Στρουκτουραλισμός
O στρουκτουραλισμός ή δομισμός ή δομολειτουργισμός ή δομικός γνωστικισμός σύμφωνα με τον Jean Piaget, [Μεταφορά του γαλλικού όρου structuralisme<structural «δομικός»<structure εκ του λατινικού structura «δομή, οικοδόμημα» (< p. struere «οικοδομώ, συντάσσω, συναρμόζω», μτχ. structus)] [1], είναι η θεωρία και κατεύθυνση στις ανθρωπιστικές γνώσεις, που συνδέεται με την εφαρμογή της μεθόδου της μοντελοποιήσεως των στοιχείων της σημειωτικής, της τυποποίησης και της μαθηματικοποιήσεως στη γνωσιολογία, την εθνογραφία, την ιστορία και άλλες επιστήμες. Σήμερα ο στρουκτουραλισμός θεωρείται ένα ρεύμα σκέψεως το οποίο κατέδειξε τα όρια της ανθρώπινης ελευθερίας αλλά επίσης ένα κίνημα που κάποιες φορές παρασύρθηκε σε έναν ακατάληπτο δογματισμό.
Περιεχόμενα
Ορισμός
Η W. Hollway [2] ορίζει τον στρουκτουραλισμό ως «...την ταμπέλα οποιασδήποτε κοινωνιολογικής επιστημονικής προσέγγισης, η οποία κατανοεί και ερμηνεύει τα κοινωνικά φαινόμενα μέσα από προϋπάρχουσες δομές και επομένως προτιμά να αναλύει μια στατική μερίδα της ζωής και όχι μια δυναμική».
O όρος δομισμός (ή στρουκτουραλισμός) στη γλωσσολογία καταγράφει την παραδοχή και την αναγνώριση ότι η γλώσσα είναι ένα σύστημα στοιχείων και όχι μια απλή συμπαράθεση στοιχείων, συγκροτείται, δηλαδή, από μονάδες σε διάφορα επίπεδα, όπως φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη, σημασία, οι οποίες βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση μεταξύ τους. H αναγνώριση του συστηματικού χαρακτήρα της γλώσσας:
- αντικαθιστά την ατομιστική προσέγγιση της γλώσσας του 19ου αιώνα, δηλαδή την μελέτη των μεμονωμένων στοιχείων χωρίς την αναγνώριση των αλληλεξαρτήσεων τους,
- αναδεικνύει τη συγχρονική αυτάρκεια της γλώσσας: ακριβώς επειδή η γλώσσα σε κάθε δεδομένη στιγμή αποτελεί ένα σύστημα που τίθεται στην υπηρεσία της επικοινωνίας, η περιγραφή της και η μελέτη της δεν προϋποθέτει το ιστορικό της παρελθόν. Tο ιστορικό παρελθόν μιας γλώσσας απλά προσφέρει την ερμηνεία για την ανάδυση ενός γλωσσικού συστήματος μέσα από προγενέστερα γλωσσικά συστήματα [3].
H θέση αυτή ουσιαστικά αντανακλά την εμπειρία του ίδιου του ομιλητή μιας γλώσσας, ο οποίος λειτουργεί ως ομιλητής και χρήστης με βάση τη γνώση που έχει της δομής της μητρικής του γλώσσας και βέβαια όχι με βάση τη γνώση της ιστορίας της γλώσσας. Σύμφωνα με τον Jean Piaget, ερευνά τη σχέση των μερών μεταξύ τους και προς το σύνολο κι είναι ένα είδος μεθοδολογίας των κοινωνικών επιστημών δίχως φιλοσοφική προέκταση, που βασικές του έννοιες είναι η ολότητα και η διάδραση σε ιδανική μορφή, οι οποίες επιδέχονται μια λογικο-μαθηματική διατύπωση και δεν αποτελεί μια εδραιωμένη σχολή, όπως ο Στωικισμός ή ο Επικουρισμός.
Γενική θεώρηση
Από τη δημιουργία του ο στρουκτουραλισμός αποτελεί επιστημονική κατεύθυνση στον τομέα της γλωσσολογίας, της εθνολογίας και σε άλλους επιστημονικούς κλάδους, σύμφωνα με την οποία τα φαινόμενα που ερευνώνται από τους κλάδους αυτούς δεν παρατηρούνται μεμονωμένα, αλλά ως στοιχεία μιας δομής, δηλαδή σύμφωνα με τη λειτουργία που επιτελούν στο εσωτερικό του συστήματος στο οποίο ανήκουν. Στη γλωσσολογία και στην εθνολογία του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνος κυριαρχούσε ένα συγκριτικό, κυρίως, ενδιαφέρον για τα φαινόμενα που συνιστούσαν αντικείμενο της έρευνας. Με άλλα λόγια, στόχος ήταν να γίνει γνωστό αν τα συμπεράσματα που διαπιστώνονταν ήταν συνάρτηση της επαφής, δηλαδή της μεταβίβασης ενός πολιτιστικού ή γλωσσικού στοιχείου από μια περιοχή σε άλλη, ή ακόμα οφείλονταν στη συγγένεια. Αντίθετα, κατά τις αρχές του 20ού αιώνος –ακολουθώντας αρχικά ανεξάρτητες κατευθύνσεις– εθνολόγοι, όπως o Φραντς Μπόας, ή γλωσσολόγοι, όπως o Φερντινάν ντε Σοσίρ, άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι μια ανάλυση αυτού του είδους παρέλειπε σημαντικές διαστάσεις των φαινομένων που ερευνούσε, παρέλειπε, δηλαδή, την «αξία» τους. Η διαφορά των αξιών εξαρτάται από τη διαφορά του συστήματος μέσα στο οποίο εντάσσονται τα στοιχεία. Η απόκτηση αυτής της επίγνωσης συνετέλεσε ώστε γλωσσολόγοι και εθνολόγοι να επιδείξουν ολοένα μικρότερο ενδιαφέρον για τη σύγκριση μεταξύ μεμονωμένων στοιχείων που ανήκαν σε διαφορετικά συστήματα και να στραφούν στη μελέτη των στοιχείων που εξετάζονται σε αναφορά με την αξία τους.
Απαρχές & Εξέλιξη
Η θεωρία του στρουκτουραλισμού εμφανίστηκε στους ακαδημαϊκούς κύκλους για πρώτη φορά τον 19ο αιώνα και, ως ένας τρόπος σκέψεως αποτέλεσε μια ιστορική τομή στις αρχές του 20ου αιώνος, γεννήθηκε εκείνη την εποχή από τον Ελβετό γλωσσολόγο Φερντινάντ ντε Σωσσύρ [Ferdinand de Saussure]. Επανεμφανίστηκε το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα, οπότε κατέστη μία από τις δημοφιλέστερες προσεγγίσεις των θεωρητικών πεδίων, που ασχολούνται με την ανάλυση της γλώσσας, του πολιτισμού και της κοινωνίας και αναπτύχθηκε ιδιαίτερα μετά την δεκαετία του 1960 από τον Κλοντ Λεβί-Στρος [Claude Levi-Strauss], Γάλλο ανθρωπολόγο έναν από τους μεγαλύτερους διανοητές του 20ου αιώνα και πρωτοπόρο του δομισμού (στρουκτουραλισμού), υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει αντιληπτός μόνο μέσα από ένα δίκτυο συμβολικών σχέσεων- δομών στις οποίες συμμετέχει χωρίς να το συνειδητοποιεί. Η θεωρία εξελίχθηκε μέσα από έρευνες στους τομείς της ανθρωπολογίας, της εθνολογίας και της γλωσσολογίας κι έχει ως αντικείμενο έρευνας τον πολιτισμό, θεωρούμενο ως σύνολο συστήματος σημείων. Αποτελείται από μονάδες σε διάφορα επίπεδα, όπως φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη και σημασία, τα οποία βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση μεταξύ τους. Η αναγνώριση του συστηματικού χαρακτήρα της γλώσσας:
- Αντικαθιστά την ατομιστική προσέγγιση της γλώσσας του 19ου αιώνα, δηλαδή τη μελέτη των μεμονωμένων στοιχείων χωρίς την αναγνώριση των αλληλεξαρτήσεων τους.
- Αναδεικνύει τη συγχρονική αυτάρκεια της γλώσσας, καθώς αυτή σε κάθε δεδομένη στιγμή αποτελεί ένα σύστημα που τίθεται στην υπηρεσία της επικοινωνίας, η περιγραφή της και η μελέτη της δεν προϋποθέτει το ιστορικό της παρελθόν. Tο ιστορικό παρελθόν μιας γλώσσας απλώς προσφέρει την ερμηνεία για την ανάδυση ενός γλωσσικού συστήματος μέσα από προγενέστερα γλωσσικά συστήματα.
Βάση της θεωρίας & πρωτοπόροι
Βάση της στρουκτουραλιστικής μεθόδου είναι η αποκάλυψη της δομής ως ένα σχετικά σταθερό σύνολο σχέσεων, ενώ ο στρουκτουραλισμός έδειξε την αποδοτικότητα του στη μελέτη του λαϊκού πολιτισμού των πρωτόγονων φυλών αλλά και σε άλλους τομείς. Ο Φερντινάντ ντε Σωσσύρ έδειξε, πρώτος αυτός, το «αυθαίρετο του γλωσσικού σημείου», δηλαδή ότι η γλώσσα δεν αντιγράφει την πραγματικότητα αλλά είναι αυθαίρετη, καθώς δεν υφίσταται μια αιτιώδης σύνδεση ανάμεσα στο σημαίνον, τη λέξη που αποδίδεται σε ένα αντικείμενο και το σημαινόμενο, το αντικείμενο. Έτσι, το γλωσσικό σημείο δεν ενώνει ένα όνομα με ένα αντικείμενο, αλλά μια ιδέα του πράγματος με μια ακουστική εικόνα. Κύριος εκφραστής της θεωρίας ήταν ο Κλοντ Λεβί-Στρος [Claude Levi-Strauss] [4], ο οποίος το 1949, στη μελέτη του με τίτλο «Οι στοιχειώδεις δομές της συγγένειας», επισήμανε τη σημασία της απαγορεύσεως της αιμομιξίας μεταξύ ανδρών και γυναικών στους Ινδιάνους του Αμαζονίου. Το ίδιο πλέγμα ερμηνείας επαναλαμβάνεται στους «Θλιμμένους Τροπικούς». Σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, ακόμη και στην καλλιτεχνική παραγωγή, όπως για παράδειγμα μέσα από τα έργα του Προυστ ή του Βάγκνερ, ο Κλοντ Λεβί-Στρος θέλησε να καταδείξει τους νόμους οι οποίοι δομούν την ανθρώπινη παραγωγή και της δίνουν την έννοιά της. Στη Γαλλία ανέπτυξαν τον στρουκτουραλισμό ο Κλοντ Λεβί-Στρος στην εθνολογία, ο Ζακ Λακάν στην ψυχανάλυση, ο Λουί Αλτουσέρ στον μαρξισμό [5] και ο Μισέλ Φουκό στην επιστημολογία.
Θεωρία των σημείων του F. Saussure [6]
Η γλώσσα, κατά τον Saussure, πριν από την πραγματοποίηση της σε προφορικό ή γραπτό λόγο, έχει μια δομή. Συνιστά δηλαδή ένα αφηρημένο σύστημα που αποτελείται από σημεία και τις μεταξύ τους σχέσεις. Κάθε σημείο αποτελείται από:
- ένα σημαίνον, δηλαδή ήχο ή γραπτή εικόνα, που αποτελεί μια σύμβαση, ηχητική και οπτική.
- ένα σημαινόμενο, δηλαδή το νόημα ή τη σημασία, που παράγεται μέσα στη γλώσσα και δεν αντανακλάται σ’ αυτήν. Οι ιδιότητες του νοήματος δεν καθορίζονται από τον φυσικό κόσμο που αντανακλώνται στη γλώσσα, αλλά παράγονται κοινωνικά μέσα σ’ αυτήν.
Ψυχανάλυση
Στην καμπή του 19ου αιώνα ο ιδρυτής της πειραματικής ψυχολογίας Wilhelm Wundt προσπάθησε να επαληθεύσει την υπόθεση ότι η συνειδητή «ψυχική ζωή» μπορεί να διασπαστεί σε θεμελιώδη στοιχεία, τα οποία στην συνέχεια σχηματίζουν πολυπλοκότερες ψυχικές δομές. Την ίδια χρονική περίοδο, οι ερευνητές παρουσίασαν σημαντικές εξελίξεις στην χημεία και την φυσική διασπώντας σύνθετες χημικές ενώσεις, δηλαδή τα μόρια στα επιμέρους στοιχεία τους, δηλαδή στα άτομα. Η επιτυχία αυτών των ερευνών ενθάρρυνε τους ψυχολόγους να αναζητήσουν στοιχεία από τα οποία συντίθενται πολυπλοκότερες ψυχικές εμπειρίες. Εφόσον ο χημικός σημείωσε πρόοδο διασπώντας την ένωση του νερού σε οξυγόνο και υδρογόνο, ο ψυχολόγος ενδεχομένως μπορεί να σημειώσει πρόοδο θεωρώντας μια αίσθηση, όπως την γεύση της λεμονάδας, ως ένα «μόριο» της συνειδητής εμπειρίας, το οποίο μπορεί να διασπαστεί σε επιμέρους στοιχεία, όπως γλυκό, ξινό, κρύο, ζεστό, πικρό, ή οτιδήποτε άλλο μπορούσε να γίνει αντιληπτό μέσω της ενδοσκοπήσεως, δηλαδή της μεθόδου που σχετίζεται με την λεπτομερή εξέταση και περιγραφή της συνειδητής εμπειρίας. Υποστηρικτής αυτής της προσεγγίσεως ήταν ο Edward B. Titchener, ο οποίος εκπαιδεύτηκε από τον Wundt κι εργάστηκε στο Cornell University. Καθώς είχε ως στόχο να προσδιορίσει τις δομές του νου, ο Titchener χρησιμοποίησε την λέξη «δομισμός» για να περιγράψει αυτόν τον κλάδο της ψυχολογίας. Ο δομισμός του Wundt παραμερίστηκε γρήγορα διότι οι στόχοι του, οι συνειδητές εμπειρίες, δεν υπόκεινται εύκολα στον ελεγχόμενο πειραματισμό με τον ίδιο τρόπο που υπόκειται η συμπεριφορά [7]. Ο ψυχαναλυτής Ζακ Λακάν δήλωσε, στα βήματα του Λεβί-Στρος, ότι «το ασυνείδητο είναι δομημένο σαν μια γλώσσα».
Ανθρωπολογία
Ο στρουκτουραλισμός, μέσα από τα έργα του Κλοντ Λεβί-Στρος, βρήκε κοινά σημεία με τις εξελίξεις στην Ανθρωπολογία. Ειδικότερα, διεύρυνε την ιδέα του περί διακρίσεως, αλλά και αλληλοσυσχετισμού της γλώσσας και της ομιλίας, για να συμπεριλάβει μια εικόνα του ανθρώπου του οποίου οι δυνατότητες είναι σταθερές και πάγιες, αλλά η ερμηνεία τους διαφοροποιείται διαρκώς. Ο Κλοντ Λεβί-Στρος επαναλαμβάνει τη θεωρία του στη μελέτη «Θλιμμένοι Τροπικοί», καθώς θέλησε να καταδείξει τους νόμους οι οποίοι δομούν την ανθρώπινη παραγωγή και της δίνουν την έννοιά της, σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, ακόμη και στην καλλιτεχνική παραγωγή, όπως για παράδειγμα μέσα από τα έργα του Προυστ ή του Βάγκνερ. Στοχαστές όπως ο Εμμανουέλ Λεβινάς, αμφισβήτησαν τον Λεβί-Στρος και του πρόσαψαν ότι παραγνωρίζει τη σημασία του ανθρώπινου προσώπου. Το ρεύμα σκέψεως του στρουκτουραλισμού συνεχίστηκε με τις έρευνες της σύγχρονης γλωσσολογίας, που έδινε έμφαση στη δομική ανάλυση και στη μελέτη των συστηματικών σχέσεων μεταξύ των γλωσσικών σημείων.
«Ο απώτερος σκοπός των επιστημών του ανθρώπου δεν είναι η εδραίωση αλλά η διάλυση του ανθρώπου» γράφει ο Λεβί-Στρως στα συμπεράσματα ενός βιβλίου του [8], καθιστώντας τη ρήση του το κυρίαρχο σλόγκαν της δεκαετίας του '70. Η μαρξιστική απάντηση δόθηκε το 1965, όμως δεν ανασκεύασε τα στρουκτουραλιστικά επιχειρήματα αντίθετα τα προσυπέγραψε. Τα δύο βιβλία που εξέδωσε ο Αλτουσέρ, «Για τον Μαρξ» και «Διαβάζοντας το Κεφάλαιο», δεν αμφισβήτησαν την επίθεση του Λεβί-Στρως στην ιστορία ή την ερμηνεία του για τον ανθρωπισμό, αλλά αντίθετα τα ενσωμάτωσαν σε έναν μαρξισμό που τώρα ερμηνευόταν ο ίδιος εκ νέου ως θεωρητικός αντι-ανθρωπισμός, για τον οποίο η διαχρονία δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την «ανάπτυξη των μορφών» της ίδιας της συγχρονικής γνώσεως. Από τους στρουκτουραλιστές, στον τομέα της πολιτιστικής ανθρωπολογίας μνημονεύονται Αμερικανοί ερευνητές όπως η Ρουθ Μπένεντικτ, ή Ευρωπαίοι, όπως o Κλοντ Λεβί Στρος, από τους γλωσσολόγους, μετά τον Σοσίρ, ο οποίος θεωρείται πατέρας της θεωρίας όχι μόνο στη γλωσσολογία, πρέπει να αναφερθούν o Λ. Μπλούμφιλντ και ο Ζ. Χάρις στις Η.Π.Α., και οι Ν. Τρουμπετσκόι, Λ. Χίμσλεβ, Ρ. Γιάκομπσον, Α. Μαρτίνεθ, μεταξύ των Ευρωπαίων ή ευρωπαϊκής καταγωγής ερευνητών.
Φιλοσοφία
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα έργα φιλοσόφων όπως ο Μισέλ Φουκό ή ο Λουί Αλτουσέρ, αλλά και γλωσσολόγων όπως ο Ρομάν Γιάκομπσον όσο και ψυχαναλυτών όπως ο Ζακ Λακάν, ο οποίος δήλωσε, στα βήματα του Λεβί-Στρος, ότι «...το ασυνείδητο είναι δομημένο σαν μια γλώσσα». Αν και ο Κλοντ Λεβί-Στρος κράτησε αποστάσεις από αυτή την ονομασία, η οποία για ένα διάστημα αποτέλεσε τεράστια μόδα, θεωρείται ο βασικός θεμελιωτής αυτού του τρόπου σκέψεως. Η επιρροή του ήταν πολύ σημαντική στη Γαλλία και στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, γιατί εναντιωνόταν στον υπαρξισμό, όπου κυριαρχούσε η προσωπικότητα του Ζαν Πωλ Σαρτρ ο οποίος θεωρούσε τον άνθρωπο υποκείμενο ον και κύριο του πεπρωμένου του, άποψη την οποία ο Λεβί-Στρος αμφισβήτησε και επέκρινε για την «αφέλεια» της. Στη φιλοσοφία ο στρουκτουραλισμός παρουσιάζεται ως αντιανθρωπισμός, καθώς ο άνθρωπος δεν είναι πια «το μέτρο όλων των πραγμάτων», αλλά προϊόν δομών. Παρά τις αντιφάσεις της η θεωρία βοήθησε τις Φυσικές Επιστήμες, λόγω της αμφισβητήσεως του Θετικισμού, ενώ έδειξε την αποδοτικότητα του, κυρίως, στη μελέτη του λαϊκού πολιτισμού των πρωτόγονων φυλών.
Αρχιτεκτονική
Η στρουκτουραλιστική προσέγγιση της Ανθρωπολογίας ήταν τόσο παραγωγική που η επιρροή της επεκτάθηκε σε πολλές άλλες κοινωνικές επιστήμες, όπως η ψυχανάλυση, ιδιαιτέρως μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ιδέες του στρουκτουραλισμού που πραγματεύονται τη σχέση μεταξύ συλλογικού προτύπου και των ατομικών ερμηνειών, αποτέλεσαν πηγή εμπνεύσεως ακόμη και για την αρχιτεκτονική. Η αρχιτεκτονική έκφραση του στρουκτουραλισμού μπορεί να περιγράφει με τις ακόλουθες έννοιες: επέκταση και συνοχή, μετάβαση και αλληλοδιείσδυση και τέλος, πολλαπλότητα χρήσεων. Οι δύο πρώτες ενσαρκώνουν την αρχή εκείνη του στρουκτουραλισμού, σύμφωνα με την οποία στη δομή μπορούν να προστεθούν και άλλα στοιχεία χωρίς να χάνεται η συνοχή της. Οι επόμενες δύο αναφέρονται στην έννοια των σχέσεων και αμοιβαίων εξαρτήσεων των ατομικών στοιχείων και η τελευταία στην έννοια της ευελιξίας και του μετασχηματισμού. Οι Aldo van Eyck Και Herman Hertzberger σχεδίασαν σχολικά κτήρια σύμφωνα με τις αρχές του στρουκτουραλισμού, όπου το βάρος μετατοπίζεται από τα στοιχεία, στις μεταξύ τους σχέσεις. Η κύρια προσφορά της στρουκτουραλιστικής προσέγγισης στη διαμόρφωση της σχολικής αρχιτεκτονικής είναι η έννοια της μετάβασης από μία κατάσταση σε μία άλλη. Οι μεταβατικοί-ενδιάμεσοι χώροι μεταξύ δύο διαφορετικών συνθηκών λειτουργούν ως τόποι συναντήσεων και επικοινωνίας των παιδιών και όπως θα υποστηριχθεί αργότερα από κοινωνιολόγους και ψυχολόγους, συνδέονται άμεσα με τη διαδικασία προσαρμογής του παιδιού με το περιβάλλον καθώς και με την κοινωνικοποίηση του [9].
Διεθνείς σχέσεις
Στις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, οι βασικές προσεγγίσεις στις Διεθνείς Σχέσεις είναι πέντε:
- ρεαλισμός και νεορεαλισμός,
- φιλελευθερισμός ή πλουραλισμός,
- στρουκτουραλισμός ή δομισμός,
- μεταθετικισμός,
- κονστρουκτιβισμός.
Στις διεθνείς σχέσεις ο στρουκτουραλισμός, ή δομισμός, ή θεωρία «κέντρου-περιφέρειας», έχει τις ρίζες του στον μαρξισμό και κυρίως στις λενινιστικές θέσεις περί ιμπεριαλισμού και στα παράγωγα τους. Το άλλο σκαλοπάτι αυτής της τάσεως, πάλι με μαρξιστικές αποχρώσεις, ήταν η θεωρία της εξαρτήσεως (dependencia). Στις Διεθνείς Σχέσεις άρχισε να κερδίζει έδαφος ως το τρίτο εναλλακτικό θεωρητικό παράδειγμα από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 έως το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τα έργα των Immanuel Wallerstein, André Gunter Frank (1929-2005), Johan Galtung, Giovanni Arrighi (1937-2009), Samir Amin και άλλων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αρχική ιδέα γι’ αυτή την τάση είχε έρθει από τον Έλληνα οικονομολόγο Αργύρη Εμμανουήλ (1911-2001), με το έργο του «Échange inégal» («Άνιση ανταλλαγή») γραμμένο το 1962.
Οι κύριες θέσεις του στρουκτουραλισμού στις Διεθνείς Σχέσεις συνοψίζονται στην θεώρηση πως στη διεθνή πολιτική σκηνή καθοριστικό ρόλο διαδραματίζουν οι οικονομικές σχέσεις εξαρτήσεως μεταξύ του ισχυρού κέντρου, που είναι ο «Βορράς», και της ανίσχυρης και εξαρτημένης από τον Βορρά περιφέρειας, που είναι ο «Νότος». Πρόκειται για μια παγκόσμια δομή, ένα παγκόσμιο σύστημα αυξανόμενης εκμεταλλεύσεως, που είναι ενιαίο παγκόσμιο σύστημα καπιταλιστικής παραγωγής και εκμεταλλεύσεως. Υπάρχει ιεράρχηση και διαστρωμάτωση, από το κέντρο στην περιφέρεια, με τις τοπικές ελίτ να διαδραματίζουν τον ρόλο γεφυροποιού με το κέντρο. Η παγκόσμια αυτή δομή έχει μια δική της ανεξάρτητη πορεία, μια λογική και δυναμική που είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει, καθώς δεν είναι θέμα προσωπικών ή κρατικών επιλογών και κινήτρων, με την βία και την εκμετάλλευση να είναι ενσωματωμένες στην παγκόσμια δομή. Η συγκεκριμένη δομή εξακολουθεί να ισχύει στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο. Μάλιστα, με την επικράτηση του καπιταλισμού στο κέντρο και την εξ αυτής ενδυνάμωση του, η εξάρτηση και εκμετάλλευση έχουν αυξηθεί. Επιπλέον, σήμερα, η σχέση κέντρου-περιφέρειας έχει προσλάβει και μια αυξανόμενη πολιτισμική διάσταση, την αντιπαράθεση του δυτικού προτύπου με το Ισλάμ, την πλέον πολιτικοποιημένη και ευρεία πολιτισμική ιδεολογία της περιφέρειας [10].
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Ο στρουκτουραλισμός σε 4 ερωτήσεις Εφημερίδα «Το Βήμα», 8 Νοεμβρίου 2009
- Gilles Deleuze, Πώς αναγνωρίζουμε τον στρουκτουραλισμό;
- Τα φιλοσοφικά ρεύματα που επηρέασαν τις φυσικές επιστήμες τον 20ο αιώνα
- Στρουκτουραλισμός
Βιβλιογραφία
- «Στρουκτουραλισμός», Jean Piaget, το 1972 Αθήναι, Εκδόσεις «Καστανιώτης»
Παραπομπές
- ↑ [Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Αθήνα 2002.]
- ↑ [Διδακτορική διατριβή, «Νέες γυναίκες µε πανεπιστημιακή μόρφωση και η συμφιλίωση της ιδιωτικής και της δηµόσιας σφαίρας στο σχεδιασμό της ενήλικης ζωής», Χριστίνα Αθανασιάδου, Τμήμα Ψυχολογίας Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2002, σελίδα 17η.]
- ↑ [Δομισμός [structuralism] Πύλη για την Ελληνική γλώσσα.]
- ↑ «Κάθε ανακάλυψη γεννά δέκα αινίγματα» Αγγελική Στουπάκη, Εφημερίδα «Η Καθημερινή», Πολιτισμός, 22 Μαΐου 2005.]
- ↑ [Λουί Αλτουσέρ και δομικός μαρξισμός: 5 σημεία για να τον καταλάβεις frapress.gr]
- ↑ [Φιλοσοφικές θεωρίες αποδόμησης του χώρου και του φύλου Βάνα Τεντοκάλη Δρ Αρχιτεκτονικής Καθηγήτρια, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.]
- ↑ [Δομισμός-Structuralism μετάφραση-επιμέλεια-διασκευή: Ιωάννης Τζάνος, πτυχιούχος Φιλοσοφικής Α.Π.Θ.]
- ↑ [Κ. Λεβί-Στρως, «Η Άγρια Σκέψη», Αθήνα 1977, σελίδα 349η.]
- ↑ [Η παιδαγωγική της Αρχιτεκτονικής του Herman Hertzberger, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών, Λουτραγώγη Μαρισόφη & Παρμάγκου Κατερίνα, σελίδες 20η & 21η, Σεπτέμβριος 2019.]
- ↑ [Αλέξης Ηρακλείδης, «Διεθνείς σχέσεις και Διεθνής πολιτική», σελίδες 49η & 50η.]