Λυσίμαχος Καυτανζόγλου

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Λυσίμαχος Καυτανζόγλου, Έλληνας νομικός, διπλωμάτης και εθνικός ευεργέτης που υπέγραφε ως Καυτανζόγλος [1], γεννήθηκε το 1870 στη Θεσσαλονίκη και πέθανε στις 15 Φεβρουαρίου 1932 στην Αθήνα.

Λυσίμαχος Καυτανζόγλου

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο Λύσανδρος Καυτανζόγλου, διάσημος αρχιτέκτονας και καθηγητής του Πολυτεχνείου, που σχεδίασε το Πολυτεχνείο όπως και το Αρσάκειο και ο οποίος ήταν επίσης ευεργέτης της Θεσσαλονίκης, ενώ είχε αδελφό τον επίσης νομικό και πολιτικό Ιωάννη Καυτανζόγλου. Αποφοίτησε από τη Νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του αθλητικού οργανισμού «Όμιλος Αντισφαίρισης Αθηνών», [Ο.Α.Α.], που ιδρύθηκε το 1895 ως «Athens Lawn Tennis Club», με συνιδρυτές γνωστά ονόματα της Αθηναϊκής κοινωνίας της εποχής, όπως οι Αλέξανδρος Αγέλαστος, Αντώνιος Αλμέιδα, Ιωάννης Βασιλόπουλος, Αλέξανδρος Βούρος, Εμμανουήλ Αντωνιάδης, Πύρρος Καραπάνος, Λυσίμαχος Καυτατζόγλου, Ιωάννης Καντατζόγλου, Θρασύβουλος Μάνος, Αλέξανδρος Μαύρος, Αλέξανδρος Μερκάτης, Μιλτιάδης Νεγρεπόντης, Θεόδωρος Παχύς, Νικόλαος Ροϊδης.

Υπήρξε πρόξενος στο Δυρράχιο, πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, στην Αίγυπτο και από το 1904 έως το 1910 [2] στο Λονδίνο, όπου ανέλαβε τη διεύθυνση της Ελληνικής πρεσβείας. Το 1911 μετατέθηκε στην πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, όπου σύμφωνα με επιστολή [3] προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο, πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στους φτωχούς Έλληνες μετανάστες, των πρώτων ετών του 20ου αιώνα. Στις 13 Μαΐου 1911, στη διάρκεια της εξέγερσης των Αλβανών καθολικών, γνωστών ως «Μαλισόρι», ήρθε σε επαφή με τον Αλβανό Φαϊκ Κονίτσα, ο οποίος του ζήτησε Ελληνική οικονομική βοήθεια για τους αντάρτες.

Κληροδότημα

Με τη διαθήκη του στις 4 Νοεμβρίου 1931, [4] «κατέλιπεν άπασαν την περιουσίαν του διά την ανέγερσιν εν Θεσσαλονίκη «Πανελληνίου Ηρώου» των από της αλώσεως του Βυζαντινού Κράτους μέχρι τότε και εφεξής αγωνισθέντων και μαρτυρησάντων υπέρ της Ελληνικής Ελευθερίας, επιστήμης και φυλής, συμπεριλαμβανομένων και των μελών της Φιλικής Εταιρείας, μεταξύ των οποίων μέλος και χρηματοδότης υπήρξεν ο πάππος αυτού Ιωάννης Γούτα Καυτανζόγλου». Το κληροδότημα του παρέμεινε ανενεργό ως τη δεκαετία του 1950, όταν η Ελληνική πολιτική ηγεσία έπεισε τους κληρονόμους του να τροποποιήσουν την «επιθυμία του διαθέτη» και να δοθούν τα χρήματα για τη δημιουργία σταδίου. Το νομοθετικό διάταγμα της 3ης Νοεμβρίου 1956, με το οποίο έγινε τροποποίηση της θελήσεως του διαθέτη ανέφερε ότι «προς την εκπλήρωσιν της θελήσεως τούτου» θα αναγειρόνταν στο χώρο του προτομές της οικογένειας Καυτανζόγλου.

Στάδιο «Λυσίμαχος Καυτανζόγλου»

Με χρήματα του κληροδοτήματος που ανέρχονταν στα 22 εκατομμύρια δραχμές, θεμελιώθηκε στάδιο στις 26 Οκτωβρίου 1956 και στις 27 Οκτωβρίου 1960 εγκαινιάστηκε από τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, ενώπιον των τότε βασιλέων Παύλου και Φρειδερίκης και του Διαδόχου Κωνσταντίνου. Του δόθηκε το όνομα «Λυσίμαχος Καυτανζόγλου», και ήταν ως το 2002 το μεγαλύτερο της Μακεδονικής πρωτεύουσας και της Βόρειας Ελλάδας. Στην τελετή ήταν παρών και ο ανεψιός και κληρονόμος του δωρητού, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου. Η εφημερίδα «Μακεδονία» [5] το χαρακτήρισε ως «...αναμφισβητήτως το μεγαλύτερον και ωραιώτερον στάδιον της Βαλκανικής, περίλαμπρον απόκτημα της Θεσσαλονίκης».

Καυτανζόγλειο βραβείο

Με τα χρήματα του κληροδοτήματος, θεσπίστηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1989 στη μνήμη του πατέρα του και απονέμεται στους πέντε πρώτους φοιτητές, ανεξαρτήτως φύλου, της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, που έλαβαν τη μεγαλύτερη βαθμολογία στο 9ο εξάμηνο, σε δύο εξεταστικές περιόδους. Επίσης απονέμεται ετήσιο βραβείο για επιστημονικές εργασίες σε όλους τους κλάδους που εντάσσονται στη Φιλοσοφική Σχολή. Η εκάστοτε Διαχειριστική επιτροπή του «Καυτανζόγλειου βραβείου», απαρτίζεται από τον εκάστοτε Κοσμήτορα της Φιλοσοφικής Σχολής, ο οποίος προεδρεύει της επιτροπής, και τους Προέδρους των Τμημάτων Φιλολογίας, Ιστορίας-Αρχαιολογίας και Φ.Π.Ψ. Με το ΦΕΚ τεύχος 2ο , φύλλο 1330 στις 11 Οκτωβρίου 2002, μεταβιβάστηκε [6] η αρμοδιότητα για την εποπτεία στο ίδρυμα Λυσίμαχος Καυτανζόγλου, από το Υπουργείο Οικονομικών, στο γενικό γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής.

Παραπομπές