Γεώργιος Καραϊσκάκης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, Έλληνας κορυφαίος εθνικός αγωνιστής και αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδος στη διάρκεια της Εθνεγερσίας του 1821, γεννήθηκε [1] [2] το 1782, στο μοναστήρι «Κοιμήσεως της Θεοτόκου» στα όρια του ορεινού χωριού Σκουληκαριά [3] Βάλτου του Δήμου Γεώργιος Καραϊσκάκης στο νομό Άρτας στην νότιο Ήπειρο και πέθανε μετά από βαρύ τραυματισμό στη μάχη, 4 η ώρα ξημερώνοντας, στις 23 Απριλίου 1827, ανήμερα της γιορτής του, στο Παλαιό Φάληρο στο νομό Αττικής. Ξεψύχησε μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στο Κερατσίνι όπου τον είχαν μεταφέρει και το σώμα του το έθαψαν στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στη Σαλαμίνα.

Το 1812 παντρεύτηκε την Εγκολπία (Γκόλφω) Ψαρογιάννη / Σκυλοδήμου, απο το Πατιόπουλο (τότε Σύντεκνο), Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας- χωριό γειτονικό, σχεδόν διπλανό της Σκουληκαριάς, και από το γάμο του έγινε πατέρας τεσσάρων τέκνων, του Δημήτρη που έγινε στρατιωτικός, την Πηνελόπη μετέπειτα σύζυγο του Ανδρέα Νοταρά που υπήρξε υπουργός του Βασιλιά ΌΘωνα, την Ελένη και τον μετέπειτα οπλαρχηγό και Στρατηγό Σπυρίδωνα Καραϊσκάκη, που γεννήθηκε το 1825 στο αγγλοκρατούμενο νησί Κάλαμος των Επτανήσων, σύζυγο της Μαρίας Κομνηνού-Βαρβάκη. Οι δύο κόρες του Καραϊσκάκη γεννήθηκαν στο σπίτι της μητέρας τους στο Πατιόπουλο Βάλτου. Εγγόνια του ήταν ο Γεώργιος και η Ελισσάβετ Σπ. Καραϊσκάκη και δισέγγονα του ο Σπυρίδωνας, ο Ιωάννης και η Ιουλία.

Γεώργιος Καραϊσκάκης

Βιογραφία

Καταγωγή

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, αγνώστου πατρός. Ως πατέρας του αναφέρεται ο οπλαρχηγός του Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, Ίσκος ή Καραΐσκος από το χωριό Δούνιστα (σημερινή ονομασία Σταθάς) Βάλτου, εραστής της μητέρας του για διάστημα κάποιων χρόνων, στο σπίτι του οποίου έζησε ο μικρός Γεώργιος, αλλά και ο οπλαρχηγός Νικόλαος Πλακιάς. Μητέρα του ήταν η Διαμάντω Διμισκή, αναφέρεται και ως Ζωή, ανιψιά του Γεωργίου (Γώγου) Μπακόλα αρματολού των Ραδοβυζίων, η οποία ήταν παντρεμένη σε πρώτο γάμο με τον Ιωάννη Μαυρομματιώτη. Η Διαμάντω Διμισκή ή Ντιμισκή εργάστηκε ως παραδουλεύτρα στο μοναστήρι στη Σκουληκαριά, όπου εφημέριος ήταν ο θείος της, ο Ιερομόναχος Καλλίνικος Τρίμπος. Η εργασία της μητέρας του Καραϊσκάκη σε μοναστήρια δημιούργησε τη λανθασμένη εντύπωση ότι ήταν μοναχή και αποτέλεσε το λόγο για τον οποίο ο Καραϊσκάκης αναφέρεται και ως «Ο γιος της καλόγριας».

Πρώτα χρόνια

Τα πρώτα του χρόνια τα πέρασε πολύ δύσκολα καθώς, εκτός από την έλλειψη πατέρα, αντιμετώπισε και το θάνατο της μητέρας του από την οποία ορφάνεψε σε ηλικία 8 χρόνων. Φιλονικούσε με ευκολία, ήταν βλάσφημος και βωμολόχος, χαρακτηριστικά που απέκτησε από αυτά τα δύσκολα παιδικά του χρόνια και για να ζήσει έγινε τσοπανόπουλο στα Τζουμέρκα και στα Άγραφα.

Πολεμική δράση

Ο Καραϊσκάκης κατατάχθηκε, σε εξαιρετικά νεαρή ηλικία, στα σώματα των αρματολών, στα Άγραφα, όπου διακρίθηκε για την εξυπνάδα, το θάρρος, και την παλικαριά του. Όταν τον συνέλαβαν οι Τουρκαλβανοί τον πήγαν στα Γιάννενα όπου ο Αλή Πασάς τον πήρε στην υπηρεσία του και έμαθε κάποια ελάχιστα γράμματα. Ακολούθησε τον Αλή στην εκστρατεία του κατά του πασά Πασβάνογλου στο Βιδίνιο της Βουλγαρίας, φίλου του Ρήγα Φεραίου. Στην εκστρατεία ο Καραϊσκάκης αιχμαλωτίσθηκε από τις δυνάμεις του Πασβάνογλου και κρατήθηκε για κάποιο χρόνο όμως στη συνέχεια επέστρεψε στην αυλή του Αλή Πασά.

Σύντομα εγκατέλειψε την αυλή του Αλή πασά και κατατάχτηκε στην ομάδα των κλεφτών του Αντώνη Κατσαντώνη, όμως μετά τη σύλληψη του οπλαρχηγού του, δημιούργησε δική του κλέφτικη ομάδα στα Άγραφα και ανακήρυξε τον εαυτό του καπετάνιο. Οι Τούρκοι, για να αποφύγουν τις συγκρούσεις μαζί του, του αναγνώρισαν το αξίωμα, αλλά και αυτός απέφευγε τον ανοιχτό πόλεμο κατά του Αλή. Στο μεταξύ είχε μυηθεί στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας, αλλά όταν άρχισε η επανάσταση στην Πελοπόννησο δημιουργήθηκαν υποψίες, ιδιαίτερα από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ότι διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Αλή. Με την κατηγορία μάλιστα αυτή πέρασε από δικαστήριο, όπου καταδικάστηκε, δήλωσε όμως μεταμέλεια και αμνηστεύτηκε. Έτσι αποκαταστάθηκε δίπλα στους άλλους οπλαρχηγούς. Στο μεταξύ η υγεία του είχε κλονιστεί σοβαρά, γιατί είχε προσβληθεί από φυματίωση.

Εθνεγερσία 1821

Η πολεμική δράση του Καραΐσκάκη άρχισε ουσιαστικά από το 1820, όταν με τους Κατσαντωναίους πολέμησε τους Τούρκους στα Γιάννενα. Λίγο αργότερα, μετά το θάνατό του Αλή, κήρυξε την επανάσταση στο Μακρυνόρος και την Εθνεγερσία του 1821 στην Ήπειρο, συγκεκριμένα στο χωριό Βουλγαρέλι Άρτας, στις 15 Μαΐου 1821 στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου, όπως γράφει και η αναρτημένη πλάκα στο Μοναστήρι, με τον θείο του Γώγο Μπακόλα, τον χωριανό του και αρματολό των Τζουμέρκων Γιαννάκη Κουτελίδα και άλλους 200 συμπολεμιστές τους από την Ήπειρο, την Αιτωλοακαρνανία και τα Επτάνησα. Συμμετείχε στις δυο πρώτες μάχη της Εθνεγερσίας, στο Κομπότι, όπου στις 8 Ιουνίου 1821 τραυματίστηκε στην περιοχή των γενετικών του οργάνων. Μεταφέρθηκε για νοσηλεία στο στρατιωτικό νοσοκομείο Λουτρακίου όπου αναφέρεται πως είπε τη φράση «όταν γυρίσω θα τους γαμήσω». Μετά την αποθεραπεία του απελευθέρωσε την Άρτα, τότε δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της σημερινής Ελληνικής επικράτειας, συγκεκριμένα το Νοέμβριο του 1821. Μαζί με τον Μάρκο Μπότσαρη και τον Ιωάννη Μακρυγιάννη συμμετείχε σε πέντε νικηφόρες μάχες στην περιοχή της Αρτας και στον Άγιο Βλάσιο Αιτωλοακαρνανίας.

Στις συχνές αρρώστιες του κατέφευγε στη Χάρη της Παναγίας Προυσιώτισσας. Σε αυτό το Μοναστήρι ακούστηκαν το 1823, κουβέντες του, που φανερώνουν την ψυχή του. Ύστερα απ’ τη μάχη στο Κεφαλόβρυσο έφεραν νεκρό στο Μοναστήρι τον ήρωα Μάρκο Μπότσαρη. Ο Καραϊσκάκης, που ήταν άρρωστος, νοσηλεύονταν στο μοναστήρι, σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι του και ασπάστηκε το νεκρό και είπε:

«...άμποτε, Μάρκο ήρωά μου, να πάω κι εγώ από τέτοιο θάνατο. Ο Μάρκος ήτανε τρανός. Είχε μυαλό όσο κανείς άλλος. Καρδιά λιονταριού και γνώμη δίκηα σαν του Χριστού. Ούτε το δάχτυλό του δέ φτάνουμε εμείς».

Μετά την πτώση του Μεσολογγίου κατέβηκε στη Στερεά και συνέχισε τους αγώνες του. Μετά τη μάχη του Πέτα, αφού βίωσε μια περίοδο ουδετερότητας, με σκοπό να φανεί αρεστός στον Χουρσίτ Πασά και να κρατήσει το προσοδοφόρο αρματολίκι των Αγράφων, ενεπλάκη πιο ενεργά στην επανάσταση και η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη τον τοποθέτησε αρχιστράτηγο στην Ανατολική Ελλάδα. Το 1826, όταν ο Κιουταχής κυρίευσε την Αθήνα και πολιορκούσε την Ακρόπολη με 20.000 στρατό, κατέβηκε στην Ελευσίνα, για να οργανώσει με το Φαβιέρο το στρατόπεδο των Ελλήνων, διαφώνησαν όμως στα πολεμικά σχέδια και ο Φαβιέρος αποχώρησε. Επειδή έμεινε μόνος και οι Τούρκοι διέθεταν πολύ στρατό, αποφάσισε να τους κόψει την επικοινωνία και τον ανεφοδιασμό από τη Θεσσαλία και από πολιορκητές της Ακρόπολης να τους κάνει πολιορκημένους της Αττικής.

Δράση στη Στερεά

Με το σχέδιό του αυτό χτύπησε τα τουρκικά οχυρά στον Ελικώνα και στη Δόμβραινα, δεν κατόρθωσε όμως τίποτε και έφυγε για την Αράχοβα, που την κρατούσε ο Μουσταφάμπεης με τους Τουρκαλβανούς. Στην μάχη οι Τουρκαλβανοί διαλύθηκαν αποδεκατισμένοι και ο Μουσταφάμπεης σκοτώθηκε. Περνώντας απ’ τα Μοναστήρια των Βοιωτών Αγίων, του Οσίου Σεραφήμ του Δομβοϊτου και του Οσίου Λουκά, μαζί με την οργάνωση της άμυνάς τους αντλούσε και ο ίδιος δύναμη, επικαλούμενος με θερμή ψυχή τη βοήθειά τους. Οχυρώθηκε στο Δίστομο απ` όπου οι Τούρκοι δεν κατόρθωσαν να τον διώξουν. Τα κατορθώματα του έδωσαν θάρρος στους Έλληνες και αναπτέρωσαν την επανάσταση στη Στερεά, που κινδύνευε να εκφυλιστεί. Η ελληνική κυβέρνηση τότε του έδωσε εντολή να απελευθερώσει με κάθε προσπάθεια την Αθήνα. Με την εντολή αυτή κατέβηκε και στρατοπέδευσε στο Κερατσίνι, έξω από τον Πειραιά, και εκεί άρχισε να καταστρώνει το πολεμικό του σχέδιο. Στην κρίσιμη στιγμή αναμίχθηκαν στην οι στρατιωτικοί Κόχραν και Τσορτς, οι οποίοι επέμειναν για επίθεση κατά μέτωπο, ενώ ο ίδιος ήθελε να εφαρμόσει σχέδιο αποκλεισμού των Τούρκων, μέχρι να παραδοθούν και η γνώμη τους επικράτησε.

Το τέλος του

Στις 23 Απριλίου παραμονή της επίθεσης ο Καραϊσκάκης, βαριά άρρωστος, πληγώθηκε θανάσιμα σε μια συμπλοκή των στρατιωτών του, από αδέσποτη σφαίρα. Η επίθεση κατά του Κιουταχή έγινε στις 24 Απριλίου, σύμφωνα με το σχέδιο του Κόχραν και Τσορτς, αλλά είχε οικτρή αποτυχία και το στρατόπεδο των Ελλήνων διαλύθηκε. Με το θάνατό του η Ελληνική επανάσταση έχασε έναν από τους μεγαλύτερους και ηρωικότερους στρατηγούς της. Ο Καραϊσκάκης άφησε γραπτώς στη διαθήκη του, τόσο την ανάθεση της επιμέλειας των παιδιών του, όσο και τη διαχείριση των χρημάτων που τους άφησε, στον Μήτρο Σκυλοδήμο, ανιψιό του από το Πατιόπουλο Βάλτου, και στον Μήτρο Αγραφιώτη, που ήταν βοηθός του από την εποχή του Αρματολικίου των Αγράφων. Τα ανήλικα ορφανά παιδιά του, που πριν αλλά και μετά το θάνατο του πατέρα τους έζησαν στο Πατιόπουλο, φρόντισαν και ανέθρεψαν οι Συντεκνιώτες, μεταξύ τους ο στενός του φίλος και γείτονάς του Αντώνης Ζαραλής και ο Σωτήρης Συντεκνώτης-Αθανασάκης (γνωστός ως Κουφός), οι οικογένειες του πεθερού του, του Ψαρογιάννη και οι Σκυλοδημαίοι, καθώς και ο πρώτος του ξάδερφος ο Γιαννάκης Διμισκής από την Σκουληκαριά. Η σύζυγος του Γεωργίου Καραϊσκάκη, η Εγκολπία Ψαρογιάννη - Σκυλοδήμου, που απεβίωσε το 1826, τάφηκε στο «Καστρομονάστηρο» στον Κάλαμο.

Μνήμη Γεωργίου Καραϊσκάκη

Η σορός του Καραϊσκάκη είχε ταφεί στο ναό του Αγίου Δημητρίου στο νησί της Σαλαμίνας [4]. Η επιτροπή που συνέστησε το Υπουργείο Εσωτερικών το 1927, προκειμένου να επιλύσει το θέμα της γενέτειράς του, κατέληξε στην επίσημη αναγόρευση του Μαυρομματίου Καρδίτσας ως γενέτειρας του Καραϊσκάκη. Τα οστά του ήρωα μεταφέρθηκαν το 1838, με πρωτοβουλία του Βασιλιά Όθωνα, και ενταφιάστηκαν στο πεδίο της Μάχης του Φαλήρου, στην περιοχή του Νέου Φαλήρου, σε ένα χώρο μπροστά από το μετέπειτα Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Το 1968, με ευθύνη της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων στην οποία ανήκε το Στάδιο Καραϊσκάκης, έγιναν έργα ανακαινίσεως και διαμορφώσεως του περιβάλλοντος χώρου του Σταδίου και τα οστά του Καραϊσκάκη χάθηκαν, πιθανόν πετάχθηκαν από τους υπεύθυνους του έργου, όπως και τα οστά άλλων 28 συναγωνιστών του.

Το 1996 το εκκλησιαστικό συμβούλιο του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Σαλαμίνος και ο τότε ιερέας του Ναού πατέρας Ανάργυρος Ευδαίμων άνοιξαν ξανά τον τάφο του Καραϊσκάκη, που βρίσκονταν τότε εντός του Ναού καθώς αυτός είχε επεκταθεί στα χρόνια που ακολούθησαν την ταφή του και τον ανάσκαψε. Σε μια λάρνακα βρέθηκαν οκτώ οστά από τη σορό του Γεωργίου Καραϊσκάκη, όσα είχε κρατήσει ο ιερέας όταν ο βασιλιάς Οθωνας έκανε την ανακομιδή. Δύο από τα οστά αυτά μεταφέρθηκαν επισήμως, με άδεια των τοπικών αρχών και της Μητροπόλεως Μεγάρων, στο Δήμο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» και το 2002 εναποτέθηκαν στο μνημείο του Καραϊσκάκη στην πλατεία της Σκουληκαριάς, ενώ τα εναπομείναντα ενταφιάστηκαν στον Άγιο Δημήτριο σε διαμορφωμένο μνήμα. Το 2005 το Ελληνικό κράτος αναγνώρισε επίσημα, τη Σκουληκαριά του νομού Άρτας, ως γενέτειρα του Στρατηγού Καραϊσκάκη, λόγος για τον οποίο έδωσε στο Δήμο της περιοχής την ονομασία Δήμος Γεώργιος Καραϊσκάκης.

Στις 6 Μαΐου 2019, έγινε εκταφή, από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών, και μεταφέρθηκαν στο Μαυρομάτι του Δήμου Μουζακίου Καρδίτσας, όπου και τάφηκαν σε ειδικό μνημείο στο προαύλιο του Αγίου Νικολάου τα οστά μελών της οικογένειας του Στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, πιθανότατα οστά των απογόνων του. Πρόκειται για τα οστά του γιου του, Σπυρίδωνα και της συζύγου του Μαρίας Κομνηνού-Βαρβάκη, των εγγονών του Γεωργίου και Ελισάβετ Σπ. Καραϊσκάκη, καθώς και των δισέγγονων του Σπυρίδωνα, Ιωάννη και Ιουλίας. Μετά από ειδική τελετή με επιμνημόσυνη δέηση και αφού προηγήθηκε σύντομη ιστορική αναδρομή από τους απογόνους του ήρωα του '21 τα οστά τοποθετήθηκαν στο μνημείο, ενώ τελέστηκε τρισάγιο από τον μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος Και Φαναριοφαρσάλων Τιμόθεο [5].

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

Παραπομπές

  1. [Για τον τόπο που γεννήθηκε ο στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης υπάρχουν διάφορες πηγές που παρουσιάζουν ως γενέτειρα του διαφορετικά σημεία. Το 2005 το Ελληνικό κράτος αναγνώρισε επίσημα, τη Σκουληκαριά, ως γενέτειρα του Στρατηγού Καραϊσκάκη, λόγος για τον οποίο έδωσε στο Δήμο της περιοχής την ονομασία Δήμος Γεώργιος Καραϊσκάκης. Συνεπώς, στην παρούσα έκδοση αναφέρεται και γίνεται αποδεκτή η Σκουληκαριά ως η επίσημη και κρατούσα εκδοχή για τον τόπο της γεννήσεως του Στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη.]
  2. [Τα οστά του Καραϊσκάκη επέστρεψαν με τιμές στον τόπο που γεννήθηκε (ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2023, 10:39').]
  3. [Η Σκουληκαριά είναι ορεινό χωριό του σημερινού Δήμου Γεωργίου Καραϊσκάκη. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είχε 269 μόνιμους κατοίκους. Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 973 μέτρων και απέχει περίπου 44 χιλιόμετρα από την πόλη της Άρτας.]
  4. [Τα οστά του Γεωργίου Καραϊσκάκη (ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2023, 18:38')]
  5. [Τα οστά του Καραϊσκάκη επέστρεψαν με τιμές στον τόπο που γεννήθηκε (ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2023, 10:39').]