Παγκράτιο
Το Παγκράτιο, αρχαίο Ελληνικό αγώνισμα, ήταν ένας συνδυασμός πάλης και πυγμής, όπως αναφέρεται στα σχόλια του Πλάτωνα: «αγών τις εξ ατελούς πυγμής και ατελούς πάλης συγκείμενος». Το όνομά του προέρχεται από τις λέξεις Παν(+)Κράτος που σημαίνει Μέγιστη Δύναμη. Παγκράτης: Πανίσχυρος = Παντοκράτορας. Παγκρατιαστής είναι ο αθλητής του Παγκρατίου αγωνίσματος. Κατά τον Πολυδεύκη, ονομασίες συναφείς με το Παγκράτιο είναι: «παγκρατιαστής, παγκρατιαστικός, σκιαμαχεί, ακροχειρίζεσθαι, άγχειν, ακροχειρισμός, αποπνίγειν, λαξ ενάλλασθαι, λακτίζειν ... ως εισί πάμμαχοι». Για το Παγκράτιο ο λεξικογράφος Σουΐδας αναφέρει: «Παγκρατιαστής: ταις χερσί και ποσί πυκτομαχούσι», ενώ ο Πλούταρχος αναφέρει: «ότι γαρ μέμικται το παγκράτιο εκ τε πυγμής και πάλης» (Προβλ. 4), καθώς: «και δε εμάχοντο πυξ τε και ελκυδόν» (Ασπίς Ηρ. 301 Ησίοδ.).
Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει πως την τέχνη του Παγκρατίου τη διαμόρφωσε ο Λεύκαρος ο Ακαρνάν. Όπως αναφέρει ο Φιλόστρατος, το Παγκράτιο ήταν, στην κυριολεξία, το καλύτερο και πιο άξιο για άνδρες αγώνισμα και η σπουδαιότερη άσκηση για την προετοιμασία των πολεμιστών. Το Παγκράτιο στους αγώνες και ιδιαίτερα στη Ολυμπία, ήταν το πιο δημοφιλές ανδρικό αγώνισμα: «το εν Ολυμπία το κάλλιστον· τουτί γαρ δη ανδρών το παγκράτιον» (Φιλόστρατος, Αρραχίων 1). Οι Παγκρατιαστές χρησιμοποιούσαν λαβές πάλης και τεχνάσματα συγχρόνως. Ήταν πιο επικίνδυνο από τα άλλα αγωνίσματα, γι’ αυτό υπήρχαν οι λεγόμενοι «νόμοι εναγώνιοι», χάρη στους οποίους το άθλημα γινόταν περισσότερο ανθρώπινο, χάνοντας έτσι τα στοιχεία που θα του έδιναν χαρακτήρα άγριας εξόντωσης του αντιπάλου. Είχε δηλαδή κανόνες, οι οποίοι διέφεραν από πόλη σε πόλη. Για παράδειγμα οι κανόνες που είχαν οι Σπαρτιάτες διέφεραν βασικά από εκείνους που είχαν οι Ηλείοι. Στους Ηλείους επιτρέπονταν οι λαβές στη μέση και το άρπαγμα των ποδιών από τα σφυρά, το στρέβλωμα των χεριών και τα χτυπήματα, αλλά απαγορεύονταν το «δάκνειν» και το «ορύττειν», δηλαδή τα δαγκώματα και το να βάζει ο ένας στον άλλον δάχτυλα στο στόμα, στη μύτη και στα μάτια. Στους Σπαρτιάτες όμως επιτρέπονταν τα πάντα αφού γι’ αυτούς, το Παγκράτιο ήταν αγώνας επιβολής και επιβίωσης, καθαρότατα δηλαδή πολεμικό αγώνισμα. Αν και επικίνδυνο, σε διάστημα 1500 ετών ύπαρξής του, μόνο τέσσερις θανάτους έχει στο παθητικό του, με ξεχωριστό εκείνο του Αρρίχωνα του Φιγαλέα, στην 54η Ολυμπιάδα το 564 π.Χ.
Ερχόμενοι οι αθλητές στον αγωνιστικό χώρο, χαμήλωναν το κέντρο βάρους, λύγιζαν σώμα και άκρα και έπαιρναν θέση ετοιμότητας. Κατά τον αγώνα, επιτρέπονταν οι προσποιήσεις, οι υπτιασμοί και οι συμπλοκές. Έπεφταν προσποιητά στο έδαφος ή κλωτσούσαν τον αντίπαλο δυνατά με τα γόνατα ή τα πέλματα. Ο αθλητής επιτρέπονταν να αρπάζει τον αντίπαλό του και να τον πετάει κάτω. Πολλές φορές έριχναν τον αντίπαλο στο έδαφος και παίρνοντας φόρα, πηδούσαν δυνατά με τα πόδια πάνω στο σώμα του. Οι αθλητές του αγωνίσματος αυτού δεν φορούσαν πυγμαχικά γάντια στα χέρια τους (ιμάντες) κι έτσι μπορούσαν να τα χρησιμοποιούν όπως αυτοί ήθελαν, είτε για λαβές υψηλής τεχνικής δεξιότητας, είτε δίνοντας γροθιές στο πρόσωπο. Δεν υπήρχε διάρκεια αγώνα. Η δήλωση εγκατάλειψης του αγώνα γίνονταν με ανύψωση του χεριού προς τους ραβδούχους κριτές. Στους βάρβαρους φαίνεται ότι ήταν αδιανόητη αυτή η αγωνιστική ελληνική άμιλλα, ώστε να απορεί ο Ανάχαρσις και να του εξηγεί ο Σόλων ο Αθηναίος ότι μεταξύ τους οι αθλητές δεν είναι εχθροί: «ου γαρ μανία τα γιγνόμενα εστίν, ούδ’ ύβρει ούτοι παίουσιν αλλήλους» (Ανάχαρ. 6)
Εξωτερικοί σύνδεσμοι