Λεωνίδας Α'

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Λεωνίδας ο Α', Έλληνας θρυλικός βασιλιάς της αρχαίας Σπάρτης από τη δυναστεία των Αγιαδών και απόγονος του μυθικού ήρωα Ηρακλή, όπως όριζε ο Σπαρτιατικός Νόμος για την Καταγωγή των Βασιλέων της πόλεως, ο Έλληνας Ήρωας που το όνομά του ταυτίστηκε με την πλέον ιδιόμορφη μάχη της αρχαιότητας, γεννήθηκε περί το 540 π.Χ. και σκοτώθηκε στις 11 Αυγούστου του 480 π.Χ., στη Μάχη των Θερμοπυλών. Τα οστά του το 440 π.Χ., μεταφέρθηκαν και τάφηκαν στη Σπάρτη. Παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο με μια γυναίκα που το όνομα της παραμένει άγνωστο, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 490 π.Χ., παντρεύτηκε τη Γοργώ, την κόρη του αδελφού του Κλεομένη και απέκτησαν ένα γιο, τον Πλείσταρχο.

Λεωνίδας της Σπάρτης
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος
Έναρξη Θητείας: έτος 488 π.Χ.
Λήξη θητείας: 11 Αυγούστου 480 π.Χ.
Προκάτοχος
Διάδοχος

Βιογραφία

Ήταν ο τριτότοκος από τέσσερις γιους, από τον πρώτο γάμο του Αναξανδρίδα ή Αλεξανδρίδα, ο οποίος πιστευόταν πως ήταν απόγονος του Ηρακλή, η μητέρα του Λεωνίδα δεν είναι γνωστή και τα άλλα αδέλφια του ήταν ο Δωριέας, ο Λεωνίδας και ο Κλεόμβροτος. Ανέβηκε στο θρόνο το 488 π.Χ. και διαδέχθηκε τον Κλεομένη Α', ετεροθαλή αδελφό του και γιο του πατέρα του από τον δεύτερο γάμο του, ο οποίος εξορίστηκε, πριν καταλήξει να πεθάνει φυλακισμένος στη Σπάρτη, ενώ ο Δωριέας είχε σκοτωθεί στη Σικελία, οδηγώντας μια ομάδα μισθοφόρων. Ήταν ένας από τους δύο βασιλείς, κατά το σύστημα της δυαδικής βασιλείας που ίσχυε στη Σπάρτη, ο άλλος ήταν ο Λεωτυχίδης Β', και ζήτησε να πάρει μέρος στη Μάχη των Θερμοπυλών, υπακούοντας σ' ένα χρησμό του μαντείου των Δελφών, στο ξεκίνημα του πολέμου, που έλεγε, «Η πόλη της Σπάρτης θα σβηστεί από το χάρτη ή θα θρηνήσει τον βασιλιά της».

Όταν οι έφοροι, αιρετό πενταμελές διοικητικό σώμα της αρχαίας Σπάρτης με ετήσια θητεία, του είπαν ότι είχε λίγους πολεμιστές, απάντησε, «Αρκετούς όμως για την επιχείρηση, προς την οποία πηγαίνουμε» και στην παρατήρηση τους, «Μήπως έχεις αποφασίσει κάτι άλλο από το να εμποδίσεις το πέρασμα στους βαρβάρους;», απάντησε, «Στα λόγια όχι, στην πράξη το να πεθάνω για την Ελλάδα», ενώ σε άλλους που είχαν την ίδια άποψη απάντησε, «Στην πραγματικότητα, φέρνω πολλούς, εφόσον πρόκειται να πεθάνουν», θεωρώντας τη Σωτηρία της Σπάρτης, ταυτόσημη με την Ελευθερία της Ελλάδος. Αναχωρώντας για την μάχη έδωσε την ακόλουθη εντολή στη γυναίκα του Γοργώ, «...αγαθόν γαμείν και αγαθόν τίκτειν..», δηλαδή, «..όταν μάθεις πως πέθανα, θα βρεις ένα υγιή σύζυγο να κάνεις γερά παιδιά...».

Η στάση της ζωής του αποτελεί παράδειγμα αυταπαρνήσεως, ηρωϊσμού και φιλοπατρίας, ενώ είχε ταχθεί υπέρ μίας Ενωμένης Ελλάδος, και πρέσβευε την ενιαία άμυνα της. Στη Σπάρτη βρέθηκε το άγαλμα του, ένας πολεμιστής χωρίς μουστάκι, με περικεφαλαία Αττικού τύπου, έργο των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ. και από τη στάση του σώματος μπορούμε να συμπεράνουμε ότι κρατούσε στο αριστερό χέρι ανασηκωμένη ασπίδα, ενώ στο δεξί είχε ανυψωμένο το δόρυ. Το άγαλμα ταυτίστηκε με το Λεωνίδα, αν και δεν υπήρχε επιγραφή που να το αποδεικνύει.

Η μάχη στις Θερμοπύλες

Η Μάχη των Θερμοπυλών, που περιγράφεται αναλυτικά από τον Ηρόδοτο και τον Διόδωρο, έγινε τον Αύγουστο του 480 π.Χ. κι ακολούθησε τη μάχη του Μαραθώνα, ενώ χρονικά προηγήθηκε της Ναυμαχίας της Σαλαμίνος και της μάχης των Πλαταιών, που ήταν η τελευταία σύγκρουση των Περσικών πολέμων. Ανέλαβε την ηγεσία σ' ένα σώμα τριακοσίων Σπαρτιατών που το αποτελούσαν 150 από τους καλύτερους κι 150 νέοι, καθώς και του συμμαχικού στρατού των Ελληνικών πόλεων, μεταξύ τους 500 οπλίτες από την Τεγέα, 500 Μαντινείς, 120 Αρκάδες Ορχομενίους και 1.700 περίπου άλλους πολεμιστές, συνολικά περί τις επτά χιλιάδες οπλίτες και κατάφερε να τους κρατήσει ενωμένους και να παραμερίσουν τις διαφορές τους. Κριτήριο επιλογής των Ομοίων [1], των Σπαρτιατών που σχημάτιζαν τη Φρουρά του, ήταν η μαχητικότητα, η στρατιωτική πειθαρχία και αν είχαν προσφέρει αρσενικό απόγονο στη Σιδερένια Πολιτεία. Η στρατιωτική του ευφυΐα έγινε εμφανής στις Θερμοπύλες με το τρόπο που παρέταξε τα στρατιωτικά τμήματα και με τη ταχύτητα με την οποία τα ενάλλασσε στο πεδίο της μάχης. Όταν ο Ξέρξης του απέστειλε αγγελιαφόρο και του ζήτησε να παραδώσει τα όπλα και να παραδοθεί, του απάντησε «Μολών λαβέ», δηλαδή «Έλα να τα πάρεις».

Στις δύο πρώτες μέρες της μάχης, είχαν σκοτωθεί πεντακόσιοι Έλληνες και δέκα οχτώ χιλιάδες Πέρσες. Πριν την τρίτη και τελευταία μέρα της μάχης, αφού περίμενε μάταια ενισχύσεις από τη Σπάρτη, διέταξε τους συμμάχους να φύγουν προκειμένου να αποφύγει μια μάταιη σφαγή και οχυρώθηκε στις Θερμοπύλες, επικεφαλής 300 Σπαρτιατών και 700 Θεσπιέων, οι οποίο είχαν επικεφαλής το Δημόφιτο και δεν υπάκουσαν [2] στην προτροπή του να φύγουν κάνοντας αναφορά στον ημίθεο Ηρακλή, τον κοινό πρόγονο τους, ενώ μαζί τους έμεινε και ο μάντης Μεγιστίας. Λέγεται ότι παρήγγειλε στους στρατιώτες του να τελειώσουν γρήγορα το πρωινό τους, διότι θα δειπνούσαν στον Άδη κι έπεσε μαχόμενος κατά των Περσικών και μισθοφορικών δυνάμεων που τους ενίσχυαν, μετά από προδοσία του Εφιάλτη, ο οποίος, για να εκδικηθεί τον Λεωνίδα που είχε απορρίψει στη συμμετοχή του στην εκστρατεία, οδήγησε τις Περσικές δυνάμεις, μέσα από απρόσιτα μονοπάτια των βουνών της περιοχής, στα νώτα της Φάλαγγας. Ο Εφιάλτης βρήκε το θάνατο στην Αντίκυρα, δύο χρόνια μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, από το χέρι του Αθηνάδη.

Έδωσε την ενδοξότερη στην ιστορία απάντηση ηγέτη, κατά τον Πλούταρχο, ενώ η θυσία του αποτελεί σύμβολο πατριωτικής αυτοθυσίας. Πολέμησε στην πρώτη γραμμή της Φάλαγγας της Λακεδαίμονας και στην αντεπίθεση των Ελλήνων, λέγεται πως έφτασε μέχρι τη σκηνή του Ξέρξη καθώς σκοτώθηκε επικεφαλής των πολεμιστών του. Οι Έλληνες πολεμιστές, όσοι είχαν απομείνει, περικύκλωσαν το σώμα του για να το προφυλάξουν από τον εχθρό, ενώ οι Πέρσες επιδίωξαν να το πάρουν ως τρόπαιο και σ' αυτή την προσπάθεια, έχασαν τη ζωή τους και οι δύο αδελφοί του Ξέρξη. Η προσπάθεια ήταν λυσσαλέα και σύμφωνα με όσα περιγράφει ο Ηρόδοτος, οι Έλληνες αμύνονταν «...μαχαίρησι, τοίσι αυτών ετύγχανον έτι περιέουσαι και χερσί και στόμασι..», δηλαδή «..με τα μαχαίρια που μερικοί έτυχε να έχουν, με τα χέρια και τα στόματά τους..». Μετά τη μάχη και την έως ενός εξόντωση των Ελλήνων πολεμιστών, ο Πέρσης βασιλιάς, διέταξε τους ευνούχους δούλους να αποκεφαλίσουν το σώμα του Λεωνίδα και να παλουκώσουν το κεφάλι του.

Τιμές

Η αποφασιστικότητα, η έλλειψη φόβου και η ανδρεία του Λεωνίδα, έκαμψε το φρόνημα της Περσικής αυτοκρατορίας και η θυσία του έγινε διαχρονικό σύμβολο και στη θέση που έπεσαν, ο Λεωνίδας και οι συμπολεμιστές του, στήθηκε μνημείο, στο οποίο υπάρχει χαραγμένο επίγραμμα του Σιμωνίδη, «Ὦ ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα, τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι», [«Ξένε, πες στους Λακεδαιμόνιους ότι κειτόμεθα εδώ, πιστοί στους νόμους τους», εννοώντας, «Πεθάναμε εδώ ακολουθώντας τις σπαρτιατικές παραδόσεις»].

Στη μνήμη του στήθηκε στις Θερμοπύλες, ένας πέτρινος λέοντας για να θυμούνται όλοι το όνομα του βασιλιά που θυσιάστηκε. Στην ελληνιστική περίοδο οι Σπαρτιάτες ανήγειραν ναό, που τον ονόμασαν «Λεωνιδαίο», και καθιέρωσαν μια ετήσια γιορτή, τα «Λεωνίδαια». Η γιορτή ατόνησε, με την παρακμή της Σπάρτης, όμως αναβίωσε την εποχή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού, που για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καθώς εκείνη την περίοδο είχε ξεκινήσει ο πόλεμος μεταξύ της Ρώμης και των Πάρθων, συνεχιστές του κράτους των Περσών, ήθελε να θυμίσει την ηρωική στάση των Ελλήνων στους Περσικούς πολέμους, ενώ ο Ρωμαίος ευγενής Γάιος Ιούλιος Αγησίλαος, έκανε οικονομική δωρεά στην εορτή.

Η απεικόνιση του στα αγάλματα, βασίστηκε σε αναπαράσταση πολεμιστή που ανακάλυψε η Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή το 1920 και ταυτίστηκε με το βασιλιά Λεωνίδα. Το Ελληνικό κράτος έχει αναγείρει μνημείο-τύμβο, το Λεωνιδαίο, ένα οικοδόμημα με μορφή ναού που περιλαμβάνει το κενοτάφιο του, που βρίσκεται στο κέντρο της Σπάρτης δίπλα στην εκκλησία του Οσίου Νίκωνος και είναι το σημείο τερματισμού του αγώνα δρόμου «Σπάρταθλον», καθώς και άγαλμα-μνημείο στο χώρο που έγινε η μάχη, στην περιοχή των Θερμοπυλών. Στο βάθρο του υπάρχει ορειχάλκινο άγαλμα του Λεωνίδα, με δόρυ και ασπίδα, το περιβάλλουν δύο αγάλματα, αναπαραστάσεις του Πάρνωνα και του Ταΰγετου, ενώ στη βάση του είναι τοποθετημένη η επιγραφή «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ». Το μνημείο ανεγέρθηκε το 1955 και είναι δημιουργία του γλύπτη Βάσου Φαληρέα. Το μνημείο περατώθηκε με μέριμνα του τότε προέδρου της οργάνωσης ΑΧΕΠΑ Χάρη Μπούρα και με δαπάνη 300 Ελληνοαμερικανών, όμως αρχικά, ήταν πρωτοβουλία και είχε παραγγελθεί από έναν ομογενή, ονόματι Δούσμανη, αλλά λόγω του πολέμου καθυστέρησε, ενώ στο μεταξύ, ο Δούσμανης πέθανε. Σε διπλανό χώρο λειτουργεί το «Καινοτομικό Κέντρο Ιστορικής Ενημέρωσης», το οποίο λειτουργεί με ευθύνη του Δήμου Λαμιέων, όπου δεν εκτίθενται αρχαία ευρήματα, αλλά χρησιμοποιείται η τεχνολογία, για να αφηγηθεί την ιστορία του. Το κτίριο, με επιφάνεια 880 m2 στο ισόγειο και 70 m2 στο υπόγειο, έχει μορφή αιχμής δόρατος, που είναι στραμμένη προς την κατεύθυνση απ’ όπου ήρθαν οι Πέρσες. Καλύπτει εκπαιδευτικούς σκοπούς και αναλύσεις της στρατηγικής και ιστορικής σημασίας των Θερμοπυλών, περιλαμβάνει αίθουσες τρισδιάστατων προβολών, καθώς και αίθουσες σεμιναρίων και διαλέξεων.

Συμβολισμός

Η θυσία του άλλαξε τη ροή της ευρωπαϊκής ιστορίας, σύμφωνα με Ευρωπαίους ιστορικούς, καθώς κατέρριψε το μύθο του ανίκητου αντιπάλου και εμψύχωσε την αντίσταση των Ελληνικών πόλεων, ενώ απέτρεψε την αμαχητί παράδοση τους. Παράλληλα αποτέλεσε παράδειγμα, που χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες χρονικές περιόδους της ιστορίας των λαών. Οι αρχαίοι Έλληνες τη χρησιμοποίησαν για να εναντιωθούν στην επέκταση του Μακεδονικού βασιλείου, οι Ρωμαίοι όταν πολεμούσαν λαούς της Ασίας, ο Ναπολέων Βοναπάρτης πριν τη μάχη στο Βατερλώ, και οι Ιρλανδοί στον αγώνα τους για την ανεξαρτησία, στη Γαλλική Επανάσταση την επικαλέστηκαν οι επαναστάτες για να συμβολίσουν την πάλη μεταξύ των αριστοκρατικών και των δημοκρατικών δυνάμεων, οι νεότεροι Έλληνες στην επανάσταση του 1821 κι αργότερα στην εισβολή των δυνάμεων του Άξονα στην Ελλάδα. Η Γερμανική αεροπορία κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο διέθετε μια ομάδα πιλότων αυτοκτονίας, κάτι σαν τους καμικάζι των Ιαπώνων, που ονομαζόταν «Λεωνίδας».

Πολλοί καλλιτέχνες, σημαντικοί ή λιγότερο γνωστοί, εμπνεύστηκαν από το Λεωνίδα και γύρισαν κινηματογραφικές ταινίες, όπως «The 300 Spartans» το 1962, του Πολωνού σκηνοθέτη Ρούντολφ Μάτε, το κόμικς «300» τoυ Αμερικανού σχεδιαστή Φρανκ Μίλλερ, που γυρίστηκε ταινία το 2006, με το όνομα «300», από τον Αμερικανό σκηνοθέτη Ζακ Σνάιντερ ή ζωγράφισαν πίνακες, ενώ αρκετοί συγγραφείς, όπως, ο Ιταλός έμπορος και περιηγητής Κυριάκος Αγκωνίτης, ο Ιταλός Λουίτζι Αλαμάνι, ο Σκωτσέζος ιστορικός και λόγιος Τζωρτζ Μπιουκάναν, η «Ασπίδα της Σπάρτης» του Ιταλού αρχαιολόγου Μάσιμο Μανφρέντι, «Πύλες της Φωτιάς» του Αμερικανού συγγραφέα Στήβεν Πρέσφιλντ, έγραψαν βιβλία με θέμα τον ηρωισμό του και την αυτοθυσία του. Θεατρικοί συγγραφείς, όπως οι Άγγλοι Τόμας Σάουθερν και Χένρυ Περσέλ, έγραψαν θεατρικά έργα που παραστάθηκαν στις χώρες τους.

Εσωτερική αρθρογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [«Όμοιοι» ονομάζονταν οι Σπαρτιάτες πολίτες με ίσα δικαιώματα, σε αντίθεση με τους «Μόθακες», εκείνους που δεν μπορούσαν να είναι όμοιοι και συνήθως ήταν παιδιά από την ένωση ενός Σπαρτιάτη και μίας ξένης ή κάποιας γυναίκας από την τάξη των ειλώτων]
  2. [«...Θεσπιέες δὲ ἑκόντες μάλιστα, οἳ οὐκ ἔφασαν ἀπολιπόντες Λεωνίδην καὶ τοὺς μετ' αὐτοῦ ἀπαλλάξεσθαι, ἀλλὰ καταμείναντες συναπέθανον• ἐστρατήγεε δὲ αὐτῶν Δημόφιλος Διαδρόμεω...»] Ἡρόδοτος, 7, 222, 6