Πωλ Ρασσινιέ

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Πωλ Ρασσινιέ (γαλλικά: Paul Rassinier), Γάλλος κομμουνιστής εκπαιδευτικός που δίδαξε ιστορία και γεωγραφία σε σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως, μέλος της γαλλικής αντιστάσεως στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ιστορικός ερευνητής, πολιτικός ακτιβιστής, πολιτικός σχολιαστής και αναλυτής, δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο πατέρας του επιστημονικού αναθεωρητισμού του Ολοκαυτώματος ο οποίος στη συνέχεια αναδείχθηκε στον κύριο και κατ' εξοχήν εκπρόσωπο του, γεννήθηκε στις 18 Μαρτίου 1906 στην πόλη Bermont στο Territoire de Belfort της Γαλλίας και πέθανε στις 29 Ιουλίου 1967 στο Ανιέρ-συρ-Σεν στη Γαλλία.

Πωλ Ρασσινιέ

Βιογραφία

Ο Πωλ Ρασινιέ Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν συνιδρυτής της υπόγειας αντιστασιακής οργάνωσης "Libé-Nord", η οποία βοήθησε στη λαθραία μεταφορά Εβραίων από τη γερμανοκρατούμενη Γαλλία στην Ελβετία. Ως αποτέλεσμα, συνελήφθη από την Γκεστάπο τον Οκτώβριο του 1943 και απελάθηκε στη Γερμανία, όπου κρατήθηκε αιχμάλωτος μέχρι το τέλος του πολέμου στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας του Μπούχενβαλντ και στο παράρτημά του Μίτελμπαου-Ντόρα. Μετά την απελευθέρωσή του, και αφού επέστρεψε στην πατρίδα του, εκλέχθηκε στη γαλλική Εθνοσυνέλευση ως βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος (SFIO).

Μέχρι το θάνατό του, ο Ρασσινιέ ήταν ενεργός στα αντιπολεμικά κινήματα, για παράδειγμα ως συνεργάτης του ειρηνιστικού μηνιαίου περιοδικού La Voie de la Paix.

Περίοδος Β' Παγκοσμίου Πολέμου

Τον Ιούνιο του 1941, με την εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης, η αντίσταση στη Γαλλία ζωντάνεψε και ο Ρασσινιέ εντάχθηκε αρχικά στους «Εθελοντές της Ελευθερίας», και στη συνέχεια στην αντιστασιακή ομάδα «Απελευθέρωση», που οργανώθηκε στη βόρεια Γαλλία από τον Henri Ribière. Όπως και άλλοι σε διάφορα έθνη που ήταν μέλη της «Διεθνούς Εναντίον του Πολέμου», άσκησε μη βίαιη αντίσταση στη ναζιστική γερμανική κατοχή, τόσο λόγω του πασιφισμού του όσο και λόγω του φόβου του για αντίποινα εναντίον αθώων ανθρώπων.

Χρησιμοποιώντας τις επαφές του με τυπογράφους και εκδότες, τύπωσε πλαστά έγγραφα ταυτότητας και βοήθησε στη δημιουργία ενός υπόγειου δικτύου από το Μπελφόρ στην ελβετική πόλη της Βασιλείας, μεταφέροντας λαθραία αντιστασιακούς, πολιτικούς πρόσφυγες και διωκόμενους Εβραίους σε ασφαλές μέρος. Το 1986, η μαρτυρία του μέλους της αντίστασης Ιβ Αλλέν αποκάλυψε ότι ο Ρασινιέ είχε επίσης συνεργαστεί στενά με το BURGUNDY, ένα δίκτυο διαφυγής που είχε δημιουργηθεί από την Εκτελεστική Επιτροπή Ειδικών Επιχειρήσεων για τη λαθραία μεταφορά καταρριφθέντων συμμαχικών πιλότων στην πατρίδα τους μέσω της Ελβετίας [1]

Οι τοπικές κομμουνιστικές ομάδες αντίστασης του «Εθνικού Μετώπου» (FN) ήταν εχθρικές απέναντι στην άποψη του Ρασσινιέ για μη βίαιη αντίσταση και εξοργίστηκαν πολύ περισσότερο όταν ο Ρασσινιέ δημοσίευσε φυλλάδια που καταδίκαζαν τον σοβιετικό κομμουνισμό εξίσου με τον εθνικοσοσιαλισμό του Χίτλερ. Τον Οκτώβριο του 1943, αντιδρώντας σε επιθέσεις εναντίον γερμανών πολιτών στο φαρμακείο και το καφενείο της πόλης του Μπελφόρ , όπου ζούσε, τόσο η γερμανική όσο και η γαλλική αστυνομία του Βισύ εξαπέλυσαν μια σειρά επιδρομών που οδήγησαν σε αρκετές συλλήψεις, μεταξύ των οποίων και ενός ατόμου με πλαστή ταυτότητα. Αυτός λύγισε κατά την ανάκριση και αποκάλυψε πώς την είχε αποκτήσει [2] και στις 30 Οκτωβρίου συνελήφθη ενώ δίδασκε, από πράκτορες της Υπηρεσίας Ασφαλείας (SD). Η σύζυγός του και ο δίχρονος γιος του συνελήφθησαν επίσης, αλλά αφέθηκαν ελεύθεροι λίγες ημέρες αργότερα.

Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης

Μετά το τέλος της ανάκρισης ο Ρασσινιέ στάλθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ. Στις 30 Ιανουαρίου 1944, μετά από τρεις εβδομάδες σε καραντίνα, έγινε ο κρατούμενος με τον αριθμό 44364 και μεταφέρθηκε στο υποστρατόπεδο του Μπούχενβαλντ, το Μίτελμπαου-Ντόρα, όπου κατασκευάζονταν σε σήραγγες οι πύραυλοι V1 και V2. Οι συνθήκες εργασίας ήταν τρομερές. Η πείνα, οι ασθένειες, η υπερκόπωση, η εξάντληση και η σωματική κακοποίηση από τα S.S. και τη διεφθαρμένη μαφία της Häftlingsführung, δηλαδή την κατώτερη διοίκηση του στρατοπέδου που αποτελούνταν από τους ίδιους τους κρατούμενους [3] είχαν ως αποτέλεσμα ένα υψηλότατο ποσοστό θανάτων.

Στο πρώτο του βιβλίο "Crossing the Line", αναφέρει ότι διάφοροι παράγοντες συνέβαλαν στην επιβίωσή του. Από τον Απρίλιο μέχρι τον Νοέμβριο του 1944, η σύζυγός του του ταχυδρομούσε δέματα με τρόφιμα. Η φιλία του με τον αρχηγό του μπλοκ είχε ως αποτέλεσμα το δέμα του να του παραδίδεται απευθείας, χωρίς πρώτα να λεηλατείται από την κυβέρνηση των αιχμαλώτων. Για ένα διάστημα, δούλεψε στο πόστο του "Schwung" (κάτι ανάμεσα σε νοσοκόμο και υπηρέτη) στον Oberscharführer των SS που διοικούσε τον λόχο των σκύλων φρουράς, και είχε την ευκαιρία να παρατηρεί τους SS από κοντά. Επίσης, εν μέρει ως αποτέλεσμα της ανάκρισής του, προσβλήθηκε από νεφρίτιδα και πέρασε όχι λιγότερες από διακόσιες πενήντα ημέρες της φυλάκισής του στο αναρρωτήριο.

Στις 7 Απριλίου 1945 το στρατόπεδο εκκενώθηκε. Ο ίδιος μαζί με τους υπόλοιπους κρατούμενους και τους φρουρούς του στρατοπέδου επιβιβάστηκαν σε ένα τρένο, το οποίο ταξίδευε ατελείωτα στο γερμανικό σιδηροδρομικό δίκτυο χωρίς προορισμό από τον ένα βομβαρδισμένο σταθμό στον άλλο, χωρίς φαγητό, νερό ή καταφύγιο. Μετά από αρκετές ημέρες, καθώς το τρένο έστριβε σε μια στροφή και παρά την δεινή φυσική του κατάσταση, πήδηξε και χάρη στη στροφή, γλίτωσε από τα πυρά των SS. Αμερικανοί στρατιώτες τον διέσωσαν την επόμενη μέρα.

Επέστρεψε στη Γαλλία τον Ιούνιο του 1945. Από τις κακουχίες της περιόδου κατέστη ανάπηρος σε ποσοστό 95%. Επέστρεψε στο διδακτικό του πόστο, αλλά λόγω της κακής υγείας του, συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα το 1950.

Συγγραφικό έργο / Αναθεωρητική οπτική

Τον Ιούνιο του 1946 εξελέγη στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση ως αντικαταστάτης του Rene Naegelen, βουλευτή του Μπελφόρ.[4] Για δύο μήνες ο Ρασσινιέ υπηρέτησε στην Εθνοσυνέλευση, για να ηττηθεί στις επόμενες εκλογές από τον Pierre Dreyfus-Schmidt, έναν παλιό του αντίπαλο. Όπως έχει γράψει ο ίδιος οι ιστορίες που διάβαζε σε βιβλία που εκδίδονταν τότε από πρώην κρατούμενους των στρατοπέδων συγκέντρωσης τον είχαν σοκάρει από τις ανακρίβειες και τα ψέματα που γράφονταν. Τον είχε επίσης εξοργίσει η μονομερής καταδίκη της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τα οποία από την εμπειρία του στο Μαρόκο δεν θεωρούσε μοναδικά είχε υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στο υπό γαλλική κατοχή Μαρόκο, όπου είδε την αποικιοκρατική βία σε πολλές μορφές της [5] και ισχυριζόταν ότι φοβόταν ότι τα εθνικιστικά μίση και η πικρία θα διχάσουν την Ευρώπη.

Όπως εξήγησε στο βιβλίο του "Le Mensonge d'Ulysse", (1950):

« ..(...) μια μέρα συνειδητοποίησα ότι είχε δημιουργηθεί μια λανθασμένη εικόνα για τα γερμανικά στρατόπεδα και ότι το πρόβλημα των στρατοπέδων συγκέντρωσης ήταν παγκόσμιο και όχι μόνο ένα πρόβλημα που μπορούσε να διευθετηθεί κατηγορώντας τους  Εθνικοσοσιαλιστών. Οι κρατούμενοι -πολλοί από τους οποίους ήταν κομμουνιστές- ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνοι για το ότι οδήγησαν τη διεθνή πολιτική σκέψη σε ένα τέτοιο εσφαλμένο συμπέρασμα. Ξαφνικά ένιωσα ότι παραμένοντας σιωπηλός ήμουν συνένοχος σε μια επικίνδυνη θεώρηση της Ιστορίας.(...)»

Το πρώτο βιβλίο του Ρασσινιέ, το "Passage de la ligne : du vrai à l'humain", («Διασχίζοντας τη γραμμή: Η αλήθεια των ανθρώπων»), (1949), που αποτελεί μια περιγραφή της εμπειρίας του στο Μπούχενβαλντ, είχε άμεση κριτική αποδοχή και εμπορική επιτυχία. Ένας κριτικός το περιέγραψε ως "την πρώτη μαρτυρία που γράφτηκε ψυχρά και ήρεμα ενάντια στις απαιτήσεις της αγανάκτησης, του ηλίθιου μίσους ή του σοβινισμού" [6]. Η Ένωση Δημοσιογράφων και Συγγραφέων το επαίνεσε επίσης [7]. Ο Ρασινιέ υποστηρίζει ότι αποτελεσματική αντίσταση υπήρξε μόνο μεταξύ των Ρώσων κρατουμένων και ότι πολλές βιαιότητες στο στρατόπεδο δε διαπράχθηκαν από τα SS, αλλά από τους κομμουνιστές κρατούμενους που διοικούσαν τις εσωτερικές υποθέσεις των στρατοπέδων προς όφελός τους και απέδωσε το υψηλό ποσοστό θανάτων στα δύο στρατόπεδα στη διαφθορά τους.

Το δεύτερο βιβλίο του, "Le Mensonge d'Ulysse", («Το ψέμα του Οδυσσέα») (1950) προκάλεσε αντιδράσεις. Ο Ρασσινιέ υπέβαλλε σε κριτική εξέταση τις, κατά τη γνώμη του, πιο αντιπροσωπευτικές αφηγήσεις των επιζώντων. Επέκρινε τις υπερβολές και κατήγγειλε συγγραφείς, όπως ο Eugen Kogon, ο οποίος στο βιβλίο του "L'Enfer Organisé " (1947) ισχυρίστηκε ότι ο κύριος στόχος της "κυβέρνησης των κρατουμένων" του Μπούχενβαλντ ήταν να διατηρήσει έναν πυρήνα αντίστασης ενάντια στα SS. Ο Ρασσινιέ υποστηρίζει ότι αυτός ο πυρήνας κρατουμένων κοιτούσε μόνο τον εαυτό του και επιπλέον ισχυρίζεται ότι οι κομμουνιστές προσπάθησαν να σώσουν το τομάρι τους μετά τον πόλεμο, λέγοντας ότι "καταλαμβάνοντας κατά ριπάς τις θέσεις των μαρτύρων και με ακραίες φωνές, απέφυγαν το εδώλιο". Περιγράφει επίσης τις επισκέψεις του στο Νταχάου και το Μαουτχάουζεν, σημειώνοντας ότι και στα δύο μέρη έλαβε αντιφατικές ιστορίες για το πώς υποτίθεται ότι λειτουργούσαν οι θάλαμοι αερίων, και για πρώτη φορά εκφράζει τις αμφιβολίες του για την ύπαρξη των θαλάμων αερίων και τη ναζιστική πολιτική εξόντωσης.

Το βιβλίο δημιούργησε τεράστιο σκάνδαλο και στις 2 Νοεμβρίου 1950 δέχτηκε επίθεση ακόμη και από το βήμα της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης [8]. Ο σάλος οδήγησε σε καταγγελίες από μέλη της SFIO (το τότε Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα), και στις 9 Απριλίου 1951 ο Ρασσινιέ διαγράφηκε από το κόμμα "παρά τον σεβασμό που επιβάλλει το πρόσωπό του", όπως σημειώνεται στο έγγραφο διαγραφής.

Το 1961, επέστρεψε στα παλαιότερα θέματά του με την έκδοση του βιβλίου του "Ulysse trahi par les siens" -(«Ο Οδυσσέας προδομένος από τους δικούς του»)-, μια ανθολογία των ομιλιών που έδωσε κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας διαλέξεων σε δώδεκα πόλεις της Γερμανίας. Το 1962, μετά τη δίκη της Ιερουσαλήμ, ο Ρασινιέ δημοσίευσε το βιβλίο "Le véritable procès Eichmann ou les vainqueurs incorrigibles", («Η αληθινή Δίκη του Άιχμαν ή Οι αδιόρθωτοι νικητές»)-, μια καταδίκη των Δικών της Νυρεμβέργης και δίκης του Άιχμαν. Σε μια δεύτερη επαυξημένη έκδοση, συμπεριέλαβε και την κριτική του στις δίκες του Άουσβιτς στην Φρανκφούρτης από τις οποίες είχε αποκλειστεί βίαια από τη δυτικογερμανική κυβέρνηση, που τον κήρυξε ανεπιθύμητο στη χώρα. [9]. Στο τέλος της επαυξημένης έκδοσης, υποστήριξε ότι οι συνεχιζόμενες δίκες για εγκλήματα πολέμου αποτελούσαν μέρος μιας σιωνιστικής και κομμουνιστικής στρατηγικής για τη διαίρεση της Ευρώπης.

Ο Ρασσινιέ γινόταν όλο και πιο επιφυλακτικός απέναντι στις αναφορές για συστηματικές δολοφονίες Εβραίων σε θαλάμους αερίων:

«(...)Κάθε φορά που μου έλεγαν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια ότι υπήρχε ένας μάρτυρας στο τμήμα της Ευρώπης που δεν είχε καταληφθεί από τους Σοβιετικούς, ο οποίος ισχυριζόταν ότι ήταν αυτόπτης μάρτυρας της εξόντωσης σε θαλάμους αερίων, ταξίδευα αμέσως σε αυτόν για να τον ακούσω τη μαρτυρία του. Αλλά σε κάθε περίπτωση κατέληγε με τον ίδιο τρόπο: Με το φάκελο στα χέρια μου, έκανα στον μάρτυρα μια σειρά από ακριβείς ερωτήσεις, στις οποίες μπορούσε να απαντήσει μόνο με αρκετά προφανή ψέματα, έτσι ώστε τελικά αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι είχε ότι δεν το είχε βιώσει ο ίδιος, αλλά ότι είχε διηγηθεί μόνο την ιστορία ενός καλού φίλου, ο οποίος είχε πεθάνει κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του και του οποίου την ειλικρίνεια δεν μπορούσε να
αμφισβητήσει. Με αυτόν τον τρόπο ταξίδεψα χιλιάδες επί χιλιάδων χιλιομέτρων σε όλη  την Ευρώπη.(...)» [10]

Το 1964, με το βιβλίο του "Le drame des juifs européens" -(«Το Δράμα των Εβραίων της Ευρώπης»)- κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε ποτέ πολιτική εξόντωσης από τη ναζιστική Γερμανία. Επέκρινε το βιβλίο του Raul Hilberg «Η καταστροφή των Ευρωπαίων Εβραίων» (1961), αμφισβήτησε τις μαρτυρικές καταθέσεις καθώς και την τεχνική δυνατότητα των ισχυριζόμενων μεθόδων εξόντωσης. Επικαλέστηκε το σιωνιστικό βιβλίο "L'Etat d'Israel" (1930) του Kadmi Cohen για να υποστηρίξει και πάλι ότι οι σιωνιστικές και εβραϊκές οργανώσεις συνωμοτούσαν για να χρησιμοποιήσουν τα ναζιστικά εγκλήματα για να αποσπάσουν χρήματα για να χρηματοδοτήσουν τους εαυτούς τους και το κράτος του Ισραήλ. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου περιείχε μια στατιστική μελέτη που προοριζόταν ως απάντηση σε εκείνες των Leon Poliakov και Hilberg. Ο Ρασσινιέ χρησιμοποιώντας ως αφετηρία τη μελέτη του 1934 «Οι Εβραίοι στον σύγχρονο κόσμο» του Arthur Ruppin, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αριθμός των Εβραίων που έχασαν τη ζωή τους στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν μπορεί να ήταν πάνω από περίπου 1,6 εκατομμύρια.

Ο Ρασσινιέ ήταν ο πρώτος αναθεωρητής της οπτικής περί του Ολοκαυτώματος που λογοκρίθηκε και τιμωρήθηκε για την ιστορική του προσέγγιση. Το 1950, ένα γαλλικό δικαστήριο του επέβαλε ποινή φυλάκισης 15 ημερών με αναστολή και τον υποχρέωσε να πληρώσει συνολικά 100.000 φράγκα. Το δικαστήριο διέταξε επίσης την κατάσχεση και καταστροφή όλων των αντιτύπων του αναθεωρητικού βιβλίου του Le Mensonge d'Ulysse [11].

Βιβλία του στο διαδίκτυο

Παραπομπές

  1. ["Historique des Unités Combattantes de la Résistance (1940–1944)", in the chapter covering Haute-Saône - Territorie de Belfort. Service Historique de l'Armee de Terre, 1986.
  2. [Rassinier, Candasse, pp. 289-291, cited by Plantin, Part I, Chapter 3.]
  3. [Κάπο (Διαβάστε περισσότερα).]
  4. Paul Rassinier's entry in Maitron's "Dictionnaire biographique du mouvement ouvrier Français"
  5. [Paul Rassinier, "Le Blockhaus d'Erfoud; "Defense de l'Homme", No. 113, March 1958, cited in Paul Rassinier (1906–1967), Socialiste, Pacifiste et Revisionniste, by Jean Plantin, Universite de Lyon III, Faculte des Lettres (1990), Part I, Chapter 1.]
  6. ["Proletarian Revolution", No. 32, November 1949, reproduced in part in Plantin, Part I, Chapter 4.]
  7. [Plantin, Part I, Chapter 4.]
  8. [Journal Officiel, Débats parlementaires, Assemblée Nationale, année 1950, n* 108 A.N., vendredi 3 novembre 1950, pp. 7387–7388. Cited in Plantin, Part I, Chapter 4 and footnote 86.]
  9. [Christian Mentel, Rassinier, in: Wolfgang Benz u. a. (Hrsg.), Handbuch des Antisemitismus, S. 670]
  10. Paul Rassinier: Le drame des juifs européens, σελ. 79
  11. [A Chronicle of Holocaust Revisionism, Part 2: Confronting Ulysses (1950-1955)]