Σέργκιο Πανούντσιο

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Σέργκιο Πανούντσιο, [Ιταλικά: Sergio Panunzio], Ιταλός Φασιστής νομικός, φιλόσοφος, πολιτικός επιστήμονας, Πανεπιστημιακός καθηγητής, συγγραφέας και δημοσιογράφος, θεωρητικός του «εθνικού συνδικαλισμού» στον οποίο στηρίχθηκε το Ιταλικό Εθνικό Φασιστικό κόμμα, θεωρητικός του κορπορατισμού και ένας από τα μεγάλους θεωρητικούς του φασισμού, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Περούτζια, γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1886 στην πόλη Molfetta της Απουλίας, σήμερα ένα δήμο 59.418 κατοίκων, κοντά στο Μπάρι και πέθανε στις 8 Οκτωβρίου 1944, διαρκούντος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στη Ρώμη.

Το 1910 παντρεύτηκε την Άννα Σπαβαβέκια και από το γάμο του απέκτησε μια κόρη, τη Γιουζεππίνα, και δύο γιους, τον Βιτόριο [Vito] και τον Σίλβανο Πανούντσιο [1], φιλόσοφο, θρησκευτικό στοχαστή, μυστικιστή και εξερευνητή συμβόλων, μεταπολιτιστικό θεωρητικό, που γεννήθηκε στις 16 Μαΐου 1918, στη Φερράρα και πέθανε το 2010.

Σέργκιο Πανούντσιο

Βιογραφία

Γονείς του Σέργκιο ήταν ο Βιτόρε Πανούντσιο, [Vito Panunzio], και η Ιωσηφίνα Πόλι, [Giuseppina Poli], που ανήκαν στις εύπορες και κοινωνικά ανώτερες τάξεις της πόλεως. Ο Πανούντσιο παρακολούθησε τα μαθήματα της Βασικής εκπαιδεύσεως στη γενέτειρα του και τα μαθήματα της Μέσης εκπαιδεύσεως στο τοπικό Γυμνάσιο «Leonardo da Vinci» με καθηγητή τον Πανταλέο Καραμπέλσε. [Pantaleo Carabellese]. Στο Πανεπιστήμιο της Νάπολι, όπου είχε καθηγητές όπως ο Francesco Saverio Nitti, ο Napoleone Colajanni, ο Igino Petrone και άλλοι, ήρθε σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες και συνεργάστηκε με το σοσιαλιστικό περιοδικό «Alternative» του Arturo Labriola αλλά και για τα κυριότερα περιοδικά του συνδικαλιστικού κινήματος, όπως το «Social Becoming» και το «Free Pages and Socialist Mouvements». Ο Πανούντσιο αποφοίτησε το 1908 από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νάπολι με θέμα της διατριβής του «Η κοινωνική αριστοκρατία: τα συνδικάτα. Η εφαρμογή της θεωρίας του Pareto», με επιβλέποντα τον καθηγητή Giorgio Arcoleo, ενώ το το 1911 απέκτησε πτυχίο φιλοσοφίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο με θέμα της διατριβής του «Το δικαίωμα και η εξουσία» με επιβλέποντα καθηγητή τον Igino Petrone. Ήδη από το 1908, ο Πανούντσιο άρχισε να βλέπει μια θετική επαναστατική δυνατότητα στον πόλεμο καθώς οι εργάτες θα έπαιρναν μέρος στις πολεμικές μάχες και έτσι θα ήταν σε καλή κατάσταση για την επανάσταση. Έτσι, το 1911, υποστήριξε τον πόλεμο της Ιταλίας εναντίον της Τουρκίας που ξέσπασε στη Λιβύη. Μετά την αποφοίτηση του από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νάπολι εργάστηκε για κάποιο διάστημα ως δικηγόρος.

Με τη συμβουλή του Francesco Saverio Nitti, ο Πανούντσιο εγκατέλειψε το επάγγελμα του δικηγόρου για τη διδασκαλία στα πρότυπα Βασιλικά σχολεία, αρχικά στο Casale Monferrato, στη συνέχεια, στο Ουρμπίνο και, τέλος, στη Ferrara. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Φεράρα ήρθε σε επαφή με τον Italo Balbo, ενώ τα μαθήματα του στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια παρακολούθησε ο Dino Grandi, με τον οποίο συνδέθηκε ισχυρή φιλία. Το 1912 ο Πανούντσιο δημοσίευσε το πρώτο μεγάλο έργο του, το «Il Diritto e l'Autorità». Λίγο πριν την είσοδο της Ιταλίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ο Italo Balbo, παρουσίασε τον Πανούντσιο στον Μπενίτο Μουσολίνι, την εποχή του «Avanti!» κι άρχισαν να συνεργάζονται. Ο Πανούντσιο υπήρξε στενός φίλος και συνεργάτης του Μπενίτο Μουσολίνι και συνέβαλε αποφασιστικά στη μετάβαση του Μουσολίνι από την ουδετερότητα στην ενεργό συμμετοχή του στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Panunzio συνεργάστηκε με το περιοδικό «L’ Utopia», που ίδρυσε ο Μουσολίνι και είχε ως στόχο τον παρεμβατισμό. Όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος, ο Πανούντσιο συνεπής με τις απόψεις του, κατατάχθηκε ως εθελοντής στο στρατό, όπως ο Filippo Corridoni και ο Μπενίτο Μουσολίνι, όμως απορρίφθηκε ως αιμορροφιλικός. Το 1916 ο Πανούντσιο ήταν ένας από τους ιδρυτές του Fascio της Φεράρρα και ιδρυτής της εφημερίδας «Il Fascio».

Ο Πανούντσιο αποτέλεσε έναν από τους βασικούς διαμορφωτές της φασιστικής ιδεολογίας μαζί με τους Τζιοβάνι Τζεντίλε, [Giovanni Gentile], Carlo Costamagna και Alfredo Rocco. Ο Πανούντσιο άσκησε τη μεγαλύτερη επίδραση στην ανάπτυξη του φασιστικού συνδικαλισμού, ενώ μετά την Πορεία προς τη Ρώμη, έγινε μέλος του Φασιστικού Συμβουλίου των Αντιπροσώπων, διευθυντής του Κόμματος και επικεφαλής του Συμβουλίου των Συντεχνιών. Ήταν από τους ιδρυτές της επαναστατικής δράσεως και, κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο, προσέγγισε την Ιταλική Ένωση Εργατών (I.L.O.) των Alceste De Ambris και Edmondo Rossoni. Υπήρξε προσεκτικός παρατηρητής των γεγονότων που οδήγησαν στη γέννηση και τη σταδιακή άνοδο του φασισμού και προσχώρησε στο Εθνικό Φασιστικό Κόμμα της Φερράρα τον Ιούνιο του 1923, όμως ανέλαβε άμεσα θέσεις ευθύνης. Μετά την εγκαθίδρυση της Φασιστικής κυβερνήσεως στην Ιταλία, ο Πανούντσιο αποκτούσε ολοένα και στενότερους δεσμούς με το Φασιστικό Κόμμα και το 1924 εκλέχθηκε βουλευτής του, όπως και σε δύο ακόμη νομοθετικές περιόδους. Την ίδια χρονιά έγινε μέλος της Εθνικής Προσωρινής Διευθύνσεως του Ιταλικού Εθνικού Φασιστικού Κόμματος, θέση που διατήρησε λιγότερο από ένα μήνα, καθώς στη συνέχεια ορίστηκε υφυπουργός του νεοσύστατου Υπουργείου Συγκοινωνιών με Υπουργό τον Costanzo Ciano. Το 1937 συμμετείχε σημαντικά στην τεράστια μεταρρύθμιση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του Αστικού Κώδικα και το 1938 αντιτάχθηκε στην αντισημιτική εκστρατεία του Ιταλικού Φασιστικού Κόμματος. Όπως όλοι οι Ιταλοί εθνικοί συνδικαλιστές, ο Πανούντσιο αντιπαθούσε τον Αδόλφο Χίτλερ και το Γερμανικό εθνικισμό και προσπάθησε να πείσει τον Μουσολίνι να κρατήσει την Ιταλία έξω από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1939 δημοσίευσε το βιβλίο «Γενική θεωρία του φασιστικού κράτους», έργο στο οποίο είχε ήδη εργαστεί για χρόνια.

Ήταν μέλος του Κοινοβουλίου από το 1924 για τρεις κοινοβουλευτικές περιόδους, τις XXVII, XXVIII και XIX, καθώς και εθνικός σύμβουλος στην XXX κοινοβουλευτική περίοδο. Δαιτέλεσε μέλος των κυριότερων επιτροπών του καθεστώτος, από το 1924 και 1925, στη συμβουλευτική επιτροπή για την εταιρική διαταγή, το 1928, μέλος του εθνικού καταλόγου των κομμάτων το 1924, Γενικός Γραμματέας του Σχολικού Συνδέσμου το 1924, Επίτροπος Συνταγματικών Δικαιωμάτων, Μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Εθνικής Παιδείας από το 1928 έως το 1932, μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής για το Εταιρικό Διάταγμα το 1928 και το 1937 μέλος της Επιτροπής Μεταρρυθμίσεως του Κώδικα.

Πανεπιστημιακή καριέρα

Το 1914 o Πανούντσιο διορίστηκε μετά από διαγωνισμό ως καθηγητής της Φιλοσοφίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Camerino. Το 1920 έως το 1921 ο Πανούντσιο εργάστηκε ως λέκτορας της Φιλοσοφίας του δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Φεράρα, στη συνέχεια διορίστηκε ως έκτακτος καθηγητής στο ίδιο Πανεπιστήμιο έως το 1924 ενώ το 1925 ανακηρύχθηκε καθηγητής και μετακόμισε στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια, του οποίου ήταν Πρύτανης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1926-1927. Το επόμενο έτος κλήθηκε να διδάξει το δόγμα του κράτους στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Ρώμης, θέση που κατείχε μέχρι το θάνατο του. Στον Πανούντσιο ανατέθηκε από τον Μπενίτο Μουσολίνι να διοργανώσει, ως κυβερνητικός επίτροπος, τη νεοσυσταθείσα «Φασιστική Σχολή Πολιτικών Επιστημών» στην Περούτζια, η οποία επρόκειτο να αποτελέσει την «Φασιστική Οξφόρδη». Με αυτή την ιδιότητα, ο Πανούντσιο προσκάλεσε καθηγητές όπως ο Paolo Orano, ο Robert Michels, ο Angelo Oliviero Olivetti, ο Maurizio Maraviglia και ο Francesco Coppola για να διδάξουν στην Περούτζια. Το 1929 και το 1934 διατέλεσε αναπληρωτής Πρύτανης του Πανεπιστημίου. Μετά το θάνατο του Luigi Rossi το 1941, ανέλαβε να διευθύνει το Ινστιτούτο Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Νομοθεσίας της Σχολής Πολιτικών Επιστημών μέχρι την αναστολή του από τη διδασκαλία στις 27 Ιουλίου 1944, με το νόμο που πρόβλεπε κυρώσεις κατά των συνεργατών του Φασιστικού καθεστώτος.

Ιδεολογικές απόψεις

Ο Πανούντσιο ξεκίνησε την πολιτική του συμμετοχή το 1902 σε συνεργασία με τους κύκλους των νέων συνδικαλιστών. Το 1906, μεγάλο χρονικό διάστημα πριν εμφανιστεί στο πολιτικό προσκήνιο ο Μαρξισμός και ο Βλαδίμηρος Λένιν, ο Πανούντσιο δήλωνε ότι οι εργάτες δεν ήταν εγγενώς επαναστάτες και έπρεπε να γίνουν με την ένταξή τους σε μια επαναστατική οργάνωση, όπως ήταν τα συνδικάτα. Κατήγγειλε επίσης τις αναρχικές ενώσεις ως «ατομικιστικές» προτιμώντας τις ισχυρές εργατικές οργανώσεις τις θεμελιωμένες σε μια «οργανικά θεσμική» βάση και όχι σε ένα φυσικό συμβόλαιο. Ο Πανούντσιο σε νεαρή ηλικία δίδασκε ότι ο συνδικαλισμός είναι η εξέλιξη του Μαρξισμού, όμως σύντομα μετεξελίχθηκε σε ισχυρό υποστηρικτή του κράτους υποστηρίζοντας όπως και οι εθνικιστές Enrico Corradini και Alfredo Rocco, πως οι επαναστατικοί συνδικαλιστές θα αποτελούσαν την πρωτοπορία του Ιταλικού έθνους. Ο Πανούντσιο θεωρούσε ότι ο κομμουνισμός στη Ρωσία δεν εφαρμοζόταν καλά, λόγος για τον οποίο χαρακτήριζε το κομμουνιστικό κράτος ως «δικτατορία επί του προλεταριάτου και όχι του προλεταριάτου». Σταδιακά συνέπλευσε με τους υποστηρικτές του Νεοϊδεαλισμού του Χέγκελ και υιοθέτησε τον επαναστατικό εθνικό συνδικαλισμό, ενώ υπερασπίστηκε την ένωση των επαναστατικών εθνικιστών με την Εθνική ένωση, η οποία επιτεύχθηκε με το Ιταλικό Εθνικό Φασιστικό κόμμα. Παράλληλα υποστήριξε πως η κοινωνία χρειαζόταν ένα καλλίτερο πολιτικό σύστημα, το Φασισμό και διακήρυττε ότι: «Η Μόσχα υποκλίνεται μπροστά στο ακτινοβόλο φως της Ρώμης. Η Κομουνιστική Διεθνής δεν μιλά πια στο πνεύμα. Είναι νεκρή».

Ο Πανούντσιο το 1917, έγραψε ότι ο σοσιαλισμός χρεοκόπησε και, εάν επρόκειτο να έχει κάποιο μέλλον, χρειαζόταν μια νέα θεωρία που να μην είναι ντετερμινιστική ούτε να βασίζεται μόνο στο προλεταριάτο, αλλά να είναι όντως ρεαλιστική. Το 1918 επαναπροσδιόρισε την άποψη του για το συνδικαλισμό και υποστήριξε ότι το Ιταλικό πολιτικό σύστημα έπρεπε να αντικατασταθεί από ένα σύστημα βασισμένο στα συνδικάτα και ριζωμένο στην οικονομική λειτουργία τους. Ο ρόλος αυτών των συνδικάτων θα ήταν σε μεγάλο βαθμό πολιτικός, και όχι οικονομικός όπως στο παρελθόν. Η συμμετοχή σε αυτά έπρεπε να είναι υποχρεωτική. Έτσι το 1918, δημιουργήθηκε μια καινούργια συνδικαλιστική ομοσπονδία σε αντίθεση με την αναρχοσυνδικαλιστική, που ονομάστηκε «Ιταλική Ένωση Εργασίας». Ο Πανούντσιο βασίστηκε κυρίως στην πολιτική σκέψη των Georges Sorel και Francesco Saverio Merlino και είδε τον επαναστατικό συνδικαλισμό ως μια ιστορική μετεξέλιξη του μαρξισμού, λόγο για τον οποίο, μαζί με τον Angelo Oliviero Olivetti και τον Edmondo Rossoni θεωρείται «η Αριστερά του Φασισμού». Το κίνημα που τον ενέπνεε ήταν υπέρ ενός εθνικού συνδικαλισμού ως αντικαταστάτη του κοινοβουλευτικού φιλελευθερισμού για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των εργαζομένων και του απλού λαού. Επιθυμούσε να λειτουργεί ελεύθερο εμπόριο και δεν έβρισκε καμιά ασυμβατότητα μεταξύ της απόψεως του για τον εθνικισμό. Το 1919 ο Πανούντσιο έγραψε έπειτα ένα άρθρο σχετικά με τις παραγωγικές τάξεις και την ανάγκη τους να οργανωθούν, προτείνοντας μάλιστα την ίδρυση ενός κοινοβουλίου που θα αντιπροσωπεύει τις τεχνικές και οικονομικές κατηγορίες για να στηρίξει το πολιτικό κοινοβούλιο. Ήταν η ιδέα του εταιρικού χαρακτήρα , ένα επιχείρημα που επανέλαβε ο Μουσολίνι στην ομιλία της πλατείας San Sepolcro. Σε αυτή την περίοδο ο Πανούντσιο επεξεργάστηκε τις θέσεις του με μεγαλύτερη ακρίβεια, γράφοντας άρθρα για πολιτικά, φιλοσοφικά και συνδικαλιστικά θέματα.

Το τέλος του

Το 1944 ο Πανούντσιο απομακρύνθηκε από τις δημόσιες θέσεις που κατείχε, όπως και από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο, στη διάρκεια των εκκαθαρίσεων. Προκειμένου να αποφύγει τον κίνδυνο να τον εκτελέσουν οι κομμουνιστές αντάρτες κατέφυγε στην Piazza Verdi στη Ρώμη και φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Mortati, ενός πρώην φοιτητή του, όπου πέθανε στις 8 Οκτωβρίου του ίδιου έτους.

Εργογραφία

Το συγγραφικό έργο του Πανούντσιο περιλαμβάνει δεκάδες έργα, άρθρα και βιβλία, τα οποία περιλαμβάνουν την αντίληψή του για την ιδέα και τη λειτουργία του κράτους. Το αρχείο του ψηφιοποιήθηκε και είναι διαθέσιμο για έρευνα στο Ίδρυμα «Ugo Spirito» στη Ρώμη.

Σημαντικότερα βιβλία του είναι:

  • «Ο Συνδικαλισμός και η κρίση του Σοσιαλισμού», «Il sindacalismo e la crisi di socialismo».
  • «Το Δόγμα του φασισμού», το 1942, με την ευκαιρία της εικοσαετίας της φασιστικής επαναστάσεως.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές