Σύλφιο

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το σύλφιο [άλλη γραφή Σίλφιο, επιστημονική ονομασία Silphium laciniatum], φυτό γνωστό στην αρχαιότητα για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες, της οικογένειας των σκιαδανθών [Umbelliferae, Apiaceae] που πιθανολογείται ότι ανήκε στο γένος Ferula. Το φυτό αποκαλείται «τροφή των Θεών» αλλά και «κοπριά του διαβόλου» εξαιτίας της άσχημης μυρωδιάς του ριζικού του συστήματος. Γνωστό φυτό της ίδιας οικογένειας είναι η ασαφέτιδα [Ferula assafoetida].

Σύλφιο

Γενικά στοιχεία

Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά είδη βοτάνων της αρχαιότητος και θεωρείται συγγενικό με τον μάραθο και το σέλινο. Ήταν σπάνιο με περιορισμένη εξάπλωση το οποίο φύονταν σε έκταση 200 επί 55 χιλιόμετρα στις ακτές της Κυρήνης στη Μεσόγειο θάλασσα, στην περιοχή της σημερινής Λιβύης. Στην αρχαιότητα, ως «σύλφιο το μηδικόν», θεωρείτο πανάκεια, δηλαδή γενικό τονωτικό φάρμακο, όμως ήταν ακατάλληλο για εγκύους γυναίκες. Οι συλλογείς του αποκόμιζαν σημαντικά έσοδα από το εμπόριο του φυτού. Ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε ως κατάπλασμα. Ο Ιούλιος Καίσαρας είχε στην κατοχή του μεγάλες ποσότητες του φυτού, τις οποίες παραχώρησε στο ταμείο του ρωμαϊκού κράτους και αποτέλεσε τεράστια πηγή εσόδων. Ονόμαζαν τον χυμό του λασήρα το κοστολογούσαν και το αντάλλαζαν με ασήμι, ενώ χαρακτηριστικά ανέφεραν ότι αξίζει το βάρος του σε δηνάρια.

Ευρήματα

Αρχαιολογικό εύρημα θεωρείται η λακωνική κύλικα 565-560 π.Χ., που ανακαλύφθηκε στη Λακωνία, όπου ο βασιλιάς Αρκεσίλας [Αρκεσίλαος Β΄] της |Κυρήνης, επιβλέπει την εξαγωγή του. Το κάτω μέρος της απεικονίσεως δείχνει ότι το φυτό που συλλέγονταν φυλασσόταν σε υπόγειες αποθήκες, μαζί με χρυσό και άργυρο, πριν προωθηθεί στην αγορά. Σε νομίσματα της Κυρήνης βασικό έμβλημα της αποικίας είναι το σίλφιο, που αποτελούσε πηγή πλούτου και ευημερίας για την πόλη.

Χρήσεις

Οι γυναίκες, της εποχής του 7ου π.Χ. αιώνα, το χρησιμοποιούσαν ως αντισυλληπτικό μέσο και όσες δεν ήθελαν να γονιμοποιήσουν έπιναν μία ποσότητα, όσο το μέγεθος ενός μπιζελιού, μία φορά τον μήνα. Η χρήση του έχει αποθανατιστεί σε Κυρηναϊκό νόμισμα της εποχής, το οποίο αναπαριστά γυναίκα που με το χέρι της έχει γείρει ένα κλαδί του βοτάνου έτσι ώστε το άνθος του να δείχνει την αναπαραγωγική της περιοχή. Η εντατική υπερσυλλογή οδήγησε σε εξαφάνιση του, καθώς παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν στάθηκε αδύνατη η οργανωμένη καλλιέργεια του. Οι γυναίκες μη μπορώντας να το βρουν στράφηκαν σε άλλα φυτά της οικογένειας Ferula κι επέλεξαν την ασαφέτιδα ως υποκατάστατο του.

Αναφέρεται ως ένα από τα περίπου 500 είδη που καταγράφονται στα έργα του Θεόφραστου, που το σύγκρινε με την «Ηράκλεια Πανάκεια» και ανέφερε πως ήταν ένα σκιανθές φυτό και του Διοσκουρίδη [1], που το συνιστούσε ως αντισυλληπτικό και εκτρωτικό. Χρησιμοποιήθηκε ως φάρμακο για τον βήχα και τον πονόλαιμο, αλλά και ως καρύκευμα στη μαγειρική και ο Αθηναίος στο έργο του «Δειπνοσοφισταί» αναφέρει ότι έτρωγαν παστό ψάρι, μαριναρισμένο με κρασί, λάδι και σύλφιο.

Το σύλφιο καταναλώθηκε ιδιαίτερα τον 2ο και τον 3ο αιώνα π.Χ., περίοδος κατά την οποία θεωρείτο αγαπημένο φυτό των αρχαίων Ελλήνων, των Ρωμαίων και των Αιγυπτίων. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό Πλίνιο, το τελευταίο φυτό δόθηκε στο Νέρωνα, αν και η μαρτυρία του Συνέσιου του Κυρηναίου επιβεβαιώνει την ύπαρξη περιορισμένης ποσότητας σιλφίου στα τέλη του 4ου μ.Χ. Ο Θεόφραστος γράφει ότι δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί, ενώ κατά τον Στράβωνα, την εποχή της γεννήσεως του Χριστού κάποιοι λαοί που ζούσαν στην έρημο κατέστρεψαν τις ρίζες του φυτού, το οποίο έκτοτε εξαφανίστηκε. Ως τις μέρες μας οι βοτανολόγοι δεν έχουν καταφέρει να το ταυτοποιήσουν.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Ο Διοσκουρίδης τον 1ο αιώνα μ.Χ. έγραφε ότι, «....Το Σύλφιο της Κυρήνης ακόμη και όταν απλά το δοκιμάσεις διεγείρει όλο το σώμα και έχει πολύ υγιές άρωμα, τόσο που δεν το καταλαβαίνεις στην αναπνοή ή το αντιλαμβάνεσαι πολύ λίγο. Αυτό όμως της Περσίας είναι λιγότερο ισχυρό και έχει ασχημότερη γεύση».]