Παχώμιος Ρουσάνος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Παχώμιος Ρουσάνος, Εθναπόστολος και διδάσκαλος του Ελληνικού Γένους, επιφανής εκπρόσωπος του πνευματικού αντιστασιακού κινήματος και κορυφαίος μεταβυζαντινός λόγιος του 16ου αιώνα, ιερωμένος που είναι γνωστός με το προσωνύμιο «Ρακενδίτης μοναχός», λαμπρός ιεροκήρυκας, ο κορυφαίος συγγραφέας Θεολογικών έργων στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα, κορυφαίος κωδικογράφος και αντιγραφέας δεκάδων χειρογράφων έργων της Πατερικής γραμματείας, καθώς και μουσικών αλλά και έργων κλασικών συγγραφέων, γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1508 στο χωριό Πηγαδάκια στη Ζάκυνθο, σύμφωνα με δική του χειρόγραφη μαρτυρία [1] και εκοιμήθη πριν από τις 6 Οκτωβρίου 1553 σε ναό της δικαιοδοσίας του Μητροπολίτη τότε Ναυπάκτου και Άρτας, εντός των ορίων του σημερινού νομού Αιτωλοακαρνανίας, όπου βρίσκονταν σε περιοδεία.

Βιογραφία

Η οικογένεια Ρουσάνου κατάγονταν από το χωριό Πηγαδάκια της Ζακύνθου. Πατέρας του Παχώμιου ήταν ο Ιωακείμ ο οποίος εκάρη μοναχός σε προχωρημένη ηλικία και το 1553 διατέλεσε καθηγούμενος της ιερής μονής της Θεοτόκου των Στροφάδων. Η οικογένεια Ρουσάνου ξεκληρίστηκε από μια επιδημία πανώλης που ξέσπασε το 1688 στη Ζάκυνθο.

Ελάχιστα είναι τα στοιχεία για την παιδική ηλικία και τη ζωή των νεανικών χρόνων του Παχώμιου, ενώ είναι άγνωστο και το κατά κόσμον όνομα του. Ο Ρουσάνος εκάρη ιερομοναχός στην μονή του Αγίου Γεωργίου των Κρημνών στο νησί της Ζακύνθου και έλαβε το εκκλησιαστικό όνομα Παχώμιος. Μόνασε για κάποιο διάστημα στην ίδια Μονή [2] όπου έλαβε αξιόλογη μόρφωση και στη συνέχισε τις σπουδές του στη Βενετία.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα στη Χίο, όπου δίδαξε διάφορα μαθήματα και Βυζαντινή μουσική, και στη συνέχεια για δύο χρόνια ως διδάσκαλος στη «Λειμωνιάδα Σχολή» της ανδρώας Μονής Λειμώνος στο νησί της Λέσβου, όπου μετά από κάποιες προστριβές με τον άγιο Ιγνάτιο Αγαλλιανό αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει. Ο Ρουσάνος έγραψε μια οργισμένη επιστολή στην οποία κατήγγειλε ότι υποχρεώθηκε από τον Άγιο «δολίως και δαιμονίως», να διδάξει στην Λειμωνιάδα σε νέους της περιοχής παρά το ότι θεωρούσε ότι είναι «άκοσμον τω μοναχώ μανθάνειν κοσμικά παιδία». Ο Παχώμιος θεωρείται ο θεμελιωτής της νεότερης παιδείας της Χίου καθώς και της Λέσβου. Μετά την απομάκρυνση του από τη Μονή Λειμώνος κατέφυγε στο Άγιο Όρος σε χρόνο πριν το 1536 καθώς, όπως αναφέρει σε χειρόγραφο σημείωμα του, αυτό το έτος βρίσκονταν στη Μονή Ιβήρων. Παράλληλα από γραπτές πηγές προκύπτει ότι έζησε στο Άγιο Όρος σε διάφορα χρονικά διαστήματα μέχρι το 1553. Απέκτησε κλασσική μόρφωση μελετώντας στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους και διέθετε ευρύτατη Θεολογική παιδεία και μόρφωση.

Περί το 1550, όταν ο Παχώμιος επισκέφθηκε την Ξάνθη, έξι έως εννέα χωριά της ορεινής περιοχής είχαν ήδη στραφεί προς τον Ισλαμισμό. Ο ιερομόναχος Παχώμιος επισημαίνει πως πολλοί χριστιανοί από χωριά της ορεινής Ξάνθης έγιναν μουσουλμάνοι «διά τα τέλη», δηλαδή για να ξεφύγουν από τη δυσβάστακτη φορολογία που επέβαλαν οι Οθωμανικές αρχές στους Ορθοδόξους. Επίσης αναφέρει ότι οι εξισλαμισμένοι κάτοικοι της ορεινής Ξάνθης το 16ο αιώνα ασχολούνταν με την καλλιέργεια δημητριακών, την κτηνοτροφία και το εμπόριο ξυλείας και κατέβαιναν από τα χωριά τους στην πόλη της Ξάνθης για να πουλήσουν ξύλα και δαμάσκηνα. Γράφει ο Παχώμιος Ρουσάνος: «....Ἐν τοῖς αὑτοῖς ὁρίοις πλησίον ὀρειναί τινες κῶμαι βουλγαρικαί ποτε μετὰ τοῦ αὐτῶν ἱερέως αὐτόμολοι διὰ τὰ τέλη προσῆλθον τῇ ἀθέῳ θρησκείᾳ, καί ἐστι τούτους ἰδεῖν ἐν κώμει Ξανθείᾳ περιπατούντας καὶ ἐπιφερομένους ἐν πήραις δαδία καὶ ὀρόμηλα καὶ ταῦτ’ ἀνταλλάττοντας κρόκης καὶ ἐτέρων χρειῶν…» [3].

Ο Παχώμιος δίδαξε στο σχολείο της μονής του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Σωζοπόλεως. Περιόδευσε σχεδόν ολόκληρη την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και αναφέρει ότι από την πολύχρονη αμάθεια το Ελληνικό γένος βρισκόταν μπροστά στον κίνδυνο αφανισμού και απορροφήσεως από τους κατακτητές. Προσθέτει μάλιστα ότι σε μεγάλο βαθμό η ελληνική γλώσσα είχε παραφθαρεί από το πλήθος των δάνειων λέξεων από τις σλαβικές και τουρκικές διαλέκτους. Προς το τέλος της ζωής του ο Παχώμιος ταξίδεψε και εγκαταστάθηκε σε Μοναστήρι της Μητροπόλεως τότε Ναυπάκτου και Άρτας προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αιρετικές δοξασίες του Ιωαννίκιου Καρτάνου.

Όταν απεβίωσε ο Παχώμιος ζούσε ακόμη ο πατέρας του ο μοναχός Ιωακείμ, τότε ηγούμενος της Μονής Στροφάδων, που ζήτησε να κληρονομήσει τα ελάχιστα περιουσιακά στοιχεία του γιου του, λίγα βιβλία και ενδύματα, τα οποία διεκδικούσε και η Μονή Αγίου Γεωργίου των Κρημνών. Η διαμάχη τους προκάλεσε τον ορισμό επιδιαιτητών και η απόφαση τους απέδωσε τα αυτόγραφα βιβλία του ιερομόναχου Παχώμιου στην Μονή του Αγίου Γεωργίου. Τα βιβλία έκλεψε από την Μονή ο Βενετός ναύαρχος Nani και τα μετέφερε στη Βενετία. Εκεί αποτελούν την Συλλογή των «Νανιανών Κωδίκων» της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης και τον κατάλογο τους συνέταξε ο Mingarelli.

Εκκλησιαστική δράση

Ακολούθησε το παράδειγμα των ασκητών-ταξιδιωτών και ήρθε σε επαφή με τους πιστούς ως τρόπο βιώσεως της Ορθοδοξίας και δίδαξε ως διδάσκαλος και ιεροκήρυκας. Ως μοναχός πραγματοποίησε περιοδείες και δίδαξε σε πολλά μέρη της Ελλάδος, Κέρκυρα, Κωνσταντινούπολη, Αττική, Ήπειρο, Μακεδονία, Θράκη, Θεσσαλία, Πελοπόννησο, Κρήτη, Επτάνησα, Κύπρο, τον Πόντο και τη Βενετία. Προσκύνησε στους Αγίους Τόπους, όπου ταξίδεψε μέσω ξηράς, κάνοντας μακρόχρονες στάσεις σε διάφορα μέρη και εργαζόταν ως δάσκαλος. Το 1532 πέρασε από τη Λέσβο και παρέμεινε για κάποιο διάστημα στη Μονή Καλαμίου στο όρος Λίβανος. Στη διάρκεια τρων ταξιδίων του φρόντιζε να συμπληρώνει τη μόρφωσή του, μελετώντας και αντιγράφοντας διάφορα χειρόγραφα κείμενα από τις κατά τόπους βιβλιοθήκες.

Ταξίδεψε στην Βενετία όπου δημιούργησε σχέσεις με πολλούς ορθόδοξους αρχιερείς, ιερείς, μοναχούς και προύχοντες. Ο Παχώμιος Ρουσάνος ανήσυχος από την διαρροή των αδυνάτων Χριστιανών, προσπαθούσε ν’ αναχαιτίσει το ρεύμα της αλλαξοπιστίας όχι μόνο με κηρύγματα, αλλά και με ειδικές συγγραφές, πού είχαν ως σκοπό ν’ αποκαταστήσουν την ισορροπία στις ταραγμένες ψυχές των χριστιανών και να τούς πείσουν ότι -αντίθετα προς όσα ακούουν και όσα βλέπουν- η χριστιανική θρησκεία είναι ανώτερη από την μουσουλμανική.

Ο Παχώμιος έζησε λιτό βίο, διέθετε καλλιέργεια πνεύματος και υπήρξε θερμός ζηλωτής της Ορθοδοξίας και υπήρξε συνεχιστής της πατερικής παραδόσεως. Εργάστηκε για την πνευματική αναγέννηση του ορθόδοξου λαού και ήταν αυστηρός κατά των εκτροπών της πίστεως και της λατρείας. Ήταν δεινός εχθρός του Κερκυραίου Ιωαννίκιου Καρτάνου και της αιρέσεως των Καρτανιστών, γράφοντας και κάνοντας πολλά για να καταπολεμήσει αυτόν και τις αιρετικές του απόψεις, ενώ υπήρξε ο πρώτος Έλληνας θεολόγος που ασχολήθηκε με τον έλεγχο της διδασκαλίας του Λούθηρου. Ο Παχώμιος ήταν ο επίσημος αναπαραγωγός του αυθεντικού και ηγεμονικού λόγου της Ανατολικής Εκκλησίας τον 16ο αιώνα, ο κύριος «ιδεολογικός πυλωρός» του θεολογικού συστήματος της.

Εργογραφία

Ο Παχώμιος Ρουσάνος υπήρξε άριστος Ελληνομαθής και στήριξε με το έργο του τον υπόδουλο Ελληνισμό προκειμένου να διατηρήσει ανόθευτη την Εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική του ταυτότητα. Υπήρξε πολύστροφο πνεύμα με ευρύτητα ενδιαφερόντων, γόνιμος και φιλόπονος συγγραφέας, επιτήδειος στην χρήση της γλώσσας και δίδαξε την ελληνική γραμματική. Σημαντική ήταν η προσφορά του στη βιβλιογραφική παραγωγή, καθώς η αγάπη του για την ανάγνωση και την αντιγραφή χειρογράφων είναι ήδη γνωστή από τους χρόνους του στη Ζάκυνθο μέχρι την εποχή που μόναζε στο Άγιο Όρος. Όπως γράφει ο Καρμίρης, ο Ρουσάνος εργάσθηκε «…προς εξύψωση του πνευματικού επιπέδου του λαού, κηρύσσων, διδάσκων, νουθετών, επιτιμών και προπάντως συγγράφων…», ενώ ο Ανδρέας Μουστοξύδης τον αποκαλεί «...γόνιμο και φιλότιμο συγγραφέα».

Τάχθηκε κατά των δεισιδαιμονιών και της αμάθειας του κλήρου, κατά των χριστιανών που έδιναν στο βάπτισμα μη χριστιανικά ονόματα. Στον Ρουσάνο ανήκει η πρωτοβουλία της συγκριτικής διερευνήσεως των κατά τόπους ιδιωμάτων της καθομιλουμένης γλώσσας, την οποία ανέπτυξε αργότερα και ο Αδαμάντιος Κοραής. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και φροντίδα για τη στήριξη της Ελληνικής γλώσσας που απειλείτο από την τουρκική επιβολή, αλλά και για την Ορθόδοξη πίστη που κινδύνευε τόσο από την οθωμανική τυραννία, όσο -κυρίως- από τους λατινόφρονες και παπικούς οι οποίοι περιόδευαν στην ελληνική επικράτεια με το πρόσχημα των ιεραποστόλων. Ο ιερομόναχος Παχώμιος Ρουσάνος ως αυθεντικός συνεχιστής της Πατερικής παραδόσεως, αμύνεται μέσα από το συγγραφικό του έργο της ορθής πίστης έναντι της αίρεσης, διακρινόμενος κατά τον καθηγητή Καρμίρη ως «…αμύντωρ και πρόμαχος της Ορθοδοξίας».

Ό Παχώμιος Ρουσάνος, θαυμαστής των αρχαίων Ελλήνων και ευρύτατης κλασσικής παιδείας, υπήρξε ο πρώτος ανυποψίαστος λαογράφος των ηθών και των εθίμων του Ελληνικού λαού στην εποχή του. Στις περιοδείες του αναγνώρισε με ευκολία την προέλευση των εθιμικών εκδηλώσεων, που προέρχονταν κατ' ευθείαν απ' τις αρχαίες πηγές. Όμως άφησε κατά μέρος τους θαυμασμούς και τις στηλιτεύει ως αμαρτωλά κατάλοιπα της ειδωλολατρίας στην «Προς τους Έλληνίζοντας...» πραγματεία του. Ο αρχιτέκτων και αναστηλωτής Φαίδων Χατζηαντωνίου, που επιμελήθηκε την έκθεση «Λόγιοι και Λογιοσύνη στο Άγιον Όρος» [4] αναφέρει: «...μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι ο Παχώμιος Ρουσάνος. Ήταν γνωστός καλλιγράφος, και θεωρείται από τους κορυφαίους θεολόγους του 16ου αιώνα. Όμως, στους κώδικες που αντέγραψε ο ίδιος βρίσκουμε και πολλά έργα αρχαίου δράματος. Έτσι, εντυπωσιάστηκα όταν είδα τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη και μάλιστα να έχει χρησιμοποιήσει κόκκινο μελάνι για το αρχαίο κείμενο, μαύρη για τη δική του μετάφραση και ανάμεσα στους στίχους και στα περιθώρια τα σχόλιά του...». Ο Παχώμιος μετέφρασε και το έργο «Αίας» του Σοφοκλή.

Συγγραφικό έργο

Τα συγγράμματα του ιερομόναχου Ρουσάνου φυλάχτηκαν για κάμποσο καιρό στην Μονή του Αγίου Γεωργίου των Κρημνών στη Ζάκυνθο και αργότερα εκλάπησαν και μεταφέρθηκαν στην Βενετία, όπου φυλάσσονται στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη. Το έργο του έγινε γνωστό κυρίως χάρη στον Ιταλό Μινγκαρέλι, ο οποίος δημοσίευσε κατάλογο των βιβλίων και των ανέκδοτων έργων του Ρουσάνου. Ανέκδοτα έργα του φυλάσσονται στην Αμβροσιανή βιβλιοθήκη του Μιλάνου, στο Βερολίνο, στη βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και σε διάφορα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Ο Παχώμιος Ρουσάνος κατέλειπε πλούσιο συγγραφικό έργο ενώ υπήρξε και αντιγραφέας κωδίκων. Τα έργα του διακρίνονται σε:

  • Δογματικά και αντιρρητικά,
  • Πρακτικοηθικά,
  • Γραμματικά και άλλες μελέτες.

Έγραψε βίους αγίων, ακολουθίες και εγχειρίδια γραμματικής και ρητορικής, μεταξύ των οποίων και τα:

  • «Προθεωρία εις την γραμματικήν», όπου περιέχεται και γραμματολογική επισκόπηση των γραμματικών που προηγήθηκαν της δικής του, και
  • «Γραμματικαί λύσεις», με το οποίο τάχθηκε κατά της δημοτικής γλώσσας. Διατηρούσε αλληλογραφία με πολλούς λόγιους και στις έντεκα σωζόμενες επιστολές του περιέχονται πολύτιμες ιστορικές πληροφορίες.

Σημαντικά έργα του ήταν το

  • «Σύνταγμα» (ή «Λόγοι Δογματικοί»), μια σειρά έργων κατά σύγχρονων ή παλαιότερων αιρέσεων όπως κατά του μοναχού Ματθαίου αλλά και του Ιωαννικίου Καρτάνου. Στις αλλεπάλληλες διατριβές κατά της «των Καρτανιτών πολυκεφάλου αιρέσεως» και κατά των «του καταράτου Καρτάνου φληαναφιών», φαίνεται ότι οι οπαδοί του Καρτάνου ήταν πολυάριθμοι και διαφύλατταν «ως τι κειμήλιον», το βιβλίο του «Το παρόν βιβλίο είναι κ παλαιά τε και νέα διαθήκη, ήτοι το άνθος και αναγγαίον αυτής», δηλαδή αυτό που ο Ρουσάνος αποκαλούσε «οικουμενικόν κακόν».

Ο Ρουσάνος έγραψε επίσης κατά Αρειανών και Νεστοριανών, κατά Μονοφυσιτών, κατά Σαρακηνών και κατά Λατίνων. Παρακολούθησε με ενδιαφέρον την κίνηση της Μεταρρυθμίσεως και πίστευε ότι ο Λούθηρος είχε απομακρυνθεί από τη χριστιανική διδασκαλία. Ο Παχώμιος εναντιώθηκε στην άποψη του Λουθήρου ότι η πίστη για δικαίωση του ανθρώπου καταργούσε κάθε εκδήλωση εξωτερικής λατρείας και τελετής, άρα και των Αγίων Τόπων.

Έγραψε και δημοσίευσε το απολεσμένο έργο:

  • «Κατά αγιοκατηγόρων, ήτοι των κωλυόντων τους απερχομένους εις προσκύνησιν ιερών και σεβασμίων τόπων και κατά του φρα Μαρτίνου Λούτερι», το πρώτο αντιλουθηρανικό έργο στην Ελλάδα. Μέρος του έργου, αυτό που δεν περιλαμβάνει τις κατηγορίες κατά του Λούθηρου, εκδόθηκε από τον Κωνσταντίνο Οικονόμο τον εξ Οικονόμων το 1850, σύμφωνα με χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης. Ο Παχώμιος έγραψε για τη μουσική, συνέταξε Ακολουθίες, Συναξάρια, Κανόνες, καθώς και πολλά γραμματικά αλλά και μη θρησκευτικά έργα.

Ακόμη, έγραψε και δημοσίευσε τα:

  • «Προς τους αγροίκους την θείαν γραφήν διασύροντες»,
  • «Προς τους ελληνίζοντας και τους τα θεία μυστήρια βεβηλούντας, και ότι ού δεί προσέχειν τοις πολλοίς ασεβέσιν, αλλά τοις ευσεβέσι κάν ολίγοι ώσι»,
  • «Περί της εκ των γραφών ωφελείας, και ότι ούκ αίτιοι οι ταύτας συγγραψάμενοι της ασαφείας, αλλ’ η ημετέρα αμάθεια και αμέλεια, και περί διδασκάλων»,
  • «Λόγοι δογματικοί»,
  • «Ότι εστί Θεός»,
  • «Περί της θείας δημιουργίας»,
  • «Περί των μετά την παράβασιν»,
  • «Περί της τού Θεού λόγου ενσάρκου οικονομίας»,
  • «Έτι περί της του Κυρίου ενσάρκου οικονομίας»,
  • «Παραλειπόμενον τώ αυτώ λόγω»,
  • «Πρός Διονύσιον ιερομόναχον αναχωρητήν»,
  • «Περί της των ορθοδόξων και τών Σαρρακηνών πίστεως πρός τον Λέσβιον»,
  • «Κατά μονοφυσιτών»,
  • «Περί Καρτανιτών αιρετικών»,
  • «Περί της των Καρτανιτών αιρέσεως»,
  • «Προς Λατίνους, αρμόσειε δ’ άν και κατά Αριανών και Σαρρακηνών βλασφημούντων περί την υιότητα»,
  • «Απολογία διαλεκτική πρός τους Λατίνους»,
  • «Κατά αγιοκατηγόρων ήτοι των κωλυόντων τους απερχομένους εις προσκύνησιν των σεβασμίων και ιερών τόπων, και κατά του Φρά Μαρτί Λούτερη»,
  • «Περί εικόνων και του κατ’ εικόνα, έτι κατά Αριανών και Νεστοριανών»,
  • «Λόγος υπεραπολογιτικός τε και ηθικός πρός τους δυσανασχετούντας προς τας εκ των εθνών επαγομένας ημίν θλίψας, και την θείαν πρόνοιαν λοιδορούντας»,
  • «Επιστολή πρός Διονύσιον ιερομόναχον τον αναχωρητήν»,
  • «Ομιλία λεχθείας είς τινος των αδελφών κηδείαν, προτροπή του αββά»,
  • «Υπόμνημα εις το γενόμενον θαύμα παρά της σεβασμίας και προσκυνητής εικόνος της υπεραγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου της Κασσιοπαίας»,
  • «Ομιλία εις τινα των ρητών του κατά Ματθαίον ευαγγελίου»,
  • «Περί των εν τω θείω βαπτίσματι τιθεμένων ονομάτων, και των μη τοιούτων

Λύσεις»,

  • «Κεφάλαια τινά περί ιερωσύνης»,
  • «Ερωτήματα μερικά μετά τινών σχολίων»,
  • «Κανόνες κατ’ ήχον»,
  • «Εγκώμιον εις τον εν αγίοις Βησσαρίωνα Λαρίσης»,
  • «Ερμηνεία σύντομος εις την καθ ημάς μουσικήν»,
  • «Επιστολαί προς Αθανάσιον Ναυπάκτου, Παΐσιον Δράμας, τους εν Ενετία», χαλκογραφείς, Μακάριον τον ποτέ Θεσσαλινίκης, Ιγνάτιον Αντίσσης, Μιχαήλ τον και Ερμόδωρον τον φιλόσοφον, Μανουήλ άρχοντα, Δοσίθεον Ξανθίας και Περιθεωρίου, Κυριακόν πρεσβύτερον, Φίλιππον καλλιγράφον, Λαυρέντιον Αθηνών, Κάλλιστον νεωστί χειροτονηθέντα Αθηνών, τους εν τν μονή του αγίου Μελετίου, τους εν τη μονή του Σαυρονικήτα»,
  • «Ακολουθία εις Βησσαρίωνα Λαρίσης»,
  • «Κανών εις τους αγίους Αθανάσιον και Κύριλλον Αλεξανδρείας»,
  • «Κανών εις τον άγιον Παχώμιον και έτεροι πέντε εις ετέρους αγίους»,
  • «Εκ των Πτολεμαϊκών Αχαΐας θέσις»,
  • «Ει εκ του Θεού θάνατος, και πως εισήλθε»,
  • «Συναγωγή διαφόρων κεφαλαίων, ότι δεί τους εν τη αυτή μονή μοναχούς βιούν κατά οάντα και αρκείσθαι τοις αναγκαίοις»,
  • «Προθεωρία εις την Γραμματικήν»,
  • «Σχόλια Γραμματικής»,
  • «Γραμματικά ερανίσματα»,
  • «Μαρτύριον και ακολουθία των εν Στροφάσιν υπό των Τούρκων φονευθέντων μοναχών»,
  • «Σχόλια εις Όμηρον, Πίνδαρον».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

  • «Παχώμιος Ρουσάνος και τα ανέκδοτα δογματικά και άλλα έργα αυτού», Ι.Ν. Καρμίρης, Αθήναι 1935.
  • «Παχώμιος Ρουσάνος. 450 χρόνια από την κοίμησή του († 1553)». Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου, Μονή Στροφάδων και Αγ. Διονυσίου, Ζάκυνθος, 2003. Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου και Στροφάδων, Αθήνα 2005.
  • «Ο Παχώμιος Ρουσάνος και το συγγραφικό του έργο», Μάριος Μπενίσης, Θεσσαλονίκη 2006.

Παραπομπές

  1. [Το χειρόγραφο του Παχώμιου Ρουσάνου που αναφέρει «..εν έτει ζιζ μηνί Νοεμβρίω εγεννήθην..», ανήκε στην Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου των Κρημνών στη Ζάκυνθο και το 1869, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Σταθά, βιβλίο «Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα», σελίδα σελίδα 123, βρίσκονταν στο αρχείο του τότε Υπουργείου των Εκκλησιαστικών.]
  2. [Η περιοχή των Κρημνών (ή στα Γκρεμνά), βρίσκεται στα ΒορειοΔυτικά του νησιού της Ζακύνθου, κοντά στο περίφημο «Ναυάγιο» κι είναι ένα από τα επιβλητικότερα τοπία της Ελλάδας. Η Μονή του Αγίου Γεωργίου των Κρημνών ιδρύθηκε από τον ιερομόναχο Μακάριο και τον Μοναχό Βαρλαάμ Μπελέτη. Στη Μονή ασκήτευσε ο Ιερομόναχος Γεράσιμος Νοταράς, μετέπειτα Άγιος Γεράσιμος, προστάτης Κεφαλληνίας. Ο πύργος της Μονής χτίστηκε το 1561 για την άμυνα των Μοναχών από τους πειρατές. Σπουδαία υπήρξε η βιβλιοθήκη της Μονής. Δυστυχώς, οι χειρόγραφοι Κώδικες του Ρουσάνου φυγαδεύτηκαν στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας.]
  3. [«Νέος Ελληνομνήμων»,τόμος 16ος, 1916, σελίδες 16-57, Σπυρίδων Λάμπρος.
  4. [Η έκθεση «Λόγιοι και Λογιοσύνη στο Άγιον Όρος» φιλοξενήθηκε στην «Αγιορείτικη Εστία» το διάστημα 15 Νοεμβρίου έως και 15 Ιανουαρίου 2014


΄