Κωνσταντίνος Καραμανλής
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής Έλληνας νομικός και πολιτικός που διατέλεσε βουλευτής, υπουργός και τέσσερις φορές πρωθυπουργός, 1ος της Γ' Ελληνικής Δημοκρατίας, και δύο φορές Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε δύο διαφορετικές θητείες, γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1907 στην Πρώτη, τότε Κιούπκιοϊ, Σερρών και πέθανε στις 23 Απριλίου 1998 στην Αθήνα.
Ήταν παντρεμένος από τις 2 Ιουλίου 1951 με την Αμαλία Κανελλοπούλου, ανιψιά του πολιτικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου με την οποία χώρισαν στις 9 Δεκεμβρίου 1970 στο Παρίσι, και δεν απέκτησαν απογόνους.
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος - Πρωθυπουργός - |
---|
Έναρξη 1ης Θητείας : 6 Οκτωβρίου 1955 |
Λήξη θητείας : 5 Μαρτίου 1958 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
Έναρξη 2ης Θητείας : 17 Μαΐου 1958 |
Λήξη θητείας : 20 Σεπτεμβρίου 1961 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
Έναρξη 3ης Θητείας : 4 Νοεμβρίου 1961 |
Λήξη θητείας : 17 Ιουνίου 1963 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
Έναρξη 4ης Θητείας : 24 Ιουλίου 1974 |
Λήξη θητείας : 10 Μαΐου 1980 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
|
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος - Πρόεδρος Δημοκρατίας - |
---|
Έναρξη 1ης Θητείας : 10 Μαΐου 1980 |
Λήξη θητείας : 10 Μαρτίου 1985 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος (αναπληρωτής) |
Έναρξη 2ης Θητείας : 5 Μαΐου 1990 |
Λήξη θητείας : 10 Μαρτίου 1995 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
|
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Καραμανλής και μητέρα του η Φωτεινή Δόλογλου, των οποίων ήταν το πρώτο από τα έξι παιδιά τους. Αδέλφια του ήταν, η Όλγα γεννημένη το 1911, ο Αλέκος το 1914, η Αθηνά το 1917, η Αντιγόνη μετέπειτα Λιάπη το 1921, ο Γραμμένος το 1925 και ο Αχιλλέας το 1929. Ο πατέρας του εργαζόταν ως δημοδιδάσκαλος και απολύθηκε από τις τουρκικές αρχές λόγω της έντονης πατριωτικής του δράσης και της ενεργού ανάμειξης του στο Μακεδονικό Αγώνα και στη συνέχεια ασχολήθηκε με το εμπόριο καπνών.
Σπουδές
Παρακολούθησε μαθήματα Δημοτικού στο σχολείο της γενέτειρας του, το 1919 εγγράφεται στο Γυμνάσιο της Νέας Ζίχνης, το 1920 θα μεταβεί στις Σέρρες για να φοιτήσει στο εκεί Γυμνάσιο, το 1923 στην Αθήνα, όπου παρέμεινε για ένα χρόνο εσώκλειστος στο οικοτροφείο του "Λυκείου Μεγαρέως" φοιτώντας παράλληλα στο ομώνυμο σχολείο, με τη φροντίδα του τότε βουλευτή Σερρών Αθανάσιου Αργυρού και το 1924 μεταπήδησε στο 8ο Γυμνάσιο Κυψέλης για να παρακολουθήσει τις δύο τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου. Το 1925 εγγράφεται στη Νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, ασκώντας παράλληλα το επάγγελμα του ασφαλιστή σε ιταλική εταιρεία και αποφοίτησε το 1929 με άριστα και στη συνέχεια επέστρεψε στις Σέρρες για άσκηση σε δικηγορικό γραφείο. Το 1930, εκπλήρωσε τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του στο 19ο Σύνταγμα Πεζικού από όπου απολύθηκε, υπηρετώντας μειωμένη θητεία 4 μηνών, ως προστάτης οικογενείας και το ίδιο έτος άνοιξε δικηγορικό γραφείο στις Σέρρες. Το Νοέμβριο του 1932 πέθανε ο πατέρας του από τύφο σε ηλικία 52 χρόνων.
Πολιτική δράση
Εισήλθε στην πολιτική «ιδιαίτερος» του βουλευτή Αθανάσιου Αργυρού, τον οποίο εξαπάτησε [1] και εκλέχθηκε βουλευτής Σερρών του Λαϊκού Κόμματος του Παναγή Τσαλδάρη, το 1935 στην στην Ε΄ Εθνοσυνέλευση. Επανεκλέχθηκε βουλευτής, πρώτος σε αριθμό ψήφων, τον Ιανουάριο του 1936, σε ηλικία 29 χρονών με το Λαϊκό κόμμα, στην Γ΄ Αναθεωρητική Βουλή, την οποίαν διέλυσε ο στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς , ο οποίος στις 4 Αυγούστου 1936 εγκαθίδρυσε δικτατορία, διέλυσε το Κοινοβούλιο και το 1940 αρνήθηκε την άνευ όρων παράδοση όπως ζητούσε ο Μουσολίνι. Αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου, ο Καραμανλής παρουσιάστηκε στο Σιδηρόκαστρο με σκοπό να καταταγεί, όμως δεν έγινε δεκτός καθώς οι γιατροί γνωμάτευσαν βαρηκοΐα εξ αιτίας ωτοσκλήρυνσης.
Γερμανική κατοχή
Εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπου η μητέρα του πεθαίνει σε ηλικία 52 χρονών μετά από χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση όγκου. Ανοίγει δικηγορικό γραφείο το οποίο στη συνέχεια κλείνει και παραμένει ανεπάγγελτος. Συναναστρέφεται με προσωπικότητες όπως ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, ο Ιωάννης Πολίτης οι οποίοι συγκροτούν τη "Σοσιαλιστική Ένωση". Στη διάρκεια της κατοχής δεν συμμετέχει σε καμία από τις αντιστασιακές οργανώσεις, σε αντίθεση με τον αδερφό τουΓραμμένο ο οποίος προσχωρεί στον Ε.Λ.Α.Σ., καθώς όπως έλεγε "Κανένα από τα κινήματα της περιόδου εκείνης δεν εξέφραζε τις δικές μου πολιτικές ιδέες".
Το 1943 επιχειρεί να διαφύγει και το κατορθώνει τελικά τον Ιούλιο του 1944 όταν φτάνει με ένα πλοιάριο στο Τσεσμέ της Τουρκίας, αφού όμως πρώτα έχει κρατηθεί για 40 μέρες αιχμάλωτος από τους αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ. στην Τήνο. Μέσω Τουρκίας θα βρεθεί στο Χαλέπι της Συρίας, όπου θα παραμείνει για 35 μέρες ως αιχμάλωτος των Άγγλων. Με τη λήξη της κράτησής του μεταβαίνει στο Κάιρο, από όπου η ελληνική κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου έχει αναχωρήσει ήδη για την Ιταλία, πριν την οριστική της επάνοδο στην Ελλάδα. Στην Αίγυπτο θα παραμείνει μέχρι τον Οκτώβριο του 1944 οπότε επιστρέφει στην Αθήνα με αγγλικό στρατιωτικό αεροσκάφος.
Δεκεμβριανά
Το καλοκαίρι του 1945 ταξιδεύει στην Αγγλία για να "βελτιώσει τη γνώση της αγγλικής γλώσσας" όπως ο ίδιος εξηγεί στο "Αρχείο Καραμανλή", όπου θα παραμείνει για δύο περίπου μήνες, και θα επιστρέψει στην Ελλάδα. Στις εκλογές της 31 Μαρτίου του 1946 που γίνονται χωρίς τη συμμετοχή του Κ.Κ.Ε. και των δυνάμεων του Κέντρου, τις οποίες κερδίζει το Λαϊκό Κόμμα του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη με ποσοστό 54,5% και εκλέγεται βουλευτής στις Σέρρες. Είναι η ημέρα που οι αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ. καταλαμβάνουν το Λιτόχωρο, επιτίθενται στον τοπικό σταθμό χωροφυλακής και σκοτώνουν όσους άνδρες βρίσκουν μέσα.
Λαϊκό κόμμα
Το καλοκαίρι του 1946 μεταβαίνει στις Η.Π.Α., για να υποβληθεί σε επέμβαση ώστε να αποκατασταθεί η ακοή του. Το Σεπτέμβριο πραγματοποιείται δημοψήφισμα το οποίο επαναφέρει το θεσμό της βασιλείας και τον βασιλιά Γεώργιο Β΄. Επιστρέφει από τις Η.Π.Α. τον Οκτώβριο του 1946 και στις 26 Νοεμβρίου, γίνεται για πρώτη φορά υπουργός αναλαμβάνοντας το υπουργείο Εργασίας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Στη θέση αυτή παρέμεινε και κατά την κυβέρνηση συνασπισμού του Δημητρίου Μάξιμου, στις 24 Ιανουαρίου έως τις 17 Φεβρουαρίου 1947. Στις 7 Μαΐου του 1948 αναλαμβάνει το υπουργείο Μεταφορών στην κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη, ενώ στις 18 Νοεμβρίου 1948 αναλαμβάνει το υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, θέση που διατηρεί και μετά τον ανασχηματισμό της 20ης Ιανουαρίου 1949, καθώς και στην επόμενη κυβέρνηση υπό τον Αλέξανδρο Διομήδη, η οποία ορκίστηκε στις 24 Ιουνίου 1949 και παραιτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1950 προκηρύσσοντας εκλογές για το Μάρτιο του 1950.
Ως υπουργός Μεταφορών επιχειρεί την επέκταση του συγκοινωνιακού δικτύου και βάζει τα θεμέλια για τον εκσυγχρονισμό του υπάρχοντος ηλεκτρικού δικτύου ενώ ως υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας επωμίστηκε το πρόβλημα του επαναπατρισμού και της επανένταξης των 700.000 χιλιάδων προσφύγων του εμφυλίου πολέμου. Οι εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 αναδεικνύουν νικητή το Λαϊκό Κόμμα με το οποίο επανεκλέγεται βουλευτής. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1950 αναλαμβάνει υπουργός Εθνικής Άμυνας στην κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου, Τσαλδάρη και Παπανδρέου και έρχεται σε σύγκρουση με το στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, αρχηγό των Ενόπλων δυνάμεων. Παραιτείται στις 3 Νοεμβρίου 1950 μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου στον (Ο.Λ.Π.) Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς, έχοντας συνδέσει το όνομά του με την αποστολή ελληνικού εκστρατευτικού σώματος 3.500 ανδρών στην Κορέα.
Στις 14 Νοεμβρίου 1950 μαζί με 24 ακόμη βουλευτές ζητούν με κοινή τους δήλωση την αλλαγή του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη και στις 16 Νοεμβρίου είναι ένας από τους 27 βουλευτές οι οποίοι αποχωρούν από το Λαϊκό Κόμμα και συγκροτούν ανεξάρτητη ομάδα με κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο τον Στέφανο Στεφανόπουλο. Στις 6 Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου θα προσχωρήσει και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και η ομάδα μετατρέπεται στο "Λαϊκό Ενωτικό Κόμμα" με αρχηγούς τους Στεφανόπουλο και Κανελλόπουλο, την ανιψιά του οποίου την Αμαλία Μεγαπάνου, παντρεύεται στις 2 Ιουλίου 1951.
Ελληνικός Συναγερμός
Το καλοκαίρι του 1951 ο Αλέξανδρος Παπάγος δηλώνει ότι θα πολιτευθεί, στις 30 Ιουλίου το Λαϊκό Ενωτικό Κόμμα αποφασίζει τη διάλυσή του και στις 6 Αυγούστου όταν ο Παπάγος ανακοινώνει την ίδρυση του "Ελληνικού Συναγερμού", εντάσσεται στο κόμμα του στρατάρχη. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1951 ο Ελληνικός Συναγερμός αναδεικνύεται πρώτο κόμμα με ποσοστό 36,53%, χωρίς αυτοδυναμία, ο Καραμανλής εκλέγεται βουλευτής και το Δεκέμβριο του 1951 πραγματοποιεί δεύτερο ταξίδι στις Η.Π.Α., "κατόπιν προσκλήσεως της αμερικανικής κυβερνήσεως" όπως δηλώνει, όπου θα παραμείνει τρεις μήνες και θα ενημερωθεί πάνω σε "ειδικά θέματα". Τον Αύγουστο του 1952 ζητά ακρόαση από τα Ανάκτορα, διατυπώνει τις απόψεις του για την πολιτική κατάσταση της χώρας και προτείνει λύσεις. Στις 16 Νοεμβρίου 1952 ο Ελληνικός Συναγερμός θριαμβεύει με ποσοστό 49,22% και επανεκλέγεται βουλευτής, αναλαμβάνοντας το υπουργείο Δημοσίων Έργων, με "δυσφορία", σύμφωνα με λέξη που χρησιμοποίησε ο ίδιος, καθώς το αποδίδει σε σκοπιμότητα του Σπύρου Μαρκεζίνη. Ως υπουργός φρόντισε την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό του οδικού δικτύου με τη χάραξη της εθνικής οδού Αθήνας-Θεσσαλονίκης, ενώ του αποδίδεται η ευθύνη της υπερσυγκέντρωσης πληθυσμού στην πρωτεύουσα και της οικιστικής έκρηξης που υποστηρίχτηκε από το πρόγραμμα του. Την ίδια τακτική εφάρμοσε και στη Θεσσαλονίκη, την οποία οραματίστηκε ως εμπορικό, διαμετακομιστικό κέντρο της Βαλκανικής. Εγκαινίασε τα αρδευτικά και υδροηλεκτρικά φράγματα στον Αξιό, τον Αλιάκμονα και τον Αχελώο συνεισφέροντας στην αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και την παραγωγή ενέργειας και αντιμετώπισε ικανοποιητικά τα προβλήματα που προκάλεσαν οι σεισμοί, το 1953 στα Επτάνησα και το 1954 στη Θεσσαλία.
Το Δεκέμβριο του 1954 ζητά από τον πρωθυπουργό το υπουργείο Συγκοινωνιών, το οποίο αναλαμβάνει παράλληλα με το υπουργείο Δημοσίων Έργων, όμως δεν παύει να ασκεί κριτική στην κυβέρνηση και στον υπουργό Συντονισμού Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη, ο οποίος έρχεται σε ρήξη με τον πρωθυπουργό Παπάγο εξαιτίας των χειρισμών του τελευταίου στο Κυπριακό και παραιτείται από την κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1953 και το 1954 αποχωρεί τελείως από τον Ελληνικό Συναγερμό. Στις 4 Οκτωβρίου 1955 ο Αλέξανδρος Παπάγος πεθαίνει μετά από πολύμηνη βαριά ασθένεια, έχοντας ορίσει ως αναπληρωτή πρωθυπουργό τον Στέφανο Στεφανόπουλο, όμως ο βασιλιάς Παύλος καλεί στα Ανάκτορα τον Καραμανλή και στις 6 Οκτωβρίου 1955, του αναθέτει το σχηματισμό κυβέρνησης, απαντώντας στις αντιρρήσεις των συμβούλων του με τη φράση "Ξέρετε, κύριοι, ότι μπορώ να διορίσω πρωθυπουργό ακόμη και τον κηπουρό μου". Ο Καραμανλής αργότερα σχολίασε την απροσδόκητη επιλογή του λέγοντας πως "Η εξήγηση της προτιμήσεως του βασιλέως είναι ότι ήμουν επιτυχών υπουργός και ότι είχε φθαρεί εντελώς ο Συναγερμός και τούτο είχε αντίκτυπους και στους δύο αντιπροέδρους. Η δημόσια, εξάλλου, έκταση την οποία έλαβε ο οξύς ανταγωνισμός τους για την διαδοχή, είχε επιτείνει τη φθορά τους". Η κυβέρνηση του ορκίστηκε στις 6 Οκτωβρίου και στις 10 του ίδιου μήνα, πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη βουλή και σε ηλικία 48 χρονών έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός.
Πρωθυπουργός
Κυβέρνησε ως επικεφαλής του Ελληνικού Συναγερμού μόνο για τρεις μήνες και στις 4 Ιανουαρίου 1956 προχώρησε στην ίδρυση της (Ε.Ρ.Ε.) "Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης", της αντικομουνιστικής προοδευτικής ένωσης των δυνάμεων του δεξιού χώρου. Στις 10 Ιανουαρίου προσχωρούν στην Ε.Ρ.Ε. 180 βουλευτές του Ελληνικού Συναγερμού αλλά και στελέχη του κόμματος των Φιλελευθέρων, όπως ο Ευάγγελος Αβέρωφ και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Λίγες ημέρες μετά καταθέτει εκλογικό νόμο, ο οποίος στηρίζεται στο πλειοψηφικό σύστημα και περικόπτει τις έδρες του 2ου κόμματος. Στις 19 Φεβρουαρίου 1956 διεξάγονται εκλογές στις οποίες η Ε.Ρ.Ε. λαμβάνει μικρότερο ποσοστό από τη "Δημοκρατική Ένωση", το συνασπισμό των δυνάμεων του Κέντρου και της Αριστεράς, αλλά χάρη στον εκλογικό νόμο, κερδίζει περισσότερες έδρες. Στις 29 Φεβρουαρίου σχηματίζει την πρώτη κυβέρνησή του που προήλθε από εκλογές και στρέφεται στην αντιμετώπιση του Κυπριακού, το οποίο μπαίνει σε νέα δραματική φάση μετά τις βιαιότητες και τους βανδαλισμούς των Τούρκων κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.
Με την Ε.Ρ.Ε. θα επικρατήσει στις εκλογές που έγινα στις 11 Μαΐου 1958, εξ αιτίας της αποχώρησης 15 βουλευτών, μεταξύ τους ο Γεώργιος Ράλλης και ο Παναγιώτης Παπαληγούρας χάνει την πλειοψηφία και τον Οκτώβριο 1961, εκλογές που η αντιπολίτευση ονομάζει εκλογές "βίας και νοθείας". Στις 23 Μαΐου 1963 γίνεται στη Θεσσαλονίκη, η δολοφονία του βουλευτή της Ε.Δ.Α. Γρηγόρη Λαμπράκη. Τον Ιούνιο 1963 έρχεται σε ρήξη με το βασιλικό ζεύγος καθώς είναι αντίθετος στην επίσκεψη Παύλου και Φρειδερίκης στο Λονδίνο. Ο λόγος της αντίθεσής του είναι η απειλή επεισοδίων, διότι σε προηγούμενη επίσκεψη στο Λονδίνο η βασίλισσα είχε προπηλακιστεί από τη σύζυγο του πολιτικού κρατούμενου Α. Αμπατιέλου, όμως το ταξίδι πραγματοποιείται μετά την επιμονή της Φρειδερίκης. Παραιτείται από την πρωθυπουργία στις 11 Ιουνίου 1963 και αναχωρεί για τη Ζυρίχη της Ελβετίας όπου θα παραμείνει μέχρι το Σεπτέμβριο, οπότε επιστρέφει για να πάρει μέρος στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, τις οποίες όμως χάνει από την Ένωση Κέντρου. Παραιτείται από την αρχηγία της Ε.Ρ.Ε., την οποία αναλαμβάνει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και στις 9 Νοεμβρίου, απογοητευμένος από τις πολιτικές εξελίξεις, αναχωρεί για το Παρίσι ως "Τριανταφυλλίδης", με σκοπό να ιδιωτεύσει. Στο Παρίσι θα παραμείνει 11 χρόνια, μέχρι τις 24 Ιουλίου 1974.
Αυτοεξορία
Στο Παρίσι όπου έζησε αυτοεξόριστος και επιχορηγούμενος ακόμη και από το καθεστώς της 21ης Απριλίου, βρήκε χρόνο για περισυλλογή με τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς συγγραφείς. Η απουσία του προκαλεί απανωτές επιθέσεις που οδήγησαν στη σύσταση εξεταστικής επιτροπής και την παραπομπή του σε Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο θα διερευνούσε πιθανή ανάμειξη και ευθύνες του σε διαχειριστικά σκάνδαλα και ατασθαλίες στη ΔΕΗ. Η πρόταση κατατέθηκε με πρωτοβουλία της Ε.Δ.Α. και στηρίχθηκε επίσης από ους βουλευτές της Ένωσης Κέντρου, οι οποίοι και τερμάτισαν τη διαδικασία με αναστολή της δίωξης και την παραγραφή οποιωνδήποτε ευθυνών του, ενώ ο ίδιος επέλεξε να αμυνθεί μέσω φίλων, συνεργατών και στελεχών του κόμματος της Ε.Ρ.Ε.
Στις 21 Απριλίου 1967 οι στρατιωτικοί αναλαμβάνουν την εξουσία και ο Καραμανλής δηλώνει "αντιδικτατορικός" με αποτέλεσμα να απαγορευθεί η δημοσιοποίηση δηλώσεων του. Το 1970 χωρίζει από την Αμαλία Μεγαπάνου και το 1973, μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, επιτίθεται κατά του στρατιωτικού καθεστώτος, όμως είχε προηγηθεί αποτυχημένη προσπάθεια του να έρθει σε επαφή με το καθεστώς και ν' αναλάβει Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο Νικόλαος Μακαρέζος, ένας από τους κορυφαίους του Επαναστατικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, γράφει [2] ότι, την ημέρα της ανατροπής του Παπαδοπούλου, τον επεσκέφθη στην κατοικία του, ο στενός συνεργάτης του Ιωάννης Δημητρακόπουλος, ο οποίος του μετέφερε «σημαντικό μήνυμα» του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ανάλογη πρωτοβουλία υπήρξε και στις 30 Νοεμβρίου 1973, όταν ο Αχιλλέας Καραμανλής, αδελφός του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μετέφερε στον Μακαρέζο μήνυμα του αδελφού του, με το οποίο του ζητούσε να κληθεί ο Καραμανλής εκ μέρους των Ενόπλων Δυνάμεων ώστε να υπάρξει ομαλή έξοδος παραθέτοντας για επιβεβαίωση ιδιόγραφο σημείωμα και επικαλούμενος έξι μάρτυρες-διαμεσολαβητές. Ο Καραμανλής ζητούσε διαπραγματεύσεις με σκοπό να αναλάβει Πρόεδρος της Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό το Νικόλαο Μακαρέζο και να οδηγηθεί η χώρα σε ελεύθερες εκλογές, με αντάλλαγμα «...να βοηθήσει εις την επικράτησιν εις τας πρώτας εκλογάς ενός συντηρητικού κόμματος, το οποίο θα εδημιουργείτο εντός των επιθυμητών από τας Ενόπλους Δυνάμεις και την Επανάστασιν πλαισίων..». Ο Μακαρέζος προσπάθησε να πείσει τον Ιωαννίδη να αποδεχθεί το σχέδιον Καραμανλή, στέλνοντας του επιστολή μέσω του Συνταγματάρχου Αντωνίου Λέκα, ενώ ανάλογη προσπάθεια κατέβαλε και ο Συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς. Σύμφωνα με τα «Απομνημονεύματα» του Μακαρέζου, που εκδόθηκαν μετά το θάνατο και των δυο, η σχετική πρωτοβουλία προήλθε απ’ τον αυτοεξόριστο πρωθυπουργό στη διάρκεια του Πολυτεχνείου και μεταφέρθηκε στον Ιωαννίδη με αλλεπάλληλους μεσολαβητές, δίχως αποτέλεσμα [3], λύση με την οποία συντάχθηκε και ο Ιωάννης Λαδάς [4]. Οι κρούσεις του αποδείχθηκαν άκαρπες κι έτσι ο Μακαρέζος βολιδοσκόπησε παράγοντες της Ελληνικής ομογένειας κατά την επίσκεψη του στις Η.Π.Α., το διάστημα 15 Μαρτίου έως τις 12 Απριλίου του 1974, πάλι χωρίς επιτυχία [5], ενώ δημοσιοποίησε τις προθέσεις του μ’ επανειλημμένες συνεντεύξεις σε γερμανικά ΜΜΕ [6].
Σύμφωνα με όσα γράφει [7] ο Ταγματάρχης ε.α. Αριστείδης Παλαΐνης, σε επιστολή του που δημοσιεύθηκε στον ημερήσιο Αθηναϊκό τύπο, «...ο ισχυρός ανήρ του μεγάλου Δημοσιογραφικού Ομίλου, (σ.σ.εννοεί τον Σταύρο Ψυχάρη [8]) αμέσως μετά την πτώση της Κυβέρνησης Παπαδόπουλου–Μαρκεζίνη, και γνωρίζων την πρόθεση πολιτικοποίησης και την αμετάκλητη απόφαση, των μικρών κυρίως σε βαθμό αξιωματικών του νέου Στρατιωτικού Καθεστώτος, για την δημιουργία νέων πολιτικών δυνάμεων, πρωταγωνίστησε σε προσπάθεια να μας πείσει ότι, η ενδεδειγμένη πολιτική λύσις για την περίοδο εκείνη ήταν η επάνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Μάλιστα, ζήτησε τη μεσολάβηση Μακαρέζου και Λαδά για να μας μεταφέρουν προτάσεις του Κ. Καραμανλή προκειμένου να πεισθούμε να εγκρίνουμε την ανάθεση της Προεδρίας της Δημοκρατίας σ’ αυτόν και στον Ν. Μακαρέζο την Πρωθυπουργία, για μια μεταβατική Κυβέρνηση μικρού χρόνου, έως ότου διεξαχθούν οι πρώτες εκλογές. Παράλληλα, συγγενικό πρόσωπο του Κ. Καραμανλή υπέβαλε παρόμοιες προτάσεις σε ανώτερο αξιωματικό της Κ.Υ.Π., με τον οποίο διατηρούσε παλαιά γνωριμία. Λόγω της σθεναρής αντίδρασής μας στις προτάσεις αυτές, υποδείξαμε στον Ν. Μακαρέζο να παύσει κάθε επαφή με παλαιούς πολιτικούς και εκπροσώπους τους. Εν συνεχεία διαπιστώσαμε ότι ο Ν. Μακαρέζος συνέχιζε τις συναντήσεις του με τον Χρήστο Λαμπράκη και στις συναντήσεις αυτές τον μετέφερε ο κ. Σ. Ψυχάρης, οδηγών ένα μικρό Volkswagen...».
Στη συνέχεια ακολούθησε η ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακάριου στην Κύπρο, η διαφυγή του από το νησί με την βοήθεια των Άγγλων και η απόβαση των Τούρκων με την κατάληψη του 40% της Κύπρου. Ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης, τότε πρόεδρος της Ελλάδας, συσκέπτεται στο Προεδρικό Μέγαρο με τους πολιτικούς αρχηγούς των προδικτατορικών κομμάτων και αρχικά αναθέτει το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας στους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, αρχηγό της Ε.Ρ.Ε., και Γεώργιο Μαύρο, αρχηγό της Ένωσης Κέντρου. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ προτείνει στον Γκιζίκη, λύση Καραμανλή, ο οποίος μετά από ολιγόλεπτη τηλεφωνική επικοινωνία, πείθεται, και το ξημέρωμα της 24ης Ιουλίου 1974, επιστρέφει με το αεροσκάφος του Γάλλου προέδρου Βαλερί Ζισκάρ ντ` Εστέν.
Μεταπολίτευση
Στις 26 Ιουλίου 1974 με την επιστροφή του από το Παρίσι, σχηματίζει κυβέρνηση εθνικής ενότητας και μετά την ορκωμοσία του, που έγινε τις πρώτες πρωινές ώρες, επαναφέρει στη χώρα τον πολυκομματισμό. Τον Ιούλιο αμνηστεύει τους στρατιωτικούς, όμως το Σεπτέμβριο, μπροστά στη βεβαιότητα να συμμετέχει ως υποψήφιος ο Γεώργιος Παπαδόπουλος στις εθνικές εκλογές, εξέδωσε προεδρικό διάταγμα με το οποίο ανακάλεσε την αμνηστία, διέτασσε τη σύλληψη και την παραπομπή τους σε δίκη, στην οποία οι πρωταίτιοι του στρατιωτικού κινήματος δικάστηκαν από το πενταμελές Εφετείο Αθηνών σε πρώτο και τελευταίο βαθμό και καταδικάστηκαν σε θάνατο.
Όμως η παθητική του στάση απέναντι στην Τουρκική επιβουλή σε βάρος της Κύπρου, τον έφερε αντιμέτωπο με τη δεύτερη φάση του σχεδίου "Αττίλας" και σπασμωδικά, επιλέγει να αποσύρει την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του Ν.Α.Τ.Ο., αναλαμβάνοντας τεράστιο εθνικό ρίσκο καθώς ούτε η Ελλάδα, ούτε η Κύπρος κέρδισαν οτιδήποτε σε διπλωματικό επίπεδο. Στη διάρκεια του καλοκαιριού, επανέφερε σε ισχύ τις διατάξεις του Συντάγματος του 1952, πλην εκείνων που καθόριζαν ως πολίτευμα τη βασιλευόμενη δημοκρατία, προχωρά επίσης στη νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, το οποίο ήταν σε καθεστώς παρανομίας από το 1947 και στις 4 Οκτωβρίου 1974, ιδρύει τη "Νέα Δημοκρατία", στην οποία φιλοδοξούσε να συσπειρώσει τις φιλελεύθερες δυνάμεις της Δεξιάς και του Κέντρου. Στις 17 Νοεμβρίου 1974, γίνονται εκλογές και η Νέα Δημοκρατία θριαμβεύει με ποσοστό 54,37% και 220 έδρες, υπό την άμεση απειλή που διατυπώνει ο Μίκης Θεοδωράκης, "Καραμανλής ή τανκς;", και στις 8 Δεκεμβρίου 1974 με δημοψήφισμα επιλέγεται, με ποσοστό 70%, ως πολίτευμα της χώρας η αβασίλευτη Δημοκρατία. Ο εξόριστος, από το 1968, βασιλιάς Κωνσταντίνος Β΄ τον κατηγορεί για εξαπάτηση και δόλο, καθώς ο Καραμανλής του είχε τηλεφωνήσει και του ανήγγειλε ότι θα προετοίμαζε τις συνθήκες για την επιστροφή της βασιλείας στην Ελλάδα.
Το 1975 προχωρεί σε αναθεώρηση του Συντάγματος και καθιερώνει τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα του κράτους ενώ εκλέγει τον παλαιό του συνεργάτη Κωνσταντίνο Τσάτσο στη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας, μετατρέπει τη θανατική ποινή των πρωτεργατών της 21ης Απριλίου σε ισόβια κάθειρξη και στις 12 Ιουνίου υποβάλλει για λογαριασμό της χώρας αίτηση εντάξεως στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Το 1976 όταν το τουρκικό πλοίο "Χόρα" περιδιαβαίνει στο Αιγαίο, πραγματοποιώντας μελέτες για την ύπαρξη πετρελαίου, εκτιμά λανθασμένα και επιλέγει το δρόμο της προσφυγής στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. και στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, νομιμοποιώντας τις Τουρκικές διεκδικήσεις. Το Νοέμβριο του 1977 προκηρύσσει εκλογές που τον αναδεικνύουν εκ νέου νικητή με ποσοστό 41,84% και 171 έδρες καθώς είχε ήδη αποσπαστεί η δεξιά πτέρυγα και το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, το ΠΑ.ΣΟ.Κ, του Ανδρέα Παπανδρέου ως τη νέα ανερχόμενη δύναμη και αντίπαλο δέος. Το Μάρτιο 1978 συναντάται με τον Τούρκο πρωθυπουργό Ετσεβίτ στο Μοντρέ της Ελβετίας, καθώς η Τουρκία αμφισβητούσε πλέον ανοιχτά τα όρια της υφαλοκρηπίδας και του εναέριου χώρου της Ελλάδας. Στοχεύοντας για μία ακόμη φορά λανθασμένα, θεωρεί ότι θα απομονώσει διπλωματικά την Τουρκία, εξομαλύνοντας τις σχέσεις με τη Βουλγαρία, πετυχαίντας την κατά τη γνώμη του, εξάλειψη του "από βορρά κινδύνου", και αναπτύσσοντας διπλωματικές σχέσεις με την Αλβανία και τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο.
Η ένταξη στην Ε.Ο.Κ.
Η ελληνική αίτηση για την ένταξη στην Ε.Ο.Κ. υποβλήθηκε επίσημα στις 12 Ιουνίου 1975. Προκειμένου να ενταχθεί η Ελλάδα ως πλήρες 10ο μέλος της Ε.Ο.Κ., εξάντλησε το σύνολο των διεθνών του διασυνδέσεων, ταξίδεψε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και πέτυχε τη συζήτηση της πρότασης τον Φεβρουάριο του 1976, από το Συμβούλιο των Ευρωπαίων υπουργών. Η τελική συνηγορία επήλθε το Δεκέμβριο του 1978 και η Συνθήκη Ένταξης υπογράφτηκε στις 28 Μαΐου 1979 σε τελετή που πραγματοποιήθηκε στο Ζάππειο Μέγαρο στις 28 Μαΐου 1979. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τη χρονιά εκείνη το εθνικό κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων είχε φτάσει τα 4.163 δολάρια από 2.165 δολάρια που ήταν το 1974, με την εφαρμογή δηλαδή του οικονομικού προγράμματος Καραμανλή και την ανταπόκριση όλων των Ελλήνων είχε σχεδόν διπλασιαστεί.
1η Προεδρική θητεία
Μετά τη λήξη της προεδρικής θητείας του Κωνσταντίνου Τσάτσου, παραιτείται από πρωθυπουργός και θέτει υποψηφιότητα, ενώ στην πρωθυπουργία και την αρχηγία του κόμματος τον διαδέχεται ο Γεώργιος Ράλλης. Στις 8 Μαΐου 1980 εκλέχθηκε πρόεδρος της Δημοκρατίας λαμβάνοντας 183 ψήφους στην τρίτη ψηφοφορία, συγκεντρώνοντας τις ψήφους των δεξιών κομμάτων της Βουλής. Στις 18 Οκτωβρίου 1981 το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κερδίζει τις εκλογές, ο Ανδρέας Παπανδρέου, εκλέγεται πρωθυπουργός και η Ελλάδα αποκτά σοσιαλιστικού προσανατολισμού κυβέρνηση. Η συνύπαρξη τους είναι αρμονική καθώς ο πρόεδρος ασκεί τυπικά τα καθήκοντά και ο πρωθυπουργός δε δίνει αφορμές για τριβές. Στις 12 Μαΐου 1984 επανέλαβε την πρόταση που είχε κάνει αρχικά ως πρωθυπουργός το 1976, για τη μόνιμη τέλεση των Ολυμπιακών αγώνων στην Ελλάδα. Αφορμή στάθηκε το γεγονός του μποϊκοτάζ των χωρών της Δύσεως στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1980 στη Μόσχα και η ανάλογη στάση των Ανατολικών το 1984, στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λος Άντζελες.
Το 1985 πριν τη λήξη της θητείας του στο προεδρικό αξίωμα, δεν εκδηλώνει την πρόθεσή του να επανεκλεγεί, καθώς επιθυμεί να αποτελέσει κοινή πρόταση των δύο μεγάλων κομμάτων. Στις 9 Μαρτίου 1985 ο Παπανδρέου εισηγείται στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. την υποψηφιότητα για το προεδρικό αξίωμα, του Χρήστου Σαρτζετάκη, ανακριτή στην πολύκροτη υπόθεση Γρηγόριος Λαμπράκη. Απογοητευμένος, αιφνιδιασμένος και αδύναμος να προβλέψει την απρόβλεπτη εξέλιξη ο Καραμανλής τρέπεται για μία ακόμη φορά σε φυγή και παραιτείται από το προεδρικό αξίωμα στις 10 Μαρτίου, πριν από την κανονική λήξη της θητείας του. Την παραίτηση του συνοδεύει από επιστολή προς τον πρόεδρο της Βουλής, όπου διαβλέπει πολιτικές εξελίξεις στις οποίες, όπως ισχυρίζεται, "δε δύναται να συμπράξει" και λίγο αργότερα θα πει ότι "η Ελλάς είναι ένα απέραντο φρενοκομείο".
2η Προεδρική θητεία
Τον Απρίλιο του 1990 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, κερδίζει τις εκλογές και σχηματίζει κυβέρνηση με οριακή πλειοψηφία και τη σύμπραξη του μοναδικού βουλευτή της Δημοκρατικής Ανανέωσης, [ΔΗ.ΑΝΑ.], Θεόδωρου Κατσίκη. Ο Μητσοτάκης τον επισκέπτεται και του προτείνει να αποτελέσει την επίσημη υποψηφιότητα της Ν.Δ., η οποία ομόφωνα επιθυμεί να τον επανεκλέξει. Ο Καραμανλής που ερωτώμενος παλιότερα αν επιθυμούσε να επανεκλεγεί, χρησιμοποίησε παραβολικά τη γιαπωνέζικη παροιμία "Όποιος ανέβει μία φορά στο όρος Φουτζιγιάμα είναι σοφός, όποιος ανέβει και δεύτερη φορά είναι τρελός", ανακόλουθος, αποφασίζει να είναι υποψήφιος και επανεκλέχτηκε πρόεδρος της Δημοκρατίας στις 4 Μαΐου 1990, συγκεντρώνοντας στην 3η ψηφοφορία, τους 150 βουλευτές της Ν.Δ., το βουλευτή της ΔΗ.ΑΝΑ. και τους 2 ανεξάρητους μουσουλμάνους βουλευτές Σαδίκ και Φαΐκογλου.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προτείνει και ψηφίζει την παραπομπή, για το "Σκάνδαλο Κοσκωτά", του Ανδρέα Παπανδρέου και των εμπλεκόμενων υπουργών σε Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο τελικά αθωώνει τον Παπανδρέου. Ο Καραμανλής για την υπόθεση φέρεται να είπε "Έναν πρωθυπουργό δεν τον στέλνεις στο δικαστήριο, τον στέλνεις στο σπίτι του". Τα τελευταία χρόνια της θητείας του, συμπίπτουν με την επάνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην εξουσία, στα οποία οι σχέσεις των δύο ανδρών είναι τυπικές καθώς ο Καραμανλής βρίσκεται σε προχωρημένη ηλικία, και ο Παπανδρέου αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας. Με τη λήξη της θητείας του αποσύρεται από την πολιτική σε ηλικία 88 χρόνων.
Το τέλος του
Στις 7 Απριλίου 1998 νοσηλεύθηκε σε νοσοκομείο των Αθηνών όπου τα ξημερώματα της 12ης Απριλίου εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας μετά από έμφραγμα και τις πρώτες πρωινές ώρες της Πέμπτης 23ης Απριλίου 1998 η καρδιά του έπαψε να χτυπά. Η κηδεία του έγινε την Παρασκευή 24 Απριλίου 1998 στην Αθήνα σε στενό κύκλο και η σορός του ενταφιάστηκε σε λιτό μνήμα στο προαύλιο του "Ιδρύματος Κ. Καραμανλή" στη Φιλοθέη Αττικής. Το 2001 τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Πρώτη Σερρών.
Μνήμη Κωνσταντίνου Καραμανλή
Υπήρξε σημαντική πολιτική φυσιογνωμία του 20ού αιώνος στην Ελλάδα. Προσπάθησε να διαμορφώσει και να θεμελιώσει τις γενικές κατευθύνσεις μιας πολιτικής η οποία καθόρισε την πορεία της χώρας. Την πολιτική του χαρακτήριζε η στροφή προς τη Δύση, η ανάπτυξη μέσω των ξένων επενδύσεων, η οικιστική αναμόρφωση των πόλεων και της υπαίθρου, η ένταξη της Ελλάδος στην Ενωμένη Ευρώπη και η εξομάλυνση των σχέσεων φιλίας και συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες και η προβολή των πολιτιστικών δυνατοτήτων της.
- Του πιστώνουν
- Την ένταξη στην Ε.Ο.Κ.,
- Την ρήξη με τη μοναρχία,
- Τη συμβολή του στην αποκατάσταση της δημοκρατίας.
- Του χρεώνουν
- την αινιγματική του άνοδο στην πρωθυπουργία το 1955 και την εκδήλωση προσωπικής εύνοιας από τα Ανάκτορα,
- τον ενταφιασμό του Κυπριακού με τις Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου,
- τις εκλογές "βίας και νοθείας" του 1961,
- την αδυναμία να αποδεχτεί την ήττα και τη φυγή του στο εξωτερικό,
- την έντονη έλξη του προς την εξουσία.
Σύμφωνα με όσα γράφει ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ...Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, χωρίς καμμίαν ιδιαιτέραν μόρφωσιν, οφείλει την ανάδειξίν του κατά πρώτον λόγον εις τον Λάμπρον Ευταξίαν, ο οποίος μου παρέδωσε και μου εξεμυστηρεύθη όλα τα απόρρητα της ζωής του. Θα αναφέρω ενδεικτικώς ότι όταν ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης επρότεινεν Υπουργείον εις τον Λάμπρον Ευταξίαν , ορθώς, βεβαίως, αφού προήρχετο από μεγάλην εκλογικήν περιφέρειαν και μεγάλην οικογένειαν, εκείνος παρεκάλεσε τον Τσαλδάρην αντ’αυτού να κάμη Υπουργόν τον Κωνσταντίνον Καραμανλήν. Ο Ντίνος Τσαλδάρης του απήντησε απορών: Δεν γνωρίζω να προτείνεται εις κάποιον ένα Υπουργείον και αυτός να το αρνείται υπέρ άλλου ¨. Όπως μου διηγείται ο Ευταξίας, απήντησε εις τον Τσαλδάρην ότι αυτός ο Άνθρωπος, δηλαδή ο Καραμανλής, έχει την φλόγα μέσα του και το πάθος του σε γοητεύει και σε φανατίζει. Πρέπει να τον βοηθήσουμε να πάει μπροστά..
Εξωτερικές συνδέσεις
- Κωνσταντίνος Καραμανλής Ιστότοπος Προεδρίας της Δημοκρατίας
- Ο Άγνωστος Καραμανλής Βιογραφία από τον Κωνσταντίνο Τσάτσο.
- Βιβλιογραφία για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή
Παραπομπές
- ↑ [Κώστας Μπαρμπής, «Εθνάρχης ή Εθνικός Εφιάλτης», εκδόσεις «Λογοθέτης», Αθήνα 1995, σελίδα 29 κ.ε.}
- ↑ [«Πως καταλήξαμε στη μεταπολίτευση», εκδόσεις «Ίρις-Α.Σ.Φιλιππότης», Αθήνα 2010.]
- ↑ [Νικόλαος Μακαρέζος, «Πως καταλήξαμε στη μεταπολίτευση», εκδόσεις «Ίρις-Α.Σ.Φιλιππότης», Αθήνα 2010, σελίδες 13η-109η.]
- ↑ [Νικόλαος Μακαρέζος, «Πως καταλήξαμε στη μεταπολίτευση», εκδόσεις «Ίρις-Α.Σ.Φιλιππότης», Αθήνα 2010, σελίδες 53-54η & 76η.]
- ↑ [Νικόλαος Μακαρέζος, «Πως καταλήξαμε στη μεταπολίτευση», εκδόσεις «Ίρις-Α.Σ.Φιλιππότης», Αθήνα 2010, σελίδες 83η-86η.]
- ↑ [Νικόλαος Μακαρέζος, «Πως καταλήξαμε στη μεταπολίτευση», εκδόσεις «Ίρις-Α.Σ.Φιλιππότης», Αθήνα 2010, σελίδες 61η, 63η-66η, 78η-79η, & 90η-92η.]
- ↑ Eπιστολή σχετικά με την διαμάχη Σ. Ψυχάρη και Α. Κακλαμάνη Αριστείδης Παλαΐνης, Ταγματάρχης ε.α., Msc Management (U of A USA).
- ↑ [Ο Σταύρος Ψυχάρης, το δεξί χέρι του Χρήστου Λαμπράκη στο Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη και διάδοχος του μετά το θάνατο του, συνδέονταν με συγγενική σχέση καθώς ήταν κουμπάρος του τότε υπουργού Τύπου, Βύρωνα Σταματόπουλου, ο οποίος βάφτισε τον μεγαλύτερο από τους δύο γιούς που ο Ψυχάρης απέκτησε από τον πρώτο του γάμο, τον Παναγιώτη.]