Σπύρος Σπυρομήλιος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Σπυρίδων Σπυρομήλιος, Έλληνας εθνικιστής, Συνταγματάρχης της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, επικεφαλής του βραχύβιου Ανεξάρτητου κράτους της Βορείου Ηπείρου και μετέπειτα πολιτικός που εκλέχθηκε βουλευτής, γεννήθηκε το 1864 στην Χειμάρρα της Βορείου Ηπείρου και πέθανε στις 19 Μαΐου 1930, στο σπίτι του στην οδό Ραβινέ στην Αθήνα. Η κηδεία του έγινε στις 20 Μαΐου από τον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, με την παρουσία της Ελληνικής πολιτικής ηγεσίας και του τότε πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου. Η σορός του ενταφιάστηκε στο Α' νεκροταφείο Αθηνών.

Σπύρος Σπυρομήλιος
SpirosSpiromilios.jpg
Γέννηση: 1864
Τόπος: Χειμάρρα, Βόρειος Ήπειρος
Σύζυγος:
Τέκνα:
Υπηκοότητα: Τουρκική, Ελληνική
Ασχολία: Συνταγματάρχης Ε.Β.Χωροφυλακής
Δολοφονία: 19 Μαΐου 1930
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)

Βιογραφία

Καταγωγή

Κατάγονταν από ιστορική οικογένεια της Χειμάρρας κι ήταν από­γονος στρατιωτικής οικογένειας με ση­μαντική εθνική δράση και προσφορά.

Αξιωματικός Χωροφυλακής

Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με πρόθεση να εισαχθεί στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, όμως δεν τα κατάφερε λόγω υπερβάσεως του ορίου της ηλικίας και με την προτροπή του θείου του Ιωάννη Σπυρομήλιου που ήταν Μέραρχος του Σώματος, κατατάχθηκε στη Βασιλική Χωροφυλακή και εξελίχθηκε σε αξιωματικό. Συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ως επικεφαλής δυνάμεως χωροφυλάκων και πήρε μέρος στην απόβαση της Ηπειρωτικής Φάλαγγας στη Νικόπολη της Πρέβεζας και πολέμησε στις μάχες στην περιοχή.

Μακεδονικός αγώνας

Πήρε μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα, αρχικά ως πράκτορας του Ελληνικού Κομιτάτου. Με το ψευδώνυμο «Σουρής» και έχοντας την ιδιότητα του γραμματέα και την κάλυψη του Ελληνικού προξενείου, ταξίδεψε σε ολόκληρη τη Μακεδονία συγκεντρώνοντας πολύτιμες πληροφορίες, τις οποίες μετέφερε στις ανταρτικές ομάδες κι ήταν αυτός που ενημέρωσε για τις κινήσεις και τη δράση του Βούλγαρου κομιτατζή Λεώνε, του δολοφόνου της Αικατερίνης Χατζηγεωργίου, τον οπλαρχηγό Εμμανουήλ Κατσίγαρη, στον οποίο έστειλε σημείωμα με το ακόλουθο περιεχόμενο:

«Αδελφέ Καπετάν Κατσίγαρη, Είμαι θετικά πληροφορημένος ότι ο Λεώνε ευρίσκεται εις την θέσιν «Κυπαρίσσια». Λοιπόν, αν θέλεις, τράβα. Καλήν επιτυχίαν, αδελφέ. 
Σε φιλώ, Σουρής» [1].

Στη συνέχεια βγήκε στην παρανομία με το ψευδώνυμο «Αθάλης Μπούος» και έγινε αρχηγός μονάδος ανταρτών, μιας από τις οκτώ κύριες μονάδες, που την αποτελούσαν 25 άνδρες και εγκαταστάθηκε στις ανατολικές πλαγιές του όρους Μορίχοβο προς την Καρατζόβα. Στις 30 Απριλίου ξεκαθάρισε την περιοχή του Αλιάκμονα από τους Βούλγαρους, διασφαλίζοντας την επικοινωνία των σωμάτων μες την ελεύθερη Ελλάδα και στις 3 Μαΐου, από κοινού με το σώμα των ανταρτών του Εμμανουήλ Κατσίγαρη, ενώ κατευθύνονταν προς το χωριό Προμάχοι, δέχθηκαν επίθεση από εξαρχικούς και στη συνέχεια από τον Τουρκικό στρατό, που έσπευσε για να σταματήσει την ένοπλη συμπλοκή, ενώ στη διάρκεια της μάχης, ο Σπυρομήλιος τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι κι αναγκάστηκε να πάει στη Θεσσαλονίκη, όπου παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να το φροντίσει.

Απελευθέρωση Βορείου Ηπείρου

Στις 25 Μαρτίου 1906, υπομοίραρχος της Χωροφυλακής, ίδρυσε την «Ηπειρωτική Εταιρεία» [2], ήταν ο βασικός εμπνευστής, στην οποία συμμετείχαν ακόμη, ο ταγματάρχης μηχανικού Χρήστος Μαλάμος, ο υπολοχαγός οικονομικού Χρήστος Χρόνης, ο ανθυπίλαρχος Βασί­λειος Μελάς, ο ανθυποπλοίαρχος Χαρίλαος Λιάμπεης, ο δημοσιογράφος και λογοτέχνης Χρή­στος Χρηστοβοσίλης, ο γενικός διευθυ­ντής ΣΠΑΠ Γεώργιος Δούμας, ο υφηγη­τής πανεπιστημίου Μιλτιάδης Πανταζής, ο δικηγόρος Περικλής Καραπάνος, ο δημοσιογράφος Γεώργιος Γάγαρης και ο πολιτικός Αυγερινός Αβέρωφ. Η οργάνωση είχε σκοπό να προετοιμάσει τις συνθήκες για την απελευθέρωση της περιοχής της Ηπείρου. Αμέσως μετά τη σύσταση της οργανώσεως ιδρύθηκαν τρεις διευθύνσεις του Κομιτάτου, των Ιωαννίνων, της Πρέβεζας και του Αργυροκάστρου, όπου υπήρχαν Ελληνικά προξενεία, ενώ την οργάνωση τους είχε αναλάβει απευθείας ο ίδιος. Ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος στη διαταγή του με αριθμό 88263 ανέφερε:

«...Κρίνω πολιτικώς σκόπιμον να καταληφθή το ταχύτερον  Χιμάρα και υψωθεί εκεί Ελληνική Σημαία. Προς τον σκοπόν τούτον δύνασθε να διαθέσητε  εθελοντικόν τι Σώμα αποβιβαζόμενον δια θαλάσσης εις Χιμάραν υπό την ηγεσίαν αυτού του Σπυρομήλιου. Το πράγμαν ευκταίον, αν είναι δυνατόν να γίνη μέχρις της Κυριακής, λαμβανομένου υπ’ όψη ότι η Πύλη εζήτησε απ’ ευθείας ανακωχήν, δια να διαπραγματευθή τους προκαταρκτικούς όρους της ειρήνης, συμφέρον δε έχομεν κατά την ανακωχήν ταύτην η δράσις μας να είναι γνωστόν να έχη επεκταθή μέχρι του βορείου μέρους της διεκδικήσεως μας. Μόλις αναχωρήση δια θαλάσσης δια Χιμάραν Σώμα, δύνασθε να μοι αναγγείλητε την κατάληψιν ως γενομένην ήδη, ίνα γνωσθή δημοσία δια του τύπου...». 

Στις 3 Νοεμβρίου στην Κόπραινα της Άρτας επιβιβάστηκαν στο ατμόπλοιο «Αχελώος» 200 Κρήτες εθελοντές, με προορισμό την Κέρκυρα, όπου βρίσκονταν ήδη ο Σπυρομήλιος και στις 5 Νοεμβρίου 1912, του δόθηκε εντολή να αποβιβαστεί στην Χιμάρα, με συνολικά 2.000 εθελοντές, κυρίως Χειμαρριώτες και Κρητικούς. Η απόβαση, έγινε χωρίς δυσκολία, στις 7:30 το πρωί στα Σπήλια της Χιμάρας με την υποστήριξη του ατμόπλοιου «Αχελώος» και είχε πλήρη επιτυχία. Ένα τμήμα των εθελοντών κατευθύνθηκε στον αυχένα Λογαρά, ένα δεύτερο, που το αποτελούσαν κυρίως Κρήτες, το τοποθέτησε στη νότια είσοδο προς τον Πάνορμο και το τρίτο, οι εθελοντές που είχαν καταγωγή από τη Χιμάρα, ανέλαβε να καταλάβει το Διοικητήριο στο Κάστρο της Χιμάρας. Μετά από μικρή αντίσταση στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν τρεις Τούρκοι στρατιώτες κι ένας εθελοντής από το σώμα του Σπυρομήλιου, συνελήφθησαν αιχμάλωτοι 19 Τούρκοι οπλίτες και 13 δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι στάλθηκαν στο στρατόπεδο της Κέρκυρας. Η Τουρκική φρουρά παραδόθηκε και το μεσημέρι της ίδιας μέρας, η Ελληνική σημαία υψώθηκε στο Διοικητήριο.

Απελευθερωτικό Διάγγελμα

Ο Σπυρομήλιος με προκήρυξη που εξέδωσε κήρυξε την περιοχή «...ελευθέραν ως αναπόσπαστον τμήμα της μίας και αδιαίρετου μεγάλης Ελληνικής Πατρίδος..» και ανέφερε:

«Χειμαρριώται!      
Καταλαμβάνων εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α' και της Ελληνικής Κυβερνήσεως την Επαρχίαν Χειμάρρας, κηρύσσω αυτήν ελευθέραν ως αναπόσπαστον τμήμα της μίας και αδιαιρέτου μεγάλης Ελληνικής Πατρίδος. Πληρούται ούτω ο πόθος πολλών γενεών αίτινες επότισαν την γην ταύτην με το αίμα των και προσέφερον εις την πατρίδα τας μεγαλυτέρας των θυσιών. Φέρων μεταξύ Υμών τα αγαθά της ελευθερίας, της νομίμου τάξεως και ισοπολιτείας, τρέφω την αδιάσειστον ελπίδα ότι λησμονούντες το πικρόν παρελθόν θέλετε τηρήσει απέναντι των γειτόνων υμών Μουσουλμάνων την αξιοπρεπή εκείνην στάσιν ην υπαγορεύουσιν οι νόμοι του Ελληνικού Κράτους και τα αισθήματα λαού ανδρείου και ευγενούς ως υπήρξε πάντοτε ο ελληνικός λαός. Η υπερτάτη δύναμις ήτις ιθύνει τας τύχας της ανθρωπότητος, εν τη ατελευτήτω αυτής ευσπλαχνία ηυδόκησεν ίνα τεθή σήμερον τέρμα εις τα μακραίωνα υμών δεινά και δωρήση εις Υμάς ότι επόθησαν όλοι οι γίγαντες εκείνοι οίτινες εις τον βωμόν της πατρίδος προσέφεραν θυσίαν ευπρόσδεκτον και περικαλλή, την  πολύτιμον και άληστον αυτών ύπαρξιν. Ο Ελληνικός Στρατός φέρει προς υμάς ουχί τον τρόμον του κατακτητού αλλά το χάρμα της ελευθερίας και την ένωσιν υμών μετά των λοιπών μελών της Ελληνικής οικογενείας, ίνα του λοιπού με τους αυτούς παλμούς και αγάπην περιβάλλεται την ταλαιπωρηθείσαν πατρίδα μας και με ενιαίαν εθνική ψυχή δοξάσητε τον δοτήρα παντός αγαθού προ του οποίου σήμερον εν συντριβή και ικεσία κλίνει ευγνωμονούσα και γόνυ και αυχένα ολόκληρος η Ελληνική φυλή. 
Χειμαρριώται! Με την απόλυτον πεποίθησιν ότι και τώρα όπως πάντοτε θα ταχθήτε υπό την ιεράν σημαία της Πατρίδος συναγωνιζόμενοι μετ’ εμού του φυσικού σας Αρχηγού και των υπ’ εμέ γενναίων θέλετε μετά γενναιότητος και αυταπαρνήσεως υπερασπισθή της ελευθερίαν σας εναντίον παντός εχθρού, αναδεικνυόμενοι άξιοι απόγονοι των εν Αραχώβη, Μεσολογγίω, Πέτα και λοιπά μέρη πεσόντων προγόνων σας.  
Χειμάρρα, 5–11–1912, ο Αρχηγός Σπύρος Σπυρομήλιος».

Παράλληλα σε άλλη προκήρυξη που απηύθυνε στους Μουσουλμάνους κατοίκους της περιοχής ανέφερε:

«Αδελφοί Μουσουλμάνοι,
Καταλαμβάνων εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α' και της Ελληνικής Κυβερνήσεως την Επαρχίαν Χειμάρρας, προσαρτώ αυτήν εις τας κτήσεις της Ελληνικής πατρίδος.
Αιτώ αμέσως να προσέλθητε και δηλώσητε υποταγήν, οπότε ο Ελληνικός Στρατός υπόσχεται εις Υμάς πλήρη ευνομίαν και ισοπολιτείαν ως και άπαντα τα αγαθά εκείνα άτινα εξασφαλίζουσιν εις τους πολίτας φιλελευθέρου και ευνομούμενου Κράτους, οι Νόμοι του Ελληνικού Βασιλείου. Η Θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα υμών θα ώσιν σεβαστά, όπως σεβαστά έσονται και απαραβίαστα τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας και ο προς την ζωήν και περιουσίαν σας οφειλόμενος σεβασμός. Οι γείτονες υμών Χριστιανοί θα ώσιν προς υμάς συνδεδεμένοι δι’ ειλικρινών αισθημάτων και εκτιμήσεως ίνα υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πολιτείας και του νέου καθεστώτος του δι’ υμάς από σήμερον δημιουργούμενου, διάγητε βίον αίσιον και ευτυχή. Οφείλω όμως να υπομνήσω προς πάντας ότι πάσα παράβασις των Νόμων είτε πάσα απόπειρα κατά της νομίμου τάξεως και κατά της κυριαρχίας των Ελληνικών Αρχών ας εν ονόματι του Βασιλέως και της Κυβερνήσεως μου θα εγκαταστήσω παρ’ υμίν, θα τύχει αυστηράς και αμειλίκτου τιμωρίας, ίνα μη ματαιωθεί το εκπολιτιστικόν έργον όπερ ενετάλη να φέρει μεταξύ υμών ο Ελληνικός Στρατός. Τρέφω την πεποίθησιν ότι θέλετε εισακούσει της προσκλήσεως μου ταύτης ως συμπατριώτου και ως εντολοδόχου του Ελληνικού Έθνους, μετά του οποίου συγγενικοί συνδέουσιν υμάς δεσμοί. 
Χειμάρρα, 5–11–1912, ο Αρχηγός Σπύρος Σπυρομήλιος».

Ανεξαρτησία Βορείου Ηπείρου [3]

Στις 29 του ίδιου μήνα, καθώς οι ντόπιοι Αλβανοί άρχισαν να οργανώνουν ένοπλες ομάδες, από φόβο μαζικής επίθεσης, του δόθηκε διαταγή να εγκαταλείψει την περιοχή της Χιμάρας, όμως, δεν την εκτέλεσε και παρέμεινε στην περιοχή, οργανώνοντας με επιτυχία την άμυνα της. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αν και αρχικά είχε συμφωνήσει με το σχέδιο καταλήψεως της Αυλώνος, στις 2 Μαρτίου με τηλεγράφημά του, διέταξε τον Σπυρομήλιο να μην προελάσει προς την πόλη, ενώ στις 5 Μαρτίου γνωστοποίησε στο διάδοχο Κωνσταντίνο, που βρισκόταν στα Ιωάννινα, τις ανησυχίες της Ιταλίας περί της επικείμενης κατακτήσεως της Αυλώνας από τον ελληνικό στρατό και ακολούθησε διαταγή του πρωθυπουργού στον Σπυρομήλιο να μην καταλάβει την πόλη.

Οι «Μεγάλες Δυνάμεις» αποφάσισαν στο Λονδίνο την δημιουργία Αλβανικού Κράτους στις 29 Ιουλίου 1913, χωρίς όμως να καθορίσουν τα σύνορά του, ώστε να μετριάσουν, να περιορίσουν και να απορροφήσουν την ελληνική αντίδραση. Η Αθήνα ζήτησε αμέσως Δημοψήφισμα των ντόπιων πληθυσμών, όμως κάτι τέτοιο δεν συνέφερε στους ξένους, καθώς θα αποδεικνύονταν η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού στοιχείου. Η «Διεθνής Επιτροπή» που συγκροτήθηκε αποφάσισε στις 17 Δεκεμβρίου 1913 στη Φλωρεντία, με την εμμονή των κρατών Αυστρίας, Ιταλίας και Γερμανίας, την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στο νεοσύστατο Αλβανικό κράτος. Στις 27 Ιανουαρίου 1914 απέστειλε τηλεγράφημα διαμαρτυρίας στην ελληνική κυβέρνηση τονίζοντας τη δυσαρέσκεια των Βορειοηπειρωτών για την απόφαση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να τους εγκαταλείψει και να τους παραδώσει στο αλβανικό κράτος. Στις 30 Ιανουαρίου 1914 συνήλθε Πανηπειρωτικό Συνέδριο στο Αργυρόκαστρο, όπου αποφασίστηκε η Επανάσταση της Βορείου Ηπείρου, ενώ στις 31 Ιανουαρίου οι Μεγάλες Δυνάμεις, με διακοίνωση τους προς την Ελληνική κυβέρνηση, έθεσαν το ζήτημα της κατοχυρώσεως των νησιών του Αιγαίου Πελάγους στην Ελλάδα, πλην Ίμβρου, Τενέδου και Καστελόριζου, με τα Δωδεκάνησα να παραμένουν υπό Ιταλική Κατοχή εάν απομάκρυνε τον Ελληνικό Στρατό από τη Βόρεια Ήπειρο. Την πρόταση αποδέχθηκε ο πρωθυπουργός Βενιζέλος, ζητώντας εγγυήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων, ενώ διέταξε το στρατό να αποχωρήσει, αφήνοντας την επίβλεψη της ασφάλειας των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου σε Ολλανδούς και Αλβανούς στρατιωτικούς.

Η αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού θα ξεκινούσε την 1η Μαρτίου 1914 και θα ολοκληρωνόταν στις 31 του ίδιου μήνα, όμως ο Σπυρομήλιος δεν εκτέλεσε την διαταγή της αποχώρησης και στις 9 Φεβρουαρίου 1914, ανακήρυξε την αυτονομία της περιοχής, ενώ οργάνωσε τοπικές ένοπλες ομάδες, τους λεγόμενους «Ιερούς Λόχους». Στις 10 Φεβρουαρίου η «Οργανωτική Επιτροπή» κήρυξε τη Βόρεια Ήπειρο, Αυτόνομη Πολιτεία, ενώ την ίδια ημέρα ο διοικητής του Ε' Σώματος Στρατού, Αναστάσιος Παπούλας, διέταξε τον αντισυνταγματάρχη Δούλη να συλλάβει το Σπυρομήλιο, ο οποίος με τηλεγράφημα του στους Μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως Βασίλειο και Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνα ανέφερε:

«....Προς Πρόεδρον Συνελεύσεως. Στρατηγός (εννοεί τον Αναστάσιο Παπούλα) έρχεται Αργυρόκαστρον αύριον εξ Ιωαννίνων όπως φυλακίσει υμάς STOP. Έδωσεν διαταγήν συλλήψεως και ματαιώσεως ανταρσίας STOP. Εκκένωσις αρχίζει εκ Κορυτσάς 16 (σ.σ. Φεβρουαρίου) STOP. Αύριο πρωί κηρύξατε αυτονομίαν. Πράττω ίδιος. Σπυρομήλιος».

Στις 9 Φεβρουαρίου 1914 ο Σπυρομήλιος καταλύει τις ελληνικές αρχές και κηρύσσει την Χιμάρα αυτόνομη, εκδίδοντας την ιστορική προκήρυξη:

«...Όταν παν ιερόν και όσιον ποδοπατείται, όταν ο πολιτισμός του 20ου αιώνος μετατρέπεται σε αγριότητα προϊστορικών εποχών και η δουλεμπορία ανυψούται εις έργον φιλάνθρωπον, μόνον και μόνον δια να εξυπηρετηθώσι συμφέροντα και επιβληθή η βία των ισχυρών, οι λαοί οι υφιστάμενοι τοιαύτην κατάπτυστον αδικίαν είναι κύριον να προτιμήσωσιν τον θάνατον. Η Ήπειρος, Ελληνική από αρχαιοτάτης εποχής, η Ήπειρος από έτους ηνωμένη μετά του Ελληνικού κράτους, η Ήπειρος πωλείται ως δούλη εις τους Τουρκαλβανούς, οίτινες δεν γνωρίζουσι ούτε δύνανται να προσδιωρίσωσι την εθνικότητα των και οι οποίοι σήμερον εξαπατώνται ίνα γίνωσι, μετ’ ολίγον, υποχείριον, ομού με τους Ηπειρώτας εις τας αρπακτικάς διαθέσεις των ισχυρών. Η Ήπειρος διαμαρτύρεται και κηρύσσει ότι δεν ανέχεται τοιαύτην δουλεία και αν η Μητέρα Ελλάδα δεν δύναται να την υπερασπίση ούτε θα υποδουλωθεί πάλιν ούτε τον εθνισμό της σκέπτεται να απωλέση. Δεν ενωνόμεθα με την Ελλάδα; Δεν θα αποτελέσωμεν όμως και τμήμα του αλβανικού Βασιλείου. Θα μείνωμεν Έλληνες έχοντες την θρησκείαν, τα γράμματα και την γλώσσα των πατέρων μας.
Εν ονόματι του Πανηπειρωτικού Συνεδρίου, ου αποφάσεις παμψηφών, κηρύσσω την επαρχίαν της Χειμάρρας ηνωμένην μετά της άλλης αδικουμένης Ηπείρου υπό την Κυβέρνησιν της Αυτονόμου Ηπείρου και καλώ τους πατριώτας μου να ταχθώσι υπό την υπηρεσίαν της. Οι Μουσουλμάνοι οι οποίοι τυχόν δεν αναγνωρίζουσι το νέον καθεστώς δύνανται ελεύθεροι και εντός τεσσάρων ημερών να αποχωρήσωσι μετά των πραγμάτων τους, αυτοί δε οίτινες θα το αναγνωρίσωσι, θα μείνωσι έχοντες τα αυτά με ημάς δικαιώματα. Ημείς δεν λησμονούμεν ότι ήσαν αδελφοί ημών, οίτινες αλλαξοπίστησαν, έτι δε ως Έλληνες δεν μνησικακούμεν δι’ όσα διέπραξαν εναντίον ημών. Αι Ελληνικαί αρχαί καταργούνται και αυταί αι οποίαι ελειτούργουν μέχρις σήμερον θα λειτουργούσι εν ονόματι της Αυτονόμου Ηπείρου. Ο Ελληνικός Στρατός ο οποίος πρόκειται αποχωρήσει, θα θεωρείται πάντοτε ο εθνικός ημών στρατός, ον θα περιμένωμεν ως ελευθερωτήν. Οι αξιωματικοί και οι στρατιώται οίτινες επολέμησαν μεθ’ ημών για τα Ακροκεραύνεια και την Ήπειρον, είναι ελεύθεροι να εκλέξωσι μεταξύ του καθήκοντος της πειθαρχίας και του εθνικού. Δύνανται να μας βοηθήσωσι αλλά δύνανται και να μας φονεύσωσι. Ποτέ όμως δεν θα δεχθώμεν να μας παραδώσουσι δεσμώτας εις τους Αλβανούς. 
Σας εξορκίζω Χειμαρριώται να πειθαρχήτε εις τον Αρχηγόν υπακούοντες εις την Αυτόνομον Ήπειρον. Επικαλούμαι την βοήθειαν του Θεού και την ανεγνωρισμένην ανδρεία υμών.
Ζήτω ο Ελληνισμός! Ζήτω η Αυτόνομος Ήπειρος! 
Ο Αρχηγός Σπήρος Σπυρομήλιος».

Στο Πανηπειρωτικό Συνέδριο που συγκλήθηκε στο Δέλβινο για την έγκριση και κύρωση του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, που υπογράφηκε στις 4 Μαΐου ή 17 Mαΐου 1914 με το νέο ημερολόγιο και προέβλεπε την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου, οι αντιπρόσωποι της Xιμάρας και ο Σπυρομήλιος, αρνήθηκαν να προσυπογράψουν και ύψωσαν Ελληνική σημαία. Παράλληλα με πρωτοβουλία του Σπυρομήλιου, κοινοποίησαν στους υπόλοιπους συνέδρους σπροκήρυξη, που ανέφερε τη βούληση των Χειμαρριωτών να μείνουν πιστοί στην απόφαση του Α΄ Πανηπειρωτικού Συνεδρίου στο Αργυρόκαστρο, η οποία ήταν ή πλήρης αυτονομία ή καταστροφή και στη συνέχεια οι αντιπρόσωποι αποχώρησαν από τη συνεδρίαση της Συντακτικής Συνέλευση, ζητωκραυγάζοντας υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα. Στο επόμενο χρονικό διάστημα οι Χειμαρριώτες δέχθηκαν συνδυασμένες επιθέσεις από τη νεοσύστατη αλβανική χωροφυλακή καθώς και Αλβανούς ατάκτους, οι κυριότερες έλαβαν χώρα στην περιοχή μεταξύ των χωριών Βούνου-Πηλιουρίου-Κηπαριού-Κουδεσίου, Παλιάσας-Δρυμάδων και στα χωριά Κούτσι, Τσοράϊ και Μπόρσι, ενώ η σημαντικότερη μάχη διεξήχθη στο Πήλιουρι στις 9 Απριλίου 1914, τις οποίες απέκρουσαν με επιτυχία.

Στις 28 Μαΐου 1914, διεξήχθη συζήτηση στο ελληνικό Κοινοβούλιο επί των άρθρων του νομοσχεδίου σχετικά με την παραχώρηση του νησιού Σάσων στην Αλβανία, ο Σπυρομήλιος επιτέθηκε σφοδρά στον Ελευθέριο Βενιζέλο για τη θέση του στο επί του Βορειοηπειρωτικό και την επιλογή του να παραδώσει τη Βόρεια Ήπειρο στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος κι έκανε λόγο για εκχώρηση της Σάσωνος στην Αλβανία, μετά από εντολή της ιταλικής κυβερνήσεως. Κλείνοντας, απηύθυνε έκκληση στους βουλευτές να μην ψηφίσουν υπέρ της παραχωρήσεως της Σάσωνος κι ανέφερε ότι η προσπάθεια ελληνοποιήσεως της Αλβανίας μέσω της αλβανοποιήσεως των Ελλήνων αποτελούσε ουτοπικό εγχείρημα. Στις 24 Οκτωβρίου 1914 έγινε η δεύτερη είσοδος του Ελληνικού Στρατού και η παράδοση της εξουσίας από την Κυβέρνηση Βορείου Ηπείρου και στα τέλη 1915 αρχές 1916 οι Βορειοηπειρώτες Βουλευτές συμμετείχαν στην Ελληνική Βουλή, ενώ τον Μάρτιο του 1916 με Βασιλικό Διάταγμα κηρύχθηκε επίσημως στην Αθήνα η Ένωση της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα.

Πολιτική δράση

Στις 25 του Ιουνίου 1909, στο σπίτι του υπολοχαγού Χρήστου Χατζημιχάλη, συνεδρίασαν 161 εκλεγμένοι εκπρόσωποι αξιωματικών, μέλη της οργανώσεως «Στρατιωτικός Σύνδεσμος», για να εκλέξουν ηγεσία. Η συνέλευση εξέλεξε Διοικούσα Επιτροπή εννέα μελών, που την υποστήριζαν έξι επιπλέον μέλη, μεταξύ τους και ο Σπύρος Σπυρομήλιος, ο οποίος στις 14 Αυγούστου 1909, επικεφαλής 65 χωροφυλάκων, από κοινού με το Νικόλαο Ζορμπά, που ήταν επικεφαλής 450 αξιωματικών και 2.500 στρατιωτών, κατέλαβαν τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις της φρουράς των Αθηνών στου Γουδή.

Tο 1910 εκλέχθηκε βουλευτής Άρτας και στο Γ' Πανελλήνιο Συνέδριο Γεωργίας, Bιομηχανίας και Eμπορίου, που έγινε στον Bόλο, στα μέσα Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, είπε για το θέμα των απαλλοτριώσεων,

«...O κατακτητής εσεβάσθη τα έθιμα των τσιφλικίων, ως νόμους ιερούς. Kαι κατ' αυτά, πλην των άλλων, δεν επιτρέπεται η ερήμωσις χωρίων δι' εξώσεως. H δε συνθήκη περί προσαρτήσεως της Θεσσαλίας και της Άρτας απηγόρευσε την μεταβολήν των εθίμων τούτων άνευ νόμου γενικού. Mετά την προσάρτησιν όμως οι τσιφλικιούχοι εμπνέοντες τας εκάστοτε κυβερνήσεις και χρησιμοποιούντες, πλην άλλων, τους χωροφύλακας, τας λόγχας, τας συλλήψεις, τας φυλακίσεις των κολίγων, υπεχρέωσαν πολλούς εξ αυτών να συντάξωσι συμβόλαια απολύτου κυριότητος...». 

Ο Bενιζέλος, που προεκλογικά είχε αποκλείσει με κατηγορηματικό τρόπο τις απαλλοτριώσεις, αναγκάστηκε να τροποποιήσει το άρθρο 17 του Συντάγματος, ώστε ν' ανοίξει ο δρόμος για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις. Την περίοδο του εθνικού διχασμού η περιοχή της Χιμάρας, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της Βορείου Ηπείρου, πλην της Κορυτσάς που προσχώρησε στους οπαδούς του Βενιζέλου, κατελήφθη από τον ιταλικό στρατό.

Το Μάιο του 1915 εξελέγη βουλευτής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο κι ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα, ενώ τον αυτονομιστικό αγώνα συνέχισε ο αδελφός του Νίκος Σπυρομήλιος. Στις 6 Δεκεμβρίου 1915 έγιναν εκλογές, μετά την παραίτηση της κυβερνήσεως Βενιζέλου ο οποίος απείχε από τις εκλογές, οι βουλευτές της Βορείου Ηπείρου έγιναν δεκτοί στο ελληνικό Κοινοβούλιο από την κυβέρνηση του Στέφανου Σκουλούδη. Στο νομό Αργυροκάστρου εκλέχθηκαν βουλευτές οι Δημήτριος Δούλης, Σπύρος Σπυρομήλιος, Πέτρος Ζάππας, Κυριάκος Κυρίτσης, Χρήστος Γιόσκας, Δημήτριος Παπούλας, Θεμιστοκλής Αδαμίδης, Βασίλειος Σωτηριάδης, και Θεμιστοκλής Μπαμίχας, ενώ στο νομό Κορυτσάς οι Ιωάννης Αδαμίδης, Κωνσταντίνος Σκενδέρης, Δ. Ζήκος, Σ. Χαρισιάδης, Κωνσταντίνος Πολένας και Ευκλείδης Σώμος.

Το τέλος του

Ο Σπυρομήλιος αποστρατεύθηκε το 1926 με το βαθμό του Συνταγματάρχη και τέθηκε τιμητικά σε πολεμική διαθεσιμότητα. Μετά το θάνατό του, η Ελληνική κυβέρνηση, με εντολή του τότε αρμοδίου υπουργού Εξωτερικών Βύρωνα Καραπαναγιώτη ζήτησε, μέσω του Έλληνα πρεσβευτή στα Τίρανα, να δοθεί άδεια προκειμένου να ταφεί η σορός του Σπυρομήλιου στη γενέτειρα του, όπως ήταν η τελευταία του επιθυμία, όμως οι Αλβανικές αρχές αρχές απέρριψαν το αίτημα για λόγους δημοσίας τάξεως και ασφαλείας. Το αρχοντικό της οικογένειας που, αν και εγκαταλελειμμένο στις μέρες μας, αποτελεί ένα από τα κύρια αξιοθέατα της Χειμάρρας, με απόφαση των απογόνων του διατίθεται προς πώληση από το 2013, με τη διαμεσολάβηση κτηματομεσιτικού γραφείου της Αλβανίας, αντί ποσού 110.000 ευρώ.

Συγγραφικό έργο

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές