γερμανίας, με ισχύ από τις 3 Οκτωβρίου 1990.
  • 3 Οκτωβρίου 1990 - Η ΛΔΓ ενώνεται επίσημα με τη Δυτική Γερμανία.
  • 2 Δεκεμβρίου 1990 - Διεξάγονται οι πρώτες εκλογές ολόκληρης της Γερμανίας.

Σημειώσεις

  • Εξαιτίας της de jure κατάργησης του Γερμανικού Ράιχ, υποστηρίζεται ότι καταλληλότερος όρος για το νέο κρατικό μόρφωμα θα ήταν «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία στη Γερμανία», διότι η ΟΔΓ είναι ένας θεσμός ξένης διακυβέρνησης στο έδαφος του κράτους που ονομάζεται Γερμανικό Ράιχ, το οποίο εξακολουθεί να υφίσταται και να έχει νομική ικανότητα, αλλά έχει καταστεί ανίκανο να ενεργήσει. «Η συνταγματική θεωρία που στήριξε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία μπορεί να είχε εννοιολογικά και ιστορικά προβλήματα, αλλά ήταν μια άποψη που έγινε αποδεκτή (εν μέρει τουλάχιστον) από τους δυτικούς συμμάχους. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, το "Γερμανικό Ράιχ" δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει ως ενιαίο κράτος στο τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το "Ράιχ" διατήρησε αυτή την οιονεί ύπαρξη επειδή, στο τέλος του πολέμου, μόνο ο γερμανικός στρατός (και όχι η κυβέρνηση) παραδόθηκε επίσημα στις συμμαχικές δυνάμεις.[...] Σύμφωνα με αυτήν τη θεωρία, η ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας δεν ήταν η δημιουργία ενός νέου κράτους αλλά μάλλον η "αναδιοργάνωση" ενός τμήματος του ακόμη υπάρχοντος "Γερμανικού Ράιχ".» [9].
  • "ΦΕΚ 1990, Μέρος Ι, 1068": «Αγαπητέ κ. Καγκελάριε, Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι, υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων στη Γερμανία και στη διεθνή κατάσταση, οι τρεις Δυτικές Δυνάμεις επανεξέτασαν ορισμένες πτυχές των επιφυλάξεών τους σχετικά με τον Βασικό Νόμο. Οι επιφυλάξεις των Τριών Δυτικών Δυνάμεων όσον αφορά την άμεση εκλογή των αντιπροσώπων του Βερολίνου στην Μπούντεσταγκ και το πλήρες δικαίωμα ψήφου των αντιπροσώπων του Βερολίνου στην Μπούντεσταγκ και το Μπούντεσρατ, οι οποίες αναφέρονται ειδικότερα στην επιστολή έγκρισης του Βασικού Νόμου της 12ης Μαΐου 1949, αίρονται με το παρόν. Η στάση των Συμμάχων "να διατηρηθούν και να αναπτυχθούν οι δεσμοί μεταξύ των δυτικών τομέων του Βερολίνου και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τομείς αυτοί δεν κυβερνώνται και δεν θα συνεχίσουν να κυβερνώνται από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας" παραμένει αμετάβλητη. Σας παρακαλούμε, κύριε Καγκελάριε, να αποδεχτείτε τη διαβεβαίωση της ύψιστης εκτίμησής μας.» [10].
  • Το Σάαρλαντ αποδόθηκε στη Γερμανία το 1959
  • Σύμφωνα με την άποψη Γερμανών εθνικιστών έτσι όπως καταγράφεται στη γερμανική έκδοση της Metapedia πολλά αμιγώς γερμανικά εδάφη, όπως η ανατολική Γερμανία, η Σουδητία και η Αυστρία, και με την ευρύτερη έννοια οι γερμανόφωνες περιοχές της Αλσατίας - Λωραίνης, του Βελγίου, του Λουξεμβούργου, του Λιχτενστάιν και του Βόρειου Σλέσβιχ αποκλείστηκαν από την ενοποίηση. Η προσχώρηση επομένως της ΛΔΓ στην ΟΔΓ σημαίνει μόνο μια μερική γερμανική ενοποίηση. Η υπόλοιπη ένωση εκκρεμεί ακόμη.[11]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές