Κουντού

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η κουντού, [ουσιαστικό άκλιτο], (ζωολογία) είναι φυτοφάγο μηρυκαστικό ζώο, υποείδος της αντιλόπης και κοινή ονομασία δύο ειδών αρτιοδάκτυλων θηλαστικών του γένους «Tragelaphus», της οικογένειας των βοοειδών. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά της είναι τα στριφογυριστά κέρατα και οι άσπρες ραβδώσεις στο σώμα. Κατοικεί σε θαμνώδεις περιοχές και στη σαβάνα, στην Ανατολική και Νότιο Αφρική.

Κουντού

Γενικά χαρακτηριστικά

Το ύψος της κουντού είναι περίπου 4 πόδια στους ώμους της, έχει ισχυρό και παχύ σώμα, ενώ τα κέρατα της έχουν μήκος τρία πόδια. Η επιβίωση της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πυκνότητα των συστάδων μέσα στις οποίες μπορεί να κρυφτεί, όταν απειλείται. Υπάρχουν δύο είδη, το ένα λίγο μεγαλύτερο από το άλλο, όμως είναι στενά συνδεδεμένα, μοιάζουν σε εμφάνιση, αλλά το μικρότερο έχει δέκα λευκές λωρίδες που διαπερνούν κάθετα προς τα κάτω το σώμα, που στο μεγαλύτερο μπορεί να υπάρχουν από 4 έως 12 λωρίδες. Είναι ζώα φυτοφάγα, τα οποία τρέφονται από φύλλα δένδρων, θάμνους, λουλούδια, βότανα, μούρα και πεσμένα φρούτα. Αποτελούν θήραμα για τα λιοντάρια, τις λεοπαρδάλεις, τα τσιτάχ, τα άγρια ​​σκυλιά ή για τους πύθωνες, τα μικρότερα σε μέγεθος.

Αναπτύσσουν ιδιαίτερη ταχύτητα, όμως δυσκολεύονται να ξεπεράσουν τα αρπακτικά ζώα και προκειμένου να σωθούν, εκμεταλλεύονται τις δασώδεις και θαμνώδεις εκτάσεις όπου τα σαρκοφάγα δυσκολεύονται να κινηθούν και να κυνηγήσουν. Ζουν σε αγέλες το πολύ 24 ατόμων, οι οποίες αποτελούνται κυρίως από θηλυκά ζώα και τα μικρά τους, ενώ τα αρσενικά είναι συνήθως μοναχικά και σμίγουν με το κοπάδι την εποχή του ζευγαρώματος. Η αναπαραγωγική εποχή τους είναι στο τέλος της περιόδου των βροχών. Η κύηση τους διαρκεί περί τους οκτώ μήνες και γεννούν ένα μικρό, από το Φεβρουάριο έως και το Μάρτιο, περίοδο που υπάρχει άφθονη τροφή για τη μητέρα και το μωρό της. Κάποιες αφρικανικές φυλές τη θεωρούν ιερό ζώο και την προστατεύουν αν και η γενικότερη επαφή της με τους ανθρώπους, που την κυνηγούν για το νόστιμο κρέας και το δέρμα της από το οποίο παρασκευάζονται διάφορα είδη, την απειλεί με εξαφάνιση.

Είδη

Τα είδη [1] του γένους είναι γνωστά με τις επιστημονικές ονομασίες:

  • «Tragelaphus strepsiceros».

Συναντάται στη νότια και στην ανατολική Αφρική και αποτελεί μία από της μεγαλύτερες αντιλόπες, με ύψος 1-1,50 μέτρα στο ακρώμιο. Έχει χρώμα καστανοκόκκινο έως ανοιχτό γκρι και έχει μία άσπρη λωρίδα κατά μήκος της ράχης και 6-10 εγκάρσιες λωρίδες σε κάθε πλευρό. Τα αρσενικά διαθέτουν πολύ μακριά ελικοειδή κέρατα, μήκους πάνω από 1 μέτρο, και ένα είδος γενειάδας, ενώ τα θηλυκά δεν έχουν κέρατα. Ζουν σε μικρές ομάδες, χωριστά τα θηλυκά από τα αρσενικά, και συναντώνται μεταξύ τους μόνο κατά την αναπαραγωγική περίοδο. Είναι φιλήσυχα και ντροπαλά ζώα και τρέφονται κυρίως με φύλλα, καρπούς και χορτάρι

  • «Tragelaphus imberis».

Είναι εξαπλωμένο στις νοτιότερες περιοχές της Αφρικής κι είναι παρόμοιο με το προηγούμενο, αλλά μικρότερο σε μέγεθος, με ύψος 0,9-1 μέτρα, στο ακρώμιο.

  • «Tragelaphus angasii», γνωστό ως νιάλα.

Είναι περιορισμένο σε υγρές περιοχές της νοτιοανατολικής Αφρικής. Χαρακτηρίζεται από πολύ έντονο φυλετικό διμορφισμό, με τα αρσενικά να ζυγίζουν περισσότερα από 115 και τα θηλυκά μόλις 60 κιλά. Τα αρσενικά έχουν σκούρο γκριζοκάστανο χρώμα και φέρουν κέρατα τα οποία, σε αντίθεση με τα κουντού, δεν είναι ελικοειδή, ενώ τα θηλυκά δεν έχουν κέρατα και το χρώμα τους είναι καστανοκόκκινο. Φέρουν μια χαίτη η οποία εκτείνεται κατά μήκος της ράχης, από τον λαιμό μέχρι την ουρά, ενώ επιπλέον, τα αρσενικά έχουν μακρύτερες τρίχες στη μέση γραμμή του στήθους και της κοιλιάς τους. Τα πλευρά των θηλυκών, κυρίως, διατρέχονται από εγκάρσιες λευκές λωρίδες. Ζουν μοναχικά ή σε μικρές ομάδες και τρέφονται με ρίζες, φύλλα, καρπούς και χορτάρι. Κατά την αναπαραγωγική περίοδο τα αρσενικά μάχονται για τη διεκδίκηση του θηλυκού, το οποίο μετά από περίοδο κυήσεως 7 μηνών, γεννά ένα μικρό το οποίο ζυγίζει 5 κιλά.

  • «Tragelaphus buxtoni».

Ζει κυρίως στα ψηλά βουνά της Αιθιοπίας. Έχει ύψος περίπου 1 μέτρο στο ακρώμιο και ζυγίζει 150-300 κιλά. Φέρει μια χαίτη, όπως και τα «Tragelaphus angasii», η οποία εκτείνεται κατά μήκος της ράχης, από τον λαιμό μέχρι την ουρά, ενώ επιπλέον, τα αρσενικά έχουν μακρύτερες τρίχες στη μέση γραμμή του στήθους και της κοιλιάς τους. Μόνο τα αρσενικά φέρουν κέρατα, τα οποία έχουν συνήθως μία σπείρα κοντά στη βάση και συνεχίζουν ευθύγραμμα και παράλληλα, ενώ το μήκος τους φτάνει τα 50 εκατοστά. Το τρίχωμα τους είναι καστανό με λευκές κηλίδες και λωρίδες. Τα θηλυκά γεννούν μόνο 1 μικρό ύστερα από κύηση 180 ημερών.

  • «Tragelaphus scriptus».

πρόκειται για το πλέον κοινό είδος, τα αρσενικά του οποίου έχουν ύψος στο ακρώμιο 0,70-1 μέτρο και βάρος 40-80 κιλά, ενώ τα θηλυκά έχουν ύψος 65-85 εκατοστά και ζυγίζουν 25-60 κιλά.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Λήμμα «Τραγέλαφος», Εγκυκλοπαίδεια «Δομή»]