Φυσητήρας \Ζωολογία

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο φυσητήρας, [Sperm Whale, Physeter macrocephalus, catodon], ή ή φυσητήρας ο μακροκέφαλος, γένος και η κοινή ονομασία του γιγαντιαίου σαρκοφάγου και θηλαστικού οδοντοκήτους, ο μεγαλύτερος οδοντοφόρος οργανισμός και το τρίτο σε μέγεθος ζώο στον πλανήτη Γη, ανήκει στην οικογένεια των φυσητηριδών και στο είδος κατώδους. Μοιάζει με τη φάλαινα και ζει στις τροπικές και υποτροπικές θάλασσες. Ονομάζεται φυσητήρας γιατί κατά την εκπνοή του, λίγο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, εκτοξεύει στήλες νερού σε αρκετό ύψος. Υπάρχει ακόμα το είδος φυσητήρας ο πυγμαίος, το μήκος του οποίου δεν ξεπερνάει τα 3-5 μέτρα, ενώ είδη της οικογένειας είναι ο ζίφιος, που ονομάζεται και φάλαινα με ράμφος, ο υπερώδους και ο μεσοπλόδους. Όλα αυτά δεν είναι μεγαλύτερα από 10 μέτρα και ζουν στις βόρειες πολικές θάλασσες.

Φυσητήρας

Γενικά

Κολυμπάει με ταχύτητα 3-6 ναυτικά μίλια την ώρα, όμως μπορεί να αναπτύξει μεγαλύτερη ταχύτητα και παρά τον όγκο του, μετακινείται άνετα στις θαλάσσιες περιοχές που ζει. Μέσα στο κεφάλι τους βρίσκεται ο μεγαλύτερος εγκέφαλος του πλανήτη, καθώς και το μεγαλύτερο όργανο παραγωγής ήχων στο ζωικό βασίλειο, που παράγει ήχους 20 ώρες το 24ωρο. Ο μέσος όρος της ζωής τους ξεπερνά τα 70 χρόνια. Το αρσενικό έχει μήκος μέχρι 20 και το θηλυκό από 10 έως 13 μέτρα και τα ενήλικα αρσενικά φτάνουν σε βάρος τους 40 τόνους και είναι τρεις φορές βαρύτερα από τα θηλυκά, που έχουν μέσο βάρος 13 τόνους. Αναπνέουν ατμοσφαιρικό αέρα από μια σχισμή σε σχήμα S, που βρίσκεται στο πάνω μπροστινό μέρος του κεφαλιού και ονομάζεται αναπνευστικός πόρος. Κατορθώνουν να φθάσουν τα 2000 ή και περισσότερα μέτρα βάθος, κρατώντας την ανάσα τους για μία και περισσότερη ώρα, έως και είκοσι φορές το εικοσιτετράωρο. Τρέφονται με μεσοπελαγικά κεφαλόποδα, τα οποία είναι η κύρια τροφής τους, ιδιαίτερα τα καλαμάρια και για το λόγο αυτό καταδύονται σε βάθος 500-1.000 μέτρων για 25 έως 60 λεπτά οι αρσενικοί και για 20 έως 24 λεπτά οι θηλυκοί. Οι βαθύτερες καταγεγραμμένες καταδύσεις τους αγγίζουν τα 2.000 μέτρα και τις 2 ώρες παραμονής. Τα αρσενικά φθάνουν τα 18 μήκος και τους 57 τόνους βάρους, ενώ τα θηλυκά τα 12,5 μέτρα και τους 24 τόνους.

Το κεφάλι του που είναι το ένα τρίτο του σώματός του, έχει δόντια στο κάτω σαγόνι και οδοντοπλάσματα στο πάνω, που ο αριθμός τους κυμαίνεται από 40 έως 52. Στο εσωτερικό του κεφαλιού υπάρχουν διαμερίσματα χωρισμένα με τένοντες, που περιέχουν ένα στεατώδες υγρό, το σπερμοκήτιο ή σπερματσέτο, ζωικό λάδι πολύ καλής ποιότητος, σε ποσότητες που αγγίζουν τους 5 τόνους, με το οποίο κατασκευάζονται κεριά και που παλαιότερα τα χρησιμοποιούσαν πολύ στη βιομηχανία φαρμάκων. Διαθέτει μικρά ζυγά βραγχιακά πτερύγια σαν κουπιά, το ραχιαίο λείπει εντελώς, έχει τεράστιο κεφάλι και κατά την ανάδυση του εκτοξεύει προς τα εμπρός έναν μεγάλο πίδακα νερού από έναν ειδικό αναπνευστικό πόρο. Η ουρά του έχει πλάτος 4,5 μέτρα και τεράστια δύναμη, ενώ τα νεογνά φτάνουν σε μήκος τα 4 μέτρα. Οι φυσητήρες βρίσκονται σε συνεχή περιπλάνηση για αναζήτηση τροφής και ο εντοπισμός τους είναι εξαιρετικά δύσκολος.

Αναπαραγωγή

Έχουν χαμηλό ρυθμό αναπαραγωγής, η κύηση τους διαρκεί 16 μήνες, ενώ η διάρκεια του θηλασμού περισσότερα από τρία χρόνια. O μέσος ρυθμός γεννήσεων είναι πέντε χρόνια και τα γηραιότερα θηλυκά δεν αναπαράγονται, αφού αναλαμβάνουν χρέη καθοδηγητή των κοπαδιών τους. Η αναπαραγωγική ωριμότητα στα αρσενικά είναι τα 18-21 χρόνια, όμως συνήθως αρχίζουν να αναπαράγονται στα 30 χρόνια ηλικίας, ενώ για τα θηλυκά είναι 7-13 χρόνια. Μεγαλώνουν τα μικρά τους με κοινοβιακό τρόπο. Οι γυναίκες και τα μικρά αποτελούν σταθερές ομάδες, που συνδέονται μεταξύ τους για δεκαετίες. Οι μητέρες αλλά και όσα θηλυκά δεν έχουν γεννήσει αναλαμβάνουν τη διατροφή, την εκπαίδευση και το παιχνίδι των μικρών φυσητήρων, ενώ όταν οι μητέρες λείπουν σε αναζήτηση τροφής, οι νεότερες θηλυκές αναλαμβάνουν ρόλο μητέρας. Οι αρσενικοί φυσητήρες ζουν μοναχικά και προσεγγίζουν τις ομάδες για να αναπαραχθούν μόνο μία φορά κάθε τρία χρόνια, ωστόσο στην Κρήτη, οι φυσητήρες αναπαράγονται ακατάπαυστα σε όλη τη διάρκεια του έτους.

Θάλασσες που ενδημούν

Απαντώνται σε όλους τους ωκεανούς της Γης καθώς και στη Μεσόγειο Θάλασσα, όπου κάποιες εκατοντάδες, ζουν στα πολύ βαθειά νερά της νότιας Κρήτης, πάντα σε αγέλες που αποτελούνται από ένα αρσενικό και 30-80 θηλυκά. Θεωρείται ότι ο κύριος λόγος που συγκεντρώνονται στην περιοχή της Μεσογείου που ονομάζεται Ελληνική τάφρος είναι τα τεράστια θαλάσσια βάθη καθώς λίγα μίλια από την ακτή το βάθος φτάνει τα 2000, ενώ ανάμεσα στη Κρήτη και στην Πελοπόννησο αγγίζει τα 5120 μέτρα. Στις Ελληνικές θάλασσες, όπου υπολογίζεται ότι ζει το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού τους, απαντώνται στην Ελληνική τάφρο, περιοχή που οριοθετείται από τα δυτικά των Ιονίων Νήσων και της Πελοποννήσου έως τα νότια της Κρήτης και τα νοτιοανατολικά της Ρόδου, στο Μυρτώο Πέλαγος και σε περιοχές του Αιγαίου πελάγους όπου υπάρχει απότομη κατωφέρεια και μεγάλα βάθη -ειδικά στην περιοχή μεταξύ Βορείων Σποράδων και Χαλκιδικής.

Απειλές & μέτρα προστασίας

Τα τελευταία 50 χρόνια ο πληθυσμός τους μειώθηκε σημαντικά σε ολόκληρο τον πλανήτη. Βασικές απειλές που αντιμετωπίζουν είναι η παρεμπίπτουσα αλιεία, κυρίως από αφρόδιχτα για ξιφίες τα οποία είναι πλέον παράνομα στη Μεσόγειο, η θνησιμότητα από συγκρούσεις με σκάφη, η ηχορύπανση από την θαλάσσια κυκλοφορία, την παράνομη αλιεία με δυναμίτη, στρατιωτικές ασκήσεις, η γεωλογική έρευνα και η κατάποση πλαστικών κάθε μορφής. Η φαλαινοθηρία τους απαγορεύτηκε το 1986, καθώς απειλούνταν με εξαφάνιση. Προστατεύονται βάσει της Οδηγίας των Οικοτόπων (παράρτημα IV), ενώ περιλαμβάνεται επίσης στο παράρτημα ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης, στα παραρτήματα Ι/ΙΙ της Σύμβασης της Βόννης και στο παράρτημα ΙΙ του Πρωτοκόλλου για Περιοχές Ειδικής Προστασίας και βιοποικιλότητα της Σύμβασης της Βαρκελώνης. Προστατεύεται επίσης από την ACCOBAMS και το Moratorium της Διεθνούς Φαλαινοθηρικής Επιτροπής. Το εμπόριο του απαγορεύεται σύμφωνα με τη Σύμβαση CITES.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι