Εθνοφυλετισμός

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Ἐθνοφυλετισμός είναι πολιτικός ιδεολογικός όρος και νεολογισμός που δημιουργήθηκε τεχνητά για αποδώσει την μεταφορά της Εθνικής ιδεολογίας στους κόλπους της Εκκλησίας. Επίκληση του όρου έγινε από την Α' Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως, το 1872, για να καταδείξει αλλοίωση μιας δήθεν αιρετικής μορφής που επήλθε εκείνη την εποχή στους κόλπους της Εκκλησίας και, σύμφωνα με την ερμηνεία που έδωσαν όσοι συμμετείχαν, αναφέρεται στον εθνικό σωβινισμό που καλλιεργεί την πολιτική των φυλετικών διακρίσεων. Όσοι μετείχαν στη Σύνοδο θεώρησαν ότι ο Εθνοφυλετισμός φέρει την ευθύνη της γεννήσεως της Εθνικής Αυτοκεφαλίας και των σύγχρονων Εθνικών Αυτοκέφαλων Εκκλησιών.

Ορισμός & Διάκριση

Επί τη βάση των σύγχρονων δεδομένων, όπως αυτά ορίζονται από την Νέα Τάξη Πραγμάτων και την ιδεολογικά κρατούσα Αριστερά, ο εθνοφυλετισμός συνιστά σύνθεση φυλετισμού και εθνικισμού, τα πρωτεία της οποίας διατηρεί ο φυλετισμός, καθώς θεωρείται ότι το έθνος ανάγεται στη φυλή ως παράγωγό της, διατηρώντας αναλλοίωτα τα γνωρίσματά της. Ο όποιος Ελληνικός εθνοφυλετισμός δεν είναι εθνοτικός, που συνήθως στην Ευρώπη ενδύεται τη γλώσσα, αλλά θρησκευτικός όπως οι περισσότεροι στα Βαλκάνια. Ο εθνοφυλετισμός διακρίνεται σε εθνικό-πολιτικό και εκκλησιαστικό.

Πολιτικός εθνοφυλετισμός

Ο πολιτικός εθνοφυλετισμός ορίζεται ως:

.... διάκριση και διεκδίκηση ή εξάσκηση, αποκλειστικώς, δικαιωμάτων από άτομα ή ομάδες ανθρώπων λόγω διαφορετικής φυλετικής καταγωγής και γλώσσας που προκαλεί διακρίσεις, εθνικές έριδες και διχοστασίες μεταξύ των ανθρώπων. 

Εκκλησιαστικός εθνοφυλετισμός

Ο εκκλησιαστικός εθνοφυλετισμός, σύμφωνα με την απόφαση της Μεγάλης Τοπικής Συνόδου του 1872, ορίζεται ως [1]:

«... ἡ ἐν τῷ αὐτῷ τόπῳ συγκρότησις ἰδίων φυλετικῶν Ἐκκλησιῶν, πάντας μέν τούς ὁμοφύλους ἀποδεχομένων, πάντας δέ τούς ἑτεροφύλους ἀποκλειουσῶν καί ὑπό μόνον ὁμοφύλων ποιμένων διοικουμένων.»

Ορθοδοξία & Εθνοφυλετισμός

Τον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα, η διαμόρφωση των Εθνικών κρατών αλλά και η ανάδειξη των εθνικών ανταγωνισμών λειτούργησαν διασπαστικά στην οικουμενικότητα της Ορθοδοξίας και του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως. Κύριο πρόβλημα το οποίο κλήθηκε να αντιμετωπίσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν η η σύσταση εθνικών Εκκλησιών υπό την κρατική οντότητα και η αναγωγή της τοπικής Εκκλησίας σε καθαρά κρατική-εθνική Εκκλησία καθώς και η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας τους από το Πατριαρχείο, όπως συνέβη με το βουλγαρικό σχίσμα του 1870, όταν η Βουλγαρία υπό τον μανδύα και με τη δύναμη των Κομιτατζήδων, προσπάθησε να επιβάλλει εθνική κρατική συνείδηση στον χώρο της Μακεδονίας. Κατά τον π. Γεώργιο Μεταλληνό το Ελληνικό εκκλησιαστικό σχίσμα υπήρξε ἡ πρώτη εκδήλωση-μορφή εκκλησιαστικού εθνοφυλετισμού, όταν επί βασιλέως Όθωνος η Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία κήρυξε το αυτοκέφαλο της έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μεταγενέστερα σε εποχές που ισχυροποιήθηκε η εθνικιστική ιδεολογία και στα υπόλοιπα Βαλκανικά κράτη, οι εκεί εθνικές εκκλησίες μιμήθηκαν το παράδειγμα της ελληνικής και κήρυξαν και αυτές την «αυτογνώμονα» αυτοκεφαλία τους.

Σύνοδος του 1872

Ο (πολιτικός και ιδεολογικός) όρος Εθνοφυλετισμός δεν αποτελεί εφεύρεση της εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου του 1872, παρά τις απόψεις περί του αντιθέτου που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί από διάφορες πλευρές καθώς καταγράφεται, από το 1864 τουλάχιστον, στο μνημειώδες σύγγραμμα «Ο Βουλγαρισμός προ του ιστορικού, του εθνοπολιτικού και του εκκλησιαστικού βήματος» [2].

Η (νέα) πραγματικότητα, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα Βαλκάνια στον 19ο αιώνα, οδήγησε στη μείζονα Ορθόδοξη σύνοδο του 1872, η οποία καταδίκασε το διαχωρισμό του ποιμνίου στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας με βάση «εθνοφυλετικά» κριτήρια. Η καταδίκη του εθνοφυλετισμού και κατ' επέκταση του εθνικισμού αποτέλεσε την αντίδραση του Οικουμενικού Πατριαρχείου απέναντι στις εθνικές ιδεολογίες, που πρόβαλλαν μια εναλλακτική ιδεολογική ταυτότητα πέρα από αυτή του Ορθόδοξου χριστιανού, με στόχο να μονοπωλήσουν την αφοσίωση των πρώην υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Στη Σύνοδο μετείχαν πέντε προκαθήμενοι οι Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμος ΣΤ'. Αλεξανδρείας Σωφρόνιος, Αντιοχείας Ιερόθεος, Ιεροσολύμων Κύριλλος και Κύπρου Σωφρόνιος, δύο πρώην Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, οι Γρηγόριος ΣΤ' και Ιωακείμ Β' καθώς και 25 μητροπολίτες. Με την απόφαση της Συνόδου ο Εθνοφυλετισμός καταδικάστηκε ως «καινή δόξα», «ξένος» προς την Ορθόδοξη παράδοση και «νεωτερική λύμη». Η Σύνοδος αποφάνθηκε ότι όχι μόνο αντιβαίνει στην διδασκαλία του Ευαγγελίου «...αλλά και άγνωστος εστίν εν τω πολιτεύματι και τη ιερά της Εκκλησίας θεσμοθεσίᾳ...». Ο μητροπολίτης Σάρδεων Μάξιμος αναφέρει:

«..διά τοῦτο ὁ οἰκουμενικός Θρόνος, ἐν βαθείᾳ συ­ναισθήσει τῶν εὐθυνῶν αὐτοῦ, ὡς πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας, ἔναντι τῆς Ὀρθοδοξίας ἔλαβεν, ἀδιάφορον ὑπό ποίας συνθήκας, θέσιν ἔναντι τοῦ σημαντικωτάτου τούτου φαινομένου, ἐπικρίνας τούς ἕλληνας (1833-1850) καί καταδικάσας ἐν τῇ συγκληθείσῃ ἐν Κωνσταντινουπόλει καί ἐν ἔτει 1872 Μεγάλη Τοπική Συνόδῳ τόν ἐθνοφυλετισμόν, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον ἀποτελεῖ παρέκκλισιν τῆς ὑγιοῦς ἀγάπης πρός τό ἔθνος καί τό κράτος, ἀλλά εἶναι καί πραγματικόν ἐμπόδιον  εἰς τήν συνεργασίαν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν τῷ κόσμῳ καί ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός της ἑνότητος τῆς κάτ΄ Ἀνατολᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον πατέρα Γεώργιο Μεταλληνό, ο εθνοφυλετισμός καταδικάστηκε ως «αίρεση» από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες εξ αιτίας του Βουλγαρικού εκκλησιαστικού ζητήματος. Σε συζητήσεις του με τον πατριώτη δημοσιογράφο Θεόδωρο Χατζηγώγο αλλά και στον τηλεοπτικό δίαυλο «High TV» όπου παρουσίαζε κάθε Τρίτη δική του εκπομπή, ο π. Γεώργιος Μεταλληνός συχνά επισήμανε ότι:

...η Σύνοδος του 1872 αποτελεί την ύψιστη απόδειξη ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλως είναι βαθιά ελληνόψυχο για τον εξής απλό λόγο: Όταν επί Όθωνος η Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία κήρυξε το Αυτοκέφαλο, το Πατριαρχείο δεν συγκάλεσε Σύνοδο για να αποκηρύξει τον Εθνοφυλετισμό. Όταν όμως οι Βούλγαροι προχώρησαν σε αντίστοιχη κίνηση, το Πατριαρχείο συγκάλεσε την Σύνοδο του 1872 για να αποκηρύξει τον Βουλγάρικο Εθνοφυλετισμό....

Κατά τον Θεόδωρο Χατζηγώγο η απόφαση της Συνόδου αποτελεί »μπόρα» η οποία, με την συνεπακόλουθη ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς αλλά και των υποστηρικτών των δήθεν «δικαιωμάτων» που άλωσαν την Ορθόδοξη Εκκλησία, συμπαρέσυρε όλους τους εθνικισμούς.

Αναβίωση εκκλησιατικού εθνοφυλετισμού

Παρά την απόφαση ο εκκλησιαστικός εθνοφυλετισμός αναβίωσε με την ίδρυση της σχισματικής Μακεδονικής Εκκλησίας, η οποία δημιουργήθηκε από τον Τίτο με σκοπό την ανάπτυξη και καθιέρωση μακεδονικής συνειδήσεως στο αποκαλούμενο κράτος των Σκοπίων. Στις 27 Φεβρουαρίου 2018 ο σχισματικός επίσκοπος των Σκοπίων σε διαδήλωση Σλαύων εθνικιστών στα Σκόπια εξέφρασε απόλυτο εθνικό και ρατσιστικό αλυτρωτισμό και θεώρησε, ότι οι ελληνικές ονομασίες των πόλεων της Θεσσαλονίκης, της Έδεσας, της Φλώρινας και των Γιαννιτσών, αποτελούν εξελληνισμένες ονομασίες δήθεν μακεδονικών ονομάτων.

Σύμφωνα με παράγοντες της Ορθοδόξου Εκκλησίας ανάλογη είναι η κατάσταση η οποία εμφανίζεται στον χώρο της Διασποράς καθώς οι εθνικές Εκκλησίες διεκδικούν εκκλησιαστικά δίκαια, με βάση εθνολογικά, φυλετικά, γλωσσικά και λειτουργικά των παραδόσεων, στα εκκλησιαστικά εδάφη και μητροπολιτικές επαρχίες της Αμερικής, Αυστραλίας, Ευρώπης, Καναδά και άλλων χωρών του Νέου Κόσμου και πρώην αποικιών όπου με βάση ιστορικά και κανονικά κριτήρια, αναγνωρίζεται η κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η αντιμετώπιση του θέματος αν και επιχειρήθηκε να επιλυθεί οριστικά από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στην Κρήτη το 2016, εντούτοις όμως τέσσερις Εκκλησίες, Αντιόχειας, Ρωσίας, Γεωργίας και Βουλγαρίας, δεν υπέγραψαν εξ αιτίας της αποχής τους από τις εργασίες της Συνόδου, δύο δε από αυτές, η Αντιόχεια και η Ρωσία δρουν στον χώρο της Διασποράς με κριτήρια εθνοφυλετικά.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στη Σύναξη της Ιεραρχίας των εν ενεργεία Μητροπολιτών και Αρχιεπισκόπων του Οικουμενικού Θρόνου, αναφέρθηκε στον Εθνοφυλετισμό λέγοντας:

«...Κατά την πρώτην χιλιετίαν, οι μακάριοι προκάτοχοι ημών αντιμετώπισαν τον πειρασμόν των αιρέσεων. Ο μέγας πειρασμός της δευτέρας χιλιετίας, όστις εκληροδοτήθη και εις την ην νυν διανύομεν, είναι τα δικαιοδοσιακά καθεστώτα. Πηγή του προβλήματος τούτου είναι ο εθνοφυλετισμός, αι τάσεις επεκτατισμού και η αθέτησις των ορίων των υπό των Πατριαρχικών και Συνοδικών Τόμων καθορισθέντων».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Εσωτερική αρθρογραφία

Παραπομπές