Σπύρος Ζαγοραίος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Σπύρος Ζαγοραίος, Έλληνας εθνικιστής ρεμπέτης και λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός και οργανοπαίκτης, γεννήθηκε στις 23 Ιουνίου 1928 στη συνοικία Άγιος Αρτέμιος, [Γούβα], στην περιοχή του Παγκρατίου και πέθανε [1] το απόγευμα της Δευτέρας 20ης Οκτωβρίου 2014, στο σπίτι του στην οδό Παπαναστασίου, στο Αιγάλεω Αττικής. Η κηδεία του έγινε στις 16:30' το απόγευμα της Τετάρτης 22 Οκτωβρίου 2014, στο Γ' Νεκροταφείο στην Νίκαια Πειραιά.

Ήταν παντρεμένος με τη Ζωή Μοσχονησιώτη-Ζαγοραίου [2], και το 1949 είχαν αποκτήσει ένα γιο, το Γιώργο, που πέθανε το 2009 από καρκίνο, κι έναν εγγονό, το Σπύρο.

Σπύρος Ζαγοραίος
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 23 Ιουνίου 1928
Τόπος: Άγιος Αρτέμιος [Γούβα], Παγκράτι,
Αθήναι (Ελλάδα)
Θάνατος: 20ης Οκτωβρίου 2014
Τόπος: Αιγάλεω, Αττική (Ελλάδα)
Σύζυγος: Ζωή Μοσχονησιώτη
Τέκνα: Γεώργιος
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Καλλιτέχνης, συνθέτης
στιχουργός

Βιογραφία

Ο Ζαγοραίος κατάγονταν από οικογένεια ερασιτεχνών μουσικών και κιθαρωδών. Ο πατέρας του, που εργάζονταν στο Αγγλικό Ναυτικό κι ήθελε τον κάνει μηχανικό τον γιο του, ήταν καλλίφωνος τραγουδιστής καντάδων. Η οικογένεια της μητέρας του κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη.

Παιδική ηλικία=

Στο Σπύρο Ζαγοραίο άρεσε η μουσική και είχε πάθος με τα μουσικά όργανα, τα οποία τον μάγευαν, ενώ αν και είχε ζήλο για το σχολείο και τα γράμματα, δεν κατάφερε να μορφωθεί ιδιαίτερα. Στη διάρκεια της κατοχής μάζευε χόρτα, για ν' αντιμετωπίσει την πείνα, καθώς και ξύλα που εξασφάλιζαν τις ενεργειακές και τις ανάγκες θερμάνσεως της οικογένειας. Σε ηλικία 15 ετών έχασε το ένα του χέρι, σε ατύχημα, όταν έσκασε μια χειροβομβίδα, τη στιγμή που την περιεργάζονταν, που είχε βρει στην περιοχή «Κοντοπήγαδο» κοντά στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, και τη μετέφερε στο σπίτι του [3]. Με τη βοήθεια δύο Γερμανών στρατιωτικών γιατρών, μεταφέρθηκε στο Γενικό Κρατικό νοσοκομείο όπου παρέμεινε για νοσηλεία και αποθεραπεία, ενώ του πρόσθεσαν τεχνητό μέλος που αντικατέστησε το αριστερό του χέρι.

Ενασχόληση με το τραγούδι

Παρά το σοβαρό τραυματισμό που του στοίχισε τον ακρωτηριασμό του, ασχολήθηκε με το τραγούδι και το 1952, ξεκίνησε την καριέρα του τραγουδώντας καντάδες αρχικά στη συνοικία της Πλάκας στην Αθήνα και στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη κι αμέσως ξεχώρισε για την ποιότητα και το μέταλλο της φωνής του. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 άρχισε να τον συνοδεύει στο τραγούδι η σύζυγος του Ζωή, και οι δύο τους αποτέλεσαν ένα από τα πλέον δημοφιλή ντουέτα στο χώρο του λαϊκού τραγουδιού. Μαζί πραγματοποίησαν πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και σε χώρες του εξωτερικού που ζουν Έλληνες. Λίγο πριν τα μισά της δεκαετίας του '70 ο Ζαγοραίος, εγκατέλειψε την εταιρεία Odeon–Parlophone, τη μετέπειτα Minos, και μετεγγράφηκε στη Panivar του Παύλου Βαρδουλάκη. Ο Ζαγοραίος ήταν καλλιτεχνικά ενεργός, σχεδόν ως και τα τελευταία σχεδόν χρόνια της ζωής του και στο Αιγάλεω Αττικής όπου διέμενε, είχε δημιουργήσει στο ισόγειο του σπιτιού του στη συμβολή των οδών Παπαναστασίου και Ρήγα Φερραίου και λειτουργούσε ως επιχειρηματίας το λαϊκό κέντρο «Εντελαμαγκέν».

Ο Ζαγοραίος κατοικούσε σε ιδιόκτητο σπίτι επί της οδού Παπαναστασίου στο Αιγάλεω, κάτω από το οποίο βρίσκεται το κέντρο «Εντελαμαγκέν». Το 2009 πέθανε ο γιος του σε ηλικία σαράντα εννέα ετών από καρκίνο, γεγονός που επιβάρυνε την κατάσταση της υγείας του, η οποία δεν ήταν καλή, καθώς έπασχε από τη νόσο Πάρκινσον. Τα έσοδα του ήταν η σύνταξη του και το ενοίκιο από το κατάστημα που είχε λειτουργήσει ως επιχειρηματίας. Η ασθένεια του τον είχε περιορίσει και ήταν αναγκασμένος να είναι κλεισμένος στο σπίτι, ενώ υπέφερε από έντονους και συχνούς ιλίγγους. Σταδιακά αδυνατούσε να σηκωθεί και το κατάφερνε μόνο με τη βοήθεια μιας κοπέλας που τον φρόντιζε. Διατήρησε ως το τέλος τη διαύγεια του, διάβαζε εφημερίδες και παρακολουθούσε τα δελτία ειδήσεων από τους τηλεοπτικούς σταθμούς.

Ιδεολογικές απόψεις

Σε νεαρή ηλικία ο Σπύρος εντάχθηκε στην «Εθνική Οργάνωση Νεολαίας» [«Ε.Ο.Ν.»], την οποία συγκρότησε το καθεστώς της «4ης Αυγούστου» του Ιωάννη Μεταξά και ως το τέλος της ζωής του δήλωνε ότι ήταν υπερήφανος και θεωρούσε ιδιαίτερη τιμή που υπήρξε μέλος της. Πίστευε Εθνικό ηγέτη τον Ιωάννη Μεταξά και εκτιμούσε ότι οι πολιτικοί της εποχής είχαν κρυφτεί αδύναμοι ν' αντιμετωπίσουν τις ευθύνες του «ΟΧΙ» το οποίο είπε ο Μεταξάς. Παράλληλα διατυμπάνιζε ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη έναν ηγέτη της αξίας, των ικανοτήτων και της εμβέλειας του Μεταξά, προκειμένου να ορθοποδήσει.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων [4] της εποχής, τον Αύγουστο του 1962, ο Ζαγοραίος δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον τραγουδιστή Μανώλη Αγγελόπουλο, που θίχθηκε από κάποιο κομπλιμέντο που έκανε η τραγουδίστρια Κληματιανού στον Ζαγοραίο. Τότε ο Αγγελόπουλος άρχισε να πυροβολεί στον αέρα μέσα στο νυχτερινό κέντρο όπου εμφανίζονταν κάνοντας χρήση του περιστρόφου του, όμως η επέμβαση των ψυχραιμότερων αποσόβησε τα χειρότερα. Τα ξημερώματα οι τρεις τραγουδιστές επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο του Ζαγοραίου με κατεύθυνση την Αγία Βαρβάρα αλλά όταν έφτασαν στο σπίτι του Αγγελόπουλου ο τραγουδιστής κατέβηκε και άρχισε ξανά να πυροβολεί. Ο Ζαγοραίος πρόλαβε να απομακρυνθεί εγκαίρως, ενώ ο Αγγελόπουλος αναζήτησε καταφύγιο στο σπίτι μιας φίλης του όπου συνελήφθη από την Αστυνομία με την κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση, της παράνομης οπλοχρησίας και οπλοφορίας. Ενώπιον του εισαγγελέα δύο μέρες αργότερα ισχυρίστηκε ότι πυροβόλησε χάριν γούστου. Ο δικαστικός λειτουργός του απάντησε με σωφρονιστική και ελαφρώς απαξιωτική διάθεση: «Αυτά θα συνέβαιναν μεταξύ σας, εδώ όμως, όπως βλέπεις δεν έχουμε να κάνουμε με τσιγγάνους. Οι χριστιανοί συντραγουδισταί σου δεν έχουν συνηθίσει σε τέτοιου είδους αστεία και πολύ φυσικό να καταγγείλουν ότι ηθέλησες να τους εξαποστείλης εις τον άλλον κόσμο, διότι εκ της φιλοφρονήσεως εθεώρησες τον εαυτό σου θιγέντα επαγγελματικώς».

Ο Ζαγοραίος δήλωνε ότι δεν ασχολήθηκε ποτέ με την πολιτική και τα κόμματα, ότι δεν υπήρξε οπαδός του Γεωργίου Παπαδόπουλου και της «21ης Απριλίου». Επίσης ότι επί της ηγεσίας του Γεωργίου Παπαδόπουλου δεν αντιμετώπισε προβλήματα. Θεωρούσε όμως πως πριν την επικράτηση της επαναστάσεως του 1967 είχε διαμορφωθεί έκρυθμο κλίμα με ευθύνη των πολιτικών που βρίσκονταν σε συνεχείς, άγονες και ιδιοτελείς αντιπαραθέσεις κι ότι η χώρα όδευε προς το χάος και η πολιτική ανωμαλία ήταν καθημερινότητα. Παράλληλα, ανέφερε ότι μετά την επικράτηση του Παπαδόπουλου οι Έλληνες έζησαν πολύ καλά, ενώ με τη μεταπολίτευση και τα χρόνια που ακολούθησαν η κατάσταση έγινε εκ νέου δραματική. Στην τελευταία συνέντευξη της ζωής του το 2014, λίγο καιρό πριν το θάνατο του, δήλωσε:

«....Αυτοί όμως που κυβερνάνε από το 1974 μέχρι σήμερα, είναι ότι χειρότερο έχουμε γνωρίσει από ιδρύσεως του Ελληνικού κράτους. Μας κατέστρεψαν. Δεν αγαπάνε την Ελλάδα μας. Τους ενδιαφέρει μόνο το χρήμα, η καρέκλα και η εξουσία. Ο λαός πεινάει και αυτοκτονεί και οι πολιτικοί θησαυρίζουνε. Τέτοια καταστροφή δεν εγνώρισε η Ελλάδα ούτε επί τουρκοκρατίας. Έχουνε ξεπουλήσει τα πάντα. Ο γέρο Καραμανλής μας άνοιξε τον τάφο και ο Ανδρέας μας έβαλε μέσα. Οι σημερινοί είναι άχρηστοι..» [5].

Εργογραφία

Το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε ο Ζαγοραίος ήταν το «Κουρμπέτι» του Βασίλη Τσιτσάνη, που ηχογραφήθηκε το 1952. Συμμετείχε σε κινηματογραφικές ταινίες του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου και το 2004, στις τηλεοπτικές εκπομπές «Κοίτα τι έκανες» στον τηλεοπτικό σταθμό «Alpha» και «Στην υγειά μας» στη «Νέα Ελληνική Τηλεόραση», σχετικές με τη ζωή και το έργο του. Συνεργάστηκε με τα σπουδαιότερα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας, όπως με τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Μανώλη Χιώτη, τον Βαγγέλη Περπινιάδη, τη Σωτηρία Μπέλλου, τη Μαίρη Λίντα, την Πόλυ Πάνου αλλά και την Καίτη Γκρέυ στην οποία έτρεφε ιδιαίτερη αδυναμία. Πραγματοποίησε πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και σε χώρες του εξωτερικού που ζουν Έλληνες, ενώ έχει γράψει πολλά τραγούδια και ο ίδιος είτε ως συνθέτης είτε ως στιχουργός. Ερμήνευσε εκατοντάδες τραγούδια πολλά από τα οποία έγιναν διαχρονικές και μεγάλες επιτυχίες. Ανάμεσα τους περιλαμβάνονται τα:

  • «Προσευχή», που ήταν το δικό του αγαπημένο τραγούδι,
  • «Ε ντε λα μαγκέν»,
  • «Άναψε το τσιγάρο»,
  • «Προσευχή»,
  • «Μες της πόλης το χαμάμ»,
  • «Στης Λαρίσης το ποτάμι»,
  • «Τρελοκόριτσο».

Δισκογραφία

Ο Ζαγοραίος κυκλοφόρησε τους δίσκους και CD,

  • «Χρόνια Στον Περαία» το 1971,
  • «Λίγα χρόνια πίσω» το 1973,
  • «Εκεί που μένουν οι νεκροί» το 1975,
  • «Αλανιάρικα» το 1976,
  • «Αγωνίες» το 1976,
  • «Ο Χρυσός δίσκος» το 1978,
  • «Εγώ δεν είμαι αλήτης Νο 8» το 1979,
  • «Η τελευταία μου ζαριά» το 1982,
  • «Τα χασικλίδικα» το 1983,
  • «Η Χρυσή εποχή 13» το 1985,
  • «Ο Πρώτος» το 1985,
  • «Τα Ζαγοραίϊκα» το 1986,
  • «Τα Δώρα» το 1987,
  • «Live στη Σαλονίκη» το 1992,
  • «Η κούκλα» το 1992,
  • «12 Λαϊκά» το 1994,
  • «Η γλώσσα της μαγκιάς 1» το 1994,
  • «Μπουρλότα» το 1994,
  • «Από τους θησαυρούς των 45 στροφών» το 1995,
  • «Πλατεία Ψυρρή» το 1995,
  • «Τραγούδια Από Τις 45 Στροφές» το 1996,
  • «Τα χύμα» το 1998,
  • «Της φυλακής» το 1999,
  • «Από τις 45 Στροφές Νο 3» το 2000,
  • «Σπύρος Ζαγοραίος~Βαγγέλης Περπινιάδης-Καναβουριές» το 2000,
  • «Η Ιστορία του Ρεμπέτικου» το 2001,
  • «Ζήτω η αλητεία» το 2002,
  • «Η γλώσσα της μαγκιάς 2» το 2002,
  • «Μια αμαρτία μου παλιά απόψε ξαναγύρισε» το 2003,
  • «Τα κόκκινα Φανάρια» το 2003,
  • «Τα καλύτερα μου τραγούδια» το 2004,
  • «E de la magen» το 2005,
  • «Αγαπημένες φωνές» το 2006.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Έφυγε από τη ζωή ο Σπύρος Ζαγοραίος Εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», 21 Οκτωβρίου 2014.]
  2. [Η Ζωή Μοσχονησιώτη-Ζαγοραίου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από γονείς μικρασιατικής καταγωγής. Το 1957 σε ηλικία 27 ετών γνώρισε τον Σπύρο Ζαγοραίο. Ερωτεύθηκαν, όμως οι γονείς της δεν ενέκριναν τον γάμο τους λόγω της σωματικής αναπηρίας του Ζαγοαραίου. Αποτέλεσμα ήταν να κλεφτούν και να εγκατασταθούν στην Αγία Βαρβάρα, όπου εκεί ο Ζαγοραίος εργαζόταν ως φωτογράφος και παράλληλα τραγουδούσε. Η Ζωή πέθανε στις 19 Απριλίου 2015 και κηδεύτηκε την επόμενη μέρα στο Γ' Νεκροταφείο Αθηνών στο πλάι του συζύγου της.] Πέθανε η σύζυγος του Σπύρου Ζαγοραίου.
  3. [Όπως είχε δηλώσει ο Ζαγοραίος σε συνέντευξή του, αρχικά είχε νομίσει ότι η χειροβομβίδα που είχε βρει πεσμένη στα χωράφια και είχε μεταφέρει στο σπίτι του ήταν μελανοδοχείο. «Το έβαλα στην τσάντα, το πήρα στο σπίτι. Και του δίνω μια με το σκεπάρνι. Και έσκασε και μου 'φαγε τα χέρια». Εφημερίδα «Δημοκρατία», 22 Οκτωβρίου 2014.]
  4. [Εφημερίδα «Ακρόπολις», φύλλο 22ας Αυγούστου 1962.]
  5. [«Το τραγούδι μου έδινε ζωή και δύναμη» Η τελευταία συνέντευξη του Σπύρου Ζαγοραίου Νίκος Θεοδώρου, Εφημερίδα «Μάχη» Λευκωσίας, 10 Νοεμβρίου 2014.]