Φώτος Πολίτης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Φώτιος Πολίτης Έλληνας εθνοκεντρικός συγγραφέας, κριτικός, μεταφραστής, σκηνοθέτης και διευθυντής του Θεάτρου, ο πρώτος σκηνοθέτης του Ελληνικού Εθνικού Θεάτρου, μεταφραστής, αρθρογράφος και δοκιμιογράφος, γεννήθηκε το 1890 στην Αθήνα όπου και πέθανε τα ξημερώματα της 4ης Δεκεμβρίου 1934.

Ήταν παντρεμένος με την Ιουλία Χρύση και από το γάμο τους γεννήθηκε ο Νίκος Φ. Πολίτης.

Φώτος Πολίτης

Βιογραφία

Κατάγονταν από αστική οικογένεια. Ήταν γιος του Νικόλαου Πολίτη, εισηγητή και θεμελιωτή της λαογραφικής επιστήμης στην Ελλάδα και αδελφός του Λίνου Πολίτη, νεοελληνιστή, καθηγητή και ακαδημαϊκού. Την περίοδο από το 1906 έως το 1908 φοίτησε στη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών και το 1908 τιμήθηκε με το δεύτερο βραβείο στον Παντελίδειο Δραματικό Διαγωνισμό, με το δραματικό έργο του Ο Βρυκόλακας. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε σπουδές του Δικαίου και Πολιτικών Επιστημών και στο τέλος του 1908 έφυγε στη Γερμανία προκειμένου να συνεχίσει τις νομικές του σπουδές. Τον πρώτο χρόνο, 1908-1909, παρακολούθησε στο πανεπιστήμιο της Ιένας μαζί με τον αδελφό του Γιώργο Πολίτη, το 1909-1910, εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο, όπου σπούδαζε ο εξάδελφός του Γιάννης Αποστολάκης. Την τρίτη χρονιά στο πανεπιστήμια του Μονάχου και την τετάρτη στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης.

Στο Βερολίνο ασχολήθηκε με τη Φιλοσοφία και το Θέατρο, παρακολουθώντας την εξέλιξη της θεατρικής τέχνης στη Γερμανία και μαθήματα σκηνοθεσίας στη Σχολή του Reinhardt. Εκεί ήρθε σε επαφή με μεγάλους Γερμανούς σκηνοθέτες, από τους οποίους επηρεάστηκε κι αποφάσισε να εγκαταλείψει τη νομική καριέρα και να ασχοληθεί συστηματικά με το θέατρο. Το 1912 επέστρεψε στην Ελλάδα, ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και στη συνέχεια εργάστηκε ως τμηματάρχης στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Πολύ νωρίς στράφηκε στη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία και υπήρξε φιλολογικός και θεατρικός κριτικός και αρθρογράφος πολλών εφημερίδων. Από το 1905 άρχισε να δημοσιεύει στο περιοδικό «Νουμάς» τα πρώτα του ποιήματα με το ψευδώνυμο «Σίκφριδ», ενώ από το 1914 να δημοσιεύει άρθρα και κριτικές στα περιοδικά «Νουμάς», «Πειθαρχία» και «Ελληνικά Γράμματα» του Κωστή Μπαστιά, τις εφημερίδες «Πρωΐα», «Πολιτεία» του Θεολόγου Νικολούδη, «Ελεύθερον Βήμα», «Νέα Ζωή» και «Νέα Ελλάς». Το περιοδικό «Ελληνικά Γράμματα» του Κωστή Μπαστιά, εκδόθηκε τον Ιούνιο του 1927 και ο Πολίτης συμμετείχε στον ιδεολογικό κύκλο του περιοδικού μαζί τους οι Κωστής Μπαστιάς, Γιάννης Αποστολάκης, Αλέξανδρος Δελμούζος, Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, Γ. Ν. Πολίτης, ο μεγαλύτερος αδελφός του Φώτου, και υποστήριζαν τον Γερμανικό Ιδεαλισμό, τον εθνισμό και τον αντικομμουνισμό.

Σκηνοθέτης στο Εθνικό

Υπήρξε ένας από τους καθηγητές της Επαγγελματικής Σχολής Θεάτρου, σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου, ο πρώτος μετά την επαναλειτουργία του το 1932, με Γενικό Διευθυντή τον εθνικιστή λογοτέχνη Ιωάννη Γρυπάρη και γενικό γραμματέα τον επίσης εθνικιστή Κωστή Μπαστιά, ενώ υπήρξε και καθηγητής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού. Ο Πολίτης δεν έχαιρε της εκτιμήσεως της Κατίνας Παξινού, η οποία τον Μάρτιο του 1930, προτού να δημοσιευτεί ο ιδρυτικός νόμος του Εθνικού Θεάτρου, δεν δίστασε να προχωρήσει σε μία «μυστική» συμμαχία με την διάσημη καλλιτεχνική της ανταγωνίστρια, την Κυβέλη. Οι δύο τους είχαν θέσει όρο να μην συμμετέχουν σε παράσταση του Εθνικού, αν αυτή έχει Έλληνα σκηνοθέτη, υποσκάπτοντας τη θέση του Πολίτη. Η Μαρίκα Κοτοπούλη από την πλευρά της δήλωνε ότι «...Σκηνοθέτης δεν υπάρχει δυστυχώς κανείς στην Ελλάδα» και ζητούσε να φύγει ο Πολίτης από το Εθνικό, ενώ η Κυβέλη θα χαρακτήριζε την εργασία του Πολίτη, ότι της «...λείπει η πνοή».

Ο Πολίτης υπήρξε φανατικός πολέμιος του κινηματογράφου και δημοσίευσε άρθρο με το οποίο καταφέρθηκε εναντίον του με μεγάλη αυστηρότητα. Αναφέρεται σε μια «εσωτερική μιζέρια», μια «θλίψη σαρκός», μια «επίταση της πνευματικής μας αποτελμάτωσης», για «εικόνες που αντιπαρέρχονται μπρος στα μάτια μας χωρίς να πλάθονται στις ψυχές μας», για «εικόνες εξωτερικές εικόνες ξένης ζωής» και επισημαίνει ότι «το κινηματογραφικό έργο είναι μια αφήγηση όπου δεν μετέχει δημιουργικά η φαντασία μας. Τα κινηματοδράματα είναι ψεύτικες ιστορίες αληθινών ανθρώπων..». Προς τιμήν του απονέμεται κάθε χρόνο το έπαθλο «Φώτος Πολίτης», για την καλύτερη σκηνοθεσία.

Εργογραφία

Υπήρξε από τις σημαντικότερες μορφές του πνεύματος στο νεοελληνικό θέατρο. Καθοδήγησε τους ηθοποιούς ως σκηνοθέτης, τους σπουδαστές των δραματικών σχολών ως θεατρικός δάσκαλος, τους θεατρικούς συγγραφείς ως θεωρητικός του θεάτρου και το αμύητο κοινό στα αριστουργήματα της αρχαίας τραγωδίας και του κλασικού θεάτρου αλλά και στα αξιόλογα έργα του νεοελληνικού θεάτρου. Υπήρξε επιφανής κριτικός της λογοτεχνίας, της θεατρικής τέχνης και γενικά της πνευματικής ζωής ενώ από το 1914 έως το θάνατο του έγραψε 1.103 άρθρα, επιφυλλίδες και κριτικές, πολλές από τις οποίες παραμένουν αδημοσίευτες. Ως κριτικός αρνήθηκε την ύπαρξη γνήσιας λογοτεχνίας και τέχνης στην Ελλάδα, ενώ στάθηκε τιμητής στην ελεεινή ελαφρότητα της θεατρικής πρακτικής του καιρού του.

Στηλίτευσε με πάθος τον ξενομανή μιμητισμό και την επιπόλαια κι άκριτη μεταφορά των ευρωπαϊκών προτύπων στην ελληνική θεατρική και πνευματική ζωής ενώ προέτρεψε για μια ευρεία αναβάπτιση στις ζείδωρες εθνικές πηγές, πιστεύοντας δύναμη της νεοελληνικής παράδοσης. Στον Πολίτη οφείλεται η πρώτη παρουσίαση, αλλά και η αναβίωση των αρχαίων δραματικών έργων. Ο τρόπος διδασκαλίας των έργων που παρουσίασε έμεινε κλασσικός και αποτελεί πρότυπο και χρυσό κανόνα στην σκηνική δημιουργία. Επηρέασε την νεοελληνική κριτική του Μεσοπολέμου, εκπροσωπώντας ένα συνεπή ιδεαλισμό. Μαζί με τον εξάδελφό του Γιάννη Αποστολάκη μελέτησαν κι επηρεάστηκαν από τους μεγάλους του Γερμανικού Ιδεαλισμού και ιδιαίτερα από τους Ιμμάνουελ Καντ Γιόχαν Φίχτε, Φρίντριχ Σέλλινγκ, Γκέοργκ Χέγκελ και Φρίντριχ Γιάκομπι, ενώ η Ελληνική κοινωνία του οφείλει τη γένεση και ύπαρξη του Εθνικού Θεάτρου.

Ως κριτικός δεν κρίνει ποτέ σχετικά, αλλά απόλυτα. Σκληρός στην κριτική του, προκάλεσε αντιπάθειες με τον αρνητικό του λόγο και δικαιολογούσε τη στάση του διακηρύσσοντας ότι η νεοελληνική τέχνη, στο σύνολό της, δεν ικανοποιεί ως σύλληψη ζωής. Η άρνησή του είχε γνώση, αγωνία και ιδεαλισμό. Εκείνο που ζητούσε σε κάθε έργο ήταν η ουσία, το περιεχόμενο. Πίστευε ότι οι Νεοέλληνες θα μπορούσαν να φτάσουν στο καλύτερο με επίμονη ψυχική και πνευματική, σοβαρή και αυστηρή καλλιέργεια. Το έργο του εκτιμήθηκε πολύ, αλλά ξεσήκωσε και αντιρρήσεις και μίση. Ιδιαίτερη σημασία έχει η συμβολή του στην παραγωγή του θεάτρου.

Τις πρώτες σκηνοθετικές του απόπειρες έκανε στην «Εταιρεία Ελληνικού Θεάτρου», ενώ τρία χρόνια πριν το θάνατό του, διορίστηκε σκηνοθέτης στο Εθνικό Θέατρο και παρουσίασε τριάντα έργα, μεταξύ τους αρχαίο και σύγχρονο ελληνικό θέατρο, Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Σαίξπηρ, Μολιέρο, Γκολντόνι, Σίλλερ, Μυσσέ, τους «Βρικόλακες» του Ίψεν, έργο στο οποίο έκανε και τη μετάφραση του κειμένου. Παρακαταθήκες του ήταν η Ελληνολατρεία, ο θαυμασμός στους Έλληνες κλασσικούς και ο Γερμανικός ιδεαλισμός ως ιδεολογικό στίγμα, ενώ ως σκηνοθέτης έτρεφε απεριόριστη εκτίμηση στον εξπρεσσιονισμό.

Συγγραφικό έργο

Το 1907 έγραψε τους πρώτους στίχους του, τους οποίους δημοσίευσε στο περιοδικό Ηγησώ». Δημοσίευσε τα έργα

  • «Ο βρυκόλακας», το 1908,
  • «Τσιμισκής», το 1916, στη «Νέα Ζωή» της Αλεξάνδρειας,
  • «Καραγκιόζης ο Μέγας», το 1924, λυρική και δραματική σάτιρα.

Συνεργάστηκε με τη Μαρίκα Κοτοπούλη και σκηνοθέτησε την

  • «Εκάβη» του Ευριπίδη, ενώ ήδη είχε σκηνοθετήσει το έργο
  • «Ο επιθεωρητής», το 1919.

Μετά την ανασύσταση του Εθνικού Θεάτρου το 1930, διορίστηκε σκηνοθέτης και ανέβασε με επιτυχία πολλά έργα όπως ο

  • «Αγαμέμνονας» του Αισχύλου, με πρωταγωνιστές τους Αιμίλιο Βεάκη, Κατίνα Παξινού και Αλέξη Μινωτή,
  • «Οιδίπους Τύραννος», το 1933, με πρωταγωνιστή τον Αιμίλιο Βεάκη.
  • «Η θυσία του Αβραάμ»,
  • «Βαβυλωνία», το 1932, τραγωδίες του Σαίξπηρ και άλλα έργα.

Οι κριτικές του συγκαταλέγονται στις σημαντικότερες της εποχής και το 1983 ο εκδοτικός οίκος «Ίκαρος» ανέλαβε τη συλλογή των σημαντικότερων, οι οποίες εκδόθηκαν σε τρεις τόμους με τον τίτλο:

  • «Φώτου Πολίτη, Εκλογή Κριτικών Κειμένων».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι