Τζορντάνο Μπρούνο

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Τζορντάνο Μπρούνο, [Giordano Bruno], Ιταλός φιλόσοφος, γνωστός για το μνημονικό του σύστημα βασισμένο στην οργανωμένη γνώση, μαθηματικός, ποιητής, αστρονόμος, κοσμολόγος, αλχημιστής και ιερέας που θεωρείται μεγάλος μάρτυρας του πνεύματος και της επιστήμης, γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1548 στη Νόλλα της Καμπανίας ένα χωριό στους πρόποδες του Βεζούβιου κοντά στη Νάπολι, ως Filippo Bruno, ενώ το πλήρες Λατινικό του όνομα ήταν Iordanus Brunus Nolanus και κάηκε στην πυρά στις 17 Φεβρουαρίου 1600, στην Πλατεία των Λουλουδιών, [Campo di Fiori], στη Ρώμη, καταδικασμένος για τις απόψεις του από την Ιερά Εξέταση.

Μνημείο του Giordano Bruno (στο σημείο όπου κάηκε, στην Ρώμη.)

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο Τζιοάν Μπρούνο, στρατιωτικός στην υπηρεσία των Ισπανών στη Νάπολη και μητέρα του ήταν η Λίσσα Σαβολίνι. Ο Μπρούνο το 1559, σε ηλικία 11 ετών, μετακόμισε και εγκαταστάθηκε για σπουδές στη Νάπολι. Εκεί εντάχθηκε στο Τάγμα των Δομινικανών και το 1572 έγινε ιερέας ενώ έλαβε το όνομα Τζορντάνο, [Jordano]. Ο Μπρούνο δέχθηκε μεγάλη επίδραση από τις απόψεις του Φραγκίσκου Πατρίτσι, που ήταν ο πρώτος του δάσκαλος και δίδασκε φιλοσοφία στη Φεράρα και στη Πάντοβα. Από τον Πατρίτσι μυήθηκε από αυτόν στον Πλατωνισμό και στον Χριστιανικό Μυστικισμό. Ενδιαφερόταν για την αστρονομία, τα φυτά, τα ορυκτά, την φιλοσοφία, την τέχνη, την επιστήμη και ήταν ένας κοσμοπολίτης-φιλόσοφος κατά τον πλατωνικό τρόπο. Παράλληλα, ανέπτυξε ένα μοναδικό και ιδιαίτερα πολύπλοκο μνημονικό σύστημα, το οποίο βασίζεται στην οργάνωση της γνώσεως, το οποίο κλήθηκε παρουσιάσει ενώπιον του Πάπα, ο οποίος τον τίμησε για την ικανότητά του.

Φιλοσοφικές απόψεις

Ο Μπρούνο υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι ο χρόνος και το διάστημα είναι άπειρα, ότι υπάρχουν πολλαπλοί κόσμοι και ότι υπάρχει ζωή και σε άλλους πλανήτες, αντίθετα από την εκκλησιαστική άποψη που επιθυμούσε την συνέχεια του γεωκεντρικού κοσμολογικού μοντέλου, καθώς αρνείται τον ηλιοκεντρισμό και αντιλαμβάνεται τον Ήλιο ως ένα μόνο από τα άπειρα κινούμενα ουράνια σώματα. Η Ιερά Εξέταση της Καθολικής Εκκλησίας αποφάσισε ότι οι φιλοσοφικές του αντιλήψεις αποτελούσαν αιρετικές κακοδοξίες, έχοντας ψευδείς πεποιθήσεις σχετικά με την Αγία Τριάδα και την υπόσταση του Χριστού, ότι πίστευε στην μετενσάρκωση των ψυχών και ότι διέδιδε κακοδοξίες.

Παράλληλα διάβαζε τα φιλοσοφικά έργα του Θωμά Ακινάτη, του Ερμή του Τρισμέγιστου, του νεοπλατωνιστή Μαρσίλιο Φιτσίνο, του Νικόλαου της Κιούζα και του Αβερρόη, με τον οποίο ταυτίζεται στην ιδέα για ένα «παγκόσμιο μυαλό», ενώ ζει «άτακτη» μοναστική ζωή καθώς δύο φορές αφαίρεσε αγαλματίδια Αγίων, αφήνοντας μόνο το σταυρό, ενώ δίδασκε αμφιλεγόμενες θεολογικές ερμηνείες στους μαθητές του. Από την Καθολική εκκλησία κατηγορήθηκε ότι υπερασπίζεται την αίρεση του αρειανισμού και κρύβει κάτω από το στρώμα του απαγορευμένα κείμενα του Έρασμου. Τελικά το 1576 κατηγορήθηκε ως αιρετικός και αναγκάσθηκε να διαφύγει προκειμένου να διασωθεί.

Στη διάρκεια της διαφυγής του κατέφυγε σε πολλές πόλεις, όπως στη Γενεύη, όπου αφορίστηκε διότι προσέβαλε τον φιλόσοφο Antoine de la Faye και απογοητεύθηκε με το δογματισμό των καλβινιστών. Μετά την απολογία του Μπρούνο, ο αφορισμός ανακλήθηκε, όμως το φθινόπωρο του 1579, βαθιά απογοητευμένος από την καλβινιστική αδιαλλαξία, έφυγε και ταξίδεψε στην Ανατολή, καθώς για τα επόμενα έξι χρόνια εξαφανίστηκε από την Ευρώπη. Επιστρέφοντας κατέφυγε στη Λυών και την Τουλούζ, όπου ανακηρύχθηκε λέκτορας φιλοσοφίας, και μετά στο Παρίσι, όπου έδωσε διαλέξεις και απέκτησε μεγάλη φήμη, λόγω του αξιοθαύμαστου ταλέντου του στην απομνημόνευση. Στο Παρίσι απέκτησε την εύνοια του βασιλιά Ερρίκου ΙΙΙ και άλλων ισχυρών Γάλλων, και γράφει ασταμάτητα. Ο βασιλιάς Ερρίκος ΙΙΙ τον έστειλε στην Αγγλία, για να εργαστεί για τον Γάλλο πρεσβευτή, Μισέλ ντε Καστελνό, όπου απέτυχε να γίνει καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και προκάλεσε με τις ιδέες του και τον σαρκαστικό του τρόπο, λόγος για τον οποίο η Γαλλική πρεσβεία δέχθηκε επίθεση από τον εξοργισμένο όχλο.

Μετά τα γεγονότα στην Αγγλία ο Μπρούνο εγκατέλειψε το Λονδίνο, τον Οκτώβριο του 1585, και επέστρεψε στο Παρίσι με τον Καστελνό, όπου η πολιτική κατάσταση ήταν ιδιαίτερα τεταμένη. Επιπλέον, οι 120 θέσεις του εναντίον της αριστοτελικής φυσικής επιστήμης και τα φυλλάδιά του εναντίον του ρωμαιοκαθολικού μαθηματικού Φαμπρίτσιο Μορντέντε, τον έθεσαν σε δυσμένεια. Το 1586, άφησε τη Γαλλία και ταξίδεψε στο Βίτενμπεργκ της Γερμανίας, όπου παρέδωσε διαλέξεις για τον Αριστοτέλη, όμως το 1588, όταν μετατοπίστηκαν τα ιδεολογικά ρεύματα της Γερμανίας, αναγκάστηκε να καταφύγει την Πράγα. Εκεί αφορίστηκε από τους Λουθηρανούς και το 1591 βρέθηκε στη Φρανκφούρτη, όπου ο Ιταλός πατρίκιος Τζοβάνι Μοτσένιγκο του ζήτησε να τον ακολουθήσει στη Βενετία και να του μεταδώσει την τέχνη της απομνημονεύσεως. Στην Ιταλία ο Μπρούνο παραδίδει από τον Μάρτιο οτυ 1592 και για δύο μήνες μαθήματα κατ’ οίκον στον Μοτσένιγκο, όμως στη συνέχεια ανακοίνωσε στο μαθητή του πως πρέπει να τον εγκαταλείψει.

Το τέλος του

Τον Μάιο του 1592 κατόπιν προδοσίας από τον Τζοβάνι Μοτσενίγκο, συνελήφθη και παραδόθηκε στην Ιερά Εξέταση της Βενετίας, που τον συνέλαβε στις 22 Μαΐου 1592, με τις κατηγορίες της βλασφημίας, της αιρέσεως και της ηθικής παρεκτροπής, λόγω των πεποιθήσεών του για τη μορφή του σύμπαντος, και κυρίως για τις πανθεϊστικές αντιλήψεις του. Ο Μπρούνο αρνήθηκε να αποκηρύξει τα πιστεύω του και στις 23 Φεβρουαρίου 1593 μεταφέρθηκε αλυσοδεμένος και φυλακίστηκε στη Ρώμη. Τελικά μεταφέρθηκε στη Βενετία όπου φυλακίστηκε στις υπόγειες φυλακές, οι οποίες ήταν φτιαγμένες με τρόπο που όταν τα κύματα χτυπούσαν πάνω στο ταβάνι προκαλούσαν μεγάλη αντήχηση και δόνηση. Οι πόρτες δεν άνοιγαν, αλλά από κάτω είχαν μια εγκοπή απλά για να μπορεί να περάσει η τροφή, ενώ όπως ήταν φυσικό δεν είχαν παράθυρα και ήταν συνεχής ο θόρυβος των κυμάτων και τεράστια n υγρασία. Εκεί ο Μπρούνο παρέμεινε εγκάθειρκτος για επτά χρόνια, όμως δεν θέλησε να αποκηρύξει τις φιλοσοφικές του ιδέες. Στη διάρκεια της κρατήσεως του απώλεσε την ομιλία του και απέκτησε μακριά μαλλιά και νύχια.

Όταν βγήκε από την φυλακή στην Βενετία ο Μπρούνο με δυσκολία μπορούσε να σταθεί όρθιος και να αρθρώσει μια λέξη. Στις αρχές του 1599 εξετάσθηκε από τον Ιησουίτη ιεροεξεταστή Roberto Bellarmino που είχε καταδικάσει τον Κοπέρνικο, και τον Γαλιλαίο, ενώ στις 21 Δεκεμβρίου του 1599 οδηγήθηκε εμπρός σε 9 καρδινάλιους, 6 επισκόπους και έναν συμβολαιογράφο. Η Ιερά Εξέταση του έδωσε περιθώριο οκτώ μέρες για να παρουσιαστεί στο δικαστήριο στη Ρώμη, όπου επρόκειτο να γίνει η ανάκριση και στις 20 Ιανουαρίου 1600, δικάστηκε από δικαστηρίο στο οποίο προήδρευε ο πάπας Κλήμης Η'. Ο Μπρούνο καταδικάστηκε σε θάνατο δια της πυράς, απόφαση που εκδόθηκε από τον καρδινάλιο Ρομπέρτο Μπελλαρμίνο [Roberto Bellarmino]. Το δικαστήριο ανακοίνωσε την ποινή στον Μπρούνο, που βρίσκεται πεσμένος στα γόνατα. Όταν σηκώθηκε απάντησε: «...Πιθανόν εσείς, κριτές μου, να ανακοινώνετε την καταδίκη εναντίον μου με μεγαλύτερο φόβο απ’ ό,τι τη δέχομαι εγώ». Στις 17 Φεβρουαρίου του έτους 1600, ανάμεσα στις γιορτές που γίνονταν για τον διορισμό του καινούριου Πάπα, ο Μπρούνο κάηκε ζωντανός στην πυρά στο «Κόμπο ντι Φιόρυ», μια πλατεία που πουλάνε λουλούδια τις Κυριακές, στη Ρώμη, μαζί με πολλά από τα βιβλία του. Αφού τον έκαψαν, σκόρπισαν τις στάχτες του, το ίδιο βράδυ, στις τέσσερις κατευθύνσεις του ανέμου.

Συγγραφικό έργο

Στα Ελληνικά κυκλοφορούν τα έργα του:

  • «Περί μαγείας»,
  • «Περί του Απείρου του Σύμπαντος και των Κόσμων».

Μνήμη Τζορντάνο Μπρούνο

Το όνομα του Μπρούνο δεν αναφέρεται πουθενά τα επόμενα 100-150 χρόνια μετά τον μαρτυρικό θάνατο του και μόνο την εποχή του Γαριβάλδη, με την αναγέννηση του Ιταλικού εθνικισμού, το όνομα και η προσωπικότητα του Μπρούνο ξαναεμφανίστηκε ως μάρτυρας της ελεύθερης σκέψεως και του πνεύματος. Στο μέρος που άφησε την τελευταία του πνοή σήμερα υψώνεται ένα μεγάλο μπρούτζινο άγαλμα του. Το 1942 με την αποκάλυψη μερικών εγγράφων που αφορούσαν τη δίκη του ο Καρδινάλιος Giovanni Mercati διατύπωσε την άποψη πως η εκκλησία ήταν απολύτως δικαιολογημένη για την καταδίκη του. Το 2000 ο Καρδινάλιος Angelo Sodano δήλωσε πως ο θάνατός του ήταν ένα «λυπηρό επεισόδιο» όμως υπερασπίστηκε τους δικαστές του Μπρούνο, ενώ την ίδια χρονιά ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ έκανε μία γενική δήλωση «συγγνώμης» για το γεγονός πως κάποιοι «δέχθηκαν βία, κατά την υπεράσπιση της αλήθειας».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι