Μανιχαϊσμός

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο μανιχαϊσμός, [Μάνι Χαβί=ο Μάνης ζει στα περσικά, σχετίζεται ετυμολογικά με την λέξη Μάνης -το όνομα του ιδρυτή του], είναι γνωστικό [1] θρήσκευμα του μεσανατολικού χώρου, ανάμειξη της χριστιανικής διδασκαλίας με στοιχεία του Ζωροαστρισμού, του Βουδισμού, του Γνωστικισμού και του Χριστιανισμού, στοιχεία από ορισμένες άλλες θρησκείες ανατολικών λαών. Υπήρξε αίρεση του Χριστιανισμού η οποία ταλάνισε την Εκκλησία κατά τούς πρώτους αιώνες μετά την ίδρυσή της και στις μέρες μας θεωρείται ως πρόδρομος του Οικουμενισμού [2]. Δημιουργήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ., με ηγήτορα του τον Πέρση ευγενή και θρησκευτικό μεταρρυθμιστή Μάνη, ή Μανιχαίο (216-277). Περιγράφεται ως «..εναλλακτική χριστιανική εκκλησία, η οποία υπήρξε για περισσότερα από χίλια χρόνια με οπαδούς σε χώρες που εκτείνονται από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό». Πολλοί οπαδοί του μανιχαϊσμού στην διαδρομή της ζωής τους αναδείχθηκαν διαπρεπείς χριστιανοί θεολόγοι, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Άγιο Αυγουστίνο (354-430) Επίσκοπο Ιππώνος στην Αφρικανική ήπειρο, που υπήρξε μανιχαίος ακροατής για περισσότερα από εννιά χρόνια πριν γίνει δραστήριος συγγραφέας και στη συνέχεια θηρευτής αιρέσεων της Χριστιανικής εκκλησίας.

Μανιχαϊσμός

Ορισμός

Σύμφωνα με τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ο μανιχαϊσμός είναι θρησκεία, που ιδρύθηκε τον 3ο αιώνα μ. Χ., η οποία δέχεται την ύπαρξη δύο ανταγωνιστικών στοιχείων, του φωτός και του σκότους, του καλού και του κακού. Ο μανιχαϊσμός στηρίχτηκε στο Χριστιανισμό και σε ορισμένες θρησκείες ανατολικών λαών. Παράλληλα, ο Τριανταφυλλίδης αναφέρει ως μανιχαϊσμό το χαρακτηρισμό κάθε δυϊστικής θεωρίας ή διδασκαλίας ή και κάθε απόψεως που δέχεται ότι υπάρχει μόνο το καλό ή το κακό, το δίκαιο ή το άδικο, αποκλείοντας οτιδήποτε άλλο.

Ιστορική αναδρομή

Ο Μανιχαϊσμός, μία από τις γνωστικές σέκτες η μεγαλύτερη δυϊστική θρησκεία και μία από τις σπουδαιότερες που γνώρισε η ανθρωπότητα, εμφανίσθηκε με τον γνωστικισμό λίγο προ της γεννήσεως του Χριστιανισμού κι ως θεωρία αποτέλεσε τον πρόγονο ρευμάτων που φτάνουν ως τις μέρες μας. Όταν το Ανατολικό Τουρκιστάν κατακτήθηκε τον 8ο αιώνα από τους Τούρκους των Ουιγούρων, ένας από τους ηγέτες του υιοθέτησε τον Μανιχαϊσμό και παρέμεινε η κρατική θρησκεία του βασιλείου των Ουιγούρων μέχρι την ανατροπή του το 840. Ο μανιχαϊσμός εξαπλώθηκε από τις επαρχίες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έως την δυτική Κίνα και υπήρξε η επίσημη θρησκεία του κράτους των Ουιγούρων, το κινέζικο Τουρκεστάν, μέχρι την κατάλυση αυτού του κράτους, το 1335 μ.Χ., από τους Μογγόλους. Η πίστη του επέζησε πιθανώς στο Ανατολικό Τουρκιστάν μέχρι την εισβολή των Μογγόλων τον 13ο αιώνα ενώ στην Κίνα αν και απαγορεύτηκε το 843, επέζησε τουλάχιστον μέχρι τον 14ο αιώνα.

Ο Μάνης

Ο Μάνης, ο ιδρυτής της σέκτας του μανιχαϊσμού, γεννήθηκε στις 14 Απριλίου του 216 στην Σελεύκεια της Βαβυλωνίας παρόχθια περιοχή του ποταμού Τίγρη στο Ασουριστάν και το όνομα του ήταν ένα κοινό όνομα στην περιοχή. Λέγεται ότι καταγόταν από παλιά παρθική οικογένεια εγκατεστημένη στο Χαμαντάν. Η γλώσσα των γονέων του, που ήταν ευγενούς καταγωγής, ήταν η Συριακή Αραμαϊκή. Πατέρας του ήταν ο Πατίκιος, όπως εμφανίζεται το όνομα του στις Χριστιανικές πηγές, [Παττίγκ ή Παττέγκ στα ιρανικά, Πατίκ ή Πατέκ στα αραμαϊκά], υψηλόβαθμο μέλος κάποιας βαπτισματικής κοινότητας. Σύμφωνα με τον Άραβα συγγραφέα Ιμπν αλ Ναντίμ, ενώ βρισκόταν στον «οίκο των ειδώλων» στην Κτησιφώντα, άκουσε μια φωνή που τον καλούσε σε αποχή από την κατανάλωση κρέατος, την κατανάλωση αλκοόλ αλλά και τον γάμο, αν και ο ίδιος ήταν ήδη παντρεμένος και η γυναίκα του έγκυος. Έτσι εγκατέλειψε τον έως τότε τρόπο ζωής του και προσχώρησε σε μια κοινότητα βαπτιστών εγκατεστημένη στην περιοχή του Νταστουμισάν

Η μητέρα του Μάνη ονομάζονταν Μαρνάο, Μαΰς, Καρούσα, Ουταχίμ, Τακσίτ ή Νουσίτ και κατά τις μανιχαϊκές πηγές Marmaryan κατά al-Nadim το οποίο στον ευρύτερο χώρο διαδόσεως του χριστιανισμού αποδίδεται ως Μαρυάμ, αυτό δηλαδή της μητέρας του Ιησού, και ήταν συγγενής της δυναστείας των Σασσανιδών (με τον οίκο Ashganiyya κατά al-Nadim), που διοικούσε τότε την Περσία. Η οικογένεια του Μάνη φαίνεται πως εντάχθηκε σε κάποια βαπτισματική κοινότητα οποία δεν κατονομάζεται αν και σύμφωνα με πηγές, που ανάγονται στον 19ο αιώνα, πρόκειται για την ελκεσαϊτικη κοινότητα, μια ιουδαιοχριστιανική βαπτισματική αίρεση που αναπτύχθηκε στην περιοχή της Μέσης Aνατολής. Την μη ελληνορωμαϊκή καταγωγή του Μάνη υπαινίσσεται ο Τίτος Βόστρων, αναφέροντας τον μανιχαϊσμό ως επινόηση βαρβαρικής ασέβειας [3].

Διδασκαλία & το τέλος του

Ο πατέρας του Μάνη τον απέσπασε από τη μητέρα του όταν ήταν νήπιο ακόμη και τον ενέταξε στους κόλπους της κοινότητας, μέλος της οποίας ήταν και ο ίδιος. Το 240 μ.Χ. ο Μάνης, γνωστός ως «Απόστολος του Φωτός» και υπέρτατος «Φωτιστής», εξήλθε από την κοινότητα και στην έξοδο του τον ακολούθησαν ο πατέρας του και δύο ακόμη βαπτιστές. Ακολούθησε ένα ταξίδι του δύο χρόνων στην Ινδία, όπου ήλθε σε επαφή με τα ανατολικά θρησκεύματα, κυρίως τον Βουδισμό. Δεν ταξίδεψε ποτέ του προς τη Δύση, διότι πίστευε ότι γνώριζε αρκούντως τον Χριστιανισμό, όμως σύμφωνα με Χριστιανικές πηγές είχε έλθει σε επαφή μόνο με τις γνωστικές διδασκαλίες του Βαρδεσάνους και του Μαρκίωνος. Μετά την επιστροφή του από την Ινδία, αφοσιώθηκε την εξάπλωση της διδασκαλίας του. Στις επαρχίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έστειλε τους μαθητές του ενώ ο ίδιος παρέμεινε στην Περσία, όπου ήλθε -για πρώτη φορά- σε αντιπαράθεση με τον Χριστιανισμό, και βρέθηκε αντιμέτωπος με ον τον επίσκοπο Κασχάρων, Αρχέλαο.

Ο Πέρσης Σάχης Σαπώρ Α' (241-273) στάθηκε ανεκτικός απέναντί του, λόγω της συγγένειας του με την μητέρα του. Ανάλογη ήταν και η πολιτική που ακολούθησε ο διάδοχός του Ορμίσδας, όμως με την ανάληψη της εξουσίας από τον Βαράμ τον Α' (274-277) η αυλή στρέφεται εναντίον του Μάνη μετά τις πιέσεις που άσκησε στον Σάχη το ζωροαστρικό ιερατείο. Τελικά, ο Μάνης συνελήφθη, φυλακίστηκε, το 277 μ.Χ., και εκτελέστηκε μετά από τέσσερις εβδομάδες, ενώ τρεις στενοί μαθητές του διέφυγαν και σκορπίστηκαν κηρύσσοντας τον Μανιχαϊσμό, ο Ερμείας στην Αίγυπτο, ο Αδδάς στα μέρη βορειότερα της Περσίας και ο Θωμάς στην Ιουδαία. Μεταγενέστερες πηγές αναφέρουν την πιθανότητα σταυρικού βασανισμού [4] του Μάνη και τον παραλληλίζουν με τον σταυρικό θάνατο του Ιησού Χριστού.

Συγγραφικό έργο

Ο Μάνης επιδόθηκε στην συγγραφή βιβλίων και θεολογικών πραγματειών, όπου ανέλυε στην θρησκευτικές πεποιθήσεις του, όμως δεν έχουν σωθεί ολόκληρα έργα του παρά μόνο μικρά τμήματα τους και κάποια αποσπάσματα που παρατίθενται σε έργα μεταγενέστερων συγγραφέων. Διασωθέντα έργα του, τα οποία θεωρήθηκαν ως κείμενα ιερά σε όλη την περιοχή όπου επικράτησε ο Μανιχαϊσμός, είναι:

  • «Ευαγγέλιο» το οποίο έχει γραφεί στη Συριακή γλώσσα,
  • «Βιβλίο των γιγάντων» το οποίο αν και έχει γραφεί στην συριακή γλώσσα, διασώθηκε σε αραμαϊκή και τουρκμενική μετάφραση,
  • «Θεμελιακές επιστολές», οι οποίες έχουν γραφτεί στα συριακά,
  • «Shaburagan», [«Σαμπουραγκάν»], γραμμένο στα περσικά κι αφιερωμένο στον Πέρση Βασιλέα Σαπώρ Α'.

Στο έργο του αυτό ο ιδρυτής του μανιχαϊσμού αναφέρει ότι γεννήθηκε στη Βαβυλωνία, στον οικισμό που ονομαζόταν Μαρντινού ο οποίος βρισκόταν στα βορειοανατολικά της Βαβυλώνας στον δρόμο προς τη Νιππούρ, «το έτος 527 της εποχής των αστρονόμων της Βαβέλ», δηλαδή το 216 με βάση τη σύγχρονη χρονολόγηση.

  • «Ψαλμοί και Προσευχές» το οποίο είχε γραφεί στα συριακά αλλά έχουν σωθεί ελάχιστα αποσπάσματα στην Ελληνική και το
  • «Βιβλίο των Εικόνων», στο οποίο κατά την μανιχαϊκή παράδοση έχει φιλοτεχνήσει τα σχήματα ο Μάνης.

Ο Μάνης ενθάρρυνε τη μετάφραση των γραπτών του σε άλλες γλώσσες. Τμήματα των μανιχαϊκών γραφών ανακαλύφθηκαν τον 20ο αιώνα, κυρίως στο κινεζικό Τουρκιστάν και την Αίγυπτο.

Στόχος & εξάπλωση

Ο στόχος του μανιχαϊσμού ήταν καθαρά μυστικιστικός. Η επιδίωξη του να ενώσει θρησκευτικά την ανατολή με την δύση καθώς ο μεν Χριστιανισμός δεν κατόρθωσε να φτάσει ως την ανατολή και αφ' ετέρων ο Βουδισμός και ο Παρσισμός δεν κατάφεραν να διαβολίσουν την δύση, ο Μάνης με την διδασκαλία του φιλοδοξούσε να ενώσει θρησκευτικά τους πληθυσμούς από τον Ατλαντικό έως τον Ινδικό ωκεανό [5]. Από την ίδρυση της η Μανιχαϊκή Εκκλησία ήταν αφιερωμένη σε έντονη ιεραποστολική δραστηριότητα σε μια προσπάθεια μετατροπής του κόσμου, λόγος για τον οργάνωσε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αποστολής.

Με επιρροές από τον εγκρατή ασκητισμό της Αραμαίων χριστιανών της Ασίας, ο Μάνης απέρριπτε το γάμο και την κατανάλωση οινοπνευματωδών και κρέατος και όρισε μεταξύ των ακολούθων του μια ανώτερη τάξη εκλεκτών, οι οποίοι ζούσαν σύμφωνα με την «Επί του Όρους Ομιλία», καθώς και μια κατώτερη τάξη ακροατών στους οποίους επιτρεπόταν να νυμφεύονται. Ο ηθικός κώδικας των Μανιχαίων περιλάμβανε αυστηρή μονογαμία και πλήρη αποκήρυξη της πορνείας, του ψεύδους, της υποκρισίας, της λατρείας των ειδώλων καθώς και της μαγείας. Ο μανιχαϊσμός παρουσίασε αξιοσημείωτη ιεραποστολική δράση και διαδόθηκε με αξιόλογη ταχύτητα, κυρίως ως τον 8ο αιώνα, από τη Μεσοποταμία προς την Άπω Ανατολή ως την Κίνα και προς τη Δύση μέχρι την Βαλκανική Χερσόνησο, την Αφρική και την Ιβηρική Χερσόνησο, ενώ τα ιερά συγγράμματα του μεταφράστηκαν από την ανατολική αραμαϊκή και την Περσική γλώσσα σε διάφορες γλώσσες και τύπους γραφής.

Δοξασίες του μανιχαϊσμού

Ο μανιχαϊσμός ανήκει στην αιρετική ομάδα των δυϊστικών απόψεων, προέρχεται από την περιοχή του Ιράν και βαθμηδόν εκκολάφτηκε στην περιοχή της Μεσογείου και ιδιαίτερα σε γνωστικές σέκτες της Αλεξάνδρειας και της Συρίας. Πέραν των γνωστικών χαρακτηριστικών του είναι δυνατόν αν χαρακτηριστεί ως πολύμορφο παραθρησκευτικό σύστημα, προσωποποιεί τις έννοιες του καλού και του κακού, οι οποίες μέσα από τον ανταγωνισμό τους γεμίζουν τον πνευματικό κόσμο, με ένα πλήθος άλλων μυθικών προσώπων. Το θρήσκευμα του μανιχαϊσμού βασίζεται στη ζωροαστρική ιδέα της διαρκούς συγκρούσεως του καλού με το κακό μέσα από τα ανταγωνιστικά στοιχεία, του φωτός και του σκότους έτσι, υπό την ευρύτερη θεώρηση, μανιχαϊστική αποκαλείται κάθε δυϊστική θεωρία ή άποψη που δέχεται ότι δεν υπάρχει παρά μόνο το καλό ή το κακό, δηλαδή η διαρκής σύγκρουση αντιπάλων πλευρών, άποψη που αποκαλείται ηθικός μανιχαϊσμός.

Ο δημιουργός του κόσμου, κατά τους Μανιχαϊστές, ταυτίζεται με τον θεό Ιεχωβά του Ιουδαϊσμού. Κατά τον Μάνη ο κόσμος δημιουργήθηκε από το Ζων Πνεύμα, που καλείται Δημιουργός. Σκοπός της δημιουργίας του κόσμου ήταν η απελευθέρωση της θεϊκής ενέργειας από την ύλη. Κάθε αρχή έχει την δική της επικράτεια, τοπικά προσδιορισμένη και καθορισμένη, το Βασίλειο του Καλού βρίσκεται βόρεια και το Βασίλειο του Κακού νότια, γεγονός που επέτρεπε την εν ηρεμία και ησυχία μεταξύ τους κατάσταση. Άρχοντας του Βασιλείου του Καλού είναι ο Πατέρας της Δόξης, αντίστοιχος του ζοροαστρικού Zurwān του παρθικού Pidar wuzurgift και του συνώνυμου Βασιλέως της Δόξης που συναντάται στην γραμματεία του Ενώχ. Άρχοντας του Βασιλείου του Σκότους είναι ο Πρίγκιπας του Σκότους (Συριακά melech kheshokha, Περσικά Ahriman), αντίστοιχος με το ζωροαστρικό Αριμάν, τον θεό του Κακού. Στον Μανιχαϊσμό οι μορφές του Αδάμ, του Σηθ, του Ενώχ, του Νώε, του Αβραάμ, του Ζωροάστρη, του Βούδα και του Ιησού Χριστού, είναι μορφές απεσταλμένων να αποκαλύψουν την αλήθεια. Αντίθετα απουσιάζει η παραμικρή αναφορά στον Μωυσή, εφόσον ο Μανιχαϊσμός εμφανίζεται με αντινομικό και αντι-ιουδαϊκό χαρακτήρα. Εντός των ορίων της ρωμαϊκής επικράτειας ο Μάνης παρουσιάζονταν ως απόστολος του Ιησού Χριστού.

Ο μανιχαϊσμός θεωρεί το σώμα ως τη φυλακή της ψυχής, κλόνισε τα θεμέλια πολλών τοπικών Εκκλησιών σε Ανατολή και Δύση, κατά τους πρώτους αιώνες της υπάρξεως της. Με την θεώρηση του περί ταυτίσεως του σώματος με την ύλη, συνεπώς με το κακό, υπάρχει άρνηση της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Επομένως δεν δέχεται, αρνείται, την ενσάρκωση του Θεού, αφού η ανθρώπινη σάρκα έχει συστατικό στοιχείο το κακό [6]. Η μανιχαϊκή Εκκλησία διέθετε ιεραρχία, ακροατές, εκλεκτούς, ιερείς, επισκόπους, αποστόλους και στην κορυφή ένα είδος πάπα, και οι τελετές περιορίζονταν σε προσευχές, ύμνους και νηστείες. Η διδασκαλία της δεν περιλάμβανε καθαυτό μυστήρια, υπήρχε όμως ένα είδος κοινής συνεστιάσεως των εκλεκτών και μια μορφή δημόσιας εξομολογήσεως. Η μεγαλύτερη γιορτή ήταν αυτή του Βήματος, κατά την οποία τιμούσαν το μαρτύριο του Διδασκάλου και την τελική κρίση. Το παγώνι (pavo cristatus), ήταν το ιερό του ζώο που μέσω των χρωμάτων του στο φτέρωμα αντιπροσώπευε τις διαφορετικές πνευματικές καταστάσεις από τις οποίες διήλθε το σώμα προκειμένου να πετύχει τον καθαρισμό και τη μετατροπή στο θεϊκό πνεύμα.

Οι άνθρωποι κατά τον Μανιχαϊσμό χωρίζονται σε:

  • Πνευματικούς (γνωστικοί) που έχουν φωτεινά στοιχεία περισσότερα από εκείνα της ύλης,
  • Ψυχικούς (χριστιανοί) με φωτεινά στοιχεία ίσα με τα στοιχεία της ύλης,
  • Υλικούς (Εθνικούς) όπου σε αυτούς επικρατεί η ύλη.

Ο Μάνης συμπεριέλαβε στην ηθική του διδασκαλία τις τρεις σφραγίδες, τις:

  • σφραγίδα «signaculum oris» (όλες οι αισθήσεις) αφορά την απαγόρευση της βρώσεως κρέατος,
  • σφραγίδα «signaculum manuum» αφορά στον τρόπο συμπεριφοράς του ανθρώπου απέναντι στην άλογη κτίση, ζωικό και φυτικό βασίλειο, όπου ο άνθρωπος οφείλει να μη ζημιώνει τον κόσμο των ζώων και φυτών,
  • σφραγίδα «signaculum sinus» που επιτάσσει την σεξουαλική αποχή του ανθρώπου.

Ο Μάνης δίδασκε ότι ο ίδιος ήταν ο φορέας της αληθινής γνώσεως και αποτελούσε την υπέρτατη αποκάλυψη, θεωρούσε τον εαυτό του τον τέταρτο μεγάλο προφήτη μετά τον Βούδα, τον Ζωροάστρη και τον Χριστό, καθώς ήταν απεσταλμένος από το Άγιο Πνεύμα, μετά τους διωγμούς και τις αποτυχίες των προκατόχων του κυρίως του Ζωροάστρη, του Βούδα και του Ιησού- για να εγκαθιδρύσει την Εκκλησία των τελευταίων ημερών, την Εκκλησία του Φωτός, και για να παράσχει την οριστική αποκάλυψη που θα διαφώτιζε όλους τους λαούς. Ο άγιος Αυγουστίνος, που με κείμενα του αντιμετώπισε την Epistula Fundamenti του Μάνη στην οποία αυτός αυτοπροβάλλονταν ως «Απόστολος του Χριστού», γράφει: «.... ο Μανιχαίος επιθυμούσε να περνιέται ότι τόσο πολύ είχε καταληφθεί από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο υποσχέθηκε ο Χριστός, ώστε από αυτό να καταλαβαίνουμε ότι τα ονόματα Μανιχαίος και Άγιο Πνεύμα ομοίως σημαίνουν τον απόστολο του Χριστού». Στην Ινδία ο Μάνης παρουσιάστηκε ως μετενσάρκωση του Βούδα: «Εσύ είσαι ο Βούδας, κι εμείς είμαστε αμαρτωλοί. Δεν είναι πρέπον να έρθεις εσύ σε μας. Γι’ αυτό, όσα βήματα κάνουμε προς εσένα, τόσο όφελος και σωτηρία κερδίζουμε. Αλλά αν έρθεις εσύ σε μας, τότε για όσα βήματα θα κάνεις προς εμάς, τόσο λιγότερο όφελος και αμαρτία κερδίζουμε».

Ως εκ τούτου για τον Μανιχαϊσμό προκύπτει ότι εκ της γνώσεως γίνεται να:

  • λυτρωθούν οι Πνευματικοί (γνωστικοί),
  • έχουν ελπίδες σωτηρίας και οι Ψυχικοί (Χριστιανοί) αλλά
  • οι Υλικοί (Εθνικοί) δεν έχουν ουδεμία ελπίδα σωτηρίας διότι προσκολλώνται στην φύση και την ύλη.

Διώξεις

Ορισμένες απόψεις του μανιχαϊκού δόγματος μοιάζουν εκπληκτικά σύγχρονες και θα μπορούσαν να τύχουν σήμερα ευρείας αποδοχής, ενώ στην εποχή τους προκαλούσαν έντονες αντιδράσεις. Οι διδασκαλίες του Μάνη θεωρήθηκαν βλασφημία και τέθηκαν υπό διωγμό καθώς θεωρήθηκε πως αποτελούσαν δημόσιο κίνδυνο. Η αποδοκιμασία και ο αφορισμός του Μάνη ως αιρεσιάρχη επιβλήθηκε τόσο από τις μεγάλες θρησκείες της εποχής του, δηλαδή τον ζωροαστρισμό, την αυτοκρατορική λατρεία της Ρώμης. Για τον Αυτοκράτορα Διοκλητιανό οι μανιχαϊστές ήταν “adversaria nobis gens”, δηλαδή γένος εχθρικό για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία όπως άλλωστε είχε χαρακτηρίσει και τον Χριστιανούς [7]. Το 326 ο Αυτοκράτορας της Ρὠμης εξέδωσε διάταγμα με το οποίο απειλούσε με θάνατο όλους του οπαδούς του Μάνη, το 372 ο Ουαλεντιανός Α' απαγόρευσε στους οπαδούς του να συναθροίζονται και αργότερα ο Θεοδόσιος στέρησε για στους Μανιχαίους το δικαίωμα της κληρονομιάς και παραστἀσεως σε δίκη ως μάρτυρες. Ανάλογη ήταν η στάση που τήρησαν και οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες [8] απέναντι στον μανιχαϊσμό, αν και είναι ένα ιδιαίτερο θρησκευτικό φαινόμενο και δεν μπορούμε να τον εντάξουμε πλήρως ως μία χριστιανική αίρεση, όσο και από το Ισλάμ που εμφανίστηκε λίγο αργότερα.

Ο μανιχαϊσμός υποχώρησε, αρχικά, από την περιοχή της βόρειας Αφρικής τον 5ο αιώνα, όταν οι Βάνδαλοι με αιματηρούς πολέμους αναφέρεται πως αφάνισαν κάθε ίχνος Μανιχαϊστών στην ευρύτερη περιοχή της βορείου Αφρικής διότι στην μαύρη ήπειρο απαντώνται ομάδες μανιχαίων έως τον 18o αιώνα. Στην Περσία, η κοινότητα των Μανιχαίων διατηρήθηκε παρά τις σοβαρές διώξεις έως ότου οι διωγμοί, τον 10ο αιώνα, τους υποχρέωσαν στη μεταφορά της έδρας του ηγέτη τους στο Σαμαρκάντ, που σήμερα ανήκει στο Ουζμπεκιστάν. Μεταξύ 10ου και 14ου αιώνα εμφανίστηκαν νεομανιχαϊστικά θρησκευτικά κινήματα ή αιρέσεις οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από τις Χριστιανικές εκκλησίες ως «μανιχαϊστικές», λόγω της δυϊστικής μεταφυσικής τους, της ταυτίσεως του Θεού των Εβραϊκών Γραφών με το Σατανά και του αυστηρού ασκητισμού τους. Ως τέτοιες ομάδες αναφέρονται οι Αρμένιοι Παυλικιανοί, οι οποίοι θεωρούνταν ως μία εκδοχή του Μανιχαϊσμού, οι Βυζαντινοί Βογόμιλοι στις περιοχές της Μικράς Ασίας της Βουλγαρίας και της Βοσνίας, οι Μασσαλιανοί ή αλλιώς Ευχαΐτες, και οι Καθαροί της Προβηγκίας [9], οι οποίοι αρνούνταν αυτό τον χαρακτηρισμό και υποστήριξαν ότι αποτελούσαν τη μοναδική αληθινή Χριστιανική Πίστη. Ο Μανιχαϊσμός απλώθηκε σε περιοχές της Ισπανίας, Γαλλία, Ολλανδία και στην Γερμανία όμως οι ομάδες αυτές δεν απέκτησαν μεγάλη δύναμη στον Ευρωπαϊκό χώρο.

Πολιτική & Μανιχαϊσμός

Πολιτικός Μανιχαϊσμός χαρακτηρίζεται η τάση να κατατάσσονται οι ιδέες ή οι άνθρωποι σε δύο ομάδες: αυτούς της καλής πλευράς και εκείνους της κακής. Όπως παρατηρήθηκε με την πάροδο των χρόνων ο μανιχαϊτής, στην πολιτική, υποθέτει ότι βρίσκεται πάντα και διαχρονικά στην καλή πλευρά, ενώ αντίθετα το άλλο τμήμα της κοινωνίας, που εντάσσεται κι αυτό με την σειρά του στον Μανιχαϊσμό, θεωρεί πως κάθε κυβερνητική διαχείριση είναι λάθος. Η μανιχαϊστική προσέγγιση της πολιτικής είναι απολύτως προβληματική κι ασφαλώς ζημιογόνος για τους πολίτες κάθε χώρας καθώς οι κυβερνήσεις ανεβάζουν τους τόνους στην προσπάθειά τους να επιβεβαιώσουν τις διαχωριστικές γραμμές τους με τις εκάστοτε αντιπολιτεύσεις και να εμφανιστούν ως η μόνη δύναμη που υπερασπίζεται τα συμφέροντα του λαού, και ταυτόχρονα κατηγορούν όλους τους άλλους ότι θέλουν το κακό του. Ως τρόπος -πολιτικής κι όχι μόνο- σκέψεως ο Μανιχαϊσμός χρησιμοποιήθηκε κατά καιρούς για διπολικές γενικεύσεις της πραγματικότητας, πέραν του καλό και κακό, σε φως ή σκοτάδι, φιλολαϊκά ή αντιλαϊκά μέτρα, προοδευτικές ή συντηρητικές δυνάμεις και άλλους ανάλογου είδους χαρακτηρισμούς ή κατηγοριοποιήσεις. Στην πραγματικότητα ο μανιχαϊσμός, στην πολιτική, είναι μια συνισταμένη του Λαϊκισμού με εσκεμμένη χρησιμοποίηση κατ' επίφαση φιλολαϊκών διακηρύξεων ή και μη ρεαλιστικών υποσχέσεων με σκοπό την εύκολη κατάκτηση ή τη διαιώνιση της εξουσίας του ενός.

Πηγές πληροφοριών

Στην λατινική γλώσσα σημαντικότερη πηγή πληροφοριών αποτελούν τα αντιμανιχαϊκά έργα του αγίου Αυγουστίνου, ίσως η εγκυρότερη πηγή πληροφοριών, καθώς ο ίδιος σε νεαρή ηλικία υπήρξε μέλος της σέκτας, πριν ενταχθεί στους κόλπους της Χριστιανικής Εκκλησίας. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος κύριες πηγές πληροφοριών για τον μανιχαϊσμό ήταν τα αντιαιρετικά έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Η παλαιότερη πηγή είναι οι «Πράξεις Αρχελάου», που γράφηκαν πρωτότυπα στα ελληνικά, αλλά σώζονται μόνο σε λατινική μετάφραση. Οι «Πράξεις» είναι οι διάλογοι μεταξύ του Αρχέλαου, επισκόπου Κασχάρων της Μεσοποταμίας, με τον Μάνη, μέσα από τον οποίο γίνεται συστηματική αναίρεση της μανιχαϊκής διδασκαλίας. Σύμφωνα με τον Μεγάλο Φώτιο το έργο αποδίδεται στον Ηγεμόνιο. Στις «Πράξεις» απαντώνται ιστορικά στοιχεία για την ζωή του Μάνη αλλά και την πηγή της εμπνεύσεως του.

Από τους αντιαιρετικούς συγγραφείς, εκτενή στοιχεία για τον Μανιχαϊσμό παραθέτουν, ο Επιφάνιος στο «Πανάριον», ο Τίτος επίσκοπος Βόστρων, ο Σεραπίων Επίσκοπος Θμούεως στα «Κατά Μανιχαίων» [10] ο οποίος χρησιμοποιώντας θεολογικά και φιλοσοφικά επιχειρήματα καταρρίπτει τις δοξασίες του Μάνη. Ο Σεραπίων επικεντρώνεται στην δυαρχική θεώρηση του μανιχαϊσμού περί των αρχών του κόσμου και στην απόρριψη των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης από τους οπαδούς του [11]. Επίσης, σύντομες αναφορές έχουμε στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του Ευσεβίου Καισαρείας και του Σωκράτους Σχολαστικού. Επίσης, στην συριακή γλώσσα, υπάρχει το αντιαιρετικό έργο του οσίου Εφραίμ του Σύρου, «Κατά Μάνητος, Μαρκίωνος, Βαρδεσάνους σε πέντε βιβλία καθώς και το έργο του νεστοριανού Θεόδωρου Μπαρ-Κονάι.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [O γνωστικισμός προήλθε από θεολογικές, κοσμολογικές και ανθρωπολογικές θεωρίες διάφορων λαών όπως του δυϊσμού των Περσών, της αστρολογίας των Χαλδαίων και των νεοπλατωνικών φιλοσόφων. Από τους Εσσαίους και τον Φίλωνα τον Ιουδαίο πήρε Ιουδαϊκές ιδέες. Οι γνωστικοί δεν αποδέχονταν τον Ιησού Χριστό, τον οποίο θεωρούσαν ως ψευδή προφήτη, αλλά αποδέχονταν και απέδιδαν τιμή τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και διατηρούσαν το βάπτισμα λόγος για τον οποίο αποκλήθηκαν βαπτιστές. Την διδασκαλία τους αναίρεσαν ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο νεοπλατωνικός Ωριγένης.]
  2. [Μανιχαϊσμός, ο πρόδρομος του Οικουμενισμού. Κατηχήσεις Aγίου Κυρίλλου, Αρχιμανδρίτης Πατήρ Αθανάσιος Μυτιληναίος]
  3. [Τίτος Βόστρων, «Κατά Μανιχαίων».]
  4. [«Μανιχαϊσμός», Παναγιώτης Χρήστου, ΘΗΕ' 8, σελίδα 574η.]
  5. [Βλάσιος Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμος Α', Αθήνα 2002, ιδιωτική έκδοση, σελίδα 165η.]
  6. [Κωνσταντίνος Β. Σκουτέρης, «Ιστορία Δογμάτων», τόμος Α', ιδιωτική έκδοση, Αθήνα, 1998, σελίδες 333η-334η.]
  7. [Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Διοκλητιανός θεωρούσε τον μανιχαϊσμό όχι μόνο εξαχρειωτικό αλλά και ανατρεπτικό. Την άνοιξη του 302, εξαγριωμένος από τον ζήλο και την ταχύτητα με την οποία εξαπλωνόταν, διέταξε να κάψουν ένα πλήθος μανιχαίων ιερέων μαζί με τα ιερά βιβλία τους (Richard E. Rubenstein, When Jesus Became God, Harcourt Books, 1999, σελίδα 31η.)]
  8. [Στον κώδικα του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α', που εκδόθηκε το 528, αναφέρεται:
    • «Διώκουμε με παραδειγματική αυστηρότητα τους Μανιχαίους και των δύο φύλων και τους Δονατιστές. Συνεπώς δεν ανήκουν στο ανθρώπινο είδος, όσον αφορά τα έθιμα ή τους νόμους.
    (1) Επιθυμούμε, κατ' αρχάς, να θεωρείται το αδίκημά τους δημόσιο έγκλημα, διότι ό,τι επιτελείται κατά της θεϊκής θρησκείας προκαλεί βλάβη σε όλα τα άτομα.
    (2) Τους τιμωρούμε με δήμευση όλων των περιουσιών τους και επιθυμούμε τον αποκλεισμό τους από τις δωρεές ή τις κληρονομιές οποιουδήποτε είδους.
    (3) Επιπλέον, αποστερούμε σε οποιονδήποτε βρεθεί ένοχος ως προς αυτές τις αιρέσεις από το δικαίωμα να δίνει, να αγοράζει, να πουλά και εντέλει να συνάπτει συμβόλαια.
    (4) Αυτού του είδους η διερεύνηση θα επεκτείνεται επίσης και μετά θάνατον, διότι, όπως επιτρέπεται να αποκηρύσσεται η μνήμη των νεκρών σε περίπτωση προδοσίας, δεν είναι παράλογο το ότι ένας αιρετικός θα πρέπει να υφίσταται την ίδια ποινή.
    (5) Συνεπώς, η διαθήκη ενός ατόμου που αποδεδειγμένα ήταν Μανιχαίος, είτε σε μορφή γραπτής διαθήκης, κωδίκελλου, επιστολής ή οποιαδήποτε άλλη, θα καθίσταται άκυρη.
    (6) Δεν επιτρέπουμε στα παιδιά τους να τους διαδέχονται σε κληρονομιά ή περιουσία, παρεκτός αν εγκαταλείψουν τη διαστροφή των πατέρων τους, διότι συγχωρούμε εκείνους που μετανοούν.
    (7) Η εξουσία μας θα στραφεί ενάντια και σε εκείνους οι οποίοι με αξιοκατάκριτη φροντίδα τούς παρέχουν καταφύγιο στα σπίτια τους.
    (8) Επιπρόσθετα, επιθυμούμε να απελευθερώνονται οι δούλοι που δραπετεύουν από έναν ιερόσυλο αφέντη και προσέρχονται με πιο ευσεβή υπηρεσία στην καθολική εκκλησία».
    (Ιουστινιάνειος Κώδιξ 1.5.4. διαθέσιμος: (αγγλικά ΕΔΩ), και (λατινικά ΕΔΩ).
  9. [Οι Καθαροί είναι ονομασία πολυάριθμων αιρετικών ομάδων του Χριστιανισμού που εμφανίστηκαν τον 11o αιώνα σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και βόρεια Ιταλία. Οι αρχές της αιρέσεως ανάγονται στον 10o αιώνα με κέντρο τη Βαλκανική χερσόνησο.]
  10. [Δ. Κούτουλας, «Οι γνωστικοί και ο αρχέγονος χριστιανισμός», Θεσσαλονίκη, εκδόσεις «Δίον», 2006, σελίδα 47η.]
  11. [«Εκκλησιαστική Γραμματολογία. Πατέρες και Θεολόγοι του Χριστιανισμού», τόμος Α', Παναγιώτης Χρήστου, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις «Κυρομάνος», 2005, σελίδα 99η.]