Αντώνιος Κεραμόπουλλος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Αντώνης Κεραμόπουλλος, [άλλη γραφή: Κεραμόπουλος] που το πραγματικό του όνομα ήταν Αντώνιος Κεραμάρης, Έλληνας εθνικιστής, εθνικός αγωνιστής, φιλόλογος, αρχαιολόγος που υπηρέτησε ως νομισματογνώμων, Ομότιμος Πανεπιστημιακός καθηγητής στην έδρα του Δημοσίου και Ιδιωτικού Βίου των αρχαίων Ελλήνων στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας, ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και Πρόεδρος της το 1938, γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου 1870 στην ορεινή κωμόπολη Μπλάτσι, το σημερινό χωριό Βλάστη στο Νομό Κοζάνης και πέθανε [1] στις 13 Μαΐου 1960 στην Αθήνα. Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη στις 17:00' το απόγευμα του Σαββάτου 14 Μαΐου στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Καρύτση [2] στην Αθήνα όπου εκφώνησε επικήδειο λόγο, εκ μέρους της Ακαδημίας Αθηνών, ο αρχαιολόγος Αναστάσιος Ορλάνδος. Ύστερα από δική του επιθυμία ο Κεραμόπουλλος τάφηκε στη Θήβα Βοιωτίας όπου είχε αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος του επιστημονικού του βίου.

Ο Κεραμόπουλλος ήταν έγγαμος κι είχε γιο τον ιατρό, Γυναικολόγο-μαιευτήρα, Δημήτριο Κεραμόπουλο, ενώ εγγονός του είναι ο ιατρός-ογκολόγος Αντώνιος Δημ. Κεραμόπουλος.

Αντώνης Κεραμόπουλλος

Βιογραφία

Πατέρας του Αντώνη ήταν ο ευκατάστατος αστός Δημήτριος Κεραμάρης. Ο Αντώνης παρακολούθησε τα μαθήματα της εγκυκλίου παιδείας στο δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο στην Καμάρα της Θεσσαλονίκης. Το 1888 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σπούδασε ως υπότροφος του κληροδοτήματος του εκ Βλάστης βαρώνου της Αυστρίας Κωνσταντίνου Μπέλλιου, και αποφοίτησε με Άριστα. Το 1894 βραβεύτηκε από το Ράλλειο κληροδότημα και στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη Βιέννη, Λονδίνο, Παρίσι και στο Μόναχο όπου πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάσθηκε επί πέντε χρόνια, ως Ελληνοδιδάσκαλος στο Αλιβέρι, Σχολάρχης στα Φάρσαλα και τη Μεσσηνία και καθηγητής στο Γυμνάσιο της Άμφισσας.

Επαγγελματική δράση

Το 1903 εισήλθε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και υπηρέτησε ως βοηθός νομισματογνώμων στο Εθνικό Νομισματικό Μουσείο και από το 1904, μετά από διαγωνισμό, εισήλθε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία ως έφορος αρχαιοτήτων με ειδικότητα τα αρχαία νομίσματα και το 1914 στην αρχαιολογική εφορεία Φωκίδος. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε έφορος αρχαιοτήτων, Βοιωτίας, Κυκλάδων, υπήρξε ιδρυτής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δελφών και διαμορφωτής του συνόλου της Υπηρεσίας, στο επιγραφικό μουσείο Αθηνών, στην Ακρόπολη και την Αττική, έφορος αρχαιοτήτων Αργολίδος, καθηγητής τής ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Καλών Τεχνών, το 1919-21 καθηγητής της τότε νεοσυσταθείσης υπό της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών Αρχαιολογικής Σχολής. Το 1924 εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στην έδρα του Δημοσίου και Ιδιωτικού Βίου των αρχαίων Ελλήνων στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, από την οποία αποχώρησε το 1938 λόγω συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών [3] από το 1926 καθώς και μέλος ξένων ακαδημιών, αρχαιολογικών ινστιτούτων και επιστημονικών εταιρειών αλλά και Πρόεδρος σε πολλά επιστημονικά συνέδρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Στις 14 Μαρτίου 1927 το Κέντρο Ερεύνης των Νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων [Ι.Λ.Ν.Ε.], υπήχθη και τυπικά στη δικαιοδοσία της Ακαδημίας Αθηνών, όπου ανήκε [4]. Η Διοίκηση του Κέντρου ασκείται από την Εφορευτική Επιτροπή, την οποία αποτελούν Ακαδημαϊκοί και στην πρώτη Εφορευτική συμμετέχουν οι Κεραμόπουλλος, Γεώργιος Ν. Χατζιδάκις, Δημήτριος Καμπούρογλου, Σωκράτης Κουγέας και Κωνσταντίνος Δυοβουνιώτης. Το 1938 ο Κεραμόπουλλος εκλέχθηκε και για ένα χρόνο διατέλεσε Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών [5]. Το 1941 του ανατέθηκε η Διεύθυνση Αρχαιοτήτων στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και από την θέση αυτή χειρίστηκε με αποφασιστικότητα τα ποικίλα θέματα προστασίας των αρχαιοτήτων και συνέβαλε καθοριστικά στην επιστροφή πολλών αρχαίων αντικειμένων απαχθέντων από τον κατακτητή. Το 1945 πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Εθνικής Ενώσεως Βορείων Ελλήνων, η οποία προσέφερε πολλά στην ενημέρωση της Ελληνικής και διεθνούς κοινής γνώμης για τα εθνικά θέματα και τον επόμενο χρόνο διετέλεσε σύμβουλος της Εθνικής Αντιπροσωπείας στο Διεθνές Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι. Το 1950, ήταν υποψήφιος βουλευτής στο νομό Κοζάνης με το Εθνικό Ενωτικό Κόμμα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.

Ως αρχαιολόγος συμμετείχε σε πολλές ανασκαφές όπως στην αρχαία Σαλαμίνα [6] το 1918, όπου αποκαλύφθηκαν μέρος του τείχους της πόλεως με πέντε πύλες, βάθρα αναθημάτων και θραύσματα αναθηματικών αγγείων, στη Θήβα Βοιωτίας [7], το 1932 ανακάλυψε τον λιμναίο οικισμό στο Δισπηλιό της Καστοριάς, εντελώς τυχαία αφού είχε πέσει η στάθμη της λίμνης και διέκρινε υπολείμματα πασσάλων [8], και με νέα έρευνα το 1940 επιβεβαίωσε την ακριβή του θέση, στη Φλώρινα [9] το 1933, στο Ζάκρο και αλλού.

Συγγραφικό έργο [10]

Ο Αντώνιος Κεραμόπουλλος συνέγραψε και δημοσίευσε περισσότερες από 160 μελέτες, μεταξύ τους πολλές για την Μακεδονία και τους Βόρειους γείτονες της Ελλάδος. Πολλές από τις μελέτες του έχουν δημοσιευτεί σε ξένα αρχαιολογικά και φιλολογικά περιοδικά. Έγραψε ακόμη επιστημονικές μελέτες σχετικές με την επιγραφική, που ήταν η κύρια ειδικότητά του, αλλά και με πολλούς ακόμη τομείς της επιστήμης, όπως η γλυπτική, η νομισματική, η αρχιτεκτονική και η τοπογραφία. Σημαντικές είναι οι μελέτες του για τη Βοιωτία και τους Δελφούς, για τους οποίους το 1908 έγραψε τον πρώτο αρχαιολογικό οδηγό στην ελληνική γλώσσα. Σταδιακά μετατόπισε το βάρος των ενδιαφερόντων του στη Μακεδονία, όπου με σειρά δημοσιευμάτων αρχαιολογικού, ιστορικού και εθνολογικού ενδιαφέροντος προσπάθησε να καταδείξει την ιστορική της ταυτότητα.

Συγκέντρωσε και εξέδωσε σε τόμο υπό τον τίτλο

  • «Θηβαϊκά» πού δημοσιεύθηκε ολόκληρο στον Γ' τόμο (το 1917) του περιοδικού «Αρχαιολογικό Δελτίο».

Το έργο περιλαμβάνει τις επιμέρους μελέτες για τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις του στην περιοχή της Θήβας, όπου ο Κεραμόπουλος απεκάλυψε το ανάκτορο του Κάδμου και το ναό του Ισμηνίου Απόλλωνος. Το βιβλίο βράβευσαν το 1921 η Ακαδημία των Παρισίων και η Association pour l' Encouragement des Etudes Grecques.

Ακολούθησαν τα έργα:

  • «Ο αποτυμπανισμός. Συμβολή αρχαιολογική εις την ιστορίαν του ποινικού δικαίου και την λαογραφίαν», Αθήναι 1923, μελέτη ορόσημο στην ελληνική αρχαιολογική βιβλιογραφία.
  • «Η εθνική μας μουσική και οι χοροί», («Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος»), το 1925,
  • «Μακεδονία και Μακεδόνες» το 1930,
  • «Ορεστικόν Άργος-Διοκλητιανούπολις-Καστορία» («Βυζαντινά και Νεοελληνικά Χρονικά»), Αθήνα το 1932,
  • «Ανασκαφαί και έρευναι εν τη Άνω Μακεδονία», «Αρχαιολογική Εφημερίς» 1932 σελίδες 48η-133η,
  • «Οι βάρβαροι Μακεδόνες του Δημοσθένους», «Επιτροπή εκδόσεων καταλοίπων Σπυρίδωνος Λάμπρου» το 1935,
  • «Οδηγός των Δελφών» το 1935,
  • «Οι βόρειοι Έλληνες και το Εικοσιένα», Αθήνα 1938,
  • «Έρευναι εν Δυτική Μακεδονία», Αθήνα 1939,
  • «Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι» [11] το 1939, μοναδική επιστημονική μελέτη της προπολεμικής περιόδου με πλούσια βιβλιογραφία και ιστορικές πηγές, με την οποία κατέληξε στην διαπίστωση ότι οι Βλάχοι είναι Ελληνικοί εκλατινισμένοι πληθυσμοί των περιοχών όπου απαντώνται, δηλαδή ότι είναι απόγονοι των Μακεδόνων που υπηρετούσαν στον ρωμαϊκό στρατό.
  • «Οι Έλληνες και οι βόρειοι γείτονες» το 1942, «Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων»,
  • «Σμυρνιάδης Βίων», Εκδόσεις «Αγγ. Αθ. Κεισιούνης», το 1945,
  • «Η Αίγυπτος και οι Βλάχοι» το 1952,
  • «Ο Στράβων και οι Βλάχοι της Πίνδου»,
  • «Ο Στράβων, οι Περραιβοί και οι Βλάχοι»,
  • «Σχολεία της Τουρκοκρατούμενης Καστοριάς», Αθήνα 1953,
  • «Επίτομος ιστορία του Φιλίππου».

Εθνικές απόψεις

Ο Αντώνης Κεραμόπουλος δεν ήταν οπαδός του «ήπιου κλίματος» και της «έντιμου στάσεως» στα εθνικά θέματα. Γράφει για τον εαυτό του:

«...Γνωρίζει ότι η ειλικρίνειά του θα διαβληθή και θα συκοφαντηθή υπό ανδρών υποκριτών, προσποιουμένων, ότι η ψυχή των έμεινεν αδιατάρακτος από την παγκόσμια θύελλαν και ισχυριζομένων, ότι εργασία δεν πρέπει να εκτιμηθή κατά την εσωτερικήν της αξίαν, αλλά κατά τας εξωτερικάς περιστάσεις, αίτινες έδωκαν αφορμήν ή ενδεχομένως εξυπηρετούνται δι’ αυτής. ..{..}.. Τους αλαζόνας τούτους κριτάς τους εγνωρίσαμεν κατά τας προσφάτους ημέρας της ευτυχίας των και φυσικόν είναι να τους επανίδωμεν και υπό την μορφήν του διαβολέως και γλυκολόγου ραδιούργου. Ο συγγραφεύς όμως δεν απελπίζεται, ούτε τρομάζει προ των τοιούτων κριτών.» [12]. 

Ο Κεραμόπουλος

«...χρησιμοποίησε το περιεχόμενο τής επιστημονικής και ερευνητικής του φαρέτρας και για να αποκρούσει τις πιο ασύστολες συκοφαντικές επιβουλές από τους εχθρούς του Νεώτερου Ελληνικού Έθνους περισσότερο σε βάρος της Βόρειας Ελλάδος. Η τόξευση του αυτή δεν ήταν μονάχα αμυντική, αλλά και επιθετική....». [13]. 

Υπήρξε ξεκάθαρος Μακεδονομάχος και θεωρούσε την Μακεδονία

«...ασπίδα και προμαχώνα όλης της Ελλάδος, ως φρουρόν των πυλών ολοκλήρου της Πατρίδος» και δίδαξε την σημασία της Μακεδονίας για την Ελλάδα αλλά και για «...την εξέλιξιν του πολιτισμού». Σημαντική απήχηση είχε η ετυμολογία που πρότεινε για το εθνικό όνομα Βούλγαρος, το οποίο συσχέτισε με τους Βουργαρίους, δηλαδή τους συνοριακούς φρουρούς της ρωμαϊκής εποχής.

Το 1944, αμέσως μετά την λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την απελευθέρωση της Ελλάδος σε υπόμνημα του υπό τον τίτλο «Εξομολόγησις απροκάλυπτος», το οποίο συνέταξε για την Κεντρική Επιτροπή Ελληνικών Δικαίων, γράφει, μεταξύ άλλων:

«Οι Έλληνες, είτε νικηταί ήσαν μέχρι τούδε είτε ηττημένοι, ουδένα των γειτόνων ηδίκησαν. Όλως τουναντίον, ούτοι ηυξήθησαν εις βάρος των Ελλήνων και οι Αλβανοί οίτινες είναι παλαιοί κάτοικοι τής χερσονήσου ημών, και οι άλλοι οίτινες είναι επήλυδες και ήλθον ο εις μετά τον άλλον. Πάντες κατέλαβον χώρας ελληνικάς, επίεσαν και αφωμοίωσαν πληθυσμούς ελληνικούς και εμόρφωσαν αυτούς μάλλον ή ήττον ως εχθρούς τής Ελλάδος. ..{..}.. Οι λαοί τής Βαλκανικής συνετράφησαν ώς άδελφοί μετά των Ελλήνων υπό την τουρκικήν δουλείαν. Δεν έπρεπε δε να γανωμονήσουν τώρα, ότε εχώρισαν τον βίον των! Αλλ’ αφού πρόκειται, αγαθή τύχη να αναθεωρηθώσιν αι σχέσεις των, ζητούμεν, παρακαλούμεν και προσδοκώμεν να απονείμωσι δικαιοσύνην οι πεπολιτισμένοι λαοί εις το έθνος εκείνο το όποιον ονομάζουν πρώτον μεταξύ των παραγόντων του πολιτισμού, και να επαναδώσουν εις ημάς όχι μόνας τας προ του πολέμου τούτου χώρας μας, αίτινες δεν ήρκουν δια να δυνάμεθα να ζώμεν ως ο πτωχότερος λαός τής Ευρώπης με εθνικόν εισόδημα 7-8.000 δρχ. προπολεμικών κατ’ άτομον ενιαυσίως!... Οι πολιτικοί της Ελλάδος προ 25 ετών είτε διότι εγκατελείφθησαν και επροδόθησαν υπό των συμμάχων, εις ους προσέφεραν το αίμα και την ανδρείαν του Ελληνικοΰ λαού είτε διότι και εκόντες υπηρέτησαν την χιμαιρικήν ιδέαν τής καλής γειτονίας, εδέχθησαν τον πρόχειρον αυτοσχεδιασμόν του Ελληνικοΰ κράτους, αποτελεσθέντος από βράχους, έλη και άγονα και γυμνά όρη, και παρεχώρησαν όλας τας εύφορους πεδιάδας, τα δασωμένα βουνά και τα άφθονα αγαθά της γης εις τους Βουλγάρους αφ’ ου δια την απιστίαν και λυκοφιλίαν των τους είχομεν νικήσει δις, δηλ. τω 1913 και τω 1918. Ετοποθέτησαν τα σύνορα εις την νοτιωτάτην λοφοσειράν της Ροδόπης και εις την Γευγελήν, ώστε τα ούρα του όνου να φθάνουν εκ των συνόρων εις την θάλασσαν. ...{...}... Όσοι ομιλούν περί έξελληνισμοΰ ξένων πληθυσμών και σφετερισμού αυτών υπό της Ελλάδος, πλανώνται. Ο Ελληνικός λαός καρπούμενος τα αγαθά της γης ως πρωτοπόρος του πολιτισμού πέριξ τής Μεσογείου, επολλαπλασιάσθη φυσικώς και εκάλυψε τας χώρας από Καυκάσου μέχρι Γαδείρων, από Ταινάρου μέχρι Ίστρου και Κριμαίας, από Σμύρνης μέχρι Ευφράτου και από Συρίας και Αιγύπτου μέχρι Καρχηδόνος. Που είναι τα εκατομμύρια άτινα εκάλυπτον τας εκτάσεις ταύτας;... Δια τούτο τώρα ζητούμε τας χώρας των προγόνων μας, την κληρονομιάν, την περιουσίαν, τον πάτριον εθνικόν ορίζοντα ή χώρον μας, την αμοιβή μας δια τας προς τον πολιτισμόν υπηρεσίας μας, τον σεβασμόν προς το όνομα και το μακράν παρελθόν μας, το αντίτιμον του πολυτίμου αίματος μας. Επολεμήσαμεν και κατά τον προηγηθέντα παγκόσμιον πόλεμον και τώρα με την αυτήν ανδρείαν εγκαταλείφθημεν και τότε και τώρα αβοήθητοι από τους ισχυρούς συμμάχους μας και εγονατίσαμεν... Δεν ζητούμεν τα ξένα, θέλομεν τα ιστορικά μας σύνορα...».

Μνήμη Κεραμόπουλλου

Το επιστημονικό έργο του Κεραμοπούλλου αναγνωρίστηκε διεθνώς και τιμήθηκε από πολλά επιστημονικά ιδρύματα της Ελλάδος και της Ευρώπης. Η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών τον τίμησε εν ζωή με την έκδοση του ογκώδους τόμου

Ο Δήμος των Θηβών τιμώντας το ανασκαφικό του έργο στην πόλη, έδωσε το όνομά του στην πλατεία μπροστά στο Μουσείο της πόλεως. Ανάλογα έπραξε και ο Δήμος της Θεσσαλονίκης, τιμώντας το επιστημονικό και εθνικό του έργο στην Μακεδονία. Η Βλάστη τίμησε τον Κεραμόπουλλο στήνοντας την προτομή του στον περίβολο του Θωμαΐδειου Διδακτηρίου. Πρόκειται για μια ορειχάλκινη κατασκευή, δημιουργία του γλύπτη Νίκου Περαντινού το 1978. Ο Κεραμόπουλος αποδίδεται σε μέση ηλικία. Έχει κοντά μαλλιά και φοράει σακάκι, γιλέκο, πουκάμισο και γραβάτα. Στην πρόσοψη του βάθρου είναι χαραγμένα τα λόγια: ΑΝΤΩΝΙΟΣ Δ. ΚΕΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ–ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΣ 1870-1960 «Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΝΕΥΜΩΝ ΚΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΑΝΤΩΝΙΟΣ Δ. ΚΕΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ [14].

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγή

  • «Αντώνιος Δ. Κεραμόπουλος. Ο Μακεδονομάχος», Εφημερίδα «Βραδυνή», 7 Δεκεμβρίου 1984.

Παραπομπές

  1. Εκηδεύθη χθες ο Αντώνιος Κεραμόπουλος Εφημερίδα «Ελευθερία», 15 Μαΐου 1960, σελίδα 2η.
  2. Απέθανε και εκηδεύθη ο Ακαδημαϊκός Αντ. Κεραμόπουλος Εφημερίδα «Μακεδονία», 15 Μαΐου 1960, σελίδα 5η.
  3. Τακτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών κατά σειρά εκλογής
  4. [Προεδρικό Διάταγμα της 14ης Μαρτίου 1927, σε εκτέλεση της συντακτικής αποφάσεως της Εθνοσυνελεύσεως της 18ης Μαρτίου 1926.]
  5. Πρόεδροι της Ακαδημίας Αθηνών από την ίδρυση της.
  6. Η Πόλη της Αρχαίας Σαλαμίνας ampelakia.gr
  7. Η Αρχαιολογία της Θήβας μέσα από το Έργο και το Αρχείο του Αντωνίου Δ. Κεραμόπουλλου.
  8. [Το 1932 ο καθηγητής Κεραμόπουλος επωφελούμενος από τη χαμηλή στάθμη του νερού της λίμνης στη νότια πλευρά κάνει τις πρώτες έρευνες εκεί που σήμερα βρίσκεται το χωριό Δισπηλιό. Τα ευρήματα πιστοποιούν ότι στην περιοχή αναπτύχθηκε ένας Λιμναίος προϊστορικός οικισμός. Μετά από ανασκαφές που πραγματοποίησε ο καθηγητής της προϊστορικής αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. Γιώργος Χουρμουζιάδης επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη του προϊστορικού οικισμού στο Δισπηλιό.]
  9. Αρχαιολογικοί χώροι. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Φλώρινας.
  10. Συλλογή έργων του Αντωνίου Κεραμόπουλλου.
  11. [Ο Αντώνιος Δ. Κεραμόπουλλος γράφει:«...Το όνομα αυτών Κουτσόβλαχοι είναι σύμφυρμα εκ του τουρκικού Κουτσούκ Βλαχ ήτοι Μικροί Βλάχοι, ως ονόμαζον αυτούς οι Τούρκοι προς αντιδιαστολήν από των κατοίκων της Ρουμανίας, ήτοι της Μεγάλης Βλαχίας την οποία περιελάμβανεν επίσης το τουρκικόν κράτος εντός των ορίων του.»]
  12. [«Οι Έλληνες και οι Βόρειοι Γείτονές μας», Αθήνα 1945, σελίδα 5η.]
  13. [Φ. Βίτη, «O Βλατσιώτης ακαδημαϊκός Αντώνης Κεραμόπουλος», Περιοδικό «Μακεδονική Ζωή», τεύχος 221ο, σελίδες 40-41]
  14. Οδοιπορικό στα μνημεία της Εορδαίας – Η προτομή του Αντώνιου Κεραμόπουλου στη Βλάστη.