Νικόλαος Τρικούπης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Νικόλαος Θεμιστοκλή Τρικούπης Έλληνας παραδοσιοκράτης, ανώτατος αξιωματικός με το βαθμό του Αντιστρατήγου (ΠΒ), τρίτος ολυμπιονίκης στους Α' σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες στη άθλημα της σκοποβολής, ο οποίος από ηγετική μορφή της επιθέσεως κατέληξε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην καταστροφή του Ελληνικού Στρατού στην Μικρά Ασία όπου συνελήφθη αιχμάλωτος και το ξίφος του εκτίθεται ως Τουρκικό πολεμικό λάφυρο στο Μουσείο της Άγκυρας, για δύο ημέρες Αρχιστράτηγος των Ελληνικών δυνάμεων στην Μικρά Ασία, γεννήθηκε το 1868 στο Μεσολόγγι και πέθανε [1] την Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 1959 στο σπίτι του επί της οδού Ακαδημίας στην Αθήνα. Η νεκρώσιμη ακολουθία του έγινε, με δημόσια δαπάνη και του αποδόθηκαν πλήρως οι στρατιωτικές τιμές, το Σάββατο 28 Φεβρουαρίου στον Ιερό Ναό του Α' Νεκροταφείου και ενταφιάστηκε στον οικογενειακό τάφο στο εκεί κοιμητήριο.

Νικόλαος Θεμ. Τρικούπης
NikolaosTrikoypis.jpg
Γέννηση: 1868
Τόπος: Μεσολόγγι, Αιτωλοακαρνανίας (Ελλάδα)
Σύζυγος: Ελένη Τρικούπη-Κορδέλλα,
Τέκνα: Άτεκνος
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Υποστράτηγος ε.α., Πολιτικός
Θάνατος: 27 Φεβρουαρίου 1959
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)

Ήταν παντρεμένος με την Ελένη [2] Τρικούπη, το γένος Κορδέλλα, κόρη του υποστράτηγου Ανδρέα Ι. Κορδέλλα.

Βιογραφία

Ο Νικόλαος Τρικούπης κατάγονταν από την ιστορική και αρχοντική οικογένεια Τρικούπη του Μεσολογγίου. Γενάρχης της πολιτικής οικογένειας Τρικούπη ήταν ο Γεωργάκης Τρικούπης [3] που γεννήθηκε το 1700 στο Μεσολόγγι και από το γάμο του απέκτησε έναν γιο, τον Ματθαίο.

Οικογένεια Ιωάννη Τρικούπη [4]

Προπάππος του Νικόλαου ήταν ο Ματθαίος Τρικούπης, πλοίαρχος καιπροεστός που έζησε στο Μεσολόγγι ως το 1770. Παππούς του ήταν ο Ιωάννης Ματθ. Τρικούπης που γεννήθηκε το 1750, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, κατόπιν Πρόεδρος των Δημογερόντων και των Εφόρων, Γερουσιαστής και μέλος της επιτροπής που αναπλήρωνε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Πρωτότοκος γιός του Ματθαίου ήταν ο Ιωάννης, μαθητής του Παναγιώτη Παλαμά, γραμματέας του μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γαβριήλ που τον ακολούθησε στην Κωνσταντινούπολη, όταν το 1780 εξελέγη οικουμενικός πατριάρχης. Ο Ιωάννης, που είχε έναν μικρότερο αδελφό, τον Συμεών, το 1785 επέστρεψε στο Μεσολόγγι και ασχολήθηκε με τα κοινά. Εκεί παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Παλαμά και απέκτησαν επτά γιούς, τους Σπυρίδωνα Τρικούπη, μετέπειτα ιστορικό και πατέρα του Πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη, Αναστάσιο, Κωνσταντίνο, Νικόλαο, Μάνθο, Απόστολο και Θεμιστοκλή, και δύο κόρες, την Ειρήνη και τη Μαρία.

Οικογένεια Νικολάου Τρικούπη

Ο Νικόλαος ήταν ο μικρότερος γιος του στρατιωτικού Θεμιστοκλή Τρικούπη και της Καλυδώνας Ιγγλέση. Αδέλφια του ήταν ο Ιωάννης Τρικούπης, πολιτικός που εκλέχθηκε βουλευτής, και ο Κωνσταντίνος Τρικούπης, αξιωματικός και πολιτικός που εκλέχθηκε βουλευτής και διατέλεσε Υπουργός, ενώ πρώτος εξάδελφος του ήταν ο μετέπειτα Πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης. Ο Νικόλαος παρακολούθησε τα μαθήματα της Δημοτικής και της Μέσης εκπαιδεύσεως στη γενέτειρα του.

Στρατιωτική σταδιοδρομία

Μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο ο Νικόλαος Τρικούπης εισήλθε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1888 ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού. Χάρις στην συγγένεια του με τον τότε επιφανή πολιτικό Χαρίλαο Τρικούπη, ο Νικόλαος υπήρξε ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός που απέκτησε πλήρη επιτελική μόρφωση καθώς επιλέχθηκε και συνέχισε τις στρατιωτικές του σπουδές στη Γαλλία. Ειδικότερα, το διάστημα 1889 έως το 1890 υπηρέτησε στο 26ο Γαλλικό Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού. Το διάστημα 1891 έως το 1892 φοίτησε στη «Σχολή Εφαρμογής Πυροβολικού» στο Φονταινεμπλώ, και στη συνέχεια στην «Σχολή Ιππέων» στην Σομίρ. Τέλος το διάστημα από το 1893 έως το 1895, μετά από τέσσερα έτη εκπαιδεύσεως σε γαλλικές μονάδες και σχολές, επιλέχθηκε να φοιτήσει στην «Ανώτατη Σχολή Πολέμου» (École spéciale militaire de Saint-Cyr), στο Παρίσι.

Α' Ολυμπιακοί αγώνες

Ο Νικόλαος Τρικούπης το 1896 συμμετείχε στους Α' σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες στη άθλημα της σκοποβολής που έγιναν στο σκοπευτήριο Καλλιθέας, και αναδείχθηκε τρίτος Ολυμπιονίκης [5] [6] στη βολή με πολεμικό όπλο από απόσταση 200 μέτρων συγκεντρώνοντας 1.718 βαθμούς και κατακτώντας το χάλκινο μετάλλιο.

Πολεμική δράση

Ο Τρικούπης επιστρέφοντας στην Ελλάδα συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 στο μέτωπο της Θεσσαλίας, στο επιτελείο της 1ης Μεραρχίας υπό τις διαταγές του υποστράτηγου Νικόλαου Μακρή, ο οποίος για την ηρωική του δράση προτείνει να του απονεμηθεί η μεγαλύτερη των ηθικών αμοιβών:

«...Επιδοκιμάζω πληρέστατα τα υπό του Αντισυνταγματάρχου Ζαφειροπούλου Επιτελάρχου της Ι μεραρχίας πρόσθεν υπέρ του ανθυπολοχαγού του Πυροβολικού Τρικούπη Ν. εκτιθέμενα και προστίθημι, ότι ως αντελήφθην και εν άλλοις μέρεσιν και δια προτροπών και απειλών εσταμάτησε τους φυγάδας, ιδίως δε εν Καμηλόβρυσι προ της ταράτσας δια του περιστρόφου έπραξε τούτο επιτυχώς... εξεπλήρωσε τα καθήκοντα μετά πολλού ζήλου, προθυμίας, αντοχής, επιτυχίας και θάρρους, διατρέξας πολλάκις προφανή κίνδυνον της ζωής του. ...Αν δε τυχόν απονεµηθώσιν ηθικαί αμοιβαί προς άλλους, και ούτος δικαιούται να αξιωθή της μεγαλυτέρας».

Το 1904, ο Τρικούπης ήταν ένας από τους δώδεκα αξιωματικούς που επιλέχθηκαν να συγκροτήσουν το Σώμα Γενικών Επιτελών, μια πρώιμη μορφή Γ.Ε.Σ. (Γενικό Επιτελείο Στρατού) όμως, το 1909, μετά την κατάργηση του σώματος επανήλθε στο Πυροβολικό. Στους Βαλκανικούς πολέμους, διετέλεσε επιτελάρχης της 3ης Μεραρχίας υπό τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Δαμιανό και πολέμησε στις μάχες του Κιλκίς, της Δοϊράνης και του Πετσόβου ως διοικητής Συντάγματος (ΠΒ) όπου κατά τον Δαμιανό «διακρίθηκε δια την ψυχραιμία του και το ριψοκίνδυνον κατά τας μάχας». Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, διετέλεσε Διοικητής Συντάγματος πυροβολικού, επιτελάρχης του Γ' Σώματος Στρατού, καθώς και (αριστείνδην) υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού και Αρχηγός Πυροβολικού Σώματος Στρατού.

Κίνημα Εθνικής Άμυνας [7]

Τον Αύγουστου του 1916, την εποχή του βενιζελικού κινήματος της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, ο τότε Συνταγματάρχης Τρικούπης ήταν Διοικητής του Γ' Σὠματος Στρατού στην πόλη. Όταν πληροφορήθηκε τα γεγονότα, αποφάσισε να τηρήσει νομιμόφρονα στάση και να επιδιώξει την πάταξη του κινήματος. Αντικατέστησε τον αντισυνταγματάρχη Μαζαράκη, τοποθετώντας στη θέση του τον ταγματάρχη Πολυχρονιάδη και διέταξε να τεθούν σε επιφυλακή όλες οι μονάδες δηλώνοντας πως «᾿..[...] πας αποπειρώμενος να καταλάβη στρατώνας, αποθήκας ή δημόσια κτίρια, θα απεκρούετο δια των όπλων». Παράλληλα όμως δεν επιθυμούσε να έλθει σε σύγκρουση δια των όπλων με τα στρατεύματα της Αντάντ στην πόλη τα οποία υποστήριζαν το κίνημα, λόγος για τον οποίο συγκάλεσε σύσκεψη, στην οποία έλαβαν μέρος ο νομάρχης Ιωάννης Αθηνογένης και ο εισαγγελέας εφετών Ρωμανός, οι οποίοι του συνέστησαν να αποφύγει τη σύγκρουση με τους κινηματίες.

Τα ξημερώματα της 18ης Αυγούστου μια διμοιρία του 13ου Συντάγματος Πεζικού, με εντολή του Τρικούπη, μετέβη στους Μύλους Αλλατίνη με σκοπό να τους επιτάξει για να διασφαλιστεί ο ανεφοδιασμός του στρατεύματος. Στη διαδρομή η διμοιρία συναντήθηκε με περίπολο των κινηματιών, η οποία προσπάθησε να εμποδίσει την κατάληψη. Ακολούθησε δεκάλεπτη μάχη, κατά την οποία έχασαν τη ζωή τους τρεις Κρήτες χωροφύλακες και τραυματίστηκαν ακόμα επτά στρατιώτες. Τ στρατεύματα της Αντάντ αντέδρασαν άμεσα και κατέλαβαν την παραλιακή λεωφόρο, εγκατέστησαν τεθωρακισμένα οχήματα με τις κάνες τους στραμμένες προς τους στρατώνες του πεζικού. Ο Sarrail μέσω των απεσταλμένων του λοχαγών Mathieu και Degrelle διεμήνυσε στον Τρικούπη ότι δεν ανεχόταν συμπλοκές από τις οποίες κινδύνευαν τα συμμαχικά στρατεύματα που βρίσκονταν στην πόλη. Παράλληα ζήτησε την παράδοση της 11ης Μεραρχίας που ήταν πιστή την νόμιμη κυβέρνηση και στον βασιλιά Κωνσταντίνοι Α'. Ο Τρικούπης αν και προσπάθησε να αντισταθεί τελικά προτίμησε να παραδοθεί στους Γάλλους, στις 24 Αυγούστου, όμως απέφυγε να έρθει σε συνεννόηση με την αποκαλούμενη Επαναστατική Επιτροπή.

Στις 25 Αυγούστου ο Τρικούπης, μαζί με 150 αξιωματικούς του Γ' Σώματος Στρατού, που αρνήθηκαν να ενταχθούν στην Εθνική Άμυνα, μεταφέρθηκαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και με το Γαλλικό υπερωκεάνιο «Αγία Άννα» έφτασαν στον Πειραιά. Όταν οι αξιωματικοί αποβιβάστηκαν στον Πειραιά, οι οπαδοί του Κωνσταντίνου Α' και οι Επίστρατοι τους υποδέχθηκαν ως ήρωες ενώ ο Βασιλιάς τους προσκάλεσε στα ανάκτορα όπου τους υποδέχθηκε με τιμές. Όσοι στρατιώτες και υπαξιωματικοί της 11ης Μεραρχίας δεν προσχώρησαν στο κίνημα, αφοπλίστηκαν και μεταφέρθηκαν στο Ζεϊτενλίκ, όπου κρατήθηκαν σε Γαλλικό στρατιωτικό καταυλισμό. Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων [8] της εποχής όλοι τους παρέμειναν:

«.... Υπό σκηνάς και φρουρούμενοι υπό στρατιωτών της Μαδαγασκάρης υφίστανται δε καθημερινώς τα σκαιοτέρας προσβολάς εκ μέρους των φρουρών των ως και των επισκεπτομένων αυτούς αξιωματικών επαναστατών, οίτινες προσπαθούν δια παντοίων μέσων να τους προσελκύσουν εις το κίνημα».

Αρκετές μέρες αργότερα αναχώρησαν από τη Θεσσαλονίκη και 1.800 περίπου οπλίτες της 11ης Μεραρχίας, με τελικό προορισμό τον Πειραιά ενώ 411, ακόμη, αξιωματικοί και υπαξιωματικοί της Μεραρχίας, δεν απελευθερώθηκαν και παρέμειναν κρατούμενοι στις φυλακές του Προφήτη Ηλία στο Ζεϊτενλίκ ως το τέλος του πολέμου. Σε επιστολή κρατουμένων [9], που την απηύθυναν προς τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α' περιγράφονται οι τραγικές συνθήκες διαβιώσεως τους:

«...Εις το Ζεϊτενλίκ δεν εκρατούντο πλέον παρά μόνον τετρακόσιοι ένδεκα υπαξιωματικοί ανήκοντες εις την ΧΙ Μεραρχίαν και την Χωροφυλακήν {...} οι Έλληνες αξιωματικοί και υπαξιωματικοί αιχμάλωτοι έπαυσαν να έχωσι δικαίωμα επί της ζωής των. Ύβρεις και προπηλακισμοί επικολούθησαν και ποιναί εξευτελιστικαί δι’ αξιωματικούς και υπαξιωματικούς επενενοήθησαν υπό του διοικούντος το Στρατόπεδον E. Louis. Εκείνο όμως, όπερ υπερέβη εις αγριότητα και βανδαλισμόν κάθε άλλην δοκιμασίαν ήτο η ωμή διαταγή του ως άνω ταγματάρχου διοικητού του Στρατοπέδου «οι Έλληνες πρέπει από σήμερα να εργάζονται! Θέλω Εργασία! Εργασία!» {...} Οι Έλληνες αξιωματικοί και υπαξιωματικοί οδηγούνται κατά τμήματα εις το Μηχανικόν, όπου λαμβάνοντες πτύα, σκαπάνας, περόνας, χειραμάξας και λοιπά οδοποιίας εργαλεία εξέρχονται προς διαφόρους διευθύνσεις οτέ μεν προς καθαρισμόν των οδών [..} απεθυνόμενοι προς την Υμετέραν Μεγαλειότητα {...} όπως μεριμνήση περί της σωτηρίαν, των 350 αποφασισμένων να αποθάνουν....». 

Με την επικράτηση του κινήματος της Εθνικής Άμυνας αποστρατεύτηκαν στο σύνολο τους οι αντιφρονούντες αξιωματικοί της 11ης Μεραρχίας όμως ο Τρικούπης επανήλθε και ανέλαβε τη διοίκηση της 3ης Μεραρχίας.

Α' Παγκόσμιος Πόλεμος

Στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, με το βαθμό του Συνταγματάρχη, ο Τρικούπης συμμετείχε στις μάχες στο Μέτωπο της Μακεδονίας, όπου ανέλαβε διοικητής της 3ης Μεραρχίας ως επιλογή του Ελευθερίου Βενιζέλου, αμέσως μετά με την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Το 1918 εντάχθηκε στην Γαλλική Στρατιά της Ανατολής, όπου «η διοικητική του επιβολή, η ευρεία και βαθυτάτη επιστημονική του μόρφωσις, η απαράμιλλος ψυχραιμία του και αξιοθαύμαστος πνευματική του διαύγεια... τον κατέστησαν σεβαστόν και παρ᾽ αυτοίς τοις συμμάχοις, προς τιμήν της Ελλάδος και του σώματος των Ελλήνων Αξιωματικών», όπως σημειώνει ο Αναστάσιος Παπούλας.

Ο Τρικούπης απευθυνόμενος στους στρατιώτες που υπηρετούσαν υπό τις διαταγές του αναφέρει στην ημερήσια διαταγή του της 12ης Νοεμβρίου 1918:

«...Εστέ υπερήφανοι, διότι σεις αγρύπνως περιφρουρήσατε την Ελληνικήν Σημαίαν και περιηγάγατε ταύτην νικηφόρον και τροπαιούχον μέχρι ενταύθα... και συντελέσατε εις την νίκην του Πολιτισμού κατά της βαρβαρότητος, επ᾽αγαθώ της ανθρωπότητος. Τούτο θ᾽ αποτελέσει την ενδοξοτέραν περίοδον του βίου σας».

Ο Διοικητής του Β' Σώματος Στρατού, Αντιστράτηγος Κομνηνός Μηλιώτης εξέφρασε την πλήρη ευαρέσκεια και τα συγχαρητήριά του για την ηρωική συμμετοχή και τις αλλεπάλληλες επιτυχίες της Μεραρχίας κι ο Στρατηγός Ανρύ, διοικητής της Γαλλικής Στρατιάς Ανατολής στη Ημερήσια Γενική διαταγή της 18ης Δεκεμβρίου 1918, σημείωνε:

«...εκφράζω εις τον Συνταγματάρχην Τρικούπην την υπερηφάνειάν μου και την ευαρέσκειάν μου, διότι έσχον υπό τας διαταγάς μου την 3ην Ελληνικήν Μεραρχίαν, ης τε διοίκησις και τα στρατεύματα επέδειξαν τας αρίστας των στρατιωτικών αρετών...».

Μετά την νικηφόρα προέλαση του Ελληνικού Στρατού μέχρι τα σερβοβουλγαρικά σύνορα κοντά στην σερβική πόλη Πιρότ, ο Τρικούπης προήχθη στο βαθμό του Υποστράτηγου.

Μικρασιατική εκστρατεία

Ο Τρικούπης υπηρέτησε στη Μικρά Ασία από τον Αύγουστο του 1920 και συμμετείχε στην Ελληνική Εκστρατεία. Διατέλεσε διοικητής του Α' Σώματος Στρατού στη περιοχή της πόλης Αφιόν Καραχισάρ, όπου υπήρξε επικεφαλής των 1ης, 2ης, 3ης και 4ης Μεραρχιών με επιτελάρχη του τον μετέπειτα κινηματία Στυλιανό Γονατά.

Στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 ο τότε αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος και ο επιτελάρχης του υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος, με την συνεργασία των σωματαρχών Ιωάννου, Π. Πιεράκου και Νίδερ, των μεράρχων Τρικούπη, Τσιμικάλη, Μανέτα, Παπαθανασίου, των διοικητών συνταγμάτων Νικολάου Πλαστήρα, Γεωργίου Κονδύλη και πολυάριθμων ανωτέρων αξιωματικών, κατέβαλαν κάθε προσπάθεια προκειμένου να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα των εκλογών στο Μικρασιατικό Μέτωπο, υπέρ του Ελευθερίου Βεζνιέλου. Ο Παρασκευόπουλος έφτασε στο σημείο να απειλεί ότι εάν οι εκλογές στην Ελλάδα κατέληγαν αρνητικά για την κυβέρνηση αυτός επικεφαλής χιλίων αξιωματικών θα αποβιβάζονταν στο λιμάνι του Πειραιά και θα εξανάγκαζε τον Βενιζέλο να παραμείνει στη θέση του.

Στις 9 Απριλίου 1921 μιλώντας στον εθνικιστή δημοσιογράφο Κωνσταντίνο Φαλτάιτς απεσταλμένο της εφημερίδας «Εμπρός» ο Τρικούπης ανέφερε:

«Ο Τούρκος, ή μικρότερος και ταπεινός θα είναι έναντι του αντιπάλου του ή υπέρτερος Ποτέ δεν θα αγωνισθεί με τα ίσα όπλα ενός τιμίου αγώνα. Επιπλέον οι Τούρκοι αξιωματικοί και οι ουλεμάδες εφανάτισαν τόσο τους πληθυσμούς, ώστε να τους παρουσιάζουν τον πόλεμον αυτόν, ως ιερόν των πολέμον. Οι ελληνικοί πληθυσμοί τον παραμενόντων υπό τον Κεμάλ μερών υφίστανται τελειωτικόν και φρικώδες το έργον της εξοντώσεως... Πρέπει να εννοήσωμεν όλοι, ότι η Ελλάς οφείλει να αποδυθεί πάνοπλος εις τον αγώνα. Ο διεξαγόμενος πόλεμος δεν είναι πόλεμος της Ελλάδος εναντίον του επαναστάτου Κεμάλ· Είναι πόλεμος της ελληνικής φυλής προς το τουρκικό έθνος, πόλεμος μάλιστα σκληρός μέχρις εξοντώσεως του ενός εκ των δύο αντιπάλων...»

Τον ίδιο χρόνο γιόρτασε την επέτειο των εκατό χρόνων από την Ελληνική Εθνεγερσία του 1821 με την κατάληψη της Κιουτάχειας, η αρχαία Ελληνική πόλις Κοτύαιον.

Στα μέσα Αυγούστου του ίδιου χρόνου ο Ελληνικός Στρατός βρισκόταν μια ανάσα από την Άγκυρα, στην τελική τοποθεσία άμυνας του Τουρκικού Στρατού στη γραμμή Πολατλή-Τσαλ Νταγ-Αρντίζ Νταγ-Καλέ Γκρότο. Η τοποθεσία ήταν οχυρωμένη κι οργανωμένη σε τέσσερις γραμμές σε βάθος 20 χιλιομέτρων. Ο ελληνικός Στρατός είχε καταλάβει την πρώτη γραμμή αμύνης με τεράστιες απώλειες για το 44ο Σύνταγμα Πεζικού Ρεθύμνου, το οποίο διατάχθηκε να καταλάβει την κορυφή του Καλέ Γκρότο, Ουλού Ντάγ σε υψόμετρο 1483 μέτρων, απέναντι σε δυο αμυνόμενες Τουρκικές Μεραρχίες. Ο στόχος επιτεύχθηκε με ταυτόχρονη επίθεση δυο ταγμάτων Ευζώνων και δυο ταγμάτων Πεζικού. Στις 24 Αυγούστου η Ελληνική Στρατιά της Μικράς Ασίας διατάχθηκε να οπισθοχωρήσει. Πέρασε πάλι τον Σαγγάριο προς τα πίσω και εγκαταστάθηκε σε μια γραμμή άμυνας ανατολικά του Αφιόν Καραχισάρ, όπου και παρέμεινε σχεδόν σε απραξία για ένα περίπου χρόνο.

Το στρατηγείο του Τρικούπη βρισκόταν στο Αφιόν Καραχισάρ κοντά στο σημείο της σφήνας που κατείχαν τρεις ελληνικές μεραρχίες: η 1η, η 4η και η 12η, ένα πολύ κρίσιμο σημείο στην Ελληνική αμυντική γραμμή. Την 9η Αυγούστου του 1922 ο Διοικητής του Α' Σώματος Στρατού, Νικόλαος Τρικούπης, εντέλλεται:

«Είναι προφανές, ότι επ’ ουδενί λόγω επιτρέπεται να δώσουμε στον εχθρό την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί αιφνιδιαστική του ενέργεια. Οι αιφνιδιαστικές προσβολές της ημέρας ή της νυκτός, δεν επιτυγχάνουν, ει μη μόνον αν η υπηρεσία επιτηρήσεως εκτελείται πλημμελώς, ή αν οι οπλίτες δεν έχουν εξασκηθεί καλώς στον συναγερμό. Ο εχθρός επωφελείται της στιγμιαίας αταξίας, που μπορεί να επικρατήσει και στο καλλίτερο στράτευμα, όταν αυτό, υπέρ το δέον, εμφορείται υπό της ιδέας, ότι ουδέν θα συμβεί».

Μετά την 9η νυκτερινή, της 12ης Αυγούστου 1922, η 1η Τουρκική Στρατιά κατάφερε να μετακινήσει τις Μεραρχίες της έναντι και κοντά στις Ελληνικές γραμμές. Το ξημέρωμα της 13ης Αυγούστου ακούστηκαν οι πρώτοι πυκνοί Τουρκικοί κανονιοβολισμοί στο Αφιόν Καρά Χισάρ, όπου ήταν η έδρα του Α' Σώματος Στρατού.

«Από χαραυγής σήμερον, εχθρός ανέλαβε επίθεση επί μετώπου από ποταμού Ακάρ μέχρι . . . Μάχη εξελίσσεται κανονικά . . . Προθέσεις εχθρού δεν διευκρινίσθησαν εισέτι», ανέφερε ο στρατηγός Τρικούπης, προς την Στρατιά Μικράς Ασίας, στις 07:00' εκείνης της ημέρας.

Το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνικού Στρατού (Α' και Β' Σώματα Στρατού) βρέθηκε περικυκλωμένο από Τουρκικές Δυνάμεις δίχως καμιά δυνατότητα διαφυγής στη φρικτή κοιλάδα του Αλή Βεράν, την Κοιλάδα του θανάτου. Στις 17 Αυγούστου ο Τρικούπης διέταξε υποχώρηση των δυνάμεων που διοικούσε βασιζόμενος σε προφορικές αναφορές επιτελών της 4ης Μεραρχίας που παρουσίαζαν ως τραγική την κατάσταση της μονάδος, τις οποίες δεν διασταύρωσε και οι επιτελείς μεταπολεμικά αρνήθηκαν. Τέθηκε επικεφαλής της υποχωρήσεως μαζί με τον διοικητή του Β' Σώματος Στρατού. Στη διεξαγωγή της υποχωρήσεως έγιναν λάθη στρατηγικής, που οδήγησαν στην τραγωδία της μάχης στην κοιλάδα του Αλή Βεράν [10], ενός μικρού χωριού στην περιφέρεια της Κιουτάχειας. Κατά την απαγκίστρωση επικράτησε σύγχυση, χάθηκε ο έλεγχος, διακόπηκε η επικοινωνία του Α' Σώματος με τις Ιη και VIIη Μεραρχίες, οι οποίες υπό την πίεση των γεγονότων δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την γραμμή που τους καθορίστηκε και διακόπηκε επίσης η επικοινωνία του Τρικούπη με τη Στρατιά στη Σμύρνη.

Αιχμαλωσία

Στις 19 Αυγούστου του 1922 ο Τρικούπης διορίστηκε Αρχιστράτηγος των Ελληνικών Δυνάμεων στην Μικρά Ασία κάτι που έμαθε λίγες ημέρες αργότερα με δραματικό τρόπο. Πριν αιχμαλωτισθεί ο στρατηγός Τρικούπης προσπάθησε να αντιτάξει μέχρις εσχάτων άμυνα στο χωριό Καρατζά Χισάρ. Μόλις διαπίστωσε ὀτι οι δυνάμεις του είχαν περικυκλωθεί συγκέντρωσε τους Αξιωματικούς του και τους ανακοίνωσε την απόφαση του να παραδοθούν. Οι αξιωματικοί έμειναν άφωνοι κι όταν πρόσθεσε ότι οποιαδήποτε άμυνα θα ήταν άσκοπη θυσία, έσκυψαν τα κεφάλια τους. Την ίδια ώρα ο Αθανάσιος Σακέτας εκστόμισε βαριές βρισιές κι ύστερα καβάλησε το άλογο του και κάλπασε κατά των Τούρκων κραδαίνοντας το σπαθί του. Οι Τούρκοι αιφνιδιάσθηκαν όμως βλέποντας ότι ακολουθείται από λίγους στρατιώτες, συγκέντρωσαν τα πυρά τους επάνω του και ο Σπαρτιάτης αξιωματικός έπεσε από το άλογο του διάτρητος από τις σφαίρες. Στις 20 Αυγούστου 1922 με το «παλιό ημερολόγιο» ή 2 Σεπτεμβρίου με το τρέχον, στις 17:00 το απόγευμα ο Τρικούπης παραδόθηκε στους Τούρκους μαζί του ο Διοικητής του Β' Σώματος Στρατού, ο Κίμων Διγενής, περί τους 190 αξιωματικούς και περί τους 4.400 χιλιάδες στρατιώτες, ενώ σύμφωνα με την επίσημα καταγεγραμμένη ιστορία του Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. οι Ελληνικές απώλειες, πέραν των αιχμαλώτων, ανήλθαν σε 2.000 νεκρούς και 4.000 τραυματίες.

Φυλάκιση

Η συνάντηση του αιχμάλωτου Τρικούπη με τον Μουσταφά Κεμάλ έγινε στις 4 Σεπτεμβρίου, σε οικία πλούσιας οικογένειας στο Ουσάκ, η οποία είχε βαφεί με τα χρώματα της Ελληνικής σημαίας, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες του Έλληνα αρχιστρατήγου. Εκεί ο Τρικούπης πληροφορήθηκε την απόφαση του διορισμού του, σε αντικατάσταση του Γεωργίου Χατζηανέστη, από τον Μουσταφά Κεμάλ ο οποίος του διάβασε το υποκλαπέν τηλεγράφημα της Ελληνικής Κυβερνήσεως [11]. Γράφει ο ίδιος ο Τρικούπης:

«...Συλληφθείς αιχμάλωτος έξωθεν του Ουσάκ, οδηγήθην εις το γραφείον του τότε Διοικητού του Τουρκικού στρατού στρατηγού Ισμέτ –Πασά (τέως Προέδρου Τουρκικής Δημοκρατίας Ισμέτ –Ινονού), όστις με παρουσίασε εις τον Μουσταφά Κεμάλ. Άμα τη εισόδω μου εις το γραφείον του Μουσταφά Κεμάλ, ούτος ηγέρθη εκ του καθίσματός του και με εδέχθη όρθιος και λίαν φιλοφρόνως, ομιλών μου δε γαλλιστί μου είπε τα εξής:
-«Έχετε υπ’ όψιν σας, ότι ο Μέγας Ναπολέων συνελήφθη αιχμάλωτος; Σεις έχετε εκτελέσει το καθήκον σας πλήρως και μέχρι τέλους, και έχουμε απόλυτον εκτίμησιν και σεβασμόν προς υμάς. Εδώ δεν είστε αιχμάλωτος, είστε φιλοξενούμενος».
Κατόπιν με ηρώτησε:
-«Ελάβατε γνώσιν ότι διωρίσθητε Διοικητής της Στρατιάς Μ. Ασίας;»
-«Όχι» απάντησα.
-« Σας καθιστώ γνωστόν ότι σας ανεζήτουν διά του ασυρμάτου, ίνα σας αναγγείλουν τον διορισμό σας».

Αμέσως μόλις η Ελληνική Κυβέρνηση υποψιάστηκε ή πιθανόν πληροφορήθηκε την αιχμαλωσία του Τρικούπη προχώρησε στην επιλογή του Στρατηγού Γεωργίου Πολυμενάκου για τη θέση του Διοικητή της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Οι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στα βάθη της Μικράς Ασίας οι περισσότεροι εξαφανίσθηκαν κι άλλοι δόθηκαν από τους Τούρκους για να εργασθούν σε εργοστάσια της Γερμανίας. Όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν επέστρεψαν στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των αιχμαλώτων. Σήμερα η οικία στην οποία κρατήθηκε ο Τρικούπης ως την απελευθέρωση του χρησιμοποιείται ως Μουσείο Εθνογραφικό και του Ατατούρκ (U§ak AtatCirk ve Etnografya Miizesi) και διατηρεί ως χρώματα το μπλε και άσπρο.

Απελευθέρωση / Επάνοδος στην Ελλάδα

Ο Τρικούπης απελευθερώθηκε [12] και επέστρεψε στην Ελλάδα, στις 22 Αυγούστου 1923, μαζί του οι Διγενής, Δημαράς και 226 αξιωματικοί, σε εφαρμογή της συμφωνίας ανταλλαγής -επιφανών στρατιωτικών- αιχμαλώτων [13] [14]. Την ίδια ημέρα με τον διορισμό του στη θέση του Αρχιστρατήγου Μικράς Ασίας υπογράφηκε και Διάταγμα επί Ανδραγαθία προαγωγής του επί του πεδίου της μάχης το οποίο δεν δημοσιεύθηκε ποτέ καθώς στο μεταξύ έγινε γνωστή στην Ελληνική Κυβέρνηση η καταστροφή των Δυνάμεων του και η διάλυση του Στρατεύματος στην Μικρά Ασία.

Στο έργο του «Αναμνήσεις επεισοδίων και γεγονότων εκ των πολέμων μας» αναφέρει για τον διορισμό του στη θέση του Αρχιστρατήγου Μικράς Ασίας:

«..εις το από 22 Αυγούστου 1922 υπ’ αριθμ. 182 φύλλου της εφημερίδας της Κυβερνήσεως εδημοσιεύθη το Διάταγμα δι ου διωριζόμην διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας, έχον ούτω:
Δια Βασιλικού Διατάγματος εκδοθέντος εν Αθήναις τη 22 Αυγούστου, προτάσσει του επί των Στρατιωτικών Υπουργού, διορίζεται Διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας ο Υποστράτηγος Τρικούπης Νικόλαος, του Αντιστράτηγου Χατζηανέστη Γ. τήδε μένουν εις την διάθεσιν του Υπουργείου Στρατιωτικών».

Μετά την επάνοδο του στην Ελλάδα ο Τρικούπης αποστρατεύτηκε, όμως δεν κλήθηκε ποτέ σε απολογία παρά τις προφανείς ευθύνες του για την κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου. Επιπλέον τούτων ανακλήθηκε στην ενεργό στρατιωτική υπηρεσία, το 1927, όταν προήχθη στο βαθμό του Αντιστρατήγου με τον οποίο αποστρατεύθηκε. Γράφει σχετικά ο ίδιος:

«....Προήχθην {...} εις τον βαθμόν αυτόν, {...} κατά το έτος 1927. Το διάταγμα της προαγωγής μου εις Αντιστράτηγον, υπογραφέν τις 9η Ιουνίου 1927, εδημοσιεύθη στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως τη 11η του ιδίου μηνός και έτους...».

Μεταξύ των ετών 1928 και 1930, επί κυβερνήσεων Ελευθερίου Βενιζέλου διορίστηκε νομάρχης Αττικοβοιωτίας.

Συγγραφικό έργο

Ο Τρικούπης εκτός από τις πολεμικές του αναμνήσεις έγραψε και στρατιωτικά συγγράμματα. Συγκεκριμένα έγραψε τα έργα:

  • «Εκγύμνασις ίππου», το 1898,
  • «Ταχεία μέθοδος προς κανονισμόν βολής πυροβολικού», το 1900,
  • «Αναμνήσεις επεισοδίων και γεγονότων εκ των πολέμων μας», το 1930, επανέκδοση: «Ελεύθερη Σκέψις»,
  • «Διοίκησις μεγάλων μονάδων εν πολέμω» [15], το 1935.

Τιμητικές διακρίσεις

Ο στρατηγός Τρικούπης τιμήθηκε με όλα τα προβλεπόμενα παράσημα και μετάλλια καθώς και με:

  • το παράσημο του Σταυρού του Σωτήρος και
  • Αριστείο Ανδρείας.

Μνήμη Νικολάου Τρικούπη

Ο Τρικούπης διατήρησε την ζωντάνια και την οξύνοια του ως την ύστερη ώρα του. Είναι χαρακτηριστικό ότι δύο ημέρες πριν αποβιώσει παρακολούθησε μια διάλεξη όμως επέστρεψε στην οικία του αδιάθετος. Η αδιαθεσία του εξελίχθηκε σε πνευμονία εξ αιτίας της οποίας εγκατέλειψε τα εγκόσμια. Γράφει γι' αυτόν ο Στρατηγός Αναστάσιος Παπούλας:

«...Ο Αντιστράτηγος Νικ. Τρικούπης υπήρξε πάντοτε σεμνός, εξιδανικευμένος ήρως, διακεκριμένος Στρατηγός και ανώτερος άνθρωπος. Η ευρυτάτη μόρφωσίς του, η ακεραιότης του χαρακτήρος του, η αφοσίωσίς του εις το καθήκον, η περιφρόνησίς του προς πάντα κίνδυνον και προς αυτόν τον θάνατον, η παρουσία του πανταχού όπου της πατρίδος ο κίνδυνος, τον κατέστησε σεβαστόν και προς αυτούς τους εχθρούς απροκαλύπτως εκδηλώσαντες τον θαυμασμόν των προς αυτόν»

Ο στρατηγός Τρικούπης αν και επικεφαλής πέντε μεραρχιών, ύστερα από σειρά στρατηγικών λαθών, αιχμαλωτίστηκε μαζί με πολλές στρατιωτικές δυνάμεις. Σοβαρότερα λάθη του αποτέλεσαν η καθυστέρηση στην έκδοση διαταγών η οποία κρίνεται ολέθρια εκ του αποτελέσματος και επίσης ότι δεν προχώρησε στην ανάπτυξη των αναγκαίων προκεχωρημένων φυλακίων και ενός δικτύου παρατηρητών προκειμένου να διαφυλάξει την εμπροσθοφυλακή των μονάδων. Έτσι, όταν οι Ελληνικές δυνάμεις δέχθηκαν επίθεση με διπλάσιες δυνάμεις, δεν διέταξε τα σώματα ευθύνης του σε συντεταγμένη οπισθοχώρηση, με αποτέλεσμα την αιχμαλωσία τους. Το ρήγμα που προέκυψε στο μέτωπο έπειτα από την ήττα στη μάχη του Αλή Βεράν, προκάλεσε την κατάρρευση ολόκληρου του μετώπου και την άτακτη φυγή των ελληνικών δυνάμεων προς τα παράλια.

Ο Σαράντος Καργάκος στο έργο του «Η Μικρασιατική εκστρατεία», αναφέρει σχετικά:

«...Η παράδοση του Τρικούπη ήταν μια πράξη ρεαλισμού και ανθρωπισμού αλλ’ όχι προσωπικού ηρωισμού. Έπρεπε ν’ ακολουθήσει αυτούς που είχε τις προηγούμενες ημέρες οδηγήσει στη θυσία και να μη συρθεί -Αρχιστράτηγος αυτός!- στην αιχμαλωσία. Το χρέος του ήταν η αυτοκτονία. Έτσι θα κατακτούσε την αθανασία και θα δημιουργούσε παράδοση που ειδικά στον παρόντα καιρό θα μας ήταν πολύ χρήσιμη. Χάθηκε η ευκαιρία να επικρατήσει ως στρατιωτική νοοτροπία η αρχή: ο αρχηγός δεν παραδίδεται, αυτοκτονεί. Το έπραξαν εκατοντάδες Γερμανοί αξιωματικοί. Όχι για τον Χίτλερ. Για την προσωπική τους τιμή».

Η λαϊκή μούσα της εποχής τραγούδησε τα συμβάντα της εποχής με χαρακτηριστικό τρόπο:

«Ένα πουλάκι ξέβγαινε από τη Μικρασία 
φτάνει σε σπίτι βασιλιά κι αρχίζει µοιρολόι. 
Ο βασιλιάς το γνώρισε και το συχνορωτάει: 
Σαν τι είναι το µαντάτο σου φέτος το εικοσιδύο; 
Κακά µαντάτα αφέντη µου απ’ των ρωµιών τ’ ασκέρι: 
Το πρώτο σώµα χάθηκε στ’ Αλιβεράν τον κάµπο. 
Χιλιάδες ενενήκοντα οι Τούρκοι αιχµαλωτίσαν 
και τον Τρικούπη στρατηγό αιχµάλωτο κρατήσαν. 
Εκείνοι που γλιτώσανε στη Σµύρνη για να πάνε 
πέφτει κακό θανατικό παιδιά γυναίκες άντρες. 
Σφάξαν παπάδες είκοσι µαζί και το ∆εσπότη, 
η θάλασσα κοκκίνισε µε αίµα των Ελλήνων. 
Στη Σµύρνη σφάζανε αρνιά στην Πόλη τα κριάρια 
στον ποταµό Σαγγάριο σφάζουνε παλληκάρια. 
Σαγγάριε αιµατόβαφε και συρµατοδεµένε 
µας έχεις κάψει την καρδιά π’ αναθεµατισµένε.»

Σύμφωνα με διάφορες πηγές ο Τρικούπης, στη διάρκεια της συζητήσεως του με τον Μουσταφά Κεμάλ, έκανε μία χειρονομία εννοώντας ότι έπρεπε να είχε αυτοκτονήσει. Τότε ο Τούρκος τον πλησίασε, τον κοίταξε στα μάτια με κυνικό βλέμμα και απάντησε ξερά: «Αυτό είναι πράγμα το οποίο αφορά εσάς προσωπικώς». Η παράδοση του ελληνικού Στρατού επιβλήθηκε από την τραγική κατάσταση του στο πεδίο της μάχης. Ασυγχώρητη είναι η παράδοση των υποστρατήγων, Νικολάου Τρικούπη, Δημητρίου Δημαρά και Κίμωνα Διγενή, οι οποίοι για λόγους στρατιωτικής τιμής και εθνικής υπερηφάνειας θα έπρεπε να αυτοκτονήσουν αντί να δεχθούν την ατιμωτική αιχμαλωσία, ακολουθώντας το παράδειγμα του Σπαρτιάτη αντισυνταγματάρχη Αθανασίου Σακέτα.

Οι επωμίδες από την επίσημη στολή και το σπαθί του Τρικούπη εκτίθενται σε γυάλινη προθήκη στο μουσείο Τοπ Καπί, το μουσείο των Γενιτσάρων στον Βυζαντινό Ναό της Αγίας Ειρήνης στην Κωνσταντινούπολη, ως Τουρκικό πολεμικό λάφυρο, όμως ο Τρικούπης, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι το σπαθί του καταστράφηκε προ της παραδόσεως τους από τον υπασπιστή του τον τότε Συνταγματάρχη Βλυσμά.

Εσωτερική αρθρογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Απεβίωσεν ο στρατηγός Νικόλαος Τρικούπης Εφημερίδα «Ελευθερία», Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 1959, σελίδα 5η.]
  2. [Η Ελένη Τρικούπη-Κορδέλλα, υπηρέτησε ως εθελόντρια αδελφή νοσοκόμος στο νοσοκομειακό τρένο Λαρίσης-Αθηνών στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού πολέμου. Στον Β' Βαλκανικό Πόλεμο, υπηρέτησε σε νοσοκομείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο Νοσοκομείο Αθηνών. Στη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας υπηρέτησε ως προϊστάμενη νοσοκόμος στο Ελληνικό στρατιωτικό νοσοκομείο της Προύσας. Τιμήθηκε με τα παράσημα του Σταυρού του Σωτήρος και με το Αριστείο Ανδρείας.]
  3. [Ιστορική μνήμη οικογένειας ΤΡΙΚΟΥΠΗ Διονύσιος Μπερερής, pentalofo.gr]
  4. [Χαρίλαος Τρικούπης Έκθεση ιστορικών κειμηλίων της οικογένειας Τρικούπη, hellenicparliament.gr]
  5. [Nikolaos Trikoupis olympics.com]
  6. [Ολυμπιακοί Αγώνες]
  7. [Η Εθνική Άμυνα και ο ρόλος της 11ης Μεραρχίας στη Θεσσαλονίκη Αθανάσιος Δ. Γκανούλης, Μεταπτυχιακός Φοιτητής, Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας]
  8. [Το στασιαστικόν κίνημα της Θεσασαλονίκης Εφημερίδα «Εμπρός», 21 Αυγούστου 1916.]
  9. [Απόσπασμα επιστολής παραπόνων των κρατουμένων του Ζεϊτενλίκ προς τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α', Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο [ΕΛΙΑ, Αθήνα], Αρχείο Μερκάτη, φάκελος 4ος, υποφάκελος 1ος: Αίτησις 350 αξιωματικών και υπαξιωματικών κρατουμένων του Γαλλικού Στρατοπέδου Ζεϊτενλίκ Θεσσαλονίκης «Προς την αυτού Μεγαλειότητα τον Βασιλέα των Ελλήνων Κωνσταντίνον», Θεσσαλονίκη, 4 Απριλίου 1917]
  10. [Μάχη Αλή Βεράν: Η αρχή του τέλους της Μικρασιατικής Εκστρατείας armynow.gr]
  11. [Πληροφορίες για τη συνάντηση και τη στιχομυθία μεταξύ Τρικούπη και Κεμάλ δημοσιεύθηκαν στο επίσημο περιοδικό του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου «Ένοπλες Δυνάμεις» («Silahli Kuwetleri»), τεύχος Οκτωβρίου 2010.]
  12. [Στερείται αληθείας η φήμη ότι ο Στρατηγός Τρικούπης ανταλλάχθηκε με τον Τούρκο στρατηγό Τζαφέρ Ταγιάρ ο οποίος είχε προηγουμένως ανταλλαχθεί με τον Έλληνα ομόβαθμο του, Κλαδά.]
  13. [Έρχονται 3.000 νέοι αιχμάλωτοι και ο στρατηγός Κλαδάς μαζί με 40 αξιωματικούς» Εφημερίδα «Έθνος», 12 Απριλίου 1923, σελίδα 4η.]
  14. [«Ο στρατηγός Κλαδάς και 2.778 αιχμάλωτοι έφτασαν χθες», Εφημερίδα «Εμπρός», 12 Απριλίου 1923, σελίδα 1η.]
  15. [«Διοίκησις μεγάλων μονάδων εν πολέμω» Nικόλαος Τρικούπης, docdroid.net (ολόκληρο το έργο, pdf format)]