Απόστολος Αρσάκης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Απόστολος Αρσάκης [Αποστόλ Αρσάκε, Apostol Arsache για τους Ρουμάνους] Έλληνας συντηρητικός και παραδοσιοκράτης, ιατρoφιλόσοφος, διανοούμενος, λόγιος, διπλωμάτης και πολιτικός -με ηγετική παρουσία στη Ρουμανία όπου διατέλεσε υπουργός Εξωτερικών και το 1862 για λίγες ημέρες μεταβατικός πρωθυπουργός, από τους σημαντικότερους ευεργέτες του Ελληνικού κράτους και μέγας ευεργέτης της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας [1], μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του 19ου αιώνος και ο πρώτος Ευρωπαίος που αντέκρουσε το ιδεολογικό πνεύμα του Μαρξισμού στο σύνολο του καθώς και κομβικές έννοιες της Αριστεράς, ανεψιός των αδελφών Τοσίτσα, γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1792 [2] στο χωριό Χοταχόβα της Πρεμετής Αργυροκάστρου στη Βόρειο Ήπειρο και πέθανε το ξημέρωμα της 16ης Ιουλίου 1874 στο Βουκουρέστι της σημερινής Ρουμανίας. Η νεκρώσιμη ακολουθία του Αρσάκη τελέστηκε την ίδια ημέρα και τάφηκε στο κοιμητήριο Σέρμπαν-Βόδα. Αργότερα η κόρη του Ολυμπία μετέφερε τα οστά του στο νεκροταφείο Μπέλλου στην πόλη του Βουκουρεστίου, στον οικογενειακό τάφο του συζύγου της Εμμανουήλ Λαχοβάρη.

Συνοπτικές πληροφορίες
Απόστολος Αρσάκης2.jpeg
Γέννηση: 6 Ιανουαρίου 1792 [3]
Τόπος: Χοταχόβα, Πρεμετή Αργυροκάστρου
(Βόρειος Ήπειρος)
Σύζυγος: Έλενα Δαρβάρι (α' γάμος)
Αναστασία Αρσάκη (β' γάμος)
Τέκνα: Γεώργιος, Έλενα, Ολυμπία
Υπηκοότητα: Ελληνική, Ρουμανική
Ασχολία: Ιατρός, διανοούμενος, λόγιος
διπλωμάτης, πολιτικός
Θάνατος: 16 Ιουλίου 1874
Τόπος: Βουκουρέστι (Ρουμανία)

Το 1814, στο Βουκουρέστι, ο Αρσάκης παντρεύτηκε την Έλενα Δαρβάρι που πέθανε το 1832, η οποία ήταν κόρη του Κωνσταντίνου Δαρβάρι Έλληνα γιατρού της Βλαχίας. Εκτός από τη μεγάλη προίκα που πήρε, ο γάμος του αποτέλεσε το κλειδί για την είσοδο του στους κόλπους της Ρουμανικής αριστοκρατίας. Από το γάμο του με την Ελένα ο Αρσάκης απέκτησε τρία παιδιά, τον πρωτότοκο Γεώργιο [4], την Ελένη [5] και την Ολυμπία [6]. Μετά τον θάνατο της Έλενας Δαρβάρι ο Αρσάκης παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο με την Αναστασία Αρσάκη, που πέθανε πριν τον Αρσάκη, με την οποία δεν απέκτησε άλλα παιδιά.

Βιογραφία

Η οικογένεια Αρσάκη ήταν Βλάχοι στην καταγωγή, λόγος για τον οποίο ο Απόστολος, όπως και τα υπόλοιπα παιδιά της περιοχής που κατοικούσε ως τα οκτώ του χρόνια, γνώριζε ελάχιστα και μιλούσε την Ελληνική γλώσσα.

Οικογενειακή κατάσταση

Πατέρας του ήταν ο Κυριακός Αρσάκης, πρώτος εξάδελφος των αδελφών Τοσίτσα, και μητέρα του η Βασιλική Αρσάκη. Σε μια από τις συνεχόμενες νυχτερινές επιδρομές των γενιτσάρων τού Αλή Πασά, ο πατέρας του Αρσάκη, διαβλέποντας τον κίνδυνο να πέσει ο γιος του στα χέρια των Τούρκων, μετακόμισε με την οικογένεια του και εγκαταστάθηκαν στην Πρεμετή. Το 1800 η οικογένεια Αρσάκη μετακόμισε στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας, όπου ζούσαν ο αδερφός του Κυριακού, ο Γεώργιος, ο οποίος ήταν έμπορος, και οι θείοι του Ζώτος και Ηλίας Αρσάκης. Στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες ο Κυριακός Αρσάκης ασχολήθηκε με το εμπόριο και σταδιακά δημιούργησε σημαντική περιουσία.

Σπουδές

Ο Απόστολος Αρσάκης απομακρύνθηκε από την Βλαχία μόνον για τις βασικές σπουδές του στην Βιέννη, όπου από το 1804 παρακολούθησε μαθήματα του Γυμνασίου και υπήρξε μαθητής του Νεοφύτου Δούκα από τον οποίο διδάχθηκε επί έξι χρόνια τα Ελληνικά. Κατά το 1807 ο Αρσάκης δημοσίευσε ένα επίγραμμα για το έργο του Ευτρόπιου, Επιτομή της Ρωμαϊκής Ιστορίας, που εκδόθηκε από το Νεόφυτο Δούκα και το 1810 μετέβη για σπουδές Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της πόλεως Χάλλε στη Σαξονία της Γερμανίας. Το 1811 με την ευκαιρία της γεννήσεως του παιδιού του Μεγάλου Ναπολέοντα έγραψε βουκολικό ειδύλλιο, σε δωρική διάλεκτο, κατ' απομίμηση των ειδυλλίων αυτών του Θεοκρίτου με το οποίο παρακαλούσε τον αυτοκράτορα να βοηθήσει την υπόδουλη Ελλάδα για να αποκτήσει την ελευθερία της από τους Τούρκους.

Άσκηση Ιατρικής

Τo 1812 ο Αρσάκης ανακηρύχθηκε χειρουργός και διδάκτορας της Ιατρικής υποβάλλοντας τη διδακτορική του διατριβή, στην Λατινική γλώσσα, με τον τίτλο:
* «De piscium cerebro et medulla spinali» [7] [«Περί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού των ιχθύων»] με την οποία έγινε ένας από τους πρωτοπόρους ερευνητές τής Ιχθυολογίας.
Η διατριβή του, με την οποία τόλμησε να ελέγξει επιστημονικά τις θεωρίες τού διαπρεπούς φυσιοδίφη Cuvier, μεταφράστηκε σε πολλές Ευρωπαϊκές γλώσσες καθώς θεωρείται ότι προήγαγε τη συγκριτική και μ' αυτήν απέδειξε πως το νευρικό σύστημα των ψαριών συγγενεύει με εκείνο των ανθρώπων, θέση που αργότερα υιοθετήθηκε και από τον Φρόυντ. Την σπουδαιότητα της μελέτης του επισημαίνει ο διάσημος Γερμανός ανατόμος και δάσκαλός του Z. Fr. Meckel, ο οποίος σε επιστολή του προς τον Αρσάκη, στις 7 Απριλίου 1813, σημειώνει: «Εγώ καυχώμαι διότι υπήρξα διδάσκαλός σου [...] Το πλήθος των εν τη μελέτη σου παρατηρήσεων, συντελεί τα μέγιστα εις την επίδοσιν τής συγκριτικής ανατομίας [...]».

Στη συνέχεια, ο Αρσάκης επέστρεψε για έναν χρόνο στη Βιέννη, για να παρακολουθήσει μαθήματα οφθαλμολογίας που παρέδιδε δωρεάν ο οφθαλμολόγος Georg Beer με μοναδική υποχρέωση οι φοιτητές του να εργαστούν επί έναν χρόνο ως οφθαλμίατροι. Ο Αρσάκης παρακολούθησε τα μαθήματα και παρέμεινε στη Βιέννη μέχρι το 1814, ενώ στη συνέχεια επέστρεψε στο Βουκουρέστι και επί οκτώ περίπου χρόνια εργάστηκε ως γιατρός σε νοσοκομεία επιδεικνύοντας σπάνιο ζήλο και ταυτόχρονα αφιλοκέρδεια δικαιώνοντας τη διαπίστωση τού δασκάλου του Meckel, ο οποίος έγραψε για τον Αρσάκη: «[...] συ ως θεότητα την ελάτρευσες [την ιατρική] και ουχί ως γαλακτουχούσαν βουν, καθώς πράττουν οι πλείστοι...». Ηγεμόνας της Βλαχίας την περίοδο 1812-1818 ήταν ο Ιωάννης Καρατζάς, ένας από τους πλέον αξιόλογους Φαναριώτες της εποχής, του οποίου ο Απόστολος έγινε ιδιαίτερος γραμματέας του και προσωπικός του γιατρός. Το 1827 ο Αρσάκης ορίστηκε αρχίατρος τής Βλαχίας και ήταν μέλος ιατρικού προσωπικού του νοσοκομείου Coltea στο Βουκουρέστι. Βοήθησε στην καταπολέμηση τής επιδημίας τής πανώλης που είχε πλήξει το 1828-1829 τη Βλαχία και το 1831 βοήθησε στην καταπολέμηση τής επιδημίας τής χολέρας. Το 1832-1833 έγινε αρχίατρος στο νοσοκομείο Coltea και συνετέλεσε στην ενοποίηση των μεγάλων νοσοκομείων με τη δημιουργία τής «Αστικής Εφορίας Νοσοκομείων» ενώ διετέλεσε έφορος νοσοκομείων και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων.

Ενασχόληση με τα κοινά

Το 1822 ο Αρσάκης προσλήφθηκε ως ιδιαίτερος γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Γρηγόριου Γκίκα και εγκατέλειψε οριστικά την ενασχόληση του με την Ιατρική, ενώ από το 1836 μέχρι το 1839 διετέλεσε γραμματέας επικρατείας του διαδόχου του Αλέξανδρου Γκίκα. Το 1857 εκλέχθηκε για πρώτη βουλευτής και συντάχθηκε με τον ηγεμόνα της Βλαχίας και Μολδαβίας, Αλέξανδρο Κούζα. Μεταξύ των άλλων δικαιοδοσιών του ως ειδήμων των πολιτισμικών πραγμάτων μόλις δόθηκε άδεια από τις αρχές για την επαναλειτουργία των σχολείων, ο Αρσάκης εκπόνησε ειδική μελέτη που την παρέδωσε στον πρίγκιπα Filipescu, σχετικά με την αναδιοργάνωση των εκπαιδευτικών συστημάτων.

Την περίοδο 1857-59 χρημάτισε μέλος της τετραμελούς επιτροπής για την ένωση της Βλαχίας και της Μολδαβίας, οι οποίες αποτέλεσαν αργότερα τη Ρουμανία. Η επιτροπή επεξεργάστηκε νομοθετικά τη συνένωση των δύο ηγεμονιών και η δημιουργία της Ρουμανίας φέρει και την υπογραφή του Απόστολου Αρσάκη [8]. Σε επίσημο έγγραφο του Ρουμανικού κράτους αναφέρεται μια διπλωματική συνάντηση του Αρσάκη με τον Άγγλο Πρόξενο, ο οποίος όταν του ανακοίνωσε ότι οι Ρουμάνοι δεν μπορούν να επιβάλουν την θέλησή τους στην Ευρώπη, ο Αρσάκης με πλήρη νηφαλιότητα του ανταπάντησε πως μπορούσε να έχει δίκιο από την αγγλική οπτική, ο σερ Bulwer, αλλά από την ρουμανική, η ένωση των Παραδουνάβιων χωρών ήταν υπόθεση ζωής ή θανάτου και θα επιτυγχανόταν οπωσδήποτε, οπότε και διαμορφώθηκαν κατά το 1862 τα νέα θεσμικά πλαίσια λειτουργίας του κράτους.

Το 1860 έγινε Υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Ηγεμονιών της Βλαχίας και Μολδαβίας, θέση στην οποία διατέλεσε υπουργός με τέσσερις διαφορετικούς ηγεμόνες. Συμμετείχε στο συνέδριο της Βιέννης όπου και ανέπτυξε δεινή διπλωματική ενεργητικότητα αγωνιζόμενος υπέρ των συμφερόντων των Ηγεμονιών, αντιμετωπίζοντας την Ευρωπαϊκή αδιαλλαξία. Στις 8 Ιουνίου του 1862 επιλέχθηκε και διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία τον δολοφονημένο πρωθυπουργό Μπάρμπου Καταρτζίου [Barbu Catargiu]. Στον πρωθυπουργικό θώκο παρέμεινε μέχρι τις 24 Ιουνίου του 1862. Από το έτος 1862 μέχρι το 1865, μετά και την παραίτησή του από τα κυβερνητικά αξιώματα, παρέμεινε απλός βουλευτής, ενώ το 1866, μετά την επανάσταση κατά του Αλέξανδρου Κούζα, αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση.

Ιδεολογία

Ο Αρσάκης αναφορικά με την ένωση των Ρουμανικών Ηγεμονιών, πίστευε στην αποφασιστική ενίσχυση των δεσμών μεταξύ Βλαχίας και Μολδαβίας, κι όχι σε μια απλή συνένωση κι έφερε ως παράδειγμα αυτό της Σουηδίας και της Νορβηγίας, που ενώ αποτελούσαν από τότε δύο διαφορετικά κρατίδια, από το 1815 μοιράζονταν τον ίδιο βασιλιά. Πρώτος ο Αρσάκης αντιπαρατέθηκε στους Κάρολο Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, διατυπώνοντας την άποψη ότι «όπως ακριβώς το κεφάλαιο χρειάζεται τους εργάτες» έτσι ακριβώς και «οι εργάτες χρειάζονται το κεφάλαιο», καθώς με την έλλειψη του θα «μαραθούν στην ανεργία». Απεχθανόταν τους κομμουνιστές επαναστάτες της εποχής του όμως εναντιώθηκε και στο αίτημα των Φιλελευθέρων για την επιβολή του μέτρου της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως. Σύμφωνα με τον Αρσάκη το Κράτος οφείλει να εξασφαλίζει την αρμονική συνύπαρξη εργασίας και κεφαλαίου, και γι' αυτό το λόγο είναι υπεύθυνο για φαινόμενα όπως η ανεργία και η αποβιομηχάνιση.

Υποστήριζε πως οι χωρικοί αν και δεν διέθεταν γη, δεν θεωρούνταν ακτήμονες, αφού διαθέτουν τα ζώα, τα εργαλεία και προπαντός την εργασία, την οποία μάλιστα χαρακτήρισε ως «πρώτη, πιο ιερή και κατεξοχήν απαράγραπτη ιδιοκτησία του ανθρώπου». Θεωρούσε πως η αναγκαστική μεταβίβαση της κυριότητας κτημάτων στο κράτος, για να δοθεί κατόπιν στους καλλιεργητές, δεν θα ωφελούσε την τοπική κοινωνία καθώς αυτοί δεν ήταν εις θέση να κρατήσουν τα κτήματα αυτά. Όπως συνέβη εκ των υστέρων, οι περισσότεροι εξ αυτών θα τα παρατούσαν και θα πωλούσαν τα κτήματα σε εξευτελιστικά χαμηλή τιμή. Η αναλυτική σκέψη του αποτύπωσε την ζωτικής σημασίας αρχή που συνιστά τη διαφορά μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς: Ο άνθρωπος, για να έχει κάτι, πρέπει πρώτα να αποδείξει ότι είναι άξιος να το κατέχει. Οι απόψεις του για την πολιτική και την κοινωνία τον ανέδειξαν ως τον πλέον συνεπή συντηρητικό και παραδοσιοκράτη διανοούμενο της εποχής του.

Στα ζητήματα της παιδείας, ο Αρσάκης παρατηρώντας ότι στις Ρουμανικές Χώρες οι γυναίκες, οι οποίες ευνοημένες από τη νομοθεσία αποκτούσαν οικονομική και κοινωνική δύναμη, εκτραχηλίζονταν, αποφάσισε να διαθέσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του στη «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία», που μόρφωνε αποκλειστικά κορίτσια με σκοπό να λειτουργεί στο τότε νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος, ισχυρός εκπαιδευτικός οργανισμός όπου θα διαπαιδαγωγούνταν κοπέλες ικανές να γίνουν «σωστές μητέρες και δασκάλες».

Αρσάκειο Παρθεναγωγείο

Το 1836 ο παιδαγωγός Ιωάννης Κοκκώνης, ο διδάσκαλος τού Γένους Γεώργιος Γεννάδιος και ο Αρχιμανδρίτης Μισαήλ Αποστολίδης αποφάσισαν να ιδρύσουν, μαζί με άλλους εβδομήντα επιφανείς Έλληνες, την «Εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» με σκοπό «την προαγωγήν τής παιδείας τού ελληνικού λαού». Με τη διορατικότητα τού Κοκκώνη η Εταιρεία εξειδικεύτηκε στην εκπαίδευση των κοριτσιών με έμφαση στην προετοιμασία διδασκαλισσών. Το 1837 ιδρύθηκε το πρώτο σχολείο, το οποίο λειτούργησε σε ενοικιασμένο κτίριο ενώ το πρώτο ιδιόκτητο κτίριο τής «Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» θεμελιώθηκε το 1846 σε οικόπεδο στη γωνία των οδών Πανεπιστημίου και Μενάνδρου -σήμερα Πεσμαζόγλου- που η «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» αγόρασε από τη Μονή Ζωοδόχου Πηγής της Άνδρου.

Τα έξοδα της ανεγέρσεως του νέου κτιρίου υποχρέωσαν την Εταιρεία να αποδεχθεί την πρόταση του Χατζόπουλου να απευθυνθούν στον Αρσάκη, ο οποίος ανέλαβε το σύνολο των εξόδων για την ανέγερση των σχολείων και παράλληλα κατέβαλε στην Εταιρεία όλα τα έξοδα που είχε κάνει μέχρι τότε µε τη μια και μόνη ευχή: «το μικρόν χωρίον της καταγωγής του, η Χοταχόβα να κατασταθεί μιαν ημέραν μουσοτροφείον» [9]. Ο Αρσάκης διέθεσε σημαντικά ποσά για την ανέγερση σχολείων, όπως το 1870 τα Αρσάκεια Σχολεία για τη συντήρηση και λειτουργία των οποίων μερίμνησε, καταθέτοντας τα απαραίτητα χρηματικά ποσά [10] ενώ ανέλαβε τη συντήρηση των εκκλησιών του χωριού του και τη χρηματοδότηση πολλών κοινωφελών έργων.

Οι διοικούντες την Εταιρεία ανήγγειλαν την είδηση στη βασίλισσα Αμαλία, η οποία ήταν προστάτιδα του Σχολείου, και αυτή αποφασίζει να τιμηθεί ο Αρσάκης με τον σταυρό των Ανωτέρων Ταξιαρχών. Η ανέγερση των κτιρίων του Παρθεναγωγείου ολοκληρώθηκε το 1852 και στις εγκαταστάσεις δόθηκε το όνομα του Αρσάκη, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, καθώς οι δωρεές του στην Εταιρεία ανήλθαν συνολικά στις 600.000 χρυσές δραχμές της εποχής. Η αρχιτεκτονική του κτιρίου, το μέγεθος και η πολυτέλεια σε πολλές αίθουσες προκαλούν εντύπωση, όμως αιτιολογούνται και κατανοούνται οι διαστάσεις, αν ληφθούν υπόψη οι αριθμοί των μαθητριών που φοιτούσαν στα σχολεία αυτά κατά τον 19ο αιώνα αλλά και η σημασία της εκπαιδεύσεως, του σχολείου γενικά και της γυναικείας εκπαιδεύσεως ειδικότερα.

Ο Αρσάκης με τα δωρητήρια συμβόλαια: 8163/4ης Ιουλίου 1867 και 14991/20ης Φεβρουαρίου 1891 παρεχώρησε στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Αθηνών τεράστια χρηματικά ποσά για τους σκοπούς της. Εκτός των άλλων, παρακαλεί «να αναδεχτεί η ρηθείσα εταιρεία την εποπτείαν της ιδρυθείσης παρά του αυτού δωρητού σχολής εις το χωρίον της γεννήσεώς του Χοτόβα, πλησίον της Πρεμετής εν τη επαρχία Κορυτσάς με την υποχρέωσιν να δαπανά κατ’ έτος δι’ αυτήν με τους αναγκαίους διδασκάλους δραχμ. 2.500-3.500». Παράλληλα ο ευεργέτης με την αριθμό 8163/1867 συμβολαιογραφική του πράξη, του συμβολαιογράφου Αθηνών Γ. Αφεντάκη, παρακαλεί και επιτάσσει «όπως διατηρούνται διηνεκώς ως υπότροφοι της Εταιρείας 4 κοράσια εκ της ιδιαιτέρας πατρίδος του δωρητού». Χαρακτηριστικό της δυναμικής του Παρθεναγωγείου είναι το γεγονός πως τη σχολική χρονιά 1880-1881 φοιτούν στο διδασκαλείο 667 μαθήτριες (εσωτερικές 199 και 468 εξωτερικές) και το εκπαιδευτικό έτος 1888-89 σε σύνολο 704 μαθητριών οι εσωτερικές ήταν 217 και οι εξωτερικές 487.

Το καλοκαίρι του 1872 συνάντησε στη Ρουμανία, στο κτήμα του στο Παραϊπάνι, δύο αρσακειάδες εγκατεστημένες στη Βράιλα, τη Μαρία και την Ελένη Χριστίδου, από τις οποίες ζήτησε να μάθει με λεπτομέρειες για τα μαθήματα και τη ζωή στο Αρσάκειο. Η Μαρία Χριστίδου-Αλεξανδρίδου, μετέπειτα διευθύντρια τού Αρσακείου, περιέγραψε τον Αρσάκη στο επετειακό τεύχος τού ΣΑΦΕ με τίτλο «Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων»: «Πράγματι αναπλεύσαντες τον Δούναβι μετέβημεν εις Γιούργεβο και εκείθεν εφ αμάξης εις το εκεί μεγάλο αγροτικό κτήμα του Παραπάνι, ένθα παρεθέριζεν. Ενθυμούμαι ακόμη την εξαιρετικήν εντύπωσιν που μου έκαμεν. Ωμοίαζε καταπληκτικά με την εν τω Αρσακείω προτομήν του με τη διαφορά ότι ήτο μία ζωηρά ολοζώντανη φυσιογνωμία, γεμάτη αγαθότητα και υγείαν. Και όπως ήτο ολόλευκα ενδεδυμένος, με τα άσπρα του μαλλιά και το ρόδινον τής υγείας χρώμα, μού εγέννησεν την εντύπωσιν ότι ήτο η ενσάρκωσις τού Γεροστάθη, τού ήρωος τού αλησμονήτου εκείνου βιβλίου τού Λέοντος Μελά». Και συνεχίζει: «Ότε δε απεχαιρετῶμεν αυτόν, ηυχαρίστησε τον πατέρα μου διά την χαράν που ησθάνθη γνωρίσας δύο μαθητρίας του Αρσακείου και αντιληφθείς ο ίδιος ποίαν εκπαίδευσιν και μόρφωσιν ελάμβανον αι Ελληνίδες εις το ίδρυμα το οποίον εδώρησεν εις την Ελλάδα. Εξέφρασε δε συγχρόνως την λύπη του, διότι δεν έκτισε το Αρσάκειον πολύ πριν και δεν έστειλε τας θυγατέρας του να εκπαιδευθούν και ανατραφούν Ελληνικά και να ζήσουν ως Ελληνίδες....».

Με το δίπλωμα του Αρσακείου οι νέες που φοιτούσαν στο Παρθεναγωγείο διασκορπίζονταν στη συνέχεια ως δασκάλες και πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους από τον Πόντο μέχρι την Καππαδοκία και από την Ανατολική Ρωμυλία μέχρι την Αίγυπτο, παντού σε κάθε περιοχή όπου άκμαζε ο Ελληνισμός. Ο Αρσάκης, για τη συνεισφορά του στην δράση και την ανάπτυξη της Εταιρείας, ανακηρύχθηκε, το 1850, Μέγας Ευεργέτης της. Ο Αρσάκης ανήγειρε και την εκκλησία του Αρσακείου, η οποία τιμάται, χάριν της δεύτερης συζύγου του Αναστασίας, επ' ονόματι της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας. Ο αρχικός Ναός κατεδαφίστηκε στα 1900 όταν έγινε η επέκταση του συγκροτήματος και στο σχολείο του Ψυχικού κατασκευάστηκε καινούργιος με την ίδια ονομασία. Δύο μήνες προ του θανάτου του ο Αρσάκης αφιέρωσε στην εκκλησία του Αρσακείου έναν Επιτάφιο και ένα χρυσοκέντητο Σταυρό. Η Εταιρεία ανέγραψε το όνομά του πρώτο στη στήλη των μεγάλων ευεργετών της, τοποθέτησε δε την προτομή του σε περίβλεπτη θέση. Μετά το 1933 οι εγκαταστάσεις στο κέντρο της Αθήνας, συγκεκριμένα το κτίριο που περικλείεται από τις οδούς Πανεπιστημίου, Αρσάκη, Σταδίου και Πεσμαζόγλου, μισθώθηκαν στο Ελληνικό δημόσιο για τη στέγαση των τακτικών δικαστηρίων, του Ειρηνοδικείου και του Πρωτοδικείου Αθηνών, και στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν εκεί οι υπηρεσίες του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Συγγραφική δραστηριότητα

Ο Αρσάκης στα χρόνια της παραμονής του στη Βιέννη έγραψε όλα τα έργα του στην ελληνική γλώσσα. Από πολύ νέος έδωσε δείγματα της μεγάλης φιλολογικής του μορφώσεως και της πρώιμης διανοητικής ωριμότητάς του. Όταν ήταν φοιτητής, σε ηλικία 19 ετών, το 1811, έγραψε με την ευκαιρία της γεννήσεως του παιδιού του Μέγα Ναπολέοντα βουκολικό ειδύλλιο, σε δωρική διάλεκτο, κατ’ απομίμηση των ειδυλλίων αυτών του Θεοκρίτου, με το οποίο παρακαλούσε τον αυτοκράτορα να βοηθήσει την υπόδουλη Ελλάδα για να αποκτήσει την ελευθερία της από τους Τούρκους. Αντίθετα, τα κείμενα που έγραψε μετά την επιστροφή του στη Ρουμανία, είναι πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου γραμμένα κυρίως στη γαλλική και τη ρουμανική γλώσσα. Από νωρίς έδωσε δείγματα της μεγάλης φιλολογικής του μορφώσεως και της πρώιμης διανοητικής ωριμότητάς του από πολύ νεαρή ηλικία και χειριζόταν την Λατινική αλλά και την αρχαία ελληνική γλώσσα όσο λίγοι στον καιρό του. Δημοσίευσε στο περιοδικό «Λόγιος Ερμής», του Άνθιμου Γαζή, άρθρα σχετικά με την ιστορία της Ιατρικής και συνέγραψε πολλές ακόμα επιστημονικές εργασίες, οι οποίες δημοσιεύθηκαν σε επιστημονικά περιοδικά και εγκυκλοπαίδειες.

  • «Περί του ει εξήν ταις γυναιξί ταις δραματικαίς επιδείξεσι παρείναι», αρχαιολογική πραγματεία, στην αττική διάλεκτο.
    Η πραγματεία δημοσιεύθηκε στην Εγκυκλοπαίδεια του Στέφανου Κομητά, καθώς στάθηκε αδύνατο να δημοσιευθεί στο περιοδικό «Λόγιος Ερμής» όπου είχε ήδη επικρατήσει η τάση των δημοτικιστών που κάθε άλλο παρά ευνοούσε τη δημοσίευση κειμένων έστω στην καθαρεύουσα πόσο δε μάλλον στην Αττική διάλεκτο.
  • «Έκθεσις συνοπτική της ιατρικής ιστορίας», στην οποία παρουσιάζει την εξέλιξη της Ιατρικής από τα αρχαία χρόνια στα σπουδαιότερα έθνη.

Ο Νεόφυτος Δούκας και ο Απόστολος Αρσάκης, που διατήρησαν φιλικές σχέσεις ζωής, ασχολήθηκαν επιμελημένα με την μελέτη των Ελληνικών γραμμάτων αμιλλώμενοι ποιος εκ των δύο να παρουσιάσει τους καλύτερους εξάμετρους, ιαμβικούς, καρκινικούς και πινδαρικούς στίχους. Έτσι ο Αρσάκης για την έκδοση του Αρριανού υπό του Νεόφυτου Δούκα συνέθεσε το εξής επίγραμμα:

«Θαύματι νυσσομένοις μεγαλήτωρ ιστορικοίσι
ύμνημαι πολλοίς Ανατολίης δαμάτωρ.
Ψεύδεος εχθρός μαν εχθρώ μοι οίος αρηρώς,
τώρα σε και πάντων, Αρριανέ, προτίω».

Το τέλος του

Ως ικανός ιατρός ο Αρσάκης εντόπισε με μεγάλη χρονική ακρίβεια, τη στιγμή του θανάτου του. «Η αδυναμία μου είναι τοσαύτη, ώστε αμφιβάλλω αν θα μου επιτρέψη πλέον να συνεχίσω. Η λυχνία σβέννυται, φίλε Νικόλαε ... ου μόνον ελλείψει ελαίου, αλλά διότι ουδείς δύναται να χορηγήση το τοιούτον...», γράφει στον φίλο του Νικόλαο Χατζόπουλο στην Αθήνα το βράδυ της 15ης Ιουλίου, την παραμονή του θανάτου του. Ανακοινώνοντας το συμβάν ο Κλέων Ραγκαβής, Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στο Βουκουρέστι, κάλεσε τους πάντες να παραστούν στην κηδεία του, που έγινε την ίδια μέρα, ώστε «...να αποδοθή ο έσχατος σεβασμού και ευγνωμοσύνης φόρος εις άνδρα, ου το πένθος είναι πάνδημον παντού όπου αναπνέουσιν Έλληνες». Το 1885 ο διάσημος Ρουμάνος γλύπτης Κάρολ Στόρκ φιλοτέχνησε στο μαυσωλείο του νεκροταφείου Μπέλλου στο Βουκουρέστι τη μορφή του Αρσάκη, όμως κατά τους βομβαρδισμούς του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, το ταφικό μνημείο καταστράφηκε.

Έγραψαν για τον Αρσάκη

Στην εφημερίδα «Παλιγγενεσία» των Αθηνών, στις 23 Ιουλίου 1874, διαβάζουμε:

«Εν Βουκουρεστίω τής Ρουμανίας ετελεύτησεν κατ’ αυτάς ο αληθής ευεργέτης τής Ελλάδος ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΡΣΑΚΗΣ. Ο θάνατος αυτού θα λυπήση ολόκληρον το Πανελλήνιον, όπερ δεν λησμονεί τας τοσαύτας προς το έθνος δωρεάς τού αοιδήμου Αρσάκη. Γέννημα τής ευάνδρου Ηπείρου είχε ζέοντα εν αυτώ τον Ελληνισμόν και την φιλοπατρίαν ακμάζουσαν και οσημέραι κρατυνουμένην». Στην εφημερίδα «Εθνοφύλαξ» των Αθηνών, στις 25 Ιουλίου 1825, διαβάζουμε: «Η Ελλάς όλη οφείλει να πενθήση επί τω θανάτω ανδρός αναδειχθέντος ευεργέτου τού όλου Ελληνικού γένους διά των μεγάλων αυτού θυσιών υπέρ τής εκπαιδεύσεως τού γυναικείου φύλου». 

Στα πρακτικά της ΚΔ' Συνεδριάσεως του Δ.Σ. της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, στις 24 Ιουλίου 1874, αναφέρεται:

«Ο κύριος Πρόεδρος ανήγγειλεν τον θάνατον τού Μεγάλου Ευεργέτου τής Ελλάδος Αποστόλου Αρσάκη, το δε Συμβούλιον έκρινε, πρώτον να φέρη το προσωπικόν τού Αρσακείου σημείον πένθους μέχρι τής τελέσεως τού επισήμου μνημοσύνου, δεύτερον να τελεσθή μνημόσυνον δημοτελές εν τω Ναώ τής Μητροπόλεως, τούτο δε να δηλωθή τω Υπουγείω των Εκκλησιαστικών. Αμέσως μετά παρατηρήσεως ότι επειδή ο μακαρίτης εἶτο ευεργέτης τής όλης Ελλάδος, να ευαρεστηθή η Κυβέρνησις να δώση περισσοτέραν επισημότητα εις την τελετήν, τρίτον να γραφή επιστολή συλλυπητήριος εις τας θυγατέρας τού μακαρίτου, να αναγγελθώσι και τα ανωτέρω μέτρα τού Συμβουλίου, και ότι ο μακαρίτης και η σύζυγός του θέλουν μνημονεύεσθαι πάντοτε εν τω Ιερώ Ναώ τού καταστήματος....».

Η ελληνική εφημερίδα «Κλειώ» της Τεργέστης γράφει, στις 31Αυγούστου /12 Σεπτεμβρίου 1874: «Ο Αρσάκης υπήρξεν όντως μέγας ανήρ και κατά την διάνοιαν και κατά το φρόνημα και κατά την καρδίαν και κατά τον εθνισμόν». Το γαλλικό περιοδικό της εποχής «Le Monde Illustre» [11] έγραφε:

«Έσβησεν στο Βουκουρέστι ένας από τους ανθρώπους που περισσότερο τίμησαν την Ελλάδα και την Ρουμανία, ο Απόστολος Αρσάκης. Η μεγάλη του ευφυΐα και οι ευρύτατες γνώσεις του, η αφοσίωσίς του εις την θετήν του πατρίδα, ορθώς τον έκαναν να διακρίνεται μεταξύ των ανθρώπων των κατεξοχήν ικανών να καταλάβουν τα ανώτατα πολιτικά αξιώματα. Η μεγάλη του παιδεία, τα προτερήματα της καρδιάς του, η ευγένεια του χαρακτήρα του, η γοητεία της συζήτησης μαζί του, τον είχαν καταστήσει αντικείμενον κάθε συμπάθειας. Εργαζόταν μέχρι την τελευταία ώρα της μακράς του σταδιοδρομίας...». 

Σε εφημερίδα της ομογένειας [12] στη Ρουμανία αναφέρεται: «Τη ιζ΄Ιουλίου 1874 Γαία Δακίης κάλυψε σαρκίον Αρσάκη Αστήρ εώος και φαεινός..., εν Βουκουρεστίοις. Πολιτικός δημόφρων, διπλωμάτης, μετριόφρων, φιλόσοφος Αριστοτελικός ιατροχειρουργός Ιπποκρατικός .... φιλεθνής υπέρ της Ελλάδος, της Δακίας, υπέρ των πτωχών. Ιδού αι κατακοσμήσασαι τον άνδρα αρεταί...».

Μνήμη Απόστολου Αρσάκη

Η επικράτεια της σημερινής Ρουμανίας, όπου εγκαταστάθηκε από νεαρή ηλικία ο Απόστολος Αρσάκης, εξελίχθηκε από την πρώιμη Αρχαιότητα ως την σύγχρονη εποχή σε μια δεύτερη «Magna Graecia» ή «Magna Graecia του Βορρά», όπως αποκάλεσε τα δακικά μέρη ο Βυζαντινολόγος και Ακαδημαϊκός Διονύσιος Ζακυθηνός. Ιδιαίτερα μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως στις 29 Μαΐου του 1453, η μαζική έξοδος των Ελλήνων προς τις περιοχές της σημερινής Ρουμανίας έλαβε μορφή μαζικής εξόδου και η παρουσία τους συνέβαλε στη δημιουργία του «Βυζαντίου μετά το Βυζάντιο», σύμφωνα με την έκφραση του Ρουμάνου κορυφαίου ιστορικού Nicolae Iorga. Μετά το 1823 ο Αρσάκης κατείχε σημαντικά αξιώματα στη διακυβέρνηση της Βλαχίας και ευνοήθηκε από συγκυρίες αλλά δημιούργησε και προσωπικές σχέσεις. Διετέλεσε εργολάβος δημοσίων επιχειρήσεων αποκτώντας τεράστια περιουσία και επιδίωξε με συνέπεια να γίνει αποδεκτός στους κύκλους των μεγάλων βογίαρων. Πέρα από την άσκηση της Ιατρικής, αγόρασε αγροκτήματα ενώ επιπλέον του παραχωρήθηκαν σημαντικά αστικά και αγροτικά ακίνητα από ασθενείς τους οποίους θεράπευσε και ο ίδιος εξαγόρασε τίτλο ευγένειας, συνεπώς η ραγδαία κοινωνική και πολιτική άνοδος και καταξίωση του δεν υπήρξε τυχαία. Στην ώριμη φάση της πολιτικής του σταδιοδρομίας επί Κούζα ο Αρσάκης αναδείχθηκε σε σημαντικό στέλεχος της συντηρητικής παρατάξεως.

Πολλά από τα βιογραφικά στοιχεία του Αρσάκη, που υπήρξε ένας από τους δεκαπέντε κορυφαίους Ηπειρώτες, Έλληνες Εθνικούς ευεργέτες, παραμένουν ως τις μέρες μας αντιφατικά, όμως όλα τα στοιχεία συνηγορούν στην άποψη πως ο Αρσάκης παρακολούθησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εξέλιξη της Ελληνικής εθνεγερσίας του 1821 και την συνεπακόλουθη ίδρυση του Ελληνικού κράτους της νεότερης ιστορίας, ενώ είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι συνέβαλε -με όποιο τρόπο του ήταν δυνατόν- στην πνευματική και ηθική ανέλιξη των Ελλήνων αν και ο ίδιος δεν επισκέφθηκε ποτέ το νεοσύστατο κράτος. Παρακολούθησε την εξέλιξη της Ελληνικής Εθνεγερσίας ως την δημιουργία του Ελληνικού κράτους και συχνά απευθύνθηκε σε φίλους του των οποίων την κρίση και την φιλοπατρία εκτιμούσε: στον Θεόκλητο Φαρμακίδη, τον Ανέστη Χατζόπουλο, τον καθηγητή Γεώργιο Δαμιανό για να πληροφορείται τις επείγουσες ανάγκες της πατρίδος.

Γνώριζε άριστα Γερμανικά, Τουρκικά, Λατινικά, Ρουμανικά, Ιταλικά, Ρωσικά, Γαλλικά και Ελληνικά, όμως αισθάνονταν Έλληνας, υπέγραφε συχνότατα στα ελληνικά, και το 1938 απογράφηκε ως Έλληνας απογραφή του πληθυσμού της Βλαχίας. Το 1858 με νόμο που υπέγραψε ο βασιλιάς Όθωνας αποδόθηκε στον Αρσάκη η Ελληνική ιθαγένεια διότι «εμπνεόμενος υπό ακραιφνούς πατριωτισμού και αγάπης προς την Ελλάδα καθίδρυσεν, ιδία δαπάνη, το εν Αθήναις Αρσάκιον Παρθεναγωγείον» [13]. Διακριτικός και εχέμυθος, ο Αρσάκης, επέδειξε ιδιαίτερη ικανότητα στη διευθέτηση των πολιτικών ζητημάτων ενώ υπήρξε μεθοδικός, τακτικός και οργανωτικός, υποστηρικτής των μεταρρυθμίσεων αρκεί αυτές να συντελούνται στη βάση εμπεριστατωμένης μελέτης. Βαθιά θρησκευόμενος στάθηκε αρωγός εράνων είτε για την ανακαίνιση και αποκατάσταση είτε για την ανέγερση ιερών ναών, σχολείων, νοσηλευτικών ιδρυμάτων και κυρίως για την στήριξη όσων υπέφεραν από κάθε είδους στερήσεις.

Στην Ελληνική ιστορία το όνομα του Αρσάκη δεν κατέστη ένδοξο ούτε από τα πρώιμα πνευματικά δείγματα της εξαιρετικής διανοίας του, ούτε από την δράση του στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, αλλά από τις μεγάλες δωρεές του στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Μετά τη γνωστοποίηση του θανάτου του το προσωπικό του Αρσακείου πένθησε την απώλεια του επί σαράντα ημέρες και τέλεσε μνημόσυνο στη Μητρόπολη Αθηνών, κατά το οποίο εκφώνησε ιστορικό λόγο ο Κωνσταντίνος Κοντογόνης. Το Συμβούλιο της Εταιρείας όρισε, επίσης, όπως σε κάθε εορτή να ευλογεί το όνομα του στην εκκλησία του Αρσακείου ο εκκλησιαστικός χορός των Αρσακειάδων ψάλλοντας το τροπάριο «Αποστόλου και Αναστασίας, των αοιδίμων ιδρυτών του ιερού τούτου τεμένους, αιωνία η μνήμη» και κάθε χρόνο την τελετή της αποφοιτήσεως οι απόφοιτες ψάλλουν τον «Αρσάκειο Ύμνο», που γράφτηκε και μελοποιήθηκε προς τιμή του το 1866 από τον Λ. Καμηλιέρη. Στις 29 Οκτωβρίου, κατά την εορτή τής Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας, τελείται μνημόσυνο του στον φερώνυμο ναό των εγκαταστάσεων των Αρσάκειων Εκπαιδευτηρίων στο Ψυχικό.

Στο χωριό Βέδεα, κοντά στο Δούναβη ποταμό, σε απόσταση εξήντα χιλιομέτρων από το Βουκουρέστι, όπου είχε κτήματα, το όνομα του Αρσάκη μνημονεύεται στο αρχοντικό του, που στεγάζει σήμερα το Δημαρχείο, στο κτίριο του παλιού Δημαρχείου πού σήμερα είναι το Ταχυδρομείο, στο Σχολείο με την κτητορική επιγραφή του ιδρυτή του, στην εκκλησία Αγίου Παντελεήμονος, που έχτισε στην μνήμη του γιού του, και η οποία αποτελεί ιστορικό μνημείο, διακοσμημένο με τοιχογραφίες του Ρουμάνου κορυφαίου ζωγράφου Gheorghe Tattarescu. Ο Αρσάκης υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, ένας από τους σπουδαιότερους και ευφυέστερους Έλληνες του εξωτερικού με πλούσιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Τιμήθηκε με τα υψηλοτέρα παράσημα τής Ελλάδας και τής Ρουμανίας και δικαίως τον χαρακτήρισαν «δημιουργό τής σύγχρονης Ρουμανίας» και «πρωτεργάτη τής πνευματικής απελευθερώσεως τής Ελληνίδας γυναίκας και θεμελιωτή τής γυναικείας μορφώσεως».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

  • [«Αρσάκης. Η σκέψη και η πολιτική του δράση», Δημήτρης Μιχαλόπουλος, Αθήνα: Κάκτος, 2005.]

Παραπομπές

  1. [Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία stoabibliou.gr (ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2022, 09:57')]
  2. [Το έτος της γεννήσεως του Απόστολου Αρσάκη δεν είναι απολύτως εξακριβωμένο. Ο ίδιος ο Αρσάκης σε σημείωμα προς τον κοσμήτορα τής Ιατρικής Σχολής τού Πανεπιστημίου τής Halle, στις 26 Οκτωβρίου 1812, αναφέρει ότι γεννήθηκε το 1790 όμως στην απογραφή που έγινε στη Βλαχία το 1838 δήλωσε ότι είναι 55 ετών, ηλικία που παραπέμπει στο 1783. Ο Αναστάσιος Γούδας στο έργο του «Βίοι Παράλληλοι» αναφέρει ως έτος γεννήσεως τού Αρσάκη το 1792, ενώ σύμφωνα με όλες τις πηγές στη Ρουμανία φέρεται να γεννήθηκε το 1789.]
  3. [όπως παραπάνω (παραπομπή α.α. 2).]
  4. [O Γεώργιος Αρσάκης γεννήθηκε το 1815 κι ήταν το πρώτο από τα τρία τέκνα του Απόστολου και της Έλενας. Το 1835 σε ηλικία είκοσι ετών βρίσκονταν για σπουδές Φιλοσοφίας στη Βιέννη. Εκεί γνωρίστηκε με μια Εβραία συμφοιτήτρια του την οποία θέλησε να παντρευτεί καθώς εκείνη δέχθηκε να ασπαστεί το Ορθόδοξο θρησκευτικό δόγμα. Η άρνηση του Απόστολου Αρσάκη να συναινέσει στο γάμο τους, καθώς είχε ως ιδεολογικό του πιστεύω ότι οι Εβραίοι στραγγαλίζουν οικονομικά την Βλαχία και την Μολδαβία, είχε ως αποτέλεσμα τα δυο εικοσάχρονα παιδιά να αυτοκτονήσουν αυτοπυροβολούμενα τον ίδιο χρόνο.]
  5. [Η Ελένη, η κόρη του Απόστολου Αρσάκη και της Έλενας Δαρβάρι, γεννήθηκε το 1821. με την επιμονή του πατέρα της δέχθηκε να παντρευτεί τον Έλληνα Δημήτριο Φιλίτη, πολλά χρόνια μεγαλύτερο της και ιδιαίτερα φιλάσθενο. Η Ελένη δημιούργησε ερωτική σχέση με τον σχεδόν συνομήλικο της Γρηγόριο Καντακουζηνό, τον οποίο παντρεύτηκε, αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του συζύγου της. Η ίδια απεβίωσε το 1870.]
  6. [Η Ολυμπία, η μικρότερη από τα τρία παιδιά του Απόστολου Αρσάκη και την Έλενας, που γεννήθηκε το 1924, ήταν η πλέον συναισθηματικά δεμένη με τον πατέρα της. Παντρεύτηκε με το νομικό Εμμανουήλ Λαχοβάρη, γόνο ιστορικής Ελληνικής οικογένειας από την Κωνσταντινούπολη και έγινε μητέρα ενός γιού, του Γρηγόρη. Μετά το θάνατο του πατέρα της, έφερε τα οστά του στον οικογενειακό τάφο του συζύγου της, στο νεκροταφείο Μπέλλου στο Βουκουρέστι. Η Ολυμπία επικοινωνούσε με τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία μέχρι τον θάνατό της.]
  7. [ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΝΕΥΡΟΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΩΝ ΨΑΡΙΩΝ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ, ΑΠΟΣΤΟΛ ΑΡΣΑΚΥ, 1813 agmv.ro]
  8. [Ελένη Μπελιά, «Ο Ελληνισμός της Ρουμανίας», Δελτίο της Ιστορικής Εθνολογικής Εταιρείας, το 1983, όπου αναφέρεται ότι η δημιουργία της Ρουμανίας φέρει την υπογραφή μεταξύ άλλων και του “Apostolo Arsaki” ο οποίος γνώριζε ικανώς τις συνθήκες και τα δικαιώματα των ξένων, όπως υποστήριζε ο Αυστριακός πρόξενος Τιmoni.]
  9. [«Το νόημα της Ηπειρωτικής Ευποιΐας», Κωνσταντίνος Στεργιόπουλος, έκδοση «Σύλλογος Δημοδιδασκάλων Ιωαννίνων», Ιωάννινα 1959, σελίδα 12η.]
  10. [Αρσάκειο Χατάχοβας arsakeio.gr]
  11. [«Le Monde Illustre», τόμος xxxv, αριθμός 910, 16 Σεπτεμβρίου 1874, σελίδα 192η.]
  12. [«Δεκέβαλος» Βουκουρεστίου, 2α Οκτωβρίου 1874.]
  13. [Απόστολος Αρσάκης (Επίσημα πρακτικά των συνεδριάσεων της Βουλής), τόμος 7ος books.google.gr/books]