Επιχείρηση: Χάνιμπαλ

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Γερμανικό πλοίο, μέρος της επιχείρησης Χάνιμπαλ, στο λιμάνι του Πιλάου. Το χιόνι, ο πάγος, και το κρύο μηδένιζαν τις πιθανότητες επιβίωσης σε περίπτωση ναυαγίου.

Η Επίχειρηση «Χάνιμπαλ» - (Unternehmen Hannibal) – (Ιανουάριος - Μάιος 1945) ήταν η τελευταία στρατιωτική επιχείρηση του Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η επιχείρηση εκκένωσης (απεγκλωβισμού) που έλαβε χώρα από τα τέλη Ιανουαρίου ως τις αρχές Μαΐου 1945, είχε σκοπό τη μεταφορά των στρατιωτών και του άμαχου γερμανικού πληθυσμού της Ανατολικής Πρωσίας, που είχαν παγιδευτεί στον θύλακα της Κουρλάνδης από τον προελαύνοντα Ρωσικό στρατό. Κατά τη διάρκεια των 15 εβδομάδων που διήρκησε, απομακρύνθηκαν περίπου 350.000 στρατιωτικό και ναυτικό προσωπικό, καθώς και 800.00 έως 900.000 πολίτες [1].

Σύμφωνα με τα γραφόμενα του ιθύνοντα νου της επιχείρησης ναυάρχου Καρλ Ντένιτς, διασώθηκαν περίπου 2.000.000 Γερμανοί [2].

Η επιχείρηση έχει αναγνωριστεί ως η μεγαλύτερη ναυτική επιχείρηση διάσωσης στην παγκόσμια ιστορία. Κατέχει επίσης το θλιβερό ρεκόρ του πιο πολύνεκρου ναυαγίου στην ιστορία, όταν οι Σοβιετικοί βύθισαν το πλοίο Βίλχελμ Γκούστλοφ και έστειλαν στο θάνατο περίπου 10.000 αμάχους [3].

Υπόβαθρο

Από το φθινόπωρο του 1944 ο γερμανικός στρατός βρισκόταν σε πορεία οπισθοχώρησης σε όλη την ανατολική Ευρώπη. Η αντίστροφή μέτρηση ξεκίνησε από τη Μάχη του Κουρσκ (Ιούλιος - Αύγουστος 1943) όταν ο γερμανικός στρατός ηττήθηκε κατά κράτος και αναγκάστηκε να περιχαρακωθεί στη χερσόνησο της Κουρλάνδης όπου 200.000 γερμανοί και λετονοί στρατιώτες προσπαθούσαν να συγκρατήσουν 1.700.000 Σοβιετικούς. Μαζί με το στρατό στην περιοχή κατέφθασαν χιλιάδες Γερμανοί της Βαλτικής για να βρουν προστασία. Στις αρχές του 1945 οι Γερμανοί κρατούσαν πλέον μόνο ένα μικρό διάδρομο έκτασης περίπου 50 μιλίων που εκτεινόταν στις ακτές της Βαλτικής από το Κένινγκσμπεργκ ως το Σβινεμύντε. Στις 27 Ιανουαρίου 1945 ο Κόκκινος Στρατός έφτασε στην ακτή, στο Έλμπλονγκ, αποκόπτοντας την ανατολική Πρωσία οριστικά.

Η περιοχή βρισκόταν υπό συνεχή βομβαρδισμό από τα αεροσκάφη της RAF ενώ ταυτόχρονα τα σοβιετικά υποβρύχια κυριαρχούσαν στην θάλασσα, που στην αρχή του πολέμου τουλάχιστον, θεωρούνταν ως μια γερμανική λίμνη με το λιμάνι του Κιέλου να είναι η βάση μεγάλου μέρους του στόλου. Το γερμανικό ναυτικό είχε ωστόσο ακόμα στον έλεγχό του, το καλά οχυρωμένο λιμάνι του Γκντανσκ στην άκρη του πολωνικού διαδρόμου που μπλόκαρε την προέλαση των Ρώσων Με το βαθέων υδάτων παρακείμενο λιμάνι της Γκντίνια, σε απόσταση 20 μιλίων, αποτελούσε ένα ενιαίο ασφαλές σημείο. Το μεγάλο λιμάνι της Γκντίνια είχε μετατραπεί σε κύρια ναυτική και ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη των Γερμανών και μπορούσε να εξυπηρετήσει και τα μεγαλύτερα πλοία του στόλου. Αλλά και το Πιλάου (σημ.Μπαλτίισκ) ήταν σημαντικό λιμάνι, κέντρο εκπαίδευσης των γερμανικών υποβρυχίων και απαραίτητο για τον ανεφοδιασμό της πόλης του Κένινγκσμπεργκ.

Η ιδέα για την επιχείρηση εκκένωσης ανήκε στον Καρλ Ντένιτς τον ανώτατο διοικητή του στόλου ο οποίος είχε διαταχτεί από τον Χίτλερ να κρατήσει τα προαναφερθέντα λιμάνια και τη θαλάσσια διαδρομή ανοιχτή ώστε να διεξάγεται ο ανεφοδιασμός αυτών των πόλεων και η μεταφορά των τραυματιών. Σύμφωνα με τον ιστορικό Richard Selcer ο Ντένιτς κατά παράβαση των διαταγών του Χίτλερ που δεν ήθελε να ακούσει για παράδοση περιοχών ανέλαβε την ευθύνη και οργάνωσε την επιχείρηση μεταφοράς στρατιωτών και πολιτών, με σκοπό και στόχο όπως έγραψε αργότερα στα απομνημονεύματά του όχι να συνθηκολογήσει αλλά να εκκενώσει την περιοχή ώστε να αναδιαταχθεί ο εναπομείναντας στρατός και να σωθούν οι Γερμανοί πολίτες [4].

Οργάνωση της επιχείρησης

Οι πρώτες επίσημες οδηγίες εκδόθηκαν στις 23 Ιανουαρίου 1945. Τη συνολική ευθύνη για τη διεξαγωγή της επιχείρησης ανέλαβε η «Ανωτάτη Διοίκηση Ναυτικού της Βαλτικής Θάλασσας» στο Κίελο υπό τη διοίκηση του ναυάρχου Όσκαρ Κούμετζ (Oskar Kummetz), ενώ την επιστασία των επιχειρήσεων στο κόλπο του Ντάντσιχ και στον θύλακα της Κουρλάνδης είχαν ο αντιπλοίαρχος Adalbert von Blanc, της 9ης ναυτικής μεραρχίας Ασφαλείας και ο Αντιπλοίαρχος Hugo Heydel της 10ης ναυτικής μεραρχίας Ασφαλείας. Υπεύθυνος για τη συγκέντωση των πλοίων που απαιτούνταν ορίστηκε ο υποναύαρχος Conrad Engelhardt.

Τα μεγαλύτερα πλοία που συμμετείχαν

- Cap Arcona 27.561 τόνων,
- Robert Ley 27.288 τόνων,
- Wilhelm Gustloff 25.484 τόνων,
- Hamburg 22.117 τόνων,
- lbert Ballin 21.131 τόνων,
- Deutschland 21.046 τόνους,
- General von Steuben 14.660 τόνων,
- Monte Rosa 13.882 τόνων,
- Antonio Delfino 13.589 τόνων,
- Winrich von Kniprode 10.123 τόνων
- Ubena 9.554 τόνων.
- Goya, 5.234 τόνων.

Συμμετείχαν επίσης το πλοίο εργοστάσιο 13.751 τόνων Walter Rau και πολλά φορτηγά. Πολλά άλλα πλοία κάτω των 5.000 τόνων δεσμεύτηκαν επίσης στο εγχείρημα και, επιπλέον, βοηθητικά πολεμικά πλοία και πλοία συνοδείας χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμόγια την εκκένωση των προσφύγων [5]. Υπολογίζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν περίπου 600 με 1000 πλοία - όπως σκάφη αναψυχής, αλιευτικά, μηχανότρατες, πορθμεία, πλοία προσγείωσης και άλλα.

Εκτέλεση

Γερμανοί πολίτες αναχωρούν από το Κένιγκσμπεργκ (σημερινό Καλίνινγκραντ), με το υδροπλάνο Hans Albrecht Wedel. Η σωτηρία των αμάχων ήταν το κύριο έργο της κυβέρνησης Ντένιτς

Στις 23 Ιανουαρίου το επιταγμένο κρουαζιερόπλοιο "Emden" μετέφερε τη σαρκοφάγο του πρώην Προέδρου του Ράιχ, Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, από το Κένινγκσμπεργκ στο Πιλάου, από όπου μεταφορτώθηκε στο "Pretoria". Δυο μέρες αργότερα, στις 25 Ιανουαρίου τα πλοία "Robert Ley", "Pretoria", και "Ubena" ήταν τα πρώτα που αναχώρησαν από τον λιμένα του Πιλάου μεταφέροντας 7.100 πρόσφυγες. Το βράδυ της της 30ης Ιανουαρίου το κρουαζιερόπλοιο Γκούστλοφ και το βοηθητικό καταδρομικό "Hansa" αναχώρησαν από το Γκότενχαφεν με προορισμό το Κίελο. Το Χάνσα χάλασε στη μέση της διαδρομής και επέστρεψε πίσω το δε Γκούστλοφ βυθίστηκε από σοβιετικό υποβρύχιο, με αποτέλεσμα να πνιγούν περίπου 9000 άνθρωποι, το πιο πολύνεκρο ναυάγιο στην παγκόσμια ιστορία. Το ίδιο βράδυ αναχώρησε επίσης από το Γκότενχαφεν, το "Walter Rau" το οποίο κατάφερε να προσεγγίσει το λιμάνι του Εκερνφέρντε.

Στις 9 Φεβρουαρίου, το οπλισμένο κρουαζιερόπλοιο "General von Steuben" απέπλευσε από το Πιλάου με προορισμό το Σφινοούιστσε μεταφέροντας κυρίως στρατιωτικό προσωπικό, αλλά βυθίστηκε από το σοβιετικό υποβρύχιο "S -13", το ίδιο που είχε βυθίσει και το Γκούστλοφ . Από τους περίπου 3000 με 4000 χιλιάδες επιβαίνοντες σώθηκαν μόνο 650. Στις 22 Φεβρουαρίου, το "Göttingen" έφυγε από την Κουρλάνδη μεταφέροντας 5.000 τραυματίες στρατιώτες. Τη δεύτερη μέρα του ταξιδιού τορπιλίστηκε, με αποτέλεσμα να πνιγούν 2000 άνθρωποι. Στις 7 Μαρτίου, το Αμβούργο χτύπησε σε ναρκοπέδιο στα ανοιχτά του Σάσνιτς (Sassnitz) και βυθίστηκε. Το πλοίο είχε ήδη αποβιβάσει τους επιβάτες του και επέστεφε στη βάση του έτσι δεν υπήρχαν θύματα, εκτός από το πλήρωμα. Η απώλεια ωστόσο ενός τόσο μεγάλου και σημαντικού πλοίου ήταν σκληρό πλήγμα για την επιχείρηση εκκένωσης.

Ένα-ένα τα λιμάνια της Βαλτικής έπεφταν στα χέρια του Κόκκινου Στρατού: στις 18 Μαρτίου το Κόλμπεργκ, στις 26 Μαρτίου το Γκότενφαχεν, στις 30 Μαρτίου, το Ντάντσιχ, στις 9 Απριλίου το Κένινγκσμπεργκ και τέλος στις 12 Μαΐου ο θύλακας της Κουρλάνδης.

Ακόμα και με αυτές τις συνθήκες τα πλοία συνέχισαν να μεταφέρουν όσους πρόσφυγες κατάφερναν να φτάσουν στην ακτή, συμπεριλαμβανομενων και ότι είχε απομείνει από το σώμα στρατού - κυρίως μονάδες Panzer - που είχαν φτάσει πολεμώντας μέχρι την ακτή στη Δυτική Ποmερανία στο Ντζίβνουφ από όπου πλοία τους μετέφεραν στο νησί Βόλιν. Στις 11 και 12 Μαρτίου, μια ειδική ομάδα αποτελούμενη από το γερμανικό καταδρομικό "Αντμιράλ Σέερ" συνοδευόμενο από τρία γερμανικά αντιτορπιλικά και το τορπιλοβόλο "T36" κάλυψαν την μεταφορά των στρατιωτών. Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, τα μικρά σκάφη του ναυτικού εκκένωσαν περισσότερους από 75.000 στρατιώτες και πολίτες που είχαν απομονωθεί στην περιοχή. Ενώ πολλά από αυτά τα μέσα μεταφοράς βυθίστηκαν, μεγάλα πλοία όπως το υπερωκεάνιο "SS Deutschland" πέρασαν και μετέφεραν έως και 11.000 στρατιώτες και πολίτες το καθένα. Στις 15 Απριλίου, ένα κονβόι τεσσάρων υπερωκεανίων μαζί με μικρότερα σκάφη αναχώρησε από την Χελ με περισσότερους από 20.000 στρατιώτες και πολίτες. Την επόμενη μέρα, τα σοβιετικά υποβρύχια που βρίσκονταν σε επιφυλακή, βυθίζοντας το "Goya", παρασύροντας στο θάνατο περίπου 6.000 άτομα. Μόνο 183 επιζώντες ανασύρθηκαν από το νερό. Την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου, η εκκένωση μετέφερε περισσότερους από 150.000 μακριά από την Χελ.

Εκτός από τα σοβιετικά υποβρύχια και τα βομβαρδιστικά των Συμμάχων έπληξαν άμαχο πληθυσμό. Στις 6 Μαρτίου αεροσκάφη της RAF βομβάρδισαν -χωρίς εμφανή στρατιωτικό λόγο - το Σάσνιτς, προσωρινό καταφύγιο χιλιάδων προσφύγων. Στις 12 Μαρτίου, γερμανικά πλοία αποβίβασαν 2.000 πρόσφυγες Σφινοούιστσε. Λίγες ώρες αργότερα, χτυπήθηκαν από 671 βομβαρδιστικά της Πολεμικής Αεροπορίας του Στρατού των ΗΠΑ. Σχεδόν 600 πέθαναν στις παραλίες και έξι πλοία εκκένωσης βυθίστηκαν. Οι εκτιμήσεις των συνολικών απωλειών κυμαίνονται από 5.000 έως 23.000, καθιστώντας την επιδρομή στο Σφινοούιστσε μία από τις πιο καταστροφικές βομβαρδιστικές επιδρομές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. [6]

Τέλος της επιχείρησης

Ο Καρλ Ντένιτς συνέχισε την επιχείρηση και μετά την αυτοκτονία του Χίτλερ και την ανάληψη της διακυβέρνησης. Υπολογίζεται ότι τις τελευταίες εβδομάδες του πολέμου, όταν το Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό είχε πάψει στην ουσία να υφίσταται, η επιχείρηση κατάφερε να μεταφέρει προς τη Δύση 265.000 Γερμανούς που είχαν εγκλωβιστεί πίσω από τις γραμμές παράδοσης. Η εκκένωση συνεχιζόταν ακόμα και μετά την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας στις 8 Μαΐου 1945. Παράκτια σκάφη ιδιωτών συνέχιζαν να πηγαινοέρχονται στις ακτές της Βαλτικής, μαζεύοντας εξουθενωμένες ομάδες προσφύγων και μεταφέροντάς τους πέρα από την εμβέλεια του Κόκκινου στρατού. Υπήρχαν ακόμη μερικά λιμάνια εντός των γερμανικών συνόρων όπου μπορούσαν να αποβιβαστούν οι πρόσφυγες. Την τελευταία ημέρα του πολέμου, μάλιστα, ένας στολίσκος 92 πλοιαρίων μετέφερε από το λετονικό λιμάνι Λιέπαγια, τμήμα του θύλακα της Κουρλάνδης, 18.000 στρατιώτες και πολίτες.[7], Ρωσικά τορπιλοβόλα καταδίωξαν τη νηοπομπή, αναγκάζοντας τα πιο αργοκίνητα πλοία να σταματήσουν και να παραδώσουν τους επιβαίνοντες στην αιχμαλωσία.

Ωστόσο, η επιχείρηση εκκένωσης είχε επιτυχία, ειδικά αν υπολογίσει κανείς ότι σε σχέση με τις 200.000 που διέφυγαν δυτικά από την ξηρά, αμέτρητες χιλιάδες σκοτώθηκαν ή πέθαναν από τις κακουχίες. Από αυτούς, όμως, που διέφυγαν δια θαλάσσης, υπολογίζεται ότι μόνο το 3% δεν κατάφερε να σωθεί.
Ο Ντένιτς έγραψε σχετικά ότι : «Το ενενήντα εννέα τοις εκατό των προσφύγων που διέφυγαν από τη θάλασσα κατάφεραν να φτάσουν με ασφάλεια στα λιμάνια της δυτικής Βαλτικής. Το ποσοστό των προσφύγων που χάθηκαν στη χερσαία διαδρομή ήταν πολύ υψηλότερο».

Παραπομπές

  1. [Andreas Kossert: Damals in Ostpreußen, München, (2008), p. 160η.]
  2. [Dönitz, Karl, Memoirs, Ten Years and Twenty Days, Da Capo Press, NY, 1997.]
  3. [The Deadliest Disaster at Sea Killed Thousands, Yet Its Story Is Little-Known. Why?]
  4. [ibid]
  5. [Operation Hannibal (iii)]
  6. Helmut Schnatz: Der Luftangriff auf Swinemünde. Dokumentation einer Tragödie, Herbig (2005)
  7. Christoph Kucklick: Feuersturm. Bombenkrieg gegen Deutschland, Ellert & Richter {2003)