Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το βιβλίο «Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης» περιγράφει μια συγκλονιστική ανθρώπινη τραγωδία ή μάλλον ένα άθροισμα μερικών χιλιάδων ανθρώπινων τραγωδιών, ανεξιχνίαστου ακόμη και σήμερα αριθμού, οι οποίες ήρθαν να προστεθούν και αυτές -όταν πια ο πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του- στις τόσες άλλες προηγηθείσες ανθρώπινες τραγωδίες, καθιστώντας έτσι το όνομα «Δρέσδη» συνώνυμο της καταστροφής μιας πυκνοδομημένης αστικής περιοχής με συμβατικά (και όχι πυρηνικά) όπλα.

Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης
Η αποκάλυψη των γεγονότων 1945
DresdiIrving.jpg
Συγγραφέας: Ντέιβιντ Ίρβινγκ
Έκδοση: Ιωλκός, 2007 (1η: 1963)
Σελίδες: 540
ISBN: ISBN 978-960-426-424-7

Η Δρέσδη καταδικάστηκε σε θάνατο και σε αφανισμό με μια διπλή νυχτερινή επιδρομή βρετανικών βομβαρδιστικών, η οποία συνοδεύτηκε και από μία ακόμη επίθεση των Αμερικανών την επόμενη μέρα. Οι συγκλονιστικές, συνάμα και ωμές, περιγραφές του χάους που ακολούθησε τις επιδρομές και του τρόπου που όσοι απέμειναν ζωντανοί προσπάθησαν να «διαχειριστούν» το πρόβλημα των χιλιάδων άταφων νεκρών, σίγουρα αιχμαλωτίζουν ή και «σοκάρουν» το απαιτητικό κοινό, το οποίο θέλει να βιώσει την εμπειρία της ανάγνωσης ενός συγγράμματος σχετικού με ένα από τα τραγικότερα συμβάντα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.

Χρονικό του βομβαρδισμού

Τον Ιανουάριο του 1945 η διοίκηση της Αγγλικής Βασιλικής Αεροπορίας, [R.A.F.], απέστειλε στον Ουίνστον Τσώρτσιλ την πρόταση της για το ποιες Γερμανικές πόλεις έπρεπε να βομβαρδιστούν και η Δρέσδη, η «Φλωρεντία του Έλβα», μια πόλη μνημείο, ήταν μεταξύ των στόχων που είχε επιλέξει.

Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης είχε διάρκεια από τις 13 ως τις 15 Φεβρουαρίου του 1945 κι αποτέλεσε το αποκορύφωμα μιας εκτεταμένης αεροπορικής επιθέσεως των Αμερικανών και των Συμμάχων τους, που είχε ξεκινήσει από το 1944. Η Δρέσδη δεν είχε καμία στρατηγική αξία, κι εκεί είχαν βρει καταφύγιο εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τα ανατολικά τμήματα της Γερμανίας, στην προσπάθεια τους να σωθούν από την Ρωσική κομμουνιστική θηριωδία. Η αντιαεροπορική άμυνα της πόλεως ήταν ανύπαρκτη, ενώ πρώτα χτυπήθηκαν οι πυροσβεστικοί σταθμοί της. Το μέγεθος της καταστροφής της σαξωνικής πόλης, προκάλεσε αντιδράσεις ακόμη και στη Βρετανία. Στο επίκεντρο της αντιπαραθέσεως βρίσκεται έκτοτε η επιχειρησιακή σκοπιμότητα, η αποτελεσματικότητα γενικευμένων βομβαρδισμών και είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι στρέφονταν εναντίον αμάχων και πρόκειται για έγκλημα πολέμου.

Τη νύκτα της 13 προς 14 Φεβρουαρίου 1945, 1.400 βομβαρδιστικά σε σχηματισμό V διασχίζουν χωρίς να δεχθούν πυρά τον ουρανό της Γερμανίας. Επιτέθηκαν δυο φορές στην πόλη, παρά το νέφος που υπήρχε αρχικά από πάνω της, ενώ με το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας, πραγματοποιήθηκαν δύο μικρότερες επιθέσεις από αμερικανικά αεροσκάφη. Το 75% των βομβών ήταν εμπρηστικές και φωσφόρου και το 25% ήταν εκρηκτικές. Συνολικά χρησιμοποιήθηκαν περισσότερες από 3.500 εμπρηστικές βόμβες και νάρκες αέρος υψηλής περιεκτικότητος, αν και Αμερικανικές πηγές αναφέρουν πως ρίχτηκαν 2.659,3 τόνοι από τα βρετανικά και 4.441,2 τόνοι βομβών και ναρκών από τα αμερικανικά αεροπλάνα. Οι βραδυφλεγείς βόμβες φωσφόρου προκαλούσαν τον πληθυσμό να βγει από τα καταφύγια και ύστερα τα πάντα τυλίγονταν μέσα σε μια έκρηξη φωτιάς που απανθράκωνε, έλιωνε και εξαΰλωνε τα πάντα, καθώς αναπτύσσονταν θερμοκρασίες 800 και 1000 βαθμών, ενώ οι φλόγες διακρίνονταν από 200 μίλια μακριά. Την ίδια ώρα όσοι προσπαθούσαν να διαφύγουν μέσα στον πανικό αποτελειώνονταν από τα Αμερικάνικα καταδιωκτικά τύπου Μustang.

Απώλειες

Ο μαζικός και τυφλός αεροπορικός βομβαρδισμός της πόλεως προκάλεσε τρομακτικές υλικές ζημιές. Το ένα τρίτο των σπιτιών της Δρέσδης τυλίχτηκε στις φλόγες, όπως και το 90% του ιστορικού κέντρου της, ενώ καταστράφηκαν περισσότερα από 6.480.000 τετραγωνικά μέτρα. Τα απαράμιλλα μπαρόκ και αναγεννησιακά μνημεία της Δρέσδης, όπως η όπερα Semperoper και το παλάτι Τσβίνγκερ, καταστράφηκαν και στις 15 Φεβρουαρίου κατέρρευσε ο καθεδρικός Ναός της Παναγίας [Frauenkirche], που αποτελούσε το διαχρονικό σύμβολο της πόλεως. Από τον τριήμερο βομβαρδισμό που έπληξε κυρίως τις πυκνοκατοικημένες περιοχές της πόλεως έχασαν τη ζωή τους 135.000 άμαχοι Γερμανοί, αριθμός μεγαλύτερος από τα θύματα της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι.

Σχεδόν το σύνολο του ιστορικού κέντρου της πόλεως παραδόθηκε στις φλόγες και σε ακτίνα 8 τετραγωνικών χιλιομέτρων η πόλη που ερημώθηκε, καιγόταν επί επτά ημέρες, αφήνοντας στους δρόμους χιλιάδες απανθρακωμένα πτώματα. Καταστράφηκαν ολοκληρωτικά ή σε μεγάλο βαθμό 175.000 κατοικίες, αρχιτεκτονικά έργα και μουσεία, εκκλησίες και μικρά εργοστάσια, χωρίς καμιά ή μεγάλη στρατιωτική σημασία. Η έκταση των υλικών ζημιών ήταν τεράστια, έτσι ώστε σε κάθε κάτοικο συμπεριλαμβανομένων και των νεκρών αναλογούσαν 56 κυβικά μέτρα ερειπίων φορτίο 11 φορτηγών. Όσα κτίρια νοσοκομείων διασώθηκαν από την κατάρρευση, αδυνατούσαν να διαχειριστούν τον αριθμό των τραυματιών, ενώ αναγκαία κρίθηκε η καύση των πτωμάτων και οι μαζικές ταφές, για την αποφυγή του κινδύνου πανώλης. Στην κεντρική πλατεία Άλτμαρκτ αποτεφρώθηκαν 6.865 νεκροί, ενώ οι κάτοικοι της πόλεως ανακάλυπταν πτώματα μέχρι το 1966, οπότε και ολοκληρώθηκε η ανοικοδόμηση της. Σύμφωνα με τον Άγγλο ιστορικό Ντέιβιντ Ίρβινγκ για πρώτη φορά στην Ιστορία ένας βομβαρδισμός ήταν τόσο καταστροφικός που δεν βρέθηκαν αρκετοί ζωντανοί για να θάψουν τους νεκρούς.

Μνήμη

Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης ήταν «απάνθρωπος και ανελέητος» ακριβώς όπως τον οραματιζόταν ο Άρθουρ Χάρις, Βρετανός αξιωματούχος και εισηγητής αυτού του είδους πολέμου κατά του αντίπαλου πληθυσμού. Τα χρόνια μετά το βομβαρδισμό και την καταστροφή της πόλεως Γερμανικές εθνικιστικές οργανώσεις πραγματοποιούν, στις 13 Φεβρουαρίου, πορείες στην πόλη και διαδηλώνουν στη μνήμη αυτού που αποκαλούν «Ολοκαύτωμα του βομβαρδισμού». Η φρίκη του βομβαρδισμού αποτυπώθηκε το 1969 στο κλασικό αντιπολεμικό μυθιστόρημα του Αμερικανού Kurt Vonnegut «Σφαγείο Νούμερο Πέντε», ο οποίος κατά τη διάρκεια της επιδρομής ήταν εκεί, αιχμάλωτος πολέμου των Γερμανών και διασώθηκε καθώς κρατούνταν σε ένα υπόγειο ψυγείο κρεάτων ενός σφαγείου που είχε μετατραπεί σε προσωρινή φυλακή. Το βιβλίο κυκλοφόρησε είκοσι χρόνια μετά το βομβαρδισμό της Δρέσδης, αποκαλύπτοντας στο αμερικανικό και διεθνές κοινό το απίστευτο έγκλημα πολέμου των συμμάχων, που ήταν θαμμένο στη σιωπή όλων των μέσων ενημερώσεως. Όπως γράφει ο Kurt Vonnegut «...τα πτώματα ήταν πάρα πολλά για να ταφούν. Έτσι οι Ναζί έστειλαν στρατιώτες με φλογοβόλα. Οι σοροί όλων αυτών των αμάχων κάηκαν μέχρι να γίνουν στάχτη».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι