Στέλιος Κυριακίδης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Στυλιανός (Στέλιος) Κυριακίδης Έλληνας ένθερμος πατριώτης με καταγωγή από την Κύπρο, θρυλική μορφή του Ελληνικού αθλητισμού και αθλητής που ως δρομέας μεγάλων αποστάσεων, ημιαντοχής και αντοχής, ανακηρύχθηκε Πανελληνιονίκης και Βαλκανιονίκης καθώς και νικητής στους Παγκύπριους αγώνες, νικητής στον Μαραθώνιο της Βοστώνης το 1946, μέλος της Ελληνικής εθνικής ομάδας στίβου με την οποία έλαβε μέρος σε Ολυμπιάδες, ανήκε στο δυναμικό του Γυμναστικού Συλλόγου «Ολύμπια» Λεμεσού όμως στην Ελλάδα αγωνίστηκε και ως αθλητής του «Παναθηναϊκού» Αθλητικού Ομίλου, γεννήθηκε στις 4 Μαΐου 1910 στο χωριό Στατός της επαρχίας Πάφου στην Κύπρο και πέθανε στις 10 Δεκεμβρίου 1987 στο σπίτι του στη Φιλοθέη Αττικής. Η νεκρώσιμη ακολουθία του τελέστηκε στη Φιλοθέη και τάφηκε στο κοιμητήριο του χωριού Πύργος Κορινθίας όπου διατηρούσε εξοχική κατοικία.

Στις 26 Δεκεμβρίου του 1939 παντρεύτηκε με την Ιφιγένεια Κυριακίδη και από το γάμο του έγινε πατέρας τριών παιδιών, της Ελένης, της Μαίρης και του Δημήτρη.

Βιογραφία

Γονείς του Στέλιου ήταν οι αγρότες Γιάννης και Ελένη Κυριακίδη, το γένος Ηλία, των οποίων ήταν το νεότερο από τα πέντε παιδιά τους. Ο Στέλιος που γεννήθηκε στους εφτά μήνες κυήσεως και πολύ αδύνατος, είχε αδέλφια, τον Χρυσόστομο, τον Δημήτρη, τον Ηλία και την Χαριθέα. Υποχρεώθηκε από νεαρή ηλικία να εργαστεί προκειμένου να βοηθήσει οικονομικά την πολυμελή οικογένειά του, δίχως να υπάρχει στο νου του η σκέψη να ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο στην Πάφο.

Αθλητική δράση

Ο Κυριακίδης από την εφηβική του ηλικία άρχισε να παίρνει μέρος σε αγροτικούς αγώνες εκπροσωπώντας το χωριό του. Ένας από τους εργοδότες του, ο Άγγλος γιατρός Ρέτζιναλντ Τσέβερτον, αθλητής και ο ίδιος στα νεανικά του χρόνια, διέκρινε το ταλέντο του, έγινε ο πρώτος προπονητής του. Το 1930 ο Κυριακίδης εντάχθηκε στη δύναμη του Γυμναστικού Συλλόγου Ολύμπια Λεμεσού τον οποίο δεν εγκατέλειψε, μέχρι και το τέλος της αθλητικής του σταδιοδρομίας, αν και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως υπάλληλος του Δήμου Λεμεσού. Ο Τσέβερτον ενθάρρυνε τον Κυριακίδη να λάβει μέρος στους Πρώτους Παγκύπριους Αγώνες, το 1932, όπου πρώτευσε στα 1.500 και τα 10.000 μέτρα και δύο ημέρες αργότερα στα 5.000 και στα 20.000 μέτρα. Το 1933 ο Κυριακίδης συμπεριελήφθη στην Ελληνική Εθνική ομάδα με την οποία πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Αγώνες Στίβου στην Αθήνα, όπου κατέκτησε αργυρό μετάλλιο στον Μαραθώνιο με επίδοση 3:03:05". Το 1934 συμμετείχε στους Βαλκανικούς Αγώνες του Ζάγκρεμπ, όπου νίκησε στα 10.000 μέτρα με βαλκανικό ρεκόρ και χρόνο 33:49:00", αλλά και στον Μαραθώνιο με βαλκανικό ρεκόρ με χρόνο 2:49:31".

Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Τον ίδιο χρόνο εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα και συνέχισε να αγωνίζεται ως αθλητής (και) του «Παναθηναϊκού» Αθλητικού Ομίλου, ώστε να έχει σωματείο με το οποίο να προπονείται στην Ελλάδα, αλλά και να λαμβάνει μέρος σε αγώνες στους οποίους δεν συμμετείχαν ομάδες της Κύπρου. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1934 η εφημερίδα «Αθλητικά Χρονικά» σε άρθρο με τίτλο «Ο μαραθωνοδρόμος Κυριακίδης μεταγράφεται στον Παναθηναϊκό» προανήγγειλε την μεταγραφή του, ενώ η πρώτη επίσημη συμμετοχή του με τα χρώματα του συλλόγου πραγματοποιήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1934 σε αθλητικούς αγώνες στην Πάτρα, όπου έλαβε μέρος στα 10.000 μέτρα και τερμάτισε πρώτος με χρόνο 38'51". Ο Κυριακίδης, το 1936, εγκαταστάθηκε στο Χαλάνδρι και προσλήφθηκε ως εισπράκτορας στην «Ηλεκτρική Εταιρεία», τη σημερινή «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού».

Τον ίδιο χρόνο επικράτησε σε όλα τα Πανελλήνια πρωταθλήματα των μεγάλων αποστάσεων και το καλοκαίρι έλαβε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου στο αγώνισμα του Μαραθωνίου, όπου στις 9 Αυγούστου, τερμάτισε 11ος με πανελλήνιο ρεκόρ 2:43:20". Ένα μήνα αργότερα στους Βαλκανικούς των Αθηνών νίκησε στα 10.000 μέτρα με επίδοση 33.05.8" και στον Μαραθώνιο, με νέο ρεκόρ επί της κλασικής διαδρομής με χρόνο 2:49:10". Το 1937, στους Βαλκανικούς του Βουκουρεστίου νίκησε στο Μαραθώνιο με χρόνο 3:02.22" και στο Πρωτάθλημα της Αγγλίας βελτίωσε το Πανελλήνιο ρεκόρ. Το 1938, στην Βαλκανιάδα του Βελιγραδίου τερμάτισε δεύτερος μετά τον Αθανάσιο Ραγάζο και το 1939 κέρδισε στη κλασική διαδρομή του Μαραθωνίου στην Βαλκανιάδα της Αθήνας. Το 1938, με προτροπή φίλων του, δοκίμασε την τύχη του στον διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης, όπου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει με τραύμα στο πόδι, εξαιτίας των καινούριων παπουτσιών που φορούσε, όμως δήλωσε στην τοπική εφημερίδα «Boston Globe»: «Μια μέρα θα ξανάρθω και θα νικήσω».

Περίοδος της Κατοχής

Το 1943, συνελήφθη ως όμηρος από τους Γερμανούς στο Χαλάνδρι, μαζί με άλλα 49 άτομα, για τον φόνο ενός Γερμανού στρατιώτη, όμως απόφυγε το εκτελεστικό απόσπασμα, επειδή τον αναγνώρισε ένας Γερμανός αξιωματικός που έτυχε να είναι μαραθωνοδρόμος ή σύμφωνα με άλλη πηγή, επειδή είχε τη διαπίστευση από τους Ολυμπιακούς αγώνες στο Βερολίνο. Οι Γερμανοί κατακτητές δεν τον ξαναενόχλησαν έκτοτε. Ο γιος του Δημήτρης Κυριακίδης ανέφερε: '«....όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στο σπίτι μας, βρήκαν ένα άλμπουμ με φωτογραφίες από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Στην πρώτη σελίδα ήταν ο Χίτλερ. “Χάιλ Χίτλερ!” είπαν και εξαφανίστηκαν. Έτσι εδόθη εντολή να μην πηγαίνει κανείς στο σπίτι του Κυριακίδη. Από τότε ο πατέρας μου έκρυβε στο υπόγειό μας τους συμμάχους που έπεφταν με τα αλεξίπτωτα και έφευγαν αργότερα στην Αίγυπτο».

Νικητής στο Μαραθώνιο Βοστώνης

Το 1946 παρά τις οικονομικές δυσχέρειες, λόγω της Γερμανικής κατοχής και των Δεκεμβριανών γεγονότων αλλά και του συμμοριοπολέμου, ο Κυριακίδης αποφάσισε να λάβει μέρος στον 50ο μαραθώνιο της Βοστώνης, ένα πολύ δαπανηρό ταξίδι για την εποχή στην Αμερική. Φτάνοντας εκεί, οι γιατροί αρχικά αρνήθηκαν να του επιτρέψουν να τρέξει, αφού ήταν τόσο αδύνατος από την πείνα που δεν πίστευαν ότι θα αντέξει. Όμως εκείνος δήλωνε πεισματικά: «Ήρθα για να τρέξω για εφτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες». Πράγματι, έτρεξε και τερμάτισε πρώτος με χρόνο ρεκόρ, το οποίο διατηρήθηκε μέχρι την δεκαετία του ’60. Μετά τον αγώνα, όταν ρωτήθηκε το φαβορί για τη νίκη Τζον Κέλι γιατί έχασε από τον Κυριακίδη, έδωσε την αποστομωτική απάντηση: «Πώς θα μπορούσα να νικήσω εγώ έναν τέτοιο αθλητή; Εγώ αγωνιζόμουν μόνο για τον εαυτό μου. Αυτός αγωνιζόταν για μια ολόκληρη πατρίδα». Στις 23 Μαΐου του 1946, όταν ο Στέλιος Κυριακίδης επέστρεψε από την Αμερική στην Αθήνα, σχεδόν ένα εκατομμύριο κόσμος τον περίμενε για να τον αποθεώσει.

Επίσημη υποδοχή του Κυριακίδη -μετά την επιστροφή του από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής- έγινε και στον Πειραιά, στις 30 Μαΐου 1946, όπου μαθητές, πρόσκοποι, αθλητές και πλήθη λαού τον ανέμεναν κατά μήκος της Λεωφόρου Σωκράτους, και ο τότε Δήμαρχος Πειραιά Χαραλαμπόπουλος του είχε επιδώσει αναμνηστική πλάκα με αργυρό στεφάνι καθώς και περγαμηνή αποκαλώντας τον «δαφνοστεφανωμένο παιδί των Ελλήνων». Ο Κυριακίδης εκτός από το τιμητικό αργυρό στέφανι που του επιδόθηκε από τον Δήμο Πειραιώς, τιμήθηκε από τον «Ολυμπιακό» και τον «Εθνικό» Πειραιώς σε ξεχωριστές εκδηλώσεις, ενώ αμέσως μετά την νίκη του στον Μαραθώνιο της Βοστώνης του είχε αποσταλεί τηλεγράφημα από τον «Πειραϊκό Σύνδεσμο» [1].

Αθλητικό τέλος

Τον Αύγουστο του 1946, πήρε μέρος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου του Όσλο, όπου δεν κατόρθωσε να τερματίσει, λόγω τραυματισμού και το 1948, συμμετείχε στους πρώτους μεταπολεμικούς Ολυμπιακούς Αγώνες, που έγιναν στο Λονδίνο, όπου στις 7 Αυγούστου πήρε μέρος στο αγώνισμα του Μαραθώνιου και τερμάτισε 18ος μες χρόνο 2:49:00, καθώς αντιμετώπισε πρόβλημα τραυματισμού κατά την διάρκεια του αγώνα. Ο αγώνας αυτός ήταν ο τελευταίος για τον Κυριακίδη. Έκτοτε κι ως το τέλος της ζωής του, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό είτε ως προπονητής, είτε ως διοικητικός παράγοντας και το 1956, υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του Αθλητικού Ομίλου Φιλοθέης. Ο Κυριακίδης φέρεται πως παρέμεινε αθλητής του συλλόγου «Ολύμπια Λεμεσού» αν και το 1939, η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» τον αναφέρει σε άρθρο της ως αθλητή του Παναθηναϊκού.

Μνήμη Στέλιου Κυριακίδη

Ο Κυριακίδης τιμάται ως εθνικός ήρωας για την ανεκτίμητη προσφορά του στην πατρίδα καθώς συνέδεσε το όνομά του µε την αγάπη για τον αθλητισμό και την αξία της προσφοράς. Υπήρξε υποδειγματικός αθλητής, καλός οικογενειάρχης, αλλά και φιλάνθρωπος ευεργέτης. Με την Ελληνική Εθνική ομάδα σημείωσε συνολικά 36 καλλίτερες εθνικές επιδόσεις. Αναδείχθηκε 14 φορές νικητής στους Παγκύπριους αγώνες, 11 φορές Πανελληνιονίκης έξι φορές Βαλκανιονίκης κι ήταν ο πρώτος αθλητής εκτός Η.Π.Α. και Καναδά που κέρδισε τον μαραθώνιο της Βοστώνης. Χαρακτηρίστηκε ως «απόγονος του Φειδιπίδη» και με την νίκη του στην Βοστώνη βοήθησε την Ελλάδα οικονομικά. Υπάρχουν δύο αγάλματα του, από ένα στη Μασαχουσέτη και στον Μαραθώνα, ενώ το Στάδιο της Πάφου [2], από τις 10 Δεκεμβρίου 2017, φέρει την όνομα του.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές