Νικόλαος Μάντζαρος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος Έλληνας κορυφαίος συνθέτης, ο «Εθνικός συνθέτης των Ελλήνων», μουσικός παιδαγωγός, γενάρχης της έντεχνης νεοελληνικής μουσικής, που έργο του είναι η μελοποίηση του ποιήματος «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού, του οποίου η πρώτη στροφή καθιερώθηκε, από το 1865, ως ο Ελληνικός Εθνικός ύμνος, ιδρυτής της Επτανησιακής Μουσικής Σχολής, ένας από τους συνθέτες που έθεσαν τις βάσεις της δυτικότροπης μουσικής στην Ελλάδα και μια από τις πλέον φωτισμένες προσωπικότητες της, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1795 στην Κέρκυρα όπου και πέθανε την Παρασκευή 12 Απριλίου 1872, μετά από κώμα στο οποίο είχε περιπέσει [1], μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη στη διάρκεια μαθήματος του με τον Σπυρίδωνα Δεβιάζη. Η εξόδιος ακολουθία του έγινε στις 4 το απόγευμα του Σαββάτου 13 Απριλίου από το Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στην Κέρκυρα, όπου και βρίσκεται ο τάφος του.

Στις 7 Δεκεμβρίου 1813, παντρεύτηκε την κόμισσα Μαριάννα Ιουστινιάνη, μοναχοκόρη του δούκα Αντωνίου Ιουστινιάνη, στον Ναό των Αγίων Αρχαγγέλων Γαβριήλ και Μιχαήλ και από το γάμο τους γεννήθηκαν τρεις κόρες, η Αικατερίνη, τον Οκτώβριο του 1814, η Ελένη Ρεγγίνα, τον Ιανουάριο του 1816, και η Ιωάννα, τον Μάιο του 1818, καθώς και δύο γιοι, ο Σπυρίδωνας, που γεννήθηκε το 1821, και ο Δημήτριος, που γεννήθηκε το 1822.

Νικόλαος Μάντζαρος

Βιογραφία

Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος κατάγονταν από παλαιά και πλούσια, η τρίτη πλουσιότερη της Κέρκυρας, Επτανησιακή οικογένεια αριστοκρατών-γαιοκτημόνων, που τα μέλη της έφεραν κληρονομικά τον τίτλο του Ιππότη του Αγίου Μάρκου, ενώ ήταν καταχωρημένη από το 1490 στο Libro d' Oro της Κέρκυρας. Παππούς του ήταν ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος και αδελφός του παππού του ήταν ο Γεώργιος, τριακοστός τέταρτος και τελευταίος Μεγάλος Πρωτοπαπάς, μέχρι το 1797 δεν υπήρχαν αρχιεπίσκοποι, παρά μόνο πρωτοπαπάδες, αλλά και πρώτος ψηφισμένος αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας των νεώτερων χρόνων, όμως πέθανε λίγες ημέρες πριν την επίσημη ενθρόνιση του στη θέση του Μητροπολίτη της Κέρκυρας.

Υπάρχουν διάφορες, όλες όχι ιδιαίτερα σαφείς, εκδοχές σχετικά με το πως προέκυψε το επίθετο Μάντζαρος να είναι συνοδευτικό, αρχικά, του κυρίου επιθέτου της οικογένειας, πριν επικρατήσει και το παραμερίσει στο πέρασμα των χρόνων. Ο πατέρας του Νικόλαου, ο Ιάκωβος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, που ήταν επιφανής ανώτερος δικαστικός και διατέλεσε Εισαγγελέας της Κέρκυρας, Γενικός Εισαγγελέας του κράτους των Επτανήσων καθώς και Έπαρχος, ήταν αμφιβόλου ηθικής και θεωρείται υπεύθυνος της οικονομικής καταστροφής [2] της οικογένειας Χαλικιόπουλου. Η μητέρα του Νικόλαου, η Ρεγγίνα Βικτορία Turini, κατάγονταν από τη Ζάρα της Δαλματίας, ήταν Ιταλικής καταγωγής.

Νεανικά χρόνια

Ο Νικόλαος Μάντζαρος, που είχε δύο αδελφές την Ιωάννα και την Αντζολέτα Ροζίνα, βαπτίστηκε στις 5 Νοεμβρίου 1795 στην εκκλησία των Αγίων Πατέρων που βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο κι απέχει λίγη απόσταση από το σπίτι της οικογένειας Χαλικιόπουλου Μάντζαρου. Η μητέρα του, σύμφωνα με τις πηγές, «..και την μουσικήν εγνώριζε και ποιήτρια ήτο..» και οι διδαχές της «στην θεωρίαν και το πιάνο» διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της μουσικής προσωπικότητας του γιου της. Ο Νικόλαος άρχισε τις μουσικές του σπουδές στην Κέρκυρα σε ηλικία δώδεκα ετών, με καθηγητές τους αδελφούς Στέφανο Παπάγιο, από τον οποίο διδάχθηκε πληκτροφόρο και Ιερώνυμο Πογιάγου, από τον οποίο διδάχθηκε βιολί, θεωρητικά μουσικής, αρμονία και αντίστιξη με το Στέφανο Μορέττι, [Stefano Moretti], μουσικοδιδάσκαλο από την περιοχή του Marche της Ιταλίας, ο οποίος υπήρξε, κατά καιρούς, τσεμπαλίστας-μαέστρος του San Giacomo και πήρε μαθήματα θεωρίας και συνθέσεως από τον Ιππότη Μπαρμπάτι, που κατάγονταν από τη Νάπολη της Ιταλίας.

Ενήλικη ζωή

Τον Ιούνιο του 1818 διορίστηκε στη θέση του ιδιαίτερου γραμματέα του Γενικού Εισαγγελέα των Ιονίων νήσων, την οποία διατήρησε έως τον Δεκέμβριο του 1932, ενώ από το 1819, συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία. Πριν από το 1821 ο Μάντζαρος φέρεται να συνάντησε τον διάσημο Ναπολιτάνο συνθέτη Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι [Niccolo Antonio Zingarelli]. Το 1823, ο Μάντζαρος έφυγε από την Κέρκυρα και επισκέφθηκε πόλεις της Ιταλίας, όμως εγκαταστάθηκε στη Νάπολη, όπου ξεκίνησε τη διετή επιμόρφωσή του στο πλευρό του Zingarelli, διευθυντή τότε του Ωδείου «Σαν Σεμπάστιαν», [«San Sebastiano»]. Τελειοποίησε τις μουσικές του σπουδές και καθώς έγινε γνωστός ως καλλιτέχνης με άριστη γνώση της Ιταλικής και γενικότερα της κλασικής μουσικής, του ζήτησαν να αναλάβει τη διεύθυνση της Μουσικής Σχολής του Μιλάνου αλλά και του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολη. Ο Μάντζαρος απέρριψε και τις δύο προτάσεις, καθώς επιθυμούσε να επιστρέψει στη γενέτειρα του, όπου μετά την επιστροφή του, το 1826, άρχισε να παραδίδει μαθήματα μουσικής. Μεταξύ των πλέον γνωστών μαθητών του περιλαμβάνονται οι συνθέτες Παύλος Καρρέρ, Φραγκίσκος Δομενιγίνης, Εδουάρδος Λαμπελέτ, Ιωσήφ Λιμπεράλης, Αντώνιος Λιμπεράλης, Διονύσιος Ροδοθεάτος, Σπυρίδων Δεβιάζης και Σπυρίδων Ξύνδας. Ο Μάντζαρος δίδασκε, από το 1826 ιδιωτικά και δίχως δίδακτρα στο σπίτι του, και από τις 12 Σεπτεμβρίου 1840, όταν ιδρύθηκε στην Κέρκυρα η Φιλαρμονική Εταιρία [3], αναγορεύθηκε ισόβιος πρόεδρός της και δίδασκε ως καθηγητής της, ενώ από τον Απρίλιο του 1841 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνσης της [4]. Από το 1834 έως το 1847 διατέλεσε Γραμματέας του Προέδρου της Γερουσίας των Ιονίων Νήσων. Το όνομα του περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων των επιφανών Ελλήνων Τεκτόνων [5].

Διακρίσεις

Ανακηρύχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Εταιρείας Ωραίων Τεχνών πρόεδρος της οποίας ήταν η Βασίλισσα Αμαλία. Το 1855 η Ιόνιος Βουλή του απένειμε ισόβια σύνταξη επειδή αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη μελέτη της μουσικής τέχνης, διέπρεψε διεθνώς χάρη στη μουσική ευφυΐα του, τίμησε την πατρίδα του και δίδαξε φιλόμουσους νέους χωρίς αμοιβή. Το πιάνο του, το οποίο αγόρασε από την Ιταλία, εκτίθεται στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου της Κέρκυρας, στην είσοδο του οποίου υπάρχει η προτομή του και ο δρόμος που βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του θεάτρου φέρει το όνομά του. Τον Ιούνιο του 1845, τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος.

Μνήμη Νικολάου Μάντζαρου

Ο Σπυρίδων Ξύνδας έτρεφε απεριόριστο σεβασμό στο Νικόλαο Μάντζαρο και το 1862, την ημέρα του Αγίου Νικολάου, έγραψε την ακόλουθη ακροστιχίδα, προς τιμήν του διδασκάλου του,
«Nome si caro e celere
In tutto il mondo suona
Coll’ armonia nell’ anima
Ogni espressione risuona
La terra, il ciel ripetono
Orfeo l’ inspira e Amor.
Ma d’ogni parte un giulilo
A scolto in guesto giorno,
Nunzio dal ciel adomo
Zelante messaggieri
Rendendoti immortale
Ogni mortale elogio, sta parte non val.»
«Όνομα τόσο αγαπητό και ένδοξο ηχεί σε όλο τον κόσμο, μετά δε της αρμονίας στη ψυχή αντηχεί κάθε έκφραση.Η γη και ο ουρανός το επαναλαμβάνουν και ο Ορφέας και ο Έρωτας το εμπνέει.Αλλά από παντού ακούς τη σήμερον χαρά. Ζηλωτής άγγελος εξ’ ουρανού καταθέτει επί της κεφαλής σου δάφνη, κάνοντας σε αθάνατο. Άρα κάθε θνητό εγκώμιο για σένα είναι τώρα περιττό».

Ο Νικόλαος Μάντζαρος μετά το εγκεφαλικό που υπέστη παρέμεινε κλινήρης χωρίς να μπορεί να μιλάει, όμως διατηρούσε τις αισθήσεις του και την επαφή του με το περιβάλλον, ως το πρωί της 12ης Απριλίου, που άφησε την τελευταία του πνοή. Ήταν ανεξίκακος, γενναιόδωρος, μετριόφρων, ευγενής στους τρόπους, ευχάριστος στις συναναστροφές και υψηλού αναστήματος. Θεωρείται ο πατέρας της νεοελληνικής έντεχνης μουσικής και οι ενέργειες του στον τομέα της μουσικής εκπαιδεύσεως οδήγησαν στην εμφάνιση της πρώτης γενιάς Επτανήσιων συνθετών. Στο πλάι του αναζήτησαν την τελειοποίηση τους ακόμη και γνωστοί Ιταλοί συνθέτες, όπως ο Giuseppe Persiani, ο οπερατικός μουσικός διευθυντής Giulio Cesare Ferrarini, ο Rafffaele Parisini, ο βιολονίστας και αρχιμουσικός Antonio Crescentini καθώς και ο Cesare Orlandini. Ακόμη, γνωστοί Ιταλοί συνθέτες του έστελναν έργα τους ζητώντας τη γνώμη του.

Δεν θεωρούσε τον εαυτό του επαγγελματία μουσικό -ως το τέλος της ζωής του δήλωνε κτηματίας- και παρέμενε ερασιτέχνης λάτρης της μουσικής. Αυτοχαρακτηρίζονταν «dilettante», δηλωτικό του αριστοκράτη που ασχολούνταν με κάτι -συνήθως με κάποιον τομέα της τέχνης- εντελώς ερασιτεχνικά, λόγος για τον οποίο αρνούνταν να αμειφθεί για τη μουσική δουλειά του σ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Θεωρούσε πως ήταν αμάρτημα να εισπράττει χρήματα για να διδάσκει, ενώ τις περισσότερες φορές πλήρωνε εξ ιδίων τα όποια έξοδα. Το σπίτι του ήταν «...ανοικτό στους υιούς των πλουσίων αλλά και των πτωχών...», όπως γράφει, τον Φεβρουάριο του 1890, ο μαθητής του και λόγιος Σπυρίδων Δεβιάζης στο περιοδικό «Απόλλων». Το 1890 δημιουργήθηκε στη μνήμη του, η δεύτερη φιλαρμονική της Κέρκυρας, η «Φιλαρμονική Εταιρία Νικόλαος Μάντζαρος».

Προτομές Μάντζαρου

Η προτομή του που είναι έργο από ορείχαλκο του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου, κατασκευάστηκε το 1935 και είναι τοποθετημένη στον περίβολο του ναού του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγείτου, στην οδό Σκουφά, στο Κολωνάκι. Στην πρόσοψη του μαρμάρινου βάθρου αναγράφονται τα λόγια, «ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΝΤΖΑΡΟΣ, 1795–1873». Προτομή του Νικολάου Μάντζαρου είχε φιλοτεχνηθεί από τον ίδιο γλύπτη και βρίσκεται στην Κέρκυρα. Το σπίτι που γεννήθηκε σώζεται ακόμη στην οδό Αγίου Βασιλείου, όμως βρίσκεται σε άθλια κατάσταση και δεν υπάρχει το παραμικρό ενδιαφέρον από καμιά υπηρεσία ή κάποιον φορέα για τη φροντίδα του.

Εθνικό μουσικό όραμα

Το Εθνικό του όραμα ήταν η δημιουργία μιας γενιάς μουσικών διαφωτιστών. Το έργο του, ακόμη και σήμερα, παραμένει άγνωστο στο ευρύ κοινό. Στα έργα της νεότητας του Μαντζάρου περιλαμβάνονται συνθέσεις για το θέατρο του San Giacomo στην Κέρκυρα [6], στο οποίο περί το 1815 παραστάθηκαν μια σειρά από μουσικά έργα του, ειδικά συντεθειμένα για τις ανάγκες του θεάτρου. Τα πρώιμα έργα του είναι συντεθειμένα στα πρότυπα της οπερατικής φωνητικής μουσικής του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Στα έργα του ασχολήθηκε με θέματα βασισμένα στην αρχαιότητα ή στα συνηθισμένα τότε θέματα αγάπης, ενώ γλώσσα τους είναι η ιταλική. Μελοποίησε στίχους του Κερκυραίου δικηγόρου και λόγιου, του Πέτρου Κουαρτάνου, πρώτου προέδρου της Φιλαρμονικής Εταιρείας, ο οποίος το 1863 έγραψε τους στίχους ύμνου για τους γάμους του πρίγκηπα της Ουαλλίας.

Ο Μάντζαρος έχει συνθέσει άριες, ντουέτα, οπερατική μουσική, πιανιστική μουσική, θεατρική μουσική (σκηνική μουσική), φωνητική μουσική με συνοδεία πιάνου, χορωδιακή μουσική, θρησκευτική μουσική και παιδαγωγική. Έγραψε την πρώτη σωζόμενη όπερα Έλληνα δημιουργού, την κωμική μονόπρακτη «Ντον Κρεπούσκολο» [«Don Crepuscolo»], το 1815, του πρώτου γνωστού έργου σε ελληνική γλώσσα για φωνή και ορχήστρα, την «Aria Greca», το 1828, των πρώτων γνωστών ελληνικών έργων για κουαρτέτο εγχόρδων, το «Partimenti», περί το 1850, του πρώτου ελληνικού ρεπερτορίου για πιάνο, του πρώτου ελληνικού έργου σε μορφή φούγκας, της πρώτης ελληνικής συμφωνίας, που έχει χαθεί, ενώ είναι ο συγγραφέας του πρώτου δοκιμίου μουσικής αναλύσεως «Rapporto», το 1851, και των πρώτων μουσικοπαιδαγωγικών συγγραμμάτων στην Ελλάδα καθώς και τις πρώτες μουσικολογικές έρευνες συγκεντρώνοντας ένα άλμπουμ με τίτλο «Λαϊκά μοτίβα της Κέρκυρας».

Ύμνος εις την Ελευθερίαν [7]

Περί το 1828 γνωρίστηκε κι έγινε στενός φίλος του Διονυσίου Σολωμου, το έργο του οποίου εκτιμούσε ιδιαίτερα. Γνώρισε το Σολωμό μέσω του πατέρα του Ιάκωβου, ο οποίος τον είχε γνωρίσει από τον στενό του φίλο Διονύσιο Φλαμπουριάρη, γνωστό του Σολωμού και μέλους τής επιτροπής για τη σύνθεση των κωδίκων. Μελοποίησε ολόκληρο το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» [8], που έμελλε να γίνει το αριστούργημα άλλα και η έμμονη ιδέα του Μάντζαρου, αφού τον μελοποιούσε σε όλη του τη ζωή. Μελοποίησε τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν» σε 2 διαφορετικές ολοκληρωμένες μελοποιήσεις και σε πολλές ακόμη αποσπασματικές, ενώ οι δύο πρώτες στροφές της 1ης μελοποιήσεως καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας, στις 28 Ιουνίου 1865, καθώς και της Κύπρου το 1966, όμως μελοποίησε και άλλα ποιήματα του Σολωμού όπως τα «Φαρμακωμένη», «Ύμνος εις τόν Μπάιρον», «Αυγούλα» και «Ξανθούλα».

Συγγραφικό έργο

Κατέγραψε πλήθος παραδοσιακών τραγουδιών της γενέτειράς του καθώς και της γειτονικής Ηπείρου. Ως μουσικοπαιδαγωγός συνέγραψε ειδική μελέτη για την αντίστιξη, με τίτλο

  • «Studio prattico di contrapunto» [«Πρακτική σπουδή της Αντίστιξης»], που παραμένει ανέκδοτη.

Έγραψε επίσης τα έργα

  • «Trattato raggionato di Armonia» [«Σύγγραμμα περί Αρμονίας»],
  • «Corpo prattico di composizione» [«Σύγγραμμα περί Σύνθεσης»],
  • «Λεξικόν Μουσικών Αριθμών».

Εκκλησιαστική μουσική

Η τετράφωνη λειτουργία που είχε γράψει για χρήση της Ορθόδοξης Εκκλησίας εκτελέστηκε πρώτη φορά το 1834, ανήμερα της Κυριακής της Πεντηκοστής.

Είναι μελοποιημένη σύμφωνα με το κερκυραϊκό ύφος και χρησιμοποιήθηκε για την χειροτονία του Μητροπολίτη της Κέρκυρας Χρύσανθου Μασέλου. Ψάλθηκε την Κυριακή της χειροτονίας του από 40 ψάλτες στον ναό της Μητροπόλεως υπό την προεδρία του Τοποτηρητού Χρυσάνθου και των Αρχιεπισκόπων Κεφαλλονιάς, Ζακύνθου και του επισκόπου των Παξών. Η ίδια λειτουργία ψάλθηκε πάλι στον ναό της Μητροπόλεως το 1850 στην χειροτονία του Μητροπολίτη Κέρκυρας Αθανάσιου Πολίτη [9].

Συνέθεσε, επίσης, άλλες δύο λειτουργίες για χρήση της Δυτικής Εκκλησίας. Η μία γράφτηκε στην Νάπολη της Ιταλίας μετά από αίτηση του δάσκαλου και φίλου του Zingarelli και ψάλθηκε στον ιερό ναό του Αγίου Φερδινάνδου με παρόντα τον βασιλιά της πόλεως ο οποίος επαίνεσε τον Μάντζαρο. Η δεύτερη παρά τις γνώμες των ειδικών της εποχής και του Κερκυραίου μουσικοδιδάσκαλου και συνθέτη Δομένικου Παδοβάνη ότι πρόκειται για ένα γιγάντιο έργο, δεν ψάλθηκε ποτέ δημόσια.

  • «Ύμνοι της Θείας Λειτουργίας».

Μετά την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, κατά την άφιξη του Βασιλιά Γεωργίου του Α’ τον Απρίλιο του 1864,εκτελέσθηκαν οι ειδικές συνθέσεις του

  • «Δοξολογία»,
  • «Βασιλικοί Ύμνοι».

Ο πρώτος από τους βασιλικούς ύμνους με το όνομα

«Βασιλικός Ύμνος»,

μελοποιήθηκε από τον ιερέα Ελευθέριο Παλατιανό και εναρμονίσθηκε για τέσσερις φωνές από τον Μάντζαρο. Ο ύμνος αυτός γραμμένος για μικτή χορωδία έχει απλή αρμονία, είναι αρκετά μελωδικός και εκφραστικός.

Ο δεύτερος ύμνος με το όνομα

«Ο Άγγελος», είναι μια απλή σύνθεση με δομή κοινού εμβατηρίου.

Μελοποιήθηκε κι αυτός από τον ιερέα Ελευθέριο Παλατιανό, εναρμονίσθηκε από τον Μάντζαρο και πρόκειται για έναν ύμνο στην Παναγία Θεοτόκο. Χαρακτηρίζεται από την αρμονική απλότητα του η οποία είναι στο επίπεδο του Κερκυραϊκού δημοτικού τραγουδιού. Οι δύο ύμνοι μελοποιήθηκαν σε στίχους του Γεράσιμου Μαρκορά, ενώ ο τρίτος μελοποιήθηκε πάνω σε στίχους του «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού. Ο πρώτος ύμνος είναι γραμμένος για να ψέλνεται μέσα στην εκκλησία, ο δεύτερος για να ψέλνεται εν κινήσει, έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι μοιάζει με εμβατήριο και τέλος ο τρίτος είναι για να ψέλνεται εν στάση δηλαδή σε όρθια σε ακίνητη κατάσταση [10].

Συνθέσεις

Ήταν από τους πολυγραφότερους συνθέτες, όμως διασώθηκε ελάχιστο μέρος από το συνθετικό του έργο, το οποίο περιλαμβάνει συμφωνίες, εκκλησιαστική μουσική, έργα για πιάνο, εμβατήρια και ύμνους. Η δράση του ως συνθέτη άρχισε από το 1815 και κατά τα mέσα του 19ου αιώνα ήταν καθιερωμένος ως σημαντική προσωπικότητα των ελληνικών αλλά και ιταλικών μουσικών κύκλων.

Όπερες

Η εργογραφία του περιλαμβάνει τα

  • «Ντον Κρεπούσκολο», το 1815, κωμική μονόπρακτη όπερα, η πρώτη που σώζεται ολόκληρη και το πρώτο σωζόμενο ελληνικό δείγμα του είδους της κωμικής όπερας.
  • «Come augellin che canta» [Σαν πουλάκι που τραγουδά], το 1815,
  • «Sono inquieto et agitato» [Είμαι ανήσυχος και ταραγμένος, το 1818,
  • «L’ aurora» [Η αυγή], το 1818, καντάτα για υψίφωνο,
  • «Δώδεκα Φούγκες», για μικτή χορωδία με συνοδεία πιάνου και εκδόθηκαν στη Νάπολη τον Αύγουστο του 1826. Το έργο που είναι αφιερωμένο στον Zingarelli, χρησίμευσε ως μέσο εκμαθήσεως της αντιστίξεως στο Ωδείο της Νάπολη για περίπου είκοσι χρόνια.
  • «Aria Greca», το 1827, η πρώτη άρια γραμμένη σε ελληνική γλώσσα, για φωνή και ορχήστρα,
  • «Sono inquieto ed agitato», που έχει ως ήρωα τον Σκιπίωνα,
  • «Come augellin che canta», στην οποία η σοπράνο τραγουδά την αγάπη της για τον Θύρση,
  • «Aria cantata dall' ombra di Patroclo nell sogno di Achille», που βασίζεται σε γεγονότα του έπους «Ιλιάδα» του Ομήρου και συγκεκριμένα αυτά που ιστορούνται στην Ραψωδία Ψ, στην οποία η σκιά του Πάτροκλου προφητεύει τον θάνατο του Αχιλλέα.
  • «Redowa Mazurka», έργο για πιάνο,
  • «16 Arie Greche», το 1830.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Σύμφωνα με την αφήγηση του Σπυρίδωνος Δεβιάζη, που ήταν παρών όταν ο Μάντζαρος υπέστη το εγκεφαλικό την ώρα της διδασκαλίας, «…Ήτο ή 29η Μαρτίου τοῦ έτους 1872 ἡμέρα Παρασκευή. Τήν ήμέραν έκείνην δέν ύπηγον την πρωίαν περί τήν εννάτην να κάμω τό μάθημα μου. Τό απόγευμα περί τήν τρίτην έσκεφθην νά μεταβώ νά ευρω τόν διδάσκαλον μου και νά δικαιολογήσω κάπως τήν απουσίαν μου. Εύρον αυτόν γράφοντα μουσικήν. «…Διατί δέν ήρθες τό πρωι;». Διότι ιππότα (πάντες ωνόμαζον αυτόν <ίπποτα>, μάλιστα <καβαλιέρη>) ειχον κάτι έργασιαν". "Καλά, άνοιξε τό κλειδοκύμβαλον και άς άκούσω τό μάθημά σου". Έκαθησα ένωπιον του κλειδοκυμβάλου ηνοιξα τήν μέθοδον του Hertz και ήρχισα τήν επανάληψιν παλαιών μαθημάτων. Μετα λεπτά μοί πλησιάζει καί μοί λέγει νά παίξω τό νέον μάθημα. Τό νέον μάθημα ήτο διωδία του <Τροβατόρε>. Μετά το τέλος μοί είπε: "Καλά αύριον νά παίξης καί θά σοι ευρω τι καλλότερον. "Ας άκοΰσωμεν τό μαθημα τής άρμονίας. Ήγέρθην, έπλησίασα τόν μαυροπίνακα καί ήρχίσαμεν την θεωρίαν των accordi di settima diminutiva (συγχορδίες εβδόμης ελαττωμένης) οταν αίφνης προσεβλήθη ύπό δυνατου βηχός, καί έγένετο αναίσθητος. Τρέχω διά τήν σύζυγόντου εις τό πλησίον δωμάτιον. Προφθαίνει ή κόρη του 'Ελισάβετ. Ό Μάντζαρος είχε χάσει καί τόν λόγον! Τρέχω διά τόν ίατρον, όστις μόλις έφθασεν έλυπήθη ίδών αύτόν εις τοιαύτην άξιολυπητον κατάστασιν. "Οτε προσεβλήθη ύπό της αποπληξίας ήσαν 3.30. Έμεινε κλινήρης, άλαλος, αλλά σχεδόν πάντοτε μέ τάς αισθήσεις του μέχρι της 12ης του Απριλίου, οτε περί τήν 3.30 της πρωίας παρέδωκε τό πνεύμα είς τόν Κύριον. Ή κηδεία αύτου μεγαλοπρεπεστάτη έγένετο τήν έπιουσαν ήμέραν Σαββάτου περί τήν 4ην μ.μ..».]
  2. [«....Ο γενικός εισαγγελέας, όστις ασκεί μεγάλην και άμεσον επιρροήν ουχί μόνον επί των ηθών, αλλά κι επί τής ζωής, τής ελευθερίας και τής τιμής των πολιτών, είναι κάποιος Μάντζαρος, δικηγόρος το επάγγελμα. Ούτος είχε χρεωκοπήσει δημοσία και είχε παραπεμφθεί σε δίκη, προτού διορισθεί υπάλληλος. Ουδέποτε εθεωρήθη άνθρωπος με τιμήν, με ηθικήν, με θρησκευτικότητα. Επρόδωσε τούς πελάτας του και ώθησεν εις πορνείαν την σύζυγόν του. Είναι δημόσιος μοιχός. Το αποτρόπαιον τούτο άτομον αντιπροσωπεύει το δημόσιον, κλέπτων δε ετησίαν αμοιβήν υπέρ τας τρείς χιλιάδας κολωνάτα, ζη εν μέσω χλιδής, ενώ κατηγορεί τούς κλέπτας των ιδιωτικών χρημάτων....»] (Μαρκήσιος Carlo de Ribas-Pieri, σε έκθεσή του προς τον πάπα, Γ. Ζώρα, έγγραφα, σελίδα 81.
  3. «Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος» Μουσείο της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας.
  4. Διατελέσαντες Δάσκαλοι Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας.
  5. Μάντζαρος –Χαλκιόπουλος Νικ. Μεγάλη Στοά της Ελλάδος
  6. [Το θέατρο San Giacomo είναι το σημερινό δημαρχείο της Κέρκυρας, το οποίο αρχικά κατασκευάστηκε ως λέσχη των Ενετών αξιωματικών. Στο χώρο του στεγάζεται σήμερα το Δημαρχείο της Κέρκυρας.]
  7. Ύμνος εις την Ελευθερίαν-Διονύσιος Σολωμός/Νικόλαος Μάντζαρος Εκπομπή «Παρασκήνιο», Ταινιοθήκη Τηλεόρασης.
  8. [Η 1η ολοκληρωμένη μελοποίηση του «Ύμνου», έγινε το 1829-30 για 4φωνη ανδρική χορωδία και πιάνο, κυρίως ομοφωνική, με βασική τονικότητα τη σολ μείζονα Αποτελείται από 25 μέρη και εξεδόθη σε παρτιτούρα το 1873 στο Λονδίνο «…δαπάνη των εν Αγγλία ομογενών». Η 2η ολοκληρωμένη γραφή έγινε το 1842-43. Αυτή τη φορά περιλαμβάνει 46 μέρη με βασική τονικότητα τη Φα μείζονα και είναι και πάλι για 4φωνη ανδρική χορωδία και πιάνο. Η διάρκεια υπολογίζεται στις 2 ώρες και μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί, ηχογραφηθεί ή εκτελεστεί στο σύνολό της. Η 1η μελοποίηση είναι κατεξοχήν «λαϊκότροπη» και η μόνη γνωστή, ενώ η 2η μελοποίηση είναι συντεθειμένη την περίοδο από 1842–43 και ο συνθέτης την αφιέρωσε το 1844, στο βασιλιά Όθωνα. Η 2η μελοποίηση σώζεται σε τρία διαφορετικά χειρόγραφα, δύο από τα οποία υπάρχουν στο Μουσείο Μπενάκη και ένα στο Δημαρχείο Κερκύρας και η συνολική διάρκεια των σαράντα έξι μερών του έργου φτάνει τη μιάμιση ώρα. Ο Μάντζαρος επιχείρησε και άλλες μελοποιήσεις, η 2η ημιτελής το 1837, η 3η το 1839-40, και στην 4η μελοποίηση, υπέβαλλε το έργο στον Βασιλιά Όθωνα, ευελπιστώντας να γίνει δεκτό ως «Εθνικός Ύμνος», το Δεκέμβριο του 1844. Το έργο -στίχοι και μελωδία- έγινε δεκτό ως «επιτυχής σύνθεσις» και ο Μάντζαρος τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος τον Ιούνιο του 1845. Ο Μάντζαρος το 1861 επιχείρησε και 5η μελοποίηση, μετά από ενδιαφέρον του Υπουργείου Στρατιωτικών, που επιθυμούσε να εξασφαλίσει εθνικά θούρια ως εμβατήρια. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ του οποίου ιδέα ήταν να καθιερωθεί ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν ως «Εθνικός», τον άκουσε από τη Φιλαρμονική της Κέρκυρας όταν το 1864, επισκέφθηκε την Κέρκυρα.]
  9. Νικόλαος Μάντζαρος και το εκκλησιαστικό του έργο, σελίδα 13.
  10. Νικόλαος Μάντζαρος και το εκκλησιαστικό του έργο, σελίδα 13.