Σιωνισμός

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Εβραίοι προς την Παλαιστίνη (1947)

Ο Σιωνισμός (από το εβραϊκό Σιών, ένα από τα βιβλικά ονόματα της Ιερουσαλήμ), είναι πολιτικό κίνημα και ιδεολογία με σκοπό, σήμερα, την υπεράσπιση των εβραϊκών συμφερόντων κάθε είδους, είτε εθνικιστικών είτε οικονομικών είτε πολιτικώv. Εμφανίστηκε ως κίνημα, στις αρχές του 20ου αιώνα, που προωθούσε την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους στα εδάφη της Παλαιστίνης. Με τη βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων, της Βρετανικής Αυτοκρατορίας πρώτα, των Ηνωμένων Πολιτειών κατόπιν, οι σιωνιστές κατάφεραν - εις βάρος του αραβικού πληθυσμού της περιοχής - να ιδρύσουν το 1948 το σύγχρονο κράτος του Ισραήλ.

Στις μέρες μας, στο εσωτερικό του Ισραήλ, ο Σιωνισμός εκφράζεται, κυρίως, μέσα από τα υπερ-εθνικιστικά μέλη και οπαδούς του κόμματος Λικούντ (συμπεριλαμβανομένης της κυβερνήσεως του Νετανιάχου), του Ισραηλινού στρατού και της Μοσάντ. Οι Σιωνιστές, εκφραστές της εβραϊκής υπεροχής, ασπάζονται το όραμα του «Μεγαλύτερου Ισραήλ», δηλαδή ενός κράτους που θα εκτείνεται από τον Νείλο ως τον Ευφράτη. Για τον σκοπό αυτό, προσπαθούν να αποδυναμώσουν τα γειτονικά αραβικά κράτη με όλους τους τρόπους ωσότου πετύχουν την διάλυσή τους σε μικρότερα, ανίσχυρα κρατίδια α [1] Στο δε εξωτερικό, έχουν την αμέριστη υποστήριξη των ΗΠΑ όπως εκφράζεται κυρίως μέσα από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και τον Χριστιανικό Σιωνισμό [2].

Ορισμός / Γενικά στοιχεία

Σύμφωνα με τον καθηγητή Νικόλαο Λάο:

«(...) ο Σιωνισμός αποτελεί έναν συγκερασμό μεταξύ του Ιουδαϊσμού και των νεωτερικών Δυτικών παραδόσεων του εθνικισμού, του ιμπεριαλισμού και της εκκοσμίκευσης (όπως αυτή διαμορφώθηκε από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό). Ο Σιωνισμός αφενός επιχειρεί να δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο ιουδαϊκό πολιτικό υποκείμενο διακριτό από όλα τα έθνη‐κράτη, ώστε να θεμελιώσει το αίτημα της δημιουργίας ιουδαϊκού έθνους‐κράτους, αφετέρου προτείνει την (πολιτιστική) αφομοίωση των Ιουδαίων/Ισραηλιτών μέσα στο πνεύμα και τον τρόπο ζωής της νεωτερικότητας: και ως προς τα δύο αυτά αιτήματα, ο Σιωνισμός είναι αντίθετος προς τον Ορθόδοξο Ιουδαϊσμό, ο οποίος βασίζεται στη θεονομία και στην ιερή ιουδαϊκή γραμματεία.   Επίσης, ο Σιωνισμός καλλιεργεί στους Εβραίους οπαδούς του ένα μείγμα έντονης γεωπολιτικής ανασφάλειας και φιλοδοξίας, το οποίο είναι άσχετο προς την παραδοσιακή ιουδαϊκή κουλτούρα. (...)» [3].

Ιστορική αναδρομή

Ο όρος Σιωνισμός καταγράφηκε πρώτη φορά το 1890 στο περιοδικό "Selbstemanzipation" (Αυτοχειραφέτηση) του αυστροεβραίου δημοσιογράφου και συγγραφέα Νάθαν Μπιρνμπάουμ ([Nathan Birnbaum]), για να προσδιορίσει το κίνημα της πολιτικής οργάνωσης των Εβραίων για την επίτευξη των εθνικιστικών τους στόχων β.
Το 1896, έτος ορόσημο για τη γέννηση του Σιωνισμού, ο Ουγγροεβραίος συγγραφέας και δημοσιογράφος [Τέοντορ Χερτσλ] δημοσίευσε το δοκίμιό του, «Το Eβραϊκό Κράτος -πρόταση για μια σύγχρονη λύση στο Εβραϊκό ζήτημα» (τίτλος πρωτοτ.:"Der Judenstaat -Versuch einer modernen Lösung der Judenfrage"). Το δοκίμιο που είναι ίσως το επιδραστικό έργο στην ανάπτυξη του Σιωνισμού είχε σημαντική επιτυχία τόσο εκτός όσο και εντός εβραϊσμού, και το 1897 ο Χερτσλ πρωτοστάτησε στην πραγματοποίηση του Πρώτου Παγκόσμιου Σιωνιστικού Συνεδρίου στη Βασιλεία της Ελβετίας.

Πρόγραμμα της Βασιλείας

Στο λεγόμενο «Πρόγραμμα της Βασιλείας» διακηρύχθηκε ο στόχος:
Ο Σιωνισμός επιδιώκει να δημιουργήσει μια πατρίδα στην Παλαιστίνη για τον εβραϊκό λαό, στηριζόμενη το δημόσιο δίκαιο [4], αλλά και ο τρόπος για την επίτευξη του στόχου.:

  • Η σκόπιμη προώθηση της εγκατάστασης Εβραίων γεωργών, τεχνιτών και επιχειρηματιών στην Παλαιστίνη.
  • Η οργάνωση και η συγκέντρωση όλων των Εβραίων μέσω τοπικών και γενικών εκδηλώσεων, σύμφωνα με τους νόμους των διαφόρων χωρών.
  • Η ενίσχυση του εβραϊκού αισθήματος και της εθνικής συνείδησης.
  • Τα προπαρασκευαστικά βήματα για την απόκτηση της έγκρισης των κυβερνήσεων που είναι απαραίτητη για την επίτευξη του σιωνιστικού σκοπού.

Τα επόμενα χρόνια, οι πρώτοι Σιωνιστές ηγέτες προσπάθησαν να οικοδομήσουν σχέσεις εντός και εκτός των εβραϊκών κοινοτήτων και ιδιαίτερα με διάφορους Ευρωπαίους πολιτικούς ηγέτες, με στόχο να συγκεντρώσουν αρκετή υποστήριξη για να πραγματοποιήσουν τον στόχο τους.΄

Υλοποίηση του Προγράμματος

Την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ακολούθησε η διαμέλισή της και ο διαμοιρασμός ανάμεσα στην Γαλλία και την Βρετανική Αυτοκρατορία. Συγκεκριμένα, η Γαλλία κατέλαβε την Συρία και τον Λίβανο και η Βρετανική Αυτοκρατορία την Παλαιστίνη και την Ιορδανία. Οι Βρετανοί μπήκαν στην Ιερουσαλήμ το 1917 και η Παλαιστίνη τέθηκε επίσημα υπό βρετανική εντολή (κατοχή) το 1922.

Εν μέσω πολέμου ο Βρετανός Υπουργός των Εξωτερικών, Άρθρουρ Μπάλφουρ, απέστειλε στις 2 Νοεμβρίου του 1917 μια επιστολή στον Λόρδο Λάιονελ Γουόλτερ Ρότσιλντ, - η επιστολή έμεινε στην ιστορία ως «Διακήρυξη Μπάλφουρ» – όπου του δηλώνει την βρετανική συμπάθεια και υποστήριξη στην δημιουργία εβραϊκού κράτους στην περιοχή [5].

Πολιτικός σχολιασμός από τον σκιτσογράφο Κάρλο Λατούφ

Με απλά λόγια μία ξένη ως προς τα εδάφη της Παλαιστίνης αυτοκρατορία (Μεγάλη Βρετανία) υποσχέθηκε εν μέσω Παγκοσμίου Πολέμου σ΄ έναν ιδιώτη και σε μία οργάνωση να προωθήσει τη διάσπαση μίας άλλης αυτοκρατορίας (Οθωμανική) στα εδάφη της οποίας θα εγκαθιστούνταν οι Εβραίοι που δεν ζούσαν εκεί, ενώ εκεί ήδη ζούσαν οι Παλαιστίνιοι.

Σύμφωνα με τον παλαιστινιακό ιστότοπο, "Decolonize Palestine", η βρετανική υποστήριξη του Σιωνισμού δεν υποκινήθηκε από φιλικά αισθήματα προς τους Εβραίους αλλά ως αντίβαρο στην εμφάνιση του Μπολσεβικισμού. Αυτήν την αντιμετώπιση περιγράφει και ο Γουίνστον Τσώρτσιλ στο άρθρο του «Σιωνισμός εναντίον Μπολσεβικισμού» (8 Φεβρουαρίου 1920) [6]:

« (...) αν, όπως μπορεί να συμβεί, στη ζωή μας δημιουργηθεί από τις όχθες του Ιορδάνη ένα εβραϊκό κράτος υπό την προστασία του βρετανικού στέμματος, το οποίο θα μπορούσε να περιλαμβάνει τρία ή τέσσερα εκατομμύρια Εβραίους, ένα γεγονός θα είχε συνέβη στην ιστορία του κόσμου που θα ήταν, από κάθε άποψη, ωφέλιμο και θα ήταν ιδιαίτερα σε αρμονία με τα πιο αληθινά συμφέροντα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας». 

Σύμφωνα με τη λογική του Τσώρτσιλ, οι σιωνιστές Εβραίοι είναι οι «καλοί Εβραίοι» που αντιτίθενται στους «κακούς, διεθνιστές μαρξιστές Εβραίους» που προσπαθούν να καταστρέψουν τον δυτικό χριστιανικό πολιτισμό.

Το 1923 το δοκίμιο του Zeev Jabotinsky θα ξεδιπλώσει τον σιωνιστικό τρόπο σκέψης και θα επηρεάσει τους μελλοντικούς Ισραηλινούς ηγέτες στην πρακτική πολιτική : Ο Γιαμποτίνσκι υποστήριξε ότι οι Παλαιστίνιοι Άραβες δεν θα συμφωνούσαν ποτέ σε μια εβραϊκή πλειοψηφία στην Παλαιστίνη:

« (...) Δεν μπορεί να υπάρξει εθελοντική συμφωνία μεταξύ μας και των Παλαιστινίων Αράβων. Ούτε τώρα, ούτε στο μέλλον. Το λέω με τέτοια πεποίθηση, όχι επειδή θέλω να πληγώσω τους μετριοπαθείς Σιωνιστές. Εκτός από αυτούς που γεννήθηκαν τυφλοί, όλοι έχουν συνειδητοποιήσει εδώ και πολύ καιρό ότι είναι εντελώς αδύνατο να λάβουν την εθελοντική συναίνεση των Παλαιστινίων Αράβων για τη μετατροπή της «Παλαιστίνης» από μια αραβική χώρα σε μια χώρα με εβραϊκή πλειοψηφία.(...)». 

Επομένως:

«...ο σιωνιστικός εποικισμός πρέπει είτε να σταματήσει, είτε να προχωρήσει ανεξάρτητα από τον ντόπιο πληθυσμό. Πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να προχωρήσει και να αναπτυχθεί μόνο υπό την προστασία μιας δύναμης που είναι ανεξάρτητη από τον ντόπιο πληθυσμό - πίσω από ένα σιδερένιο τείχος, το οποίο ο ντόπιος πληθυσμός δεν θα μπορεί να παραβιάσει» [7].

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν η υποστήριξη στο σιωνιστικό σχέδιο θα μεγαλώσει, ενώ η περίοδος του Τρίτου Ράιχ στη Γερμανία, θα αυξήσει τη εποικισμό της Παλαιστίνης. Όπως έγραψε ο Ρασίντ Χαλίντι (Rashid Khalidi), στο βιβλίο του «Τα εκατό χρόνια πολέμου στην Παλαιστίνη» ("The One Hundred Years War on Palestine"):

«Η άνοδος του Χίτλερ αποδείχθηκε ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα στις σύγχρονες ιστορίες τόσο της Παλαιστίνης όσο και του Σιωνισμού. Μόνο το 1935, περισσότεροι από εξήντα χιλιάδες Εβραίοι μετανάστες ήρθαν στην Παλαιστίνη, αριθμός μεγαλύτερος από ολόκληρο τον εβραϊκό πληθυσμό της χώρας το 1917». 

Αλλά και πριν από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όπως υποδεικνύει ο Χαλίντι:

«το Σιωνιστικό κίνημα είχε κινητοποιήσει πολλούς Αμερικανούς πολιτικούς και μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης γύρω από αυτόν τον στόχο. Αυτό ήταν αποτέλεσμα τόσο των αδιάκοπων και αποτελεσματικών προσπαθειών δημοσίων σχέσεων αυτού του κινήματος, τις οποίες οι Παλαιστίνιοι και τα νεοσύστατα αραβικά κράτη δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν, όσο και της εκτεταμένης φρίκης για την αποκάλυψη της καταστροφής των περισσότερων Ευρωπαίων Εβραίων από τους Ναζί στο Ολοκαύτωμα. Αφού ο Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν ενέκρινε τον στόχο ενός εβραϊκού κράτους στην πλειονότητα των αραβικών χωρών στα μεταπολεμικά χρόνια, ο Σιωνισμός, κάποτε αποικιακό σχέδιο που υποστηρίχθηκε από την παρακμάζουσα Βρετανική Αυτοκρατορία, έγινε μέρος της αναδυόμενης αμερικανικής ηγεμονίας στη Μέση Ανατολή.» [5].  

Όπως είπε κάποτε ο πρώην γενικός στρατηγός των ΗΠΑ και Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ υπό τον πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, Αλεξάντερ Χέιγκ:

 «Το Ισραήλ είναι το μεγαλύτερο αμερικανικό αεροπλανοφόρο στον κόσμο που δεν μπορεί να βυθιστεί, δεν μεταφέρει ούτε έναν Αμερικανό στρατιώτη και βρίσκεται σε κρίσιμη περιοχή για την αμερικανική εθνική ασφάλεια».

Η γέννηση του Σιωνισμού

Με την κατάρρευση του μεσαιωνικού κόσμου και της φεουδαρχίας και την άνοδο των αστών μετά τη Γαλλική Επανάσταση, η θέση των Εβραίων άλλαξε προς το καλύτερο. Τα τείχη των γκέττο γκρεμίστηκαν και οι Εβραίοι άρχισαν να αφομοιώνονται στις χώρες που κατοικούσαν τις οποίες εξάλλου αντιμετώπιζαν ως πατρίδες πλέον.
«...Η Παλαιστίνη είχε πάψει προ πολλού να είναι η συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Για τη γεωγραφική της θέση ή τη φυσική της μορφή γνώριζαν ελάχιστα ή τίποτα. Δεν ήταν δεμένοι μαζί της με δεσμούς προσωπικής αγάπης, δεν τους καταδίωκαν οι αναμνήσεις από τα αξιοθέατα και τους ήχους της. . . . Η επιστροφή των εξόριστων θα ήταν σίγουρα μια επιστροφή με την πιο κυριολεκτική έννοια. Αλλά δεν θα ήταν αποτέλεσμα ανθρώπινης προσπάθειας. Θα ερχόταν στον κατάλληλο χρόνο του Θεού με την εμφάνιση του Μεσσία ». [8]

Γι' αυτό το λόγο οι πρώτοι που έκαναν αναφορά σε μια επιστροφή του εβραϊκού λαού δεν ήταν οι σιωνιστές, αλλά εκπρόσωποι των αποικιακών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή. Η πρώτη προσπάθεια εποικισμού των εδαφών έγινε από τον Ναπολέοντα το 1799 με την εκστρατεία στην Αίγυπτο και στη Συρία. Η προσπάθεια ήταν αποτυχημένη, εκτός των άλλων γιατί δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον των Εβραίων της Ευρώπης. Λίγο πριν από τον προτεινόμενο αποικισμό της Παλαιστίνης, και μάλλον για να ενισχύσει τα σχέδια του Ναπολέοντα, μια ανώνυμη επιστολή δημοσιεύτηκε στη Γαλλία, υποτίθεται γράμμα που γράφτηκε από ένα μέλος της εβραϊκής κοινότητας προς έναν φίλο του γ. Το γράμμα αναφέρει ότι «...Η χώρα που προτείνουμε να καταλάβουμε θα περιλαμβάνει (με την συμφωνία και τους περιορισμούς που θα θέσει η Γαλλία) την Κάτω Αίγυπτο, με την προσθήκημιας περιοχής που θα ξεκινάει από την Πτολεμαΐδα μέχρι τη Νεκρά Θάλασσα, και από το νότιο σημείο της λίμνης μέχρι την Ερυθρά θάλασσα.» Περαιτέρω ο ανώνυμος συγγραφέας δίνει τους ακόλουθους λόγους για την κατάληψη αυτού του εδάφους: «Αυτή η θέση, η οποία είναι η πιο πλεονεκτική στον κόσμο, θα μας καταστήσει, με τη ναυσιπλοΐα της Ερυθράς Θάλασσας, κύριοι του εμπορίου της Ινδίας, της Αραβίας, της Ανατολικής Αφρικής, της Αβησσυνίας και της Αιθιοπίας, αυτών των πλούσιων χωρών που παρείχαν στον Σολομώντα τόσο πολύ χρυσό και ελεφαντόδοντο και τόσους πολύτιμους λίθους» [9]

Ο μεγάλος χορηγός του σιωνισμού, βαρώνος Έντμοντ Τζέιμς ντε Ρότσιλντ.

Εάν, ωστόσο, οι προσπάθειες των Γάλλων αποικιοκρατών να χρησιμοποιήσουν τους Εβραίους για να προωθήσουν τις δικές τους συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή μπορεί να θεωρηθεί απλώς ως ένα ιστορικό επεισόδιο, τα βήματα που έγιναν προς αυτή την κατεύθυνση από τους βρετανικούς κυβερνητικούς κύκλους θα πρέπει να θεωρηθούν μάλλον ως η συνεπής εφαρμογή ενός καλά επεξεργασμένου σχεδίου.

Το 1840, οι κορυφαίες ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις που πάλευαν για επιρροή στην παρακμάζουσα Τουρκική Αυτοκρατορία, έθεσαν το ζήτημα του μέλλοντος της Συρίας, που τότε κατείχαν αιγυπτιακά στρατεύματα. Στις 17 Αυγούστου 1840, η εφημερίδα The Times δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Συρία-Αποκατάσταση των Εβραίων» : Η πρόταση να εγκατασταθεί ο εβραϊκός λαός στη γη των πατέρων του, κάτω από την προστασία των πέντε Δυνάμεων, δεν είναι πλέον ένα απλό θέμα εμπορικής κερδοσκοπίας, αλλά ένα σοβαρό ζήτημα πολιτικής σκέψης.

Ο κόμης του Shaftesbury, εξέχων Βρετανός πολιτικός, σε επιστολή του στις 25 Σεπτεμβρίου, 1840, προς τον υποκόμη Πάλμερστον, τον υπουργό Εξωτερικών, έγραφε ότι ήταν απαραίτητο να τεθεί η Συρία υπό  βρετανική κυριαρχία. Υπογράμμιζε ότι αυτό θα απαιτούσε τόσο κεφάλαιο και εργασία και ότι το κεφάλαιο ήταν «πολύ ευαίσθητης φύσης για να ρέει με προθυμία σε οποιαδήποτε χώρα όπου ούτε η ιδιοκτησία ούτε η ζωή μπορούν να θεωρηθούν ασφαλείς» [...]«Αν λάβουμε υπόψη μας την επιστροφή  των Εβραίων υπό το πρίσμα μιας νέας εγκατάστασης ή αποικισμού της Παλαιστίνης, θα διαπιστώσουμε ότι είναι ο φθηνότερος και ασφαλέστερος τρόπος για την κάλυψη των αναγκών αυτών των ερημωμένων περιοχών». 

Στο ίδιο μήκος κύματος ο Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ όπως μας πληροφορεί ο Λόρθος Άσκουιθ στο Ημερολόγιό του : «Κατά περίεργο τρόπο, ο μόνος άλλος υποστηρικτής αυτής της πρότασης (για την κατάκτηση της Συρίας) είναι ο Λόιντ Τζορτζ, ο οποίος δεν χρειάζεται να πω ότι δεν νοιάζεται καθόλου για τους Εβραίους ή το παρελθόν ή το μέλλον τους, αλλά πιστεύει ότι θα ήταν εξωφρενικό να αφήσουμε τους Αγίους Τόπους να περάσουν στην κατοχή ή υπό το προτεκτοράτο της "αθεϊστικής Γαλλίας".» [10]

Ο χρόνος ήταν πλέον ώριμος για την εμφάνιση του Σιωνισμού: είχε έρθει η ώρα που, όπως είπε ο Σιωνιστής ηγέτης Μαξ Νορντάου (Max Nordau), «αν δεν υπήρχε ο Σιωνισμός η Μεγάλη Βρετανία θα έπρεπε να τον εφεύρει.»

Σημειώσεις

Το σχέδιο της αποσταθεροποίησης της Μέσης Ανατολής και όχι μόνο, έγινε γνωστό ως «Σχέδιο Γινόν» ή «Στρατηγική Γινόν» από το όνομα του συντάκτη του, Οντέτ Γινόν. Ο Γινόν, στενός συνεργάτης του Αριέλ Σαρόν, δημοσίευσε το δοκίμιό του το 1982 στο σιωνιστικό περιοδικό "Kivunim". Το σχέδιο και η ανάλυσή του παρουσιάζονται εδώ: Η “Στρατηγική Γινόν” για το Ισραήλ και γιατί μας ενδιαφέρει από τον Σάββα Καλεντερίδη.
Ο Μπιρνμπάουμ θα αποκηρύξει εν τέλει τον σιωνισμό, και την εθνικιστική – κοσμική του προσέγγιση για να ασπαστεί τον ορθόδοξο Ιουδαϊσμό και τα διδάγματα της Τορά [11]
Σύμφωνα με τον Ναχούμ Σοκόλοβ: «Αυτός ο συγγραφέας ήταν, χωρίς αμφιβολία, ο πράκτορας και το φερέφωνο των ανθρώπων που βρίσκονταν πίσω του. Το γεγονός ότι αυτή η "Επιστολή" δημοσιεύθηκε κατόπιν προτροπής των τότε κυβερνώντων στη Γαλλία δείχνει ότι το σχέδιο που προτεινόταν σε αυτήν ήταν σύμφωνο με τις απόψεις της κυβέρνησης. Καθώς αυτή ήταν η τάση της κυβέρνησης, η έκκληση που απηύθυνε ο Βοναπάρτης στους Εβραίους της Ασίας και της Αφρικής ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση της "Επιστολής", το 1798, φαίνεται να αποτελεί λογική συνέπεια των επικρατουσών απόψεων. Επιπλέον, το γεγονός ότι σχέδια αυτού του είδους είχαν αποκτήσει μεγάλη απήχηση στην Αγγλία και ότι η αποκατάσταση του Ισραήλ αποτελούσε αγαπημένη ιδέα των Άγγλων, δεν θα μπορούσε να είναι άγνωστο στη Γαλλία. Δεν είναι απαραίτητο να επισημάνουμε ποια ήταν η θεμελιώδης ιδέα της εκστρατείας στην Αίγυπτο και τη Συρία. Η ιδέα της Αποκατάστασης του Ισραήλ, όπως προτάθηκε στην "Επιστολή του Γάλλου Εβραίου" το 1798 και στην «Έκκληση του Βοναπάρτη» το 1799, ήταν απλώς ένας κρίκος στην ίδια αλυσίδα. [12]

Εσωτερική αρθρογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές