Σπυρίδων Ξύνδας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Σπύρος Ξύνδας Έλληνας συνθέτης έντεχνου ελληνικού τραγουδιού, ένας από τους πρωτοπόρους και δημιουργούς της Α' Επτανησιακής Σχολής κλασικής μουσικής με σημαντική συμβολή στη νεοελληνική κλασική μουσική και στη μουσική παιδεία, κιθαρωδός και έξοχος βαρύτονος τραγουδιστής, γεννήθηκε στις 8 Ιουνίου 1812 ή σύμφωνα με άλλες πηγές το 1811 [1] ή το Φεβρουάριο του 1814 [2], στην Κέρκυρα και πέθανε στις 12/25 Νοεμβρίου 1896, σε οικία επί της οδού Προαστίου στην Αθήνα.

Αναφέρεται ότι προχώρησε στη σύναψη τριών γάμων από τους οποίους απέκτησε απογόνους, ενώ υπάρχει η υπόνοια ότι ο Σπύρος-Φιλίσκος Σαμάρας ήταν εξώγαμος γιος του.

Σπυρίδων Ξύνδας

Βιογραφία

Κατάγονταν από πλούσια κι επιφανή οικογένεια της Κέρκυρας. Άρχισε τις μουσικές του σπουδές σε ηλικία έντεκα ετών, με μαθήματα στη θεωρία της μουσικής, ενώ εκπαιδεύτηκε και ως κιθαρίστας, καθώς η δεξιοτεχνία του στην κιθάρα και το φιλόμουσο πάθος του, ήταν ξεκάθαρα από πολύ μικρή ηλικία.

Υπήρξε μαθητής και στη συνέχεια συνεργάτης του Νικόλαου Χαλκιόπουλου Μάντζαρου, του συνθέτη του Ελληνικού Εθνικού Ύμνου και το 1834 εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, όπου πραγματοποίησε μουσικές σπουδές στη Νάπολη κι επί τρία χρόνια μαθήτευσε δίπλα στον Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι διευθυντή του Βασιλικού Ωδείου, του οποίου ήταν ένας από τους τελευταίους μαθητές του, καθώς και στο Μιλάνο. Επιστρέφοντας στη Κέρκυρα, μετά τον θάνατο του Τσινγκαρέλι, παρακολούθησε μαθήματα αρμονίας με το Νικόλαο Μάντζαρο, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία που κράτησε για πάρα πολλά χρόνια. Ο Ξύνδας έτρεφε απεριόριστο σεβασμό στον Νικόλαο Μάντζαρο και το 1862, προς τιμήν του διδασκάλου του, την ημέρα του Αγίου Νικολάου, έγραψε την ακόλουθη ακροστιχίδα.
«Nome si caro e celere
In tutto il mondo suona
Coll’ armonia nell’ anima
Ogni espressione risuona
La terra, il ciel ripetono
Orfeo l’ inspira e Amor.
Ma d’ogni parte un giulilo
A scolto in guesto giorno,
Nunzio dal ciel adomo
Zelante messaggieri
Rendendoti immortale
Ogni mortale elogio, sta parte non val.»,
δηλαδή, «Όνομα τόσο αγαπητό και ένδοξο ηχεί σε όλο τον κόσμο, μετά δε της αρμονίας στη ψυχή αντηχεί κάθε έκφραση.Η γη και ο ουρανός το επαναλαμβάνουν και ο Ορφέας και ο Έρωτας το εμπνέει. Αλλά από παντού ακούς τη σήμερον χαρά. Ζηλωτής άγγελος εξ’ ουρανού καταθέτει επί της κεφαλής σου δάφνη, κάνοντας σε αθάνατο. Άρα κάθε θνητό εγκώμιο για σένα είναι τώρα περιττό». Ο Ξύνδας μαζί με τους, Εδουάρδο Λαμπελέτ, Λεωνίδα Αλβάνα και Δ. Αγαθίδη, ήταν οι παραστάτες στο φέρετρο του Μάντζαρου. Ο Ξύνδας υπήρξε επίσης πολύ στενός φίλος με τον Διονύσιο Σολωμό και ο σημαντικότερος μελοποιός των έργων του μετά τον Μάντζαρο.

Δίδαξε φωνητική και τραγούδι, από το 1841 έως το 1859, στο Κερκυραϊκό Ωδείο, και μαζί με τον Αντώνιο Λιμπεράλη και το Νικόλαο Μάντζαρο, ίδρυσαν στις 12 Σεπτεμβρίου 1840, τη «Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας». Ο Ξύνδας και ο Αντώνιος Λιμπεράλης ήταν οι μόνοι επαγγελματίες μουσικοί που συμμετείχαν, στην οποία δίδασκε θεωρητικά και εκκλησιαστική μουσική. Το 1884 μετείχε στην κριτική Επιτροπή Διαγωνισμού σύνθεσης που προκήρυξε η Φιλαρμονική. Ο πλέον επιφανής μαθητής του υπήρξε ο Σπύρος Σαμάρας, ενώ μεταξύ των φίλων του ήταν ο Γεράσιμος Μαρκοράς.

Ο Ξύνδας το 1856, έπαιξε στο «Ξενοδοχείο της Αγγλίας» στην Αθήνα, δικά του κομμάτια για κιθάρα προκαλώντας τον ενθουσιασμό. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα, έδωσε παράσταση με ακροατές το βασιλιά Όθωνα και την βασίλισσα Αμαλία, στους οποίους παρουσίασε τα πλέον δύσκολα κομμάτια κλασικής μουσικής. Ο Όθωνας την επομένη ημέρα έστειλε αποστολή στον Ξύνδα, να τον ρωτήσει, αν προτιμά παράσημο ή μια στηθοβελόνα από το στήθος της βασίλισσας και ο συνθέτης προτίμησε το δεύτερο. Συχνά περιόδευε στην Ελλάδα παίζοντας κιθάρα και το 1886 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια πριν το θάνατο του. Ο Ξύνδας ήταν εξαίρετος κιθαριστής κι έδωσε ρεσιτάλ στα μεγαλύτερα πνευματικά κέντρα του ελληνισμού, όπως στην Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, τη Σμύρνη και αλλού, καθώς και στην Ιταλία. Στη Σιένα πρωτόπαιξε την «Ισπανική υποχώρηση» του Ισπανού κιθαρίστα Χάιμε Μπος ενώπιον του βασιλιά της Ιταλίας και το δώρο του βασιλιά στον Ξύνδα ήταν μια κιθάρα.

Το τέλος του

Tα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε τυφλός από καταρράκτη. Στις 25 Φεβρουαρίου 1896 έδωσε ρεσιτάλ επαιτείας στην Εταιρία Φίλων του Λαού, μπροστά σε κενά καθίσματα. Εμφανίστηκε στη σκηνή υποβασταζόμενος από δύο συνεργάτες του και στο τέλος του ρεσιτάλ του ξέσπασε σε λυγμούς και αποχαιρέτησε τραγουδώντας τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο. Πέθανε σε απόλυτη ένδεια και κηδεύτηκε με έρανο.

Εργογραφία

Ο Ξύνδας περιγράφεται ως «...κιθαρωδὸς ἔξοχος ... οἰκεῖος πρὸς πάντα τὰ ὄργανα, ἄριστος ἅμα εἰς τὴν ἐνοργάνωσιν καὶ διδασκαλίαν τῆς φωνητικῆς μουσικῆς..» [3]. Ως κιθαρίστας έδωσε με επιτυχία αρκετά ατομικά ρεσιτάλ εντός και εκτός Ελλάδας. Ως συνθέτης ασχολήθηκε κυρίως με το μελόδραμα. Συνέθεσε σκηνικά έργα και τραγούδια, με εμφανείς τις επιρροές από τη μελωδικότητα του ιταλικού μελοδράματος της εποχής του. Έγραψε έργα για κιθάρα, τραγούδια, καντάδες, όπερες σε ιταλικά και ελληνικά λιμπρέτα και άλλα, ενώ ασχολήθηκε και με τη φωνητική μουσική. Προωθούσε την ελληνόγλωσση μελοποιΐα και τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1840 συνέθετε ελληνόγλωσσες άριες για τους Ιταλούς τραγουδιστές του San Giacomo.

Η όπερα του

  • «Ο υποψήφιος Βουλευτής», που παραστάθηκε το 1867 στο θέατρο «San Giacomo» της Κέρκυρας κι είναι η μόνη από τις όπερες του που υπάρχει ως τις μέρες μας και η πρώτη όπερα που γράφτηκε σε ελληνικό λιμπρέτο, λόγος για τον οποίο ο Ξύνδας θεωρείται ο Πρωτεργάτης της Ελληνικής όπερας.

Είναι διανθισμένη με φολκλορικά στοιχεία από την επτανησιακή παράδοση, στην οποία κυριαρχεί η έντονη κοινωνική κριτική, είναι το πρώτο μελόδραμα που γράφτηκε από Έλληνα συνθέτη σε ελληνικό λιμπρέτο, το κείμενο του οποίου είχε γράψει ο Ιωάννης Ρινόπουλος με συνεισφορές από τον Νικόλαο Μακρή και τον Ξύνδα. Η υπόθεση της εκτυλίσσεται στο εξωαστικό περιβάλλον της Κέρκυρας το 1857 και θίγει τα προβλήματα του αγροτικού πληθυσμού, καθώς και την ανεντιμότητα των πολιτικών, τόσο στην περίοδο της βρετανικής κατοχής αλλά και μετά από αυτή. Το έργο παραστάθηκε στις 12 Μαρτίου 1888 στο Θέατρο του «Μπούκουρα» στην Αθήνα, με αρχιμουσικό τον Ναπολέοντα Λαμπελέτ και πρωταγωνιστές τους, Ιωάννη Αποστόλου, Βασίλη Λαλαούνη, Χρήστο Στρουμπούλη και την Αικατερίνη Μποταρέλι. Στο διάλειμμα ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο μέρος της όπερας ο Ξύνδας, έπαιξε ένα έργο για σόλο κιθάρα. Η δεύτερη παρουσίαση έγινε στο θέατρο του θεατρικού επιχειρηματία Αναστασίου Τσόχα, στις 15 Απριλίου 1888, στον Πειραιά. Πολλά από τα έργα του χάθηκαν στο βομβαρδισμό της Κέρκυρας κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όπερες

  • «Anna Winter», στις 8 Φεβρουαρίου 1855 σε λιμπρέτο του Σπυρίδωνος Κάλλου, βασισμένη στο έργο «Οι Τρεις Σωματοφύλακες» του Αλέξανδρου Δουμά πατέρα, κι είναι η πρώτη οπερατική διασκευή στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο, που γίνεται χρήση ενός έργου του Δουμά,
  • «Ο Κόμης Τζουλιάνο», [«Il Conte Giuliano»], το 1857, σε ποίηση του Γεράσιμου Μαρκορά, έργο γραμμένο για τους Ιταλούς τραγουδιστές του κερκυραϊκού θεάτρου και αφιερωμένο στο Μάντζαρο.
  • «Ο υποψήφιος Βουλευτής», το 1867,
  • «Ο νεόγαμπρος», το 1877,
  • «I due pretendenti», το 1878,
  • «Galatea», το 1895, ημιτελής.

Τραγούδια

Έγραψε πολλά τραγούδια, μεταξύ τους τα

  • «Νάνι-νάνι», σε ποίηση του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη,
  • «Η Αθλία ψυχή καθημένη», [μίμηση του τραγουδιού της Δυσδαιμόνας, του Διονυσίου Σολωμού.]
  • «Το φιλί»,
  • «Σαν τη σπίθα»,
  • «Το όνειρο», σε στίχους του Αχιλλέα Παράσχου,
  • «Ο πατρικός τάφος» [«Προς τον Κύριον Δε Ρώσση»],
  • «Αυγούλα» [4],
  • «Η ξανθούλα»,
  • «12 Άσματα Ελληνικά», για μία, δύο και τρεις φωνές με πιάνο, αφιερωμένα στον Όθωνα. Βρίσκονται στην «Musikhandschriften der Bayerischen Staatsbibliothek» στο Μόναχο.
  • «Του πατέρα σου όταν έλθεις».

Μελοποιημένοι στίχοι ποιήματος του Νικολάου Δηλεού, που δημοσιεύθηκε με αφορμή την άφιξη της Αυτοκράτειρας Ελισσάβετ, στις 27 Ιουνίου 1861, στην Κέρκυρα. Ο Ξύνδας έστειλε τη σύνθεση του στην αυτοκράτειρα, η οποία ευχαρίστησε με επιστολή της.

  • «Στα χόρτα καθισμένος»,
  • «Πόσαις ημέραις θλιβεραίς»,
  • «Των αδυνάτων είναι» [5],
  • «Αν και δακρύζω»,
  • «Μετρώ σχεδόν τρεις χρόνους»,
  • «Σαν τη σπίθα κρυμμένη στη στάχτη»,
  • «Στην έρημο πεδιάδα»,
  • «Η χήρα»,
  • «Στη Μακεδονία»,
  • «Για δες τι ωραίο φεγγάρι»,
  • «Σαν ρόδο που βγαίνει»,
  • «Τάφε σκληρέ που κρύφτεις»,
  • «Τραγουδήστε ωραία μου πουλάκια»,
  • «Σε περιβόλι μπαίνω μια σχόλη» [6].

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. Σπυρίδων Ξύνδας Περιοδικό Ημερολόγιον «Σκόκου», Τόμος 13, 1898, Γ. Β. Τσοκόπουλος.
  2. [Περιοδικό «Ποικίλη Στοά», τεύχος 30, σελίδα 465, Ιωάννης Αρσένης.
  3. [Εφημερίδα «Εστία», 24 Φεβρουαρίου 1896]
  4. «Η Αυγούλα»
  5. «Των αδυνάτων είναι»
  6. «Σε περιβόλι μπαίνω μια σχόλη»