Γιώργος Ζαμπέτας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Γεώργιος Ζαμπέτας, Έλληνας εθνικιστής, ένθερμος υποστηρικτής της 21ης Απριλίου 1967 και του Γεωργίου Παπαδόπουλου, μουσικοσυνθέτης, ερμηνευτής και σπουδαίος βιρτουόζος του μπουζουκιού, γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1925 στη συνοικία της Ακαδημίας Πλάτωνος, στην οδό Δημοσθένους 27, στην Αθήνα και πέθανε από καρκίνο των οστών στις 10 Μαρτίου 1992, στο νοσοκομείο «Σωτηρία» στην Αθήνα. Η νεκρώσιμος ακολουθία τελέστηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου στο Αιγάλεω και ακολούθησε η ταφή του στο Γ' Νεκροταφείο Αθηνών, σε τάφο της οικογένειας Ζαμπέτα, παρουσία χιλιάδων θαυμαστών του.

Το Σεπτέμβριο του 1952 παντρεύτηκε με την Αργυρώ Ζαμπέτα, που γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1930 την οποία είχε γνωρίσει το 1945, στα 15 της χρόνια, και μαζί της απέκτησε δύο κόρες, την Μαρίκα το 1953 και την Αικατερίνη το 1954, μετέπειτα σύζυγο του μαθηματικού Βαγγέλη Γαβριελάτου, καθώς και ένα γιο, τον Μιχάλη το 1956. Η οικογένεια Ζαμπέτα κατοικούσε αρχικά στην οδό Σαλαμίνoς στο Αιγάλεω και αργότερα σε ιδιόκτητο σπίτι στην οδό Καλαβρύτων στο Χαϊδάρι Αττικής. Ο γιος του Γιώργου Ζαμπέτα, ο Μιχάλης Ζαμπέτας απεβίωσε [1] την ίδια ημερομηνία, 10 Μαρτίου, με τον πατέρα του, το 2008, από καρκίνο, ενώ ενδιάμεσα είχαν αποβιώσει η σύζυγος του Ζαμπέτα, Αργυρώ και η μεγάλη του κόρη, Μαρίκα.

Γιώργος Ζαμπέτας

Βιογραφία

Πατέρας του Γιώργου, που είχε πέντε αδελφές, ήταν ο κουρέας Μιχάλης Ζαμπέτας, με καταγωγή από την Κύθνο και μητέρα του η Μαρίκα Μωραΐτη, ανιψιά γνωστού βαρύτονου της εποχής. Η μητέρα του έλεγε πως ακόμη και το κλάμα του Γιώργου, όταν ήταν μωρό, υπήρξε μελωδικότατο. Το 1932, σε ηλικία επτά ετών κέρδισε το πρώτο του βραβείο, ως μαθητής της Α' Δημοτικού, παίζοντας το πρώτο του τραγούδι σε σχολικό διαγωνισμό, ενώ το 1938 γνωρίστηκε με το Βασίλη Τσιτσάνη. Το 1940 η οικογένεια του μετακόμισε στο Αιγάλεω, επί της Ιεράς Οδού 309 και Σαλαμίνος 1, πόλη για την οποία εμπνεύστηκε και επινόησε το προσωνύμιο «Αιγάλεω Σίτι», κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας του στη Μεγάλη Βρετανία.

Καλλιτεχνική σταδιοδρομία

Ο Ζαμπέτας διδάχθηκε μπουζούκι από τον κουρέα πατέρα του και το 1942 δημιούργησε το πρώτο του συγκρότημα με το οποίο τραγουδούσε καντάδες στα κορίτσια. Αυτή την εποχή ο Ζαμπέτας εντάχθηκε στο κομμουνιστικό Ε.Α.Μ., που δραστηριοποιούνταν με το προσωπείο Εθνικής Αντιστασιακής Οργανώσεως. Μετά τα Δεκεμβριανά ο Ζαμπέτας στρατεύτηκε και τα επόμενα πέντε χρόνια υπηρέτησε στρατιωτική θητεία στην Πολεμική Αεροπορία, ενώ το 1948 αποκήρυξε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος και τη δική του συμμετοχή του στο Ε.Α.Μ. λόγω του συμμοριτοπολέμου και δήλωσε ότι την περίοδο των Δεκεμβριανών γεγονότων στην Αθήνα τον στρατολόγησε με τη βία στα Δεκεμβριανά, όμως εκείνος το έσκασε. Ο Ζαμπέτας έχει πει για κείνη την περίοδο: «....Το πρωί κυκλοφόραγα κανονικά, όλοι ήταν απασχολημένοι στη μάχη. Αλλά το βράδυ, γυρνάγανε τα σπίτια και μαζεύανε "αντιδραστικούς", όπως λέγανε. Τον πηγαίνανε στη χωματερή, του κόβανε τ' αρχίδια και του λέγανε "φάτα τώρα", κόβανε τα βυζιά από τις γυναίκες-μεγάλα όργια. Κάνανε πολλά αίσχη. Η χωματερή στο Αιγάλεω είχε γιομίσει από πτώματα. Έναν φούρναρη που είχαμε, τον γερο-Μανώλη Σίμο, έτσι του κάνανε και μετά τον ντουφεκίσανε, στη χωματερή. Μετά τα βρήκανε όλα. Κατακρεουργημένα σώματα παντού....».

Το 1950 ο Ζαμπέτας άρχισε να εργάζεται επαγγελματικά σε λαϊκά κέντρα και το 1953 εμφανίστηκε στη δισκογραφία. Το 1959 ο Μάνος Χατζιδάκις τον όρισε «σολίστ» στις συνθέσεις του. ο ζαμπέτας συνεργάστηκε με τους Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο, Μίμη Πλέσσα, Γιάννη Μαρκόπουλο, Μαρκέα, Κώστα Καπνίση και πολλούς άλλους συνθέτες, όπως οι Πυθαγόρας, Καγιάντας, Πρετεντέρης, Παπαδόπουλος, Τζεφρώνης, Μπακογιάννης και Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ενώ συνεργάστηκε με τον στιχουργό Χαράλαμπο Βασιλειάδη, γνωστό με το παρατσούκλι ο «Τσάντας» που ήταν ο αδελφός της πρώτης συζύγου του Γεωργίου Παπαδόπουλου, τον ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου και τον Αλέκο Σακελλάριο. Συνεργάστηκε και ανέδειξε πολλούς τραγουδιστές, όπως οι Τόλης Βοσκόπουλος, Μαρινέλλα, Δημήτρης Μητροπάνος, Βίκυ Μοσχολιού, Σταμάτης Κόκοτας, Δούκισσα και άλλοι.

Το 1979 ένα διάταγμα της τότε κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στάθηκε η αιτία που ο Ζαμπέτας δημιούργησε ένα τραγούδι με πολιτικές προεκτάσεις [2] που ξεσήκωσε το κοινό του και υποχρέωσε τον καθ' ύλη τότε υπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να επισκεφτεί το Ζαμπέτα στο κέντρο όπου εμφανιζόταν. Σύμφωνα με το διάταγμα όλα τα νυχτερινά κέντρα έπρεπε να κλείνουν στις 2 μετά τα μεσάνυχτα και ο Μητσοτάκης ως υπουργός έγινε στόχος ενώ το τραγούδι έγινε επιτυχία.

Εργογραφία

Ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης ήταν αυτός που προέτρεψε τον Ζαμπέτα να γράψει μουσική και του έδωσε στίχους για πολλά από τα τραγούδια του, όμως ο Ζαμπέτας κάποιες φορές άλλαζε λέξεις ή έδινε το θέμα. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 ο Ζαμπέτας έγραψε τα πρώτα γνήσια ρεμπέτικα τραγούδια του που τα ερμήνευσαν γνωστοί καλλιτέχνες, όπως οι Πρόδρομος Τσαουσάκης, Στέλιος Καζαντζίδης, Μανώλης Καναρίδης και η Πόλυ Πάνου, ενώ ταξίδεψε για παραστάσεις και συναυλίες στην Ευρώπη και την Αμερική. Ο ίδιος ο Ζαμπέτας ερμήνευσε πολλές από τις συνθέσεις του, μετά από προτροπή του Μίνωα Μάτσα, για τον οποίο έλεγε, «...Αυτός μ’ έβγαλε στη γραμμοφωνία...». Στο δίσκο

  • «Λεωφόρος Ζαμπέτα, 1971-1972», εμφανίζεται για πρώτη φορά ως τραγουδιστής και τον συνοδεύει η Βούλα Γκίκα, σύζυγος του λαϊκού συνθέτη Γιώργου Καραμεσίνη.

Σύνθεση-Ερμηνεία

Ο Ζαμπέτας έγραψε περίπου 400 τραγούδια [3], τα περισσότερα από τα οποία έγιναν επιτυχίες, όπως:

  • «Σαν σήμερα» σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη, που ήταν το πρώτο του τραγούδι,
  • «Όταν θα λάβεις αυτό το γράμμα»,
  • «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω» το 1954, που το εμπνεύστηκε βιώνοντας την παρακμή του Στράτου, του Στέλιου Βαμβακάρη και άλλων μεγάλων του λαϊκού τραγουδιού,
  • «Να πας να πεις στη μάνα μου»,
  • «Πατέρα κάτσε φρόνιμα»,
  • «Ρωμιός αγάπησε Ρωμιά»,
  • «Τα δειλινά»,
  • «Τα ξημερώματα»,
  • «Τι σου ’κανα και μ’ εγκατέλειψες»,
  • «Τι γλυκό να σ’ αγαπούν»,
  • «Ο πενηντάρης»,
  • «Ο πιο καλός ο μαθητής», τραγούδι που έγραψε για το γιο του Μιχάλη, που ήταν ατίθασος στο σχολείο και ταλαιπωρούσε την οικογένεια Ζαμπέτα,
  • «Κατινίτσα, Κατινούλα, Κατινάκι μου», τραγούδι που έγραψε για την κόρη του Κατερίνα,
  • «Αγωνία»,
  • «Χίλια περιστέρια»,
  • «Πού πας χωρίς αγάπη»,
  • «Θεσσαλονίκη»,
  • «Στο Λευκό τον Πύργο»,
  • «Όταν καπνίζει ο Λουλάς»
  • «Το κουτούκι» το 1960 σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιανοπούλου,
  • «Δεν έχει δρόμο να διαβώ» το 1963,
  • «Πόρτα κλειστή τα χείλη σου»,
  • «Τα Δειλινά» το 1964, σε στίχους του Χαράλαμπου Βασιλειάδη, γεννήθηκαν από το άγχος του συνθέτη για την απουσία της συζύγου του που είχε πάει να επισκεφθεί τον γιο τους Μιχάλη στη Γαλλία που βρισκόταν για σπουδές.
  • «Τι να φταίει» το 1969 σε στίχους Δημήτρη Χριστοδούλου,
  • «Σήκω χόρεψε συρτάκι»,
  • «Η Κυριακή» το 1965,
  • «Δημήτρη μου, Δημήτρη μου» το 1966, σε στίχους του Αλέκου Σακελάριου,
  • «Σταλιά, σταλιά» το 1967 σε στίχους Διονύση Τζεφρώνη,
  • «Καράβι» που ερμήνευσε η Μπέμπα Μπλανς,
  • «Αγωνία» το 1970 σε στίχους του Χαράλαμπου Βασιλειάδη,
  • «Τζακ Ο' Χάρα» το 1972 σε στίχους του τότε νεαρού δημοσιογράφου Θεοδόση Άθα, με τον οποίο ο Ζαμπέτας γνωρίστηκε σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη που του παραχώρησε.

Ο Άθας ως δημοσιογράφος, ενημερωνόταν σε καθημερινή βάση για τη ζωή των ανθρώπων στη Νέα Υόρκη, σε όλες τις εκφάνσεις της. Ο Τζακ ήταν υπαρκτό πρόσωπο, άπορος και κοιμόταν στα παγκάκια της Αμερικανικής μεγαλουπόλεως. Ζούσε από την ελεημοσύνη των περαστικών κι όποτε του περίσσευαν κάποια κέρματα, συνήθιζε να τα ξοδεύει στο ποτό. Δεν είχε συγγενείς, ήταν μόνος, χωρίς στον ήλιο μοίρα. Κάποιον βαρύ χειμώνα, που το χιόνι είχε καλύψει τα πάντα, ο Τζακ δεν άντεξε και πέθανε στο δρόμο: «Ο θάνατος είναι έξοδο/κι ο Τζακ σε αδιέξοδο».

  • «Πού 'σαι Θανάση», σε στίχους του Χαράλαμπου Βασιλειάδη, ο οποίος πέθανε στη Νέα Φιλαδέλφεια στις 16 Μαΐου του 1972.

Όπως ο ίδιος ο Ζαμπέτας έχει πει, αμέσως μετά το θάνατο του Βασιλειάδη επισκέφθηκε το σπίτι της χήρας του στιχουργού προκειμένου να τη συλλυπηθεί και να ρωτήσει λεπτομέρειες για το πως έφυγε από τη ζωή. Τότε εκείνη έβγαλε ένα χαρτί και του το έδωσε, λέγοντάς του, πως λίγο πριν πεθάνει ο Μπάμπης της το έδωσε για να το δώσει στον Ζαμπέτα με σκοπό εκείνος να το «ντύσει» με τη μουσική του και να το τραγουδήσει εκείνος.

  • «Μάλιστα κύριε» το 1973, σε στίχους του Αλέκου Καγιάντα, που τους έστειλε από τη Γερμανία στον Ζαμπέτα. Τη φράση «Μάλιστα, κύριε» την προσέθεσε ο Ζαμπέτας, που αποφάσισε να το πει ο ίδιος.

Κινηματογραφικές συμμετοχές [4]

Ο Γιώργος Μητσάκης ήταν ο άνθρωπος που έβαλε τον Ζαμπέτα πρώτη φορά σε ταινία. Στην ταινία

  • «Ο πύργος των ιπποτών» το 1952, όπου ο Ζαμπέτας παίζει με την ορχήστρα του Μητσάκη το τραγούδι «Μια Γυναίκα, Δύο Άνδρες».

Έκτοτε συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις και σε περισσότερες από 100 κινηματογραφικές ταινίες του Ελληνικού Κινηματογράφου, όπως

  • «Ποτέ την Κυριακή» το 1960,
  • «Κόκκινα Φανάρια» το 1963,
  • «Ανήσυχα νιάτα» το 1963,
  • «Λόλα»,
  • «Οδός Ονείρων»
  • «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» το 1966.

Το τέλος του

Ο Γιώργος Ζαμπέτας υπήρξε μανιώδης καπνιστής και τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αν και έκανε οξυγονοθεραπεία για να μπορεί να αναπνέει, αρνιόταν να κόψει το κάπνισμα που του είχε προκαλέσει χρόνια βρογχίτιδα η οποία εξελίχθηκε σε χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Δυσκολευόταν να αναπνεύσει και έβηχε συνεχώς. Το 1987 η οικογένεια τον έπεισε να μεταβεί στην Αγγλία για εξετάσεις, μετά τις οποίες οι γιατροί τον ενημέρωσαν ότι ο ένας πνεύμονας του δεν λειτουργούσε και ο άλλος ήταν επιβαρυμένος με αποτέλεσμα το επίπεδο του οξυγόνου στο αίμα του να είναι εξαιρετικά πολύ χαμηλό κι έπρεπε να κάνει οξυγονοθεραπεία με συσκευές αναπνευστικής υποστηρίξεως. Σταθερά ο Ζαμπέτας αρνούνταν να αποδεχτεί την κατάσταση του και δεν σταμάτησε ποτέ τα άφιλτρα τσιγάρα. Στις αρχές του 1992 ο Ζαμπέτας εισήχθη επειγόντως στο νοσοκομείο «Σωτηρία» με έντονους πόνους στα οστά, όμως οι γιατροί δεν έδιναν καμία ελπίδα ζωής, καθώς «είχε καπνίσει τρία εργοστάσια τσιγάρων» κι ύστερα από εξετάσεις, διαγνώστηκε ότι ο Ζαμπέτας έπασχε από καρκίνο των οστών και πέθανε μετά από ολιγόμηνη νοσηλεία.

Μνήμη Γιώργου Ζαμπέτα

Ο Ζαμπέτας άφησε πίσω του μια τεράστια παρακαταθήκη στη μουσική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας. Ήταν αυθεντικός άνθρωπος, φανατικός υποστηρικτής του Παναθηναϊκού και το 1971 ταξίδεψε στο Λονδίνο για να παρακολουθήσει στο «Γουέμπλεϊ» τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Άγιαξ που έληξε με νίκη της Ολλανδικής ομάδος. Πολλές από τις μελωδίες του Ζαμπέτα στηρίζονται στον απόηχο της Αθηναϊκής καντάδας, όμως είναι ένας δυτικότροπος συνθέτης, εντελώς λαϊκός όχι μόνο για τους ρυθμούς που επιλέγει για τα τραγούδια του, αλλά και από την γνησιότητα και τον αυθορμητισμό του. Ανάλαφρος και Λυρικός, έχει ύφος ευδιάκριτο που ενισχύεται και από τον τρόπο με τον οποίο εκτελεί ο ίδιος στο μπουζούκι τη μουσική του ενώ οι μελωδικές και ευρηματικές εισαγωγές του είναι το στοιχείο που κάνει τα τραγούδια του αναγνωρίσιμα.Ως δημιουργός ανήκει στην κατηγορία όσων κατάφεραν διατηρώντας τον αυθορμητισμό και την αμεσότητα της λαϊκής φόρμας, να μιλήσουν μια γλώσσα που χωρίς να αρνιέται και να αγνοεί το κύριο λεξιλόγιο και την σημερινή καταγωγή της είναι πιο καινούργια και πιο σημερινή. Αναδείχθηκε σε μεγάλο δεξιοτέχνη του μπουζουκιού, αν και δε γνώριζε να διαβάζει τις νότες στο πεντάγραμμο, ούτε να τις αποτυπώνει σε αυτό και δεν χρησιμοποιούσε καθόλου παρτιτούρες, όπως συνέβη στη διάρκεια προβών με το Γερμανό μαέστρο Erwin Halletz για την εμφάνιση με τη Μελίνα Μερκούρη στις Κάννες, όπου ο Ζαμπέτας χωρίς παρτιτούρες εντυπωσίασε με τις ικανότητές του.

Ο Ζαμπέτας ήταν πιστός Χριστιανός, αν και βλαστημούσε, είχε πίστη, θρησκευτικότητα κι ήθελε να υπάρχει πάντα αναμμένο καντήλι στο εικονοστάσι του σπιτιού, ενώ μια φορά τον μήνα, καλούσε στο σπίτι τον παπά Θεόκλητο από την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας για να κάνει αγιασμό, καθώς θεωρούσε πως έπαιρνε «δύναμη». «Έκανε τον σταυρό του όταν ξυπνούσε, πριν φάει, πριν λουστεί και πριν κοιμηθεί. Ομοίως και όταν περνούσαμε από εκκλησία», διηγείται η Κατερίνα Ζαμπέτα. Στον επιτάφιο, κάθε Μεγάλη Παρασκευή, πήγαιναν οικογενειακώς στο ξωκλήσι του πατρός Θεόκλητου και έψελναν όλοι μαζί το τροπάριο «Αι γενεαί πάσαι». Εκτός από θρήσκος, ήταν και προληπτικός, φοβόταν τις μαύρες γάτες και έλεγε στους επισκέπτες να μπαίνουν μέσα στο σπίτι με το δεξί. Κουβαλούσε πάντοτε στην τσέπη του για γούρι έναν ξύλινο σταυρό. Η οικογένεια και η θρησκεία ήταν τα δυο σημαντικότερα πράγματα για εκείνον.

Μετά το 1974 ο Ζαμπέτας, που κατηγορήθηκε για τη συμμετοχή του σε εκδηλώσεις την περίοδο του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, ειδικότερα για την εκδήλωση της 21ης Απριλίου του 1968 [5] όπου συμμετείχαν εκτός των άλλων και οι: Σοφία Βέμπο, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Μαρινέλλα, Γιάννης Πουλόπουλος, Νίκος Σταυρίδης, Ντίνος Ηλιόπουλος, Βίκυ Μοσχολιού και άλλοι [6], δήλωσε: «....Πάμε λοιπόν στο καλλιμάρμαρο, πάτα με να σε πατώ γινότανε. Πίσω μας αναβοσβήνει το Ζήτω η 21η Απριλίου και μπουκάρει ο Παπαδόπουλος. Να και η Σοφία Βέμπο, να κι η Καρέζη, να κι Καζάκος! Όλοι τους παίρνουνε μέρος , κι οι αντιστασιακοί! Το πάλκο είναι στο πέταλο ακριβώς. Προχωράμε προς το πάλκο μαζί με τον Ηλιόπουλο κι ο Ντίνος με ρωτάει, ρε Ζαμπέτα, τι θα πούμε στους άλλους τώρα που ήρθαμε κι εκτεθήκαμε εδώ; Γελάω και του λέω, ρε μη σε νοιάζει, τα ίδια που θα τους πούνε κι όλοι όσοι μαζευτήκαν εδώ μέσα, όλοι αυτοί που κάνουνε τους αντιστασιακούς. Ανεβαίνω πάνω με τη Μανταλένα (σ.σ.:λαϊκή τραγουδίστρια) και το σάρωσα το Καλλιμάρμαρο. Χαμός έγινε.....» [7]. Μετά την πτώση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου και την φυλάκιση των ηγετικών του στελεχών ο Ζαμπέτας ουδέποτε αρνήθηκε τη σχέση του μαζί τους, σχέση που επιβεβαίωσε σε συνέντευξη του και ο Στυλιανός Παττακός που δήλωσε: «...Ο αδελφικός φίλος του Παπαδόπουλου, ο Γιώργος Ζαμπέτας μας αγαπούσε πολύ και τραγουδούσε πάντα τον ύμνο της 21ης Απριλίου..». Την ίδια χρονική περίοδο το Ζαμπέτας εμφανίστηκε και στην αντίστοιχη εκδήλωση που διοργάνωσαν τα Σώματα Ασφαλείας παρουσία του Στυλιανού Παττακού, εκατοντάδων καλεσμένων και με τη συμμετοχή πολλών γνωστών καλλιτεχνών αλλά και σε μια σειρά άλλων εκδηλώσεων των Σωμάτων Ασφαλείας [8].

Σύμφωνα με δήλωση του στιχουργού Λευτέρη Παπαδόπουλου: «....Ο Ζαμπέτας ως συνθέτης χωράει μέσα στην πρώτη δεκάδα των μεγάλων μορφών του ρεμπέτικου και λαϊκού μας τραγουδιού. Ως μπουζουκτσής ήταν ο καλύτερος, από την άποψη του προσωπικού ήχου, αλλά σαν σόουμαν ήταν μοναδικός. Ένας καλλιτέχνης που αν είχε γεννηθεί στην Αμερική θα πρωταγωνιστούσε, πιθανότατα, στην παγκόσμια σκηνή...». Ο λαϊκός ερμηνευτής Δημήτρης Μητροπάνος, ο οποίος θεωρούσε δεύτερο πατέρα του το Ζαμπέτα είπε: «....ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι, ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα». Ο Δήμος του Αιγάλεω τίμησε δύο φορές τον μεγάλο συνθέτη σε εκδηλώσεις που διοργάνωσε τον Απρίλιο του 1988, όταν ανακήρυξε τον Ζαμπέτα Επίτιμο Δημότη Αιγάλεω, και το Σεπτέμβριο του 1992, με την ονοματοδοσία μιας πλατείας της πόλεως πλησίον του σπιτιού του. Η προτομή του καλλιτέχνη, που φιλοτεχνήθηκε από τον Κύπριο γλύπτη Γιώργο Μαυρογένη, προσφορά από το Κοινωφελές Επιστημονικό και Πολιτιστικό Ίδρυμα «Φώτος Φωτιάδης», βρίσκεται τοποθετημένη στην Πλατεία Δαβάκη στο Αιγάλεω και τα αποκαλυπτήρια της πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2017 [9].

Ο Φώτης Φωτιάδης στα αποκαλυπτήρια της προτομής του Γιώργου Ζαμπέτα ανέφερε ένα περιστατικό που φανερώνει τη μεγαλοψυχία, την ευαισθησία και την ποιότητα του ανθρώπου Γιώργου Ζαμπέτα: «Στην πρώτη επίσκεψη του (στην Κύπρο), μετά την Τουρκική εισβολή, μου ζήτησε μια μέρα και τον συνόδευσα σε επίσκεψη του σ’ ένα προσφυγικό καταυλισμό. Όσο ήταν μπροστά στους πρόσφυγες ήταν ο γνωστός Ζαμπέτας με το χαρακτηριστικό του χιούμορ που έκανε τους πρόσφυγες να ξεχάσουν, έστω και για λίγο, τον πόνο τους. Σκόρπισε χαρά και ευθυμία και οι πρόσφυγες τον αποθέωσαν. Όταν μπήκαμε στο αυτοκίνητο για να φύγουμε και ενώ οι πρόσφυγες χειροκροτούσαν για να τον αποχαιρετίσουν, ο Γιώργος είχε βυθιστεί στο κάθισμα του αυτοκινήτου και έκλαιγε με λυγμούς. Όλος ο πόνος που μαζεύτηκε στην ψυχή του για το δράμα και την ανείπωτη δυστυχία των προσφύγων, βρήκε διέξοδο στους λυγμούς μόλις μπήκε στο αυτοκίνητο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη σκηνή. Με συγκίνησε βαθύτατα η ευαισθησία του. Αυτός ήταν ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ Γιώργος Ζαμπέτας» [10].

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

  • «Γιώργος Ζαμπέτας-Βίος και Πολιτεία. Και η βρόχα έπιπτε στρέϊτ θρου», Ιωάννα Κλειάσιου, εκδόσεις «Ντέφι» Στέλιος Ελληνιάδης, Αθήνα 1997
  • «Τέχνης έργα και πρόσωπα του Αιγάλεω», έκδοση Δήμου Αιγάλεω, Αιγάλεω 2006
  • «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω», Κατερίνα Ζαμπέτα, εκδόσεις «Άγκυρα» [11], Αθήνα 2013

Παραπομπές

  1. «Έφυγε» και ο γιος του Ζαμπέτα Εφημερίδα «Το Βήμα», 23 Μαρτίου 2008.
  2. [Οι στίχοι του τραγουδιού του Ζαμπέτα ήταν οι εξής: «Βγάλανε διάταγμα να κλείνουμε στις 2, και την Αθήνα κάνανε σωστό νεκροταφείο, το διάταγμα το έβγαλε ο Μήτσος και ο Τάκης, ο μπρόκουλας, ο σέσκουλας, ο μπάμιας και ο σπανάκης. Πολλά τα διατάγματα, τα ίδια και τα ίδια, μα όσο κι αν γκαρίζουμε μας γράφουν στα αρχίδια. Μα ο καιρός πλησίασε και θα μας θυμηθούνε και θα τους απαντήσουμε να παν να γαμηθούνε».]
  3. Ζαμπέτας Γιώργος Τίτλοι τραγουδιών
  4. Γιώργος Ζαμπέτας-Φιλμογραφία
  5. Εορτασμός της 1ης επετείου της 21ης Απριλίου 1967. Video, «Ελληνικά Επίκαιρα».
  6. [Στην εκδήλωση της 21ης Απριλίου 1968 συμμετείχαν, οι συνθέτες Κώστας Κλάβας, Τάκης Αθηναίος, Τάκης Μωράκης και Ανδρέας Χατζηαποστόλου, οι ηθοποιοί Νίκος Σταυρίδης, Ρένα Βλαχοπούλου και Κώστας Βουτσάς, οι τραγουδιστές Φώτης Δήμας, Μαρινέλλα, Γιάννης Βογιατζής, Γιάννης Πουλόπουλος, Νινή Τζάνετ, Σώτος Παναγόπουλος, το Τρίο Γκρέκο, η Νάντια Κωνσταντοπούλου, η Τζένη Βάνου, ο Σταμάτης Κόκοτας, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Τώνης Μαρούδας, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, η Κλειώ Δενάρδου. Κατά καιρούς σε εκδηλώσεις προσκλήθηκαν και συμμετείχαν οι Ντέμης Ρούσος και η Νάνα Μούσχουρη, ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Νίκος Ρίζος, ο Γιάννης Γκιωνάκης, ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη.]
  7. [Ιωάννα Κλειασίου, «Γιώργος Ζαμπέτας. Βίος και Πολιτεία», εκδόσεις «Ντέφι», σελίδες 309η-310η.]
  8. Συνεστίασις αξιωματικών των Σωμάτων Ασφαλείας επ' ευκαιρία της 1ης επετείου της 21ης Απριλίου 1967. Περιοδικό Αστυνομικά χρονικά, Τόμος ΙΣΤ, τεύχος 360ο, σελίδες 491η, 498η & 500η.
  9. Η προτομή του Ζαμπέτα στο Αιγάλεω.
  10. Προτομή του Γ.Ζαμπέτα πρόσφερε η Κύπρος στην Αθήνα.
  11. «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω»