Στέφανος Γρανίτσας
Ο Στέφανος Γρανίτσας, Έλληνας δημοσιογράφος, ποιητής, συγγραφέας και πολιτικός που διατέλεσε βουλευτής, γεννήθηκε το 1880 στο χωριό Γρανίτσα του νομού Ευρυτανίας και πέθανε από επιπλοκή τύφου, την Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 1915 στο ιδιωτικό νοσηλευτικό ίδρυμα «Νέα Κλινική» στην Αθήνα. Κηδεύτηκε [1] στις 10:30 το πρωί της Δευτέρας 14 Σεπτεμβρίου από τον Ναό του Αγίου Γεωργίου της πλατείας Καρύτση.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Ο Στέφανος Γρανίτσας κατάγονταν από φτωχή αγροτική οικογένεια και ο παππούς του Νικόλαος Γρανίτσας είχε συμμετάσχει, ως οπλαρχηγός του Γεωργίου Καραϊσκάκη, στην επανάσταση του 1821. Γονείς του ήταν ο Ανδρέας και η Ελένη Γρανίτσα, ενώ είχε τρία ακόμη αδέλφια, το Νικόλαο, το Δημοσθένη και τον Αθανάσιο. Παρακολούθησε τα μαθήματα της εγκύκλιας εκπαιδεύσεως στην ιδιαίτερη πατρίδα του και ολοκλήρωσε τα μαθήματα του Γυμνασίου στην Άρτα, ενώ το 1899 εισήχθη και στη συνέχεια αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1902 αποφοίτησε από τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Κέρκυρας, ως έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πεζικού. Παράλληλα ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία ως συνεργάτης σε διάφορα περιοδικά, κυρίως όμως ήταν τακτικός συνεργάτης στα περιοδικά στην «Αστραπή», «Χρόνος», όπου εργάστηκε και ως υποδιευθυντής, «Πατρίς», όπου διατηρούσε για χρόνια τη στήλη του χρονογραφήματος και «Εστία». Ήταν δεινός και μανιώδης κυνηγός, ικανός χορευτής και τραγουδιστής, έπαιζε φλογέρα και ήταν δάσκαλος της Μαρίκας Κοτοπούλη στους δημοτικούς χορούς. Με δικές του δαπάνες τυπώθηκε και εκδόθηκε σε βιβλίο [2] η ακολουθία του συμπατριώτη του Αγίου Νεομάρτυρος Μιχαήλ [Μαυρουδή], που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη.
Πολιτική δράση
Ο Στέφανος Γρανίτσας εκλέχθηκε βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας αρχικά από τις 8 Αυγούστου 1910 έως 12 Οκτωβρίου 1910 στη Β' Εθνοσυνέλευση και επανεκλέχθηκε δύο ακόμη φορές, από τις 28 Νοεμβρίου 1910 έως τις 29 Δεκεμβρίου 1911 και από τις 11 Μαρτίου 1912 έως τις 18 Απριλίου 1915, ενώ επανεκλέχθηκε και στη Βουλή των ετών 1915-1920, με το κόμμα του Ελευθερίου Βενιζέλου, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1905, όταν επισκέφθηκε την Κρήτη για να καλύψει δημοσιογραφικά την επανάσταση στο Θέρισο. Η συνάντησή τους είχε ως αποτέλεσμα μια συνέντευξη η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Χρόνος» των Αθηνών στο φύλλο της 26 Μαρτίου 1905 και αποτέλεσε την αρχή μιας πολιτικής και φιλικής σχέσεως. Ήταν σοσιαλιστικών τάσεων, υπέρμαχος της Δημοτικής γλώσσας και ασχολήθηκε με θέματα αγροτικής πολιτικής, ήταν υπέρ των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και υπήρξε συντάκτης πολλών από τα αγροτικά νομοσχέδια της κυβερνήσεως Βενιζέλου. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13, έχοντας την ιδιότητα του βουλευτή, ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, διοικητής λόχου, με το «Μικτόν Ηπειρωτικόν Στράτευμα» και επέδειξε ιδιαίτερη ανδρεία, καθώς από τις 15 Οκτωβρίου 1912 έως τις 21 Φεβρουαρίου 1913 και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, πολέμησε σε μάχες εναντίον των τσάμηδων και της Τουρκικής Χωροφυλακής. Μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων παρέμεινε στην πόλη έως το 1914, όπου ήταν διευθυντής στο Τμήμα Εθνικής Πρόνοιας και ενδιαφέρθηκε για τη γεωργική και την οικονομική ανάπτυξη της Ηπείρου.
Εργογραφία
Στο έργο του περιλαμβάνονται διηγήματα, χρονογραφήματα, ελάχιστα ποιήματα καθώς και δύο θεατρικά. Τα χρονογραφήματα του διακρίνονται για το πνευματώδες περιεχόμενο και ασχολούνται με όλα τα σοβαρά επίκαιρα θέματα. Τα διηγήματά του διαβάζονται με πολύ ενδιαφέρον. Το ποιητικό του έργο αναφέρεται στην αγροτική ζωή και στη ζωή των απλοϊκών ανθρώπων της υπαίθρου. Το φυσιολατρικό πνεύμα είναι έντονο και διάχυτο σ` όλο το έργο του κι ήταν από τους κύριους εκπροσώπους του νατουραλισμού στα χρόνια του. Τα έργα του γενικά αποτελούν ευχάριστα αναγνώσματα και πλουτίζουν τις γνώσεις για την πανίδα του τόπου μας, ενώ για εκείνον ήταν ένας τρόπος να ξαναζήσει τη ζωή και το περιβάλλον της πατρίδας του. Σύμφωνα με τη ρήση του Ζαχαρία Παπαντωνίου, ο οποίος ήταν φίλος και συμπατριώτης του, «...Αυτός ο ευρυτάνας είναι ικανός δι’ όλα. Έχω την ιδέα, ότι και μουσικήν αν επιχειρούσε να συνθέσει θα το κατάφερνε».
Η φυσιολατρία του είναι πιο έντονη στα φυσιογνωστικά του λογοτεχνήματα, όπως,
- «Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου» [3], που δημοσιεύθηκαν ως μια σειρά χρονογραφημάτων στην εφημερίδα «Χρόνος», και κυκλοφόρησαν σε βιβλίο το 1921 από τις εκδόσεις «Ελευθερουδάκης», με πρόλογο του Ζαχαρία Παπαντωνίου.
Στο έργο του περιγράφει με παραστατικό και ταυτόχρονα απλό τρόπο τη ζωή των άγριων και των ήμερων ζώων της ιδιαίτερης πατρίδας του και όλης της Ελλάδος, εκθέτει τις παρατηρήσεις του σχετικά με τις συνήθειες τους, σε συνδυασμό με τις λαϊκές παραδόσεις που σχετίζονται με τη ζωή τους.
Έγραψε και τα θεατρικά έργα:
- «Ο Μητρούσης» και το
- «Σία και αράξαμε», έργο που ήταν η πρώτη ελληνική οπερέτα.
Δημοσίευσε «Ευζωνικές Ιστορίες» στα περιοδικά και τις εφημερίδες που συνεργάστηκε και ασχολήθηκε με την έρευνα για τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις και την ιστορία των Σαρακατσάνων, για τους οποίους έγραψε ότι, «...είναι οι καταλαγαρότεροι Έλληνες».
Άφησε ημιτελές το έργο του:
- «Του γιαλού και της λίμνης», από το οποίο πρόλαβε να ολοκληρώσει μόνο τα κείμενα της πέστροφας και του κέφαλου.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου Ολόκληρο το βιβλίο
Βιβλιογραφία
- «Ο Στέφανος Γρανίτσας και η Λαογραφία της Ευρυτανίας», Παναγιώτης Βλάχος, Αθήνα, 1961
- «Άπαντα του Στέφανου Γρανίτσα», Μάρκος Γκιόλιας, Αθήνα, 1970, εκδόσεις «Τυμφρηστός».
Παραπομπές
- ↑ Η κηδεία του Στέφανου Γρανίτσα Εφημερίδα «Εμπρός», 15 Σεπτεμβρίου 1915
- ↑ Ακολουθία του Αγίου Νεομάρτυρος Μιχαήλ
- ↑ Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου Ολόκληρο το βιβλίο