Ρόμπερτ Μπόιλ
Ο Ρόμπερτ Μπόιλ [Robert Boyle], Ιρλανδός χημικός και φυσικός που θεωρείται ο θεμελιωτής και πατέρας της σύγχρονης χημείας, γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1627 στο Κάστρο του Λίζμορ [LismorCastle], του Γουότερφορντ της επαρχίας Κορν στη νότια Ιρλανδία και πέθανε στις 30 Δεκεμβρίου 1691 στο Λονδίνο.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Κατάγονταν από οικογένεια εύπορων αριστοκρατών κι ήταν το έβδομο αγόρι και το δέκατο τέταρτο από τα παιδιά του Ρίτσαρντ Μπόιλ, πρώτου κόμη του Κορν, ενός από τους πλέον πλούσιους ανθρώπους της εποχής του. Σε ηλικία οκτώ ετών άρχισε να φοιτά στο Ήτον και σε άλλα εκπαιδευτικά κέντρα, ενώ ήδη μιλούσε Ελληνικά και Λατινικά.
Το 1639, μαζί με τον Φράνσις, έναν από τους μεγαλύτερους αδελφούς του και τον δάσκαλο του ταξίδεψαν στη Γαλλία, την Ελβετία, τη Γερμανία και την Ιταλία, όπου στην Πάντοβα το 1641, γνώρισε το Galileo Galilei και μελέτησε τον Καρτέσιο. Η επανάσταση που ξέσπασε στην Ιρλανδία το 1942, ανάγκασε τον Φράνσις να επιστρέψει, ενώ ο Ρόμπερτ με τον δάσκαλό του έμειναν στη Γενεύη, όπου βελτίωσε το μορφωτικό του επίπεδο. Επέστρεψε στην Ιρλανδία το 1644, φιλοδοξώντας να γίνει συγγραφέας, όμως αν και μιμήθηκε την γαλλική λαϊκή λογοτεχνία, προτίμησε να γράφει ηθικά δοκίμια. Τον ίδιο χρόνο έγινε μέλος του «Αόρατου κολεγίου» [«Invisible College»], γύρω από το οποίο είχαν συναθροιστεί οι νέοι επιστήμονες, αντίθετοι στις αριστοτελικές-σχολαστικές μεθόδους, που είχαν ως σκοπό την κατάργηση της θεωρίας του Αριστοτέλη περί φυσικών στοιχείων και αποτέλεσε το 1663, τη βάση για τη Βασιλική Επιστημονική Εταιρία του Λονδίνου, [Royal Society]. Η εταιρία υποστήριζε την ανάγκη της πειραματικής εξακρίβωσης των θεωρητικών θέσεων και υιοθέτησε το ρητό, «Nullius in verba», δηλαδή «τίποτα [μόνο] με λόγια». Το 1647, ήρθε σε επαφή με μια ομάδα επιστημόνων διανοητών και από το 1649 αφιερώθηκε στη φυσική και την πειραματική χημεία.
Μετά το θάνατο του πατέρα του έζησε 10 χρόνια στο πατρικό κτήμα στο Στώλμπριτζ του Ντόρσετ, όπου μελέτησε φιλοσοφία, θεολογία και φυσικές επιστήμες, έγραψε δοκίμια ηθικής και πραγματοποίησε χημικά και ιατρικά πειράματα. Το 1656 πήγε στην Οξφόρδη και ίδρυσε το φιλοσοφικό κολέγιο κι έστησε ένα μικρό χημικό εργαστήριο όπου το 1659, με τη βοήθεια του βοηθού του Ρόμπερτ Χουκ, [Robert Hooke], τελειοποίησε την αεραντλία του Όττο φον Γκέρικε, που τη χρησιμοποίησε για τα μετέπειτα πειράματα και τις έρευνές του πάνω στις ιδιότητες διάφορων αερίων κι απέδειξε πειραματικά ότι «σε κενό αέρος όλα τα σώματα πέφτουν ταυτόχρονα», επίσης ότι «στο κενό ο ήχος δεν διαδίδεται» ενώ «η δράση των ηλεκτρικών δυνάμεων λειτουργεί ανεμπόδιστα». Το 1668, εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο στο σπίτι της αδερφής του, ενώ συνέχισε να ασχολείται με τις επιστημονικές του έρευνες, που εκτείνονταν από τη φυσική και τη χημεία ως την ιατρική και τη θρησκεία, καθώς και με το γράψιμο. Αρνήθηκε τους τίτλους ευγενείας και μια επισκοπική θέση, κι απέφευγε τη ζωή των αυλικών. Το 1660 έγινε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Βασιλικής Εταιρίας του Λονδίνου, ενώ το 1680 αρνήθηκε να γίνει πρόεδρος της, διότι δεν συμφωνούσε με τη διατύπωση του όρκου της. Το 1671, ανακάλυψε εκ νέου το υδρογόνο και περιέγραψε την αντίδραση ρινισμάτων σιδήρου και διαλυμάτων οξέων, που κατέληγαν στην παραγωγή αέριου υδρογόνου. Έμεινε στο Λονδίνο ως το θάνατό του, έχοντας αποκτήσει μεγάλη φήμη και τιμηθεί τόσο στην πατρίδα του όσο και στο εξωτερικό.
Φιλοσοφική θεωρία
Σε μια αυτοβιογραφία που περιγράφει τα πρώτα του χρόνια, δίνει στον εαυτό του το όνομα Φιλάρετος, δηλαδή «Αυτός που αγαπάει την Αρετή». Ήταν πιστός Χριστιανός, πολέμιος της αθεΐας και απέρριψε το πνεύμα του αθεϊσμού, ενώ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όποιος χρησιμοποιεί έντιμα τη δύναμη της λογικής του πιστεύει απαραίτητα στο Θεό. Υποστήριξε οικονομικά τη μετάφραση της Αγίας Γραφής σε πολλές γλώσσες, όπως διαλέκτους ιθαγενών της Βορείου Αμερικής, στην αραβική, στην ιρλανδική, στη μαλαϊκή και στην τουρκική. Έθεσε το ερώτημα για το αν η φύση θα μπορούσε ή όχι να έχει σχέδια όπως είναι η ύλη σε κίνηση και αντέκρουσε την μηχανοκρατία, άποψη που υποστηρίζει ότι όλα τα έμβια όντα είναι μονάχα ύλη σε κίνηση και μπορούν να εξηγηθούν πλήρως με τους νόμους της φυσικής. Τη θεωρία εισηγήθηκαν ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος, ενώ οι υποστηρικτές της θεώρησαν ότι έπρεπε να αγνοήσουν τη θρησκεία, γιατί δεν μπορούσαν να την αναγάγουν σε μαθηματικά.
Εργογραφία
Υπήρξε πολυγράφος συγγραφέας, και το έργο του επηρέασε πολλούς συγχρόνους του, μεταξύ τους και τον Σερ Ισαάκ Νεύτωνα, με τον οποίο διατηρούσε επιστημονική αλληλογραφία, ενώ πραγματοποίησε έρευνες υδροστατικής και ακουστικής, καθώς και ο πρώτος που καθόρισε με ακρίβεια την πυκνότητα των στερεών και υγρών σωμάτων. Είναι ένας από τους σημαντικότερους ερευνητές στην ανακάλυψη των χημικών στοιχείων, διατύπωσε τη μοριακή θεωρία μετά από πολλούς πειραματισμούς πάνω στις χημικές αντιδράσεις. Ασχολήθηκε επίσης με την ακουστική, το ειδικό βάρος των σωμάτων, την υδροστατική, μελέτησε το φαινόμενο της καύσης και τοποθέτησε σε πειραματικές βάσεις τις θεωρίες της αρχαιότητας. Με την κατασκευή των πρώτων ανθρακωρυχείων, ασχολήθηκε με το γεγονός ότι όσο πιο βαθιά κατεβαίνουμε στη Γη τόσο αυξάνεται η θερμοκρασία, το φαινόμενο που οι γεωλόγοι ονομάζουν «γεωθερμική βαθμίδα».
Ακολούθησε διαφορετική προσέγγιση από τους αλχημιστές της εποχής του, δημοσίευε λεπτομέρειες της εργασίας του και υποστήριζε ότι κάθε συμπέρασμα πρέπει να τεκμηριώνεται με ελεγχόμενα πειράματα. Πίστευε στην δυνατότητα μεταλλαγής ενός στοιχείου σε ένα άλλο και θεωρούσε ότι μόνο με τον πειραματισμό, την ποσοτική μεθοδολογία και τον ατομισμό μπορούσε να καταστεί δυνατή η μεταλλαγή ενός ευτελούς σε ευγενές μέταλλο. Αντιλήφθηκε τη πραγματική φύση των στοιχείων, προσδίδοντας σ΄ αυτά τη χημική έννοια και ότι οι διάφορες ουσίες αποτελούν χημικές ενώσεις χημικών στοιχείων και αντίστροφα ότι τα χημικά στοιχεία μπορούν να απομονωθούν με διάσπαση των χημικών ενώσεων και στο έργο του
- «Ο σκεπτικιστής χημικός» [«The Sceptical Chemist»], δίνει τον πρώτο ορισμό του στοιχείου και περιγράφει μερικές μεθόδους για το διαχωρισμό των στοιχείων, ενώ επιτίθεται στον αλχημιστή Παράκελσο και στην Αριστοτελική θεωρία περί των στοιχείων.
Στο βιβλίο συστήνει στους επιστήμονες να μην είναι αλαζόνες ή δογματικοί αλλά να παραδέχονται τα λάθη τους. Παράλληλα εξέφρασε την αντίληψη ότι υπάρχουν κάποιες απλές ουσίες που δεν μπορούν να διαχωρισθούν μέσω οποιασδήποτε διαδικασίας σε άλλες απλούστερες και αυτές αποτελούν τη βάση σύνθετων ουσιών. Διαχώρισε τη χημεία από την αλχημεία και τόνισε, «… εννοώ τώρα με τον όρο στοιχεία … κάποια πρωτογενή και απλά ή εντελώς μη αναμεμειγμένα σώματα· τα οποία χωρίς να είναι φτιαγμένα από άλλα σώματα, ή το ένα από το άλλο είναι τα συστατικά από τα οποία όλα τα αποκαλούμενα τέλεια αναμεμειγμένα σώματα, άμεσα συντίθενται και στα οποία τελικά αποσυντίθεται...».
Θεωρήθηκε ως ο πρώτος επιστήμονας που έθεσε σε πειραματικές βάσεις τις ατομικές θεωρίες της αρχαιότητας και συνέβαλε στις μελέτες της φυσιολογίας, με την εργασία του
- «Tentamina quaedam physiologica».
Νόμος Μπόιλ
Η μεγαλύτερη προσφορά του στη Θερμοδυναμική είναι η διατύπωση νόμου των αερίων, τον οποίο διατύπωσε και δημοσίευσε το 1662 κι είναι γνωστός ως «νόμος του Μπόιλ-Μαριότ». Ο νόμος είναι ένας από τους τρεις νόμους των αερίων και σύμφωνα μ' αυτόν, «ο όγκος ενός αερίου είναι αντιστρόφως ανάλογος της πίεσης αυτού, σε σταθερή θερμοκρασία». Για τις μεταβολές πίεσης και θερμοκρασίας αν P1 η αρχική πίεση του αερίου, V1 ο αρχικός ειδικός όγκος του και T η σταθερή θερμοκρασία του και προκληθεί μεταβολή της πίεσης και του όγκου του σε P2 και V2 κατά τρόπο που η θερμοκρασία μείνει αμετάβλητη, τότε μεταξύ των παραπάνω στοιχείων του αερίου θα ισχύει η μαθηματική σχέση:
Εξωτερικοί σύνδεσμοι